Θοδωρής Καρέλλας – “Θέλουν λαούς και ανθρώπους χωρίς όραμα και το κάνουν με οποιοδήποτε μέσο μπορούν”

Συνεχίζω να πιστεύω στην ανθρωπότητα, στον άνθρωπο που θα καταφέρει βαθιά στο μέλλον να δημιουργήσει ένα άλλο σύστημα που θα του επιτρέπει να λειτουργεί συλλογικά, να ζει αρμονικά, με ειρήνη και ελεύθερα, σε σχέση με το σύνολο και κατ’ επέκταση με την φύση και το σύμπαν.

Μουσικός με πολύχρονη αξιόλογη πορεία στο χώρο του ελληνικού πενταγράμμου και μαχητικός συνδικαλιστής ως αναπληρωτής γραμματέας του Πανελλήνιου Μουσικού Συλλόγου, ο Θοδωρής Καρέλλας δεν κάνει εκπτώσεις στην τέχνη και τα πιστεύω του.  Μας μίλη σε – μεταξύ πολλών άλλων – για την πρόκληση του συνδυασμού αγώνα και μουσικής δημιουργίας, τα πρώτα του βήματα και την ως τώρα πορεία του, την εμπειρία του από τα φεστιβάλ της ΚΝΕ, την κατάσταση στο χώρο του τραγουδιού σήμερα, και την τελευταία του δουλειά “Δοκιμασία”, βασισμένη στο έργο σπουδαίων ποιητών.

Πώς ξεκίνησες να ασχολείσαι με τη μουσική, ποια ήταν τα πρώτα σου ερεθίσματα;

Γεια σας!

Ξεκινώντας από το δεύτερο σκέλος της ερώτησης, καταρχάς, έχω ανεξίτηλα χαραγμένες δύο εικόνες στο μυαλό μου από το σπίτι που μεγάλωσα στην περιοχή του Κολωνού. Δε μπορώ να προσδιορίσω ακριβή ηλικία, περίπου 2-3 χρονών θα ήμουν, την μάνα μου να τραγουδά μπροστά από το παράθυρο της κουζίνας που για κάποιο λόγο το θυμάμαι πάντα με ήλιο. Και το ραδιόφωνο σχεδόν πάντα ανοιχτό. Και άλλη μια εικόνα – ανάμνηση, τον πατέρα μου να με νανουρίζει με το τραγούδι ”Επέσατε θύματα αδέλφια εσείς”. Τα πρώτα μου ερεθίσματα, κατά τα λεγόμενα της μάνας μου, και η πρώτη μου ενασχόληση με την μουσική ήταν οι κατσαρόλες που απάνω τους χτυπούσα κουτάλια. Πρώτη φορά που θυμάμαι πάντως τον εαυτό μου να ασχολείται με το τραγούδι, είναι στον παιδικό σταθμό και συγκεκριμένα σε μια γιορτή, όπου ένα – ένα παιδάκι σηκωνόταν και τραγουδούσε ένα τραγούδι  που του είχε δώσει η δασκάλα. Φαίνεται δε μου άρεσε πολύ το ”τραγουδάκι”, κι έτσι όταν πήγα στο σπίτι έγραψα ένα δικό μου τραγούδι. Το έχω χειρόγραφο και το είχα μελοποιήσει κι όλας. Οι στίχοι του είναι οι εξής: Καλημέρα παιδιά που ”δεν ξέρετε” να ζείτε καλά/γιατί μέσα στο φόβο στο έιτζ  στα ναρκωτικά πονάτε πεθαίνετε/ας είχατε κι εσείς λίγη χαρά θάλασσες παιχνίδια και άλλα πολλά όπως όλοι.

Επίσης, θυμάμαι την πρώτη μου κιθάρα, δώρο του νονού – δεν πιστεύω σε αυτό με την θρησκευτική έννοια – ένα δώρο πολυτελείας για μένα εκείνη την εποχή. Συμπτωματικά, τις ημέρες που είχε έρθει το δώρο στο σπίτι, είχα σπάσει το αριστερό μου χέρι, το βασικό, κι έτσι, από τη λαχτάρα που είχα να παίξω, ξεκίνησα και την ”γρατσουνούσα” με το δεξί. Έτσι έμαθα. Και μέχρι σήμερα παίζω ως δεξιόχειρας.

Κάτι ακόμα που θυμάμαι, στο δημοτικό, μια φορά στο μάθημα της μουσικής, είχε ρωτήσει η  δασκάλα Κ. Τουλούμη αν ξέρει κάποιος από την τάξη να παίζει κάποιο μουσικό όργανο. Σήκωσα τότε από τον ενθουσιασμό μου το χέρι επειδή είχα κιθάρα, αλλά όμως δεν ήξερα να παίζω, ούτε νότα. Οπότε μας ζήτησε την επόμενη φορά που θα είχαμε μάθημα μουσικής να κρατάμε και τα όργανα μαζί. Έτσι και έγινε. Πήρα την κιθάρα και πήγα. Όταν όμως έβαλε μπροστά μας τις παρτιτούρες, τις κοίταζα σαν χαζός. Εκείνη βέβαια για να μην ντραπώ, με ρώτησε αν ξέρω να τραγουδάω και τραγούδησε πρώτα τον πρώτο στίχο και μου ζήτησε να τον πω. Ευτυχώς, εκεί τα πήγα καλύτερα, αφού στην σχολική γιορτή με έβαλε να τραγουδήσω το τραγούδι ”Ένα παλικάρι είκοσι χρονών”, όλο το τραγούδι μόνος μου την πρώτη φορά και επανάληψη με την χορωδία. Να ‘ναι καλά! Το λοιπόν, Τι ωδεία, τι δάσκαλοι να μου κάνουν ιδιαίτερα μαθήματα, τίποτα, εγω και η θεωρία δεν είχαμε ποτέ καλές σχέσεις. Εμπειρικά έχω μάθει αυτά τα λίγα που έχω μάθει. Είμαι ένας αυτοδίδακτος, πρακτικός μουσικός.

Πώς αποφάσισες η μουσική να γίνει από χόμπι επάγγελμα;

Την Άνοιξη του 96′ μου ανακοίνωσαν οι γονείς μου ότι θα μετακομίσουμε σε κάποια άλλη περιοχή της Αθήνας. Άν και στην αρχή με είχε κλονήσει το γεγονός, ξεχάστηκε γρήγορα. Η νέα μου ζωή, στο Χαλάνδρι, υπήρξε φανταστική από τις πρώτες κι όλας μέρες. Ήταν όλα ωραία, πολλά και γίνονταν γρήγορα. Τα πρώτα μου εφηβικά και πρώτα χρόνια της ενηλικίωσης μου ήτανε πραγματικά συγκλονιστικά. Τι να πρωτοθυμηθώ; Κάθε μέρα για μένα ήταν σαν γιορτή! Γνώρισα πολύ κόσμο και τι πάρτυ, τι εκδρομές, τι εξόδους, τι γλέντια. Σχεδόν σε καθημερινή βάση, με τόσους ανθρώπους και από διαφορετικές παρέες, όπου βρισκόμασταν παίζαμε μουσική, τραγουδούσαμε. Σε πάρκα, σε πλατείες, σε μαγαζιά, σε σπίτια, σε γιορτές, σε εκδηλώσεις. Έτσι κάπως το ένα έφερε το άλλο που λέμε, ώσπου το χόμπι σιγά σιγά γινόταν επάγγελμα. Η πρώτη επίσημη μου εμφάνιση, αν θυμάμαι καλά, ήταν στην πλατεία Χαλανδρίου, όπου ανοίξαμε μαζί με φίλους μια συναυλία του Βασίλη Καζούλλη τον Μάη – Ιούνη του ’97. Κάπου κάπου, δεν το κρύβω, νοσταλγώ κάποια γεγονότα από εκείνη την, για μένα, λαμπρή εποχή.

Φωτογραφία Μαργαρίτα Μποφιλίου

Οι γονείς σου πώς αντέδρασαν στην επιλογή σου;

Οι γονείς μου στήριξαν το κάθε μου δευτερόλεπτο, το κάθε βήμα της ζωής μου, όποιο κι αν ήταν αυτό, σε όλους τους τομείς της ζωής μου. Και η ευρύτερη οικογένεια μου το ίδιο, και οι δικοί μου άνθρωποι, οι φίλοι.

Έχεις κάνει πολλές εμφανίσεις σεφεστιβάλ της ΚΝΕ. Πώς ήταν η εμπειρία σου και ποια είναι η στιγμή που σου έχει αποτυπωθεί ιδιαίτερα;

Εκτός από μουσικές εμφανίσεις, έχω κάνει και ”εμφανίσεις” ως έφηβος ψήστης, ”περιφρουρητής” κ.α. Θα σας πω και μια μικρή ιστορία, θυμάμαι σε ένα φεστιβάλ, έψηνα σουβλάκια, έπινα μπίρες και άκουγα το ”Έχω έναν καφενέ” και έριξα και μια στροφή με το τσιγάρο στο στόμα. Εκείνη την στιγμή είχε έρθει ο πατέρας μου για να μου πει πού θα τον έβρισκα μετά. Δε με είχε δει να καπνίζω. Εκείνο το βράδυ, ήπιαμε μαζί μπίρες και κάπνισα πρώτη φορά μπροστά του. Ήμουν 16 χρονών. Ύστερα από εκείνη τη μέρα, στο σπίτι, μου  έφερνε ένα πακέτο τσιγάρα μερικές φορές την εβδομάδα. Σε ό,τι αφορά στο μουσικό επίπεδο, αν και έχω συμμετάσχει πολλές φορές σε εκδηλώσεις – παραστάσεις και συναυλίες, δυο είναι οι στιγμές που ξεχωρίζω. Η μια είναι που με κάλεσε η ΚΝΕ σε έναν δίσκο αφιέρωμα για τα 42 της χρόνια και εκεί τραγούδησα το ”καρτέρεμα” του Μίκη Θεοδωράκη και Γιάννη Ρίτσου και το ”Αυτοί που περιμένουν” του Χρήστου Λεοντή και Γιάννη Ρίτσου με τη συμμετοχή και του Κώστα Καζάκου στο δεύτερο. Μάλιστα, τον θυμάμαι τον κύριο Κώστα να μου λέει, Θοδωράκη, έκανες εξαιρετική ερμηνεία εδώ, προσωπικά είχα να συγκινηθώ τόσο πολύ από το Μεγάλο μας τσίρκο που τραγουδούσε ο Ξυλούρης. Αυτό λοιπόν το έργο το παρουσιάσε η ΚΝΕ στο φεστιβάλ στην κεντρική σκηνή, αν θυμάμαι καλά τον Σεμπτέμβρη του ’14. Και πέρυσι, είχα την τιμή, να με κάλεσει ως συνθέτη να παρουσιάσω τον κύκλο τραγουδιών μελοποιημένης ποίησης με τον γενικό τίτλο ”Δοκιμασία”. Η δοκιμασία ως τίτλος είναι εμπνευσμένος  από το ομότιτλο ποίημα του Γιάννη Ρίτσου. Σε αυτό το κάλεσμα ανταποκρίθηκα φυσικά αμέσως και ήταν για μένα το καλύτερο μέτρο σύγκρισης για τα τραγούδια μου, είπα μέσα μου, σε καλό δρόμο είσαι, προχώρα!

Ποια ήταν η πρώτη φορά που εμφανίστηκες επαγγελματικά στο κοινό;

Αν λοιπόν εξαιρέσουμε κάποια διάσπαρτα μεροκάματα σε μαγαζιά, το πρώτο μαγαζί που δούλεψα για ολόκληρη σεζον που λέμε ήταν το 2002 -2003 στην Θεσσαλονίκη, στο μαγαζί  Πλατώ. Ένας χώρος που υπηρέτησε με συνέπεια το καλό τραγούδι. Πληροφορήθηκα ότι έκλεισε τα τελευταία χρόνια της κρίσης και στεναχωρήθηκα γι’ αυτό. Από τη μία γιατί ο Δημήτρης που είχε το μαγαζί είναι ένας πολύ καλός άνθρωπος και μουσικός, έκτοτε γίναμε και φίλοι οικογενιακώς, και από την άλλη το καλό τραγούδι χάνει τα στέκια του.

Πώς προέκυψε ο πρώτος σου δίσκος;

Παράλληλα, στη Θεσσαλονίκη, την ίδια περίπου περίοδο 2003 -2004 έκανα τις πρώτες μου απόπειρες σε στούντιο ηχογραφώντας τις πρώτες μου συνθέσεις πάνω σε στίχους του πατέρα μου, αλλά και κάποιων Ελλήνων ποιητών. Μια φίλη μας είπε ότι ένας φίλος της ήταν παραγωγός και θα μπορούσε να του στείλει να ακούσει τα τραγούδια. Έτσι έγινε. Λίγο καιρό μετά χτύπησε το τηλέφωνο και ήταν ο Αντώνης Μιτζέλος. Κάναμε μια συνάντηση, γνωριστήκαμε από κοντά, συμφωνήσαμε και τελικά όλα πήγαν καλά. Μπήκαμε στο στούντιο το καλοκαίρι του ’05 και με ενορχηστρωτή τον ίδιο κάναμε τον πρώτο μου προσωπικό δίσκο με τον τίτλο ”Αλήθειες και μύθοι”. Το αρχικό πλάνο βέβαια ήταν να κάνει δίσκο ο Αντώνης με δικά του τραγούδια πάνω στη φωνή μου, αλλά για διάφορους λόγους δεν το καταφέραμε. Πάντως, έγινε ένας δίσκος με αγάπη και μεράκι, που όμως κι εγω δεν ήμουν ώριμος να το υποστηρίξω. Έχει όμως μερικές καλές στιγμές και επίσης γνώρισα πολλούς, καταπληκτικούς ανθρώπους και μουσικούς και έκανα και καλούς φίλους. Θέλω να πω ένα μεγάλο ευχαριστώ πάνω απ’ όλα στον Αντώνη για την αγάπη και την εμπιστοσύνη που μου έδειξε εκείνη την περίοδο και ένα μεγάλο ευχαριστώ σε όλους τους δημιουργούς, μουσικούς και λοιπούς συντελεστές που στήριξαν εκείνη την προσπάθεια.

Ποια ήταν η συνέχεια της μουσικής σου πορείας;

Έπειτα από κάποιες προγραμματισμένες παραστάσεις του Αντώνη Μιτζέλο σε όλη την Ελλάδα και την Κύπρο που συμμετείχα κι εγώ, και σε κάποιες  μαζί με πολλούς καλλιτέχνες, (Γιώργο Νταλάρα, Λαυρέντη Μαχαιρίτσα, Μαργαρίτα Ζορμπαλά, Βασίλη Καζούλη, Κίτρινα ποδήλατα, Καίτη Κουλλιά κ.α) και παράλληλα με κάποιες δικές μου προσωπικές εμφανίσεις σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, αποφάσισα να ανέβω στην Θεσσαλονίκη και να αποκτήσω, καθώς ήθελα, εμπειρία, χρόνο σε πατάρι που λέμε στην πιάτσα. Την περίοδο 2007 -2012 έμεινα στην Θεσσαλονίκη και έπαιζα σε μικρά μαγαζιά, ταβέρνες, μουσικές σκηνές και φοιτητικά στέκια. Ειδικά στο μαγαζί “Εναλλάξ”, πολύ περισσότερο, βρήκα μουσικές φόρμες, απόκτησα το ύφος μου, ωρίμασα. Επίσης, γνώρισα πάρα πολύ κόσμο, μέχρι και σήμερα τόσα χρόνια μετά, κάποιες φορές τυχαία στο δρόμο με ρωτάνε, με θυμάσαι; Ερχόμουν στο Εναλλαξ. Πέρασα πολύ όμορφα χρόνια. Έχω πολλούς και καλούς φίλους, μια ζωή ολόκληρη εκεί με όλα της! Την αισθάνομαι τη Θεσσαλονίκη σαν τόπο που γεννήθηκα κι ας μην είναι.

Ποια συνεργασία θα έλεγες πως ξεχωρίζεις ως τώρα;

Δε νομίζω ότι μετριέται έτσι αυτό. Κάθε ένας άνθρωπος που έχει περάσει από τη ζωή μου γενικά, αλλά και συγκεκριμένα σε ό,τι αφορά κομμάτι της τέχνης, στη δουλειά μου, είναι για μένα κι ένα δώρο, ανεκτίμητης αξίας. Κάνοντας και τον προσωπικό μου απολογισμό στα χρόνια που πέρασαν, όλα γίναν όπως έπρεπε. Πάντως, ένα πολύ προσωπικό μου όνειρο που είχα από έφηβος, ήταν με κάποιο τρόπο να συνεργαστώ με τον Κώστα Χατζή. Και αυτό, γιατί τον θεωρώ σε παγκόσμιο επίπεδο σπουδαίο καλλιτέχνη και άνθρωπο. Το λοιπόν, τον έχω γνωρίσει. Έχω πάει σπίτι του μερικές φορές, συζητήσαμε αρκετά, τον ρώτησα κάποια πράγματα και πήρα πολύ ωραίες απαντήσεις, έχω κάποια, μερικά, ανέκδοτα τραγούδια του στα προσωπικά μου αρχεία τα οποία μαζί επιλέξαμε, κάποια τραγούδια του που θέλω κάποια στιγμή να τα κυκλοφορήσω. Για τα τραγούδια το μόνο που μου είπε, για όποια επιλέξω να κάνω, να δώσω προσοχή στην ενορχήστρωση, να είναι λιτή έτσι ώστε να ακούγεται η φωνή και οι στίχοι των τραγουδιών.  Είμαι πραγματικά πολύ τυχερός γι’ αυτή την γνωριμία.

Πώς αξιολογείς αυτό που λέμε χώρο της νύχτας στην Ελλάδα;

Φαντάζομαι πως η ερώτηση αποσκοπεί στο χώρο του τραγουδιού σε σχέση με τον όρο ”νύχτα” με την αργκώ έννοια. Και βέβαια, η νύχτα με τη μέρα δεν έχει μεγάλη διαφορά. Ότι μπορεί να συμβεί τη νύχτα, εύκολα μπορεί να συμβεί και τη μέρα. Πάντως, υπό αυτή την έννοια που καταλαβαίνω ότι με ρωτάτε, θα σας πω. Ενώ σε πολλές περιπτώσεις και αυτό είναι ενθαρρυντικό, ακούω πολλά ενδιαφέροντα πράγματα, παραγωγές, οι νέοι άνθρωποι  ειδικά, είναι δημιουργικοί, έχουμε εξαιρετικούς οργανοπαίχτες και τραγουδιστές, συγκεκριμένα στο λαϊκό στο παραδοσιακό ρεμπέτικο και στο σύγχρονο τραγούδι υπάρχουν πια αρκετοί καλοί μελετητές και δημιουργοί αντίστοιχα, από την άλλη, βλέπω και μεγάλη αφομοίωση κουλτούρας από την δύση. Αντιλαμβάνομαι μια τάση ”τυποποίησης” και όπως παντού, έτσι και εδώ, γινόμαστε μέρος της παγκόσμιας τάξης πραγμάτων κι αν όχι ακόμα σε επίπεδο καλλιτεχνικό, σίγουρα ερχόμαστε όλο και πιο κοντά στον τρόπο παραγωγής και κουλτούρας. Θέλουμε να μοιάζουμε. Το τελευταίο ενώ έχει και κάποια θετικά στοιχεία, το αναφέρω ως αρνητικό βεβαίως γιατί θεωρώ ότι η τέχνη, εκείνη που πηγάζει από τις πιο ουσιαστικές ανάγκες είτε του ατόμου είτε μιας συλλογικής εργασίας ξεχωρίζει και αυτό πρέπει να κάνει, να ξεχωρίζει, να έχει προσωπικό, εντελώς προσωπικό ύφος.

Αυτή είναι και η ουσία και αυτό είναι το όμορφο στην τέχνη γενικότερα ακριβώς για τον λόγο ότι ο κάθε άνθρωπος ή η κάθε ομάδα αντίστοιχα έχει έναν και μοναδικό τρόπο να εκφραστεί και να εκφράσει ακριβώς αυτό που θέλει να πει. Κάτι ακόμα στο ίδιο θέμα. Έχω την εντύπωση ότι στο μεγαλύτερο ποσοστό δεν υπάρχουν ξεκάθαροι λόγοι για τους οποίους οι άνθρωποι ασχολούνται με την τέχνη ή και ότι οι λόγοι όσων είναι ξεκάθαροι, στις περισσότερες περιπτώσεις είναι πολύ μακριά από τις πιο βαθιές ανάγκες της. Σε ένα άλλο επίπεδο πάλι που μπορεί να κρύβει η ερώτηση και θα απαντήσω και σε αυτό είναι το εξής. Είναι το κομμάτι των εταιριών που επίσης παίζει τον δικό του σημαντικό ρολο εδω. Σε αυτή την περίπτωση δεν υπάρχουν καλλιτεχνικοί όροι, παρά μόνο αριθμοί. Εμπόριο. Μαθηματικά. Νούμερα, όπου όλα αυτά τελικά αποσκοπούν στο χρήμα. Οπότε αν δεν μπορείς να τους απασχολήσεις υπό αυτή την έννοια δεν τους αφορά. Και από την άλλη, εκείνοι, καθώς κατέχουν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, τύπο, ραδιόφωνο, τηλεόραση, διαδίκτυο και τους χώρους και καθώς δημιουργούν τους δικούς τους κύκλους που καταλήγουν σε κυκλώματα, φτιάχνουν τα δικά τους ”μοντέλα” έτσι ώστε να τους φέρνουν τα αποτελέσματα που προσδοκούν. Παράλληλα, στις περισσότερες περιπτώσεις δημιουργούν ότι αυτοί θέλουν να περνάνε και ως γενικότερο πρότυπο – μήνυμα στον κόσμο. Πού είναι το κοινωνικό τραγούδι; Πού είναι τα τραγούδια που προκαλούν; Πού εκείνα που αφυπνίζουν; Πού εκείνα που διαμαρτύρονται; Πού είναι οι καλλιτέχνες που παίρνουν σοβαρή θέση για την άθλια πραγματικότητα που ζούμε; Πού είναι η νέα γενιά, ο πολιτισμός; Το τραγούδι περνάει σε δεύτερη μοίρα και πολεμάνε την δύναμη που άλλοτε είχε και επηρέαζε μαζικά, και κερδίζουν, επικρατούν. Υπάρχουν βεβαίως και οι άνθρωποι και τα τραγούδια εκείνα που αντιστέκονται και κατοικούν, αλλά όλο αυτό το σύστημα καλά κρατεί, κάνει πολύ καλά την δουλειά του και αφήνει την αλήθεια και όλη αυτή την δύναμη που προανάφερα στο περιθώριο και καταφέρνει να γεμίζει τον κόσμο με ψέμα και να δημιουργεί το γενικό κλίμα ότι όλα είναι ίδια, ένας λαός σε ύπνο βαθύ και στην σιωπή. Αλλοιώνουν πανανθρώπινα ιδανικά, θέλουν λαούς και ανθρώπους χωρίς όραμα και το κάνουν με οποιοδήποτε μέσο μπορούν. Μη σας φαίνεται παράξενο αυτό.

Πώς γεννήθηκε ο “Όρθιος άνθρωπος”;

Τον τίτλο τον εμπνεύστηκα από μια φράση που μου έλεγε παλιά ο πατέρας μου και είχε κάποτε αρέσει, ”ορθοστατών και ορθοβαδίζων”. Ο δίσκος ” Ένας όρθιος άνθρωπος”  είναι μια εξ ολοκλήρου δική μου ιδέα. Εκείνη την περίοδο (2013) έπαιζα σε ένα συνοικιακό μαγαζί του Βύρωνα μαζί με ένα φιλαράκι, ρεμπέτικα τραγούδια, αυστηρά. Και παρότι υπήρξε μια δύσκολη και για μένα εποχή, παράλληλα όμως ήταν και άκρως δημιουργική! Μόλις είχα μπει στο στούντιο και ηχογραφούσα τον δεύτερο προσωπικό μου δίσκο με τίτλο ”Τα σημάδια των καιρών” όπου και κυκλοφορεί από την εταιρία MLK σε ψηφιακή μορφή από το 2016. Μία φορά την εβδομάδα λοιπόν ερχόταν ένας τύπος κι έτσι χωρίς να μιλάει, έτρωγε, έπινε τις μπίρες του και άκουγε ”τα τραγούδια του”. Αυτό γινόταν κανά δυο μήνες. Κάποιο βράδυ πήγα και κάθησα μαζί του, γνωριστήκαμε και απάνω στην κουβέντα μου είπε δύο λέξεις που πυροδότησαν όλα τα υπόλοιπα. ”Κάνω ραπ και έχω στούντιο” του είπα, πότε ξεκινάμε δίσκο; Μου λέει τι δίσκο; Του είπα, εγώ θα κάνω την σύνθεση και την ενορχήστρωση και θα γράψω και κάποιους στίχους και εσύ θα κάνεις το ραπ, την ηχοληψία και την παραγωγή. Σε δύο -τρεις εβδομάδες από εκείνη την βραδιά, ηχογραφούσαμε τον Όρθιο άνθρωπο, το ομότιτλο τραγούδι, που, εκτός από την βασική του μελωδία, γράφτηκε τις πρώτες ώρες μέσα στο στουντιο. Ευχαριστώ τον Γιάννη Κρανιώτη (jk one) που προσέγγισε με ανοιχτό μυαλό αυτή την ιδέα κι έτσι αυτό το έργο τελικά κατοικεί. Επίσης, θέλω να ευχαριστήσω όλους τους συντελεστές, δημιουργούς, μουσικούς και φίλους που βοήθησαν ο καθένας με τον δικό του ξεχωριστό τρόπο. Ενδεικτικά αναγράφω κάποια ονόματα: Τον Άγη Παπαπαναγιώτου, τον Παναγιώτη Τσίτσικα, τον Νικόλα Καρίμαλη, την Λίνα Δημοπούλου, τον Φάνη Μαργαρώνη, τον Γιώργο Καλτσούνη, την Ροδάνθη Κασκαφέτου, τον Στέφανο Χατζηαναγνώστου, τον Θωμά, την Ελένη st, τον Δημήτρη Κουφαλάκο.

Πριν λίγους μήνες στο Σταυρό του Νότου παρουσιάστηκε το πρώτο μέρος από μια φιλόδοξη δουλειά, τη «Δοκιμασία», που βασίζεται σε μελοποίηση Ελλήνων ποιητών. Μίλησέ μας περισσότερο για το τι  «εκπλήξεις» επιφυλάσσεις στους ακροατές.

Ναι, θέλω να πιστεύω ότι βάζω υψηλούς στόχους. Για την ακρίβεια, παρουσίασα μαζί με τους συνεργάτες – φίλους, τραγούδια από όλο τον κύκλο με τον γενικό τίτλο ” Δοκιμασία ” που θα αποτελείται από 5 εως 6 μέρη συνολικά. Αυτός είναι ο στόχος. Είναι μια προσωπική αναζήτηση – μελέτη που ξεκινάει από την εφηβεία μου. Μου άρεσε πολύ, και ακόμα μου αρέσει να διαβάζω ποίηση. Καταρχάς να πω ότι θα συστηθώ κυρίως ως συνθέτης σε αυτό το έργο. Θα τραγουδήσω κι εγω. Το πρώτο μέρος είναι σχεδόν έτοιμο και θα το τραγουδήσει εξ ολοκλήρου ο Θανάσης Χουλιαράς. Επέλεξα τον Θανάση γιατί χρειαζόμουν μια καθαρή φωνή με σωστή άρθρωση, μεγάλη έκταση και χρειάζονται αυτά τα προσόντα ακριβώς διότι τα τραγούδια υπηρετούν αυτόν, τον λόγο της ποίησης και σε αυτόν τον σοβαρό λόγο χρειάζεται ότι λέγεται να είναι ξεκάθαρο. Έτσι το εκτιμώ. Η έκπληξη είναι ότι ενώ ο Θανάσης είναι ένας κατεξοχήν ροκ τραγουδιστής, εδω θα μας τραγουδίσει και με περισσότερο λυρισμό σε κάποιες περιπτώσεις. Για την ενορχήστρωση, έχει την ευθύνη ο Δημήτρης Ανδρονιάδης, ένας  ταλαντούχος μουσικός που με πολύ μεράκι, ενορχήστρωσε τα τραγούδια σαν να είναι δικά του. Για το δεύτερο μέρος της Δοκιμασίας και για να καλύψω κάτι ακόμα από το δεύτερο σκέλος της ερώτησης, να πω ότι, ιδανικά θέλω να το τραγουδήσει εξολοκλήρου μια γυναικεία φωνή.

Φέρεις μια διττή ιδιότητα, εκείνη του καλλιτέχνη, αλλά και του συνδικαλιστή, ως αναπληρωτής γραμματέας του Πανελλήνιου Μουσικού Συλλόγου. Πόσο δύσκολος είναι αυτός ο συνδυασμός; Τι μπορεί να προσφέρει σε ένα μουσικό σήμερα η οργανωμένη δράση;

Ναι. Και όσο καλλιεργώ το πρώτο, συνήθως, έρχομαι πιο κοντά στο δεύτερο. Λοιπόν, η ίδια η ζωή με έφερε αντιμέτωπο με την πραγματικότητα ως εργάτη, εργαζόμενο μουσικό. Πρώτα απ όλα άρχισα να καταλαβαίνω ότι ενω θα έπρεπε, σε πολλές περιπτώσεις, δεν είχα πολλά από τα δικαιώματα που θα έπρεπε από την μεριά του εργαζόμενου, και όχι μόνο σε σχέση με την εκάστοτε επιχείρηση, αλλά πολλές φορές ερχόμουν αντιμέτωπος και με τους συναδέλφους που είχαμε συνήθως διαφορετικό τρόπο σκέψης σε πολλά ζητήματα. Δηλαδή, εγώ, πάντα προσπαθούσα να απαιτώ ότι μου αναλογεί, τίποτα λιγότερο. Όμως πολλοί συνάδελφοι έκαναν εκπτώσεις σε αυτό. Ας το πούμε, ενώ είχαμε συμφωνήσει με τον επιχειρηματία 4 ώρες δουλειάς να μας λέει, παίξτε λίγο παραπάνω ή σήμερα δεν είχε δουλειά, δε μπορώ να σας πληρώσω ή σας κόβω αυτά τα χρήματα ή ενώ έχουμε συμφωνήσει να παίζουμε τριήμερο κάθε βδομάδα και έπειτα από λίγο καιρό κοβόταν η μία μέρα και άλλα τέτοια, συχνά, συνάδελφοι έδειχναν ότι καταλάβαιναν τον επιχειρηματία, δε μιλούσαν, αποδέχονταν αυτή την μοίρα που ήταν τελικά εις βάρος τους και προς όφελους εκείνου. Όλα αυτά με ενοχλούσαν, με θύμωναν, αλλά έβλεπα ότι δεν μπορούσα μόνος μου ως άτομο να έχω φωνή. Εδώ όμως πρέπει να καταλαβαίνει ο καθένας ότι δεν μπορεί να κάνει ό,τι του κατεβαίνει στο κεφάλι. Και την δικιά μου μοίρα δε θέλω να την αποφασίζει άλλος για μένα. Έχουμε μια συμφωνία και όπως πρέπει ο εργαζόμενος να είναι σωστός και να τηρεί με ακρίβεια το ό,τι έχει συμφωνηθεί, έτσι και ο επιχειρηματίας πρέπει να είναι σωστός απέναντι στον εργαζόμενο.

Δίκαια πράγματα που βέβαια φαίνονται πια μακρινά όνειρα αυτά, που θα έπρεπε να είναι δεδομένα. Μέχρι και με φίλους έχω τσακωθεί για τέτοια ζητήματα. Βέβαια, έχω κι εγώ κάνει συμβιβασμούς σε κάποιες, λίγες περιπτώσεις, κυρίως για λόγους επιβίωσης. Από την άλλη, επειδή είμαι και δημιουργός, γράφω, κάνω σύνθεση, βλέπω ότι ο χρόνος που αφιερώνω για την μελέτη και την εργασία μου, που πιστέψτε με είναι πολύς, σε καμία περίπτωση δεν πληρώνεται. Έτσι κι αλλιώς. Δεν πληρώνεται καθόλου. Όμως, εφόσον η αγορά και ο κόσμος, το τραγούδι το χρειάζεται και με αυτόν το ρόλο στην ζωή του, δηλαδή έχει δημιουργηθεί αγορά γύρω από αυτό, πρέπει να βρεθούν οι τρόποι και να γίνεται. Και για μένα ο τρόπος δεν είναι να προσπαθώ να μπαίνω στον χώρο αυτής της βιοτεχνίας του τραγουδιού και ίσως να είμαι αρεστός, μήπως κάποτε καταφέρω να με παίξει κάποιο ραδιόφωνο, να κάνω δημόσιες σχέσεις κτλ κατ’επέκταση να αφομοιώνομαι και εγώ, αλλά και η τέχνη που κάνω, και να ”παίζω” με τους όρους που εκείνοι αποφασίζουν για μένα και για την τέχνη μου. Βέβαια, γνωρίζω καλά που βρίσκομαι και ξέρω ποια είναι η πραγματικότητα και έτσι, επιλέγω, παίρνω τις αποφάσεις μου. Με έναν άλλον κρατικό τρόπο διαχείρησης θα αισθανόμουν ασφαλής και υγιής.  Όλα αυτά λοιπόν με έφεραν κι εμένα κοντά στο σωματείο και βέβαια ένας τέτοιος συνδυασμός είναι δύσκολος από πολλές απόψεις. Καταρχάς, χρειάζεται να θυσιάζεις από τον προσωπικό σου χρόνο. Και γνωρίζω ότι όσο περισσότερο χρόνο αφιερώνω στο οτιδήποτε, τόσο καλύτερα είναι τα αποτελέσματα. Και να σας πω, κάνω κι εγω πολλές φορές βήματα πίσω. Δεν αφιερώνω όσο χρόνο πρέπει. Υπο αυτή την έννοια, σε πολλές περιπτώσεις, καταλαβαίνω ότι χρειάζεται να είμαι αρκετά πιο δραστήριος. Δεν είναι παίξε γέλασε. Έχω ευθύνη. Έπειτα, ξέρετε, ειδικά στις μέρες μας επικρατεί η άποψη ότι ο συνδικαλισμός είναι αυτός που έφερε τα πράγματα εδω κτλ.

Πρέπει να ξεκαθαρίσω κάποια πράγματα, τουλάχιστον για τον εαυτό μου κι έτσι όπως εγω τα αντιλαμβάνομαι και τα βιώνω μέσα από αυτήν την διαδικασία. Και λέω για τον εαυτό μου γιατί το σωματείο είναι μια συλλογική ακριβώς διαδικασία που κανενός η προσωπική γνώμη, ενός ατόμου από μόνη της είναι ικανή κι ούτε μπορεί να εκπροσωπήσει συνολικά τις θέσεις και την δράση του σωματείου επίσημα, έξω από εκεί. Η οργάνωση στο σωματείο είναι να το πω, προσωπικό χρέος του καθενός, τι του λέει η συνείδησή του στο να βρίσκεται εκεί και να βοηθάει συλλογικά με όποιον τρόπο μπορεί στις θέσεις και δράσεις του. Από κει και πέρα, το σωματείο αποτελείται από μέλη. Όσο πιο ενεργά είναι τα μέλη του, τόσο πιο αποτελεσματική και η δράση του σωματείου. Και ότι διεκδικούμε μέσα από το σωματείο αφορά όλο τον κλάδο, όλους τους εργαζόμενους. Παλεύουμε για συγκεκριμένα πράγματα. Αγωνιζόμαστε για την καλυτέρευση των δικαιωμάτων του κλάδου και γενικότερα. Για καλύτερες, ανθρώπινες συνθήκες εργασίας στο σήμερα, για μια συνεχώς καλύτερη  σύμβαση εργασίας, για τα ένσημα που εδώ και αρκετό καιρό δεν θεωρούνται βαρέα και ανθυγιεινά, το ωράριο εργασίας, το διάλειμμα που χρειάζεται ο μουσικός, τα ιδιωτικά συμφωνητικά με τον εκάστοτε εργοδότη, μια σειρά τέτοιων ζητημάτων κ.α. Όλα αυτά κερδίζονται μέσα από την οργανωμένη πάλη.  Από την άλλη, το σωματείο σε φέρνει κοντά με ανθρώπους, ανταλλάσοντας απόψεις καταλαβαίνεις ότι έχεις πολλά περισσότερα πράγματα που σε ενώνουν μαζί τους, παρά που σε ”χωρίζουν”. Μπορείς να κάνεις νέες φιλίες ακόμα. Βλέπεις τελικά ότι δεν είσαι μόνος σου και ότι δεν πρέπει να είσαι. Αντιλαμβάνεσαι ακόμα καλύτερα την πραγματικότητα. Η οργάνωση στο σωματείο είναι αναγκαία πάντα και πρέπει να μας αφορά όλους.

Ποια είναι τα σχέδια σου για το μέλλον; Έχεις καλλιτεχνικά «απωθημένα»;

Έχω σχέδια, πολλά. Πάρα πολλά. Και όνειρα. Άπειρα. Και σε ατομικό επίπεδο και σχέδια που ετοιμάζουμε μαζί με φίλους δημιουργούς – καλλιτέχνες. Μερικά από τα προσωπικά μου είναι, ένας δίσκος ;oπου θα υπογράφω και τη μουσική και τον στίχο και την ενορχήστρωση και θα τραγουδάω. Βέβαια, αν και έχω μαζέψει αρκετό υλικό, χρειάζεται ακόμα πολύς χρόνος. Επίσης, υπολείπονται ακόμη τέσσερα τουλάχιστον μέρη για τον κύκλο τραγουδιών μελοποιημένης ποίησης με τον γενικό τίτλο Δοκιμασία. Μετά, έχω σκοπό να κάνω δυο tribute σε δύο μεγάλους δημιουργούς, αποκαλύπτω τον έναν, τον Κώστα Χατζή. Έναν δίσκο, που έχω υλικό, με ορχηστρικά. Ακόμη, έναν δίσκο με διασκευές αγαπημένων τραγουδιών από την ελληνική σκηνή, γενικά. Τι άλλο; Φτάνουν αυτά για την ώρα.

Σε επίπεδο συνεργασίας ετοιμάζουμε με τη συνθέτη και φίλη Δέσποινα Πραφτσιώτη και το στιχουργό τον Θωμά Ψήμμα έναν δίσκο όπου θα έχω το ρόλο του ερμηνευτή. Έχει γίνει η διαλογή των τραγουδιών και είμαστε σε επικοινωνία για την υλοποίηση της παραγωγής. Ακόμη, με τον συνθέτη και καλό φίλο Βαγγέλη Τζερέτα που ολοκλήρωσε το δημιουργικό κομμάτι της σύνθεσης και του στίχου, ετοιμάζουμε έναν ”καθαρόαιμο” λαικό δίσκο γραμμένο πάνω στην φωνή μου και από Οκτώβρη καλώς εχόντων των πραγμάτων και ”λαού θέλοντος”, μπαίνουμε στουντιο. Παραθέτω έναν στίχο για να πάρετε μια ελάχιστη ”γεύση”:  Στις γειτονιές του κόσμου ταξίδεψα/χέρια γυμνά των ανθρώπων γύρεψα/στη σκοτεινιά το φως μου κράτησα/στις αγκαλιές των παιδιών μεγάλωσα.

Με τον Νικόλα Καρίμαλη (Razastarr) έχουμε πει να κάνουμε ένα έργο πάνω στην ινδιάνικη φιλοσοφία. Με τον Γιάννη Κρανιώτη (jk one) έχουμε δώσει τα χέρια να κάνουμε έναν δίσκο, ως το ”δεύτερο μέρος” του “Όρθιου ανθρώπου”, αλλά με εντελώς άλλη προσέγγιση. Για τη Λαμπρινή Καρακώστα επίσης έχω ολοκληρώσει έναν δίσκο, το υλικό είναι έτοιμο, με τραγούδια, συνθέσεις δικές μου και στίχους φίλων και δικούς μου. Επίσης, με την Ίλια Κοντού, σκηνοθέτη, δραματουργό, συνθέτη, ετοιμάζουμε κάτι για το χειμώνα του ’19-’20. Είναι και άλλα ακόμα, και κάποιες συμμετοχές μου σε τραγούδια φίλων αντίστοιχα κάποιοι φίλοι σε δικά μου, αλλά και όσα έρχονται στο μέλλον που δεν τα γνωρίζω ακόμα. Είμαι πολύ ενθουσιασμένος και ανυπομονώ! Εύχομαι να μπορέσουν να υλοποιηθούν όλα! Βέβαια γνωρίζει πια ο κόσμος, αλλά θα το αναφέρω κι εγώ, ότι οι περισσότερες παραγωγές, οι δίσκοι, σε ό,τι αφορά και στο οικονομικό επίπεδο γίνονται εξολοκλήρου από τους ίδιους τους καλλιτέχνες, οπότε εύκολα καταλαβαίνει κανείς ότι δυσκολεύει πολύ το πράγμα μέχρι να υλοποιηθεί το καθετί. Και μην νομίζει κανείς ότι αυτή η δουλειά είναι εύκολη. Το αντίθετο, απαιτείται πολύς χρόνος, καθαρό μυαλό, οργάνωση κ.α. Σε αυτό το σημείο, γυρίζοντας στα δικά μας, να πω ότι όλα τα παραπάνω γίνονται πρώτα απ΄όλα με όρους καλλιτεχνικούς και πάνω απ όλα ότι γεννιούνται μέσα από τις ανθρώπινες σχέσεις. Στο αν έχω απωθημένα, όχι. Το μόνο ίσως που θα μπορούσα να σκεφτώ είναι όμως ένα τρελό και ανέφικτο έτσι κι αλλιώς, όνειρο, είναι μια συνεργασία με τον Roger Waters. ”Το ‘πα”.

Τι θα συμβούλευες ένα νέο που θέλει σήμερα να ασχοληθεί επαγγελματικά με τη μουσική;

Δεν ξέρω αν πρέπει και αν είμαι ικανός να συμβουλέψω. Μπορώ να καταθέσω τις δικές μου απόψεις. Για μένα λοιπόν η τέχνη είναι ανάγκη. Από παιδί είχα ανάγκη να παίζω μουσική να γράφω και να τραγουδάω. Καθώς περνούσαν τα χρόνια, ανακάλυπτα και άλλα πράγματα, δηλαδή ότι πέρα από τις πρώτες αυτές ανάγκες είναι και ανάγκη έκφρασης με βαθύτερες πτυχές του εαυτού και με διαφορετικούς τρόπους από τους πιο καθημερινούς να το πω. Θεωρώ ότι είναι μια ”ανώτερη διαδικασία”. Και αυτό το έχω κατακτήσει από πολύ νωρίς.

Από εκεί και πέρα όμως έχω περάσει στο επίπεδο να γνωρίζω ότι η τέχνη και συγκεκριμένα η τέχνη του τραγουδιού είναι και ένα ισχυρό μέσον επικοινωνίας με τον κόσμο. Για όλα τα πράγματα που συμβαίνουν σε αυτόν. Είναι ένα άμεσο – μέσον, κατάθεσης, μήνυσης, διαμαρτυρίας. Είναι τρόπος να πεις κάτι το οποίο σε ανησυχεί, σε προβληματίζει, σε πληγώνει, σε θυμώνει, για την αδικία, την φτώχεια, ακόμα και για μια χαμένη αγάπη ή για κάποιον έρωτα που έμεινε ανεκπλήρωτος, αλλά και όλα τα όμορφα που κάνουν την ζωή όμορφη και σημαντική το τραγούδι υπάρχει, για τους ατομικούς και κοινωνικούς μας αγώνες, για την αγάπη που μέσα της κατοικούν τα πάντα για καθημερινά πράγματα και γεγονότα για τους αγαπημένους ανθρώπους, τις όμορφες στιγμές, τη φύση. Δεν υπάρχουν όρια. Ακόμα και να πεις με έμεσο τρόπο κάποιο κρυφό μυστικό, να καταγγείλεις όσα πράγματα δε σου κάνουν και θέλεις να αλλάξουν. Είναι χιλιάδες πράγματα και θέματα το τραγούδι και η τέχνη του. Είναι έτσι κι αλλιώς κάτι εντελώς διαφορετικό και από αυτό που λέμε σήμερα επαγγελματίας μουσικός.

Φωτογραφία Μαργαρίτα Μποφιλίου

Ακόμη κι αν για οποιονδήποτε λόγο σταματήσω να κάνω το επάγγελμα του μουσικού, στο ελεύθερο επάγγελμα που ανήκω, δε θα σταματήσω να ασχολούμαι με την τέχνη. Είναι κομμάτι του εαυτού μου. Όλα αυτά λοιπόν μου έχουν δείξει ότι χρειάζεται να αποκτάω συνεχώς γνώση σε όλο και περισσότερα πράγματα και σε θεωρητικό και σε πρακτικό επίπεδο, αλλά και να βάζω όλο και πιο ποιοτικούς στόχους εξυπηρετόντας και υπηρετώντας  με αλήθεια, σθένος και πίστη τους δικούς μου ανώτερους σκοπούς και ιδανικά. Αυτό σημαίνει για μένα ότι, εκτός από το τι είμαστε ο καθένας μας στην ζωή αυτή, όχι μόνο για τον εαυτό μας. αλλά και για την κοινωνία, τον κόσμο, εξίσου σημαντικό είναι το τι αφήνουμε πίσω μας τελικά για τις επόμενες γενιές. Και όλα αυτά τα αναφέρω, γιατί, παρόλο που η πραγματικότητα που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια είναι μέσα στον πόλεμο σε κάθε επίπεδο, στην φτώχεια, την εξαθλίωση του ανθρώπου ως σύνολο σε όλο και μεγαλύτερο βαθμό σε όλο και περισσότερους τομείς, όμως συνεχίζω να πιστεύω στην ανθρωπότητα, στον άνθρωπο που θα καταφέρει βαθιά στο μέλλον να δημιουργήσει ένα άλλο σύστημα που θα του επιτρέπει να λειτουργεί συλλογικά, να ζει αρμονικά, με ειρήνη και ελεύθερα, σε σχέση με το σύνολο και κατ’ επέκταση με την φύση και το σύμπαν.

Επί τη ευκαιρία θέλω να πω κι ένα μεγάλο ευχαριστώ σε όλους τους ανθρώπους, συνεργάτες, δημιουργούς, μουσικούς, τραγουδιστές, φίλους για την μέχρι τώρα διαδρομή, που είναι διαδρομή μας.

Τέλος, και με βάση τον τρόπο που σκέφτομαι και εκτιμώ μέχρι στιγμής τα πράγματα ότι ενω έχω διαμορφώσει σε ένα καλό επίπεδο για μένα σε βασικά ζητήματα τα πιστεύω μου και τις απόψεις μου, όμως βρίσκομαι σε διαρκή αναζήτηση για εξέλιξη, με γνώση και εμπειρία, αποσκοπόντας, με όποιον τρόπο μπορώ, με την τέχνη μου, την στάση μου και τις επιλογές μου σε ό,τι θεωρώ καλύτερο ως προς τα παραπάνω που ανέφερα και συνεχώς διαμορφώνω όλα αυτά και διαμορφώνομαι αντίστοιχα μέσα από την ίδια την διαδικασία της ζωής, σε σχέση με τον εαυτό μου, την κοινωνία και γενικότερα τον κόσμο.

 

Προσωπική δισκογραφία:

Αλήθειες και μύθοι 2005

Τα σημάδια των καιρών 2015

Ένας όρθιος άνθρωπος 2016

Προ του τέλους η αρχή 2017

Συμμετοχές:

Αυτοί που περιμένουν: Ποίηση: Γιάννης Ρίτσος/ Μουσική: Χρήστος Λεοντής

(διασκευή από την Κ.Ν.Ε) Τραγούδι: Θοδωρής Καρέλλας/Απαγγέλει ο Κώστας Καζάκος

Ο Παντελής Θαλασσινός σε ένα δικό μου τραγούδι με τον τίτλο – Της εξορίας και της φυλακής –

Συμμετοχή μου σε ένα τραγούδι σε μουσική Δέσποινας Πραφτσιώτη και σε στίχους Θωμά Ψήμμα με τον τίτλο – Για τη μνήμη των πολλών –

Συμμετοχή μου σε ένα τραγούδι του Νικόλα Καρίμαλη με τον τίτλο – Δικαίωμα στη ζωή –

Συμμετοχή μου σε ένα τραγούδι του Ζωγράφου με τον τίτλο – Φλόγα ψυχρή –

 

Ευχαριστώ την Μαργαρίτα Μποφιλίου για τις φωτογραφίες και το 133 studio (Αθήνα. τηλ: 21 0995 0283 ) που μας παραχώρησε τον χώρο και έγινε η φωτογράφηση.

Τέλος, θέλω να πω ένα μεγάλο ευχαριστώ στο περιοδικό Κατιούσα για την παραχώρηση της συνέντευξης.

Προς το παρόν χαιρετώ με το ομότιτλο ποίημα του Γιάννη Ρίτσου με τον τίτλο – Δοκιμασία –

Κάθε λουλούδι έχει την θέση του στον ήλιο/κάθε άνθρωπος έχει ένα όνειρο/κάθε άνθρωπος έχει έναν ουρανό πάνω από την πληγή του/κι ένα μικρό παράνομο σημείωμα της Άνοιξης μέσα στην τσέπη του

 

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: