“…Για τις φωνές που κοιμούνται κάτω από το χώμα κι έσπειραν το αύριο για τις καινούριες πολιτείες που θα χτίσεις για κείνο το δίκιο σου που θ’ ανοίγει θάλασσες και θα ενώνει αλφαβητάρια για τούτη τη φεγγοβόλα γλυκαυγή που περιμένει.”
Το πράσινο καϊμάν με μια επανάσταση διάσωσε
“Το τρένο εκτροχιάστηκε στη μέση της διαδρομής, σκληρές πέτρες γύρω από τα πεσμένα βαγόνια στις σκουριασμένες ράγες…”
“Στους φτωχούς τους καφενέδες πια κανείς δε νοιάστηκε, με ρακί και με αμανέδες μια γενιά ξεχάστηκε…”
Άρπαγες του ψωμιού μας περιφέρονται…
“Δεν έχουμε καιρό να πεθάνουμε. Όχι. Όχι. Και δεν θα φύγουμε απ’ τον κόσμο, να το ξέρεις, πριν αγαπήσουμε όσο ζητά η καρδιά μας πριν τραγουδήσουμε όσο ζητά η αγάπη…”
“Ξυπνήστε, κύριε, κάθε στιγμή απουσίας σας απ’ τη δουλειά, χαμένο χρυσάφι!…”
“Και τον θλιμμένο Νοέμβρη που έφυγες Σπάραζε αέναα του λαού μας η ψυχή Ο ουρανός συνέπασχε ρίχνοντας βροχή Μα η ποίησή σου αθάνατη και φωτερή.”
Δύο ποιήματα του Γιώργου Δ. Μπίμη
«Στην άλλη άκρη του νήματος υπάρχει “Το τραγούδι της βίας”. Το έγραψα πρόσφατα, παρακινημένος από την ευκολία με την οποία οι δυνάμεις του “νόμου και της τάξης”, όπου Γης, καταπνίγουν βάναυσα κάθε φωνή αντίστασης, ιδιαίτερα των νέων ανθρώπων…»