Αλέκος Πούλος – Η καινούργια Ελλάδα

“Θα διώξω την Ελλάδα
του ζητιάνου Νικηταρά
απ’ το κατώφλι της εκκλησίας
τότε που οι αλλόγλωσσοι και αλλόθρησκοι
της αγοράς
αργόσχολοι είχαν εγκατασταθεί στις έδρες
δημοπρατώντας σκλάβους
κι ο αυτόχειρας Βελουχιώτης
σημάδευε την καρδιά τους…”

Θα διώξω την Ελλάδα
του ζητιάνου Νικηταρά
απ’ το κατώφλι της εκκλησίας
τότε που οι αλλόγλωσσοι και αλλόθρησκοι
της αγοράς
αργόσχολοι είχαν εγκατασταθεί στις έδρες
δημοπρατώντας σκλάβους
κι ο αυτόχειρας Βελουχιώτης
σημάδευε την καρδιά τους
τότε που ανακάλυπταν φοβισμένοι
ιστότοπους σε στοές ορυχείων
στατιστικά να αυξηθούν
των δωσίλογων τα μάτια
τότε που οι αγέρωχοι
με του Αντάρτη το χαμόγελο
του Αρματολού το βήμα
αναζητούσαν την χαραυγή
που έγραφε τ’ όνομα τους
με καινούργια καθήκοντα
σε μαζικές συνελεύσεις
υψώνοντας λάβαρα
την φουστανέλα του Κλέφτη
το αμπέχονο του Αντάρτη
κι έγιναν κάστρα απάτητα
στων δολοφόνων τα ξεγελάσματα.

Θα διώξω την Ελλάδα
που Κύκλωπες και κουκουλοφόροι
της είχαν κλείσει την έξοδο
μεθώντας με το πρωινό αίμα
απ’ τα ξερονήσια και τις Καισαριανές

στον Μακρονησιώτη την μνήμη
την έχω κρεμάσει ανάποδα
με διαταγή του ιδρώτα
έξω από κλειστών ναυπηγείου την πύλη
ν’ αδειάσει τις τσέπες της
απ’ όλα τα κλοπιμαία
με τον Ανδρούτσο να τα κερνάμε
στις μάχες των αδούλωτων
να τα φορέσουμε
χαμόγελο στον Τατάκη
φέτα ψωμί να τα κάνουμε
στον Νικηταρά το χέρι
του εξόριστου να ζωγραφίσουμε το χαμόγελο.

Ψάχνοντας σε ανασκαφές πληγών
βρήκα τον βωμό
σε άνεργου εργάτη το στήθος
που έπρεπε να κάψω την Ελλάδα τους
κι αγκαλιάζοντας τις ελπίδες τους
πανηγυριώτες στην απελευθέρωση της ζωής
και θα καταδικάσουμε
με λαϊκή εντολή
τον Κοτσαμπάση, τον Βιομήχανο, του Εφοπλιστή
να μαζεύουν αυτοί το ξημέρωμα
τα σκουπίδια της αυλής τους
την αγκαλιά της Ελλάδας να καθαρίσουν
γιατί έρχονται να παρελάσουν περήφανοι
οι αμέτρητοι νεκροί εργάτες
απ’ τα γκρεμισμένα τείχη των εκτελέσεων
στους ορθάνοιχτους δρόμους
της καινούργιας Ελλάδας.

Αλέκος Πούλος

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: