Έλα να σχεδιάσουμε μαζί την σωτηρία μου, και θα την καμουφλάρουμε καλά.
“Που θα πάτε, που θα πάτε! Κομποδιάστε τα κλεμμένα, κρύψτε και τ’ ασημικά σας να τα χαίρεται η σκουριά Θάβγουμε κι εμείς παγάνα, θα σας εύρουμε ως τον ένα, και στην πόλη μέσα αν είστε και στ’ απόμερα χωριά…”
Στις 18 του Οκτώβρη 1979, η Σουηδική Ακαδημία αναγγέλλει την απονομή του Βραβείου Νόμπελ Λογοτεχνίας στον Οδυσσέα Ελύτη.
Σινιόροι! Είναι διαβολεμένα όμορφο να ’χεις το δικαίωμα να λες τους άνθρώπους δικούς σου! Κι ακόμα πιο όμορφο να τούς νιώθεις δικούς σου, στενά δικούς σου, σόι σου, που γι’ αυτούς η ζωή σου δεν είναι παίξε-γέλασε!
Ε, λαέ των Κούρδων Πόσες φορές σε πρόδωσαν οι σύμμαχοι…; Πότε θα γίνουν όλα αυτά μαθήματα…; Οι σύμμαχοί σου δεν είναι παρά τα βουνά
Το αίμα που ’χαν τα κλαδιά επότισε το χώμα. Ανθίσανε, καρπίσανε, κι αγκαλιαστά γελούνε.
“…που μες στο αίμα των πολλών τσαλαβουτούν οι λίγοι και που η αλήθεια γίνεται κατασκευής παιγνίδι…”
“…Δε ζητάμε άλλα δικαιώματα γιατί ξεχάσαμε πια το χειρισμό τους. Δε ζητάμε πιο πολλή επιείκεια γιατί δεν ξέρουμε καλά τον εαυτό μας.”
Τέλος κύκλου.
Αυτό που προσδοκάς δε θα το ζήσεις, σου μήνυσε μια μοίρα κάποιο βράδυ κι αλλιώτικα στον κόσμο να βαδίσεις για να ‘χεις στη ζωή κι εσύ μεράδι.