Το Μουντιάλ του 90′ και η επανένωση της Γερμανίας

Η προσάρτηση της ΔΛΔ από τους δυτικούς χρειαζόταν έναν αθλητικό θρίαμβο για να στεριώσει και αυτός για το 1990, την κατάλληλη στιγμή, στο Μουντιάλ της Ιταλίας.

Ένα σύνηθες κλισέ λέει ότι οι δικτατορίες εκμεταλλεύονται το ποδόσφαιρο κι αποζητούν τις αθλητικές επιτυχίες για να ποτίσουν όπιο τη συνείδηση του κόσμου. Η αλήθεια αυτή ισχύει άλλο τόσο και για τις αστικές δημοκρατίες, αλλά κανείς δεν τολμάει να το πει.
Μια τέτοια ιστορία είναι κι η σημερινή.

Το Νοέμβρη του 89′ έπεφτε το τείχος του Βερολίνου. Έντεκα μήνες μετά επισημοποιήθηκε η επανένωση των δύο Γερμανιών -στην ουσία προσάρτηση της Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας από τους δυτικούς. Η επανένωση έγινε πολύ κοντά στην επέτειο ίδρυσης της DDR (έξι μέρες πριν), πιθανότατα γιατί βιάστηκαν να την προλάβουν.
Ενδιάμεσα όμως χρειαζόταν ένας αθλητικός θρίαμβος για να δέσει το γλυκό και να νιώσουν όλοι οι Γερμανοί εθνικά υπερήφανοι για την ενιαία τους πατρίδα.
Το Μουντιάλ του 90′ στην Ιταλία ήταν ό,τι ακριβώς χρειάζονταν.

Όσοι έχετε δει την ταινία Goodbye Lenin θα θυμάστε τις σκηνές με τις σημαίες, τα κορναρίσματα και το πανηγύρι στους δρόμους ως μοτίβο στη βασική υπόθεση, μαζί με τις έγχρωμες τηλεοράσεις που πωλούνταν μαζικά για τους αγώνες. Γι’ αυτό ακριβώς πρόκειται.
Στα τελικά της διοργάνωσης συμμετείχε η ομάδα της Δυτικής Γερμανίας που πλασαρίστηκε ως πρεσβευτής της επανένωσης (die Vereinigung) κι εκπρόσωπος πασών των Γερμανιών.
Ο αθλητισμός ενώνει και ρίχνει τα τείχη (τα ταξικά και του Βερολίνου).

Οι Γερμανοί πέρασαν εύκολα τον όμιλο μαζί με τους Γιούγκους και την Κολομβία του Ιγκίτα. Στους 16 απέκλεισαν τους Ολλανδούς που τους είχαν κλείσει το σπίτι δυο χρόνια πριν (σε ένα ματς που ο Ράικαρντ διαφώνησε στιλιστικά με τις ανταύγειες του φέλερ κι έφτυσε από πίσω την χαίτη του).

Στους 8 νίκησαν με πέναλτι τους Τσεχοσλοβάκους (τελευταία φορά ενωμένοι σε Μουντιάλ) και στα ημιτελικά τους Άγγλους σε έναν από αυτούς τους αγώνες που έκανε το Λίνεκερ να ορίσει το ποδόσφαιρο ως ένα ωραίο άθλημα όπου παίζουν έντεκα εναντίον έντεκα και στο τέλος νικάν οι Γερμανοί στα πέναλτι. Ο γερο-Σίλτον έφαγε ένα ψηλοκρεμαστό που εξέθεσε τα αρθριτικά του, το ματς πήγε στα πέναλτι και στο τέλος ο Γκασκόιν έκλαιγε σα μικρό παιδί για την ήττα.
Δε θα ‘ταν ο μόνος χαρισματικός αυτοκαταστροφικός που θα έκλαιγε σε αυτό το Παγκόσμιο Κύπελλο εξαιτίας των Γερμανών.

Στον τελικό οι Γερμανοί αντιμετώπιζαν την Αργεντινή του Μαραντόνα που τους είχε στερήσει το τρόπαιο τέσσερα χρόνια πριν στο Μεξικό.
Οι πρωταθλητές ξεκίνησαν με ήττα σοκ από το τρομερό Καμερούν του Ροζέ Μιλά (που δήλωνε 38, αλλά έκρυβε μια τετραετία) αλλά… ευτύχησαν να δουν το βασικό τους τερματοφύλακα να τραυματίζεται για να πάρει τη θέση του ο σπεσιαλίστας στις αποκρούσεις πέναλτι Γκοϊκοϊτσέα που έγινε ο ήρωας της διοργάνωσης.
Στη φάση των 16 απέκλεισαν το μεγάλο τους αντίπαλο (σ’ ένα ματς που ακόμα συζητιέται για τα νερά που πότισαν τους Βραζιλιάνους) και μετά στα πέναλτι τους Γιούγκους και τους διοργανωτές Ιταλούς με ήρωα τον Γκόικο που έστειλε την ομάδα του στον τελικό για το ριπίτ.

Αλλά το πιο ενδιαφέρον κομμάτι στον ημιτελικό της Ν(ε)άπολης ήταν το εξωαγωνιστικό.
Ο Μαραντόνα αγωνιζόταν στην ομάδα της Νάπολι και λατρευόταν σα θεός. Την πήρε απ’ το χέρι και της έδωσε δύο πρωταθλήματα, ένα Κύπελλο Ιταλίας κι ένα Ουέφα. Κυρίως όμως το δικαίωμα να κοιτάει στα μάτια τα θηρία του βορρά (του Ανιέλι, του Μοράτι και του Μπερλουσκόνι).

Πριν τον αγώνα ο παμπόνηρος Ντιέγκο εφάρμοσε τη θεωρία του Λένιν περί δύο εθνών στο ίδιο κράτος. Ζήτησε από τους Ναπολιτάνους να υποστηρίξουν την Αργεντινή γιατί δεν είχαν τίποτα κοινό με τον ιταλικό Βορρά που τους εκμεταλλεύεται και τους θυμάται μια φορά στα τόσα. Κι όπως κάθε αιρετικός κατάφερε να διχάσει τον κόσμο.

Το κόλπο έπιασε. Οι Αργεντίνοι δεν ένιωθαν να βρίσκονται εκτός έδρας. Κάποιοι από το κοινό τους υποστήριζαν και πανηγύρισαν τη νίκη τους σα δική τους.
Το τέχνασμα εξόργισε το ιταλικό κοινό (στην υπόλοιπη χώρα) που στον τελικό της Ρώμης υποστήριζε φανατικά τους Γερμανούς για εκδίκηση. Στην ανάκρουση των εθνικών ύμνων οι αποδοκιμασίες σκέπασαν τον ύμνο της αργεντινής. Η κάμερα περνάει μπροστά απ’ τους παίκτες, φτάνει στο μαραντόνα κι αυτός ξεσπάει: ¡hijos de puta! Κι άλλη μια φορά για εμπέδωση. Τόσο καθαρά που κι ένα μικρό παιδί θα μπορούσε να το καταλάβει.
Σαν τέτοιο θα έκλαιγε κι αυτός μετά το τέλος του αγώνα.

Η ιταλική Ομοσπονδία του το φύλαξε και τον χτύπησε στο αδύνατο σημείο του, το πάθος για την κοκαΐνη. Η επόμενη χρονιά του θα ήταν η τελευταία στην Ιταλία κι ουσιαστικά η τελευταία σε υψηλό επίπεδο.

Η ΦΙΦΑ του τα ‘χε μαζεμένα από πριν. Όχι επειδή ήταν βραζιλιάνος ο πρόεδρός της (Χαβελάνζε). Αλλά για τις μπηχτές του στο προηγούμενο Μουντιάλ που η ΦΙΦΑ έβαζε τα παιχνίδια ντάλα μεσημέρι για να βολεύει την τηλεθέαση στην Ευρώπη.
Τέσσερα χρόνια μετά, στο Μουντιάλ των ΗΠΑ, του έστησε καρτέρι και τον τελείωσε απ’ τις διοργανώσεις της αλά ιταλικά (να μάθει να βάζει τέσσερα στην Ελλάδα).

Πιθανότατα το αρχικό σχέδιο ήταν να παίξουν στον τελικό οι χώρες του άξονα και στον μικρό να γίνει η ρεβάνς για το 86, με το χέρι του θεού και το γκολ του αιώνα (που ήταν η ρεβάνς για τα Φώκλαντ του 82′).
Απ’ τη στιγμή που η Αργεντινή χάλασε τη σούπα, το πράγμα απλουστεύτηκε. Δεν υπήρχε αμφιβολία για τις προτιμήσεις της ΦΙΦΑ.

Ο αγώνας ήταν σκέτη κλοτσοπατινάδα. Η Αργεντινή έπαιζε ταμπούρι έχοντας παίκτη λιγότερο. Πλησίαζε το τέλος και πηγαίναμε για παράταση. Αλλά ξαφνικά…
Κάθετη πάσα, ο Κλίνσμαν μες στην περιοχή, πέφτει χαρούμενα κι ο μεξικάνος κόρακας φρου-φρου, το δίνει ακόμα πιο χαρούμενα. Πιο πριν είχε αφήσει με δέκα την αργεντινή (που τελείωσε το ματς με εννιά).

Κανονικά τα πέναλτι τα εκτελούσε Λόταρ Ματέους, αλλά την κρίσιμη στιγμή κάνει την κότα (κι ας τον ψήφισαν πολυτιμότερο παίκτη της διοργάνωσης).
Στη θέση του πάει ο Μπρέμε, συμπαίκτης του στην Ίντερ. Χαίτη, πλατινέ μαλλί, σαν μέλος των Σκόρπιονς έτοιμος να πει το winds of change.
Διαλέγει γωνία, πέφτει ο Γκόικο, την χάνει για λίγο… 1-0. Η Δυτική Γερμανία είναι πρωταθλήτρια κόσμου.

Στην απονομή ο Μαραντόνα δεν αντέχει και ξεσπάει σε κλάματα για την αδικία. Σαν μικρό παιδί που του έκλεψαν το παιχνίδι του με ζαβολιά. Την ύβρη της Νάπολης, την ακολουθεί η κάθαρση στο Ολίμπικο -που ήταν της μόδας και στη χώρα μας εκείνη την εποχή ως έννοια.

Οι πιο πολλοί αποδίδουν τη σφαγή στις σχέσεις της ΦΙΦΑ με το Μαραντόνα, αλλά αυτή είναι η μία όψη του νομίσματος. Η άλλη ήταν η φανερή πολιτική σκοπιμότητα και ο αθλητικός θρίαμβος που χρειαζόταν η Γερμανία για να μη δει περήφανη κι ενωμένη. Ποιος είπε ότι οι αστικές δημοκρατίες δεν έχουν ανάγκη αθλητικές επιτυχίες για να στεριώσουν και δεν εκμεταλλεύονται το ποδόσφαιρο;

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: