Ο Γυμνοσάλιαγκας

Μια τέτοια περίπτωση είναι κι ο συμμαθητής μου ο Κυριάκος, τέκνο του πασοκικού κομματικού σωλήνα, που όταν με άκουσε κάποτε να μιλάω κατά του Ανδρέα, με αποκάλεσε φασίστα συμπεραίνοντας αυθαίρετα πως είμαι Νεοδημοκράτης.

Το παιδομάζωμα τέκνων κομματαρχών ΝΔ και ΠΑΣΟΚ (προσεχώς και ΣΥΡΙΖΑ), η προαποφασισμένη πορεία τους, η χρηματοδότηση των σπουδών τους, η άμεση αποκατάστασή τους μέσω της φύτευσής τους σε οργανισμούς και θεσμικά όργανα, η μη επαφή τους με την πραγματική αγορά και την κοινωνία και η Υπουργοποίησή τους πριν τα 35 (ή λίγο μετά αν πρόκειται για προερχόμενο από το ΠΑΣΟΚ και η ολοκλήρωσή του συνέπεσε με τη συρρίκνωση του κόμματος) είναι το υγιές κομμάτι της Δημοκρατίας μας.

Μια τέτοια περίπτωση είναι κι ο συμμαθητής μου ο Κυριάκος, τέκνο του πασοκικού κομματικού σωλήνα, που όταν με άκουσε κάποτε να μιλάω κατά του Ανδρέα, με αποκάλεσε φασίστα συμπεραίνοντας αυθαίρετα πως είμαι Νεοδημοκράτης. Αυτός ο καλός συμμαθητής μου από το Ιδιωτικό, αφού πρωτοεμφανίστηκε στο πλευρό του Γ. Παπανδρέου κατά την εκλογή του στην ηγεσία του κόμματος και έκανε τις τηλεοπτικές του εμφανίσεις ως εκπρόσωπος της αειμνήστου “Ελιάς” αρχικά και στη συνέχεια διάφορων οργανισμών σχετιζόμενων με το Δημόσιο, ανέλαβε Υπουργείο στην Κυβέρνηση εκείνων που αποκαλούσε τότε Φασίστες.

Με αφορμή αυτών δημοσιεύω λίγους στίχους που έγραψα αυθόρμητα πριν μερικά χρόνια, όταν τον είδα στην τηλεόραση.

Ο Γυμνοσάλιαγκας

Στο δέντρο ζούσε κάποτε ένα σαλιγκάρι,
Με σάλια και με κέρατα,
θά ‘φτανε στο φεγγάρι.
Σε ήλιο πάντα γούσταρε να στέκει από κάτω,
Μα όχι σε λαμπερό και στρογγυλό,
Σε πράσινο και σε μισό,
Που μάραινε κάθε ανθό,
Και ξέραινε κάθε νιάτο.

Κι όταν ο ήλιος έδυσε και βρέθηκε στον πάτο,
Τσουπ! εκείνος έριξε, ευθύς ένα του σάλτο,
Και σε ελιά εβρέθηκε, φτιαγμένη από μούργα,
μαζί με φάρα λαίμαργη, στυγνή και ραδιούργα.

Τώρα καμώνεται γαμπρός, για πλούσια σαλόνια,
Και δεν τον νοιάζουν άνοιξες, ήλιοι και χελιδόνια,
Όσοι τραγουδήσανε, του τόπου αυτού τα πάθη,
Θυμίζουν τώρα σε αυτόν της νιότης κάποια λάθη.

Ο Κούλης λοιπόν ας ειν’ καλά και η Παραταξή του,
Η τάξη, οι εργολάβοι τους κι όλοι η ανθρωποί του,
Ο Πρόεδρος, ο πατέρας του μα πάνω απ΄ όλα η τσέπη,
Κι όσοι πάνω μας κόλλησαν σαν λοίμωξη και έρπη.

Υ.Γ. Σήμερα ήσουν στο γυαλί,
σου πήγαινε, δε λέω, πολύ
Με σάλια αφού το γυαλίσουνε
Όλους τους ξεμυαλίζουνε.

Καλή σου τύχη από καρδιάς,
Μετέχοντας κάθε λαδιάς,
Για το καλό κι άλλης γενιάς,
Πλουτίζουσας εκ ρουφιανιάς.

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: