Ηριάννα Β.Λ: “Δεν είμαι ούτε στατιστική, ούτε φασματική μονάδα”

Τις τέσσερις ώρες που κατέθετε η κυρία Μεθενίτη, δεν ξέρω δηλαδή αν ήταν τέσσερις ή δύο, εμένα μου φάνηκαν αιώνες, ήθελα να τη διακόψω και να της πω ότι δεν είμαι ούτε στατιστική, ούτε φασματική μονάδα όπως λέει. Είμαι οι κόποι μου που καταστρέφονται, είμαι η ζωή μου. 

Με την αίθουσα του 6ου ορόφου στο Εφετείο Αθηνών γεμάτη φίλους και αλληλέγγυους, που στέκονται στο πλευρό της Ηριάννας και του Περικλή, συνεχίστηκε εχθές ημέρα Πέμπτη 23 Μαΐου η δίκη των δύο νέων σε δέυτερο βαθμό.

Η διαδικασία ξεκίνησε με την κατάθεση του κυρίου Γεωργίου Φιτσιάλου, διδάκτορος γενετιστή βιολόγου, επίσημου πραγματογνώμονα των ελληνικών δικαστικών αρχών, αλλά και του Διεθνούς Ποινικού δικαστηρίου. Ο μάρτυρας ήταν απόλυτα σαφής, όσο αφέθηκε να μιλήσει, καθώς η έδρα του ζήτησε να περιοριστεί σε όσα δεν αναφέρονται στην έκθεσή του. Ο δρ. Φιτσιάλος αναφέρθηκε στην κατάθεση της κυρίας Μεθενίτη λέγοντας χαρακτηριστικά πως δεν διαφωνεί μόνο ο ίδιος με τις θέσεις της, αλλά όλα τα μέλη της επιστημονικής κοινότητας που έχουν λάβει γνώση της υπόθεσης.  Αυτά τα αποτελέσματα που στέλνουν με τόση απερισκεψία ανθρώπους  στη φυλακή, προσβάλλουν όπως είπε την επιστήμη και αποτελούν επικίνδυνες πρακτικές για το μέλλον.

Ο κύριος Φιτσιάλος είχε κάνει ενδελεχή έρευνα, είχε πολλά να παρουσιάσει, μα επειδή αυτά βρίσκονται ήδη στη διάθεση του δικαστηρίου, η έδρα για οικονομία χρόνου και ίσως επειδή της έχουν ήδη καταστεί κατανοητά, δεν τον άφησε να συνεχίσει.

Κατόπιν κλήθηκε η κυρία Φύτρου, γενετίστρια και βιολόγος η οποία έχει διοριστεί από τον Περικλή. Σύμφωνα με πραγματογνωμοσύνη του δείγματος DNA στην οποία προέβη για λογαριασμό του κατηγορουμένου, κατέληξε στο ότι  δεν τεκμηριώνεται με κανέναν τρόπο ότι η Περικλής ήρθε σε επαφή με τα πειστήρια, γιατί υπάρχει μείγμα γενετικού υλικού. Τα μείγματα, έχουν ενδείξεις γενετικών στοιχείων που δεν σημαίνουν ταύτιση, αλλά πιθανολόγηση, όπως ανέφερε.

Έπειτα προσήλθε ο κύριος Σαββάκης μάρτυρας υπεράσπισης κληθείς επίσης από τον Περικλή, ο οποίος είπε ότι υπάρχουν δισεκατομμύρια πιθανότητες ένα δείγμα να συμπίπτει με δύο ή και παραπάνω άτομα και προς επίρρωση των προηγούμενων μαρτύρων κατέθεσε ότι η δουλειά που έχει γίνει από την κυρία Μεθενίτη είναι αμφιβόλου ποιότητος.

Οι καταθέσεις των επιστημόνων δεν κράτησαν πολύ, όχι επειδή δεν είχαν κάτι να πουν, μα κατά τη δική μας εκτίμηση είναι πολύ εύκολο η έδρα να έχει ήδη συμπεράνει τι έχει συμβεί με τη διαδικασία και σε ποιο βαθμό αυτό παραβλέφθηκε στο πρωτόδικο δικαστήριο. Το DNA, όπως προκύπτει, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως μέθοδος αποκλεισμού, όχι ταυτοποίησης υπόπτων. Κι όμως ήταν ακριβώς αυτό που εν προκειμένω ταυτοποίησε και κόστισε στην Ηριάννα και στον Περικλή την αθώωση από τον πρώτο βαθμό.

Η διαδικασία συνεχίστηκε με τα αναγνωστέα έγγραφα. Οι συνήγοροι υπεράσπισης είχαν να προσκομίσουν και κάποια νέα. Ένα “νέο έγγραφο” όμως  είχε φέρει και η εισαγγελέας. Επρόκειτο για ένα ανυπόγραφο κείμενο, αλιευμένο από το διαδίκτυο, το οποίο καταφερόταν κατά πλήθος δικαστών και αποκαλούσε γενικά κρατούμενους και υπόδικους “σύντροφους και συντρόφισσες”. Άξια λόγου και κρίσεως βρήκε και μια επιστολή της Ηριάννας από το προηγούμενο καλοκαίρι, στην οποία ευχαριστούσε τον κόσμο που την στήριξε. Κατανοούμε πως έχει καταπέσει κάθε στοιχείο που θα μπορούσε να αποτελέσει απόδειξη ενοχής της κατηγορουμένης, αλλά τα κείμενα αγνώστων, μη πληρεξουσίων της ίδιας ή μια επιστολή με σκοπό τη συναισθηματική αποφόρτιση ενός ανθρώπου που σε μια δύσκολη κατάσταση κατάλαβε πως δεν είναι μόνος, μόνο αποδεικτικά ενοχής δεν είναι.

Μετά από μια σύντομη διακοπή, ανέβηκαν στο βήμα τρεις μάρτυρες υπεράσπισης που κλήθηκαν από την Ηριάννα. Δύο πολύ στενές της φίλες, η πρώτη συγκάτοικός της στο παρελθόν και η άλλη φίλη και συνεργάτιδά της. αλλά και μία από τις καθηγήτριές της. Η κάθε μάρτυρας ξεχωριστά ανέφερε πράγματα για την προσωπικότητα της κατηγορουμένης, τα οποία δε συνάδουν με άνθρωπο που είχε αντικοινωνική συμπεριφορά, αλλά με ένα άτομο ταγμένο στην επιστήμη, που υπηρετεί το δίκαιο και την αλληλεγγύη. Τη ζούσαν και οι τρεις και καμία δεν παρατήρησε πως είχε κάτι να κρύψει, κάτι που να την παιδεύει ή να την απασχολεί, κάτι ύποπτο.

Σε αυτό το σημείο αξίζει να σημειωθεί, πως οι μάρτυρες υπεράσπισης δεν είχαν σκοπό να επισημάνουν απλώς τον πρότερο έντιμο βίο, δεν ζητάμε την ανεύρεση ελαφρυντικών, δεν έχουμε ούτως ή άλλως πράξεις για να ζητάμε ελαφρυντικά. Κάνουμε λόγο για ανθρώπους που γνώριζαν πολύ καλά την Ηριάννα, περνούσαν σχεδόν όλη τους της μέρα μαζί της και ήταν σε θέση να γνωρίζουν, αν με κάποιο τρόπο παρέκκλινε του καθημερινού της προγράμματος. Η ακαδημαϊκή δουλειά που άφησε η Ηριάννα στη μέση δίχως της θέλησή της, απαιτούσε τόσο κόπο, που είχε περιοριστεί στο ελάχιστο ο προσωπικός της χρόνος. Οι συνεργάτιδές της και οι καθηγήτριές της, μετά τον εγκλεισμό της, μην πιστεύοντας λεπτό στην ενοχή της, κατέθεσαν ειδικό αίτημα και κατάφεραν τελικά να την επισκέπτονται, ώστε να συνεχιστεί το πόνημά τους έστω και κάτω από αυτές τις συνθήκες.

