Ο Χάρης (Ρεπορτάζ κάτω απ’ τις ερπύστριες)

Σήμερα ο Χάρης είναι γνωστός Κνίτης. Είναι όμως και τόσο σεμνός. Δεν θέλει να μιλούν για τα κατορθώματά του. Αλλά είναι και αφανής, όπως τον γνώρισα. Εννοώ αφανής ήρωας. Τότε ήταν μικρός. Σήμερα είναι κοτζάμ παλικάρι. Και μικρός όμως ήταν και στάθηκε παλικάρι. Ποτέ δεν φοβήθηκε…

Το φίλο μου τον Χάρη τον γνώρισα στις πιο μαύρες μέρες της δικτατορίας. Κάπου στα μέσα του ’67. Μέσα στη βαθιά παρανομία. Κάπου σε μια γειτονιά. Ήταν εργατάκος και μαθητής. Τη μέρα δουλειά. Το βράδυ σχολείο. Και στα διαλείμματα…

Το πραγματικό του όνομα είναι άλλο. Πιο ωραίο. Κι οπωσδήποτε ηρωικό. Δεν θα το φανερώσω. Ας μείνει άγνωστο. Δεν έχει σημασία που έχουμε δημοκρατία. Και παλιότερα είχαμε δημοκρατία. Αλλά είχε το «διάολο» μέσα της. Και μια «ωραία» πρωία, το ’θελε είτε όχι, «μας τον φόρεσε» το φασισμό!…

Σήμερα ο Χάρης είναι γνωστός Κνίτης. Είναι όμως και τόσο σεμνός. Δεν θέλει να μιλούν για τα κατορθώματά του. Αλλά είναι και αφανής, όπως τον γνώρισα. Εννοώ αφανής ήρωας. Τότε ήταν μικρός. Σήμερα είναι κοτζάμ παλικάρι. Και μικρός όμως ήταν και στάθηκε παλικάρι. Ποτέ δεν φοβήθηκε.

Από παρανομία δεν είχε ιδέα. Τότε την πρωτοζούσε και τη μάθαινε. Μάθαινε να δουλεύει συνωμοτικά. Είχε πάντα το στόμα κλειστό για ό,τι ήξερε. Και για ό,τι έβλεπε, τα μάτια του δεκατέσσερα.

Ερχόταν πότε-πότε σ’ ένα παράνομο σπίτι που κρυβόμουνα. Μου έφερνε φαγητό και νέα. Ερχόταν όταν τον έστελνε η θεία του. Χωρίς «εντολή» δεν ερχόταν ποτέ, μόλο που λαχταρούσε να δει το «θείο».

Έκοβε πέρα στο σοκάκι της γειτονιάς. Έκανε πολλά κόλπα και ζιγκ ζαγκ. Παίζοντας και παιχνιδίζοντας ξεγελούσε τους χαφιέδες που κόβαν τις κινήσεις στο δρόμο. Και τρύπωνε ξαφνικά στην αυλή. Μια-δυο φορές είχε έρθει και με την αδερφή του, τη Ρηνιώ. (Άλλο είναι κι αυτηνής το πραγματικό). Κι εκείνη «πονηρό» παιδί. Κάτι είχε «μυριστεί». Τον έπαιρνε από πίσω. Δεν μπορούσε να της ξεφύγει. Αν και προτιμούσε να κάνει τις «δουλειές» του μόνος του, για να ’χει το κεφάλι του ήσυχο.

Και η Ρηνιώ ήταν προσεχτική. Τσιμουδιά δεν έβγαζε. Συνεριζόταν όμως τον Χάρη. Νόμιζε πως είχα εμπιστοσύνη μόνο σ’ αυτόν.

Κάποτε ήρθαν και καθαρίσαμε μαζί μπιζέλια για μαγείρεμα. Μια άλλη φορά ήρθαν να μου πουν «τα κάλαντα»! Και μου ανακοίνωσαν πως τα λεφτά που μάζεψαν απ’ τα κάλαντα τα προσφέρουν στο Κόμμα.

***

Τότε δεν υπήρχε ΚΝΕ. Θα γεννιόταν λίγο αργότερα. Αλλά εγώ τα θεωρούσα από τότε Κνιτάκια. Λάτρευαν τον Λένιν. Αγαπούσαν το Κόμμα. Άκουγαν «Φωνή της Αλήθειας» και Μόσχα. Πονούσαν για τους πολιτικούς κρατούμενους. Ο θείος τους ήταν κρατούμενος στη Γιούρα. Μοίραζαν προκηρύξεις. Δεν φοβούνταν τη χούντα. Διάβαζαν παράνομο τύπο. Αυτά ήταν αρκετά. Η χούντα τότε ακόμα ήταν στις δόξες της. Κρατιόταν γερά στην εξουσία. Ο πρωτοδικτάτορας, «φουσκωμένος διάνος» καθόταν πάνω στις «δάφνες» του. Και σαν βραχνοκόκορας έβγαζε κάθε τόσο «πύρινους λόγους» και επαναλάβαινε συχνά εκείνο το αμίμητο «εστέ βέβαιοι»! Το αντιδικτατορικό κίνημα ήταν ακόμα αδύνατο. Κι εμείς απ’ την παρανομία παλεύαμε να το αναπτύξουμε.

Ο Χάρης μια μέρα μού έφερε καταπληκτικά νέα απ’ το σχολείο του. Ο δάσκαλος έκανε κήρυγμα φιλοχουντικό. Και τα παιδιά τον γιουχάισαν. Έγραψαν και αντιδικτατορικά συνθήματα στους πίνακες και στους τοίχους. Κι ο δάσκαλος τα τιμώρησε. Όλα αυτά τα γράψαμε ψιλά-ψιλά σ’ ένα χαρτάκι και τα «ταχυδρομήσαμε» στην «Αδούλωτη Αθήνα» (την παράνομη εφημερίδα της ΚΟΑ), που τα δημοσίευσε. Τα διάβασε αργότερα ο Χάρης -μου φαίνεται τ’ άκουσε και απ’ τη «Φωνή της Αλήθειας»- και πετούσε από χαρά.

***

Πέρασε καιρός από τότε. Φτάσαμε στο καλοκαίρι του ’68 και δεν είχα πιαστεί ακόμα. Τότε οι νεολαίοι έκαναν τις πρώτες προσπάθειες για την ίδρυση της ΚΝΕ. Κι εμείς, οι παλιοί Επονίτες, φροντίζαμε να τους βοηθήσουμε.

Εκείνη την περίοδο πέρασα από ’να σπίτι και ήθελα βιαστικά να συναντηθώ με κάποιο πρόσωπο. Ειδοποίησα να ’ρθει ο Χάρης στο σπίτι. Και ήρθε σε λίγο ο λεβέντης αναψοκοκκινισμένος, λαχανιασμένος, κρατώντας ένα περιστεράκι στα χέρια του. Είχε καταλάβει πως θα ’βρίσκε εμένα. Χάρηκε αφάνταστα, γιατί είχε καιρό να με δει. Τον αγκάλιασα, τον φίλησα. Μου είπε πολλά νέα.

Χωρίς αργοπορία τού δίνω ένα χάπι και του λέω:

«Βάλ’ το στο στόμα σου να το πας στη θεία σου. Θα πας τρεχάλα. Δεν θα λοξοδρομήσεις. Στο δρόμο σε κανέναν δεν θα μιλήσεις. Δεν θα το φτύσεις. Δεν θα το καταπιείς παρά μονάχα αν σε πιάσουνε. Εντάξει;»

«Εντάξει!»

Ήταν μια κάψουλα. Την είχα ανοίξει. Άδειασα το φάρμακο κι έκλεισα μέσα ένα «σκονάκι». Δηλαδή ένα μικροσκοπικό χαρτάκι με δυο αράδες ψιλά γράμματα περιτυλιγμένο με χρυσόχαρτο.

Για να ειδοποιηθεί ένας σύντροφος να ’ρθει σε έκτακτο ραντεβού.

Το βάζει ο Χάρης στο στόμα κι έγινε άφαντος. Το σπίτι του δεν ήταν μακριά. Αλλά ο δρόμος ήταν μαρτύριο. Η κάψουλα ήταν ποτισμένη με τη φαρμακερή σκόνη. Δεν είχα προσέξει. Και το παιδί υπόφερε πολύ. Το στόμα του έγινε δηλητήριο. Δεν μπορούσε να φτύσει. Δεν μπορούσε να καταπιεί.

Ξεροκατάπινε. Έσφιγγε τα δόντια. Τον έκοψε ψιλός ιδρώτας. Έφτασε όμως σπίτι. Έδωσε στη θεία του το σημείωμα σώο και αβλαβές. Έπεσε άρρωστος στο κρεβάτι. Τρόμαξε να συνέλθει. Είχε εκτελέσει την αποστολή…

Πικρή δοκιμασία αυτή. Ο Χάρης την άντεξε. Κι αποδείχτηκε άξιος για μέλος της ΚΝΕ.

(Δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο «Ριζοσπάστη» την Κυριακή 15/2/76. Και στην 4η έκδοση του «Ρεπορτάζ κάτω απ’ τις ερπύστριες»)

—Από το βιβλίο του Γιώργη Μωραΐτη «Ρεπορτάζ κάτω απ’ τις ερπύστριες (Γράμμα σε ξένο φίλο) – REPORTAGE UNTER PANZERKETTEN» (δίγλωσση έκδοση στα ελληνικά και γερμανικά), εκδόσεις ΕΝΤΟΣ, Αθήνα 1999.

Ο Χάρης (Ρεπορτάζ κάτω απ’ τις ερπύστριες)

Το εξώφυλλο του βιβλίου του Γιώργη Μωραΐτη «Ρεπορτάζ κάτω απ’ τις ερπύστριες»

Ο Γιώργης Μωραΐτης (1927-2018) οργανώθηκε στο ΚΚΕ το 1943, διετέλεσε μέλος της ΚΕ του Κόμματος από το 9ο ως και το 13ο Συνέδριο, δημοσιογράφος, μέλος της Διεύθυνσης και Αρχισυνταξίας του «Ριζοσπάστη».

“Ο σύντροφος Γιώργης Μωραΐτης γεννήθηκε στη Βοδονίτσα (Μενδενίτσα) Λοκρίδας στις 3 Μάρτη του 1927. Προερχόταν από φτωχή αγροτική – εργατική οικογένεια. Ο πατέρας του Νίκος πήρε μέρος στην ΕΑΜική Αντίσταση, καπετάνιος του εφεδρικού ΕΛΑΣ, οργανώθηκε στο ΚΚΕ και μετά την απελευθέρωση κατέφυγε στην Αθήνα. Η μητέρα του Ρήνα εντάχθηκε στον ΔΣΕ το 1947, πιάστηκε το 1949 και φυλακίστηκε μέχρι το 1952.

Ο Χάρης (Ρεπορτάζ κάτω απ’ τις ερπύστριες)

Γιώργης Μωραΐτης (1927-2018)

Ο σύντροφος Γιώργης από πολύ μικρός ζει μέσα από τις περιπλανήσεις της οικογένειάς του τη ζωή της εργατικής τάξης. Όπως αναφέρει ο ίδιος, «εντελώς συναισθηματικά και αυθόρμητα από μικρός βλέποντας τον πατέρα μου με τη φόρμα της δουλειάς, ακούγοντας συζητήσεις, πηγαίνοντας στο εργοτάξιο και γνωρίζοντας εργάτες είχα μια αγάπη και συμπάθεια στην εργατική τάξη, που μαζί με την αγάπη στην αγροτιά από τις εμπειρίες του χωριού, την αγάπη στους εργαζόμενους θα ολοκληρωθεί με τον καιρό και θα γίνει συνείδηση».

Το 1942 οργανώνεται στην Ένωση Νέων Αγωνιστών Ρούμελης (ΕΝΑΡ), εντάσσεται στην ΕΠΟΝ το 1943 και κατατάσσεται στον ΕΛΑΣ το 1944, όπου παίρνει μέρος σε αποστολές και ενέδρες που χτυπούσαν τις τελευταίες φάλαγγες των χιτλερικών που εγκατέλειπαν την Ελλάδα.

Παίρνει μέρος στη Μάχη της Αθήνας το Δεκέμβρη του 1944, με το Τάγμα του Λoκρού που κατεβαίνει στην Αθήνα. Τον Ιούλη του 1946 καταφεύγει ξανά στην Αθήνα μαζί με τον πατέρα του, γνωρίζοντας ότι υπήρχε σχέδιο δολοφονίας τους. Κατατάχτηκε στον ΔΣΕ το Μάρτη του 1947 στο Αρχηγείο Παρνασσίδος με επικεφαλής τον Διαμαντή. Πήρε μέρος στις μάχες σε Κρόκι, Πέτρα, Αράχωβα, Μώλο – Μενδενίτσα, Άμφισσα. Υπηρετεί σε διάφορες αποστολές ως ελεύθερος σκοπευτής και ασυρματιστής.

Μετά την υποχώρηση του ΔΣΕ βρέθηκε πολιτικός πρόσφυγας στην Ουγγαρία και τη Ρουμανία. Στην Ουγγαρία δουλεύει στο χτίσιμο του χωριού «Νίκος Μπελογιάννης», για μια σχολική χρονιά δάσκαλος στον παιδικό σταθμό στο Ντιγκ, αργότερα διευθυντής στο κολέγιο «Παπαρήγας». Στη Ρουμανία φοιτά τρεις μήνες στη σχολή «Νίκος Μπελογιάννης».

Ο σύντροφος Γιώργης Μωραΐτης το Δεκέμβρη του 1954, μετά από αίτημά του, στέλνεται παράνομα στην Ελλάδα με αποστολή να δουλέψει στο μηχανισμό του Κόμματος στην παρανομία, όπου θα κρατούσε με τον ασύρματο την επαφή του κλιμακίου της ΚΕ στην Ελλάδα με την καθοδήγηση στο εξωτερικό.

Συλλαμβάνεται με ασύρματο στο τέλος του 1955 και καταδικάζεται δις σε θάνατο από Στρατοδικείο, με βάση τον ΑΝ 375 το 1957. Για τα επόμενα 11 χρόνια ο σύντροφος Γιώργης θα φυλακιστεί στις φυλακές Ιτζεδίν, Αλικαρνασσού, Αίγινας, Κέρκυρας, Αβέρωφ, Χαλκίδας κ.ά. Στους τοίχους της Γενικής Ασφάλειας της οδού Μπουμπουλίνας, όπου βρίσκεται σε απομόνωση, σκαλίζει για να διαβάσουν, όπως λέει, οι επόμενοι αγωνιστές και να μην τα σβήσουν οι ασφαλίτες: «Συμβουλή: Όταν μπαίνεις εδώ μέσα ξέχασέ τα όλα. Και να σκέφτεσαι μόνο το Λαό και το Κόμμα».

Αποφυλακίζεται με όρους το 1966. Αναλαμβάνει δουλειά στην ΕΔΑ ως μέλος του Γραφείου της Αθήνας. Με το πραξικόπημα της χούντας, ξεφεύγει τη σύλληψη και περνά στην παρανομία. Ως μέλος του Γραφείου της Κομματικής Οργάνωσης Αθήνας του ΚΚΕ αναλαμβάνει δουλειά για την έκδοση του «Ριζοσπάστη», της «Αδούλωτης Αθήνας», του «Οδηγητή» και άλλων εντύπων για την περίοδο 1967-1968.

Ο σ. Γιώργης Μωραΐτης το Φλεβάρη του 1968 αταλάντευτα παίρνει θέση υπεράσπισης των Αποφάσεων της 12ης Ολομέλειας της ΚΕ, γράφει και την ανακοίνωση που δημοσιεύεται στην «Αδούλωτη Αθήνα» και στον «Ριζοσπάστη».

Συλλαμβάνεται το Νοέμβρη του 1968 και καταδικάζεται από Στρατοδικείο σε κάθειρξη 24 χρόνων. Ακολουθούν 5 χρόνια φυλάκισης ξανά στις φυλακές Αβέρωφ, Κορυδαλλού, Ιτζεδίν, Αλικαρνασσού και Χαλκίδας.

Απολύεται προσωρινά «λόγω κινδύνου ανηκέστου βλάβης» το 1973. Φυγαδεύεται παράνομα στο εξωτερικό. Παίρνει μέρος στο 9ο Συνέδριο του ΚΚΕ, όπου για πρώτη φορά εκλέγεται στην Κεντρική Επιτροπή. Μετά το Συνέδριο χρεώνεται στο ραδιοσταθμό «Φωνή της Αλήθειας».

Ο σύντροφος Γιώργης επιστρέφει στην Ελλάδα το 1974 και τοποθετείται στη Διεύθυνση και την Αρχισυνταξία του «Ριζοσπάστη». Ήταν υποψήφιος βουλευτής του ΚΚΕ στις εκλογές του 1977, 1981 και 1985 στη Φθιώτιδα.

Στο 13ο Συνέδριο έδωσε τη μάχη για την υπεράσπιση του επαναστατικού χαρακτήρα του Κόμματος ενάντια στην οπορτουνιστική ομάδα που στόχευε στη διάλυση και διάχυσή του στο ΣΥΝ.

Από το 1991 έως το 2004 ήταν μέλος της Διεύθυνσης του «Ριζοσπάστη». Επίσης διετέλεσε πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Αντιστασιακών Οργανώσεων (ΠΟΑΟ) και αντιπρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Αγωνιστών Εθνικής Αντίστασης και Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΠΕΑΕΑ-ΔΣΕ).

Ο Γιώργης Μωραΐτης έχει γράψει 12 βιβλία και έχει τιμηθεί με μετάλλιο από το Ανώτατο Σοβιέτ στα σαραντάχρονα της Αντιφασιστικής Νίκης. Υπερασπίστηκε σε όλη του τη ζωή τον επαναστατικό χαρακτήρα του ΚΚΕ, το μαρξισμό – λενινισμό, στάθηκε απέναντι σε κάθε λογής «αναθεωρητές». Όπως έγραφε ο ίδιος για το Κόμμα, στην ΚΟΜΕΠ του 1975: «Ο χώρος αυτός από την ίδια του τη φύση δεν προσφέρεται σε εύκολη εκμετάλλευση και σε κανενός είδους “ανανέωση”, “αναθεώρηση” ή “αμφισβήτηση”. Ό,τι γράφεται με αίμα δεν ξεγράφει, δεν σβήνει, δεν ανατρέπεται. Είναι αδύνατη η αντιστροφή των αξιών που έχουν καθαγιαστεί με τη θυσία»”. (Από το άγγελμα του θανάτου Γ. Μωραΐτη, της ΚΕ του ΚΚΕ)

 

Δείτε εδώ όλες τις αναρτήσεις του αφιερώματος της Κατιούσα στα 100 χρόνια του ΚΚΕ και τα 50 χρόνια της ΚΝΕ

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: