Ερνέστο Καρδενάλ: Σαντίνο, Ώρα 0 (56 Φωτό)

Ένα συγκλονιστικό έργο της παγκόσμιας ποίησης· ένα αριστούργημα της ποίησης διαμαρτυρίας (Μπριτάνικα)· από τα πιο δυνατά και αποτελεσματικά που έχει δώσει η πολιτική ποίηση στη Λατινική Αμερική (Μ. Μπενεδέτι).
«Κοπιάστε λοιπόν εσείς, βρομερή γλίτσα των μορφινομανών· και το αίμα σας θα βάψει τον τρούλο του περίφημου Λευκού Οίκου σας, αυτού του άντρου όπου σχεδιάζετε τα εγκλήματά σας».
(Το Πρώτο Μανιφέστο του Σαντίνο, 1 Ιουλίου 1927)

Αουγούστο Σέσαρ Σαντίνο Augusto César Sandino (Αugusto Nicolás Calderón de Sandino y José de María Sandino): Νικαράγουα. Γεννήθηκε στις 18 Μαΐ. 1895 στο Νικινόμο – Δολοφονήθηκε στις 21 Φεβ. 1934 στη Μανάγουα.

Κοπιάστε λοιπόν εσείς, βρομερή γλίτσα των μορφινομανών· κοπιάστε στη δική μας γη να μας δολοφονήσετε, εδώ που σας περιμένω όρθιος, επικεφαλής του στρατού των συμπατριωτών μου, δίχως να νοιάζομαι για το πόσοι είσαστε· αλλά βάλτε το καλά στο μυαλό σας πως όταν αυτό συμβεί, η συντριβή του μεγαλείου σας θα τραντάξει συθέμελα το Καπιτώλιο της Ουάσινγκτον, και το αίμα σας θα βάψει τον τρούλο του περίφημου Λευκού Οίκου σας, αυτού του άντρου όπου σχεδιάζετε τα εγκλήματά σας.

(Το Πρώτο Μανιφέστο του Σαντίνο: Ορυχείο Σαν Αλμπίνο, Νέα Σεγόβια, Νικαράγουα, 1 Ιουλίου 1927 [βλ. στο τέλος])

*

Υπήρχε ένας Νικαραγουανός στο εξωτερικό,
ένας «nica» από το Νικινόμο,
που δούλευε στην Huasteca Petroleum Co. του Ταμπίκο
Και δεν ήταν ούτε πολιτικός ούτε στρατιωτικός.
Τα ’βαλε κάτω και τα μέτρησε, και τελικά είπε στον εαυτό του:
Κάποιος θα πρέπει να το κάνει.
Και τότε έγραψε το πρώτο του μανιφέστο.

Ερνέστο Καρδενάλ, Ώρα 0

*

Ώρα 0: Ένα συγκλονιστικό έργο της παγκόσμιας ποίησης· ένα αριστούργημα της ποίησης διαμαρτυρίας (Μπριτάνικα)· από τα πιο δυνατά και αποτελεσματικά που έχει δώσει η πολιτική ποίηση στη Λατινική Αμερική (Μπενεδέτι).

Για πρώτη φορά στα Ελληνικά από την Κατιούσα.

Μετάφραση – Σχολιασμός – Σαντίνο – Σημειώσεις – Επίμετρο
Μπάμπης Ζαφειράτος – Μποτίλια Στον Άνεμο

*

Ο Ερνέστο Καρδενάλ, στα 93α γενέθλιά του (2018), διαβάζοντας ένα από τα βιβλία του στο σπίτι του. Του άρεσε να διαβάζει στην αιώρα πριν κοιμηθεί. (Φωτό: Franklin Villavicencio | Niú)

Eρνέστο Καρδενάλ (Ernesto Cardenal Martínez): Νικαράγουα. 20 Ιαν. 1925, Γρανάδα – 1 Μαρ. 2020, Μανάγουα. Ο μαρξιστής παπάς, ο αντάρτης Σαντινίστα. Ο κομμουνιστής ποιητής που δίδαξε το Ευαγγέλιο της Επανάστασης στους φτωχούς, για να κατακτήσουνε τον επίγειο παράδεισο με το όπλο στο χέρι:

[..] Φυσικά και δεν υπάρχει ελευθερία όσο υπάρχουνε πλούσιοι
Όσο υπάρχουνε τάξεις ελευθερία δεν υπάρχει.
[..] Kαπιταλισμός· τι άλλο από αγοραπωλησία ανθρώπων;

[..] Αυγή της νέας μέρας
και νέες σχέσεις παραγωγής.
Από τον καθένα σύμφωνα με την ικανότητά του

στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες του.
Ένα σύστημα που ικανοποιεί τις ανάγκες της ζωής
και οι ανάγκες καθορίζουν την παραγωγή
Παράδειγμα:
όπου τα ρούχα δεν φτιάχνονται για να βγάλεις χρήμα, παρά
μόνο για να ντύσεις τον άνθρωπο, γαμώτο.

[..] Κομμουνισμός ή το βασίλειο του Θεού στη γη που είναι το ίδιο.

Ερνέστο Καρδενάλ
(ελάχιστο απόσπασμα από το)
Canto Nacional (1972)
[Βλ. Σχολιασμό]

*

Ορισμένοι έχουν μιλήσει στη Λατινική Αμερική για τη νηφαλιότητα της ποίησής μου, για το ότι είναι απαλλαγμένη από στολίδια, για το ότι είναι άμεση, κλπ. Δεν είναι τίποτα παραπάνω απ’ την αφομοίωση των διδαγμάτων του Πάουντ, υπό την έννοια του να κάνεις ποίηση τοποθετώντας εικόνες τη μία μετά την άλλη, χωρίς να καταφεύγεις σε ρητορείες, αφού δεν είναι απαραίτητο. […] δύο πράγματα αντίθετα ή καλύτερα δύο πράγματα παρόμοια που, όταν τοποθετούνται το ένα δίπλα στο άλλο, παράγουν μια τρίτη εικόνα. […] Είναι αυτό που κάνει ο κινηματογράφος με το μοντάζ των εικόνων.

(Συνέντευξη του ποιητή στον ομότεχνό του Μάριο Μπενεδέτι. Δημοσιεύτηκε υπό τον τίτλο, Ερνέστο Καρδενάλ: Ευαγγέλιο και Επανάσταση, Αβάνα, Ιαν. 1970).

*

Δυο λόγια

 

Σέρτζιο Μιτσιλίνι (Ιταλία, 1948). Ο Ποιητής Ερνέστο Καρδενάλ, 2005 (λάδι 80×55 cm) (Φωτό: la-bottega-del-pittore)

Ώρα 0 (Hora 0): Είναι το πρώτο ποιητικό έργο του Ερνέστο Καρδενάλ που είδε το φως της δημοσιότητας (1960). Γράφτηκε μεταξύ 1954-1956, όταν ο μαρξιστής-παπάς-ποιητής-επαναστάτης ήταν 30 ετών. Ένα ποίημα-χρονικό, ένας ποταμός 574 στίχων, για δυο σημαντικές στιγμές στην ιστορία της Νικαράγουας:

Ο Σαντίνο, ο αγώνας του, η δολοφονία του το 1934.

Η «Εξέγερση του Απρίλη» του 1954, στην οποία συμμετείχε και ο ποιητής, κι ενώ στην εξουσία βρίσκεται ο αιμοσταγής δικτάτορας Τάτσο Σομόσα, ο δολοφόνος του Σαντίνο, διοικητής τότε της εγκληματικής Εθνοφρουράς.

Μια πένα-κάμερα και εικόνες μονταρισμένες με τη σκληρότητα του Αϊζενστάιν και το λυρισμό του Πουντόβκιν.

Πρώτο μέρος (21 στίχοι). Πρόλογος για τις μπανανίες της Κεντρικής Αμερικής.

Δεύτερο μέρος (124 στίχοι). Μια «λογιστική» αποτίμηση των διεφθαρμένων μητρικών, θυγατρικών και κρατικών εταιρειών της Νικαράγουας.

Τρίτο μέρος (248 στίχοι). Σαντίνο.

Τέταρτο μέρος (181 στίχοι). Μετά 20 έτη. Ο Ξεσηκωμός του Απρίλη, η δολοφονία των φίλων, η καινούργια κατοχή και το όραμα του Σαντίνο, που θα πραγματοποιηθεί εντέλει το 1979 με τη νίκη της Επανάστασης των Σαντινίστας, μετά από σκληρούς αγώνες και με την ενεργό, πάλι, συμμετοχή του ποιητή.

Στο ισπανικό κείμενο οι 4 ενότητες χωρίζονται μεταξύ τους με διπλό κενό. Στην παρούσα μετάφραση τέθηκε αρίθμηση για ευχερέστερη παρακολούθηση του Σχολιασμού και των Σημειώσεων.

— Τα Αγγλικά του πρωτότυπου παραμένουνε αμετάφραστα.

 

Μπρούνο Πορτουγές (Λίμα, 1956). Ο Στρατηγός Αουγούστο Σ. Σαντίνο. Από τη σειρά Πορτρέτα του Ανέμου και της Φωτιάς (Φωτό: el19digital.com)

 

Ώρα 0

Ερνέστο Καρδενάλ

 

1.

Τροπικές νύχτες της Κεντρικής Αμερικής,
με λίμνες και ηφαίστεια κάτω από το φεγγάρι
και φώτα των προεδρικών μεγάρων,
στρατώνες και θλιβερές απαγορεύσεις της κυκλοφορίας.
«Πολλές φορές καπνίζοντας το σιγαρίγιο μου
αποφάσισα να πεθάνει ένας άνθρωπος»,
είπε ο Ουβίκο [1] εκεί που κάπνιζε ένα σιγαρίγιο…
Μέσα στο ροζ, σαν μια γαμήλια τούρτα, μέγαρό του
ο Ουβίκο έχει κρυάδες. Έξω ο λαός
διαλύθηκε με βόμβες φωσφόρου.
Το Σαν Σαλβαδόρ κάτω απ’ τη νύχτα και τη σπιουνιά
ψιθυρίζοντας μέσα στα σπίτια και στις πανσιόν
και ουρλιάζοντας στα αστυνομικά τμήματα.
Το μέγαρο του Καρίας [2] πετροβολήθηκε απ’ τον λαό.
Ένα παράθυρο του γραφείου του έσπασε
κι η αστυνομία έριξε στο ψαχνό.
Και η Μανάγουα στην μπούκα των πολυβόλων
από το μέγαρο μιας σοκολατένιας τούρτας [2α]
κι απ’ τ’ ατσαλένια κράνη που αλωνίζουνε στους δρόμους.

Σκοπός! Τι ώρα να ’ναι μέσα στη νύχτα; [2β]
Σκοπός! Τι ώρα να ’ναι μέσα στη νύχτα;

 

2.

Οι Ονδουρέζοι χωρικοί κουβαλάγανε το χρήμα στα σομπρέρο τους
όταν οι αγρότες σπέρνανε τις σοδειές τους
κι οι Ονδουρέζοι ήτανε αφεντικά στον τόπο τους.
Τότε που υπήρχε χρήμα
και δεν υπήρχανε ξένα δάνεια
και φόροι για την Pierpont Morgan & Cía [3]
και η εταιρεία φρούτων δεν ανταγωνιζότανε τον μικροκαλλιεργητή.
Μα ήρθε η United Fruit Company
με τις θυγατρικές της την Tela Railroad Company
και την εταιρεία σιδηροδρόμων Trujillo Railroad Company
σε συνεργασία με την Cuyamel Fruit Company
και η Vaccaro Brothers & Company
κι αργότερα η Standard Fruit & Steamship Company
της Standard Fruit & Steam Ship Corporation:
                           η United Fruit Company
με τις αναδιαρθρώσεις της για εξασφάλιση παραχωρήσεων
και απαλλαγές εκατομμυρίων από τους φόρους των εισαγωγών
κι εξαγωγών, αναθεωρήσεις των παλιών παραχωρήσεων
και επιδοτήσεις για νέες γεωργικές εκμεταλλεύσεις,
παραβιάσεις των συμβάσεων, παραβιάσεις
του Συντάγματος…

Και όλοι οι όροι υπαγορεύονται από την Εταιρεία
με τις υποχρεώσεις εν περιπτώσει δήμευσης
(υποχρεώσεις του κράτους, όχι της Εταιρείας)
και με τους όρους που θέτει (η Εταιρεία)
για την επιστροφή των φυτειών στο κράτος
(που χορηγούνται δωρεάν από το κράτος στη Εταιρεία)
σε 99 χρόνια…
«και όλες οι άλλες φυτείες οι ανήκουσες
σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο ή εταιρείες ή επιχειρήσεις
εξαρτώμενες από τους αναδόχους και στις οποίες
αυτή η τελευταία έχει ή μπορεί να έχει αργότερα
έννομο συμφέρον θα παραμείνουν ως εκ τούτου
εντασσόμενες στους παραπάνω όρους και προϋποθέσεις…»
(Επειδή η Εταιρεία εξαχρείωσε και την πεζογραφία).
Προϋπόθεση για την Εταιρεία ήταν να κατασκευάσει το Σιδηρόδρομο,
αλλά η Εταιρεία δεν τον κατασκεύασε,
επειδή τα μουλάρια στην Ονδούρα ήτανε πιο φτηνά απ’ το Σιδηρόδρομο,
και «ένας βουλευτής φτηνότερος κι από μουλάρι»
                           —κατά πως έλεγε κι ο Σεμουράυ [4]
αν και εξακολουθούσε να απολαμβάνει φορολογικές απαλλαγές
και την επιδότηση των 175.000 εκταρίων για την Εταιρεία,
με την υποχρέωση να αποζημιώσει το κράτος για κάθε μίλι
που δεν θα κατασκεύαζε, αλλά δεν έδωσε μία στο κράτος
αν και δεν κατασκεύασε ούτε μίλι (ο Καρίας είναι ο δικτάτορας
που δεν κατασκεύασε τα περισσότερα μίλια σιδηροδροτροχιάς)
και τελικά αυτός ο σκατοσιδερόδρομος δεν είχε
το παραμικρό όφελος για το κράτος
γιατί ήταν ένας σιδερόδρομος μεταξύ δυο φυτειών
και όχι μεταξύ Τρουχίγιο και Τεγουσιγάλπα.

Εξαχρειώνουνε την πεζογραφία εξαχρειώνουνε και το Κονγκρέσο.
Η μπανάνα αφήνεται να σαπίσει στις φυτείες,
ή σαπίζει μέσα στα βαγόνια κατά μήκος της σιδηροδρομικής γραμμής,
ή κόβεται ώριμη και αποσύρεται
όταν φτάνει στην αποβάθρα. Ή πετιέται στη θάλασσα·
τα τσαμπιά δηλώνονται χτυπημένα ή φυραμένα,
ή μαραμένα ή πράσινα ή ώριμα ή άρρωστα:
έτσι που να μην υπάρχει φτηνή μπανάνα
                           ή να μπορείς ν’ αγοράσεις φτηνή μπανάνα.

Ώσπου έπεσε πείνα στη Νικαράγουα, απ’ την ακτή του Ατλαντικού.
Και οι αγρότες φυλακίζονται επειδή δεν πουλάνε για 30 σεντάβος
και οι μπανάνες τους σφάζονται με τις ξιφολόγχες
και η Mexican Trader Steamship βουλιάζει τις λάντσες τους,
κι οι απεργοί τσακίζονται με σφαίρες.
(Και οι Νικαραγουανοί βουλευτές προσκαλούνται σε garden party.)
Ο νέγρος όμως έχει εφτά παιδιά.
Και τι να κάνει. Πρέπει και να φάει.
Και πρέπει να δεχτεί τους όρους αμοιβής του.
24 σεντάβος το τσαμπί.
Ενώ η θυγατρική Tropical Radio τηλεγραφούσε στη Βοστώνη:
«Ελπίζουμε ότι θα έχουν την έγκριση της Βοστώνης
τα ποσά που δαπανήθηκαν στους βουλευτές της Νικαράγουας
για τις ανεκτίμητες υπηρεσίες τους επ’ ωφελεία της Εταιρείας».
Και από τη Βοστώνη μέχρι το Γκάλβεστον με τον τηλέγραφο
και από το Γκάλβεστον τηλεφωνικά και τηλεγραφικά στο Μεξικό
και από το Μεξικό τηλεφωνικά στο Σαν Χουάν ντελ Σουρ
και από το Σαν Χουάν ντελ Σουρ τηλεγραφικά στο Πουέρτο Λιμόν
και από το Πουέρτο Λιμόν με κανό μέχρι την πιο απομακρυσμένη περιοχή
φτάνει η εντολή της United Fruit Company:
«Η United δεν αγοράζει άλλες μπανάνες».
Και στο Πουέρτο Λιμόν [5] οι εργάτες απολύονται.
Τα μικρομάγαζα κλείνουνε.
Κανείς δεν μπορεί να πληρώσει τα χρέη του.
Και οι μπανάνες σαπίζουν στα βαγόνια.
                           Για να μην υπάρχει φτηνή μπανάνα.
                           Και για να υπάρχει φτηνή μπανάνα.
                                    —19 σεντάβος το τσαμπί.

Οι εργάτες παίρνουνε υποσχετικές [6] αντί για μεροκάματο.
Αντί αμοιβής, χρέη.
Και ρημάζουνε οι φυτείες, που δεν κάνουνε πλέον για τίποτα,
και παράγουνε αποικίες ανέργων.
Και η United Fruit Company στην Κόστα Ρίκα
με τις θυγατρικές της την Costa Rica Banana Company
και την Northern Railway Company και
την International Radio Telegraph Company
και την Costa Rica Supply Company
                           τραβάνε στα δικαστήρια ένα ορφανό.
Το κόστος του εκτροχιασμού είναι μια αποζημίωση 25 δολαρίων
(αλλά θα κόστιζε ακριβότερα να φτιαχτεί η σιδηροδρομική γραμμή).

Και οι βουλευτές, φθηνότεροι απ’ τα μουλάρια —έλεγε ο Σεμουράυ.
Ο Σαμ Σεμουράυ, ο Τούρκος λιανοπωλητής μπανάνας
στο Μομπάιλ, στην Αλαμπάμα, που μια ωραία πρωία πήγε στη Νέα Ορλεάνη
και είδε στους ντόκους της United να πετάνε τις μπανάνες στη θάλασσα
και προσφέρθηκε ν’ αγοράσει όλο το προϊόν για να φτιάξει ξίδι,
τ’ αγόρασε και το πούλησε εκεί ακριβώς στη Νέα Ορλεάνη
και η United αναγκάστηκε να του δώσει κτήματα στην Ονδούρα
υπό την προϋπόθεση ότι θα ανακαλέσει το συμβόλαιό του στη Νέα Ορλεάνη,
και ούτω πως ο Σαμ Σεμουράυ ντιορίστηκε πρόεντρας στις Χοντούρες [7].
Προκάλεσε μεθοριακές αντιπαραθέσεις μεταξύ Γουατεμάλας και Ονδούρας
(μεταξύ της United Fruit Company και της εταιρείας του)
διακηρύσσοντας ότι δεν πρέπει να χάσει η Ονδούρα (η εταιρεία του)
«μια ίντσα γης όχι μόνο στην αμφισβητούμενη λωρίδα,
αλλά και σε οποιαδήποτε άλλη περιοχή της Ονδούρας
(της εταιρείας του) δεν αμφισβητείται…»
(ενώ η United υπερασπιζόταν τα δικαιώματα της Ονδούρας
στη διένεξή της με την Nicaragua Lumber Company)
μέχρι που έληξε η διαμάχη επειδή συμμάχησε με την United
και στη συνέχεια πούλησε όλες τις μετοχές του στη United
και με τα χρήματα από την πώληση αγόρασε μετοχές της United
και με τις μετοχές τσίμπησε την προεδρία της Βοστώνης
(μαζί με τους υπαλληλάκους προέδρους της Ονδούρας)
και ήταν τώρα ιδιοκτήτης τόσο της Ονδούρας όσο και της Γουατεμάλας
κι εδώ έλαβε τέλος η δικαστική διαμάχη για τα εξαντλημένα εδάφη
μιας και δεν πρόσφεραν τίποτα πλέον ούτε στη Γουατεμάλα ούτε και στην Ονδούρα.

 

3.

Υπήρχε ένας Νικαραγουανός στο εξωτερικό,
ένας «nica» [8] από το Νικινόμο,
που δούλευε στην Huasteca Petroleum Co. του Ταμπίκο [9].
Και είχε μαζέψει πέντε χιλιάδες δολάρια.
Και δεν ήταν ούτε στρατιωτικός ούτε πολιτικός.
Και πήρε τις τρεις χιλιάδες απ’ τις πέντε
και τράβηξε για τη Νικαράγουα στην επανάσταση του Μονκάδα [10].
Μα όταν έφτασε, ο Μονκάδα κατέθετε τα όπλα.
Πέρασε τρεις μέρες, περίλυπος, στο Σέρο δελ Κομούν [11].
Περίλυπος, χωρίς να ξέρει τι να κάνει.
Και δεν ήταν ούτε πολιτικός ούτε στρατιωτικός.
Τα ’βαλε κάτω και τα μέτρησε, και τελικά είπε στον εαυτό του:
Κάποιος θα πρέπει να το κάνει.
                           Και τότε έγραψε το πρώτο του μανιφέστο [12].

Ο Στρατηγός Μονκάδα τηλεγραφεί τους Αμερικάνους:
ΟΛΟΙ ΟΙ ΑΝΔΡΕΣ ΜΟΥ ΔΕΧΟΝΤΑΙ ΤΗΝ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΕΚΤΟΣ ΑΠΟ ΕΝΑΝ
Ο Mr. Στίμπσον [10] του δίνει τελεσίγραφο.
«Τώρα μάς υποχρεώσατε…»
                           θα του μηνύσει ο Μονκάδα.
Α υ τ ό ς συγκεντρώνει τους άντρες του στο φρούριο Ελ Τσιπότε [13]:
29 άντρες (και μ’ αυτόν 30) ενάντια στις ΗΠΑ.
                           ΕΚΤΟΣ ΑΠΟ ΕΝΑΝ.
                                     («Έναν απ’ το Νικινόμο…»)
—Και με δαύτονε 30! [14]
«Αυτός που μπαίνει λυτρωτής πεθαίνει σταυρωμένος» [15]
θα του μηνύσει ο Μονκάδα.
Επειδή ο Μονκάδα και ο Σαντίνο ήτανε γείτονες.
Ο Μονκάδα απ’ το Μασατέπε και ο Σαντίνο απ’ το Νικινόμο.
Και απαντάει ο Σαντίνο στον Μονκάδα:
«Ο θάνατος δεν έχει την παραμικρή σημασία».
Και στον Στίμπσον: «Πιστεύω στο θάρρος των αντρών μου…»
Και στον Στίμπσον, μετά την πρώτη ήττα:
«Όποιος πιστεύει ότι είμαστε νικημένοι
                           δεν γνωρίζει τους άντρες μου».
Και δεν ήτανε ούτε στρατιωτικός ούτε πολιτικός.
Και οι άντρες του:
                           πολλοί από δαύτους ήτανε παιδιά [14],
με ψάθινα καπέλα από φοινικόφυλλα και με κάιτες [16]
ή ξυπόλυτοι, με ματσέτες, γέροι
με άσπρα γένια, δωδεκάχρονα [14] με τα τουφέκια τους,
λευκοί, σκοτεινοί Ινδιάνοι, και ξανθοί, και σγουρόμαλλοι μαύροι,
με το μοναδικό σκισμένο παντελόνι τους,
ένα παντελόνι κομματιασμένο,
προχωρούν σε ινδιάνικη φάλαγγα με τη σημαία μπροστά
—ένα κουρέλι υψωμένο σ’ ένα παλούκι—
ήσυχοι μες στη βροχή, και κουρασμένοι,
τσαλαβουτώντας με τις κάιτες μες στους νερόλακκους του χωριού
                                                                              —¡Viva Sandino!—
κι απ’ το βουνό ερχόντουσαν και στο βουνό γυρνούσαν,
περπατώντας, τσαλαβουτώντας· με τη σημαία τους μπροστά.
Ένας στρατός ξυπόλυτος ή με κάιτες σχεδόν με δίχως όπλα
που δεν είχε πειθαρχία, ούτε και σκόρπιος ήτανε,
και ούτε οι επικεφαλής ούτε οι στρατιώτες πληρωνόντουσαν
και που κανείς δεν τους ανάγκαζε να πολεμήσουνε κανέναν:
κι είχανε ιεραρχία στρατιωτική, μα ήτανε όλοι ίσοι
χωρίς διάκριση να μοιραστούνε το φαΐ,
τα ρούχα, με ίδιες μερίδες όλοι τους.
Και οι ανώτεροι δεν είχανε κατώτερους:
σαν μια κομούνα θα ’λεγες παρά ένας στρατός
κι από αγάπη ενωμένοι πιο πολύ παρά από πειθαρχία στρατιωτική
αν και ποτέ δεν έχει υπάρξει σε στρατό μεγαλύτερη ενότητα.
Ένας στρατός κεφάτος, με κιθάρες και αγκαλιές.
Ένα τραγούδι αγάπης ήτανε το εμβατήριό τους.

Κι αν η Αδελίτα [17] μ’ έναν άλλον θα φύγει από ’δω
σε στεριά ή σε θάλασσα θα την βρω να την πάρω.
Αν είναι σε θάλασσα σε τρανό θωρηκτό θ’ ανεβώ
κι αν είναι στεριά σ’ ένα τρένο του στρατού θα σαλτάρω.

«Μια αγκαλιά είν’ ο χαιρετισμός μας»
—έλεγε ο Σαντίνο— κι όπως αυτός κανένας δεν αγκάλιαζε.
Και όποτε μιλάγανε για λόγου τους λέγανε ό λ ο ι:
«Όλοι εμείς…» «Είμαστε όλοι ίσοι»,
«Εδώ όλοι αδέρφια είμαστε», έλεγε ο Ουμανσόρ.
Και μείνανε όλοι ενωμένοι μέχρι που τους σκοτώσανε όλους.
Πολεμώντας ενάντια σε αεροπλάνα μ’ έναν στρατό μόνο κατ’ όνομα
χωρίς καμιάν ανταμοιβή πέρα απ’ το φαΐ, τα ρούχα και τα όπλα,
την κάθε σφαίρα λογαριάζοντας σαν να ’τανε χρυσάφι·
με όλμους από σωλήνες καμωμένους
και μπόμπες φτιαγμένες από πέτρες και γυαλιά
παραγεμισμένες με δυναμίτη απ’ τα ορυχεία κι όλα μαζί σε δέρμα τυλιγμένα·
με χειροβομβίδες από σαρδελοκούτια.

«He is a bandido», είπε ο Σομόσα [18], «a bandolero».
Και ο Σαντίνο ποτέ δεν είχε τίποτα δικό του.
Που πάει να πει σε απλά Ισπανικά:
Ποιος; Ο Σομόσα έλεγε τον Σαντίνο bandolero.
Που ο Σαντίνο ποτέ δεν είχε τίποτα ιδιόχτητο.
Και ο Μονκάδα τον ανεβοκατέβαζε bandido στα τσιμπούσια
και ο Σαντίνο στα βουνά δεν είχε ούτε αλάτι
κι οι άντρες του εκεί απάνω στα βουνά ετρέμανε απ’ το κρύο,
και το σπίτι του πεθερού του το είχε σε υποθήκη
για την απελευθέρωση της Νικαράγουας, την ώρα που μες στο Προεδρικό το Μέγαρο
ο Μονκάδα τη Νικαράγουα ολόκληρη υποθήκευε.
«Φυσικά και δεν είναι» —είπε ο Αμερικάνος Πρεσβευτής
γελώντας— «μα τον αποκαλούμε bandolero από τεχνικής απόψεως».

Τι είναι εκείνο εκεί το φως πέρα μακριά; Είν’ ένα αστέρι;
Είναι το φως του Σαντίνο στο μαύρο βουνό.
Εκεί βρίσκεται αυτός και οι άντρες του δίπλα στην κατακόκκινη φωτιά
με τα τουφέκια στους στον ώμο και τυλιγμένοι στις κουβέρτες τους,
φουμέρνοντας ή τραγουδώντας λυπητερά τραγούδια του Βορρά,
οι άντρες ακίνητοι και μονάχα οι σκιές τους κουνιούνται.

Το πρόσωπό του ακαθόριστο όπως σ’ ένα στοιχειό,
απόμακρο από τους στοχασμούς κι από τις σκέψεις
και σοβαρό από τις εκστρατείες και τ’ ανεμόβροχα.
Και ο Σαντίνο δεν είχε την κοψιά του στρατιώτη,
αλλά ενός ποιητή που η ανάγκη τον είχε κάνει στρατιώτη,
κι ενός ανθρώπου όλο νεύρο που τον κατείχε η γαλήνη.
Υπήρχανε δυο πρόσωπα θαρρείς στο πρόσωπό του:
μια φυσιογνωμία σκυθρωπή και την ίδια στιγμή φωτισμένη·
θλιμμένη όπως το σούρουπο ψηλά στα βουνά
και χαρούμενη όπως το χάραμα απάνω στα βουνά.
Το πρόσωπό του αναγεννιότανε κάτω από το φως,
και στη σκιά ήτανε φορτωμένο από κούραση.
Και ο Σαντίνο δεν ήτανε ούτε καμιά διάνοια ούτε καν μορφωμένος
όμως απόχτησε απ’ το βουνό εξυπνάδα.
«Στο βουνό τα πάντα διδάσκουνε» έλεγε ο Σαντίνο
(κι ονειρευότανε τη Σεγόβια γεμάτη σχολεία)
και πήρε μηνύματα απ’ όλα τα βουνά
κι έμοιαζε η κάθε καλύβα να κατασκοπεύει για κείνον
(εκεί όπου οι ξένοι ήτανε όπως τ’ αδέρφια
όλοι οι ξένοι μέχρι κι οι «Αμερικάνοι»)
                           —«Μέχρι κι οι γιάνκηδες…»
Και «Ο Θεός θα μιλήσει για τους Σεγοβιάνους…» έλεγε.
«Ποτέ δεν πίστευα ότι θα έβγαινα ζωντανός από τούτον τον πόλεμο
πάντοτε πίστευα όμως ότι τον είχαμε ανάγκη…»
Και «Νομίζουνε πως θέλω να γίνω γαιοκτήμονας;»

Είναι μεσάνυχτα στα βουνά της Σεγόβιας.
Κι εκείνο εκεί το φως είναι ο Σαντίνο! Το φως από ένα τραγούδι…

Κι αν η Αδελίτα μ’ έναν άλλον θα φύγει από ’δω.

Αλλά έχουνε τα έθνη τη μοίρα τους.
Και ο Σαντίνο δεν υπήρξε ποτέ πρόεδρος
μόνο ο φονιάς του Σαντίνο ήτανε πρόεδρος,
και μάλιστα πρόεδρος για 20 ολόκληρα χρόνια!

Κι αν η Αδελίτα μ’ έναν άλλον θα φύγει από ’δω
σε στεριά ή σε θάλασσα θα την βρω να την πάρω.

Ο αφοπλισμός υπογράφτηκε. Φορτώσανε οι γουατουσέρος,
οι κατσαπλιάδες, οι προδότες [19] τα άρματά τους σε καρότσια.
Πρωτόγονα αρκεβούζια [19], σε αρμαθιές δεμένα με χορτόσκοινα
και σκουριασμένες καραμπίνες και κάτι μυδράλια ξεχαρβαλωμένα.
Και κατρακυλάνε τα καρότσια απ’ τα κατσάβραχα της σιέρας.

Αν είναι σε θάλασσα σε τρανό θωρηκτό θ’ ανεβώ
κι αν είναι στεριά σ’ ένα τρένο του στρατού θα σαλτάρω.

Τηλεγράφημα του Αμερικανού Πρεσβευτή (Mr. Lane [20])
στον Υπουργό Εξωτερικών —Ταχυδρομήθηκε από Μανάγουα
στις 14 Φεβρουαρίου 1934 στις 6:05 μ.μ.
και παραλήφθηκε στην Ουάσινγκτον στις 8:50 μ.μ.
                           «Πληροφορούμεθα από επίσημη πηγή
                           ότι το αεροπλάνο δεν κατέστη δυνατόν να προσγειωθεί στο Γουιγουιλί
                           και ως εκ τούτου η άφιξη του Σαντίνο καθυστερεί…»

Το τηλεγράφημα του Αμερικανού Πρεσβευτή (Mr. Lane)
στον Υπουργό Εξωτερικών στις 16 Φεβρουαρίου
που ανακοίνωνε την άφιξη του Σαντίνο στη Μανάγουα
Not Printed
Δεν καταχωρήθηκε ποτέ στα εισερχόμενα του Υπουργείου.

Σαν το αγριοκούνελο [21] που βγήκε από τα βάτα
μεσοστρατίς και το ’χουνε στριμωγμένο τα σκυλιά
και στέκει ακίνητο μπροστά στους κυνηγούς
γιατί το ξέρει πως δεν μπορεί να ξεφύγει από πουθενά…

I talked with Sandino for half an hour
—είπε ο Σομόσα στον Αμερικάνο Πρεσβευτή—
but I can’t tell you what he talked about
because I don’t know what he talked about
because I don’t know what he talked about
[22].

«Και τώρα θα δείτε ότι ποτέ δεν θα ’χω τίποτα ιδιόχτητο»…
και: «Είναι α-ντι-συν-ταγ-μα-τι-κή», έλεγε ο Σαντίνο.
«Η Εθνοφρουρά είναι αντισυνταγματική».
«
An insult», είπε ο Σομόσα στον Αμερικάνο Πρεσβευτή
στις ΕΙΚΟΣΙ ΜΙΑ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ στις 6 το απόγευμα,
«
An insult. I want to stop Sandino».

Τέσσερεις κρατούμενοι σκάβουνε ένα λάκκο [23].
«Ποιος πέθανε;» είπε ένας κρατούμενος.
«Κανείς», είπε ο φρουρός.
«Τότε, γιατί αυτός ο λάκκος;»
«Να μη σε κόφτει»
είπε ο φρουρός, «σκάσε και σκάβε».

Ο Αμερικάνος Πρεσβευτής γευματίζει με τον Μονκάδα.
«Will you have coffee, sir?»
Ο Μονκάδα κοιτάζει έξω απ’ το παράθυρο.
«Will you have coffee, sir?
It’s a very good coffee, sir».
«What?»
παίρνει το βλέμμα ο Μονκάδα απ’ το παράθυρο
και κοιτάζει τον υπηρέτη: «Oh, yes, I’ll have coffee».
Και χαμογέλασε. «Certainly».

Σ’ έναν στρατώνα πέντε άντρες βρίσκονται κλεισμένοι μέσα σ’ ένα δωμάτιο
με σκοπούς στις πόρτες και στα παράθυρα.
Του ενός τού λείπει το ένα χέρι.
Μπαίνει ο χοντρός διοικητής με πλάκα τα παράσημα και λέει «Yes».

Κάποιος άλλος θα πάει για δείπνο εκείνο το βράδυ με τον Πρόεδρο
(ο άνθρωπος που του σκάβουνε το λάκκο)
και λέει στους δικούς του: «Πάμε. Ήρθε η ώρα».
Και πάνε να δειπνήσουνε με τον Πρόεδρο της Νικαράγουας.

Στις 10 τη νύχτα σ’ ένα αυτοκίνητο κατηφορίζουνε για τη Μανάγουα.
Στη μέση της διαδρομής τούς σταματάει η φρουρά.
Τους δύο πιο μεγάλους τους σπρώχνουνε σ’ ένα αυτοκίνητο
τους άλλους τρεις σε άλλο
[24] για άλλον προορισμό,
εκεί όπου τέσσερεις κρατούμενοι σκάβουνε ένα λάκκο.
«Για πού τραβάμε;»
ρώτησε o άνθρωπος που του σκάβανε το λάκκο.
                           Και δεν του απάντησε κανείς.

Μετά από λίγο το αυτοκίνητο σταμάτησε κι ένας φρουρός τούς είπε:
«Βγείτε». Οι τρεις εβγήκανε,
και ο άνθρωπος που του ’λειπε ένα χέρι ούρλιαξε «Πυρ!»

«I was in a Concierto», είπε ο Σομόσα.
Και αλήθεια ήτανε, είχε παραβρεθεί σ’ ένα κοντσέρτο
ή σε κάποια δεξίωση ή κάνοντας χάζι μια μπαλαρίνα που εχόρευε ή
ποιος ξέρει πού αλλού στο διάλο να ’τανε—.

Και στις 10 τη νύχτα ο Σομόσα φοβήθηκε.
Απροσδόκητα το τηλέφωνο κροτάλισε απ’ έξω.
«Ο Σαντίνο παίρνει τηλέφωνο!» [25]
Και φοβήθηκε. Ένας απ’ τους δικούς του τού είπε:
«Μην είσαι μαλάκας, μαλάκα!»
Ο Σομόσα διάταξε να μη σηκώσει κανείς το τηλέφωνο.
Η μπαλαρίνα συνέχισε να χορεύει για τον δολοφόνο.
Κι απ’ έξω στο έρεβος να κροταλίζει
                           να κροταλίζει το τηλέφωνο.

Στο φως μιας μακρόστενης λάμπας
τέσσερεις φρουροί κλείνουνε τώρα μια τρύπα [23].
Και στο φως ενός φλεβαριάτικου φεγγαριού.

Είναι η ώρα που ο καλαμποκένιος αυγερινός του Τσοντάλες
ξυπνάει τις μικρές Ίντιες για να φτιάξουνε κουρκούτι καλαμποκιού [26],
και πιάνουνε δουλειά εκείνος που βγάζει το ρετσίνι, κι ο ξυλοκόπος
κι εκείνος που πουλάει βοτάνια
με τις μπανανοφυτείες να ασημίζουνε κάτω απ’ το φως του φεγγαριού,
με του μοναχικού κογιότ το ουρλιαχτό και του μερμηγκοφάγου-αρκούδα [27]
με τη λυπητερή κραυγή της κουκουβάγιας στο φως του φεγγαριού.
Το αγριοκούνελο κι η γουατούσα [28] βγαίνουνε απ’ τις τρύπες τους
και τα νυχτογέρακα ποκόγιος και τα καδέχος τα μυθικά σκυλιά [29]
κρύβονται στις δικές τους.
Η Γιορόνα [30] αρχινάει το θρήνο στης ποταμιάς την άκρη:
«Τον εβρήκατε;» «Όχι!» «Τον εβρήκατε;» «Όχι!»
Έκρωξε γοερά ένα πουλί σαν τρίξιμο κλαδιού,
μετά σωπαίνει η λαγκαδιά σαν να ακούει κάτι,
κι άξαφνα μια κραυγή… Και το γιορονοπούλι λέει
την ίδια λυπημένη λέξη, την ίδια λυπημένη λέξη [31].
Οι χωρικοί βόσκουνε τα γελάδια τους:
Τόοο-το-το-το· Τόοο-το-το-το· Τόοο-το-το-το·
οι λαντσέρηδες σηκώνουνε πανιά στις λάντσες τους·
ο τηλεγραφητής του Σαν Ραφαέλ ντελ Νόρτε τηλεγραφούσε:
ΚΑΛΗΜΕΡΑ ΟΥΔΕΝ ΝΕΟΤΕΡΟΝ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΝ ΡΑΦΑΕΛ ΝΤΕΛ ΝΟΡΤΕ
κι ο τηλεγραφητής της Χουιγάλπα: ΟΥΔΕΝ ΝΕΟΤΕΡΟΝ ΑΠΟ ΤΗ ΧΟΥΙΓΑΛΠΑ
Και η ξυλεία κατρακυλάει από τον Ρίο Εσκοντίδο
με τις πάπιες να σκούζουνε κουά-κουά-κουά, και το ντουκ-ντουκ,
ντουκ-ντουκ, καθώς το ρυμουλκό πάει με τα ξύλα
γλιστρώντας πάνω στο πράσινο γυαλί του ποταμού
ντουγρού για τον Ατλαντικό…

Κι ενώ στις αίθουσες του Προεδρικού Μεγάρου
και στα προαύλια των φυλακών και στους στρατώνες
και στην Αμερικάνικη Πρεσβεία και στην Αστυνομία
όσοι μείνανε ξάγρυπνοι εκείνη τη νυχτιά φαντάζουνε μέσα στη μπλάβα αυγή
με χέρια και με πρόσωπα πιτσιλισμένα από αίμα.

«I did it», είπε μετά ο Σομόσα.
«I did it, for the good of Nicaragua» [32].

Και ο Ουίλιαμ Ουώκερ είπε την ώρα που θα τον εκτελούσανε:
«Ο Πρόεδρος της Νικαράγουας είναι Νικαραγουανός»
[32].

 

4.

Τον Απρίλη, στη Νικαράγουα, είναι ξερά τα χωράφια.
Είναι ο μήνας που καίνε στα χωράφια τους θάμνους,
ο μήνας της ζέστης, και σκεπάζει τα βοσκοτόπια μια θράκα,
και οι λόφοι στο χρώμα του κάρβουνου·
ο μήνας του λίβα, και ο αέρας που μυρίζει καμένο,
και οι κάμποι γαλάζιοι απ’ τη θράκα
και η αντάρα απ’ τα τρακτέρ ξεχερσώνοντας·
με τις κοίτες ξερές στα ποτάμια που μοιάζουνε δρόμοι
και τα κλαριά σκέτα κούτσουρα γυμνά σάμπως ρίζες·
με τους ήλιους θαμπούς πορφυρούς σαν το αίμα
και τα φεγγάρια τεράστια κι αυτά πορφυρά όπως οι ήλιοι,
και οι μακρινές πυρκαγιές, τη νύχτα, σαν άστρα.

Το Μάη έρχονται οι πρώτες βροχές.
Τρυφερό το χορτάρι ξαναγεννιέται απ’ τη στάχτη.
Τα λασπωμένα τρακτέρ οργώνουνε τώρα τη γη.
Οι δρόμοι πλημμυρισμένοι με πεταλούδες και νερόλακκους,
και οι νύχτες δροσερές φορτωμένες με έντομα,
και βρέχει όλη τη νύχτα. Το Μάη
στους δρόμους της Μανάγουας οι μαλίντσες ανθίζουνε σαν τα κορίτσια [33].
Μα ο Απρίλης στη Νικαράγουα είναι μήνας θανάτου.

Τον Απρίλη τούς εσκοτώσανε.
Ήμουν μαζί τους στην εξέγερση του Απρίλη
κι έμαθα πώς να χειρίζομαι ένα οπλοπολυβόλο Reising,
                           Και ο Αδόλφο Μπάες Μπόνε [34] ήτανε φίλος μου:
Τον κυνηγήσανε με αεροπλάνα, με φορτηγά,
με ραντάρ, με δακρυγόνα,
με ασύρματους, με σκυλιά, με εθνοφρουρούς.
και θυμάμαι τα κόκκινα σύννεφα πάνω από το Προεδρικό Μέγαρο
σαν ματωμένα μπαμπάκια,
Και το κόκκινο φεγγάρι πάνω από το Προεδρικό Μέγαρο.
Το παράνομο ραδιόφωνο είπε ότι ζούσε.
Ο λαός δεν πίστευε ότι είχε πεθάνει.
                           (Και δεν έχει πεθάνει)

Επειδή κάποιες φορές σε μια χώρα γεννιέται ένας άνθρωπος
                           που είναι εκείνη η χώρα
Και η χώρα που είναι θαμμένος εκείνος ο άνθρωπος
                           είναι αυτός ο ίδιος ο άνθρωπος
Και οι άνθρωποι που γεννιούνται μετά σ’ εκείνη τη χώρα
                           είναι εκείνος ο άνθρωπος
Και ο Αδολφο Μπάες Μπόνε ήτανε εκείνος ο άνθρωπος.

«Αν έπρεπε να διαλέξω τη μοίρα μου
(μου είχε πει ο Μπάες Μπόνε τρεις μέρες νωρίτερα)
ανάμεσα στο να πεθάνω δολοφονημένος σαν τον Σαντίνο

ή να είμαι Πρόεδρος σαν τον δολοφόνο του Σαντίνο
εγώ πάλι του Σαντίνο τη μοίρα θα διάλεγα».
                           Και τη μοίρα του διάλεξε.
Η δόξα δεν είναι αυτό που μας λένε της ιστορίας τα κείμενα:
Είναι ένα κοπάδι όρνια πάνω από κάμπο και μια μπόχα από ψοφίμια αφόρητη.

                           Αλλά όταν πεθαίνει ένας ήρωας
                                             ποτέ δεν πεθαίνει
                           ξαναγεννιέται μονάχα ο ήρωας
                                             και γίνεται Έθνος.

Μετά οι ΗΠΑ στείλανε περισσότερα όπλα στον Σομόσα·
τα όπλα περνάγανε μέχρι αργά την επόμενη μέρα·
ατέλειωτα φορτηγά γεμάτα κιβώτια με όπλα·
μαρκαρισμένα όλα με U.S.A., MADE IN U.S.A.,
όπλα για να ρίξουνε πιο πολλούς στις φυλακές, να κυνηγήσουνε βιβλία,
να κλέψουνε από τον κάθε Γιάννη Αγιάννη πέντε ολόκληρα πέσος.
Είδα εκείνα τα όπλα να περνάνε στη Λεωφόρο Ρούζβελτ.
Κι ο κόσμος στους δρόμους τα έβλεπε βουβός να περνάνε:
ο κοκαλιάρης, ο ξυπόλητος, αυτός με το ποδήλατο.
ο μαύρος, ο χειλαράς, το κορίτσι ντυμένο στα κίτρινα,
ο ψηλός, ο ξανθός, ο καραφλός, ο μουστάκιας,
ο πλακουτσομύτης, ένας με ίσια μαλλιά, ο κατσαρομάλλης, ο κοντόχοντρος:
Και τα πρόσωπα όλων αυτών των ανθρώπων
                                             ήτανε το πρόσωπο εκείνου του νεκρού λοχαγού.

Η μουσική απ’ τα μάμπο ακουγότανε σε όλη τη Μανάγουα.
Με τα μάτια του κόκκινα, θολά, σαν τα μάτια ενός καρχαρία
ενός καρχαρία με μπράβους σαν αστακούς οπλισμένους
(Eulamia nicaragüensis)
ο Σομόσα βρισκόταν εκεί χορεύοντας μάμπο
                                                                          μάμπο μάμπο
                                                                          ξέφρενο μάμπο
την ώρα που τους σκοτώνανε.
Κι ο Τατσίτο Σομόσα [35] (υιός) πάει στο Προεδρικό Μέγαρο
για να αλλάξει με ένα καθαρό
το λεκιασμένο πουκάμισο.
                                                  Λεκιασμένο από αίμα και τσίλι.
Τα σκυλιά της φυλακής αλυχτάγανε λυπημένα.
Οι γείτονες κοντά στους στρατώνες ακούγανε τις κραυγές.
Πρώτα ήτανε μόνο μια κραυγή στη μέση της νύχτας
κι ύστερα κι άλλες κραυγές κι ύστερα κι άλλες
και μετά σιωπή… Μια ομοβροντία μετά
και μια μόνη βολή. Ύστερα πάλι σιωπή,
                                                                 κι ένα ασθενοφόρο.

Και μες στη φυλακή τα σκυλιά πιάνουνε πάλι το κλάμα!
Μια βαριά σιδερόπορτα πίσω σου
κλείνει και τότε πέφτουνε βροχή οι ερωτήσεις
και το κατηγορητήριο, η κατηγορία για συνωμοσία
και η εξομολόγηση, και το παραλήρημα ύστερα,
η φωτογραφία της γυναίκας σου λαμπερή σαν προβολέας
μπροστά σου και οι νύχτες με ουρλιαχτά φορτωμένες
και με θορύβους και με σιωπή, μια σιωπή θανάσιμη,
και ξανά η ίδια ερώτηση, η ίδια ερώτηση,
κι ο ίδιος θόρυβος πάλι κι ο προβολέας στα μάτια
και μετά οι ατέλειωτοι μήνες που ήρθανε.
Αχ, να μπορούσες να κοιμηθείς στο κρεβάτι σου απόψε
χωρίς το φόβο να σε σηκώνουνε και να σε σέρνουνε έξω απ’ το σπίτι σου,
βροντώντας την πόρτα και το κουδούνι μέσα στα μαύρα μεσάνυχτα!

Ακούγονται πυροβολισμοί μέσα στη νύχτα, ή μοιάζουνε τέτοιοι.
Περνάνε βαριά φορτηγά, και μετά σταματάνε,
και φεύγουνε πάλι. Κάποιος ακούει τις φωνές τους.
Είναι στη γωνία. Θα αλλάζουνε φαίνεται τη φρουρά.
Κάποιος έχει ακούσει τα γέλια και τα όπλα τους.
Ο ράφτης απέναντι έχει ανάψει το φως.
Και φάνηκε σαν να χτυπήσανε εδώ. Ή εκεί που βρισκότανε ο ράφτης.
Ποιος ξέρει αν σας έχουνε απόψε στη λίστα!
Και η νύχτα βαθαίνει. Και αργεί το ξημέρωμα ακόμα.
Και η μέρα θα είναι μονάχα μια νύχτα με ήλιο.
Η γαλήνη της νύχτας μέσα στη βαριά αντηλιά.

Ο Αμερικάνος Πρεσβευτής Mr. Whelan [36]
παρίσταται στη φιέστα του Προεδρικού Μεγάρου.
Τα φώτα της Προεδρίας είναι ορατά απ’ όλη τη Μανάγουα.
Η μουσική του χορού φτάνει μέχρι τα κελιά των κρατουμένων
στο απαλό αεράκι της Μάναγουας, που την πλακώνει ο Στρατιωτικός Νόμος.
Στα κελιά οι κρατούμενοι μπορούνε ν’ ακούσουνε τη μουσική
ανάμεσα στις κραυγές εκείνων που βασανίζονται με τα ηλεχτρόδια.
Ψηλά στο Προεδρικό ο Mr. Whelan θα πει:
                                                                          Fine party!

Όπως δήλωσε ο Sumner Welles [37], ο sonofabitch του Ρούσβελτ:
«Somoza is a sonofabitch
                                            but he’s ours sonofabitch».
Δούλος των ξένων
                           και τύραννος του λαού του
εγκαταστάθηκε με επέμβαση
                           και παραμένει για να μην επεμβαίνει:
SOMOZA FOREVER

Ο χαφιές που βγαίνει τη μέρα
Ο ασφαλίτης που βγαίνει τη νύχτα
και oι συλλήψεις τη νύχτα.
Εκείνοι που είναι φυλακισμένοι επειδή ομίλουν εντός λεωφορείου
ή επειδή εκραύγαζαν Ζήτω
ή για ένα αστείο.
«Κατηγορούμενος διότι εκφράστηκες απρεπώς για την Α.Ε. τον Πρόεδρο…»
Κι αυτοί που δικαστήκανε από έναν δικαστή βατραχόφατσα
ή στα Στρατοδικεία από εθνοφρουρούς σκυλομούρηδες·
αυτοί που αναγκαστήκανε να πιούνε κάτουρα και να φάνε σκατά
(όταν αποχτήσετε Σύνταγμα θυμηθείτε τους)
εκείνοι με την ξιφολόγχη στο στόμα και τη βελόνα στο μάτι,
τα ηλεχτρόδια στο σώμα και ο προβολέας στα μάτια.
—«Είναι ένας πουτάνας γιος, Mr. Welles, αλλά είναι ο δικός μας πουτάνας γιος».
Και στη Γουατεμάλα, στην Κόστα Ρίκα, στο Μεξικό,
οι εξόριστοι ξυπνάνε τη νύχτα ουρλιάζοντας,
ονειρεύονται πως τους χώνουνε «το μηχανάκι» ξανά
ή ότι είναι πάλι δεμένοι
και βλέπουνε τον Τατσίτο με τη βελόνα να έρχεται [38].
«…Ωραίο παιδί, σου λέει ο άλλος…»
                           (είπε ένας αγρότης).
«Ναι, αυτός ήτανε. Κι είν’ ομορφόπαιδο, αδερφέ μου…
Άσπρο σαν το γάλα, με το κίτρινο μπλουζάκι του
το κοντομάνικο.
Ομορφόπαιδο, το γαμημένο».

Όταν σουρουπώνει στη Νικαράγουα το Προεδρικό Μέγαρο
γεμίζει σκιές. Και εμφανίζονται πρόσωπα.
Πρόσωπα μες στο σκοτάδι.
                           Πρόσωπα μέσα στο αίμα.
Ο Αδόλφο Μπάες Μπόνε· ο Πάβλο Λεάλ χωρίς γλώσσα·
ο Λουίς Γαβουάρδι, ο συμμαθητής μου, που τον εκάψανε ζωντανό
και πέθανε φωνάζοντας «Θάνατος στον Σομόσα!»
[39]
Το πρόσωπο του 16χρονου τηλεγραφητή
(και δεν ξέρουμε ούτε καν τ’ όνομά του)
που μετέδιδε νυχτιάτικα παράνομα μηνύματα
στην Κόστα Ρίκα, τηλεγραφήματα παλλόμενα
που σκίζανε τη νύχτα, μέσα από τη μαύρη Νικαράγουα του Τάτσο
(και δεν θα βρεθεί ποτέ στα βιβλία της ιστορίας)
και τον επιάσανε, και πέθανε κοιτώντας τον Τατσίτο·
το πρόσωπό του τον κοιτάζει ακόμα. Το παιδί
που το βρήκανε τη νύχτα να κολλάει αφισέτες
                           Ο ΣΟΜΟΣΑ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑΣ ΚΛΕΦΤΗΣ
και το ξεκάνανε μέσα στο δάσος κάτι εθνοφρουροί ξεκαρδισμένοι στα γέλια…
Και τόσες άλλες σκιές, ω τόσες άλλες σκιές·
οι σκιές των όρνιων του Γουιγουιλί·
η σκιά του Εστράδα· η σκιά του Ουμανσόρ.
η σκιά του Σωκράτη Σαντίνο.
και η μεγάλη σκιά, αυτή του μεγάλου εγκλήματος,
η σκιά του Αουγούστο Σέσαρ Σαντίνο.
Κάθε βράδυ στη Μανάγουα το Προεδρικό Μέγαρο
γεμίζει σκιές.

Αλλά ο ήρωας γεννιέται όταν πεθάνει
και το τρυφερό χορτάρι ξαναγεννιέται από τα κάρβουνα.

 

Hora 0 (1957) — Πρώτη έκδοση: Μεξικό, 1960. Εικονογράφηση Πέδρο Κορονέλ.

Μετάφραση: Μπάμπης Ζαφειράτος, 4-17 Μαρτίου 2020

 

***

6 χαρακτηριστικά σκίτσα για τον Καρδενάλ, τον Μαρξ και τον Σαντίνο

Από τον Βενεζουελανό σκιτσογράφο Αβίλιο Παδρόν (Καράκας, 1931)
Τα σκίτσα δημοσιεύτηκαν στην Gaceta Sandinista (τεύχος Απριλίου / Μαΐου 1977),
που εκδιδόταν από την Επιτροπή Αλληλεγγύης της Βενεζουέλας προς τον λαό της Νικαράγουας
(Πηγή: andrewwilson84).

 

 

 

 

 

 

 

***

 

Ο Καρδενάλ απαγγέλλει Καρδενάλ

(Διεθνές Φεστιβάλ Ποίησης στη Γρανάδα, 2009)

Σαντίνο, Ώρα 0 (3η ενότητα μέχρι και το 4στιχο της Αδελίτας) και Το Κινητό

 

***

 

Η «Ώρα 0» του Ερνέστο Καρδενάλ

 

Ο Καρδενάλ περί το 1959-1960, στην Κουερναβάκα στο Μεξικό, εκεί όπου την ίδια εποχή δημοσιεύθηκε και εκδόθηκε η Ώρα 0. (Φωτό: www.elcorreodeoaxaca.com)

 

Σχολιασμός – Σαντίνο – Σημειώσεις – Το Ιστορικό Πάρκο Σαντίνο – Το Μανιφέστο του Σαντίνο – Οι 29 του Σαντίνο – ALBA

(Κείμενα – Μεταφράσεις: Μπάμπης Ζαφειράτος)

*

Για τη ζωή και το έργο του Καρδενάλ με φωτό βλέπε Μποτίλια Στον Άνεμο:
Μνήμη Ερνέστο Καρδενάλ (20 Ιαν. 1925 – 1 Μαρ. 2020): Το Κινητό (12 φωτό)

Και από Κατιούσα

Μέριλυν με 49 φωτό

Ερνέστο Καρδενάλ: Προσευχή για τη Μέριλυν Μονρόε

Ερνέστο Καρδενάλ: Επιγράμματα για την Κλαούδια

*

 

Σχολιασμός

 

Ερνέστο Καρδενάλ, 20.1.1925 – 1.3.2020 (Φωτό: web)

Ώρα 0. Αρχίζει να γράφεται με τον Σομόσα στην εξουσία, αμέσως μετά την Εξέγερση του Απρίλη του 1954 (σημ. [34]). Ολοκληρώνεται το 1956, τη χρονιά που δολοφονείται ο δικτάτοραςδολοφόνος του Σαντίνο, ο περιβόητος Τάτσο, και «εκλέγεται» Πρόεντρας –που θα ’λεγε κι ο… Σεμουράυο μεγάλος γιος της συνομοταξίας (σημ. [18]), ο Luis Anastasio Somoza Debayle.

Πρωτοδημοσιεύεται στη Μεξικανική Λογοτεχνική Επιθεώρηση σε δύο «συνέχειες»: Πρώτο, δεύτερο και τρίτο μέρος μαζί, Ιαν.-Απρ. 1957· τέταρτο μέρος, Απρ.-Ιούν. 1959. Σε ενιαία μορφή θα κυκλοφορήσει το 1960, στην 26η επέτειο από το θάνατο του Σαντίνο.

Ο Μάριο Μπενεδέτι (Ουρουγουάη, Πάσο δε λος Τόρος, 14 Σεπ. 1920 – Μοντεβιδέο, 17 Μαΐ. 2009), στο βιβλίο του αναφοράς Letras del continente mestizo (Λογοτεχνία της Λατινοαμερικανικής Ηπείρου, Μοντεβιδέο 1969, με δοκίμια για 25 σπουδαίους ποιητές και συγγραφείς (Δαρίο, Βαγιέχο, Νερούδα, Μπόρχες, Σάβατο, Πάσος, Κορτάσαρ, Πάρα, Ρόα Βάστος, Ρόχας, Ρούλφο, Διέγο, Σαλασάρ Βόντυ, Αλεγρία, Δονόσο, Καρδενάλ, Καστεγιάνος, Μπέγι, Γαλίντο, Μάρκες, Φουέντες, Αρμάντο, Φερνάντες Ρεταμάρ, Λενιέρο, Γιόσα), γράφοντας για το μέχρι τότε ποιητικό έργο του επαναστάτη ιερωμένου, υπό τον τίτλο Ερνέστο Καρδενάλ, Ποιητής των δύο Κόσμων (σσ. 159-164), μας πληροφορεί ότι η Ώρα 0 ήταν αρχικά τέσσερα ξεχωριστά ποιήματα. Κι εκεί, μεταξύ άλλων, παρατηρεί:

Τα ποιήματα της Ώρας 0, ιδιαίτερα το αφιερωμένο στον Σαντίνο, πρέπει να είναι από τα πιο δυνατά και αποτελεσματικά που έχει δώσει η πολιτική ποίηση στη Λατινική Αμερική. Εάν δεν ήταν άκρως περιεκτικά για λόγους καθαρής ποίησης, θα ήταν εξίσου σπαραχτικά με την οργή και την ειλικρίνεια που μεταφέρουν. Ο Καρδενάλ χρησιμοποιεί όλα τα μέσα της βαθιάς λογοτεχνικής του γνώσης, της μαεστρίας του στη μεταφορά, της λεκτικής του ορμής, για να εξευτελίσει τον τύραννο («I was in a Concierto», είπε ο Σομόσα). Ωστόσο, παραδόξως, η Ώρα 0 δεν είναι ένα ποίημα μίσους, αλλά μια νηφάλια, σε βάθος, ανάλυση των επονείδιστων πράξεων.

Σε ένα πρόσφατο άρθρο του, που δημοσιεύθηκε στο La Gaceta del Fondo de Cultura Económica, ο Καρδενάλ δήλωσε: «Προσπάθησα κυρίως να γράψω ποίηση κατανοητή». Ποτέ άλλοτε, όπως στα ποιήματα της Ώρας 0, αυτή η πρόθεση δεν φάνηκε τόσο ξεκάθαρα και ταυτόχρονα τόσο διανοητικά ελεγχόμενη, και ωστόσο είναι ποίηση για εκείνους που καταλαβαίνουν περισσότερο από ένα οργισμένο προπαγανδιστικό φυλλάδιο εναντίον του Σομόσα, που εκπέμπει μια βαθιά προσήλωση, έναν θαυμασμό, στη μορφή του Αυγούστο Σέσαρ Σαντίνο.

Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι αυτή η προσήλωση δεν έχει παρέλθει για τον Καρδενάλ, δεδομένου ότι η πρώτη δημοσίευση έγινε με την άδειά του το 1957 και το 1959, εποχή που βρισκόταν στη Μονή των Τραπιστών. Επιπλέον, στην παρούσα έκδοση [σ.ΜπΖ: 1960] αναφέρεται ρητά ότι η δημοσίευση των ποιημάτων προτάθηκε από τον δημιουργό τους ως φόρος τιμής στον Σαντίνο, κατά την 26η επέτειο από το θάνατό του. Και πραγματικά, τι καλύτερος φόρος τιμής από αυτό το απόσταγμα των περιεκτικών στίχων της Ώρας 0, των αναμφίβολα προορισμένων να διαφυλάξουν για τις νέες γενιές το αληθινό πορτρέτο, την πραγματική εικόνα του ήρωα;

*

Τα «πετεινά» της γης και οι προλετάριοι του θεού

 

1978. Ο Καρδενάλ διαβάζει την Καινή Διαθήκη στους αντάρτες Σαντινίστας (Πηγή: tarabelateca)

Η Ώρα 0 είναι η δεύτερη ποιητική σύνθεση του Καρδενάλ (για την πρώτη βλ. σημ. [32]), που γράφτηκε μετά την επιστροφή του (1950) στη Νικαράγουα, κι ενώ έχουν προηγηθεί δυο πεζά, Ακατοίκητη Πόλη (1946) και Πόθοι και Γλώσσα στη Νέα Νικαραγουανή Ποίηση (1948).

Χωρίς το παρόν κείμενο να έχει το χαρακτήρα μιας κριτικής αποτίμησης, θα επικεντρωθεί σε δυο τρεις παραμέτρους – επισημάνσεις, που μαζί με τις Σημειώσεις (βλ. κάτω) φωτίζουν –πέραν της ουσιώδους πλην καίριας τοποθέτησης του Μάριο Μπενεδέτι– κάποιες πτυχές της Ώρας 0.

Εκ προοιμίου λοιπόν να πούμε ότι σε ολόκληρο το έργο του Καρδενάλ (όπως κι εδώ) κυρίαρχοι είναι οι αγρότες και οι λίγοι αυτόχθονες Ίντιος, ο λαός δηλαδή και οι αγώνες του. Μα και τα ζώα και τα πουλιά (κυρίως τα πουλιά) της χώρας του και της ευρύτερης περιοχής, το αγριοκούνελο, η γουατούσα, το νυχτογέρακο, με τις μεταφορικές σημασίες τους, καθώς και όντα από τους μύθους και τους θρύλους της Νικαράγουας, όπως η γιορόνα και το καδέχο, που ζωντανεύουν για να ενωθούν με τον «ζωντανό» θρύλο του Σαντίνο. (Βλ. και κάτω, Τρίτο μέρος, Γ. Επιτάφιος Θρήνος, για τις ονομασίες ζώων και πουλιών).

Αυτά, βασικά, τα στοιχεία οδήγησαν και στις διεξοδικές επεξηγήσεις των Σημειώσεων, συν το ότι πολλές λέξεις και ονόματα στην ποίηση του Καρδενάλ προέρχονται από τη γλώσσα νάουατλ, της εποχής των Αζτέκων, και κάποιες άλλες από τη γλώσσα των Μάγια, όλες με ξεχωριστό ειδικό βάρος και νοήματα.

Η σημασία των πουλιών θα φανεί και σε έναν σημαντικό σταθμό της ποίησής του, το Canto Nacional (1972), ένα πολύστιχο συνθετικό ποίημα, γραμμένο την εποχή που ο λαός έχει αγκαλιάσει ήδη την Επανάσταση των Σαντινίστας και το όραμα του Σαντίνο φτερουγίζει στη Νικαράγουα μαζί με πουλιά πραγματικά, θρυλικά, εξωπραγματικά.

«Όπως μου είπε το κορίτσι από την Κούβα: Η Επανάσταση πάνω απ’ όλα είναι ζήτημα αγάπης» (Ερνέστο Καρδενάλ, Canto Nacional). Η φωτό στην Κούβα, Βαραδέρο, 1970. Δεξιά. Ο Ερνέστο Καρδενάλ, ο Αϊτινός ποιητής Ρενέ Ντεπέστρ (γεν. 1926) και ο Ρόκε Δάλτον, μέλη της Κριτικής Επιτροπής για το Βραβείο Κάσα δε λας Αμέρικας. (Βλ. Ρόκε Δάλτον: 5 παράνομα ποιήματα και 1 ποίημα αγάπης)

Στο Canto Nacional συναντιώνται το πουλί-λιοντάρι, το πουλί-ρολογάς, το σανάτε κλαρινέτο, το πουλί ήλιος…, πουλιά με ανθρώπινη φωνή, οι επαναστάτες, ο Θεός, οι άνθρωποι, και ο ποιητής με τη λαλιά των πουλιών, για να ψάλλουν έναν ύμνο ελπίδας και επ-ανάστασης.

Αξίζει να σταθούμε σε αυτή τη σύνθεση, παραθέτοντας τους 10 εναρκτήριους στίχους και λίγους απ’ το φινάλε, και ίσως επανέλθουμε στο μέλλον.

Τα πρωινά του Μάη, όταν πιάνουνε οι βροχές
τραγουδάει το σενσόντλε
τα δειλινά του Ιούλη, μετά τη νεροποντή
τραγουδάει με το γλυκό κελάηδημά του το σενσόντλε
τραγουδάει ελεύθερο στο Βορρά. Και το
σανάτε κλαρινέτο, Cassidix nicaragüensis (πουλί
νικαραγουανό) μαυρομπλεβιολετί πετάει
τον Οχτώβρη ή το Νοέμβρη πάνω απ’ τα χωριουδάκια της Νικαράγουας
ένα πουλί προλετάριο –χωρίς στολίδια– που τριγυρνάει πάντα
ανάμεσα στους φτωχούς.

[…] Ω, η θέα
μιας χώρας με εκμετάλλευση
έχει καταργηθεί!
Ο εθνικός πλούτος μοιράζεται σε όλους το ίδιο
το ακαθάριστο εθνικό προϊόν, ολόϊδια σε όλους.
Ω Νικαράγουα χωρίς Εθνοφρουρά, βλέπω την καινούργια μέρα!
Μια χώρα χωρίς τρόμο. Χωρίς τυραννική δυναστεία. Τραγουδήστε
τραγουδήστε εσείς σανάτε-κλαρινέτο

[..] Φυσικά και δεν υπάρχει ελευθερία όσο υπάρχουνε πλούσιοι
όσο υπάρχει ελευθερία εκμετάλλευσης των άλλων
ελευθερία τους άλλους να ληστεύεις·
Όσο υπάρχουνε τάξεις ελευθερία δεν υπάρχει.
Δεν γεννηθήκαμε για να ’μαστε πιόνια
ούτε για να ’μαστε αφεντικά
αλλά για να ’μαστε αδέρφια
μόνο για να ’μαστε αδέλφια γεννηθήκαμε.
Καπιταλισμός· τι άλλο από αγοραπωλησία ανθρώπων;

[…] Όπως μου είπε το κορίτσι από την Κούβα: «Η Επανάσταση πάνω απ’ όλα είναι ζήτημα αγάπης»

[…] Τα πολυτελή αρχοντικά θα απαλλοτριωθούν
κι όποιος δεν μπορεί να εργαστεί
θα τύχει μέριμνας στο σύνολο των αναγκών του
(Πρόγραμμα Τουπαμάρος)

[…] Ο κομμουνισμός ή το βασίλειο του Θεού στη γη που είναι το ίδιο.

Και θα συνεχίσει κατονομάζοντας το πουλιά, που πιάνουνε το τραγούδι μαζί του

[…] Και τραγουδάω σαν το πούλι-λιοντάρι ή σαν την κουκουβάγια των βουνών,
εκείνο το μοναχικό πουλί
που αναγγέλλει ανήσυχο τον ερχομό του πούμα.

[…] και σαν το τσιριχτό πουλί που σκούζει μες στα δάση τα υγρά,
σαν το ché-ché πάνω στα βορινά βουνά, εκείνα εκεί των ανταρτών
και τραγουδάει CHE-CHE-CHE-CHE-CHE-CHE

Για να ολοκληρώσει τη σύνθεση με «άναρθρες» λέξεις, μιλώντας με τους ήχους και τις φωνές των πουλιών, ή καλύτερα με τα πουλιά να τραγουδάνε στη γλώσσα των ανθρώπων.

                    PIJUL PIJUL PIJUL
                                                         PIJIL
      FUI FUI
                            KRAK!!!
BIEN TE VI
                                                 PONÉ PONÉ
           JO-DI-DO JO-DI-DO
CHE CHE
         MARÍA YA ES DE DÍA / MARÍA YA ES DE DÍA
(ΜΑΡΙΑ ΞΗΜΕΡΩΣΕ ΚΙΟΛΑΣ / ΜΑΡΙΑ Η ΑΥΓΗ ΕΙΝ’ ΕΔΩ)

*

Από την κραυγή του Αϊζενστάιν στο τραγούδι του Πουντόβκιν

 

Ο ποιητής – αντάρτης Καρδενάλ με τον αντάρτη – ποιητή Φιντέλ, το 1978. (Φωτό: Αρχείο FSLN Ernesto Cardenal)

Ο Τζαίη Λέυντα γράφει για την Απεργία (1924) του Αϊζενστάιν:

«Η κτηνώδης συμπεριφορά και η βία έχουν φτάσει σε τόσο τραγικό επίπεδο που η καταφυγή στη φαντασία είναι αναπόφευκτη· τα γεγονότα είναι τόσο τραχιά που μονάχα η ανάβαση είναι επιτρεπτή: από το επίπεδο της πραγματικότητας στο επίπεδο της ποίησης» [και] «λειτουργεί με μια ρυθμική αλληλουχία σπασμένων εικόνων».

Ενώ ο Πουντόβκιν, όπως γράψει ο Ραφαηλίδης με αφορμή τη Μάνα (1926), πίστευε ότι «ένα φιλμ δε φτιάχνεται από συναισθήματα, αλλά από πλάνα».

Το ίδιο ισχύει και για τον Καρδενάλ, αν αντικατασταθεί η ποίηση με τη σκηνοθεσία, και το φιλμ με το ποίημα.

Μα ο Καρδενάλ είναι προπάντων ένας μεγάλος ποιητής και ένας μεγάλος τεχνίτης, όχι μόνο στα πολύστιχα συνθετικά του ποιήματα, αλλά και στη μικρή φόρμα (Επιγράμματα), που μεταμορφώνει τον σκηνοθέτη–φωτογράφο–μοντέρ σε δημιουργό ενός κόσμου, όπου τα πετεινά-προλετάριοι κληρονομούν τη βασιλεία της γης.

Και το ποίημα —το κάθε του ποίημα— ξεφεύγει από μια ψυχρή εγκεφαλική σύλληψη· και ο αναγνώστης συμμετέχει με όλες τις αισθήσεις στον κατακλυσμό των εικόνων του. Όπως εδώ, στην Ώρα 0, στην εισαγωγή του τέταρτου μέρους, με την υγρασία, τη βροχή, τον καπνό, το λίβα, το χώμα, την αντάρα απ’ τα τρακτέρ…

Από τις ομορφότερες και συγκινητικότερες ποιητικά κινηματογραφικές στιγμές, στο τρίτο μέρος της Ώρας 0, οι γουατουσέρος, οι κατσαπλιάδες (σημ. [19]), —έτσι αποκαλούσε και το ελληνικό αστικό κράτος περιφρονητικά τους μαχητές του ΕΛΑΣ και του ΔΣΕ αργότερα— που έχουν γίνει ένα με τα όπλα τους, γουατουσέρος κι αυτά:

το χέρι τους είναι κολλημένο στο ντουφέκι
το ντουφέκι είναι συνέχεια του χεριού τους
το χέρι τους είναι συνέχεια της ψυχής τους.

Και οι αντάρτες έχοντας μόλις «υπογράψει», κατεβαίνουνε απ’ τη σιέρα, όπου με μια παρήχηση, μια από τις πολλές μέσα στο ποίημα, τους βλέπεις κιόλας και τους ακούς να κατρακυλάνε απ’ τα κατσάβραχα, με τα όπλα φορτωμένα στα καρότσια, δακρυσμένοι… συνοδεία μουσικής, με την Αδελίτα τους στα χείλη (σημ. [17]),

ένα τραγούδι αγάπης ήτανε το εμβατήριό τους

σε μια σκηνή που φέρνει στο νου τη δική μας Βάρκιζα.

Ή ο καταιγισμός των εικόνων, που θα προηγηθούν και θα συμπληρωθούν με την εκτέλεση του Σαντίνο:

– το αγριοκούνελο
– το παραλήρημα του Σομόσα
– ο Σομόσα έξαλλος, στις 21 Φεβ.
– το σκάψιμο του λάκκου-τρύπας
– το τσάι του Μονκάδα
– το δωμάτιο με τον μονόχειρα
– η ετοιμασία του Σαντίνο για το δείπνο
– η σύλληψη
– η ακαριαία εκτέλεση με έναν στίχο, εν ριπή (στην κυριολεξία)
– (φλας μπακ) το κοντσέρτο με την μπαλαρίνα να χορεύει το χορό των 7 πέπλων μπροστά στο δολοφόνο που ετοιμάζεται για τον αποκεφαλισμό
– ο φόβος του Σομόσα με το τηλέφωνο να κροταλίζει επίμονα.

Και το τέλος του ήρωα στην 3στιχη ακαριαία σκηνή της «τρύπας» που τον καταπίνει. Με την κάμερα να κινείται και να γράφει διαδοχικά το τεχνητό φως της λάμπας, το «σκοτάδι» κι από κει το α-φυσικό φως του φλεβαριάτικου φεγγαριού.

Σκηνές που αναγορεύουν τον Καρδενάλ σε μια από τις πιο λαμπρές μορφές της παγκόσμιας ποίησης.

Ακόμα και στο τέταρτο μέρος, περισσότερο εσωτερικό, λόγω της προσωπικής εμπλοκής του ποιητή, και με τα γεγονότα του 1954 νωπά ακόμα στη μνήμη του, οι «εικόνες» εξακολουθούν να είναι δυνατές. Από το «σκληρό» λυρισμό της εισαγωγής ως τον απόλυτο ζόφο της «πεζής», σκληρής πραγματικότητας:

Ποιος ξέρει αν σας έχουνε στη λίστα απόψε!

Παιχνιδιάρης και είρων ταυτόχρονα, σε μια γλώσσα γεμάτη σαρκασμό, πνεύμα και χιούμορ (στα Επιγράμματα, 1961, πιο έντονο), χιούμορ γκροτέσκο και μαύρο όταν χρειάζεται, διάσπαρτο ακόμα και στις πιο άγριες σκηνές του:

το λεκιασμένο πουκάμισο. / Λεκιασμένο από αίμα και τσίλι.

Με γκρο-πλαν στα πρόσωπα, και με αυτήν την εξαιρετική «δημόσια πινακοθήκη» εκείνων που παρακολουθούν αποσβολωμένοι τα καμιόνια με τα κιβώτια MADE IN U.S.A.

Με ένα διαρκές πηγαινέλα της κάμερας από τη λάσπη στ’ αστέρια.

Από τις ανθισμένες, σαν τα κορίτσια, μαλίντσες (σημ. [33]) μέχρι το σκοτάδι των χαφιέδων μέσα στη μαύρη στρατοκρατούμενη και αμερικανοκίνητη πόλη.

Από το απόλυτο μαύρο που επικρατεί στα κολαστήρια και στα στρατοδικεία του Σομόσα μέχρι το βαθύ κόκκινο που βάφει τα ρούχα, τα χέρια, την ψυχή των δολοφόνων.

*

Ποίηση, ιστορία και θεολογία της επανάστασης

 

Τα αδέρφια Ερνέστο, Ροδρίγο και Φερνάντο Καρδενάλ, μετά τη νίκη των Σαντινίστας το 1979. Ο Φερνάντο, παπάς επίσης (1934-2016), είχε χρηματίσει Υπουργός Παιδείας στην πρώτη κυβέρνηση Ντανιέλ Ορτέγα (1984-1990). (Φωτό: elcorreodeoaxaca.com)

Ο Καρδενάλ χρησιμοποιεί τα ιστορικά στοιχεία, χωρίς να κάνει ιστορία, και με επίσης κινηματογραφική οπτική συμπυκνώνει τα γεγονότα ή τα διαφοροποιεί ελαφρώς, ως προς τα πρόσωπα, όπως π.χ.:

— Η άφιξη του Σαντίνο στη Νικαράγουα το Μάη του 1926, ως την έναρξη του αγώνα, στις 4 Μάη του 1927, όπου ο ένας χρόνος κυλάει σε μια στιγμή.

— Η συζήτηση του Σομόσα με τον Mr. Lane (I talked with Sandino for half an hour…) που έγινε στην πραγματικότητα μεταξύ Mr. Lane και κάποιου υπουργού.

— Το «τηλεφώνημα» του Σαντίνο στον Σομόσα (βλ. κάτω, Τρίτο μέρος, Β. Η τρύπα).

— Ή ακόμη, από τον αφοπλισμό (2 Φεβ. 1933) μέχρι τη δολοφονία του Σαντίνο (21 Φεβ. 1934), που γίνονται διαπραγματεύσεις (βλ. κάτω Σαντίνο), με αιχμή τη διάλυση της Εθνοφρουράς («An insult», είπε ο Σομόσα στον Αμερικάνο Πρεσβευτή) και μέχρι το «I did it, for the good of Nicaragua», όπου το διάστημα του ενός χρόνου περνάει λίγες στιγμές στίχων.

Κι όλα αυτά διανθισμένα με τηλεγραφήματα και διαλόγους που σκιτσάρουν γρήγορα και άμεσα, πλην όμως με ποιητική δύναμη, την αμερικανική παρέμβαση, τη συνενοχή ή την ηθική αυτουργία και την υποτέλεια των ντόπιων κυβερνητικών παραγόντων.

Μα ο Καρδενάλ, το είπαμε ήδη, δεν κάνει ιστορία. Αξιοποιεί τα ιστορικά στοιχεία, ώστε με δυο στίχους να δώσει μια ποίηση άμεση και λιτή, σκληρή, λυρική και αληθινή.

Και πάλι με παρηχήσεις, (έξω στο έρεβος να κροταλίζει / να κροταλίζει το τηλέφωνο), μεταφέρει αριστοτεχνικά την ένταση, από το απελπισμένο κουδούνισμα του τηλεφώνου στον χέστη Σομόσα.

Κι ενώ η Ώρα 0 θα μπορούσε να γλιστρήσει σε μια εύκολη, προφανή θρησκευτική αλληγορία, με το χορό της μπαλαρίνας – Σαλώμης, ας πούμε, που την παρακολουθεί έκθαμβος ο Σομόσα ή με το τρίπτυχο σταύρωση – θάνατος – ανάσταση του Σαντίνο, στο τρίτο και τέταρτο μέρος, και του Αδόλφο Μπάες Μπόνε στο τέταρτο μέρος, το ποίημα παραμένει ένα έργο βαθιά γειωμένο στην κοινωνία και στους αγώνες του λαού, εκφράζοντας με σαφήνεια την αντίληψή του για τη Θεολογία της Απελευθέρωσης:

Κομμουνισμός ή το βασίλειο του Θεού στη γη είναι το ίδιο.

Μια θεολογία κατά την οποία η ανάσταση του λαού έρχεται με τους κοινωνικούς του αγώνες, όπου

ο ήρωας γεννιέται όταν πεθάνει
και το τρυφερό χορτάρι ξαναγεννιέται από τα κάρβουνα.

Μπ. Ζ., Απρ. 2020

_______________

[Για Θεολογία της Απελευθέρωσης βλ. Ρόκε Δάλτον: 25 Παράνομα Ποιήματα και Ιστορίες της Ταξικής πάλης]

 

***

 

Ένας Νίκα απ’ το Νικινόμο

(Σαντίνο – Ιστορικό πλαίσιο – Χρονολόγιο)

 

Ο Αουγούστο Σέσαρ Σαντίνο (1895-1934) στην πόλη του Μεξικού το 1930. (Φωτό: México, Casasola studio).

Αουγούστο Σαντίνο (Augusto Nicolás Calderón de Sandino y José de María Sandino Augusto C. Sandino). 18 Μαΐου 1895 – 21 Φεβρουαρίου 1934. Επαναστάτης, ηγέτης της εξέγερσης 1927–1933, κατά της αμερικανικής στρατιωτικής κατοχής της Νικαράγουας. Εθνικός Ήρωας, «Στρατηγός των Ελεύθερων Ανθρώπων». Ο Σαντίνο ήταν μεστίσο (mestizo: απόγονος Ισπανών και Μάγια) από πατέρα, τον Γρεγόριο Σαντίνο, πλούσιο κτηματία, ισπανικής καταγωγής και μητέρα, τη Μαργαρίτα Καλντερόν, αυτόχθονα υπηρέτρια της οικογένειας Σαντίνο. Μέχρι τα εννιά του χρόνια ζούσε με τη μητέρα του και στη συνέχεια τον πήρε ο πατέρας του, φροντίζοντας για την εκπαίδευσή του.

Από μικρό παιδί γνωρίζει την αδικία, δουλεύοντας με τη μάνα του στις καφεοφυτείες της χώρας κι έχει δει ήδη τα έργα του στρατού των γιάνκηδων.

Τα κατορθώματά του τον έκαναν ήρωα σε όλη τη Λατινική Αμερική, όπου έγινε σύμβολο αντίστασης κατά της κυριαρχίας των Ηνωμένων Πολιτειών, που τον… τίμησαν με τον τίτλο του «bandolero» (λήσταρχος).

1912: Ο Σαντίνο εντυπωσιάζεται από μια εξέγερση εναντίον του Αδόλφο Δίας, λογιστή μιας βορειοαμερικανικής εταιρείας εξόρυξης, προέδρου-μαριονέτας των ΗΠΑ, που έναντι δανείων θα τους παραχωρήσει —ως είθισται— τον έλεγχο των τελωνείων, του Εθνικού Σιδηρόδρομου, των ατμόπλοιων της Μεγάλης Λίμνης και τα μη χρησιμοποιηθέντα κεφάλαια των παλαιών δανείων. Είναι τότε που, για να αποφευχθεί η κατασκευή μιας διώρυγας ανταγωνιστικής εκείνης του Παναμά, η χώρα μετατρέπεται σε αμερικανικό προτεκτοράτο με 20ετή κατοχή μέχρι το 1933.

Ας σημειωθεί ότι η Νικαράγουα βρίσκεται ήδη υπό ΗΠΑτική δοκιμασία με απόβαση πεζοναυτών από το 1894 και είναι η χώρα με τις περισσότερες επεμβάσεις των ΗΠΑ, 8 τον αριθμό, μετά τα πρωτεία του Παναμά με εννιά (9). Όλες οι επεμβάσεις των ΗΠΑ ανά τον κόσμο από το 1890 μέχρι το 2013.

Μεξικό. Αμερικανική Αντιιμπεριαλιστική Λίγκα, όπου ανήκει και ο Σαντίνο, η οποία συνεισφέρει στον απελευθερωτικό του αγώνα. Στην αφίσα της εκστρατείας αλληλεγγύης, πάνω από το σκίτσο του Σαντίνο διαβάζουμε “Κάτω τα χέρια από τη Νικαράγουα!” και από κάτω “Να βοηθήσουμε την πληγωμένη Νικαράγουα” (Φωτό: sandinorebellion.com)

1916-1925. Βοηθός μηχανικός στα σύνορα με την Κόστα Ρίκα, είλωτας της United Fruit στη Γουατεμάλα, πετρελαιοεργάτης στο Ταμπίκο του Μεξικού, όπου η στρατιωτική φάση της Μεξικανικής Επανάστασης έχει ολοκληρωθεί και το νέο Θεσμικό Επαναστατικό Κόμμα (Partido Revolucionario Institucional) καθοδηγείται από ένα ευρύ φάσμα λαϊκών κινημάτων για την εφαρμογή του Συντάγματος του 1917.

Κατά την παραμονή του στο Μεξικό ο Σαντίνο άρχισε να συμμετέχει σε διάφορες ομάδες ελευθεροτεκτόνων, αντιιμπεριαλιστών, αναρχικών, επαναστατών κομμουνιστών· και παρόλο που επηρεάστηκε από τον μεξικανικό αναρχοσυνδικαλισμό, έγινε ένθερμος υπερασπιστής του εθνικισμού με αντιιμπεριαλιστικά χαρακτηριστικά.

Αυτό το σκίτσο του Σαντίνο, όπως και η προηγούμενη φωτό, εμφανίστηκαν στη γερμανική, αριστερή, εβδομαδιαία, εικονογραφημένη εφημερίδα, Arbeiter-Illustrierte-Zeitung, γύρω στον Οκτώβριο ή Νοέμβριο του 1928, 4 χρόνια πριν πάρει ο Χίτλερ την εξουσία. Κάτω απ’ το σκίτσο διαβάζουμε: “Ο Σαντίνο, ο μεταλλωρύχος που οργάνωσε την ενεργή αντίσταση εναντίον των στρατευμάτων των ΗΠΑ και τώρα, επικεφαλής του στρατού του, διεξάγει τον απελευθερωτικό αγώνα της Νικαράγουας”. Στη χειρόγραφη αφιέρωση του Σαντίνο διαβάζουμε: “Στη συντρόφισσα Τερέσα, με την ευχή να μη μείνει πικρία μεταξύ μας” (Φωτό: sandinorebellion.com)

Μάης 1926. Ο Σαντίνο, μετά από εξέγερση των φιλελεύθερων (βλ. Τάπια σημ. [10]) και μια νέα απόβαση του στρατού των ΗΠΑ, επιστρέφει στη Νικαράγουα.

26 Οκτώβρη 1926. Μαζί με 29 εργαζόμενους από τα Ορυχεία του Σαν Αλμπίνο, ξεσηκώνεται ενάντια στα συντηρητικά στρατεύματα.

24 Δεκέμβρη 1926. Απόβαση με 5.000 πεζοναύτες στο Πουέρτο Καβέσα, που επιδίδονται στο κυνήγι μπολσεβίκων πρακτόρων. Την επόμενη μέρα, ο Σαντίνο εξασφαλίζει όπλα και πυρομαχικά με τη βοήθεια των κοριτσιών του λιμανιού.

27 Γενάρη 1927. Γιάνκηδες πεζοναύτες αποβιβάζονται στο Πουέρτο Κορίντο.

4 Μάη 1927. Ημέρα Εθνικής Αξιοπρέπειας: Ο Σαντίνο ανακοινώνει την αποφασιστική συνέχιση του αγώνα μέχρι την απόσυρση των αμερικανικών στρατευμάτων κατοχής, με την ίδρυση στις 20 Σεπ. του EDSN (Ejército Defensor de la Soberanía Nacional de Nicaragua –Στρατός για την Προάσπιση της Εθνικής Κυριαρχίας της Νικαράγουας).

Στρατόπεδο του Απελευθερωτικού Στρατού -EDSN. Στο κέντρο ο Σαντίνο με τη γυναίκα του Μπλάνκα Αράους. (Φωτό: memoriasdelaluchasandinista.org)

1 Ιούλη 1927. Το πρώτο του πολιτικό μανιφέστο (βλ. στο Επίμετρο χαρακτηριστικά αποσπάσματα).

Στις 12 Ιούλη 1927, απαντάει στο κάλεσμα του Διοικητή της αρμάδας να παραδοθεί με τους άντρες του (http://www.sandinovive.org):

Στρατόπεδο Ελ Τσιπότε, Σαν Φερνάντο
Προς Διοικητή G. D. Hatfield
Ελ Οκοτάλ

Έλαβα χθες το μήνυμά σας και σας κατανοώ. Δεν θα τα παρατήσω και σας περιμένω εδώ. Θέλω μια πατρίδα ελεύθερη ή να πεθάνω. Δεν σας φοβάμαι. Λογαριάζω στον φλογερό πατριωτισμό των συντρόφων μου.

Patria y Libertad.
A. C. Sandino

Πατρίδα και Ελευθερία. Η σφραγίδα του EDSN με σήμα τη φοβερή ματσέτα και με την υπογραφή του Σαντίνο, Ιούν, 1931 (Φωτό: sandinorebellion.com)

16 Ιούλη 1927. Στην ιστορική μάχη του Ελ Ocotal, ο Σαντίνο που πήρε σχεδόν ολόκληρη την πόλη, αναγκάζεται να υποχωρήσει, χωρίς μεγάλες απώλειες, μετά από τον ανελέητο βομβαρδισμό των αεροπλάνων του Πολεμικού Ναυτικού των ΗΠΑ. Έκτοτε θα συνεχίσει με ανταρτοπόλεμο.

27 Φλεβάρη 1928. Στη σκληρή, 6ωρη σχεδόν, μάχη του Ελ Μπραμαδέρο, οι ματσέτες των Σαντινίστας πέρνουνε κεφάλια με ένα μόνο χτύπημα.

Τα κτήνη των επιδρομέων πεζοναυτών, που μέχρι τότε αποκαλούσαν τους άντρες του Σαντίνο bandidos ή bandoleros, άρχισαν να τους αποκαλούν guerrilleros.

«He is a bandido», είπε ο Σομόσα, «a bandolero»
[…] «Φυσικά και δεν είναι» —είπε ο Αμερικάνος Πρεσβευτής
γελώντας— «μα τον αποκαλούμε bandolero από τεχνικής απόψεως»

Φωτό 1927-1928, στο στρατόπεδο των ανταρτών στη σέλβα (Φωτό: sandinorebellion.com)

Μετά την καταστροφή του ορυχείου La Luz, ιδιοκτησίας του πρώην υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, Knox, η δράση του Σαντίνο έκανε περήφανο το λαό της Νικαράγουας, αλλά και όλους τους λαούς της Λατινικής Αμερικής.

Ο Ανρί Μπαρμπύς (1873-1935) τον ονόμασε τότε «Στρατηγό των Ελεύθερων Ανθρώπων».

Οι πεζοναύτες τώρα δεν τα βγάζουν πέρα με τις ματσέτες, μέ τους βάλτους και με τα «στοιχειά» του Σαντίνο, που εμφανίζονται ξαφνικά μπροστά τους «μέχρι κι όταν ξεβούλωναν το ουίσκυ», όπως ευρηματικά λέει ο Νερούδα στο Επικό Ταγούδι του (1961) με τίτλο Εκείνος ο φίλος:

[Ο Γιάνκης] έμαθε σύντομα στην πράξη
Σαντίνο τι εστί και Νικαράγουα·
παντού οι ξανθοί ληστές βρίσκανε τάφο:
ο αέρας, το νερό, το δέντρο, ο δρόμος,
γένναγαν τους αντάρτες του Σαντίνο,
μέχρι κι όταν ξεβούλωναν το ουίσκυ.

Και πιο πριν, το  1950, στο Κάντο Χενεράλ, στο ποίημα Ο Σαντίνο (1926) έγραφε:

Τους ήρωες της Wall Street
τους κατασπάραζε ο τυρφώνας,
τους σκότων’ ένα αστροπελέκι,
τους κυνηγούσανε ματσέτες,
και πεταγόντουσαν στον ύπνο
με μια θηλιά σαν μαύρο φίδι
κι από τα δέντρα κρεμασμένους
αργά αργά τούς αφανίζαν
κάτι γαλαζωπά σκαθάρια
κι αναρριχώμενα αιμοβόρα.

[Και τα δύο στα προσεχώς].

Νοέμβρης 1928. Όταν ο υποναύαρχος Sallers τον καλεί να εγκαταλείψει τον αγώνα με τα σχετικά οφέλη και οφίτσια, θα λάβει την απάντηση:

Η ανεξαρτησία ενός λαού δεν συζητιέται, αλλά προστατεύεται με τα όπλα στο χέρι. Τα οφέλη στα οποία αναφέρεστε τα φέρνει η ένοπλη αντίσταση, κάθε φορά που η ξένη επέμβαση στα εσωτερικά μας ζητήματα όδηγεί στην απώλεια της ειρήνης και προκαλεί την οργή του λαού.
Σαντίνο.

Στο μεταξύ μέσα στη φωτιά του πολέμου (Μάιος 1927), ο Σαντίνο παντρεύεται με την αγαπημένη του Μπλάνκα Εστέλα Αράους Πινέδα, στενή και κρυφή συνεργάτιδα του EDSN, χειρίστρια τηλεγράφου στο Σαν Ραφαέλ ντελ Νόρτε.

Μπρούνο Πορτουγές (Λίμα, 1956). Ο Σαντίνο και η Μπλάνκα τη μέρα του γάμου τους, 19 Μαΐου 1927. Από τη σειρά Πορτρέτα του Ανέμου και της Φωτιάς (Φωτό: el19digital.com)

 

Ο Σαντίνο και η Μπλάνκα τη μέρα του γάμου τους, 19 Μαΐου 1927 (Φωτό: el19digital.com)

 

Ο Σαντίνο και η Μπλάνκα Αράους ντυμένη στα λευκά, στη φιέστα του γάμου, 19 Μαΐου 1927 (Φωτό: sandinorebellion.com)

Ο Καρδενάλ «φωτογραφίζει» σε μια εμβόλιμη σκηνή του στο Canto Nacional (ο.π.π.):

–2 τα ξημερώματα, πηχτή καταχνιά στο Σαν Ραφαέλ ντελ Νόρτε,
ο Σαντίνο με 6 υπασπιστές του τραβάει για την εκκλησιά
να παντρευτεί την Μπλάνκα. Με όπλο αυτός, μπότες ψηλές, φουλάρι κόκκινο
κι η Μπλάνκα ντυμένη στα λευκά, σαν το όνομά της, μ’ ένα κερί κι ένα στεφάνι από τ’ άνθάκια καφεόδεντρου
και ο γαμπρός γύρισε πάλι στο βουνό μες στην αχλύ και στα λουλούδια που έλαμπαν στις καφεδοφυτείες–

Από τις πιο γνωστές και πολυσυζητημένες φωτογραφίες του Στρατηγού. Στα περίχωρα του Σαν Σαλβαδόρ με την Πάκαρντ, καθ’ οδόν προς Μεξικό. Από αριστερά προς τα δεξιά: Ρουβέν Αρδίγια Γόμες (Βενεζουέλα), Χοσέ δε Παρέδες (Μεξικανός), Στρατηγός Σαντίνο, Αγουστίν Φαραμπούντο Μαρτί (1893-1932, Σαλβαδοριανός) και Γρεγόριο Ουρβάνο Χίλμπερτ (Δομινικανός). (Φωτό: sandinorebellion.com)

1929 – 1930. Το Ναυτικό των ΗΠΑ, με αφορμή ισχυρό σεισμό που ταρακουνάει τη Μανάγουα (Μάρτη του 1929) κηρύσσει στρατιωτικό νόμο. Ο Σαντίνο ταξιδεύει στο Μεξικό, για οικονομική ενίσχυση από τη μεξικανική κυβέρνηση, αλλά εις μάτην. Οι κομμουνιστές προτείνουνε, προς εξεύρεση πόρων, να του χρηματοδοτήσουν ταξίδι στην Ευρώπη, υπό την προϋπόθεση να καταδικάσει ανοιχτά την κυβέρνηση, που έχει κάνει αντικομμουνιστική στροφή, ο Σαντίνο αρνείται γιατί ευελπιστεί ότι θα πάρει εντέλει βοήθεια, οι σχέσεις με το ΚΚ Μεξικού ψυχραίνονται, και απελπισμένος θα ζητήσει με επιστολή του τη συνδρομή του… Αλ Καπόνε. Το μόνο που αποκομίζει είναι ένα… αυτοκίνητο Πάκαρντ (επάνω).

15 Φλεβάρη 1931. Υπογράφει το μανιφέστο Φως και Αλήθεια, που αν και γράφτηκε πριν από 90 χρόνια παραμένει σημερινό (υπογραμμίσεις δικές μου):

[…] Λοιπόν αδέλφια:

Απομένουνε 69 χρόνια για την Ημέρα της Κρίσης.

Και δεν είναι αλήθεια ότι θα ηχήσουν οι σάλπιγγες, ούτε είναι αλήθεια ότι η γη θα εκραγεί και μετά θα καταποντιστεί.

Αυτό που θα συμβεί είναι το εξής:

Οι καταπιεσμένοι λαοί θα σπάσουμε τις αλυσίδες της ταπείνωσης, με τις οποίες οι ιμπεριαλιστές της γης θέλησαν να μας υποτάξουν.

Οι σάλπιγγες που θα ακουστούν θα είναι οι πολεμικές σάλπιγγες, που θα συνοδεύουν τραγουδώντας τους ύμνους της ελευθερίας των καταπιεσμένων λαών απέναντι στην αδικία των καταπιεστών.

Το μόνο που θα βυθιστεί για πάντα είναι η αδικία. […]

Γιατί εμείς στη Νικαράγουα είμαστε οι εκλεκτοί της Θείας Δίκης, για να ξεκινήσουμε τη καταδίκη της αδικίας επάνω στη γη. Μην φοβόσαστε αγαπημένα μου αδέρφια· και να είσαστε σίγουροι, πολύ σίγουροι, απόλυτα σίγουροι, ότι πολύ γρήγορα θα έχουμε την οριστική μας νίκη στη Νικαράγουα, με την οποία θα ανάψει το φυτίλι της «Προλεταριακής Έκρηξης» ενάντια στους ιμπεριαλιστές όπου γης.

Με εκτίμηση, ο αδερφός σας.

Αρχηγείο του Στρατού για την Προάσπιση της Εθνικής Κυριαρχίας της Νικαράγουας.

El Chippote, Las Segovias, Nic. ΜΕΤΑ ΧΡΙΣΤΟΝ
15 Φεβρουαρίου 1931

Πατρίδα και ελευθερία

A. C. Sandino

1932. Ο Σαντίνο και η Μπλάνκα Αράους στον Ρίο Κόκο (Φωτό: memoriasdelaluchasandinista.org)

Νοέμβρης 1932. Εκλέγεται πρόεδρος ο Χουάν Μπαουτίστα Σακάσα (σημ. [10]) και ζητάει τη μόνιμη παραμονή του Ναυτικού. Η Ουάσιγκτον αρνείται.

2 Ιούνη 1933. Η Μπλάνκα, 24 ετών, πεθαίνει από επιπλοκές του τοκετού, αφήνοντας μια κόρη την Μπλάνκα Σεγκόβια Σαντίνο Αράους, 86 ετών σήμερα (2020).

1 Γενάρη 1933. Ο Απελευθερωτικός Στρατός θριαμβεύει. Οι πεζοναύτες αποδεκατίστηκαν και ο Ρούζβελτ μην αντέχοντας και λόγω της κρίσης του 1929, αναγκάζεται να αποσύρει το στρατό και διακηρύσσει την «πολιτική της καλής γειτονίας» (με τους δικτάτορες, βέβαια, της Λατινικής Αμερικής — Βλ. Νικολάς Γκιγιέν: West Indies Ltd. –Δ΄. 10).

Και μπαίνει τέρμα στα σχεδόν επτά χρόνια πολέμου και αμερικανικής στρατιωτικής επέμβασης.

Είναι η πρώτη νίκη του Νότου ενάντια στην αυτοκρατορία του Βορρά. Μια νίκη για την ανεξαρτησία και την αυτοδιάθεση των λαών. Μια νίκη της αξιοπρέπειας.

Ο Σακάσα αναθέτει στον «στρατηγό» Αναστάσιο Σομόσα Γαρσία την ηγεσία της Εθνοφρουράς.

Ο Σαντίνο ταξιδεύει στη Μανάγουα τον Φεβρουάριο και υπογράφει συνθήκη ειρήνης.

Τελευταία φωτογραφία στο Στρατηγείο του EDSN. Από αριστερά, με τα χέρια στη ζώνη, ο αδελφός του Σαντίνο, Σώκρατες, ο Χουάν Πάμπλο Ουμανσόρ, ο Στρατηγός Σαντίνο, o Συνταγματάρχης Σάντος Λόπες και ο Φρανσίσκο Εστράδα. Ο Ουμανσόρ και ο Εστράδα θα εκτελεστούν μαζί με τον Σαντίνο (σημ. [24]). (Φωτό: memoriasdelaluchasandinista.org)

2 Φλεβάρη 1933. Λήγει επισήμως το αντάρτικο, με τον αφοπλισμό των «γουατουσέρος» του Σαντίνο (σημ. [19]).

21 Φλεβάρη 1934. Ο Σαντίνο, μετά από συνεννοήσεις με την κυβέρνηση για την τήρηση των όρων –«Η Εθνοφρουρά είναι αντισυνταγματική»– θα πέσει στην παγίδα που του στήνει ο στρατηγός Αναστάσιο Σομόσα Γαρσία (ήταν όνειρο ζωής του να τον εξοντώσει) με τον Αμερικανό Πρεσβευτή, Mr. Lane (σημ. [20]) και θα πάει προσκαλεσμένος σε δείπνο μαζί τους, για να γιορτάσουν το (δήθεν) σύμφωνο ειρήνης, που είχε υπογραφεί λίγες μέρες νωρίτερα.

Πριν φτάσει, θα δολοφονηθεί, μαζί με δυο ακόμη συντρόφους του, εν ψυχρώ από τις δυνάμεις της Εθνοφρουράς.

Την επόμενη, 22 Φλεβάρη 1934, η Εθνοφρουρά κατέστρεψε το συνεταιρισμό που είχε ιδρύσει ο Σαντίνο στο Γουιγουιλί, σκοτώνοντας ή φυλακίζοντας όλα τα μέλη του.

24 Ιουν. 1930. Πέντε Εθνοφρουροί με τα κεφάλια τριών ανταρτών. (Φωτό: sandinorebellion.com)

 

Τα κεφάλια των ανταρτών προς γνώση και συμμόρφωση. Τα ιμπεριαλιστικά εγκλήματα της αστικής τάξης δεν έχουν πατρίδα. (Φωτό: sandinorebellion.com)

23 Αυγούστου 1934. Το Κογκρέσο θεσπίζει αμνηστία για όλα τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν από την Εθνοφρουρά.

Δύο χρόνια αργότερα, ο Σομόσα –είπε ότι είχε λάβει τις εντολές για τη δολοφονία του Σαντίνο από τον Αμερικανό πρεσβευτή Mr. Lane– θα καταλάβει την εξουσία, ανατρέποντας τον Πρόεδρο Σακάσα, που ήταν και θείος του εξ αγχιστείας(!).

Το σώμα του Σαντίνο δεν βρέθηκε ποτέ. Σύμφωνα με την παραδοχή των Σαντινίστας, οι κατ’ εντολήν Σομόσα δολοφόνοι αποκεφαλίζουν και διαμελίζουν τον Σαντίνο, παραδίδοντας το κομμένο κεφάλι του στην κυβέρνηση των ΗΠΑ, σε ένδειξη της αφοσίωσής τους.

Σαντινίστας

Τα ιδανικά και οι ιδέες του Σαντίνο θα υλοποιηθούν 30 χρόνια αργότερα (1961), με την ίδρυση του μαρξιστικού-λενινιστικού κόμματος, Frente Sandinista de Liberación Nacional (Μέτωπο Σαντινίστα για την Εθνική Απελευθέρωση), υπό τους Κάρλος Φονσέκα Αμαδόρ (1936-1976), Τομάς Μπόρχε (1930-2012) και Σάντος Λόπες (1914-1965), μαχητή του Σαντίνο.

Στην νέα Κυβέρνηση των Σαντινίστας συμμετείχε και ο Καρδενάλ ως Υπουργός Πολιτισμού, 1979-1987.

 

Μπ. Ζ., Μαρ. – Απρ. 2020

_________________

Πηγές γεγονότων: EcuRed, es.Wiki, Atlas Histórico de América Latina y el Caribe)

 

***

 

Ώρα 0Σημειώσεις

 

Ο Ερνέστο Καρδενάλ στη Λεόν, Νικαράγουα, το 1979. (Φωτό: PEDRO VALTIERRA CUARTOSCURO / El Pais)

 

Πρώτο μέρος – Τούρτο-πόλεμος

 

Μικρή εισαγωγή στις μπανανίες της Κεντρικής Αμερικής, κυρίως της Γουατεμάλας —έδρα της United Fruit—, της Ονδούρας, όπου εργάστηκε ο Σαντίνο, του Ελ Σαλβαδόρ, με τον αιμοσταγή Μαρτίνες, και βέβαια της Νικαράγουας· χώρες με δεσμούς οικονομικής εκμετάλλευσης από τις ΗΠΑ και εξαθλίωσης των λαών τους.
_____________________

 

[1] Χόρχε Ουβίκο Καστανιέδα

Jorge Ubico Castañeda: Ο επονομαζόμενος και Tata (Γουατεμάλα 1878 – Νέα Ορλεάνη 1946). Δικτάτορας της Γουατεμάλας για 13 χρόνια (1931 – 1944). Πολιτικός Πάτρωνας της Chiquita. Εδραίωσε ένα δικτατορικό καθεστώς που κατέστειλε κάθε είδους πολιτική δραστηριότητα, ισχυροποιώντας συγχρόνως τους δεσμούς του με τις ΗΠΑ και την United Fruit, με μεγάλες παραχωρήσεις και εξυπηρετούμενος με πιστώσεις (για πάρτη του, βέβαια) και εξοπλισμούς.

Το τέλος του ήρθε με την απαγόρευση της ελευθερίας λόγου και Τύπου τον Ιούνιο του 1944, που οδήγησε την επόμενη μέρα στην ανατροπή του μετά από λαϊκή εξέγερση, με τον ίδιον να βρίσκει καταφύγιο, πού αλλού, στις ΗΠΑ.

Την εξουσία ανέλαβε μια στρατιωτική τρόικα, η οποία αποδείχθηκε απλώς αλλαγή σκυτάλης, που ανετράπη από την Επανάσταση του Οκτωβρίου υπό τον δημοκράτη Χακόβο Άρμπενς, ο οποίος το 1954 θα… πατηθεί από την μπανάνα Chiquita.

 

[2] Καρίας

Tiburcio Carías Andino (1876–1969). Στρατιωτικός της Ονδούρας, «εκλεγμένος» δικτάτορας, ελέω εταιρειών μπανάνας, πρόεδρος της χώρας, 1933-1949. Φιλαράκι με όλα τα καλά παιδιά της περιοχής: Τον Ουμπίκο της Γουατεμάλας, τον Μαρτίνες του Ελ Σαλβαδόρ (τον κομπογιαννίτη, τον εξορκιστή που λέει ο Νερούδα), τον Σομόσα της Νικαράγουας, που ήταν κολλητός με το Ουμπίκο, ο οποίος τον βοήθησε να αναδιοργανώσει τη μυστική αστυνομία του.

 

[2α] από το μέγαρο μιας σοκολατένιας τούρτας

Λόφος Τισκάπα (Loma de Tiscapa), Μανάγουα. Η τούρτα του Σομόσα.

Η τούρτα του Προεδρικού Μεγάρου και άντρο βασανιστηρίων (βλ. [38]) της δυναστείας Σομόσα, βρισκόταν στο Λόφο Τισκάπα (Loma de Tiscapa) στη Μανάγκουα μέχρι που ισοπεδώθηκε από το φονικό σεισμό του Δεκέμβρη του 1972.

Στη θέση του βρίσκεται σήμερα το Ιστορικό Πάρκο Σαντίνο (βλ. [39]) και το Μουσείο Σαντίνο.

 

[2β] Σκοπός! Τι ώρα να ’ναι μέσα στη νύχτα;

Σκοπός· centinela στο ισπανικό, με συνώνυμες λέξεις τις: vigía, vigilante, sereno, guardia, κ.a. Οι serenos ήταν οι νυχτερινοί centinelas, επιφορτισμένοι, μεταξύ άλλων, να αναγγέλουν τις ώρες της νύχτας, από 9 μ.μ. έως 5 π.μ. 

Ο Καρδενάλ χρησιμοποιεί αυτήν την πιο «ήπια» λέξη μια φορά ακόμη –Σ’ έναν στρατώνα […] με σκοπούς σε πόρτες και παράθυρα, σε αντιδιαστολή, με την λέξη guardia, όταν αναφέρεται στους κτηνώδεις εθνοφρουρούς (guardias), της Guardia Nacional (Εθνοφρουρά) του Σομόσα.

Σκοπός! Τι ώρα να ’ναι μέσα στη νύχτα; Τι ώρα να ’ναι μέσα στην αιώνια νύχτα της Νικαράγουας (ο φονιάς του Σαντίνο ήτανε πρόεδρος, και μάλιστα πρόεδρος για 20 ολόκληρα χρόνια!) και στις σκοτεινές τροπικές νύχτες των δικτατοριών της Λατινικής Αμερικής;

[Για σερένους βλ. περισσότερα σε Ρόκε Δάλτον: 25 Παράνομα Ποιήματα και Ιστορίες της Ταξικής πάλης, σημ. 9].

 

**

 

Δεύτερο μέρος – United Fruit & CIA

Η δικτατορία της μπανάνας

Ένας σχεδόν οικονομικός απολογισμός, των εταιρειών, που με τα διάφορα καπιταλιστικά τερτίπια τους –δεν διαφέρουν από τη σημερινή εικόνα– «χτίζουν» βιομήχανους και τραπεζίτες, που αυτό-ντιορίζονται πρόεντροι, αλλά είναι «δημοκρατικά εκλεγμένοι κυβερνήτες».
_____________________

 

[3] Pierpont Morgan & Cía

Η περίφημη τράπεζα JP Morgan του κυρίου John Pierpont Morgan (1837-1913).

 

[4] Σαμ Σεμουράυ

Σαμ Σεμουράυ. Σαμ ο Μπανάνας

Samuel Zemurray (Μολδαβία, 1877 – Λουιζιάνα 1961): Δεν γνωρίζω γιατί ο Καρδενάλ τον αποκαλεί Τούρκο. Επιχειρηματίας, με το παρατσούκλι Σαμ ο Μπανάνας, ιδιοκτήτης της Cuyamel Fruit Company, την οποία αργότερα πούλησε στη United Fruit Company για να την εξαγοράσει στο τέλος και να γίνει ιδιοκτήτης της.

 

[5] Puerto Limón: Λιμάνι στην Κόστα Ρίκα.

 

[6] Υποσχετικές

Vales στο πρωτότυπο (κουπόνια): Οικονομικός όρος που βεβαιώνει ότι τα όποια χρωστούμενα θα πληρωθούν, όποτε καταστεί δυνατόν. Είδος χρεογράφου χωρίς αντίκρισμα. Στη διεθνή οικονομική ορολογία, IOU: I owe you ( από το συλλαβισμό των τριών γραμμάτων)· Σου χρωστάω· έχεις να λαβαίνεις, που λέμε, αλλά ουκ αν λάβοις παρά του… έχοντος ή αλλιώς θα λάβεις του αγίου του γνωστού.

 

[7] ντιορίστηκε πρόεντρας στις Χοντούρες

buso bresidentes en Jonduras: Ο Σεμουράυ με την ξενική του προφορά αντί, puso presidentes en Honduras (τοποθετήθηκε πρόεδρος στην Ονδούρα).

 

**

 

Τρίτο μέρος – Κονσέρτο για μια εκτέλεση

 

Η είσοδος του Σαντίνο στην πολιτική σκηνή, από την άφιξή του στη Νικαράγουα (βλ. κάτω), με τον αγώνα του κατά των πάνοπλων πεζοναυτών των ΗΠΑ, μέχρι τη στυγνή δολοφονία του, το 1934, από τον ορκισμένο εχθρό του Αναστάσιο Σομόσα.

______________________

 

I. Μαζί μ’ αυτόν 30!

 

[8] nica

Προσωνύμιο των Νικαραγουανών, που κατοικούν ή προέρχονται από τη Νικαράγουα.

 

[9] Ταμπίκο

Λιμάνι στον κόλπο του Μεξικού, όπου το 1921 ο Σαντίνο βρήκε δουλειά σε διυλιστήριο της Standard Oil (ESSO) του κυρίου Ροκφέλερ.

 

[10] Χοσέ Μαρία Μονκάδα Τάπια

José María Moncada (1870–1945). Νικαραγουανός πολιτικός και στρατιωτικός. Πρόεδρος της Δημοκρατίας 1929–1933.

Αρχικά αντιτάχθηκε στην εγκάθετη από τις ΗΠΑ κυβέρνηση της χώρας και συμμετείχε ενεργά στον εμφύλιο πόλεμο, 1926–1927 υποστηρίζοντας τον στρατηγό Emiliano Chamorro και τον συνταγματικό φιλελεύθερο πρόεδρο Χουάν Μπαουτίστα Σακάσα (Juan Bautista Sacasa).

Το 1927 οι ΗΠΑ εντείνουν την παρουσία τους στη Νικαράγουα (βρίσκεται ήδη –όπως προαναφέρθηκε– σε κατοχή) με μεγάλες δυνάμεις Πεζοναυτών, για να προστατεύσουν τους πολίτες και την ιδιοκτησία τους.

Ο Σαντίνο που έχει επιστρέψει στη χώρα (βλ. άνω Σαντίνο) θα πάρει μέρος στο πλευρό του Μονκάδα, ο οποίος όμως πουλάει τα όπλα «προς 10 $ το τουφέκι (!!)» και… όλους τους συντρόφους του (η τιμή δεν έγινε γνωστή), «ΕΚΤΟΣ ΑΠΟ ΕΝΑΝ» και άλλους 29, και υπογράφει ένα προδοτικό σύμφωνο αφοπλισμού (Pacto del Espino Negro) με τον Henry Lewis Stimson (1867-1950), ο οποίος και θα τον ανταμείψει για τις υπηρεσίες του σπρώχνωντάς τον στην προεδρία της χώρας.

Αυτός ο Στίμπσον (όπως το προφέρουν στη Λ.Α.), «ο κ. Στίμπσον που δίνει τελεσίγραφο στον Μονκάδα», ειδικός απεσταλμένος του 30ού ρεπουμπλικάνου Προέδρου των ΗΠΑ, Τζων Κούλιτζ —ποιος τον θυμάται;— για να καταστείλει το αντάρτικο του Σαντίνο (1927), θα αναλάβει στη συνέχεια Υπουργός Εξωτερικών του Ρούζβελτ και Πολέμου του Τρούμαν.

Κι εδώ είναι που ο Σαντίνο μπαίνει στη σκηνή των αθανάτων, στις 4 Μάη 1927.

 

[11] Σέρο δελ Κομούν

Cerro del Común: Λόφος στην πόλη Μποάκο (Boaco), ανατολικά της Μανάγουας, στους πρόποδες του οποίου, κάθε χρόνο στις 4 Μάη συγκεντρώνονται άνθρωποι κάθε ηλικίας για να τιμήσουν την Ημέρα Εθνικής Αξιοπρέπειας. Εκεί όπου ο Σαντίνο πέρασε τρεις ημέρες, περίλυπος, μετά την υπογραφή του προδοτικού Συμφώνου. (ο.π.π.)

 

[12] Και τότε έγραψε το πρώτο του μανιφέστο

Αποσπάσματα στο Επίμετρο

 

[13] Ελ Τσιπότε

Στο Στρατηγείο του EDSN. Ιδιόχειρη σημείωση με υπογραφή Σαντίνιο: Estado mayor del Ejército Defensor de la Soberanía Nacional de Nicaragua – Γενικό Επιτελείο του Στρατού για την Προάσπιση της Εθνικής Κυριαρχίας της Νικαράγουας. (Φωτό: el19digital.com)

El Chipote: Iσπανικό φρούριο, Δυτικά της Μανάγουα, προς τον Ατλαντικό, ορμητήριο του Σαντίνο· αργότερα, επί Σομόσα, φυλακές και ένα από τα πιο φριχτά κολαστήρια της Νικαράγουας. Βρίσκεται στη μια πλευρά του λόφου Τισκάπα, όπου και το Ιστορικό Πάρκο Σαντίνο (βλ. [39]).

 

[14] Και μαζί μ’ αυτόν 30!

Ο Σαντίνο ήταν τότε 33 ετών. Ο μεγαλύτερος ήταν 46 ετών και ο μικρότερος, από την Ονδούρα, 12! Οχτώ (8) συνολικά από την Ονδούρα, ένας (1) από το Ελ Σαλβαδόρ και ένας (1) από την Κόστα Ρίκα. Ο διεθνισμός έχει βαθιά παράδοση στη Λατινική Αμερική.

Στο Επίμετρο τα ονόματα των 30.

 

[15] «Αυτός που μπαίνει λυτρωτής πεθαίνει σταυρωμένος»

Τη φράση αυτή την είπε ο πατέρας του Σαντίνο, ο Δον Γρεγόριο, όταν έμαθε ότι σκότωσαν τον γιο του (βλ. [24]).

 

[16] Κάιτες

Caites: σαντάλια δερμάτινα, πέδιλα, τσόκαρα.

 

[17] Αδελίτα

La Adelita: Από τα πιο διάσημα corridos —λαϊκό τραγούδι ή ποίημα σε μορφή μπαλάντας, σαν την περίφημη Κουκαράτσα (La cucaracha), Η Κατσαρίδα— της Μεξικανικής Επανάστασης.

Ένα κορίτσι από το Ντουράνγκο που εντάσσεται στο κίνημα των Maderista στα πρώτα στάδια της επανάστασης και ερωτεύτηκε τον Madero. Αρχέτυπο της Μεξικανής γυναίκας μαχήτριας, αναφορά στις γυναίκες που παλεύουν για τα δικαιώματά τους.

 

[18] Σομόσα

Anastasio «Tacho» (χαϊδευτικό του Anastasio) Somoza García (1896-1956, Πρόεδρος 1936-47, 1950-56), γνωστός ως Gar-CIΑ. Αμερικανοσπουδαγμένος γόνος πλούσιου καλλιεργητή καφέ. Ο δολοφόνος του Σαντίνο (1934), όντας διοικητής της Εθνοφρουράς, πριν αναλάβει την προεδρία ελέω Mr. Lane (βλ. σημ. [20]) και αμερικανικού Ναυτικού (βλ. Σαντίνο).

Πυροβολήθηκε θανάσιμα στις 21 Σεπ. 1956 από τον ποιητή Ριγοβέρτο Λόπες Πέρες, που σκοτώθηκε επί τόπου από τη φρουρά του δικτάτορα. Το 1981 οι Σαντινίστας ανακήρυξαν τον Λόπες Εθνικό Ήρωα.

Anastasio «Tachito» Somoza Debayle (1925-1980). Γιος του Τάτσο. Ο Τατσίτο, ο μικρός Τάτσο. Ο βενιαμίν της ένδοξης οικογένειας των δικτατόρων Σομόσα. Δικτάτορας, 1967-1972 και 1974-1979. Δολοφονήθηκε από τους Σαντινίστας στο αγρόκτημά του στην Ασουνσιόν, όπου του είχε δώσει άσυλο ο φίλος του, ο δικτάτορας Στρέσνερ της Παραγουάης (βλ. Νικολάς Γκιγιέν: Αηδόνια και μπαζούκας –3 ποιήματα).

Ο μεγάλος γιος, Luis Anastasio Somoza Debayle (1922-1967), χρημάτισε δικτάτορας 1956-1963.

Οι Σομόσες υιοί κυβέρνησαν για τα επόμενα 23 χρόνια (1956-1979). Μια δυναστεία που γάμαγε τη χώρα επί 43 συνολικά χρόνια (1936-1979), με ιδρυτή τον Gar-CIΑ, βέβαια.

 

[19] οι γουατουσέρος, οι κατσαπλιάδες, οι προδότες αρκεβούζια

Η λέξη που χρησιμοποιεί ο Καρδενάλ είναι γουατουσέρος (guatuceros ή guatuseros):

—ΣΤο λεξικό της Academia Nicaragüense de la Lengua (ANL): Guatusero, ra· (Από guatusa) 1. Υποκριτικό, ανειλικρινές, κίβδηλο (fingido, με πολλές σχετικές σημασίες) πρόσωπο. 2. Χειροποίητο τουφέκι που γεμίζει από την κάννη.

—Guatusaγουατούσα: τρωκτικό της Νικαράγουας και της Κόστα Ρίκα, ένα είδος αρουραίου (Βλ. σημ. [28]).

—Στο ειδικό λεξικό της νικαραγουανής γλώσσας, Carlos Mántica: El Habla Nicaraguense y otros ensayos (CMHN), διαβάζουμε: Guatusero· α) Υποκριτής, προσποιητός (ψεύτης, διπρόσωπος κλπ). β) Αδούλευτο (ρουστίκ) τουφέκι των αγροτών, εμπροσθογεμές.

Στο Glosario de Nicaraguanismos (GN), αλλά και στο Babylon: Guatusero· Υποκριτής, προδότης (Hipócrita, traidor).

Εδώ ο Καρδενάλ —κατά την άποψή μου— πετυχαίνει και κάτι άλλο, «παίζοντας» με τη διπλή σημασία του γουατουσέρο:

Η λέξη γουατουσέρο είναι ένα από τα άφθονα μειωτικά επίθετα για τη νοημοσύνη, το χαρακτήρα και την προσωπικότητα των Νικαραγουανών (CMHN), που σημαίνει πρωτίστως, υποκριτής, κίβδηλος, διπρόσωπος, προδότης:

Την εποχή των Σομόσα έλεγαν ότι ο Tacho Somoza Gar-CIA (βλ. σημ. [18]) ο δυνάστης, ε, δεν ήταν ίδιος με τον Luis Somoza, τον guatusero. Δεν ήταν πράκτορας, δηλαδή, ήταν προδότης!

Και σε μια δεύτερη ανάγνωση (από το όνομα ήρωα λαϊκής κωμωδίας), σημαίνει και τον ρέμπελο και τον αντάρτη (απαξιωτικά), τον κατσαπλιά, στα καθ’ ημάς.

Και στην καταπληκτική αυτή σκηνή βλέπουμε:

Από την μια τους γουατουσέρος, τους κατσαπλιάδες, τους μη αποδεκτούς από την αστική τάξη της Νικαράγουας, τους προδότες της πατρίδας τους. Της Αμερικής εννοείται!

Από τη άλλη τους προδομένους αντάρτες του Σαντίνο, που έχουν γίνει ένα με τα παλιά εμπροσθογεμή όπλα τους, τα γουατουσέρος, τα αρκεβούζιά τους. Σαν τα γνωστά μας, επίσης εμπροσθογεμή, κουμπούρια· επέλεξα στη μετάφραση το αρκεβούζιο που είναι, πιθανότατα, ισπανικής προέλευσης.

Επιπλέον —πέραν της αμφισημίας—, με μια παρήχηση του «ρ»9 μονά r και 5 διπλά (rr) που σέρνονται στην ισπανική προφορά— έρχεται ο ήχος στ’ αφτιά μας.

Έτσι εκτός από τη διπλή μεταφραστική επιλογή του γουατουσέρο (ο αντάρτης και το όπλο του), έγινε προσπάθεια με την ίδια παρήχηση (18 «ρ») να αποδοθεί όσο πιο πιστά γίνεται το κλίμα του πρωτότυπου.

 

[20] Mr. Lane

Arthur Bliss Lane (1894-1956): Στη Λ.Α. προφέρεται Λάνε. Αμερικανός διπλωμάτης, με ειδικότητα τη Λατινική Αμερική (Νικαράγουα, Κόστα Ρίκα, Κολομβία). Φοβερό σκυλί. Από τα μεγάλα επιτεύγματά του (βλ. και πάνω Σαντίνο) η άνοδος του Σομόσα στην εξουσία και η συναυτουργία του στη δολοφονία του Σαντίνο. Στη συνέχεια της καριέρας του: Λιθουανία, Εσθονία, Λετονία, Βασίλειο της Γιουγκοσλαβίας, και Πολωνία, υπεύθυνος για την αποτροπή της κομμουνιστικού κινδύνου, από όπου παραιτήθηκε κατηγορώντας την κυβέρνησή του ότι έμεινε αδρανής!

 

[21] Αγριοκούνελο: Βλ. σημ. [28]

 

*

 

II. Η τρύπα

 

[22] I talked with Sandino for half an hour…
—είπε ο Σομόσα στον Αμερικάνο Πρεσβευτή—
but I can‘t tell you what he talked about
because I don‘t know what he talked about
because I don‘t know what he talked about

Σε αυτό το ολιγόλογο παραλήρημα του Σομόσα, εν όψει της προδιαγεγραμμένης πορεία των πραγμάτων, ο ποιητής δίνει με μεγάλη οικονομία λόγου τη διαφορά ανάμεσα στον επαναστάτη και στον δικτάτορα, που τι να καταλάβει ο άνθρωπος; Ο Σαντίνο μίλαγε τη γλώσσα της πατρίδας του κι εκείνος με his masters voice.

 

[23] λάκκος – τρύπα

Ο Καρδενάλ σκοπίμως, βέβαια, αντί της λέξης tumba ή sepulcro (τάφος, μνήμα), ας πούμε, χρησιμοποιεί τη λέξη hoyo, τρύπα κυριολεκτικά. Προτίμησα να μεταφράσω λάκκο, αλλά και τρύπα, όταν η φρουρά κλείνει τον ομαδικό τάφο, σε αντιδιαστολή με την ανοιχτή τρύπα του αγριοκούνελου, λίγο πιο κάτω (βλ. [28]).

 

[24] Τους δύο πιο μεγάλους τους σπρώχνουνε σ’ ένα αυτοκίνητο
τους άλλους τρεις σε άλλο για άλλον προορισμό

— Οι δύο μεγαλύτεροι: Ο Γρεγόριο Σαντίνο, πατέρας του Αουγούστο και ο συγγραφέας Σοφονίας Σαλβατιέρα, Υπουργός Γεωργίας και Εργασίας στην κυβέρνηση Σακάσα.

— Οι άλλοι τρεις: Ο Σαντίνο και οι δυο υποστράτηγοί του, Φρανσίσκο Εστράδα και Χουάν Πάβλο Ουμανσόρ.

Όταν ο πατέρας του Σαντίνο άκουσε την ομοβροντία είπε:

Τους σκότωσαν, κιόλας. Είναι μεγάλη αλήθεια ότι αυτός που μπαίνει λυτρωτής πεθαίνει σταυρωμένος.

 

[25] «Ο Σαντίνο στο τηλέφωνο!»

Φωτογραφία “αφιερώμένη” από τον Σομόσα στον Σαντίνο, με ημερομηνία 25 (Φεβρουαρίου) 1933, λίγο μετά από τη συμφωνία κατάπαυσης του πυρός. Ένα χρόνο μετά, ο Σαντίνο θα δολοφονηθεί κατ’ εντολή Σομόσα. (Φωτό: Ιστορικό Αρχείο Νικαράγουας IHNCA)

Στο βιβλίο The Sandino Affair του Neill Macaulay (1967), δεν είναι ο Σαντίνο αυτός που πήρε τηλέφωνο· ήταν ο συνταγματάρχης που τον είχε συλλάβει, πεισμένος από τον Σαντίνο, επειδή και οι τρεις ήταν «αδελφοί» του Τάγματος των Μασόνων και δεν έπρεπε να βλάψει ο ένας τον άλλον. Ωστόσο ο Σομόσα διέταξε τον κατώτερό του να το κάνει.

 

*

 

III. Επιτάφιος Θρήνος

 

Γενικά

Κι έπειτα η ηρεμία τη φύσης:
– η έλλειψη ειδήσεων (ΟΥΔΕΝ ΝΕΟΤΕΡΟΝ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΝ ΡΑΦΑΕΛ ΝΤΕΛ ΝΟΡΤΕ),
– η ξυλεία στο ποτάμι, ενώ ακούμε το μονότονο ντουκ-ντουκ του ρυμουλκού.
– Κι ύστερα οι δολοφόνοι με χέρια και με πρόσωπα χρωματισμένα με αίμα.

Ο Σομόσα που περηφανεύεται μπροστά στο αφεντικό του: «I did it, for the good of Nicaragua» και η αναδρομή σε έναν άλλον… Νικαραγουανό, τον Ουίλιαμ Ουώκερ (σημ. [32]). Οι δικτάτορες, όπου γης, μιλάνε… την ίδια γλώσσα.
__________________

 

[26] ο καλαμποκένιος αυγερινός του Τσοντάλες
ξυπνάει τις μικρές Ίντιες για να φτιάξουνε κουρκούτι καλαμποκιού

el lucero nistayolero de Chontales / levanta a las inditas a hacer nistayol: Τσοντάλες (Chontales)· διοικητικός τομέας της Νικαράγουας με πρωτεύουσα τη Χουιγάλπα, ΒΑ της λίμνης.

Σύμφωνα με αρχαιολογικά στοιχεία, οι πρώτες φυλές Chontal κατοίκησαν την περιοχή μεταξύ 600 και 630 μ.Χ, και είναι από τις τελευταίες που υποτάχθηκαν στους Ισπανούς κατά την κατάκτηση της Νικαράγουας.

lucero: φωτεινό αστέρι· lucero de la mañana ή lucero del alba: ο αυγερινός (και lucero de la tarde, ο αποσπερίτης).

lucero nistayolero: ο Αυγερινός που λάμπει, όταν οι μικρές Ίντιες, νωρίς το πρωί, βράζουν το νισταγιόλ (nystayol), το καλαμπόκι με το φλοιό του, δηλ., σε σταχτόνερο (τη γνωστή μας αλισίβα) ή ασβεστόνερο, για να ξεφλουδιστούν οι κόκκοι του και να προετοιμάσουν τις τορτίγιες τους από καλαμποκάλευρο.

Από το κίτρινο χρώμα του καλαμποκιού και η μεταφραστική προσέγγιση στον καλαμποκένιο αυγερινό (lucero nistayolero) και το καλαμποκάλευρο, για να μην αφήσω… ορφανό τον αυγερινό και να προσεγγίσω τη σχέση του πρωτότυπου.

Και οι δυο λέξεις προέρχονται από τη γλώσσα νάουατλ (náhuatl) των αυτοχθόνων Νάουα (Nahua), και δεν έχουν άμεση μετάφραση ούτε και στα Ισπανικά. Προφανής λοιπόν η αναφορά του Καρδενάλ στους αυτόχθονες (βλ. άνω).

[Σημείωση: Σε όλες τις έγκυρες εκδόσεις γράφεται nistοyolero και nistοyol. Ωστόσο στο λεξικό της ANL (βλ. πάνω), συναντιούνται ως nistayolero και nistayol, ενώ στο CMHN η δεύτερη λέξη καταγράφεται μόνο ως niztayol (η προφορά είναι ίδια) ή και niztoyol. Το ίδιο ισχύει και για τη λέξη Guatucero στο πρωτότυπο (σημ. [19]). Βρήκα δυο καταχωρίσεις, αλλά στα προαναφερόμενα λεξικά υπάρχει μόνο η γραφή guatusero].

 

[27] μοναχικού κογιότ μερμηγκοφάγος-αρκούδα

coyotesolo (coyotesolo): coyote· από τη γλώσσα náhuatl, επίσης. Κογιότ· ενδημικό είδος της Βόρειας και Κεντρικής Αμερικής, συγγενικό με το τσακάλι. Είναι και μυθολογικό ανθρωπόμορφο ον, το σκυλί του διαβόλου και θεότητα των Αζτέκων. Σε κάποιους μύθους των αυτοχθόνων αναγγέλλει τα βάσανα και το θάνατο, και φέρνει στον κόσμο το χειμώνα κλέβοντας το φως απ’ τη ζωή. Οι λέξεις με πολλαπλές ερμηνείες, που λέγαμε, στον Καρδενάλ.

perico melero ή oso hormiguero: Μυρμηγκοφάγος αρκούδα. Είδος μεγαλόσωμου μυρμηγκοφάγου. Μοναχικό επίσης ζώο της Κεντρικής και Νότιας Αμερικής.

 

[28] Αγριοκούνελο και Γουατούσα

Αγριοκούνελο

Αγριοκούνελο (Πηγή: tumblr.com)

guardatinaja (guardatinaja), Cuniculus paca της Νικαράγουας. Ενδημικό τρωκτικό, ένα από τα μικρότερα και σπανιότερα πλάσματα της Νικαράγουας, με αγκαθωτό τρίχωμα καφετί ή πορτοκαλί, με ρίγες από λευκές στρογγυλοπές βούλες, γι’ αυτό και στον Παναμά ονομάζεται ζωγραφισμένο κουνέλι.

Hμερόβιο, αλλά σε περιοχές με πολλά αρπαχτικά κινείται τη νύχτα και εκτός από πολύ καλός αναρριχητής, ψάχνοντας την τροφή του στα δέντρα, είναι και εξαιρετικός κολυμβητής, που μπορεί να παραμείνει κάτω από το νερό μέχρι και 15 λεπτά, ώσπου να περάσει ο κίνδυνος.

Επιπλέον, σαν τη Γουατούσα (κάτω), είναι ένας πολύ καλός σπορέας, γιατί θάβει τους καρπούς σε διάφορα μέρη, επιστρέφει, τρώει κάποιους και οι υπόλοιποι θα δημιουργήσουν καινούργια φυτά.

Γουατούσα

Γουατούσα

guatusa ή guatuza (προφορά ίδια) –Agouti, οικογ. δασύπρωκτα):

Και η λέξη guatusa προέρχεται από τη γλώσσα náhuatl της εθνότητας των Nahua, των αυτοχθόνων Ίντιων.

Μικρό ημερόβιο θηλαστικό, σαν μεγάλο ποντίκι, σαν αρουραίος (2-3 κιλά, 45-50 εκ.), συγγενεύει με το αγριοκούνελο. Τρέφεται με φρούτα, σπόρους, λουλούδια, φύλλα και έντομα.

Κινείται αθόρυβα, γι’ αυτό και η έκφραση, αθόρυβος σαν γουατούσα (ANL) ή ακόμα κάνει τη γουατούσα (την πάπια), ή como talón de guatuza (σαν τη φτέρνα της γουατούσας): απαλός, λείος (CMHN).

Cabeza de guatusa: Ξανθομάλλης ή με μαλλιά κοκκινωπά (ANL).

Για πληρότητα, έτσι λέγεται (GN, CMHN): «η πρόστυχη χειρονομία με την οποία εκφράζεται συνήθως η αντίδραση στον επίμονο ή στον υποκριτή» (πάλι ο γουατουσέρο!). Aκριβώς ίδια με το επτανησιακό (κυρίως) φάσκελο, άλλο από τη γνωστή μας μούντζα.

Ας δούμε τη σημειολογία του Καρδενάλ, όπου οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία:

Guatusa: Τοποθεσία στην ανατολική περιοχή του Τσοντάλες (βλ. σημ. [26]).

Guatusos(as) ή guatuzos(as): Γηγενής ομάδα που ζει στο βόρειο τμήμα της Κόστα Ρίκα, με ιδιαίτερη μυθολογία –mitología guatusa. Κοκκινομάλληδες Ίντιος, 600 έως 1.000 άτομα, στα Β. της Κόστα Ρίκα (σύνορα με Νικαράγουα).

Εμφανίστηκαν στην περιοχή του Río Frío (Κρύος Ποταμός), που πηγάζει από το έδαφος της Κόστα Ρίκα και χύνεται στη μεγάλη λίμνη ΝικαράγουαCosibolca). Ονομάστηκαν Γουατούσος γιατί εμφανίστηκαν ξαφνικά πάνω απ’ το λόφο La Guatusa της Κόστα Ρίκα, κοντά στη λίμνη Νικαράγουα, ανατολικά.

Εδώ, πάλι η τριπλή αναφορά του ποιητή, με την επισήμανση ότι στη λίμνη Νικαράγουα βρισκόταν η κομούνα του Ερνέστο Καρδενάλ:

Οι γουατούσος, οι Ίντιος, οι αντάρτες του Σαντίνο, που κινούνταν αθόρυβα και εμφανίζονταν ξαφνικά από κει που δεν τους περιμένανε· και οι γουατούσες, οι αρουραίοι, γιατί κρύβονταν στους βάλτους και στις τρύπες.

Το αγριοκούνελο και η γουατούσα, με το συμβολισμό τους για τη ζωή των αγροτών, των κυνηγημένων απ’ τα πιστά σκυλιά των ΗΠΑ, και για τη μάχη του Σαντίνο και των συντρόφων του, που ζούσαν στην κυριολεξία μέσα και κάτω από τους βάλτους και πάνω στα δέντρα (ό.π.π. ο Νερούδα).

Και ακόμη, κατά την αγωνιώδη κάθοδο του Σαντίνο στον τάφο, η «μεταφορά» της κάμερα–πένας από την αφύσικη «τρύπα», που λίγο πριν έχουν κλείσει τα ζώα της Εθνοφρουράς του Σομόσα, στον καθημερινό βίο των αγροτών, που συνεχίζουν, σαν τα μικρά θηλαστικά και σαν τα «πετεινά του ουρανού», τον αγώνα της επιβίωσης μέσα και έξω από τις φυσικές τρύπες των σπιτιών τους.

 

[29] τα νυχτογέρακα ποκόγιος και τα καδέχος τα μυθικά σκυλιά

Νυχτογέρακο – Γουαρδακαμίνο (Πηγή: www.wikiaves.com)

Pocoyos στο πρωτότυπο: Σύμφωνα με το λεξικό CMHN, ηχομιμητική λέξη στη γλώσσα náhuatl, ή πιθανότερο των Μάγια-Κιτσέ —από τις λιγοστές στη νικαραγουανή ομιλία.

Το όνομα προέρχεται από την κραυγή ¡Pukuyú, Pukuyú! του πουλιού Nyctiphrynus ocellatus ή Nyctidromus Albicollis. Είναι γνωστό και ως chotacabra (chotacabraβυζαίνω και γίδα, Αιγοθήλης), του γένους Aegotheles.

Στην Ελλάδα είναι το γιδοβύζι ή γιδοβυζάτρα (ίδια σημασία) επειδή κατά τη λαϊκή παράδοση συνήθιζε να βυζαίνει (να αρμέγει) τις κατσίκες. Γνωστό και ως νυχτογέρακο (nighthawk). Σε άλλες χώρες της Λ.Α. γνωστότερο ως guardacamino.

Μικρό νυχτόβιο πουλί (μέγιστο 20 εκ.) με πολύ μικρό, αλλά πολύ φαρδύ ράμφος σαν του βάτραχου (Nycti-phrynus), που τρέφεται με έντομα.

Νυχτογέρακο – Γουαρδακαμίνο (Πηγή: flickr.com)

Το όνομα guardacamino: φρουρός των δρόμων, προέρχεται από τη συνήθειά του να περιπλανιέται τους χωματόδρομους για αναζήτηση των εντόμων, να συνοδεύει για αρκετό δρόμο τους οδοιπόρους και κατεβαίνει συχνά στο έδαφος, ενώ τα… γουαρδακαμινάκια πετάνε ξαφνικά από πάνω τους (ANL).

Οι λέξεις Guardatinaja, guardacamino, nyctidromus: Πρώτο συνθετικό στις δύο πρώτες ο φρουρός, ο φύλακας. Δεύτερο συνθετικό στην πρώτη το πιθάρι, το κιούπι. Και στις άλλες δυο ο δρόμος.

Οι αγρότες επ-αγρυπνούνε, φρουροί και οδοιπόροι ταυτόχρονα, που κάποτε –δεν μπορεί– θα ξαναπάρουνε ζωή από τη ζωή του Σαντίνο, μέσα από τους θρύλους και τις παραδόσεις τους (βλ. [26]).

[Σημείωση: Με διαφορετικό όνομα συναντάμε το ποκόγιο σε δύο ποιήματά του Νερούδα για τα πουλιά:

Στο Επικό Τραγούδι ως aguaita-camino (στη μέση του δρόμου, δηλαδή, ή μεσοστρατίς, που θα λέγαμε) και atajacamino (παράδρομος, ας πούμε, ή μεσοστρατίς πάλι). Και στο ποίημα Έρχονται τα πουλιά από το Κάντο Χενεράλ.

Για aguaitacamino Βλ. Πάμπλο Νερούδα: Επικό Τραγούδι – Πουλιά της Καραϊβικής. Το Έρχονται τα πουλιά στα προσεχώς].

Καδέχο (cadejos, τα μυθικά σκυλιά)

Καδέχο.

Εξωπραγματικό ον, σκυλόμορφο μυθικό τέρας. Δαιμονική οντότητα από τους μύθους, τους θρύλους και τις παραδόσεις της Κεντρικής Αμερικής, που εμφανίζεται τη νύχτα στους ταξιδιώτες. Μπορεί να έχει τη μορφή ανθρώπου, θηρίου ή δαίμονα (ποιος το είδε άλλωστε;). Υβριδικό ζώο με οπλές τράγου ή/και κέρατα, με όψη σκύλου ή λύκου και με πύρινα, σαν το κάρβουνο, μάτια.

Σε κάποιες παραλλαγές του μύθου γίνεται λόγος για δυο καδέχος: ένα άσπρο καλό και ένα μαύρο κακό· ή τούμπαλιν, που τελικά δεν είναι τίποτα άλλο από την αιώνια μάχη του καλού με το κακό.

Το καδέχο «προσομοιάζει» στον γνωστό μας Κέρβερο (που φυλάει τις ψυχές στον Άδη) ή στον βασιλιά της Αρκαδίας Λυκάονα, που τον μεταμόρφωσε ο Δίας σε λύκο επειδή του είχε δώσει να φάει ανθρώπινο κρέας.

Καδέχος (Πηγή: deviantart.com/kikksi/art/Cadejo)

Ένας θρύλος που έχει τις ρίζες του στους ψυχοπομπούς θεούς ή τις μυθικές θεότητες, που υπάρχουν σε όλες τις μυθολογίες – θρησκείες (ο Αιγύπτιος σκυλοκέφαλος θεός Άνουβις).

Το καδέχο, όπως ο σκυλόμορφος Xólotl –Ξόλοτλ ή Σόλοτλ– των Αζτέκων, από τους οποίους έχει επιρροές η Κεντρική Αμερική, είναι και θεός του καλαμποκιού.

Και ο Καρδενάλ φέρνει το καδέχο σε πρώτο πλάνο μετά το θάνατο του Σαντίνο, για να συνοδέψει την ψυχή του και για να υπογραμμίσει την ανθρωποφαγία που έχει μόλις συντελεστεί απ’ τους αιμοσταγείς λυκάνθρωπους που κατασπαράζουν τη Νικαράγουα στις υπηρεσίες των ΗΠΑ.

 

[30] Γιορόνα (Llorona· κλαίουσα)

Γιορόνα. Από την ταινία του Μάικλ Τσάβες, Η κατάρα της Γιορόνας, 2019 (Πηγή: Pinterest)

Μυθική γυναικεία μορφή της λατινοαμερικάνικης λαογραφίας. Ένα φάσμα. Περιπλανιέται σαν φάντασμα στις πόλεις, στα χωριά και στα ποτάμια, για να βρει τις ψυχές των δυο παιδιών της, που τα σκότωσε, τα ’πνιξε στο ποτάμι και πνίγηκε κι η ίδια, για να εκδικηθεί τον άντρα της, επειδή δεν την αγάπησε, αγαπώντας μόνο τα παιδιά τους, χώρια που πήγε με άλλη γυναίκα.

Και η Γιορόνα δεν κοιμάται ποτέ, αρπάζει παιδιά (σαν τον μπαμπούλα), ψάχνοντας τα δικά της και τα πνίγει στο ποτάμι, κλαίει και οδύρεται, φοβίζει εκείνους που την βλέπουν ή την ακούνε με το γοερό της κλάμα.

Έχει εμπνεύσει, κινηματογραφικές ταινίες, ζωγραφικά έργα, μουσικές και τραγούδια. Μορφή συγγενική με τη δική μας Λάμια –και… κάτι από Μήδεια–, που την αγάπησε ο Δίας και την καταδίκασε η Ήρα (ποιος άλλος;) να μην κοιμάται ποτέ, σαν τη Γιορόνα, έγινε δαίμονας, κατοικούσε στα ποτάμια κι αυτή, γύριζε σαν φάντασμα κι άρπαζε και καταβρόχθιζε παιδιά.

 

[31] και το γιορονοπούλι λέει / την ίδια λυπημένη λέξη, την ίδια λυπημένη λέξη

Γιορονοπούλι (Πηγή: ebird.org/species)

Στο πρωτότυπο, el pájaro pronuncia… το πουλί λέει…: Ποιο πουλί είναι αυτό άραγε; Ψάχνοντας, υπάρχει ένα και μοναδικό πουλί που κλαίει, με το όνομα llorona! Πρόκειται για το πουλί Gaviota Llorona, Bridled tern (Onychoprion anaethetus) ή sooty tern (Onychoprion fuscatus), ένα θαλασσοπούλι σαν τον γλάρο, γνωστό και σαν καπνογλάρονο ή σταχτογλάρονο.

Κι εδώ ο Καρδενάλ, κατά πάσα βεβαιότητα, κάνει και μια αναφορά στην άφατη θλίψη του λαού για τη δολοφονία του Σαντίνο, που εκφράζεται και μέσα απ’ τα τραγούδια του, συμπεριλαμβάνοντας στην ποιητική του φαρέτρα και το… «τραγούδι που κλαίει»:

Πρόκειται για το ομώνυμο λαϊκό μεξικάνικο τραγούδι La Llorona, από τα πιο γνωστά και αγαπημένα τραγούδια τη Λατινικής Αμερικής, μαζί με την Αδελίτα που… πρωτακούσαμε λίγο πιο πάνω και την Κουκαράτσα που έχουμε χιλιακούσει. Έχει γίνει ευρύτερα γνωστό από τη μεγάλη μορφή της Κοσταρικανής Τσαβέλα Βάργας (1919-2012) και πιο πρόσφατα από την αισθαντική φωνή της Μεξικανής Λίλα Ντάουνς (γ. 1968).

(Η εκτέλεση με την Βάργας: https://youtu.be/-kNxXuYWRaU)

Η επιλογή του τραγουδιστή γίνεται από μια πληθώρα τετράστιχων, που αποτελούνται από δυο όμοια δίστιχα (11 και 8 συλλαβές). Εδώ δυο χαρακτηριστικά δίστιχα, που… θα είχε σίγουρα κατά νου ο Καρδενάλ:

Πώς είμαι άκαρδος λένε, Γιορόνα,
για δε με βλέπουν να κλαίω.
Πώς είμαι άκαρδος λένε, Γιορόνα,
για δε με βλέπουν να κλαίω.
Έχει νεκρούς δίχως άχνα Γιορόνα,
μ’ άφατη πίκρα σου λέω!
Έχει νεκρούς δίχως άχνα Γιορόνα,
μ’ άφατη πίκρα σου λέω!

Αλλίμονό μου Γιορόνα, Γιορόνα.
Πάρε με εσύ στα νερά σου.
Αλλίμονό μου Γιορόνα, Γιορόνα,
Πάρε με εσύ στα νερά σου.
Στη σάρπα σου τύλιξέ με, Γιορόνα,
γιατί πεθαίνω μακριά σου.
Στη σάρπα σου τύλιξέ με, Γιορόνα,
γιατί πεθαίνω μακριά σου.

Μόνο που από δω και πέρα, η κουκουβάγια, η Γιορόνα και το γιορονοπούλι και το τραγούδι που κλαίει, θα κλαίνε και για το θάνατο μιας θρυλικής μορφής, από τους «ζωντανούς» θρύλους και τις παραδόσεις της Νικαράγουας, για να την κρατάνε ζωντανή στις μνήμες και στα δίκαια έργα των ανθρώπων.

 

[32] Ουίλιαμ Ουώκερ

William Walker (1824–1860): Ο γκάνγκστερ, ο φιλιμπουστέρο (πειρατής, κουρσάρος, λεηλάτης, λαφυραγωγός, πλιατσικολόγος), ο οποίος επικεφαλής 58 μισθοφόρωνΗ Αμερικανική Φάλαγγα των Αθανάτων–, μετά από μια αποτυχημένη εκστρατεία στο Μεξικό, κατέλαβε τη Νικαράγουα το 1855, για να αυτοανακηρυχθεί «εκλεγμένος» πρόεδρος την επόμενη χρονιά και να εκτελεστεί στην Ονδούρα το 1860, μετά τη δεύτερη αποτυχημένη του προσπάθειά να «επανεκλεγεί» πρόεδρος τη Νικαράγουας. [Βλ. και Ρόκε Δάλτον: Ρεβιζιονιστική Ηφαιστειολογία και Ακροαριστερά – Αφιέρωμα Α΄, σημ. 8].

Και ο Ουίλιαμ Ουώκερ την ώρα που θα τον εκτελούσαν είπε: «Ο Πρόεδρος της Νικαράγουας είναι Νικαραγουανός».

Είναι το ειρωνικό σχόλιο του Καρδενάλ για τον «Νικαραγουανό» τυχοδιώκτη, γραμμένο στα Ισπανικά, όταν το προηγούμενο λεχθέν του Αμερικάνου GarCIA Σομόσα (βλ. σημ. [18]) είναι γραμμένο εις άπταιστον Αμερικανικήν: «I did it, for the good of Nicaragua». Και που εντέλει «εκλέχτηκε» (1936) με τα ίδια παράνομα μέσα και χρηματοδότες.

Ας σημειωθεί ότι το πρώτο ποίημα του Καρδενάλ, το οποίο γράφτηκε αμέσως μετά την επιστροφή του στη Νικαράγουα (1950), είναι ένα μακρόστιχο (476 στίχοι) «χρονικό» που τιτλοφορείται: Με τον Ουώκερ στη Νικαράγουα (Con Walker en Nicaragua). Οι στίχοι του φινάλε (υπογραμ. δικές μου):

Όταν σταμάτησαν
ο διοικητής της φρουράς
διάβασε ένα χαρτί στα ισπανικά,
τις εντολές του σίγουρα.
Και τότε ο Ουώκερ, με μια ήρεμη και αξιοπρεπή φωνή,
χωρίς τρόμο,
μίλησε στα Ισπανικά.
Και οι φιλιμπουστέροι δεν ακούσανε τι είπε.
Μπορούσανε να δούνε απ’ όπου βρίσκονταν
έναν φρεσκοσκαμμένο τάφο εκεί στο χώμα,
και τον Ουώκερ, που μίλαγε, ήρεμος κι αξιοπρεπής,
εκεί πλάι στον τάφο.
Και μίλησε ο άνθρωπος και είπε:
«Ο Πρόεδρος
ο Πρόεδρος της Νικαράγουας, είναι Νικαραγουανός…»
Ακούστηκε το τύμπανο
και η ομοβροντία.
Όλες οι σφαίρες επετύχανε το στόχο.
Από ενενήντα έναν άντρες μονάχα οι δώδεκα κάνανε πίσω.
Κι εκεί, δίπλα στη θάλασσα, χωρίς στεφάνια ή επικήδειο απόμεινε
ο Ουίλιαμ Ουώκερ από το Τενεσί.

Σημ. Το ποίημα γράφτηκε το 195ο, όταν ο Καρδενάλ ήταν 25 ετών, και με αυτό πήρε το Πρώτο Βραβείο της Εκατονταετηρίδας της Μανάγουας το 1952. Δεν έγινε ευρέως γνωστό τότε, παρά μόνο με τη δημοσίευσή του, το 1967, σε λογοτεχνικό περιοδικό της πρωτεύουσας και αργότερα, το 1972, σε Ανθολογία των ποιημάτων του.

 

**

 

Τέταρτο μέρος – Ο Απρίλης είναι ο μήνας ο σκληρός

 

Με μια αριστοτεχνική αλλαγή σκηνικού, βρισκόμαστε 20 χρόνια μετά τη δολοφονία του Σαντίνο, στην «Επανάσταση του Απριλη» (1954).

Ο «τίτλος» δάνειος από την Έρημη Χώρα (1922) του Θ. Σ. Έλιοτ (ο Καρδενάλ τον έχει μελετήσει διεξοδικά, όπως και τον Πάουντ), μας έρχεται στο νου με την εισαγωγή αυτής της ενότητας, η οποία χαρακτηρίζεται από ένα εξομολογητικό, ωστόσο ψύχραιμο, ύφος.

_____________________

 

[33] Οι Μαλίντσες ανθίζουνε σαν τα κορίτσια

Μαλίντσες (Φωτό: www.instagram)

Μalinches: Delonix regia. Φύεται σε ολόκληρη την Καραϊβική και τη Λατινική Αμερική. Πονσιάνα ή Δέντρο της φωτιάς ή Φλαμπογιάν ή Φλογόδεντρο ή Κόκκινη ακακία. Η γνωστή σε μας ακακία με τα ροζ, κίτρινα ή και κόκκινα άνθη.

Οι μαλίντσες ανθίζουνε [σαν τα κορίτσια]…: Το έναυσμα γι’ αυτή τη μικρή προσθήκη-αυθαιρεσία των αγκυλών μού το έδωσε ένας στίχος του Καρδενάλ από το λυρικό χείμαρρο της συλλογής του Γεθσημανή, Ky [Kentucky] (1960):

Τα δέντρα μοιάζουν με λυσίκομα ξανθά και κοκκινάμαλλα
κορίτσια. [Είναι πάλι φθινόπωρο].

 

[34] Αδόλφο Μπάες Μπόνε

Αδόλφο Μπάες Μπόνε (Φωτό: www.geni.com)

Adolfo Báez Bone (1901-1954). Αξιωματικός της Εθνοφρουράς (Guardia Nacional de Nicaragua –GN). Με άλλους αξιωματικούς και πολίτες οργάνωσαν την αποτυχημένη Eξέγερση της 4 Απρίλη 1954 (Rebelión del 4 de abril de 1954), για την ανατροπή του Σομόσα.

Καταζητούνται για τη δολοφονία δύο εθνοφρουρών. Αμοιβή 10.000 Κόρδοβες

1954. Καταζητούνται για τη δολοφονία δύο εθνοφρουρών (Φωτό: es.wikipedia)

Ο Αδόλφο, ο αδελφός του, Λουίς Φελίπε Μπάες Μπόνε (πολίτης) μαζί με τους επίσης πολίτες, Πάβλο Λεάλ (που ζούσε εξόριστος στην Κόστα Ρίκα), τον Λουίς Γαβουάρδι και άλλους συνελήφθησαν, βασανίστηκαν και εκτελέστηκαν.

Εκτελέστηκαν 5 συνολικά αξιωματικοί και 16 πολίτες (οι δύο από την Ονδουρα).

3 ακόμη αξιωματικοί (ο ένας από την Ονδούρα) και 5 πολίτες, συνελήφθησαν και πέρασαν από Στρατοδικείο. Οι δύο από αυτούς, ο Jorge Rivas Montes από την Ονδούρα και ο Νικαραγουανός πολίτης LuisMorales Palacios εκτελέστηκαν. Τα ονόματά τους αναγράφονται στο μνημείο (βλ. [39]).

Ο Καρδενάλ μνημονεύει τον Αδόλφο σε ένα από τα επιγράμματά του, που βρίσκεται σκαλισμένο στο Μνημείο του Σαντίνο στον Λόφο Τισκάπα (Loma de Tiscapa) στη Μανάγουα (βλ. [39]).

 

[35] Τατσίτο Σομόσα: Βλ. σημ. [18] και [38]

 

[36] Mr. Whelan

Ο Αμερικανός πρεσβευτής Thomas E. Whelan.

Συμφωνία μεταξύ της Δημοκρατίας της Νικαράγουας και της κυβέρνησης των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής.
ΠΡΟΕΔΡΙΚΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ Αρ. 8, εγκριθείσα στις 20 Νοεμβρίου 1952.

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας

Συμφωνεί:

Πρώτον· Εγκρίνεται η Συμφωνία, μεταξύ της κυβέρνησης της Δημοκρατίας της Νικαράγουας και της κυβέρνησης των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, για την αποστολή της Πολεμικής Αεροπορίας των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής στη Δημοκρατία της Νικαράγουας, με σκοπό να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα της Νικαραγουανικής Πολεμικής Αεροπορίας, υπογεγραμμένη στην παρούσα πόλη την δεκάτη ενάτη τρέχοντος μηνός Νοεμβρίου, από τον Δρ. Oscar Sevilla Sacasa, Υπουργό Εξωτερικών και τον κ. Thomas E. Whelan, Έκτακτο και Πληρεξούσιο Πρέσβη των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, εκπροσωπούντων τις αντίστοιχες κυβερνήσεις τους […] [Πηγή: legislacion.gob.ni]

 

[37] Sumner Welles

Benjamin Sumner Welles (1892 – 1961): Αμερικανός κυβερνητικός αξιωματούχος και διπλωμάτης. Ήταν ο εξέχων σύμβουλος εξωτερικής πολιτικής του Ρούζβελτ, ειδικός στις λατινοαμερικανικές υποθέσεις. Το 1921 διορίστηκε επικεφαλής του Τμήματος Λατινοαμερικανικών Υποθέσεων. Διαδραμάτισε πρωτεύοντα ρόλο στις σκληρές δικτατορίες των Ματσάδο και Μπατίστα στην Κούβα.

(Βλέπε και: Νικολάς Γκιγιέν: West Indies Ltd. στο Ιστορικό πλαίσιο, για το 1933, φωτό με τον Μπατίστα)

 

[38] και βλέπουνε τον Τατσίτο με τη βελόνα να έρχεται

Ο Αναστάσιο Τατσίτο Σομόσα στο Γουέστ Πόιντ το 1946. «Ομορφόπαιδο, το γαμημένο» (Φωτό: es.wiki)

Μέσα στην τούρτα του προεδρικού μεγάρου, στις φυλακές των υπογείων, μαρτύρησαν χιλιάδες πατριώτες στις φριχτές Noches de torturas (Νύχτες βασανιστηρίων), υπό την επίβλεψη και τη συμμετοχή της οικογένειας Σομόσα αυτοπροσώπως.

Εκεί οργίαζε «το γαμημένο ο Τατσίτο», το ομορφόπαιδο, με τη βελόνα του, αφού ο μπαμπάς του είχε μετατρέψει την Αίθουσα Ραπτικής στο υπόγειο, σε άντρο βασανιστηρίων.

Κι ο Τατσίτο Σομόσα (υιός) πάει στο Προεδρικό Μέγαρο
για ν’ αλλάξει μ’ ένα καθαρό
το λεκιασμένο πουκάμισο.
Λεκιασμένο από αίμα και τσίλι.

οι εξόριστοι ξυπνάνε τη νύχτα ουρλιάζοντας,
ονειρεύονται πως τους χώνουνε «το μηχανάκι» ξανά
ή ότι είναι πάλι δεμένοι
και βλέπουνε τον Τατσίτο με τη βελόνα να έρχεται.

 

[39] Ο Αδόλφο Μπάες Μπόνε· ο Πάβλο Λεάλ χωρίς γλώσσα· / ο Λουίς Γαβουάρδι, ο συμμαθητής μου, που τον εκάψανε ζωντανό / και πέθανε φωνάζοντας «Θάνατος στον Σομόσα!» (Μπάες Μπόνε, σημ. [34])

Ο Αναστάσιο Σομόσα Γαρσία (Τάτσο) με ένα από τα ζωάκια του.
(Φωτό: La Prensa)

Εκεί στο Προεδρικό Mέγαρο σχεδιάστηκε και εκτελέστηκε η δολοφονία του Σαντίνο και των δυο συντρόφων του. Εκεί βρήκαν μαρτυρικό θάνατο οι πολίτες και οι αξιωματικοί της Εξέγερσης της 4 Απρίλη 1954.

Εκεί βρισκόταν και ο «περίφημος» ζωολογικός κήπος του Τάτσο, όπου ο δικτάτορας εξαφάνιζε τους πολιτικούς κρατούμενους ταΐζοντας τα ζωάκια του.

Στην ιστοσελίδα της Εθνικής Αστυνομίας της Νικαράγουας διαβάζουμε:

Στις 21 Φεβ. 2017, 83η επέτειο από το Πέρασμα στην Αθανασία του Στρατηγού των Ελεύθερων Ανδρών και Γυναικών, Αουγούστο Σέσαρ Σαντίνο, το Τμήμα Δημοσίων Σχέσεων της Εθνικής Αστυνομίας πραγματοποίησε μια εκπαιδευτική επίσκεψη – ξενάγηση στο Ιστορικό Μουσείο Loma de Tiscapa, έναν τόπο που φυλάει μέσα στα ερειπωμένα τείχη του την ιστορία εκείνων που βασανίστηκαν από την Εθνοφρουρά του Σομόσα.

[…] Περπατώντας στους διαδρόμους, οι πινακίδες που τοποθέτησε Δημαρχία περιλαμβάνουν στίχους και φωτογραφίες από τα βασανιστηρίων που βίωσαν οι πολιτικοί κρατούμενοι εκείνη την εποχή.

Ήταν μια φρίκη τα αμπαρωμένα κελιά όπου από το μαύρο σκοτάδι δεν μπορούσε να δει κανείς ούτε τα χέρια των φυλακισμένων.

Σε αυτό το μέρος υπήρχε και ένα αίθριο γνωστό ως ο ζωολογικός κήπος του Σομόσα, με άγρια ​​θηρία που καταβρόχθιζαν τους πολιτικούς κρατούμενους.

*

Το πρόσωπο του 16χρονου τηλεγραφητή
(και δεν ξέρουμε ούτε καν τ’ όνομά του)
που μετέδιδε νυχτιάτικα παράνομα μηνύματα
στην Κόστα Ρίκα, τηλεγραφήματα παλλόμενα
που σκίζανε τη νύχτα, μέσα από τη μαύρη Νικαράγουα του Τάτσο
(και δεν θα βρεθεί ποτέ στα βιβλία της ιστορίας)
και τον επιάσανε, και πέθανε κοιτώντας τον Τατσίτο·
το πρόσωπό του τον κοιτάζει ακόμα. Το παιδί
που το βρήκανε τη νύχτα να κολλάει αφισέτες
Ο ΣΟΜΟΣΑ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑΣ ΚΛΕΦΤΗΣ
και το ξεκάνανε μέσα στο δάσος κάτι εθνοφρουροί ξεκαρδισμένοι στα γέλια…

 

***

 

Επίμετρο

Ιστορικό Πάρκο Σαντίνο

 Λόφος Τισκάπα

Όταν σουρουπώνει, η Νικαράγουα
γεμίζει σκιές. Και εμφανίζονται πρόσωπα.
Πρόσωπα μες στο σκοτάδι.
Πρόσωπα μέσα στο αίμα.

η σκιά του Εστράδα· η σκιά του Ουμανσόρ.
η σκιά του Σωκράτη Σαντίνο.
και η μεγάλη σκιά, αυτή του μεγάλου εγκλήματος,
η σκιά του Αουγούστο Σέσαρ Σαντίνο.

 

Ιστορικό Πάρκο Σαντίνο. Αριστερά διακρίνεται το Ηρώο των πεσόντων τον Απρίλη του 1954. Μανάγουα. Λόφος Τισκάπα (Φωτό: el19digital.com)

Το Ιστορικό Πάρκο Σαντίνο βρίσκεται στην κορφή του Loma de Tiscapa (πάνω από τη λίμνη που υπάρχει μέσα στον κρατήρα του ομώνυμου ηφαιστείου), με το Μνημείο του Σαντίνο, ύψους 18 μέτρων, ορατό από όλη τη Μανάγουα, το Μουσείο Σαντίνο και το Ηρώο των πεσόντων στην Εξέγερση της 4 Απρίλη 1954.

**

Loma de Tiscapa

Si muero luchando por la libertad les heredo mi honor y mi ideal.
Αν πεθάνω μαχόμενος για την ελευθερία, αφήνω κληρονομιά την τιμή και τα ιδανικά μου.
Pablo Leal (1954)

Ο Πάβλο Λεαλ «χωρίς γλώσσα» (Επικεφαλής του Κινήματος), Αδόλφο Σαμόρα, Χουάν Ρουίς Τράνια, Μανουέλ Γόμες, Οπτασιάνο Μορασάν και ο Λουίς Γαβουάρδι «ο συμμαθητής μου, που τον εκάψανε ζωντανό» (Φωτό: www.manfut.org)

Τα σκυλιά της φυλακής αλυχτάγανε λυπημένα.
Οι γείτονες κοντά στους στρατώνες ακούγανε τις κραυγές.
Πρώτα ήτανε μόνο μια κραυγή στη μέση της νύχτας
κι ύστερα κι άλλες κραυγές κι ύστερα κι άλλες
και μετά σιωπή… Μια ομοβροντία μετά
και μια μόνη βολή. Ύστερα πάλι σιωπή,

κι ένα ασθενοφόρο.

Και μες στη φυλακή τα σκυλιά πιάνουνε πάλι το κλάμα!

*

Το Ηρώο των Πεσόντων κατά την Εξέγερση της 4 Απρίλη 1954

Μνημείο Σαντίνο. Λόφος Τισκάπα, Μανάγουα. Η πρώτη πλευρά του Ηρώου με την αναθηματική επιγραφή για την Εξέγερση της 4 Απριλίου 1954. (Φωτό: flickr)

Η αναθηματική Επιγραφή

Στις 4 Απριλίου 1954, μια χούφτα ηρωικών πατριωτών, πολιτών και στρατιωτικών, πήρανε τα όπλα ενάντια στην καταπιεστική δικτατορία της οικογένειας Σομόσα, τους συλλάβανε, τους φυλακίσανε, τους υποβάλανε στα πιο φρικτά βασανιστήρια κι ύστερα τους δολοφονήσανε και τους θάψανε σε μέρη μυστικά.

Πενήντα χρόνια μετά τη θυσία τους, το παράδειγμά τους και η μνήμη τους ζούνε ανάμεσά μας.

1954-2004

*

Η πλευρά με τα ονόματα των Ηρώων

Μνημείο Σαντίνο. Λόφος Τισκάπα, Μανάγουα. Η δεύτερη πλευρά του Ηρώου με τα ονόματα των πεσσόντων της 4 Απριλίου 1954 (Φωτό: Jeffrey Greenberg/Universal Images Group via Getty Images)

Στο επάνω μέρος τα λόγια του Πάβλο Λεάλ:

Si muero luchando por la libertad les heredo mi honor y mi ideal.
Αν πεθάνω μαχόμενος για την ελευθερία, αφήνω κληρονομιά την τιμή και τα ιδανικά μου.
Pablo Leal (1954)

Tα ονόματα των πεσόντων

Pablo Leal · José María Tercero · Luis F. Gabuardi · Amado Soler · Adolfo Báez Bone · Luis Báez Bone · Juan Ruiz · Humberto Ruiz · Juan Martínez Reyes · Miguel Reyes · Ernesto Peralta · Rafael Choissel Praslin · Optaciano Morazán · Edgard Gutiérrez · Manrique Umaña · Agustín Alfaro · Carlos Ulises Gómez · Pedro José Reyes · Francisco Granillo · Jorge Rivas Montes · Luis Morales Palacios

*

Η πλευρά με το Επιτάφιο του Ερνέστο Καρδενάλ για τον Αδόλφο Μπάες Μπόνε

Μνημείο Σαντίνο. Λόφος Τισκάπα, Μανάγουα. Το Ηρώο των πεσόντων της 4 Απριλίου 1954. Η πλευρά με το Επιτάφιο του Καρδενάλ για τον Αδόλφο Μπάες Μπόνε (Φωτό: J. Makali Bruton)

Επιτάφιο

Σε σκοτώσανε και δεν μας είπανε ποτέ που θάψανε το σώμα σου,
μα από τότε ολόκληρη η εθνική επικράτεια είναι το μνήμα σου·
ή πιο καλά: σε κάθε σπιθαμή της γης της εθνικής
όπου δε βρίσκεται το σώμα σου, εσύ αναστήθηκες.
Πιστέψανε διατάζοντας το «πυρ!» πως σε σκοτώνανε
Πιστέψανε ότι σε θάβανε
κι αυτό που καταφέρανε ήταν να θάψουνε ένα σπόρο.

Ερνέστο Καρδενάλ, Επίγραμμα, Αρ. 30
Επιτάφιο για τον Αδόλφο Μπάες Μπόνε
Επιγράμματα (1961)

Μετάφραση: Μπ. Ζαφειράτος

 

Ιστορικό πάρκο Σαντίνο . Δεξιά το Ηρώο των πεσόντων τον Απρίλη του 1954. Μανάγουα. Λόφος Τισκάπα (Φωτό: reddit.com)

 

Αλλά ο ήρωας γεννιέται όταν πεθάνει
και το τρυφερό χορτάρι ξαναγεννιέται από τα κάρβουνα.

 

***

 

Το Πρώτο Μανιφέστο του Σαντίνο

 

Στους Νικαραγουανούς, στους Κεντροαμερικανούς, στην Ίντιο-Ισπανική Φυλή

(Αποσπάσματα. Μτφρ.: Μπ. Ζ.)

Ο άνθρωπος που δεν απαιτεί από την πατρίδα του μια σπιθαμή γης για τον τάφο του αξίζει να ακουστεί και όχι μόνο να ακουστεί αλλά και να τον πιστέψουν.

Είμαι Νικαραγουανός και είμαι περήφανος που κυκλοφορεί στις φλέβες μου, περισσότερο από κάθε άλλο, το ίντιο-αμερικανικό αίμα, το οποίο πάππου προς πάππου περιέχει το μυστήριο του να είσαι πιστός και ειλικρινής πατριώτης.

Η σύνδεση της εθνικότητας μου δίνει το δικαίωμα να αναλάβω την ευθύνη για τις πράξεις μου στα ζητήματα της Νικαράγουας και επομένως της Κεντρικής Αμερικής και ολόκληρης της Ηπείρου που μιλάει τη γλώσσας μας, χωρίς να με ενδιαφέρει που οι απαισιόδοξοι και οι δειλοί μού δίνουνε τον τίτλο που ταιριάζει περισσότερο στο δικό τους είδος ευνούχων.

Είμαι εργάτης της πόλης, τεχνίτης που λέμε σε τούτη τη χώρα, όμως το ιδανικό μου βρίσκεται μέσα σε έναν ευρύ διεθνιστικό ορίζοντα, στο δικαίωμα του να είσαι ελεύθερος και να απαιτείς δικαιοσύνη, αν και για να επιτευχθεί αυτή η τελειότητα είναι απαραίτητο να χυθεί το δικό σου και το ξένο αίμα. Πως είμαι πληβείος θα πούνε οι ολιγάρχες, αυτές οι χήνες του βάλτου.

Δεν πειράζει: Η μεγαλύτερη τιμή μου είναι να βγω απ’ τους κόλπους των καταπιεσμένων —που είναι η ψυχή και οι νευρώνες της φυλής—, αυτών που ζήσαμε στη σκιά και στο έλεος των βρομερών πληρωμένων δολοφόνων, εκείνων που βάλανε πλάτη για να εκκολαφθεί το έγκλημα της μεγάλης προδοσίας: Των συντηρητικών της Νικαράγουας που λαβώσανε την ελεύθερη καρδιά της πατρίδας και μας κυνηγήσανε άγρια λες και δεν είμαστε παιδιά του ίδιου έθνους.

[…]

Κοπιάστε λοιπόν εσείς, βρομερή γλίτσα των μορφινομανών· κοπιάστε στη δική μας γη να μας δολοφονήσετε, εδώ που σας περιμένω όρθιος, επικεφαλής του στρατού των συμπατριωτών μου, δίχως να νοιάζομαι για το πόσοι είσαστε· αλλά βάλτε το καλά στο μυαλό σας πως όταν αυτό συμβεί, η συντριβή του μεγαλείου σας θα τραντάξει συθέμελα το Καπιτώλιο της Ουάσινγκτον, και το αίμα σας θα βάψει τον τρούλο του περίφημου Λευκού Οίκου σας, αυτού του άντρου όπου σχεδιάζετε τα εγκλήματά σας.

[…]

Ο πολιτισμός απαιτεί να ανοίξει η Διώρυγα της Νικαράγουας, αλλά να γίνει με κεφάλαια από όλο τον κόσμο και όχι αποκλειστικά της Βόρειας Αμερικής, επειδή η μισή αξία τουλάχιστον των κατασκευών πρέπει να είναι με κεφάλαια από τη Λατινική Αμερική και η άλλη μισή από άλλες χώρες του κόσμου, που θέλουν να έχουν μετοχές στην εταιρεία, και οι Ηνωμένες Πολιτείες της Βόρειας Αμερικής μπορούν να έχουν μόνο τα τρία εκατομμύρια που έδωσαν στους προδότες Τσαμόρο, Δίας, και Κουάδρα Πάσος· και η Νικαράγουα, η χώρα μου, θα παίρνει τους φόρους που δίκαια και νόμιμα της αντιστοιχούν, εξασφαλίζοντας με αυτόν τον τρόπο αρκετά εισοδήματα, ώστε να πάει ο σιδηρόδρομος σε όλη την επικράτειά μας και να μορφωθεί ο λαός μας σε περιβάλλον πραγματικής δημοκρατίας, για να μας σέβονται και να μη μας κοιτάνε με τη σκληρή καταφρόνια που δεχόμαστε σήμερα.

Αδερφέ λαέ:

Εκθέτοντας τον διακαή πόθο μου για την υπεράσπιση της Πατρίδας, σας καλωσορίζω όλους στις τάξεις μας, αδιακρίτως πολιτικού χρώματος, με την προϋπόθεση ότι θα είστε καλοπροαίρετοι για να υπερασπιστείτε την τιμή του έθνους, και να γνωρίζετε ότι με την πάροδο του χρόνου καθένας μπορεί να γελαστεί, αλλά δεν μπορεί να γελάσει τους πάντες.

Ορυχείο Σαν Αλμπίνο, Νέα Σεγόβια, Νικαράγουα, 1 Ιουλίου 1927.

Πατρίδα και Ελευθερία

A. C. Sandino

Πηγή: Atlas Histórico de América Latina y el Caribe (Τόμος 2, σ. 82)

 

***

 

Και μαζί μαυτόν 30!

 

Σέρτζιο Μιτσιλίνι (Ιταλία, 1948). Ο Σαντίνο σε ασημένιο φόντο, 2017 (λάδι σε ύφασμα, 29×19 cm) (Φωτό: la-bottega-del-pittore)

 

Augusto C. Sandino (33) de Niquinohomo, Masaya

Rufo Marín Guillén (26) de El Jícaro, Nueva Segovia.

Francisco Estrada (28) de Managua

Simón González (32) Ονδούρα

Conrado (Coronado) Maradiaga (54) Yuscarán, Ονδούρα

Porfirio Sánchez (33) Ονδούρα

José León Díaz (40) Ελ Σαλβαδόρ

Ramón Uriarte (45) de Managua

Juan Gregorio Colindres (38) de Murra, Nueva Segovia

Pedro Antonio Irías (40) de Murra (αδελφός του Colindres από μητέρα)

Abraham Centeno (40) de Yalí, Jinotega

Pastor “Pastorcito” Ramírez (20) Ονδούρα

Rufino Ramírez (24) Ονδούρα

José F. Rodríguez (άγνωστες η ηλικία και η προέλευση)

Sixto Maradiaga (12) Ονδούρα

Lorenzo Blandón (25) de Estelí,

Leopoldo Téllez (25) de Matagalpa

Manuel Moncada (20) de Murra, Nueva Segovia

Ferdinando Quintero (28) de Estelí

Pedro Cabrera (Cabrerita) (25) de León

Alejandro Pérez (12) de El Chipote, Quilalí

José de la Rosa Tejada (18) Ονδούρα

Carlos Fonseca (24) Ονδούρα (συνωνυμία με τον ιδρυτή του FSLN Μέτωπο Εθνικής Απελευθέρωσης Σαντινίστας)

Marcial Salas (37) Κόστα Ρίκα

Francisco Centeno (24) de La Concordia, Jinotega

Cipriano Tercero (22) de Pueblo Nuevo, Esteli

Santiago Dietrich (17) de El Jícaro, Nueva Segovia

Rodolfo Sevilla (Sevillano) (28) de León

Genaro Gómez (22) de Somoto, Madriz

Fernando Maradiaga (46) de El Chipote, Quilalí

 

*

 

ALBA

 

Η Νικαραγουα μαζί με την Κούβα, τη Βενεζουέλα και 5 μικρά νησάκια της Καραϊβικής (Αντίγουα και Μπαρμπούντα, Ντομίνικα, Άγιος Χριστόφορος και Νέβις, Άγιος Βικέντιος και Γρεναδίνες, Σουρινάμ) συγκροτούν τη Βολιβαριανή Συμμαχία για τους Λαούς της Δικής μας Αμερικής – Συνθήκη Λαϊκού Εμπορίου (Alianza Bolivariana para los Pueblos de Nuestra América – Tratado de Comercio de los Pueblos ή για συντομία ALBA-TCP).

Η Συμμαχία ιδρύθηκε το 2004 με πρωτοβουλία του Τσάβες και του Φιντέλ, σαν απάντηση στην ζώνη ελεύθερου εμπορίου, Free Trade Area of the Americas (FTAA), που σέρνεται από το άρμα των ΗΠΑ.

Σε αυτές τις χώρες επιτίθεται ανηλεώς η ιμπεριαλιστική υπερδύναμη, για να ολοκληρώσει την κυριαρχία της. Τον Νοέμβριο του 2019, καθάρισε με τη Βολιβία, μετά την βίαιη ανατροπή του Μοράλες από τους ΗΠΑνθρώπους.

Μπάμπης Ζαφειράτος, Μάρτης – Απρίλης 2020

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Notice: Only variables should be assigned by reference in /srv/katiousa/pub_dir/wp-content/themes/katiousa_theme/comments.php on line 6

7 Trackbacks

Κάντε ένα σχόλιο: