Τρία στεφάνια και χίλιες μνήμες στο Γοργοπόταμο!

“Ο ουρανός σκοτείνιασε και ακούστηκε ένα σάλπισμα που σήμαινε ΠΡΟ-ΧΩ-ΡΕΙ-ΤΕ! Κοίταξε γύρω του και όλα είχαν αλλάξει. Τα ερειπωμένα σπιτάκια ήταν φυλάκια με οπλισμένους Ιταλούς, δίπλα του ήταν αντάρτες Ελασίτες”.

Ο αγαπημένος μας φίλος και αναγνώστης Άγγελος Κοντ. μοιράστηκε μαζί μας μια πολύ όμορφη στιγμή του κι εμείς τη μοιραζόμαστε με την άδειά του μαζί σας!

“Ο Δεκέμβριος έχει φτάσει και ο μοναχικός, ορεσίβιος τύπος,  όπως κάθε χρόνο, πήγε στο ιστορικό γεφύρι στο Γοργοπόταμο να καταθέσει 3 στεφάνια.

Το πρώτο για τους αντάρτες που πολέμησαν και το γκρέμισαν.

Το δεύτερο για τους 14 πατριώτες που εκτελέστηκαν για αντίποινα.

Το τρίτο για τους νεκρούς από την νάρκη των παρακρατικών (Τι ειρωνεία! Δεν είχαμε νεκρό στη μάχη και είχαμε στον εορτασμό, 22 χρόνια αργότερα).

Στο χωριό που μεγάλωσε, δεν χόρταινε να ακούει τις διηγήσεις των παλαιότερων για αυτό το γιοφύρι. Οι δεξιοί να εξυμνούν τους μεν και οι αριστεροί τους δε.

Κάθε μέρα, αυτές οι συζητήσεις. Ρουφούσε σαν σφουγγάρι την κάθε λεπτομέρεια, την κάθε λέξη, ακόμα και την κάθε υπερβολή. Έπλαθε στο παιδικό του μυαλό δικές του ιστορίες και εικόνες, που τον συνόδευσαν και στη μετέπειτα ενήλικη ζωή του.

Μεσήλικας πλέον κι η βροχερή Κυριακή του Δεκέμβρη τον βρήκε εκεί. Μετά το τελετουργικό, κοίταξε ψηλά σιγοψιθυρίζοντας ένα παλιό αντάρτικο σκοπό και είδε το ουράνιο τόξο να απλώνεται επιβλητικά πάνω από το γεφύρι, σαν ασπίδα προστασίας για τους φέροντες το δίκαιο σε εκείνη τη μάχη.

Θυμήθηκε τα λόγια του παππού του για το ουράνιο τόξο. “Στις άκρες του χορεύουν οι νεράιδες και τα ξωτικά κρύβουν θησαυρούς “. Η ανάμνηση του αγαπημένου του παππού, τού έφερε ένα χαμόγελο στα μονίμως σφιγμένα χείλη του και αποφάσισε να πάει να βρει τη νότια άκρη του τόξου, εις μνήμην του.

Περπάτησε γοργά, από φόβο μην εξαφανιστεί το φαινόμενο και κατάφερε να το προλάβει. Ούτε νεράιδες βρήκε να χορεύουν, ούτε ξωτικά να σκάβουν. Αποφάσισε να σκάψει ο ίδιος, έτσι για να περάσει η ώρα του και να αποσπάσει το μελαγχολικό μυαλό του από άλλου είδους σκέψεις.

Ανάμεσα σε δύο γέρικα πλατάνια. Εκεί ξεκινούσε το ουράνιο τόξο! Άρχισε να σκάβει, χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία, αφού το έδαφος ήταν μαλακό λόγω της συνεχούς, πολυήμερης βροχόπτωσης.

Ξάφνου, ακούστηκε ο χαρακτηριστικός ήχος μετάλλου πάνω σε μέταλλο. Έκπληκτος, άφησε το φτυάρι και συνέχισε τη δουλειά με γυμνά χέρια. Με πολύ προσεκτικές κινήσεις απομάκρυνε το χώμα γύρω από το μεταλλικό αντικείμενο στο υπέδαφος και αποκάλυψε ένα σκουριασμένο και πολυκαιρισμένο περίστροφο τύπου NAGANT M1895 . Τέτοια χρησιμοποιούσε η χωροφυλακή και πολλά από αυτά ήταν στα χέρια των ανταρτών ως λάφυρα.

Αφού έδιωξε και τους τελευταίους κόκκους χώματος από το όπλο, άρχισε να το περιεργάζεται. Όπως τα μικρά παιδιά όταν παίρνουν ένα νέο παιχνίδι και ενθουσιάζονται, έτσι και ο μοναχικός άνθρωπος άρχισε να “παίζει ” και να “πυροβολεί” προς το νότιο βάθρο, όπως ο Διαμαντής και ο Κωστούλας 8 δεκαετίες πριν. Το μυαλό του έκανε ένα ταξίδι στο χρόνο, τότε που έπλαθε εικόνες και ιστορίες βάσει αυτών που άκουγε από τους παλαιότερους.

Ο ουρανός σκοτείνιασε και ακούστηκε ένα σάλπισμα που σήμαινε ΠΡΟ-ΧΩ-ΡΕΙ-ΤΕ! Κοίταξε γύρω του και όλα είχαν αλλάξει. Τα ερειπωμένα σπιτάκια ήταν φυλάκια με οπλισμένους Ιταλούς, δίπλα του ήταν αντάρτες Ελασίτες.

Κοίταξε βόρεια,και είδε και άλλους Ιταλούς αλλά και δικούς μας, Εδεσίτες κυρίως. Η μάχη άρχισε ταυτόχρονα και στα 2 φυλάκια. Είδε τα πάντα. την εύκολη φαινομενικά κατάληψη του νότιου βάθρου,την υποχώρηση στο βόρειο, την  ορμή του Νικηφόρου. Είδε τον Καραλίβανο να σηκώνει με τα θεόρατα χέρια του τα συρματοπλέγματα,με κίνδυνο της ζωής του για να περάσουν από κάτω οι συναγωνιστές του. Είδε την κόκκινη φωτοβολίδα, σημάδι ότι κατελήφθη το γιοφύρι. Είδε και τους 12 Άγγλους να τοποθετούν τα εκρηκτικά στους 2 ατσάλινους πυλώνες.

Άκουσε τα 3 απανωτά, μακρόσυρτα σφυρίγματα, σημάδι ότι επίκειται έκρηξη. Είδε τη λάμψη, άκουσε την έκρηξη,ένιωσε το ωστικό κύμα. Είδε το γιοφύρι να πέφτει. Είδε και κάτι ακόμα, που δεν παρέπεμπε όμως σε καμία διήγηση. Είδε μια μελαχρινή αντάρτισσα, άκουσε τον Πελοπίδα να τη φωνάζει με το ψευδώνυμο “Μυρτιά”. Κοντοστάθηκε και σκέφτηκε ότι το κανονικό της όνομα θα μπορούσε να είναι Κατερίνα και το δώρο για την ονομαστική της εορτή ήταν η συμμετοχή της στην επιχείρηση αφού αυτή συνέβη 25 Νοεμβρίου, ανήμερα της Αγίας Αικατερίνης.

Κοίταξε τον συννεφιασμένο ουρανό ξανά και είδε 2 κόκκινες φωτοβολίδες. Σύμφωνα με το ευφυέστατο σχέδιο, αυτό σήμαινε ανασύνταξη και οργανωμένη αποχώρηση με προορισμό το χωριό Μαυρολιθάρι. Έτσι και έκανε και αυτός. Βυθισμένος στις σκέψεις του, ξεκίνησε τον ανηφορικό δρόμο.

Βίωσε με το μυαλό του όλο αυτό που ήξερε από διηγήσεις των παλαιότερων. Αυτών που η ιστορία, η γραμμένη από τους “νικητές “, δεν βρήκε μια παράγραφο να τους αφιερώσει. Αυτών που σκεπάστηκαν από το ποτάμι της λήθης.

Όσο βαστούν τα πόδια του και τα λογικά του,θα τιμάει αυτούς. Με αυτές τις σκέψεις κοιμήθηκε κατάκοπος και ευτυχής”.

Άγγελος Κοντ.

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: