Λουί Αραγκόν – “Ημουν και θα είμαι πάντα στο πλευρό του ΚΚΕ”

Ξεκινώντας νέος στο δρόμο της καλλιτεχνικής πρωτοπορίας, δεν άργησε να συναντήσει εκείνον της πολιτικής πρωτοπορίας μέσα από τις γραμμές του ΚΚ, τον οποίο θα ακολουθούσε για το υπόλοιπο της ζωής του.

Σουρεαλιστής και οπαδός του σοσιαλιστικού ρεαλισμού, δυο όροι φαινομενικά ασύμβατοι μεταξύ τους, που ο Λουί Αραγκόν απέδειξε πως μπορούσαν να όχι απλώς να συνυπάρχουν, αλλά να αλληλοτροφοδοτούνται δημιουργούντας αριστουργήματα στρατευμένης τέχνης, ενός όρου βαθιά παρεξηγημένου και συκοφαντημένου. Ξεκινώντας νέος στο δρόμο της καλλιτεχνικής πρωτοπορίας, δεν άργησε να συναντήσει εκείνον της πολιτικής πρωτοπορίας μέσα από τις γραμμές του ΚΚ, τον οποίο θα ακολουθούσε για το υπόλοιπο της ζωής του.

Γεννήθηκεστο Παρίσι στις 3 Οκτώβρη 1897 ως παιδί εκτός γάμου, πιστεύοντας πως η μητέρα του ήταν αδερφή του κι ο πατέρας του κηδεμόνας του. Ήταν εξαιρετικός μαθητής, με σημαντικές επιδόσεις στα Λατινικά και τη Φιλοσοφία. Το 1917 γράφτηκε στην ιατρική σχολή και συναντήθηκε με τον Αντρέ Μπρετόν.

Νωρίτερα είχε υπηρετήσει ως νοσοκόμος στο Α Παγκόσμιο πόλεμο, όπου έλαβε και μετάλλιο ανδρείας. Η εμπειρία της μεγάλης σφαγής άφησε ανεξίτηλο το στίγμα του στους διαννοούμενους εκείνης της γενιάς, που εκφράστηκε μεταξύ άλλων με νέα καλλιτεχνικά ρεύματα που εναντιώνονταν στην αστική υποκρισία και τις συμβατικές αντιλήψεις περί τέχνης. Ένα τέτοιο κίνημα ήταν εκείνο του ντανταϊσμού”, στο οποίο εντάσσεται η πρώτη ποιητική συλλογή του Αραγκόν “Πυροτεχνήματα”, που αποτελεί μια σπουδή του παραλόγου. Ένα χρόνο νωρίτερα εξέδωσε μαζί με τους Μπρετόν και τον επίσης ποιητή Φιλίπ Σουπώ το περιοδικό “Λογοτεχνία”. Η ομάδα αυτή -με την προσθήκη του Πολ Ελυάρ- θα συγκροτήσει λίγα χρόνια το 1922 το υπερρεαλιστικό (σουρεαλιστικό) κίνημα, που μέσα από μια σύζευξη ψυχανάλυσης και μαρξισμού προσπαθούσε να απελευθερώσει τη φαντασία από τα δεσμά της λογικής και τους αστικού καθωσπρεπισμού, καταφεύγοντας μεταξύ άλλων στην τεχνική της αυτόματης γραφής, σε μια προσπάθεια “αδιαμεσολάβητης” καταγραφής σκέψεων όπως αναδύονταν από το υποσυνείδητο. Ο ίδιος ο Αραγκόν σημείωνε για τους πειραματισμούς του με την αυτόματη γραφή: Αυτό που σκέφτομαι εκφράζεται από μόνο του με φυσικό τρόπο. Η γλώσσα του καθενός διαφέρει η μία από την άλλη. Εγώ για παράδειγμα δεν σκέφτομαι δίχως να γράφω, δηλαδή η γραφή μου είναι η μέθοδος με την οποία σκέφτομαι.” Έργα της αμιγώς υπερρεαλιστικής του φάσης θεωρούνται η ποιητική συλλογή «Αέναη κίνηση», το μυθιστόρημα «Ο χωρικός του Παρισιού» κι η συλλογή δοκιμίων «Πραγματεία ύφους».

Τ0 1928 θα γνωρίσει την γυναίκα της ζωής του, Έλσα Τριολέ, αδελφή της Λίλια Μπρικ, γνωστή λόγω της σχέσης της με το Μαγιακόφσκι. Όντας ήδη μέλος του ΚΚΓ, επηρεάστηκε από εκείνη ακόμα περισσότερο στην κατεύθυνση της στήριξης της ΕΣΣΔ. Η Τριολέ γνώρισε τόνους λάσπης λόγω της σχέσης της με τη Γκεπεού, γεγονός που η ίδια και ο Αραγκόν αντιμετώπιζαν με περηφάνεια, καθώς ο ποιητής όχι μόνο δημοσίευσε το 1931 ποίημα με τίτλο “Ζήτω η Γκεπεού”, αλλά ζητούσε από το ΚΚΓ να συγκροτήσει δική του μυστική αστυνομία στα πρότυπα (!) της σοβιετικής οργάνωσης, θεωρώντας “αναγκαία αγριότητα” τη δίωξη πολιτικών αντιπάλων. Το 1930 ταξιδεύει στο Χάρκοβο για να εκπροσωπήσει τους υπερρεαλιστές στο 2ο Διεθνές Συνέδριο Επαναστατών Συγγραφέων, σε μια εποχή που ο υπερρεαλισμός αντιμετωπιζόταν με ψυχρότητα από τη σοβιετική κριτική. Πολύκροτη υπήρξε η διάσπαση του υπερρεαλιστικού κινήματος το 1932, ενώ ένα χρόνο μετά, πλην του Αραγκόν διαγράφηκαν από το ΚΚ όλοι οι υπερρεαλιστές πλην του ίδιου, που παρέμεινε μέλος ως το τέλος της ζωής του. Οι πολιτικές διαδρομές των υπερρεαλιστών έκτοτε θα είναι ποικίλες, με το Μπρετόν για παράδειγμα να αφοσιώνεται στον τροτσκισμό και τον Ελυάρ να παραμένει στην επιρροή του ΚΚ.

Ανήκε στους διοργανωτές του αντιφασιστικού “Διεθνούς Συνεδρίου Συγγραφέων για την υπεράσπιση του πολιτισμού” στο Παρίσι το 1935, ενώ ένα χρόνο αργότερα ταξίδεψε στην Ισπανία διεξάγοντας προπαγανδιστική δουλειά στο πλευρό των Δημοκρατικών. Έγραφε άρθρα στην κομματική εφημερίδα “Ουμανιτέ” και μαζί με την Τριολέ μετέφρασε έργα του Στάλιν στα Γαλλικά.

Συμμετείχε στη Γαλλική Αντίσταση και μεταπολεμικά ενεπλάκη στο φιλειρηνικό κίνημα. Πρωτοστάτησε στην εκστρατεία του περιοδικού “Γαλλικά Γράμματα” κατά του Σοβιετικού αυτομόλου πράκτορα Βίκτορ Κραφτσένκο, με αποτέλεσμα εκείνος να υποβάλει μήνυση που κατέληξε σε πολύκροτη δίκη. Το 1949 άρχισε να συγγράφει το πολύτομο έργο του “Οι κομμουνιστές”, από το οποίο ολοκληρώθηκαν τελικά έξι από τους 12 τόμους που σχεδίαζε, όπου περιγράφει τις περιπέτειες του γαλλικού κομμουνιστικού κινήματος από το Φλεβάρη του 1939 ως την ήττα του 1940, ενώ αρχικά στόχευε να φτάσει ως και την απελευθέρωση. Το 1950 εξελέγη στην Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΓ. ενώ το 1956 ανήκε σε εκείνους που υπερασπίστηκαν τη μνήμη του Στάλιν μετά το 20ο συνέδριο του ΚΚΣΕ. Τα επόμενα χρόνια ο αέρας της “ανανέωσης” που επηρέασε και το ΚΚΓ, άφησε κάποια ίχνη και στη δράση του Αραγκόν, που μεταξύ άλλων υπερασπίστηκε σοβιετικούς αντιφρονούντες και καταδίκασε το 1968 την επέμβαση του Συμφώνου της Βαρσοβίας στην Τσεχοσλοβακίας, χωρίς ποτέ να αποκηρύξει τις ιδέες του και τη φιλία του για την ΕΣΣΔ.

Ο Αραγκόν όπως είναι γνωστό είχε επισκεφτεί και την Ελλάδα το 1980, όπου και συναντήθηκε με αντιπροσωπεία του ΚΚΕ, δηλώνοντας πως θα ήταν πάντα στο πλευρό του κόμματος, αλλά και το Γιάννη Ρίτσο, στον οποίο είχε συμπαρασταθεί χρόνια πριν στον αγώνα για την απελευθέρωσή του. Στα πλαίσια της επίσκεψης είχε δώσει και συνέντευξη στο Ριζοσπάστη, όπου δήλωσε μεταξύ άλλων πως : ήμουνα πάντα σουρεαλιστής δεν είναι έτσι; Δεν ξέρω αν αυτό είναι κακό. Θέλω να πω, ότι πάντα έπαιρνα από το σουρεαλισμό τα σημαντικά εκείνα στοιχεία που αυτή η τέχνη κλείνει μέσα της, πράγμα που θα εξακολουθήσω να κάνω. Ομως πρέπει και πάλι να το πούμε ότι οι εποχές και οι συνθήκες είναι διαφορετικές κι έτσι πρέπει να κρίνουμε τα πράγματα. Γι’ αυτό κι εγώ σήμερα είμαι πάρα πολύ προσεκτικός σε όσους έχουν επιβιώσει από αυτό το κίνημα που μπορεί να μην είναι όλοι της γενιάς μου, αλλά μοιάζουν μ’ εκείνους».

Έφυγε από τη ζωή παραμονή Χριστουγέννων του 1982, προκαλώντας ενθουσιασμό στις τάξεις της γαλλικής ακροδεξιάς, με μια εκ των οργανώσεων του χώρου να εκδίδει και πανηγυρική ανακοίνωση: “Οι λέξεις μάς λείπουν σήμερα για να διαδηλώσουμε τη χαρά μας. Δεν είμαστε απ’ εκείνους τους φιλελεύθερους, που θα χύσουν κροκοδείλια δάκρυα για τον θάνατο ενός αντιγάλλου. Μετά από τον θάνατο του Μέντες Φρανς και του Μπρέζνιεφ, προαναγγέλλεται πράγματι ένας ωραίος χειμώνας για τους εθνικόφρονες”.

Δύσκολες Νύχτες

 

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: