«Δεδομένου ότι η εν λόγω μουσική εξυπηρετεί τον κομμουνισμόν…» – Τα “απαγορευμένα” της Χούντας

Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του δικτατορικού καθεστώτος ήταν και η λογοκρισία. Λογοκρισία στο θέατρο, τον κινηματογράφο, τη μουσική, τη λογοτεχνία. Με κάθε τρόπο η χούντα έσφιγγε το “φίμωτρο” κατά της τέχνης. Οτιδήποτε εξέφραζε έστω και την παραμικρή υπόνοια ενάντια στην πραξικοπηματική κυβέρνηση απαγορευόταν διά ροπάλου.

O Νοέμβρης στα σχολεία έχει ταυτιστεί με την επέτειο του Πολυτεχνείου, την κορύφωση της πάλης του λαού και της νεολαίας ενάντια στη δικτατορία, του στρατιωτικο-φασιστικού καθεστώτος που επιβλήθηκε στη χώρα μας από το 1967 έως το 1974. Σ’ αυτό το άρθρο θα προσπαθήσουμε να “φωτίσουμε” μια πλευρά της ιστορίας της Χούντας που δεν είναι τόσο γνωστή, που ήταν… “απαγορευμένη”.

«Αποφασίζομεν και διατάσσομεν…»

Η δικτατορία ήταν ένα καθεστώς τρόμου που υπεράσπιζε την εξουσία των βιομηχάνων, των εφοπλιστών, των τραπεζιτών, των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων. Οι συλλήψεις, οι φυλακίσεις, οι ανακρίσεις, τα βασανιστήρια, οι δολοφονίες και οι εξορίες, η απαγόρευση των συγκεντρώσεων και της συνδικαλιστικής δράσης ήταν συνώνυμα της Χούντας… Παράλληλα με όλα αυτά, ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του δικτατορικού καθεστώτος ήταν και η λογοκρισία. Λογοκρισία στο θέατρο, τον κινηματογράφο, τη μουσική, τη λογοτεχνία. Με κάθε τρόπο η χούντα έσφιγγε το “φίμωτρο” κατά της τέχνης. Οτιδήποτε εξέφραζε έστω και την παραμικρή υπόνοια ενάντια στην πραξικοπηματική κυβέρνηση απαγορευόταν διά ροπάλου.

Πάνω από 800 βιβλία Ελλήνων και ξένων συγγραφέων θεωρήθηκαν “επικίνδυνα” και αποσύρθηκαν από τις προθήκες των βιβλιοπωλείων ή καταστράφηκαν. Ανάμεσά τους ήταν πολλά προοδευτικά έργα Ελλήνων και ξένων συγγραφέων, έργα σοβιετικών συγγραφέων, αρχαίες ελληνικές τραγωδίες και κωμωδίες, ακόμα και κείμενα του Κολοκοτρώνη και του Καραϊσκάκη! Απαγορεύτηκε να διαδίδονται και να διαβάζονται ποιήματα του Ρίτσου, του Σεφέρη, του Ελύτη, του Μπρεχτ, ενώ χαρακτηριστική είναι η περίπτωση παραπομπής πανεπιστημιακού καθηγητή στο στρατοδικείο επειδή ανέλυσε στους φοιτητές του τους “Ελεύθερους Πολιορκημένους” του Διονύσιου Σολωμού. Ταυτόχρονα, στον στρατό επιβαλλόταν ως το μοναδικό επιτρεπτό ανάγνωσμα η Βίβλος…

«Ψαλλίδι» στο τραγούδι…

Από την πρώτη στιγμή, με το που έγινε το πραξικόπημα των συνταγματαρχών το 1967 και επιβλήθηκε δικτατορικό καθεστώς, η λογοκρισία έσφιξε τα λουριά… Οι συνθέτες είχαν την υποχρέωση πριν κυκλοφορήσουν ένα τραγούδι να υποβάλουν τους στίχους και την παρτιτούρα για έγκριση. Τραγούδια και στίχοι που είχαν αντιστασιακό χαρακτήρα ή χαρακτήρα διαμαρτυρίας δεν είχαν καμία τύχη για κυκλοφορία. Όσα περιείχαν “ακατάλληλες” λέξεις ή νοήματα απαγορεύονταν ή τροποποιούνταν.

Δεν ήταν λίγοι οι δίσκοι και τα τραγούδια που δεν κυκλοφόρησαν ποτέ ή απαγορεύτηκαν απ’ την ελληνική ραδιοφωνία. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα των τραγουδιών που συνέθεσε ο Μάνος Λοΐζος. Τα περισσότερα από αυτά όπως ο “Τσε”, ο “Μέρμηγκας”, τα “Συρματοπλέγματα”, το “Μη με ρωτάς” τραγουδιόνταν μόνο μέσα στους “τέσσερις τοίχους” των σπιτιών. Συγκεκριμένα ο δίσκος με τίτλο “Τα νέγρικα” που αναφέρεται στους αγώνες των νέγρων της Αμερικής ήταν στο στόχαστρο της δικτατορίας και γι’ αυτό κυκλοφόρησε πολύ αργότερα, το 1975. Το ίδιο συνέβη με τα περισσότερα απ’ τα τραγούδια του. Βέβαια, πέρα από τους “συνήθεις υπόπτους”, Μίκη Θεοδωράκη, Γιάννη Μαρκόπουλο, Μάνο Λοΐζο κ.ά., στη “μαύρη λίστα” έμπαιναν και τραγούδια των Τσιτσάνη και Βαμβακάρη, ακόμα και η μουσική του Τσαϊκόφσκι.

Φωτογραφία από τη θεατρική παράσταση “Το μεγάλο μας τσίρκο”, έργο-σύμβολο κατά της Χούντας του Ι. Καμπανέλλη, που ανέβασε ο θίασος της Τζένης Καρέζη και του Κώστα Καζάκου. Οι παραστάσεις είναι από τις μαζικότερες πολιτικές συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας. Πάνω από 400.000 θεατές σε Αθήνα και επαρχία παρακολούθησαν το έργο. Οι πρωταγωνιστές περνούν ένα μήνα στα κρατητήρια της Ασφάλειας, οι παραστάσεις διακόπτονται και ξαναρχίζουν μετά τα γεγονότα του Πολυτεχνείου.

Λίγες μέρες μετά την επιβολή της χούντας, τα τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη απαγορεύθηκαν με το ΥΠ αριθμ. 13/1-6-1967 ειδικό διάταγμα του αρχηγού του επιτελείου του Στρατού Οδυσσέα Αγγελή, το οποίο είχε ως εξής:

«1) Απεφασίσαμεν και διατάσσομεν τα ακόλουθα, ισχύοντα διά ολόκληρον την επικράτειαν:

Απαγορεύεται:

α) Η ανατύπωσις ή η εκτέλεσις της μουσικής και των ασμάτων του κομμουνιστού συνθέτου Μίκη Θεοδωράκη, τέως αρχηγού της νυν διαλυθείσης κομμουνιστικής οργανώσεως “Νεολαία Λαμπράκη”, δεδομένου ότι η εν λόγω μουσική εξυπηρετεί τον κομμουνισμόν.

β) Το άδειν άπαντα τα άσματα, τα χρησιμοποιούμενα υπό της κινήσεως της κομμουνιστικής νεολαίας, διαλυθείσης δυνάμει της παραγράφου 8 του διατάγματος της 6ης Μαΐου 1967, δοθέντος ότι τα εν λόγω άσματα υποκινούν πάθη και διενέξεις εις τους κόλπους του πληθυσμού.

2) Οι παραβαίνοντες την ως άνω διαταγήν πολίται θα πρέπει να παραπέμπονται αμέσως ενώπιον στρατοδικείων και θα δικάζωνται συμφώνως προς τας διατάξεις της εκτάκτου νομοθεσίας».

Ήξερες ότι… Υπήρχαν και τραγούδια που επιτράπηκαν… κατά λάθος από τη Χούντα;

  • “Ο Κουταλιανός” (μουσική: Μ. Λοΐζος και στίχοι Λ. Παπαδόπουλος). Αν και ο Κουταλιανός υπήρξε αληθινό πρόσωπο, το τραγούδι αναφερόταν στον δικτάτορα Γ. Παπαδόπουλο. “Κι αν μασάει σίδερα και κάνει το λιοντάρι… τρέμει σαν το ψάρι στην κυρά του μπρος, αχ πώς τη φοβάται ο φτωχός Κουταλιανός” έγραφε ο Λ. Παπαδόπουλος καυτηριάζοντας τη σχέση του δικτάτορα με τη γυναίκα του. Η σύγχυση με τον υπαρκτό χαρακτήρα θόλωσε τα νερά…
  • “Αχ χελιδόνι μου” (μουσική: Μ. Λοΐζος και στίχοι Λ. Παπαδόπουλος). Τι υπόνοια κρύβει ένα χελιδόνι που δεν μπορεί να πετάξει στον ουρανό; Φαινομενικά καμία, θα σκέφτηκε ορθώς σε πρώτη ανάγνωση ο λογοκριτής. Ο “μαύρος” ουρανός όμως αντιστοιχούσε στην περίοδο της χούντας. Το “χελιδόνι” ενσάρκωνε η ελευθερία και ο πονεμένος λαός. “Αχ χελιδόνι μου πώς να πετάξεις / σ’ αυτόν το μαύρο τον ουρανό / αίμα σταλάζει το δειλινό / και πώς να κλάψεις και πώς να κλάψεις / αχ χελιδόνι μου”.
  • “Ζαβαρακατρανέμια” (μουσική-στίχοι: Γ. Μαρκόπουλος). Τα λόγια αυτού του τραγουδιού μοιάζουν αρχικά ακαταλαβίστικα για να περάσουν από τη λογοκρισία. Παρ’ όλα αυτά το τραγούδι με τη μουσική του ξεσήκωνε τον κόσμο. Ο ίδιος ο Γιάννης Μαρκόπουλος πολλά χρόνια αργότερα θα λύσει το μυστήριο εξηγώντας ότι η λέξη δε σημαίνει απολύτως τίποτα από μόνη της, αποτελείται από τρία συνθετικά: Ζάβαρα, δηλαδή λάβαρα, Κάτρα, δηλαδή μαύρα (π.χ κατράμι) και τέλος Νέμια, δηλαδή άνεμος ή ανέμισαν. Οπότε έχουμε τον στίχο “Λάβαρα Μαύρα Ανέμισαν” παραφρασμένο και συμπτηγμένο σε μία μόνο λέξη. Ίλεος Ίλεος = Έλεος, Έλεος. Λάμα Λάμα Νάμα Νάμα Νέμια = Το μαχαίρι, το μαχαίρι μάνα μάνα ανέμισαν… Το υπονοούμενο για το μαύρο καθεστώς τρόμου της δικτατορίας είναι σαφές.

Η λογοκρισία ήταν ένα από τα συνώνυμα της Χούντας. Με κάθε τρόπο η Χούντα έσφιγγε το “φίμωτρο” κατά της τέχνης…

Παρ’ όλα αυτά η Τέχνη γίνεται μορφή αντίστασης την περίοδο της δικτατορίας. Η μουσική, ο κινηματογράφος, το θέατρο, η λογοτεχνία και οι εικαστικές τέχνες αποτυπώνουν τους λαϊκούς αγώνες, ξεπερνούν τη λογοκρισία, γίνονται όπλο στα χέρια του λαού και της νεολαίας. Εκατοντάδες καλλιτέχνες διώκονται για τη στάση και το έργο τους. Μάλιστα, πολλοί απ’ αυτούς ήταν μέλη του ΚΚΕ και της ΚΝΕ.

Το έργο των κομμουνιστών και αγωνιστών καλλιτεχνών ενέπνεε, διαπαιδαγωγούσε, ήταν προσκλητήριο αγώνα στις σκληρές συνθήκες της Χούντας. Γι’ αυτό και με την κατάρρευση της Χούντας δεν είναι τυχαίο ότι τα ποιήματα του Ρίτσου, τα τραγούδια του Θεοδωράκη, τα χαρακτικά του Τάσσου, το θέατρο του Κατράκη, του Καζάκου αγκαλιάστηκαν πλατιά από το λαό και τη νεολαία.

Ένα τραγούδι, μια ιστορία: “Μαλαματένια λόγια”, Στίχοι: Μάνος Ελευθερίου – Μουσική: Γιάννης Μαρκόπουλος

Το τραγούδι αναφέρεται στην ιστορία του εργατικού κινήματος και μοιάζει η χρονική του αφετηρία να είναι η κατοχή και τέλος της ιδιότυπης αυτής αναδρομής, η επταετία της χούντας. Οι στίχοι γράφτηκαν από τον Μάνο Ελευθερίου μέσα στη χούντα και γι’ αυτό το λόγο έχουν λογοκριθεί. Στο πρωτότυπο λέει “κι όχι να ζεις μ’ αυτή τη συμμορία” ενώ στο δισκογραφημένο η λέξη που χρησιμοποιείται είναι “κομπανία”. Επίσης έχει αλλάξει και ο στίχος “και ξημερώματα Παρασκευή” σε “ξημερώνοντας μέρα κακή”. Μέρα Παρασκευή έγινε η 21η Απριλίου αλλά και η δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη και γι’ αυτό λογοκρίθηκε…

“Ζητούσα τα μεγάλα τα κυνήγια

κι όπως δεν ήμουν μάγκας και νταής

περνούσα τα δικά σου δικαστήρια

αφού στον Άδη μέσα θα με βρεις

να με δικάσεις πάλι με μαρτύρια

και σαν κακούργο να με τιμωρείς”

Αυτή η στροφή έχει μια ιδιαίτερη ιστορία. Όταν ο Μάνος Ελευθερίου είχε ολοκληρώσει το μισό ποίημα το έδειξε στον πολύ καλό του φίλο Γιώργο Ζαμπέτα, ο οποίος όταν το διάβασε αναφώνησε: «ρε μαγκάκο, αυτό δεν είναι για τραγούδι… είναι για δικαστήρια!!»

Η μελωδία του τραγουδιού γράφτηκε από τον Γιάννη Μαρκόπουλο στα 13 του χρόνια, όταν προσπαθούσε να βάλει άλλη μουσική σε κάλαντα και έπειτα από πολλά χρόνια την χρησιμοποίησε γι’ αυτό το υπέροχο τραγούδι.

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: