Ράντζα (ένα διαρκές έγκλημα πολέμου σε βάρος των ασθενών)
Πραγματικά το να είσαι ασθενής σε ράντζο είναι κάτι που δε θα ευχόμουν να ζήσει κανένας. Είναι ένας εφιάλτης, μια προσβολή στην οποία υπόκεινται άνθρωποι που αγωνίστηκαν στη ζωή τους για να βρεθούν σε ένα σημείο που θυμίζει είτε μεσαίωνα είτε εμπόλεμη ζώνη.
Τις τελευταίες μέρες, με αφορμή την κινητοποίηση στο Αττικό, ο υπουργός προπαγάνδας και ιδιωτικοποίησης Άδωνις Γεωργιάδης για άλλη μια φορά πήρε σβάρα τα (ιδιαίτερα φιλικά) ΜΜΕ και μίλαγε πάλι για συμμορίες, για μιζέριες κλπ. Όταν όμως του έγινε η ερώτηση αν τελικά υπάρχουν εκατοντάδες ράντζα στο εν λόγω νοσοκομείο, απάντησε ατάραχος ναι, από πριν υπήρχαν, και συμπλήρωσε ότι επί της θητείας του έχουν αυξηθεί γιατί έχει βελτιωθεί το νοσοκομείο.
Ακόμα και αν παραβλέψουμε την ιδεολογία και τον τρόπο εκφοράς του λόγου του υπουργού (αρκεί κάποιος να δει ομιλίες Γερμανών ομοϊδεατών του την περίοδο του ’40 ή Ελλήνων συναγωνιστών του την επταετία), το πόσο χυδαία αντιμετωπίζει το θέμα ράντζα δείχνει από μόνο του την ποιότητα τόσο του ίδιου όσο και της πολιτικής που υπηρετεί.
Τα ράντζα είναι κατάφορη παραβίαση της αξιοπρέπειας του πολίτη. Θυμάμαι όταν ξεκινήσαμε κλινικές στο πέμπτο έτος στην Πάτρα, ότι δε μπορούσα να διανοηθώ το θέαμα ασθενών στο διάδρομο, να τους εξετάζουν, να πονάνε, να αγωνιούν με μόνο κάλυμμα ιδιωτικότητας ένα παραβάν. Όταν ένας καθηγητής μου είπε να πραγματοποιήσω δακτυλική εξέταση πάνω από ένα ράντζο τα έχασα. Πραγματικά δεν ήξερα τι να κάνω, πέρα από το να φέρω τρία παραβάν μπας και βελτιωθεί λίγο η κατάσταση.
Μετά από μια εβδομάδα στην Παθολογική κλινική γυρνούσα στην Άρτα για εκλογές και έκλαιγα στο ΚΤΕΛ. Είναι μια εμπειρία που σε μεγάλο βαθμό διαμόρφωσε και οριστικοποίησε τις αντιλήψεις μου για την υγεία και για το πόσο αδίστακτη είναι η εφαρμογή τέτοιων πολιτικών.
Πραγματικά το να είσαι ασθενής σε ράντζο είναι κάτι που δε θα ευχόμουν να ζήσει κανένας. Είναι ένας εφιάλτης, μια προσβολή στην οποία υπόκεινται άνθρωποι που αγωνίστηκαν στη ζωή τους για να βρεθούν σε ένα σημείο που θυμίζει είτε μεσαίωνα είτε εμπόλεμη ζώνη.
Και το τραγικό είναι ότι τα νοσοκομεία ήταν τότε σε καλύτερη κατάσταση. Και βγαίνει ένας ανεκδιήγητος γκεμπελίσκος να λέει με θράσος τι θέλετε ράντζα θα υπάρχουν. Εξάλλου αυτός αν πάθει κάτι και ελικόπτερο θα βρεθεί, και VIP κλίνη. Ούτε αυτός, ούτε κάποιος συγγενής του θα βρεθεί σε αυτή την κατάσταση. Οπότε είναι και αυτό απλοί αριθμοί στον αγώνα του ενάντια στη μιζέρια. Γιατί είναι μιζέρια να ζητάς να νοσηλεύονται οι ασθενείς ως άνθρωποι με αξιοπρέπεια και όχι ως κρέατα. Ενώ το να μη σε ενοχλούν όλα αυτά είναι δείγμα αισιοδοξίας και ευγενούς αστικής αντίληψης. Για τέτοια κατάντια μιλάμε. Και αυτού και όσων πονηρών ακόμα τον υποστηρίζουν.
Η μόνη λύση που προτείνουν είναι είτε να λοιδορούν όσους και όσες αντιστέκονται, είτε να απαγορεύουν στους γιατρούς να μιλούμε για όσα τρομακτικά γίνονται, όπως έγινε στην δεύτερη ΥΠΕ. Ζούμε σε περίεργες εποχές. Ήδη από την πανδημία και τις παλινωδίες της κυβέρνησης αυξήθηκε το ποσοστό των γιατρών που δεν αντέχει να δουλεύει σε αυτή την κατάσταση. Πλέον βλέπουμε περιφερειακά νοσοκομεία να συντηρούνται με μεταφερόμενους γιατρούς από άλλα νοσοκομεία, βλέπουμε γιατρούς να δουλεύουν με απλήρωτες για μήνες εφημερίες, βλέπουμε τις διοικήσεις και δυστυχώς μια μερίδα συναδέλφων να σφυρίζουν αδιάφορα και να προσπαθούν να καταστείλουν τις αντιδράσεις αντί να λύσουν το πρόβλημα. Και όσο τα βλέπουμε αυτά θα βλέπουμε και άλλους να φεύγουν. Μέχρι που, όπως είπε και η Αγκάθα Κρίστι, τελικά δε θα μείνει κανείς.
Πάνος Χριστοδούλου, Βιοπαθολόγος/Εργαστηριακός Ιατρός, Ιατρός Δημόσιας Υγείας και κοινωνικής Ιατρικής, MSc Διοίκησης Μονάδων Υγείας, MSc Διατροφής, Τροφίμων και Μικροβιώματος, Υποψήφιος Διδάκτορας Ιατρικής Πανεπιστημίου Πατρών, PGCert Διαχείρισης κρίσεων στη δημόσια υγεία και ανθρωπιστικής απάντησης.