Έπειτα ο λόγος πέρασε στους δύο κατηγορούμενους και είναι σε μια ποινική δίκη αυτή η ιερότερη στιγμή. Πρώτος απολογήθηκε ο Περικλής, ο οποίος ουσιαστικά δεν είχε να απολογηθεί για καμία τετελεσμένη πράξη, οπότε μίλησε για τη ζωή και τη δράση του εκείνα τα χρόνια στα οποία κατηγορείται. Πέρασε τα περισσότερα μαθήματα της Σχολής του, ζούσε μια εντελώς φυσιολογική ρουτίνα, η οποία διαταράχθηκε από την εμφάνιση ενός αυτοάνοσου νοσήματος. Κατά τα άλλα δεν βρέθηκε ποτέ στη Βουλγαρία, ούτε στο Βόλο. Στη Βαρκελώνη πήγε να διασκεδάσει και όχι να συναντήσει τρομοκράτες, έχει ένα σκύλο που το δικαστήριο τον θεωρεί κι αυτόν ύποπτο, ενώ στην πραγματικότητα είναι ένα πρόβατο, αν  συνάντησε ποτέ κάποιο μέλος των ΣΠΦ δεν το γνώριζε κι αυτό θα μπορούσε να τύχει στον καθένα και δεν ξέρει πώς μπορεί να βρέθηκε το αποτύπωμά του στο περιβότητο βιβλίο. Η εισαγγελέας του έκανε μια προσωπική ερώτηση για την κοπέλα του, υπονοώντας ότι τον χώρισε μετά την περιπέτειά του με τη δικαιοσύνη, πράγμα που μας έκανε να αναρωτιόμαστε αν τελικά θέλουν να χωρίζουν ή όχι οι κατηγορούμενοι σε αυτή τη δίκη και κατά πόσο το δικαστήριο είναι reality. Βαθιά ενοχλημένος ο κατηγορούμενος δεν υπεισήλθε σε λεπτομέρειες. Η Εισαγγελέας επανήλθε με τα γεγονότα στην Ερμού το καλοκαίρι, εγκαλώντας τον που δεν τα καταδίκασε με κείμενο. Τα σχόλια δικά σας…

Έπειτα ξεκίνησε η απολογία της Ηριάννας. Πρόκειται για μια συγκλονιστική για τις ελληνικές δικαστικές αίθουσες ημέρα. Δεν είναι πολύ εύκολο να μεταφερθεί η ένταση της στιγμής. Μίλησε για τη γνωριμία της με τον Κωνσταντίνο, για την όμορφη ζωή που έχτιζε, για τα όνειρα που έκανε μόνη και μαζί του, για τη δραματική αλλαγή στη ζωή της, για εκείνη τη νύχτα της εισβολής των ΕΚΑΜ στο σπίτι της οδού Ορφέως, που κανείς τους δεν μπορούσε να εννοήσει τι την ακολουθούσε.

“Όταν μου έδωσαν την έκθεση σύλληψής μου να υπογράψω, είδα ένα κατεβατό από άγνωστες σε μένα λέξεις, ένα κατεβατό όπλα. Με είχαν σε ένα δωμάτιο μόνη, κανείς δεν ερχόταν να μου εξηγήσει τι συμβαίνει, έπαθα υστερία”

“Τις τέσσερις ώρες που κατέθετε η κυρία Μεθενίτη, δεν ξέρω δηλαδή αν ήταν τέσσερις ή δύο, εμένα μου φάνηκαν αιώνες, ήθελα να τη διακόψω και να της πω ότι δεν είμαι ούτε στατιστική, ούτε φασματική μονάδα όπως λέει. Είμαι οι κόποι μου που καταστρέφονται, είμαι η ζωή μου. Αυτό που φοβάμαι εδώ κι ένα χρόνο, από τότε που βρέθηκα εκεί μέσα, είναι μη χάσω αυτό που πραγματικά είμαι. Μη χάσω το ενδιαφέρον μου για τον άνθρωπο. Μη γίνω αδιάφορη. Και κάτι τελευταίο αν μπορώ: Όλοι μας θέλουμε να ζούμε σε μια ιδανική κοινωνία. Σε μια κοινωνία που προσεγγίζει την ουτοπία. Εγώ εργάζομαι με ανθρώπους που έχουν αφήσει τη χώρα τους, που θέλουν να σταθούν στα πόδια τους. Αυτή είναι η ταυτότητά μου. Να βοηθάω μετανάστες να μάθουν ελληνικά για να σταθούν στα πόδια τους. Δε με νοιάζει αν είναι σκευωρία, με νοιάζει που έχει καταστραφεί η ζωή μου…”

Η κοπέλα ήταν όρθια μπροστά σε ένα ακροατήριο που δεν μιλούσε, δεν ακουγόταν τίποτα παρά μόνο η φωνή της. Ούτε εμείς έχουμε ιδέα πόσο κράτησε η απολογία της Ηριάννας. Λίγο ή πολύ, δεν έχει σημασία, η αξία είναι ότι ήταν συγκλονιστική και ήταν για άλλη μια φορά το έναυσμα στο πείσμα μας να στεκόμαστε στο πλευρό της εδώ κι ένα χρόνο κι όσο χρειαστεί, μέχρι να σταματήσει πια να βλέπει τη ζωή της σαν να της είναι παράταιρη.

Η διαδικασία θα συνεχιστεί στις 28/6. Ας ελπίσουμε σε ένα μήνα και πολύ λίγο, ο Περικλής και η Ηριάννα να βρίσκονται επιτέλους κοντά στους δικούς τους ανθρώπους.

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: