25 χρόνια από την απειθαρχία του πληρώματος του Α/Τ «Θεμιστοκλής» | «Δεν μου επιτρέπει η συνείδησή μου, το χρέος μου απέναντι στην ίδια μου τη ζωή»

Η περήφανη στάση του πληρώματος του Α/Τ «Θεμιστοκλής» (ναυτών και αξιωματικών) μπορεί να εμπνεύσει, να αποτελέσει οδηγό δράσης για τα στρατευμένα παιδιά του λαού και τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων που αντιτίθενται στην αποστολή φαντάρων και προσωπικού των Ενόπλων Δυνάμεων σε αποστολές έξω από τα σύνορα της χώρας.

14 Απρίλη 1999. 75 παιδιά και γυναίκες έχασαν τη ζωή τους εκείνη τη μέρα από τους δολοφονικούς βομβαρδισμούς των ΗΠΑ – ΝΑΤΟ – ΕΕ στο έδαφος της τότε Γιουγκοσλαβίας.

Την ίδια μέρα, τα «ξύλινα γράμματα» στο πρωτοσέλιδο του «Ριζοσπάστη» ηχούσαν σαν σύνθημα σε διαδήλωση: «Η ΣΗΜΑΙΑ ΤΟΥ ΝΑΤΟ δεν ταιριάζει σε κανένα Ελληνόπουλο!».

Ενας ναύτης που υπηρετούσε τη θητεία του στο αντιτορπιλικό του Πολεμικού Ναυτικού «Θεμιστοκλής» αρνήθηκε να ακολουθήσει το πλοίο στην Αδριατική, απ’ όπου τα ΝΑΤΟικά καράβια χτυπούσαν τον λαό της Γιουγκοσλαβίας.

Αυτή ήταν μόνο η αρχή, που θα πυροδοτούσε αλυσιδωτές αντιδράσεις από αρκετά μέλη του πληρώματος του πλοίου…

Η ΝΑΤΟική επίθεση και η αντίδραση του ελληνικού λαού

Στις 24 Μάρτη, λίγο πριν τις 21.00 ώρα Ελλάδας, ξεκίνησε η επίθεση του ΝΑΤΟ, με πρώτο στόχο την Πρίστινα. Λίγα μόλις λεπτά μετά το δολοφονικό χτύπημα του ΝΑΤΟ στη Γιουγκοσλαβία, η Αλέκα Παπαρήγα, ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, σε δηλώσεις της προς τον Τύπο σημείωσε ότι ο ελληνικός λαός πρέπει να στείλει ένα «διάγγελμα» καταδίκης και καταγγελίας της συμμετοχής του στην επίθεση κατά του σερβικού λαού και της ενότητας της Γιουγκοσλαβίας, ένα μήνυμα συμπαράστασης προς τον λαό της Γιουγκοσλαβίας, «να διατρανώσουμε ότι είμαστε αγωνιστικά – όχι μόνο με τα λόγια – στο πλευρό του και θα σταθούμε δίπλα του, θα κάνουμε τον δικό μας πόλεμο στη δικιά μας χώρα, με μεγάλες αγωνιστικές διαδηλώσεις και κινητοποιήσεις».

Παράλληλα, η ΚΝΕ κάλεσε «τη στρατευμένη νεολαία, μόνιμους και εφέδρους, που θα κληθεί να συμμετάσχει στους δολοφονικούς σχεδιασμούς των “Ράμπο” του Κλίντον, να αντισταθεί στο πλάι του φιλειρηνικού κινήματος και του ελληνικού λαού».

Η ιμπεριαλιστική επίθεση των ΗΠΑ – ΝΑΤΟ – ΕΕ σε βάρος της τότε Γιουγκοσλαβίας κράτησε συνολικά 78 μέρες. Στη διάρκειά τους πραγματοποιήθηκαν 2.300 αεροπορικές επιδρομές, με τη χρήση 1.130 πολεμικών αεροσκαφών. Από αέρος εκτοξεύτηκαν 420.000 βλήματα, πύραυλοι και βόμβες, ενώ χρησιμοποιήθηκαν 37.000 βόμβες διασποράς, που προκάλεσαν τις περισσότερες απώλειες στον άμαχο πληθυσμό.

Μέσα σ’ αυτές τις 11 βδομάδες σκοτώθηκαν περίπου 3.000 άμαχοι (το 30% παιδιά), τραυματίστηκαν πάνω από 6.000, εκατοντάδες χιλιάδες έγιναν πρόσφυγες και εξαθλιώθηκαν οικονομικά περίπου 2.500.000 άνθρωποι.

Ο λαός της χώρας μας αντέδρασε από την πρώτη στιγμή στο έγκλημα των ιμπεριαλιστών στη γειτονιά μας. Διαδηλώσεις και άλλες εκδηλώσεις διαμαρτυρίας πραγματοποιήθηκαν από τις πρώτες μέρες: Στις 26 Μάρτη έγιναν αντιπολεμικές διαδηλώσεις στην Αθήνα (όπου τα ΜΑΤ χτύπησαν τους διαδηλωτές), στον Πειραιά, στη Θεσσαλονίκη, στην Πάτρα, στη Μυτιλήνη, στο Ηράκλειο κ.α. Στις 30 Μάρτη έγιναν νέες διαδηλώσεις και ολονύχτια διαμαρτυρία έξω από την πρεσβεία των ΗΠΑ στην Αθήνα.

Ο πολύμορφος λαϊκός αγώνας περιλάμβανε το σταμάτημα των τρένων και των στρατιωτικών κομβόι, κινητοποιήσεις – αποκλεισμούς στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης, που είχε μετατραπεί σε ΝΑΤΟική βάση, μαζικές συγκεντρώσεις σε όλη τη χώρα, με εμβληματική τη συγκέντρωση ενάντια στην επίσκεψη Κλίντον, που η κυβέρνηση την έπνιξε στα χημικά, με άγρια καταστολή σε βάρος των χιλιάδων διαδηλωτών.

«Δεν μου επιτρέπει η συνείδησή μου, το χρέος μου απέναντι στην ίδια μου τη ζωή»

Συνένοχη στο έγκλημα σε βάρος του λαού της Γιουγκοσλαβίας ήταν η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, που δυνάμωνε διαρκώς την ελληνική εμπλοκή, δίνοντας πραγματικά γην και ύδωρ, βάσεις, υποδομές και λιμάνια για να περάσουν τα ΝΑΤΟικά στρατεύματα και ο εξοπλισμός τους. Ειδικά η Βόρεια Ελλάδα είχε μετατραπεί σε ορμητήριο του ΝΑΤΟ.

Πριν ακόμα ξεσπάσει η ιμπεριαλιστική επίθεση, το πλήρωμα του Α/Τ «Θεμιστοκλής» του Πολεμικού Ναυτικού είχε ενημερωθεί επίσημα ότι το πλοίο θα ενταχθεί στη Μόνιμη Ναυτική Δύναμη Μεσογείου του ΝΑΤΟ (Standard Naval Force Mediterranean – SNFM99). Το γεγονός αυτό ενίσχυσε τις συζητήσεις που είχαν ήδη ανοίξει μεταξύ των ναυτών, καθώς θα βρίσκονταν σε ένα «πεδίο βολής φτηνό» και ξένο με τον σκοπό της στρατιωτικής τους θητείας.

Ο Νίκος Γαρδίκης, ναύτης που υπηρετούσε στο πλοίο, ήταν ο πρώτος που αντέδρασε σ’ αυτήν την προοπτική, με επιστολή του που δημοσιεύτηκε στον «Ριζοσπάστη» στις 14 Απρίλη 1999. Σε αυτή σημείωνε:

«(…) Η προφορική αναγγελία προετοιμασίας για αναχώρηση του πλοίου με προορισμό την Αδριατική δημιούργησε μεγάλη αναστάτωση στο προσωπικό του πλοίου και σε μένα. (…)

Μια τέτοια διαταγή φεύγει από τα όρια της στρατιωτικής υπηρεσίας και πιστεύω ότι δεν μπορεί να δεσμεύει τον Ελληνα στρατιώτη. (…)

Εκφράζω την κατηγορηματική μου αντίθεση στην υποχρεωτική συμμετοχή μου, με οποιονδήποτε άμεσο ή έμμεσο τρόπο, στην υλοποίηση ή διευκόλυνση των εγκληματικών δραστηριοτήτων του ΝΑΤΟ.

Την αντίθεσή μου να γίνω συνεργός στο έγκλημα, στο αιματοκύλισμα του λαού της Γιουγκοσλαβίας, που διαπράττουν οι πραγματικοί τρομοκράτες, των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

Η αντίθεσή μου αυτή στηρίζεται στην πεποίθηση του λαού μας για την αποστολή των Ενόπλων Δυνάμεων, που είναι η υπεράσπιση της εθνικής ανεξαρτησίας και εδαφικής ακεραιότητας της χώρας μου.

Αυτήν την αποστολή ορκίστηκα να υπερασπίσω και όχι τα συμφέροντα των δυνάμεων που αλλάζουν τα σύνορα και μοιράζουν τις σφαίρες επιρροής.

Γι’ αυτό, αρνούμαι.

Δεν δέχομαι να μπω υπό δύο σημαίες.

Η σημαία του ΝΑΤΟ δεν μου ταιριάζει, όπως δεν ταιριάζει σε κανένα Ελληνόπουλο.

Εχω σημαία!

Εχω πυξίδα!

Τα συμφέροντα της εθνικής ανεξαρτησίας και εδαφικής ακεραιότητας της πατρίδας μου, την ειρήνη και φιλία όλων των λαών ανεξάρτητα από καταγωγή, θρησκεία κ.λπ.

Είμαι διατεθειμένος, όπως ολόκληρος ο ελληνικός λαός και η νεολαία, να υπερασπίσω τα συμφέροντα της ειρήνης, ανεξαρτησίας και ακεραιότητας της πατρίδας μου, όποια θυσία κι αν απαιτεί αυτό.

Αρνούμαι όμως να κάνω το ίδιο για τα συμφέροντα αυτών που σφάζουν τον λαό της Γιουγκοσλαβίας σήμερα, τους λαούς της Βαλκανικής αμέσως μετά.

Είμαι αντίθετος σ’ έναν τέτοιο πόλεμο.

Δεν μου επιτρέπει η συνείδησή μου, το χρέος μου απέναντι στην ίδια μου τη ζωή».

Την ίδια μέρα ο «Ριζοσπάστης» δημοσίευσε και επιστολή φαντάρων που υπηρετούσαν στο Κέντρο Εκπαίδευσης Βαρέων Οπλων (ΚΕΒΟΠ) στο Χαϊδάρι, στην οποία υπογράμμιζαν:

«Δηλώνουμε αποφασιστικά ότι δεν είμαστε διατεθειμένοι να χύσουμε ούτε μια σταγόνα αίμα δικό μας ή άλλων λαών για τα συμφέροντα των ιμπεριαλιστών. Εμείς οι νέοι στρατευμένοι που υπηρετούμε τη θητεία μας καταδικάζουμε τη δολοφονική επίθεση των ΝΑΤΟικών γκάνγκστερ ενάντια στον γιουγκοσλαβικό λαό (…) Επίσης, καταδικάζουμε την εκχώρηση των λιμανιών, των σιδηροδρόμων, των εθνικών οδών, στους ΝΑΤΟικούς μακελάρηδες, που έχουν μετατρέψει τη χώρα μας σε προτεκτοράτο, που έχουν κηρύξει στρατιωτικό νόμο στη Βόρεια Ελλάδα (…) Εμείς οι στρατευμένοι νέοι, που δώσαμε όρκο για την υπεράσπιση των συνόρων, της εθνικής ανεξαρτησίας και της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας μας, δηλώνουμε αποφασιστικά ότι δεν είμαστε διατεθειμένοι να χύσουμε ούτε μια σταγόνα αίμα δικό μας ή άλλων λαών για τα συμφέροντα των ιμπεριαλιστών».

«Λιποτάκτης κινδυνεύει να κηρυχθεί 24χρονος»

Την επόμενη μέρα, το σχετικό ρεπορτάζ της εφημερίδας «Τα Νέα» είχε τον παραπάνω τίτλο, στηριζόμενο σε σχετικές δηλώσεις του κυβερνητικού εκπροσώπου. Συγκεκριμένα, ο Δ. Ρέππας, προσπαθώντας να τρομοκρατήσει και να αποτρέψει – μάταια, όπως θα δούμε – παρόμοιες αντιδράσεις, όταν ρωτήθηκε τι θα πράξει η κυβέρνηση εφόσον ο ναύτης εμμείνει στην άρνησή του, απάντησε: «Θα ισχύσει αυτό το οποίο προβλέπει ο Στρατιωτικός Κώδικας. Νομίζω ότι στην περίπτωση αυτή θα θεωρηθεί λιποτάκτης».Παρά τις απειλές, οι ναύτες του Α/Τ «Θεμιστοκλής», σε επιστολή που δημοσιεύτηκε την ίδια μέρα με το παραπάνω ρεπορτάζ, δήλωναν εντελώς αντίθετοι με την αποστολή του πλοίου στην Αδριατική και διατράνωναν ότι τα χρήματα που τους υπόσχονται για «δόλωμα» δεν θα τους κάνουν «σύμφωνους με αυτή την αποστολή. Οι ναύτες και το πλήρωμα του Πολεμικού Ναυτικού δεν είναι κρέας για τα κανόνια. Δεν έχει καμιά δουλειά το πλοίο μας έξω από τα σύνορα!». Και κατέληγαν:

«Να ξέρουν οι αρμόδιοι ότι αν φύγει θα γίνει χωρίς τη θέληση τη δική μας και των γονέων μας. Καλούμε τον ελληνικό λαό να αποτρέψει αυτήν την αποστολή. Εμείς υψώνουμε τη φωνή μας μαζί με τον λαό. Ενάντια στη βάρβαρη επιδρομή του ΝΑΤΟ στη Γιουγκοσλαβία. Να σταματήσει να παρέχει η χώρα μας διευκολύνσεις στο ΝΑΤΟ».

Στο πλευρό του Ν. Γαρδίκη στάθηκαν αμέσως η οικογένειά του, που δήλωσε υπερήφανη, εργατικά σωματεία και μαζικοί φορείς, καλλιτέχνες (Κώστας Καζάκος, Θύμιος Καρακατσάνης, Διονύσης Τσακνής κ.ά.), ο Παναγιώτης Μακρής, επίτιμος δήμαρχος Καισαριανής, και άλλοι.

Ητανε δυο, ήτανε τρεις …έφτασαν χίλιοι δεκατρείς

Στις 15 του Απρίλη ένας ακόμα ναύτης του Α/Τ «Θεμιστοκλής» στάθηκε στο πλευρό του Νίκου Γαρδίκη. Ηταν ο Αντώνης Πατσούλας, που με μια λιτή δήλωση δημοσιοποίησε την άρνησή του:

«Είμαι ναύτης – μηχανικός στο Α/Τ “Θεμιστοκλής”. Μετά την ενημέρωση που μας έγινε για την αποστολή του πλοίου μας στην εμπόλεμη ζώνη της Αδριατικής, δηλώνω ότι αρνούμαι να συμμετέχω σ’ αυτήν την αποστολή, που γίνεται υπό ΝΑΤΟική σημαία. Αρνούμαι να συμπράξω στο έγκλημα σε βάρος γειτονικών λαών».

Στο πλευρό του Αντ. Πατσούλα βρέθηκε και η μητέρα του, η οποία με επιστολή της ζητούσε από τον γιο της να αρνηθεί «να υπηρετήσει τους διεθνείς εγκληματίες, να μη συνεργήσει στο αιματοκύλισμα του γιουγκοσλαβικού λαού».

Ακολούθησε ένας ακόμα ναύτης, ο Γιώργος Παπαϊωάννου, ο οποίος στη δική του δήλωση σημείωνε:

«Ολόκληρος ο ελληνικός λαός πρέπει να αντιδράσει σ’ αυτήν την αποστολή, να αντιδράσει στην ενεργό συμμετοχή του “Θεμιστοκλής” στις πολεμικές επιχειρήσεις στη Γιουγκοσλαβία, να απαιτήσει να μη βγει κανένας Ελληνας φαντάρος έξω από τα σύνορα της χώρας, να επιστρέψουν όλοι οι Ελληνες στρατιώτες που βρίσκονται αυτήν τη στιγμή έξω από την Ελλάδα, να γυρίσει το “Κίμων” από την Αδριατική και να μην αντικατασταθεί ούτε από το “Θεμιστοκλής” ούτε από κανένα άλλο πλοίο».

Από τη δική της πλευρά η κυβέρνηση, διά στόματος του πρωθυπουργού Κ. Σημίτη, δήλωνε προκλητικά: «Η ελληνική κυβέρνηση θα στέλνει τις ελληνικές Ενοπλες Δυνάμεις όπου νομίζει ότι είναι σωστό, χωρίς κανέναν περιορισμό».

Ταυτόχρονα η κυβέρνηση προσπαθούσε να αποσυνδέσει την αποστολή του πλοίου από τις διεξαγόμενες πολεμικές συγκρούσεις. Ο Δ. Ρέππας δήλωσε χαρακτηριστικά ότι «η παρουσία του αντιτορπιλικού πλοίου “Θεμιστοκλής” στην περιοχή της Αδριατικής δεν έχει οποιαδήποτε σχέση με τις πολεμικές επιχειρήσεις που εξελίσσονται στο Κοσσυφοπέδιο και στην ευρύτερη περιοχή».

Οι αντιδράσεις όμως διευρύνονταν. Ο «Ριζοσπάστης» στις 17 Απρίλη 1999 έγραψε ότι σύμφωνα με «ασφαλέστατες πληροφορίες» ένας αξιωματικός και ένας υπαξιωματικός του αντιτορπιλικού, σε ακρόαση με τον κυβερνήτη, δήλωσαν πως «αδυνατούν να συμμετάσχουν σε πολεμικές επιχειρήσεις που δεν αφορούν προάσπιση των εθνικών συνόρων»Θα ακολουθούσαν κι άλλοι μέχρι την τελευταία ώρα πριν τον απόπλου…

18 Απρίλη 1999

Στις 18.00 το απόγευμα της Κυριακής 18 Απρίλη 1999, το Α/ Τ «Θεμιστοκλής» απέπλευσε από τον Ναύσταθμο της Σαλαμίνας για την Αδριατική Θάλασσα. Στο πλοίο αρνήθηκαν να επιβιβαστούν ο Μαρίνος Ριτσούδης, ανθυποπλοίαρχος, και ο Στέλιος Κοτσογιάννης. Αμφότεροι οδηγήθηκαν στο Ναυτοδικείο με την κατηγορία της «ανυπακοής».

Δυο μέρες μετά, 5 μηχανικοί του αντιτορπιλικού δήλωσαν κι αυτοί αντίθετοι με τη συμμετοχή στη ΝΑΤΟική αποστολή και έγραψαν:

«Εμείς, πέντε μηχανικοί του Α/Τ “Θεμιστοκλής”, καταγγέλλουμε τη συμμετοχή του πλοίου κάτω από ΝΑΤΟική σημαία στην Αδριατική.

Ενώνοντας τη φωνή μας με όλο το έφεδρο πλήρωμα του “Θεμιστοκλής”, που έχει εκφράσει την αντίθεσή του με κάθε τρόπο, παρά τις συνθήκες τρομοκρατίας που έχουν ενταθεί πάνω στο πλοίο.

Δηλώνουμε την αντίθεσή μας στην αποστολή του πλοίου, που στρέφεται ενάντια στον σερβικό λαό, καλύπτοντας τη ΝΑΤΟική αρμάδα που βομβαρδίζει τη Γιουγκοσλαβία».

Ακόμα, δεκάδες γονείς στρατευμένων παιδιών υπέγραψαν κείμενο όπου δήλωναν ότι αρνούνται να μετατραπούν τα παιδιά τους σε μισθοφόρους του ΝΑΤΟ. Στο κύμα των αντιδράσεων προστέθηκαν και ναύτες που υπηρετούσαν στο Ναυτικό Νοσοκομείο της Αθήνας κ.ά.

Από την άλλη, στο πλευρό της κυβέρνησης έσπευσε ο πρώην πρωθυπουργός και πρώην πρόεδρος της ΝΔ Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, ο οποίος υποστήριξε ότι «η απείθεια είναι σε κάθε περίπτωση απαράδεκτη, ιδιαίτερα σε ώρες κρίσιμες, όπως αυτές στις οποίες βρισκόμαστε σήμερα, είναι θανάσιμα επικίνδυνη».

Το Ναυτοδικείο, στις 21 Απρίλη 1999, καταδίκασε παμψηφεί τον Μαρίνο Ριτσούδη, ο οποίος πρόβαλε λόγους θρησκευτικής συνείδησης για την άρνησή του να ακολουθήσει το πλοίο. Η ποινή που επιβλήθηκε στον αξιωματικό του ΠΝ ήταν 2 έτη και 6 μήνες με τριετή αναστολή, ενώ αργότερα αποτάχθηκε από το Σώμα.

Εν πλω προς την εμπόλεμη ζώνη

Παρότι η λαϊκή απαίτηση να μη φύγει κανένας φαντάρος έξω από τα σύνορα της χώρας μας δυνάμωνε διαρκώς, η κυβέρνηση δεν έκανε πίσω, ενώ δυνάμωσε και την καταστολή, χτυπώντας ακόμα και μέλη της ΚΝΕ που έγραφαν αντιπολεμικά συνθήματα σε τοίχους.

Στις 20 Απρίλη, και ενώ το αντιτορπιλικό έπλεε ήδη για να πάρει τη θέση του στην αρμάδα του ΝΑΤΟ, ο Νίκος Γαρδίκης με νέα επιστολή του έκανε γνωστό ότι η συμμετοχή του σ’ αυτήν την αποστολή γίνεται παρά τη θέλησή του:

«Η εκφρασμένη, με την επιστολή μου προς τον υπουργό Εθνικής Αμυνας, αντίθεση συμμετοχής μου στην αποστολή του Α/Τ “Θεμιστοκλής”, συνεχίζει να υπάρχει. Ομως, παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες που έκανα προκειμένου να μη συμμετάσχω, αυτό δεν έγινε δυνατόν (…) Συνεχίζω να αντιτίθεμαι στην αποστολή αυτή του “Θεμιστοκλής”, διότι πιστεύω ότι δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντα της χώρας μου (…)».

Την επόμενη μέρα, ο «Ριζοσπάστης» αποκάλυψε ότι το πλοίο τέθηκε στις διαταγές του στρατηγού Ουέσλι Κλαρκ, του ανώτατου διοικητή των δυνάμεων του ΝΑΤΟ στην Ευρώπη (SACEUR), που διεύθυνε τη ΝΑΤΟική εισβολή στη Γιουγκοσλαβία.

Να γυρίσει το πλοίο στις ελληνικές θάλασσες!

Πολύ σύντομα το αντιτορπιλικό «Θεμιστοκλής» κλειδώθηκε στα σκόπευτρα πυραύλων και αποκαλύφθηκε ότι η πραγματική αποστολή του ήταν να παρέχει κάλυψη στο ολλανδικό εμπορικό – φορτηγό πλοίο «Ρότερνταμ», το οποίο ανεφοδίαζε από θαλάσσης τον UCK!

Συγκεκριμένα, στις 14 Μάη 1999 το πλοίο – με εντολή του Αμερικανού ναυάρχου – πλησίασε τον γιουγκοσλαβικό ναύσταθμο στις ακτές του Μαυροβουνίου, σε απόσταση μικρότερη των 30 ναυτικών μιλίων.

Τότε το πλήρωμα συνειδητοποίησε ότι τα ραντάρ της διεύθυνσης βολών του πλοίου ήταν ήδη εγκλωβισμένα από παράκτιο πυραυλικό σύστημα του γιουγκοσλαβικού στρατού. Δηλαδή ότι το πλοίο ήταν ήδη τουλάχιστον υπό τη σκόπευση των αντίστοιχων πυραύλων που βρίσκονταν στη στεριά. Τα παραπάνω, δηλαδή η πολεμική εμπλοκή του πλοίου, ουσιαστικά επιβεβαιώθηκαν από τον τρόπο με τον οποίο επιχείρησε να τα διαψεύσει το ΓΕΝ.

27 ναύτες του πλοίου απευθύνθηκαν στον ελληνικό λαό, ξεσκεπάζοντας τα ψέματα της κυβέρνησης. Εγραψαν: «Για μας τους ναύτες του Α/Τ “Θεμιστοκλής” αρκετά πράγματα έχουν ξεκαθαρίσει μέσα σ’ αυτές τις 25 μέρες του ταξιδιού. Μας έλεγαν ότι επρόκειτο για μια ουδέτερη αποστολή, ότι ανήκουμε σε μια δύναμη άσχετη με τον πόλεμο, ότι με κανέναν τρόπο δεν θα συμμετάσχουμε σε αυτόν.

Ολα αυτά έχουν αποδειχθεί στα μάτια του πληρώματος ένα τεράστιο ψέμα. Ολες οι κινήσεις του πλοίου εντάσσονται στον ευρύτερο σχεδιασμό των επιτιθέμενων ΝΑΤΟικών δυνάμεων στην περιοχή. Οι εντολές του Αμερικανού ναυάρχου και του εγκληματικού πολεμικού επιτελείου του ΝΑΤΟ είναι νόμος για το καράβι. Τα υπόλοιπα εξαρτώνται από τις δυνατότητες του πλοίου και τις ανάγκες του ΝΑΤΟ.

Δεν είναι λίγα αυτά που μπορούμε να κάνουμε εμείς από εδώ ανοιχτά στην Αδριατική. Περισσότερα, όμως, μπορεί να κάνει ο ελληνικός λαός πίσω στην πατρίδα.

Τον καλούμε να απαιτήσει να γυρίσει το πλοίο στις ελληνικές θάλασσες, να μη βρίσκεται κανένας Ελληνας φαντάρος έξω από τα σύνορα της χώρας, κανένας να μην επιθεωρείται από εγκληματίες πολέμου, κανείς να μη βρίσκεται κάτω από την αιματοβαμμένη σημαία του ΝΑΤΟ. Να απαιτήσει να σταματήσει κάθε άμεση ή έμμεση συμμετοχή σ’ αυτόν τον βρώμικο πόλεμο. Είναι χρέος απέναντι στο μέλλον του ελληνικού λαού, στους λαούς της περιοχής, στην ειρήνη».

Παράλληλα το πλήρωμα εξέφρασε την αντιιμπεριαλιστική – αντιπολεμική διάθεσή του και με άλλους τρόπους. Ενας ναύτης κατέβασε τη σημαία του ΝΑΤΟ και στη συνέχεια την πήρε …ο αέρας. Ακόμα, ξηλώθηκαν και πετάχτηκαν στη θάλασσα οι θυρεοί του ΝΑΤΟ τους οποίους έφερε το πλοίο όσο ήταν υπό τη διοίκηση της SNFM.

Αργότερα σημειώθηκε ένα ακόμα «χτύπημα»: Ο αρχικευλευστής Π. Γκόγκας έστειλε την πρόσθετη αποζημίωση, που του καταβλήθηκε για τη συμμετοχή του στην αποστολή, στην ΕΕΔΥΕ, ώστε τα χρήματα αυτά να διατεθούν «για τις ανάγκες του αγωνιζόμενου γιουγκοσλαβικού λαού».

Τα όσα έζησαν πάνω στο πλοίο αφήνουν σημάδια ανεξίτηλα, «σβήνουν» τις τρομοκρατικές ποινές. Ο Νίκος Γαρδίκης, που τιμωρήθηκε με δεκάδες μέρες φυλακή, έγραψε αργότερα: «Για μένα και τους συντρόφους μου ήταν σχολειό οργανωτικότητας, αυτοθυσίας, πρωτοβουλίας, εφευρετικότητας, ψυχικής δύναμης και κυρίως συντροφικότητας, που γεννήθηκε και ωρίμασε κάτω από τον φωτισμένο από τους αμερικανικούς πυραύλους ουρανό».

25 χρόνια μετά…

Πέρασαν 25 χρόνια και η χώρα μας βρίσκεται για μία ακόμα φορά μπλεγμένη στη δίνη του ιμπεριαλιστικού πολέμου. Η κυβέρνηση αποφάσισε τη συμμετοχή φρεγάτας του Πολεμικού Ναυτικού στην ιμπεριαλιστική επιχείρηση «Prosperity Guardian», ενώ ήδη στηρίζει με πλήθος τρόπων τους σχεδιασμούς των ιμπεριαλιστών στην περιοχή (με την αξιοποίηση διαφόρων βάσεων, την παραχώρηση πυραυλικών συστοιχιών «Patriot» στη Σαουδική Αραβία κ.λπ.), στηρίζει το κράτος – δολοφόνο Ισραήλ ενώ φουντώνουν και κλιμακώνονται επικίνδυνα οι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί στη Μέση Ανατολή.

Η περήφανη στάση του πληρώματος του Α/Τ «Θεμιστοκλής» (ναυτών και αξιωματικών) μπορεί να εμπνεύσει, να αποτελέσει οδηγό δράσης για τα στρατευμένα παιδιά του λαού και τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων που αντιτίθενται στην αποστολή φαντάρων και προσωπικού των Ενόπλων Δυνάμεων σε αποστολές έξω από τα σύνορα της χώρας.

Ηδη στρατιώτες με επώνυμες επιστολές απαιτούν να ακυρωθεί η αποστολή της φρεγάτας στην Ερυθρά Θάλασσα, να μην εμπλακούν οι ίδιοι και τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων «στη φωτιά ενός άδικου πολέμου».

Γιατί, εν τέλει, ο πατριωτισμός δεν μπορεί να ταυτίζεται με τα συμφέροντα των επιχειρηματικών ομίλων της δικής μας χώρας, ούτε με τα επικίνδυνα σχέδια των ιμπεριαλιστικών συμμαχιών, που μετατρέπουν την πατρίδα μας σε ορμητήριο πολέμου σε βάρος άλλων λαών, αλλά και σε μαγνήτη επιθέσεων. Ο πραγματικός πατριωτισμός ταυτίζεται και εμπεριέχει τον διεθνισμό, τη φιλία και αλληλεγγύη των λαών, την πάλη για το δίκιο του λαού.

Στρατής ΔΟΥΝΙΑΣ
Μέλος του Τμήματος Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ
Ριζοσπάστης
Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: