Κυριακή πρωί μ’ ένα ποίημα: «Για το Γιο μου – Σε δέκα χρόνια. Σε είκοσι χρόνια. Αύριο» Γυναικείες Φυλακές Αβέρωφ 6/12/1959

Μια μάνα απευθυνόμενη στο μικρό αγόρι της, με αισιοδοξία και πίστη, του μιλά για τις μανάδες που αγωνίστηκαν και θα συνεχίσουν να αντιπαλεύουν τον παλιό κόσμο, αλλά και εκείνο «το πιο δύσκολο / το πιο βαρύ», που «είναι να νικάς την απογοήτευση / και νάναι πάντα η ψυχή του / ψυχή μαχητή».

Κυριακή πρωί μ’ ένα ποίημα: «Για το Γιο μου - Σε δέκα χρόνια. Σε είκοσι χρόνια. Αύριο» Γυναικείες Φυλακές Αβέρωφ 6/12/1959

Τον Ιούλη του 2011 κυκλοφόρησε από το Ίδρυμα «Το σπίτι του αγωνιστή» και τις εκδόσεις «Εντός» η συλλογή «Ποιήματα αγωνιστριών στις Γυναικείες Φυλακές Αβέρωφ (διαφυλαγμένα από την Μάρθα Ξανθοπούλου – Αντονέν)».

Η αγωνίστρια Μάρθα Ξανθοπούλου – Αντονέν στις δύσκολες και επικίνδυνες συνθήκες της φυλακής συγκέντρωνε ποιήματα και ενθυμήματα που έγραφαν οι συγκρατούμενές της, τα οποία έφτασαν στα χέρια των υπευθύνων του ιδρύματος μετά το θάνατό της. Η έκδοση ολοκληρώνεται με μια εκτενή εισαγωγή και σχόλια της Αριστούλας Ελληνούδη, καθώς και τη θαυμάσια εικαστική παρουσία της Εύας Μελά.

Για το ποίημα που παρουσιάζει σήμερα η στήλη, γράφει στην εισαγωγή της η Αριστούλα Ελληνούδη: «Για το γιο μου Σε δέκα χρόνια Σε είκοσι χρόνια Αύριο», τιτλοφορείται το 4ο ποίημα. Στο τέλος του αναγράφεται: «Γ.Φ. ΑΒέρωφ 6/12/1959» και κάτω από την ημερομηνία η εξής σημείωση προς την Μάρθα Ξανθοπούλου: «Για να θυμάσαι το τρίτο κάτω της Κάστορος». Ανυπόγραφο το ποίημα, είναι γραμμένο με το χαρακτήρα της Αλεξανδρίδου Δήμητρας. Η Μάρθα Ξανθοπούλου πριν από τις Φυλακές Αβέρωφ ήταν κρατούμενη στις Φυλακές της οδού Κάστορος, στον Πειραιά, όπου -μάλλον- ήταν και η Δ. Αλεξανδρίδου. Πιθανότατα πρόκειται για ποίημα της Έλλης Ιωαννίδου, μεταγραμμένο από την Δ. Αλεξανδρίδου. Είναι εκτενές και με τους εξής υποτίτλους: «Εσύ», «Ας γνωριστούμε λοιπόν», «Χαρούμενο εμβατήριο», «Μικρή ανάμνηση πένθιμου εμβατηρίου», «Σου μιλάω για τον Παλιό Κόσμο», «Και λόγο για τον Καινούργιο Κόσμο».

Μια μάνα απευθυνόμενη στο μικρό αγόρι της, με αισιοδοξία και πίστη, του μιλά για τις μανάδες που αγωνίστηκαν και θα συνεχίσουν να αντιπαλεύουν τον παλιό κόσμο, αλλά και εκείνο «το πιο δύσκολο / το πιο βαρύ», που «είναι να νικάς την απογοήτευση / και νάναι πάντα η ψυχή του / ψυχή μαχητή». Για τις μέρες «που έρχονται με κοσμική ταχύτητα / καβάλα / σ’ ένα στόλο / από Λούνικ / κι από Σπούτνικ».

Κυριακή πρωί μ’ ένα ποίημα: «Για το Γιο μου - Σε δέκα χρόνια. Σε είκοσι χρόνια. Αύριο» Γυναικείες Φυλακές Αβέρωφ 6/12/1959

«Ποιήματα αγωνιστριών στις Γυναικείες Φυλακές Αβέρωφ»

Το ποίημα γραμμένο την εποχή των μεγάλων, πρωτοπόρων επιτευγμάτων της ΕΣΣΔ στο Διάστημα, «τραγουδά» λυρικά τον σίγουρο ερχομό του «Μεγάλου Κόσμου», του «Καινούργιου Μυαλού», της «Καινούργιας Καρδιάς», που θα «συντρίψει το Χτες», «τη Βάρβαρη εποχή μας / τη Φτωχομάνα της Μεγάλης Εποχής». Εξάλλου, «χιλιάδες χρόνια πίσω / ο άνθρωπος / ήξερε πώς θα ήταν / ύστερα από χιλιάδες χρόνια / ο Άνθρωπος / Ήξερε το όνομά του / Προμηθέας / Σπάρτακος / Λένιν / Εργάτης / Κομμουνιστής».

Για το γιο μου

Σε δέκα χρόνια
Σε είκοσι χρόνια
Αύριο

Ε σ ύ

Σε βλέπω γιε μου,
σε σφίγγω στην αγκαλιά μου.
Και τις μέρες τις ατέλειωτες
που δεν μπορώ να σε δω
σ’ ακολουθώ παντού
– και σκέφτομαι
σε τι παράξενη ώρα
έχουμε ανταμώσει οι δυο μας.
Εσύ γιε μου.
Εσύ αγόρι μου με τα μαύρα μάτια,
τρέχεις να δεις τις αυριανές
να δεις τις δικές σου
Μέρες.
Εσύ γιε μου,
κλωτσάς τη γη ανυπόμονα
ακράτητος να φτάσεις τις αυριανές
να φτάσεις τις δικές σου
Μέρες.
Τις μέρες σου
που έρχονται με κοσμική ταχύτητα,
καβάλα
σ’ ένα στόλο
από Λούνικ·
κι από Σπούτνικ.
Εσύ, γιε μου,
εσύ αγόρι μου με τα μαύρα μάτια
θα δεις ένα μικρό σημάδι
φωτεινό
ανάμεσα στ’ αστέρια
με τ’ όνομα
Γη.
Εσύ γιε μου,
εσύ,
θα ‘χεις ένα μυαλό καινούργιο
για να σκέφτεσαι
γεμάτο γνώσεις παράξενες
ξένες
για μας που σε γεννήσαμε.
Εσύ γιε μου,
εσύ,
θα ‘χεις μια καρδιά καινούργια
για ν’ αγαπάς,
γεμάτη από τον κόσμο
από τον κόσμο όλο
τον ατέλειωτο
το Σύμπαν.

 

Α ς  γ ν ω ρ ι σ τ ο ύ μ ε  λ ο ι π ό ν

Κι εγώ γιε μου,
η μάνα σου,
θα στέκω εδώ
στο κατώφλι
της δικιάς σου μέρας
στο κατώφλι
της κοσμικής Εποχής
και θα σε κοιτάζω ευτυχισμένη.
Καμμιά φορά
το βράδυ
θ’ ανταμώνουμε.
Καμμιά φορά
το βράδυ
θα θυμάσαι τους γονιούς σου.
Τότε γιε μου θα λες
Μα ναι,
τους καταλαβαίνω τους γονιούς μου.
Αν,
κι αυτοί
δεν αρνιόντανε να γίνουνε
οι κάτοικοι ενός διαμερίσματος
– δυο δωμάτια, κουζίνα.
Αν
κι αυτοί
δεν αρνιόντανε
να γίνουν ένα
με τον Παλιό Κόσμο
Αν
κι αυτοί δε διαλέγανε
τον Αγώνα
και τον Πόνο
Αυτό το όνειρο
– το Αύριο
δε θάχε γίνει
– Σήμερα

 

Χ α ρ ο ύ μ ε ν ο  ε μ β α τ ή ρ ι ο

Χαρούμενη η καρδιά μου
χρόνια,
από χρόνια πριν
σε χαιρετάει γιε μου,
Εσένα γιε μου
που είσαι
κάτοικος
του Μεγάλου Κόσμου
κάτοχος
του Καινούργιου Μυαλού
αφέντης
της Καινούργιας Καρδιάς.
Σε χαιρετάω εσένα
γιε μου που θα ρωτάς
Η σάρκα που την τρυπάει
το σίδερο
το αίμα το χυμένο;
Τι είναι αυτό;
Σε χαιρετάω γιε μου,
εσένα που θα ρωτάς
ο πόνος της γυναίκας
για τον αγαπημένο;
Τι είναι αυτό;
Γιε μου σε χαιρετάω
εσένα που θα ρωτάς
η αγωνία της μάνας
για το παιδί;
Τι είναι αυτό; Γιατί;
Εσένα γιε μου
που θα μπορείς να λες
τα όπλα για το θάνατο;
Τα είδα στο Μουσείο.
Σε χαιρετάω
γιε μου
που δε θα γνωρίσεις
όσα γνωρίσαμε
Εμείς που σε γεννήσαμε
Αυτή ‘ναι της μάννας σου η χαρά
χρόνια,
από χρόνια πριν
η μάνα
χαιρετάει τη χαρά σου.

 

Μ ι κ ρ ή  α ν ά μ ν η σ η  π έ ν θ ι μ ο υ  ε μ β α τ η ρ ί ο υ

Με κοσμική ταχύτητα
το Αύριο
έρχεται να συντρίψει
το Χτες.
Αυτό που δεν πρέπει να σβήσει
γιε μου
να προλάβεις
να κρατήσεις
αναμμένο
αυτό που δεν πρέπει να σβήσει
από το χτες.
Μη γυρίσεις να δεις
με καταφρόνια
τη βάρβαρη Εποχή μας
τη Φτωχομάνα της
Μεγάλης σου Εποχής
Ο άνθρωπος
δε γεννήθηκε ετούτη τη στιγμή.
Χιλιάδες χρόνια πίσω
ο άνθρωπος
ήξερε πώς θα ήτανε
ύστερα από χιλιάδες χρόνια
ο Άνθρωπος
Ήξερε τ’ όνομά του:
Προμηθέας
Σπάρτακος
Λένιν
Εργάτης
Κομμουνιστής
Χιλιάδες χρόνια ο Άνθρωπος
ετοίμαζε με το αίμα του
τη Γέννησή του.
Εσύ γιε μου,
Εσείς,
μεσ’ τη χαρά σας
στη μνήμη σας θα κρατείστε
αιώνια
αυτούς που πάλαιψαν
και νίκησαν
για σας
τη Βία.

 

Σ ο υ  μ ι λ ά ω  γ ι α  τ ο ν  Π α λ ι ό  Κ ό σ μ ο

Καμμιά φορά
γιε μου
μπορεί να σκεφτείς
τι ήτανε το πιο δύσκολο
στον Παλιό Κόσμο
Ποιο ήτανε
απ’ όλα πιο δύσκολο;
Απ’ τον Παλιό Κόσμο
οι γονιοί σου
τι είχανε να παλαίψουνε;
πιο δύσκολο και πιο βαρύ;
Αν το σκεφτείς
Κι αν το ρωτήσεις
μη βιαστείς ν’ αποκριθείς
Γιατί
εσύ γιε μου
μπορείς να πεις
– το πιο δύσκολο θα ήτανε η πείνα κι ο κατατρεγμός
Όχι γιέ μου
παλεύεις με την Πείνα
και τον Κατατρεγμό.
Μπορεί ακόμη
να πεις
– το πιο δύσκολο θα ήτανε
ο Φασισμός
ο Πόλεμος
η Κατοχή
Μα όχι γιε μου
το Φασισμό
τον Πόλεμο
την Κατοχή
τα πάλαιψε και τα νίκησε η ανθρωπότητα
κι εμείς μαζί.
Μπορεί πάλι να πεις
–  το πιο δύσκολο θα ήτανε
ο Εμφύλιος Πόλεμος
το απόσπασμα
οι Διωγμοί
Όχι, όχι γιε μου,
Είναι χαμόγελο να δίνεις για το λαό σου τη Ζωή
Ανίσως πεις
– το πιο δύσκολο θα ήτανε
η Ήττα
τα λάθη τα βαριά της Ήττας
Τώρα είσαι πιο κοντά
Μα ακόμα όχι.
Τα λάθη
δίνεις το αίμα σου να ξεπλυθούν.
Εσύ γιε μου πώς να το βρεις
το πιο δύσκολο, το πιο βαρύ;
Ρώτησα τον πατέρα σου
ρώτησα έμενα, τη μάνα σου
μπροστά στο θάνατο.
Όταν ψάχνεις για τον άνθρωπο
και δε βρίσκεις
παρά ένα Ασπόνδυλο φαρμακερό
Όταν ψάχνεις για τον αγωνιστή
και δε βρίσκεις
παρά ένα μηδενικό·
Αυτό είναι το πιο βαρύ
μου αποκριθήκανε κι οι δυο.
Το πιο δύσκολο
το πιο βαρύ
είναι να νικάς την απογοήτευση
και να ‘ναι πάντα η ψυχή σου
ψυχή μαχητή.

 

Κ α ι  λ ί γ ο  γ ι α  τ ο ν  Κ α ι ν ο ύ ρ γ ι ο  Κ ό σ μ ο

Είναι αλήθεια
γιε μου,
όταν γεννήθηκα
ο Ήλιος
ήτανε κάμποσες οργιές ψηλά
ο Καινούργιος Κόσμος
είχε γεννηθεί
Έδωσε την τελευταία κλωτσιά
στους Ντενίκιν και στους ξένους στρατούς
και μείνανε στη Μεγάλη χώρα
ο Λαός
κι η Επανάσταση
Είναι η αλήθεια γιε μου,
όταν ονειρεύτηκα
ένα μεγάλο κόκκινο μπαλόνι για την Πρωτοχρονιά
και κανείς δεν μπορούσε να μου τ’ αγοράσει
Μα εγώ
μπορούσα να λέω
πως είναι μια Χώρα
που θα φτιάξει κόκκινα μπαλόνια
για όλα τα παιδιά τού κόσμου
Είναι αλήθεια γιέ μου,
όταν πεινούσα κι’ όταν κρύωνα
μπορούσα να ξεφυλλίζω
μεγάλα Βιβλία με Ζωγραφιές
με φράγματα και σκαλωσιές
«Η ΕΣΣΔ χτίζεται»
κι ήξερα τι σήμαινε αυτό
Γιε μου
εγώ γεννήθηκα στην αρχή
κι εσύ γεννήθηκες στο Θρίαμβο
της Καινούργιας Ζωής.
Γι’ αυτό γιε μου
Εσύ
θα με καταλαβαίνεις πάντα
και λαχανιάζοντας εγώ
θα σ’ ακολουθώ.

Γ.Φ. Αβέρωφ
6/12/1959

“Κυριακή πρωί μ’ ένα ποίημα”: Δείτε όλα τα ποιήματα εδώ.

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: