Στάθηκε πάνω στην ορειχάλκινη θύρα, κάτω απ’ το τόξο του υπέρθυρου και δε σάλευε μήτε έλεγε κουβέντα, αλλά έμενε εκεί, ακίνητη. Και η θύρα όπου είχε σταθεί η σκιά, αν θυμάμαι καλά, ήταν πάνω απ’ τα πόδια του νεαρού σαβανωμένου Ζωίλου.
Κι εσύ πολίτης Στη Μόρια του κόσμου Χωρίς πατρίδα
“Διψασμένες καρδιές μη λησμονάτε τις κρύες ηλιόλουστες πηγές που έλουσαν τη νιότη τους οι ανταρτοπούλες του λαού μας!”
Στους στίχους του ποιήματος αποτυπώνεται από τη μια η αστική καταγωγή του, αλλά και το ανήσυχο και δημιουργικό πνεύμα του Δ. Γληνού, που τα επόμενα χρόνια θα ενταχτεί στις γραμμές του ΚΚΕ και θα βαδίσει ζωή και έργω στο πλευρό της εργατικής τάξης, μέχρι το θάνατό του.
Το Συνέδριο αυτό άνοιξε το δρόμο για να γραφτεί μια καινούργια Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, η οποία, έχοντας ως βάση τη μαρξιστική θεωρία και την υλιστική – διαλεκτική οπτική, θα μελετήσει την ιστορική εξέλιξη του λογοτεχνικού φαινομένου στη χώρα μας. Στόχος δύσκολος, φιλόδοξος, αλλά αναγκαίος, γιατί, όπως φαίνεται, οι καιροί δεν μας περιμένουν
“Σαν να ‘χαν ποτέ τελειωμό τα πάθια κι οι καημοί του κόσμου.”
Η ευαισθησία και η ανθρωπιά του Παπαδιαμάντη, η έγνοια και η αγάπη του για τον φτωχό, τον κατατρεγμένο, τον πονεμένο, πλημμυρίζουν τους στίχους των ποιημάτων του και δίνουν το ερέθισμα στους συνθέτες να μας προσφέρουν όμορφα τραγούδια.
Κι αύριο μην υψώσετε λάβαρο της συγγνώμης για τα καταραμένα μπάσταρδα του λύκου και για τ’ αδέρφια του φιδιού γι’ αυτούς που ήρθαν ως εδώ βαστώντας μέχρι και το στερνό λεπίδι τους και ρήμαξαν το ρόδο.
“…γυρίστε στην πατρίδα σας μαύροι πρόσφυγες βρωμομετανάστες ζητιάνοι ασύλου που ρουφάτε τη χώρα μας αράπηδες με τα χέρια απλωμένα μυρίζετε περίεργα, απολίτιστοι κάνατε λίμπα τη χώρα σας και τώρα θέλετε να κάνετε και τη δική μας…”
Όλοι είναι εδώ, σε μιαν ατμόσφαιρα ξέχειλη από ευχές, από παρακλήσεις και από ευλογίες, μα εμένα μου έρχονται δάκρυα καυτά στα μάτια γιατί εσύ λείπεις σύντροφε κι αυτή η μακρόχρονη απουσία σου με πονά!