“Αυτά τα πρόσωπα με τρομάζουνε τις νύχτες και αυτά τα χέρια που χαράζουνε τον ουρανό, αυτές οι φωνές που ξαναγυρίζουνε και ακούγονται πέρα από τον αγέρα…”
“Όμως απ’ της ζωής το βυθό κι άλλοι άνεργοι ανεβαίνουν Βγαίνουν στην επιφάνεια Ανασαίνουν κι έρχονται να σε συναντήσουν Σου δίνουν το χέρι τους…”
“Η Θέμις είναι μια κυρία, με σεβασμό να της μιλάτε κι εσείς που στέκεστε γωνία, μα και εσείς που την πηδάτε.”
“Στην εποχή μας όπως και σε περασμένες εποχές άλλοι είναι μέσα στη φωτιά κι άλλοι χειροκροτούνε.”
“Ψυχές που αναδύονται ψηλά Κι οι συγγενείς μέσα στον πόνο Οι μνήμες τους σαν τα καρφιά Ματώνουν και πληγώνουν μόνο…”
Δυο ανέκδοτα ποιήματα του Γιώργου Ηρακλέους
Ένα αδημοσίευτο ποίημα του Γιώργου Δ. Μπίμη
“Φοβάμαι τους ανθρώπους που εφτά χρόνια έκαναν πως δεν είχαν πάρει χαμπάρι και μια ωραία πρωΐα –μεσούντος κάποιου Ιουλίου– βγήκαν στις πλατείες με σημαιάκια κραυγάζοντας «Δώστε τη χούντα στο λαό»…”
“Όταν χαθούν εντελώς, θα έχουμε προσαρμοστεί τόσο καλά που το σκοτάδι θα μας φαίνεται ως φυσιολογική κατάσταση.”
“Γυναίκα, πίνεις την αθανασία από τη στάμνα της αστείρευτης ζωής…”