Πριν γίνει γνωστός σε όλους μέσα από τη συνεργασία του με τον Θάνο Μικρούτσικο, ποιήματα και μικρά πεζά του Άλκη Αλκαίου δημοσιεύονταν στις σελίδες του Ριζοσπάστη. Ένα από αυτά δημοσιεύτηκε στις 12 του Γενάρη 1978 και είχε τίτλο Εργάτες σαν το ατσάλι.
Ο γραπτός λόγος ήταν για τον Μαξίμ Γκόρκι το «όπλο» που αποκαλύπτει την εκμετάλλευση των προλεταρίων της εποχής του και την αναγκαιότητα του συνειδητού ξεσηκωμού των καταπιεσμένων, την ανατροπή του συστήματος της εκμετάλλευσης και την οικοδόμηση μιας κοινωνίας απαλλαγμένης από αφέντες και δούλους.
«Γιατί κρατάς αυτό το κόκκινο πανί, μπάρμπα;» «Είναι το αίμα μου, παιδί μου.» Με κοίταξε ίσια στα μάτια κι άλλη λέξη δεν είπε, ήταν σαν με κάρφωσε με μαχαίρι. Παρακάτω τους περίμεναν κι άλλοι εργατικοί άνθρωποι και παρακάτω άλλοι κι άλλοι κι άλλοι και φώναζαν όλοι μαζί. Μυαλωμένα πράματα έλεγαν. Άρχισα να φωνάζω κι εγώ.
Ο Γιώργος νευριασμένος περπατούσε με τα χέρια στις τσέπες και δεν ήθελε να συναντήσει κανέναν συμμαθητή του. Είχε τσαντιστεί, συνέχεια στροβέλιζε στο μυαλό του ο Συρίγος και η φωνή του.
Η αμερικανίδα συγγραφέας Χάριετ Μπίτσερ Στόου έγινε παγκοσμίως γνωστή με το μνημειώδες έργο της Η καλύβα του μπαρμπα-Θωμά. Η ίδια πήρε μέρος στον αγώνα κατά της δουλείας στις ΗΠΑ. Το βιβλίο μεταφράστηκε σε δεκάδες γλώσσες και «μεγάλωσε» γενιές αναγνωστών σε όλο τον κόσμο και στην Ελλάδα.
Η Έλλη Αλεξίου υπήρξε σπουδαία λογοτέχνης και δασκάλα του λαού μας. Γεννήθηκε στις 22 του Μάη 1894. «Γράφω για να καταγγείλω την αδικία», έλεγε. Αγαπούσε πολύ τα παιδιά και τους νέους. Τα βιβλία της μεγάλωσαν γενιές, αγαπήθηκαν από μικρούς και μεγάλους και διαβάζονται στις μέρες μας.
Εδώ και περισσότερο από έναν αιώνα η δεύτερη Κυριακή του Μάη έχει καθιερωθεί ως η «Παγκόσμια Ημέρα της Μητέρας». Μια μέρα υποτίθεται γιορτινή που οι μάνες όλου του κόσμου έχουν την τιμητική τους. Όμως, όπως συμβαίνει και με πολλές ακόμα «παγκόσμιες ημέρες», τέτοιες επέτειοι, ξέχωρα απ’ τ’ αληθινά και ανόθευτα αισθήματα των ανθρώπων, έχουν καθαρά διακοσμητικό χαρακτήρα.
Με το Νίκο είχαμε βρεθεί για κάποια δουλειά της οργάνωσης σ’ ένα πατάρι της αγοράς, στο Καπάνι. Του είχα παραγγείλει και μου μαστόρεψε ένα ζευγάρι παπούτσια κι όταν μου τα έδινε κάποιες μέρες αργότερα, αστειευόμενος είπε: «Όσο για γερά μη σε νοιάζει, θα τα βρει ακόμα καινούργια η λευτεριά»!
Ο Γερ. Παπαδόπουλος μίσησε την επανάσταση και δεν έπαψε να την καταριέται ακόμα και το 1836 όταν έγγραφε τ’ απομνημονεύματά του, που αποτελούν ντοκουμέντα και τα τύπωσε το 1897 ο μοναχός Δ.Χ. Δουκάκης με τον τίτλο “Πνευματική Τράπεζα”. Ποιος ήταν και ποιοι λόγοι καθόρισαν αυτή του την στάση απέναντι στην επανάσταση;