«Φωτιά που ανάβει η ματιά σου, κομαντάντε Τσε Γκεβάρα…» – Το άστρο του Κομαντάντε, η εμβληματική φωτογραφία, η παρακαταθήκη

«Και αν κάποτε επιλέξαμε τον δρόμο της επανάστασης, μιας επανάστασης σοσιαλιστικής και κομμουνιστικής, τον δρόμο της οικοδόμησης του κομμουνισμού, σήμερα είμαστε πιο περήφανοι που επιλέξαμε αυτόν τον δρόμο, γιατί είναι ο μόνος που μπορεί να αναδείξει ανθρώπους σαν τον Τσε…»

«(…)17 Ιουλίου 1957, στη διάρκεια μιας συγκέντρωσης στο Γενικό επιτελείο, ο Φιντέλ προβιβάζει τον Ραμίρο Βαλδές, τον Σίρο Ρεδόνδο καθώς και τον Τσε στο βαθμό του λοχαγού. Ο τελευταίος παίρνει την ευθύνη ενός νέου σχηματισμού, της «κολούμνα Ντος» ― της φάλαγγας Δύο. Στον Λάλο Σαρδίνας εμπιστεύονται την εμπροσθοφυλακή, το κέντρο στον Ραμίρο Βαλδές και την οπισθοφυλακή στον Σίρο Ρεδόνδο. Στο σύνολό του το στράτευμα είναι ένα ετερογενές μίγμα από εβδομήντα πέντε ασουλούπωτους Μπαρμπούδος, ντυμένους και εξοπλισμένους άστα να πάνε.

Αυτό το πρώιμο στιλ «μπίτνικ» αρέσει στον Τσε, που έχει πάρει την αμετάκλητη απόφαση να τους μετατρέψει σε μια δεμένη ομάδα, πειθαρχημένη, που θα κρατήσει ψηλά τα χρώματα του αίματος και της νύχτας, του Μ 26-7. Ένα «Κόκκινο και Μαύρο» που θύμιζε στον Ερνέστο τον Σταντάλ, το Γάλλο συγγραφέα που η θέρμη και η ορμητικότητά του του άρεσαν. Βαφτίζει με υπερηφάνεια την ομάδα του, «Έξοδος των Αγροτών».

Μερικές μέρες αργότερα, στις 21 Ιουλίου, συμβαίνει κάτι αναπάντεχο. Ο Τσε διηγείται:

«Γράφαμε μια συλλυπητήρια κάρτα για τον «Κάρλος» (όνομα της παρανομίας του Χοσέ Παΐς), για το θάνατο του αδελφού του Φρανκ [δολοφονήθηκε σε ηλικία 22 χρόνων]. Εμείς ―δηλαδή όσοι αξιωματικοί ήταν σε θέση να γράψουν, γιατί οι χωριάτες δεν ήταν και πολύ προικισμένοι για τέτοιου είδους ασκήσεις― υπογράφαμε σε δυο στήλες. Τη στιγμή που πήγαινα να γράψω το βαθμό μου στη δεύτερη στήλη, ο Φιντέλ με διατάζει απλά: «Πόνλε κομαντάτε!», «Βάλε κομαντάντε!» Μ’ αυτό τον ανεπίσημο τρόπο, σχεδόν στα κρυφά, βρέθηκα κομαντάντε της δεύτερης φάλαγγας του αντάρτικου στρατού, που αργότερα θα ονομαζόταν «Νουμέρο Κουάτρε».

Η σκηνή αυτή έγινε σε μια καλύβα που ο Τσε, παρά την αλάθητη μνήμη του, δεν μπόρεσε να συγκρατήσει ― ήταν στο κτήμα του αγρότη Ραμόν Κορία. Αυτός ο ξένος, ο «Αργεντινός», πήρε βαθμό του κομαντάντε, πριν ακόμα κι απ’ τον Ραούλ, τον ίδιο τον αδελφό του Φιντέλ, πριν τον Αλμέιδα, έναν απ’ τους άντρες της Μονκάδα.

Μετά από αίτημα του Φιντέλ, η Σέλια Σάντσες του φέρνει το «εστέγια ντε κομαντάντε», ένα χρυσαφί μικρό άστρο που βγάζει απ’ το σακίδιό της — το άστρο του Χοσέ Μαρτί, του πατέρα της κουβανέζικης Επανάστασης. Ο Τσε σπεύδει να το βάλει στο μαύρο του μπερέ που έχει πια αντικαταστήσει το κασκέτο με το γείσο. Έτσι θα απαθανατιστεί, στις 6 Μαρτίου I960 στην Αβάνα, στην κλασική πια φωτογραφία του Αλμπέρτο Κόρδα.

Εκείνη τη μέρα παίρνει ένα ακόμη δώρο, ένα μαύρο ρολόι που του προσφέρει ο Φιντέλ. Αυτή η απρόσμενη προαγωγή τον συγκινεί βαθιά — αυτόν που είχε κριθεί ανίκανος για στρατιωτική θητεία λόγω του άσθματος: «Η δόση της ματαιοδοξίας που κουβαλάει ο καθένας μας μέσα του βρήκε την ευκαιρία να απελευθερωθεί πλήρως. Με κάνει να νιώθω ο πιο περήφανος άνθρωπος στη γη», εξομολογείται για την περίσταση εκείνη».(1)

«Το είδωλο μέσα και έξω από την Κούβα είναι αδιαχώριστο από μια εικόνα: το πορτρέτο που τράβηξε ο Κουβανός φωτογράφος Αλμπέρτο Ντίας, ο «Κόρντα». Για να κατανοήσουμε το φαινόμενο είναι αναγκαίο να πάμε πίσω στα πρώτα χρόνια της επανάστασης. Τη δεκαετία του πενήντα, ο Κόρντα ήταν ένας νέος φωτογράφος διαφημίσεων που φωτογράφιζε μοντέλα για τα εξώφυλλα των περιοδικών της επικαιρότητας. 0 θρίαμβος της Κουβανικής Επανάστασης τον έσπρωξε για πρώτη φορά στο δρόμο, για να απαθανατίσει τη συλλογική ευφορία, και την ίδια χρονιά εγκατέλειψε το στούντιό του για να εργαστεί ως ρεπόρτερ γραφίστας στην εφημερίδα Ρεβολουσιόν.

Στις 4 Μάρτη 1960 λαμβάνει χώρα στο λιμάνι της Αβάνας η έκρηξη στο πλοίο La Coubre. Μια μέρα αργότερα η κυβέρνηση συγκαλεί σε δημόσια εκδήλωση πένθους και ο Κόρντα καλύπτει την είδηση. Μετά τις φωτογραφίες των ομιλητών, ελέγχει την εξέδρα με τη Leika του. Και εντελώς αναπάντεχα, στα κάγκελα του διαζώματος, ο Τσε μπαίνει στο οπτικό του πεδίο για δεκαπέντε δευτερόλεπτα. 0 φωτογράφος τραβάει δυο φορές.

«Φωτιά που ανάβει η ματιά σου, κομαντάντε Τσε Γκεβάρα» - Το άστρο του Κομαντάντε, η εμβληματική φωτογραφία, η παρακαταθήκη

«Φωτιά που ανάβει η ματιά σου, κομαντάντε Τσε Γκεβάρα…»

Το πρωτότυπο κλισέ της φωτογραφίας του Κόρντα, που τραβήχτηκε στη συγκέντρωση απόδοσης φόρου τιμής στα θύματα της επίθεσης στο ατμόπλοιο La Cumbre, στις 5 Μάρτη 1960.

Επάνω και κάτω το πρωτότυπο φιλμ του Κόρντα με τα αρνητικά.

Ο Κόρντα θυμάται πως φυσούσε αέρας εκείνη τη μέρα και αποδίδει το χαμένο βλέμμα του Γκεβάρα στις αναπνευστικές δυσκολίες —το φερμουάρ του σακακιού του είναι ανεβασμένο μέχρι επάνω—, αλλά και στην οργή της στιγμής. Οι εικόνες του Τσε παρουσιάζουν συνήθως γεγονότα: το ίδιο το πρόσωπο δημιουργεί το γεγονός. Ωστόσο, αυτό που αντικρίζει ο Κόρντα είναι ακριβώς το αντίθετο. Το πρωτότυπο κλισέ έχει ένα σουρεαλιστικό εφέ: είναι ένα ευρύ πορτρέτο με αφαιρετικές περισπάσεις —ο φοίνικας, το προφίλ κάποιου αγνώστου. Ο επαναστάτης όχι μόνο δεν κοιτάζει το φακό, δεν κοιτάζει κανένα: αγνοεί ότι τον παρακολουθούν. Σ’ αυτή τη φάση είναι 31 ετών.

Το δώρο της τύχης στην αιωνιότητά του —και στην ιστορία των εικόνων, στον αιώνα των εικόνων— είναι ένας νέος σε μια πόζα που δηλώνει απουσία και βρίσκεται ελαφρά εκτός εστίας κάνοντας τον απόμακρο. Ο Κόρντα, που είναι καλλιτέχνης γεννημένος για τη διαφημιστική φωτογραφία, ανακαλύπτει ένα μοντέλο συμπεριφοράς, μια στάση του ανθρώπινου σώματος. Όμως αυτό το μοντέλο θα προσλάβει το πλήρες νόημά του άπαξ και το πραγματικό σημαινόμενο θα έχει πεθάνει· μόνο τότε το εκτός εστίας θα αποκτήσει άλλο νόημα.

Το 1960, η φωτογραφία του Κόρντα δημοσιεύεται σε μικρό μέγεθος σαν εικονογράφηση για κάθε είδηση σχετικά με το δημόσιο λειτουργό. Σ’ αυτή την πρώτη έκδοση, ο καλλιτέχνης απαλείφει το θόρυβο του περίγυρου. Αν στην ποικίλη εικονογραφία του ο Τσε είναι ένα ολόκληρο σώμα, με μια εκφραστική γκάμα χειρονομιών πάντοτε κάπως εξεζητημένη, ο Κόρντα δεν απαθανατίζει μια χειρονομία αλλά τη λανθάνουσα κατάστασή της. Η εικόνα δείχνει έναν άντρα αφηρημένο, και σ’ αυτή την αφηρημάδα το κοινό θα οικοδομήσει μια πρόθεση: την κατοχή μιας αλήθειας, μια προσωπικότητα εσωεστραμμένη. Είναι ένα ομοίωμα παραδομένο στα οράματά του. Ο Κόρντα κατασκεύασε μία από τις «κεφαλές» του αιώνα. Το 1967, ενώ ο Τσε βρίσκεται στη Βολιβία, ο εκδότης και στρατευμένος Ιταλός Τζαντζάκομο Φελτρινέλι επισκέπτεται το στούντιο του φωτογράφου και παίρνει το αρνητικό στο Μιλάνο.

Εννιά Οκτώβρη, δολοφονία του Τσε. Το πρακτορείο United Press International κατακλύζει τον κόσμο με τις εικόνες του νεκρού του Βαγιεγκράντε, υπογεγραμμένες από τον Αλμπόρτα.  Δεύτερη εικόνα του Τσε σε πόζα που δηλώνει απουσία.

Στις 15 Οκτώβρη, αφότου η Αβάνα παραδέχεται δημοσίως το θάνατο του Γκεβάρα, οργανώνεται στο Μιλάνο μια διαδήλωση καταγγελίας. Ο Φελτρινέλι τυπώνει 100.000 αφίσες με την εικόνα του Κόρντα και, από κάτω, τη λεζάντα «Ο Τσε ζει». Οι νέοι βγαίνουν στους δρόμους: η εικόνα είναι η απάντησή τους στη δολοφονία και, ταυτόχρονα, η διάψευση της φωτογραφίας-ντοκουμέντο, του πορτρέτου του νεκρού αντάρτη στα 39 του χρόνια. Γεννάται έτσι, πρώτον, η παγκοσμιοποίηση της εικόνας του Αλμπόρτα, που διανέμεται από το πρακτορείο ειδήσεων, και ύστερα η παγκοσμιοποίηση της εικόνας του Κόρντα, το πορτρέτο του νεαρού αντάρτη, προφητικό εν ζωή».(2)

«Με περηφάνια δηλώνω ότι τιμούμε αντάξια τον Τσε και ότι αυτός είναι πιο ζωντανός από ποτέ, το ίδιο είναι και η πατρίδα! Αν αυτός είναι ένας πιο ισχυρός από ποτέ αντίπαλος του ιμπεριαλισμού, η πατρίδα μας θα είναι επίσης πιο ισχυρή από ποτέ ενάντια στον ιμπεριαλισμό και στη σάπια ιδεολογία του! Και αν κάποτε επιλέξαμε τον δρόμο της επανάστασης, μιας επανάστασης σοσιαλιστικής και κομμουνιστικής, τον δρόμο της οικοδόμησης του κομμουνισμού, σήμερα είμαστε πιο περήφανοι που επιλέξαμε αυτόν τον δρόμο, γιατί είναι ο μόνος που μπορεί να αναδείξει ανθρώπους σαν τον Τσε και έναν λαό που αποτελείται από εκατομμύρια άντρες και γυναίκες ικανούς να είναι σαν τον Τσε!

Όπως έλεγε ο Χοσέ Μαρτί μπορεί να υπάρχουν άνθρωποι χωρίς αξιοπρέπεια, υπάρχουν όμως και άνθρωποι που σηκώνουν στις πλάτες τους την αξιοπρέπεια πολλών ανθρώπων! Θα μπορούσαμε να προσθέσουμε ότι υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι σηκώνουν στις πλάτες τους την αξιοπρέπεια όλου του κόσμου, και ένας από αυτούς ήταν ο Τσε!».(3)

 

1) Ζαν Κορμιέ, Ίλδα Γκεβάρα Γκαδέα, Αλμπέρτο Γρανάδο Χιμένες: «ΤΣΕ ΓΚΕΒΑΡΑ [Βιογραφία]», (μετάφραση Μαρία Καραλή), εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 1995

2) «CHE Εικόνες μιας ζωής», Επιμέλεια: Φερνάντο Ντ. Γκαρσία, Όσκαρ Σόλα, εκδ. Μεταίχμιο, Αθήνα 2000

3) Φιντέλ Κάστρο Ρους: «Πολλές από τις ιδέες του Τσε παραμένουν επίκαιρες στο ακέραιο» (ομιλία που εκφωνήθηκε στις 8/10/1987, για την εικοστή επέτειο του θανάτου του Ερνέστο Τσε Γκεβάρα). Στο βιβλίο «Ερνέστο Τσε Γκεβάρα, Ο σοσιαλισμός και ο άνθρωπος στην Κούβα», εκδ. Διεθνές Βήμα, Αθήνα 2011

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: