Ο Λένιν και οι μπολσεβίκοι για τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο και τη σοσιαλιστική επανάσταση

Οι επεξεργασίες του Λένιν και των μπολσεβίκων αποτέλεσαν «φάρο» για την επαναστατική πάλη του προλεταριάτου με διαχρονική αξία.

Το ξέσπασμα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου αποτέλεσε μια πρωτόγνωρη, για εκείνη την εποχή, δοκιμασία για το διεθνές εργατικό κίνημα. Η μεγάλη πλειοψηφία των σοσιαλιστικών – εργατικών κομμάτων – τα οποία είχαν συγκροτηθεί σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες από το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα και σε ορισμένες είχαν σε έναν βαθμό αναπτυχθεί – καταπατώντας τις προηγούμενες διακηρύξεις τους πέρασαν τελικά το ένα μετά το άλλο σε θέσεις σύμπλευσης και υπεράσπισης των κυβερνήσεών τους, προδίδοντας ουσιαστικά τα συμφέροντα της εργατικής τάξης.

Φωτεινή εξαίρεση αποτέλεσαν οι Μπολσεβίκοι στη Ρωσία, οι Σπαρτακιστές στη Γερμανία και ορισμένες ακόμη διάσπαρτες κομμουνιστικές δυνάμεις και ομάδες σε διάφορες χώρες, διατηρώντας σταθερά συνεπείς προλεταριακές – διεθνιστικές θέσεις ενάντια στον πόλεμο, από τη σκοπιά της πάλης για την εργατική εξουσία. Την ώρα που οι σοσιαλσοβινιστές των συμβιβασμένων σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων αναλάμβαναν «ζεστές υπουργικές θεσούλες» για να υπηρετήσουν τον πολεμικό σκοπό, οι μπολσεβίκοι και οι συνεπείς επαναστατικές δυνάμεις αντιμετώπιζαν τις σκληρές διώξεις, την εξορία και την παρανομία.

Οι επεξεργασίες του Λένιν και των μπολσεβίκων αποτέλεσαν «φάρο» για την επαναστατική πάλη του προλεταριάτου με διαχρονική αξία.

Η στάση του κομμουνιστικού κινήματος απέναντι στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο είναι ζήτημα κορυφαίας σημασίας. Δοκιμάζει την ικανότητα της επαναστατικής πρωτοπορίας να χαράσσει γραμμή πολιτικής και ταξικής ανεξαρτησίας, για να μη συρθεί ο λαός στα καλέσματα του κεφαλαίου, να διαμορφώνονται όροι ώστε ευρύτερες λαϊκές μάζες να συνειδητοποιούν ότι ο βασικός εχθρός είναι η εξουσία του κεφαλαίου και όχι οι εργάτες και οι λαοί των άλλων χωρών.

Το ζήτημα αυτό είναι άλλωστε άμεσα συνδεδεμένο, σε συνθήκες πιθανού κλονισμού της αστικής εξουσίας στην εξέλιξη του πολέμου, με την ικανότητα της πάλης της εργατικής τάξης για την εξουσία, για να βγει ο λαός από τα δεινά της πολεμικής καταστροφής αλλά και από τον βάλτο της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης και της «ειρήνης με το πιστόλι στον κρόταφο».

Η ιστορική πείρα έδωσε δίκιο στο Λένιν και στους μπολσεβίκους, καθώς με αυτές τις επεξεργασίες, μέσα σε ένα εξαιρετικά σύνθετο περιβάλλον, κατάφεραν να οδηγήσουν το ρωσικό προλεταριάτο στη νίκη και στο κοσμοϊστορικό γεγονός της Οκτωβριανής Επανάστασης. Πλευρές αυτών των επεξεργασιών παρουσιάζουμε σήμερα μέσα από τη συλλογή κειμένων του Λένιν «Για τον πόλεμο και τη σοσιαλιστική επανάσταση» και την έκδοση «1917: Η Οκτωβριανή Επανάσταση από μήνα σε μήνα», που κυκλοφορούν από τη «Σύγχρονη Εποχή».

Για τον ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα του πολέμου

Οι λενινιστικές επεξεργασίες για τον πόλεμο δεν προέκυψαν ασφαλώς εν μια νυκτίΑποτέλεσαν συνέχεια και ανάπτυξη της σημαντικής θεωρητικής και πολιτικής δουλειάς του μπολσεβίκικου κόμματος όλο το προηγούμενο διάστημα. Είχαν προηγηθεί εξάλλου οι οικονομικές μελέτες του Λένιν για την ανάπτυξη του καπιταλισμού στη Ρωσία όπως και για τα χαρακτηριστικά της ανάπτυξης του μονοπωλιακού καπιταλισμού, που συμπυκνώθηκαν στη συνέχεια στο εμβληματικό του έργο «Ιμπεριαλισμός, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού», που δημοσιεύτηκε το 1916.

Το θεωρητικό και πολιτικό αυτό υπόβαθρο για τον σύγχρονο μονοπωλιακό καπιταλισμό έδωσε τη δυνατότητα στους μπολσεβίκους να τοποθετηθούν με σαφήνεια για τον χαρακτήρα του πολέμου, όταν αυτός ξέσπασε το καλοκαίρι του 1914 με αφορμή τη δολοφονία του αρχιδούκα Φραγκίσκου – Φερδινάνδου, διαδόχου του θρόνου της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας από έναν Σέρβο φοιτητή. Από την πρώτη στιγμή, ο Λένιν επισημαίνει τον ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα του πολέμου, θεμελιώδη διαπίστωση που αποτελεί και βάση για τη διαμόρφωση της στάσης των κομμουνιστών.

Απαντώντας μάλιστα σε όσους έκαναν λανθασμένες αναλογίες με προηγούμενες ιστορικές εποχές, τόνιζε ότι οι Μαρξ και Ενγκελς είχαν θέσει το κριτήριο «ποιας πλευράς πρέπει να εύχεται πιο πολύ την επιτυχία» στις πολεμικές αναμετρήσεις της περιόδου 1850-1870, όταν υπήρχαν ακόμη προοδευτικά αστικά κινήματα. «Στις μέρες μας θα ήταν γελοίο και να σκέφτεται κανείς για προοδευτική αστική τάξη», επισημαίνει, καθώς στο ιστορικό προσκήνιο της ανθρωπότητας έχει πια περάσει το προλεταριάτο.1


«Ο ευρωπαϊκός και παγκόσμιος πόλεμος έχει σαφώς καθορισμένο χαρακτήρα αστικού, ιμπεριαλιστικού, δυναστικού πολέμου. Η πάλη για αγορές και η καταλήστευση ξένων χωρών, η τάση να καταπνίξουν το επαναστατικό κίνημα του προλεταριάτου και της δημοκρατίας στο εσωτερικό των χωρών, η τάση να αποβλακώσουν, να διασπάσουν και να εξοντώσουν τους προλετάριους όλων των χωρών σπρώχνοντας τους μισθωτούς σκλάβους του ενός έθνους ενάντια στους μισθωτούς σκλάβους του άλλου έθνους προς όφελος της αστικής τάξης, αυτό είναι το μοναδικό πραγματικό περιεχόμενο και το μοναδικό πραγματικό νόημα του πολέμου».

«Τα καθήκοντα της επαναστατικής σοσιαλδημοκρατίας στον ευρωπαϊκό πόλεμο» (24 Αυγούστου 1914)

«Και οι δυο ομάδες των εμπόλεμων χωρών δεν μένουν καθόλου πίσω η μια από την άλλη στις ληστείες, στις θηριωδίες και στις ατέλειωτες βαρβαρότητες του πολέμου, για να εξαπατήσουν, όμως, το προλεταριάτο και να αποσπάσουν την προσοχή του από τον μοναδικό πραγματικά απελευθερωτικό πόλεμο – δηλαδή τον εμφύλιο πόλεμο ενάντια στην αστική τάξη τόσο της χώρας “του”, όσο και των “ξένων” χωρών – γι’ αυτόν τον υψηλό σκοπό η αστική τάξη της κάθε χώρας εξυμνεί με υποκριτικές πατριωτικές φράσεις τη σημασία του εθνικού “της” πολέμου και προσπαθεί να κάνει πιστευτό ότι επιδιώκει να νικήσει τον αντίπαλο όχι για λόγους ληστείας και αρπαγής των εδαφών του μα για την “απελευθέρωση” όλων των άλλων λαών, εκτός του δικού της».

«Ο πόλεμος και η σοσιαλδημοκρατία της Ρωσίας» (28 Σεπτέμβρη 1914)

«Είναι μικροαστική και ανόητη πρόληψη ότι τάχα είναι δυνατό να ξεχωρίσουμε τον πόλεμο από την πολιτική των αντίστοιχων κυβερνήσεων, των αντίστοιχων τάξεων, ότι τάχα είναι ποτέ δυνατό να βλέπουμε τον πόλεμο σαν απλή επίθεση που παραβιάζει την ειρήνη και σαν αποκατάσταση ύστερα αυτής της παραβιασμένης ειρήνης. Τσακώθηκαν και συμφιλιώθηκαν! (…) Ο πόλεμος συνδέεται αδιάρρηκτα με εκείνο το πολιτικό καθεστώς από το οποίο πηγάζει. Την ίδια πολιτική, που ένα ορισμένο κράτος, μια ορισμένη τάξη στα πλαίσια αυτού του κράτους εφαρμόζει σε μια μακροχρόνια περίοδο πριν από τον πόλεμο, η ίδια αυτή τάξη τη συνεχίζει και στη διάρκεια του πολέμου, αλλάζοντας μόνο τη μορφή δράσης».

«Πόλεμος και επανάσταση» (14 Μάη 1917)


Για το ζήτημα της ειρήνης

Ο Λένιν αναδεικνύει ότι η περίοδος του πολέμου είναι περίοδος πρωτόγνωρης όξυνσης της ταξικής πάλης, που δημιουργεί και πρωτόγνωρες συνθήκες για τον λαό. «Ο πόλεμος δεν μπορεί να μην προκαλεί στις μάζες τα πιο τρικυμιώδη αισθήματα που διαταράσσουν τη συνηθισμένη νωθρή ψυχική διάθεση. Και δεν είναι δυνατό να υπάρχει επαναστατική τακτική αν δεν αντιστοιχεί στα νέα αυτά τρικυμιώδη αισθήματα».2

Σε τέτοιες συνθήκες οι μάζες του λαού, βιώνοντας πρωτοφανή δεινά, παίρνουν το βάπτισμα του πυρός στην πάλη, διδάσκονται από την ίδια τους την πείρα.

Με βάση την εξέλιξη και την πορεία του πολέμου, ο Λένιν ασχολείται με το ζήτημα των λαϊκών πόθων για ειρήνη και το σταμάτημα της πολεμικής σύγκρουσης, επισημαίνοντας ότι και η ίδια η αστική τάξη για τα συμφέροντά της μπορεί σε κάποια φάση να προβάλει «ειρηνιστικά συνθήματα». Δείχνει ότι τόσο ο πόθος για ειρήνη, αλλά και για όλα όσα περιμένουν από μια ειρηνική ζωή, μπορούν να πραγματοποιηθούν οριστικά μόνο με την ανατροπή της αστικής εξουσίας και τη σοσιαλιστική επανάσταση.


«Για το σύνθημα της “ειρήνης” κάνετε λάθος ότι δήθεν η αστική τάξη ούτε καν θέλει να ακούσει. Σήμερα διάβασα το αγγλικό περιοδικό “Εκονόμιστ”. Οι έξυπνοι αστοί της πρωτοπόρας χώρας είναι υπέρ της ειρήνης, φυσικά χάρη του δυναμώματος του καπιταλισμού (…) Το σύνθημα της ειρήνης αύριο – μεθαύριο θα το αρπάξει η γερμανική αστική τάξη και ιδιαίτερα οι οπορτουνιστές (…) Δηλαδή η ειρήνη εγγυάται καλύτερα την “κοινωνική ειρήνη”, δηλαδή την υποταγή του προλεταριάτου στην αστική τάξη, την καθησύχαση του προλεταριάτου, τη συνέχιση της ύπαρξης του καπιταλισμού».

«Γράμμα προς τον Α. Γκ. Σλιάπνικοφ» (14 Νοέμβρη 1914)

«Μήπως αυτό σημαίνει ότι οι σοσιαλιστές μπορούν να μένουν αδιάφοροι απέναντι στο αίτημα της ειρήνης, που το προβάλλουν ολοένα και πιο πλατιές μάζες; Καθόλου. Αλλο πράγμα είναι τα συνθήματα της συνειδητής πρωτοπορίας των εργατών και άλλο τα αυθόρμητα αιτήματα των μαζών.

Ο πόθος για ειρήνη είναι ένα από τα σπουδαιότερα συμπτώματα που αποκαλύπτουν πως αρχίζει η απογοήτευση για την αστική ψευτιά σχετικά με τους “απελευθερωτικούς” σκοπούς του πολέμου, σχετικά με την “υπεράσπιση της πατρίδας” και τις άλλες απάτες της αστικής τάξης σε βάρος του λαού. Οι σοσιαλιστές πρέπει να φερθούν με την πιο μεγάλη προσοχή απέναντι σ’ αυτό το σύμπτωμα. Ολες οι δυνάμεις πρέπει να κατευθυνθούν στο να χρησιμοποιηθεί η διάθεση των μαζών προς όφελος της ειρήνης. Πώς, όμως, να χρησιμοποιηθεί; Η αναγνώριση του συνθήματος της ειρήνης και η επανάληψή του θα ήταν ενθάρρυνση της “σπουδαιοφάνειας των ανίσχυρων (και πιο συχνά ακόμη χειρότερα: Των υποκριτών) λογοκόπων”. Αυτό θα αποτελούσε παραπλάνηση του λαού με την αυταπάτη ότι οι σημερινές κυβερνήσεις, οι σημερινές άρχουσες τάξεις είναι ικανές, χωρίς “να διδαχτούν” (ή σωστότερα χωρίς να παραμεριστούν) από μια σειρά επαναστάσεις, να συνάψουν ειρήνη που να ικανοποιεί κάπως τη δημοκρατία και την εργατική τάξη. Δεν υπάρχει τίποτε πιο επιζήμιο από μια τέτοια απάτη. Δεν υπάρχει τίποτε που να ρίχνει πιο πολλή στάχτη στα μάτια των εργατών, που να τους υποβάλλει την απατηλή σκέψη ότι η αντίθεση μεταξύ καπιταλισμού και σοσιαλισμού δεν είναι βαθιά, δεν υπάρχει τίποτε που να εξωραΐζει περισσότερο την καπιταλιστική σκλαβιά. Οχι, εμείς πρέπει να επωφεληθούμε από τη διάθεση αυτή προς όφελος της ειρήνης, για να εξηγήσουμε στις μάζες ότι τα αγαθά που περιμένουν από την ειρήνη δεν είναι δυνατό να αποκτηθούν χωρίς μια σειρά επαναστάσεις».

«Το ζήτημα της ειρήνης» (Ιούλης – Αύγουστος 1915)

Τα νέα καθήκοντα που μπαίνουν στην εργατική τάξη σε συνθήκες πολεμικής σύγκρουσης

Το ζήτημα του πολέμου και η στάση του εργατικού κινήματος είχαν απασχολήσει τα σοσιαλιστικά κόμματα από τις αρχές ακόμη του 20ού αιώνα. Εχοντας ξεκάθαρο τον αντιδραστικό χαρακτήρα του πολέμου σε συνθήκες μονοπωλιακού καπιταλισμού και απαντώντας στις απόψεις άλλων σοσιαλιστών της εποχής, ο Λένιν τόνιζε από το 1907 ακόμη, στις εργασίες του Διεθνούς Συνεδρίου της Στουτγάρδης, ότι η πάλη πρέπει να αποβλέπει«στην αντικατάσταση του καπιταλισμού με τον σοσιαλισμό και όχι απλώς στην αντικατάσταση του πολέμου με την ειρήνη».3

Στα κείμενα του Λένιν και των μπολσεβίκων μετά το ξέσπασμα του πολέμου, επισημαίνεται αποφασιστικά ότι η εργατική τάξη πρέπει να στρέψει τα βέλη της στον πραγματικό αντίπαλο, στην εξουσία του κεφαλαίου και το προλεταριάτο κάθε χώρας ενάντια στη δική του κυβέρνηση, που στέλνει τον λαό στη σφαγή.

Οι διαπιστώσεις αυτές συνέβαλαν καθοριστικά στο να μπορέσουν οι μπολσεβίκοι να ανταποκριθούν στις συνθήκες επαναστατικής κατάστασης που γέννησε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, αυτός ο «μεγάλος σκηνοθέτης της επανάστασης», όπως τον ονόμασε ο Λένιν, σε μια σειρά χώρες.


«Η αστική τάξη εξαπατά τις μάζες καλύπτοντας την ιμπεριαλιστική ληστεία με την παλιά ιδεολογία του “εθνικού πολέμου”. Το προλεταριάτο ξεσκεπάζει αυτήν την απάτη κηρύσσοντας το σύνθημα της μετατροπής του ιμπεριαλιστικού πολέμου σε εμφύλιο πόλεμο».

«Η κατάσταση και τα καθήκοντα της σοσιαλιστικής διεθνούς» (1 Νοέμβρη 1914)

Ο Λένιν ασφαλώς δεν μένει μόνο στη διατύπωση ενός γενικού συνθήματος, αλλά εξηγεί τα βήματα και τον τρόπο δουλειάς που πρέπει να ακολουθήσουν οι επαναστατικές δυνάμεις για να προετοιμάζουν και να προσελκύουν τις εργατικές – λαϊκές μάζες. Σε μια επιστολή του προς τον μπολσεβίκο Σλιάπνικοφ αναφέρει χαρακτηριστικά: «Το σύνθημα της ειρήνης, κατά τη γνώμη μου, στη δοσμένη στιγμή δεν είναι σωστό. Είναι μικροαστικό, παπαδίστικο σύνθημα. Το προλεταριακό σύνθημα πρέπει να είναι: Εμφύλιος πόλεμος. Αντικειμενικά από τη ριζική αλλαγή της κατάστασης στην Ευρώπη βγαίνει ένα τέτοιο σύνθημα στην εποχή του μαζικού πολέμου».

(…) Η μετατροπή αυτή [σε εμφύλιο πόλεμο] μπορεί να κρατήσει πολύ, μπορεί να απαιτήσει, και θα απαιτήσει, μια σειρά από προκαταρκτικούς όρους, ωστόσο όλη η δουλειά πρέπει να γίνει ακριβώς πάνω στη γραμμή μιας τέτοιας μετατροπής, πάνω στο πνεύμα και την κατεύθυνση αυτής της μετατροπής. (…) Εμείς δεν μπορούμε να “υποσχεθούμε” εμφύλιο πόλεμο ούτε και να τον “επιβάλλουμε με διάταγμα”, όμως είμαστε υποχρεωμένοι να κάνουμε δουλειά – στην ανάγκη και πολύ μακρόχρονη – προς την κατεύθυνση αυτή».

«Γράμμα προς τον Α. Γκ. Σλιάπνικοφ» (17 Οκτώβρη 1914)

«Μια τέτοια μετατροπή δεν είναι βέβαια εύκολη και δεν μπορεί να γίνει “σύμφωνα με τη θέληση” του ενός ή του άλλου κόμματος. Μα ακριβώς αυτή η μετατροπή βρίσκεται μέσα στις αντικειμενικές συνθήκες του καπιταλισμού γενικά, της εποχής του τέλους του καπιταλισμού ειδικά. Και προς αυτήν την κατεύθυνση, μόνο προς αυτήν την κατεύθυνση, πρέπει να διεξάγουν τη δουλειά τους οι σοσιαλιστές. Να μην ψηφίζουν τις πολεμικές πιστώσεις, να μην ενθαρρύνουν τον σοβινισμό της χώρας “τους” (και των σύμμαχων χωρών), να καταπολεμήσουν πρώτ’ απ’ όλα τον σοβινισμό της “δικής τους” αστικής τάξης, να μην περιορίζονται στις νόμιμες μορφές πάλης όταν αρχίζει η κρίση και η αστική τάξη αφαιρεί η ίδια τη νομιμότητα που δημιούργησε – να ποια είναι η γραμμή δουλειάς που οδηγεί στον εμφύλιο πόλεμο και θα οδηγήσει σ’ αυτόν σε τούτη ή σ’ εκείνη τη στιγμή της πανευρωπαϊκής πυρκαγιάς».

«Η κατάσταση και τα καθήκοντα της σοσιαλιστικής διεθνούς» (1 Νοέμβρη 1914)


Ενάντια στον συμβιβασμό με την αστική τάξη και τους στόχους της

Κεφαλαιώδους σημασίας ήταν η συμβολή των μπολσεβίκων στη διαπάλη με τον συμβιβασμό και τον οπορτουνισμό.

Ο πόλεμος οδήγησε σε ανοιχτές σοσιαλσοβινιστικές θέσεις μια σειρά από μεγάλα και σημαντικά κόμματα της περιόδου, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα της Γερμανίας. Η Ρόζα Λούξεμπουργκ, υπερασπιζόμενη τις συνεπείς προλεταριακές – ταξικές θέσεις, έγραφε απέναντι στην ηγεσία του κόμματος ότι έχει μετατρέψει την ιστορική έκκληση του Κομμουνιστικού Μανιφέστου σε «Προλετάριοι όλων των χωρών ενωθείτε στην ειρήνη και σφαχτείτε μεταξύ σας στον πόλεμο!».4

Ο Λένιν όλα τα προηγούμενα χρόνια είχε αναδείξει την ειδική σύνδεση που υπήρχε ανάμεσα στον ιμπεριαλισμό και την ανάπτυξη του οπορτουνισμού, καλώντας σε ιδεολογικό – πολιτικό και οργανωτικό διαχωρισμό. Η θέση αυτή ήταν σημαντική για να μπορούν οι μπολσεβίκοι αποφασιστικά να παλεύουν μέσα στον λαό ενάντια στον συμβιβασμό τόσο των μενσεβίκων και άλλων μικροαστών σοσιαλιστών στη Ρωσία, όσο και στις υπόλοιπες οπορτουνιστικές δυνάμεις στο διεθνές κίνημα.


«Οι αντικειμενικές συνθήκες του τέλους του 19ου αιώνα δυνάμωσαν εξαιρετικά τον οπορτουνισμό, μετατρέποντας τη χρησιμοποίηση της αστικής νομιμότητας σε δουλοπρέπεια απέναντί της, δημιουργώντας ένα μικρό στρώμα γραφειοκρατίας και αριστοκρατίας της εργατικής τάξης και προσελκύοντας στις γραμμές των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων πολλούς μικροαστούς “συνοδοιπόρους”. Ο πόλεμος επιτάχυνε την εξέλιξη μετατρέποντας τον οπορτουνισμό σε σοσιαλσοβινισμό, μετατρέποντας τη μυστική συμμαχία των οπορτουνιστών σε ανοιχτή συμμαχία με την αστική τάξη.

Η οικονομική βάση του οπορτουνισμού και του σοσιαλσοβινισμού είναι μια και η ίδια: Τα συμφέροντα ενός μηδαμινού στρώματος προνομιούχων εργατών και των μικροαστών, που υπερασπίζουν την προνομιούχα θέση τους, το “δικαίωμά” τους να παίρνουν ψίχουλα από τα κέρδη που πραγματοποιεί η εθνική “τους” τάξη από τη ληστεία των ξένων εθνών, από τα πλεονεκτήματα που της δίνει η κυριαρχική της θέση κ.τ.λ. Το ιδεολογικοπολιτικό περιεχόμενο του οπορτουνισμού και του σοσιαλσοβινισμού είναι ένα και το ίδιο: Συνεργασία των τάξεων αντί πάλη των τάξεων (…)

Η ενότητα με τους οπορτουνιστές σημαίνει σήμερα στην πράξη υποταγή της εργατικής τάξης στην εθνική “της” αστική τάξη, σημαίνει συμμαχία μαζί της για την υποδούλωση ξένων εθνών και για τον αγώνα για τα προνόμια του κυρίαρχου έθνους και είναι διάσπαση του επαναστατικού προλεταριάτου όλων των χωρών».

«Σοσιαλισμός και πόλεμος» (Ιούλης – Αύγουστος 1915)

«Η υπεράσπιση της συνεργασίας των τάξεων, η άρνηση της ιδέας της σοσιαλιστικής επανάστασης και των επαναστατικών μεθόδων πάλης, η προσαρμογή στον αστικό εθνικισμό, το γεγονός ότι ξεχνούν πως τα όρια της εθνότητας ή της πατρίδας είναι ιστορικά – μεταβατικά, η μετατροπή της αστικής νομιμότητας σε φετίχ, η άρνηση της ταξικής άποψης και της ταξικής πάλης από φόβο μήπως απομακρυνθούν οι “πλατιές μάζες του πληθυσμού” (διάβαζε: Της μικροαστικής τάξης) – αυτές είναι αναμφισβήτητα οι ιδεολογικές βάσεις του οπορτουνισμού».

«Η κατάσταση και τα καθήκοντα της σοσιαλιστικής διεθνούς» (1 Νοέμβρη 1914)


Στο δρόμο προς την Οκτωβριανή Επανάσταση

Ο θεωρητικός και πολιτικός αυτός εξοπλισμός έδωσε τη δυνατότητα στους μπολσεβίκους να δουλέψουν ανυποχώρητα στην πράξη με αυτή την πολιτική γραμμή, μέσα στον λαό που βασανιζόταν από την πείνα και τις ελλείψεις, μέσα στον στρατό, που όσο περνούσαν οι μήνες ολοένα και δυνάμωνε η αγανάκτηση απέναντι στη ρωσική τσαρική κυβέρνηση.

Στην εικονογραφημένη έκδοση «1917: Η Οκτωβριανή Επανάσταση από μήνα σε μήνα» περιλαμβάνονται μοναδικά ντοκουμέντα της εποχής, προκηρύξεις, φυλλάδια που κυκλοφορούσαν οι μπολσεβίκοι εκείνη την περίοδο και δείχνουν τη δουλειά που έκαναν στους εργάτες και στρατιώτες που είχαν εξαθλιωθεί και αγανακτήσει από τον πόλεμο. Οι επαναστατημένοι εργάτες και στρατιώτες ήταν που γκρέμισαν τον τσάρο τον Φλεβάρη του 1917, συγκρότησαν τα επαναστατικά όργανα εξουσίας, τα Σοβιέτ, και με την καθοδήγηση του μπολσεβίκικου κόμματος άνοιξαν τον δρόμο για τη μεγάλη νίκη της σοσιαλιστικής επανάστασης τον Οκτώβρη.


Ποιος άλλος, εκτός από τους εργάτες, μπορεί να σταματήσει την κατασκευή κανονιών, βλημάτων για να πάψει η σφαγή; Ποιος άλλος μπορεί να υψώσει την ένδοξη σημαία της ρωσικής επανάστασης; Πλησιάζει η ώρα της μεγάλης λύσης, της μεγάλης δίκης των υπαίτιων του μεγαλύτερου στην ιστορία εγκλήματος κατά της ανθρωπότητας… Φτάνουν οι θυσίες για τη δόξα του κεφαλαίου. Ο κοινός μας εχθρός βρίσκεται ακριβώς πίσω μας.

Από προκήρυξη μπολσεβίκων στο Αικατερίνοσλαβ

Σύντροφοι, είναι καιρός πια να θέσουμε τέρμα στον πόλεμο κατά των Γερμανών και να αρχίσουμε να πολεμάμε ενάντια στον πραγματικό μας εχθρό – τον τσάρο και την κυβέρνηση… Ετοιμαστείτε, αδέλφια, συνεννοηθείτε, συμβουλευτείτε ο ένας τον άλλο και, όταν χρειαστεί, θα υπερασπίσουμε τον εαυτό μας… Ξύπνα, λοιπόν, ξεσηκώσου, εργαζόμενε λαέ! Ξεσηκώσου στην πάλη, πεινασμένε λαέ, εμπρός, εμπρός!

Από τυπωμένα φυλλάδια που κυκλοφορούσαν οι μπολσεβίκοι του χωριού Σόστκα, του κυβερνείου Τσερνίγκοφ

Σύντροφοι, φτάνει πια να σφυρηλατούμε τις αλυσίδες μας. Δεν μπορούμε να περιμένουμε μέχρι να πεθάνουμε από την πείνα και το κρύο, δεν θα γίνουμε πρόβατα και δεν θα πάμε στο τσαρικό σφαγείο για χάρη της παραξενιάς μιας χούφτας παράσιτων… Αν είναι να πεθάνουμε πριν την ώρα μας, καλύτερα να πεθάνουμε στην τίμια μάχη, στην πάλη για ελευθερία, και όχι στον επονείδιστο αδελφοκτόνο πόλεμο. Θυμηθείτε τους πρώτους αγωνιστές που έπεσαν με τιμή στο όνομα της ελευθερίας και ας αρχίσουμε να πραγματοποιούμε τη μεγάλη υποθήκη τους.

Από την προκήρυξη της επιτροπής του ΣΔΕΚΡ (μπ.) του Ροστόφ – Ναχιτσέφσκι του Ντον

25 Φλεβάρη 1917

Η ζωή έγινε αφόρητη. Δεν έχουμε να φάμε. Δεν έχουμε να ντυθούμε. Δεν υπάρχει θέρμανση.

Στο μέτωπο αίμα, ανάπηροι, θάνατος. Η επιστράτευση, η μια πίσω απ’ την άλλη. Τα τρένα, το ένα μετά τ’ άλλο: Σαν κοπάδια ζώων στέλνονται τα παιδιά μας και τα αδέλφια μας στην ανθρωποσφαγή.

Δεν πρέπει να σωπαίνουμε!

Το να δίνουμε τα αδέλφια μας και τα παιδιά μας στο σφαγείο, ενώ εμείς οι ίδιοι πεθαίνουμε από το κρύο και την πείνα, και να σωπαίνουμε ατέλειωτα, είναι δειλία παράλογη, εγκληματική, άτιμη.

…Ηρθε η ώρα της ανοιχτής πάλης. Οι απεργίες, τα συλλαλητήρια, οι διαδηλώσεις, δεν θα αποδυναμώσουν την οργάνωση. Θα τη δυναμώσουν παραπέρα. Εκμεταλλευθείτε κάθε περίπτωση, κάθε ημέρα. Πάντοτε και παντού με τις μάζες και τα δικά μας επαναστατικά συνθήματα!

…Καλέστε τους όλους στην πάλη. Καλύτερα να πεθάνουμε με ένδοξο θάνατο, παλεύοντας για την εργατική υπόθεση, παρά να σκοτωθούμε για το κεφάλαιο στο μέτωπο, ή να χτικιάσουμε από την πείνα και την βαριά δουλειά.

Από προκήρυξη της Επιτροπής Πετρούπολης του Κόμματος των Μπολσεβίκων


Σημειώσεις:

1. Β. Ι. Λένιν, «Κάτω από ξένη σημαία» (Γενάρης 1915), Απαντα, τ. 26, σ. 137

2. Β. Ι. Λένιν, «Για την ήττα της κυβέρνησης της χώρας σου στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο», Απαντα, τ. 26, σ. 296

3. Β. Ι. Λένιν, «Το διεθνές σοσιαλιστικό συνέδριο της Στουτγάρδης» (Αύγουστος 1907), Απαντα, τ. 16, σ. 78

4. Ρ. Λούξεμπουργκ, «Το ξαναχτίσιμο της Διεθνούς», στη συλλογή «Ο βασικός εχθρός βρίσκεται στην ίδια μας τη χώρα», σ. 97, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή»

Ριζοσπάστης

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: