Οι στίχοι του απλοί, λαγαροί, άμεσοι. Το έργο του Γ. Δροσίνη αποπνέει ανθρωπιά, που δεν θα σταματήσει ποτέ ν’ αποτελεί τον συνδετικό ιστό που ενώνει εποχές και ανθρώπους.
Μια μάνα απευθυνόμενη στο μικρό αγόρι της, με αισιοδοξία και πίστη, του μιλά για τις μανάδες που αγωνίστηκαν και θα συνεχίσουν να αντιπαλεύουν τον παλιό κόσμο, αλλά και εκείνο «το πιο δύσκολο / το πιο βαρύ», που «είναι να νικάς την απογοήτευση / και νάναι πάντα η ψυχή του / ψυχή μαχητή».
Έριξε ο Σκόμπυ όλα του τ’ αεροπλάνα, τα κανόνια και τα τανκς ενάντια στον άοπλο λαό της Αθήνας για να του πάρει τη λευτεριά την ακριβοπληρωμένη από τα χέρια του…
Ίσα-ίσα, που η πραγματικότητα σήμερα, 4 Δεκεμβρίου του έτους 1944, τρέχει πολύ γρηγορότερα κι’ εγγίζει περιοχές όπου η φαντασία μου στέκεται μουδιασμένη. Δέκα ντουφέκια, ένα πολυβόλο, μια κάσα πυρομαχικά κι ένα καλάθι με χειροβομβίδες είναι οι επισκέπτες μου που τους καλωσορίζω με παγωμένα μειδιάματα.
“…Τούτο της Γης το θαλασσόδαρτο αγκωνάρι. Λικνίζει κάτου από το Δρύ και την Ιτιά το Διάκο, τον Κολοκοτρώνη και τον Άρη.”
Σημαντικός λυρικός ποιητή μας της μεταπολεμικής περιόδου, ο Λάμπρος Πορφύρας γεννήθηκε το 1879 και έφυγε από τη ζωή στις 3 του Δεκέμβρη 1932.
Αφιερώνεται στους συναγωνιστές, από το κίνημα κατά των αιολικών ανεμοτεράτων, που απειλούνται με διώξεις. ΟΧΙ στην τρομοκρατία και την ποινικοποίηση των αγώνων.
Η μάχη που έδωσε ο λαός της Αθήνας για 33 μέρες, με μπροστάρη το ΚΚΕ, με το όπλο στο χέρι, την προκήρυξη, το χωνί, τα οδοφράγματα, ενάντια στην αστική τάξη και τους Άγγλους ιμπεριαλιστές, αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για κορυφαίους λογοτέχνες και ποιητές.
Φιντέλ: Πόσα τουφέκια φέρνεις; Ραούλ: Πέντε. Φιντέλ: Και δύο που έχω εγώ, εφτά! Εντάξει, τώρα κερδίζουμε τον πόλεμο!
Το κοχύλι με έναν κοφτό ήχο έσπασε στα δύο, κόβοντας την παλάμη του. Το αγόρι έφερε αργά το χέρι του μπροστά του και κοίταξε το κομματιασμένο από την οργή κοχύλι και τις σταγόνες από το αίμα του που γυάλιζαν πάνω του. Εκεί βρισκόταν η δύναμη.