Είναι και ο καπιταλισμός, ηλίθιοι – H έλλειψη επενδυτικού ενδιαφέροντος για εμβόλιο ενάντια στο SARS και η χαμένη ευκαιρία για γρηγορότερη ανταπόκριση στον COVID-19

“Περιμένουμε να δούμε αν αυτό το πράγμα επιστρέφει χρόνο με το χρόνο”, ήταν η απάντηση που έδωσε μεγάλη φαρμακευτική στην ομάδα του δρ. Χοτέζ πριν λίγες μόνο βδομάδες, όταν ζήτησε χρήματα για να ξαναρχίσει η έρευνα με βάση ένα εμβόλιο ενάντια στο SARS, έναν κορονοϊό συγγενικό προς τον COVID-2019, που είχε προκαλέσει εκατοντάδες θανάτους το 2003.

Ήταν το 2016, όταν μια ομάδα επιστημόνων στο Τέξας, με επικεφαλής τον Πέτερ Χοτέζ, υποδιευθυντή του Κέντρου Ανάπτυξης Εμβολίων στο νοσοκομείο του Τέξας, δημιούργησε εμβόλιο ενάντια στο SARS, έναν φονικό κορονοϊό, συγγενικό με αυτόν που προκαλεί την πανδημία σήμερα, που είχε στοιχίσει τη ζωή σε 770 ανθρώπους το 2003 πριν ανακοπεί η εξάπλωση του μετά από κάποιους μήνες. Η ομάδα χρειαζόταν λεφτά για να ξεκινήσει τις κλινικές μελέτες σε ανθρώπους.
“Προσπαθήσαμε πάρα πολύ να δούμε αν θα βρίσκαμε επενδυτές ή χορηγούς για να ξεκινήσουμε κλινικές μελέτες”, λέει ο Χοτέζ, “αλλά απλά δεν μπορούσαμε να κινήσουμε μεγάλο ενδιαφέρον”. Ο λόγος είναι προφανής, ο SARS αποτελούσε μια μακρινή ανάμνηση και δεν είχε ξανακάνει την εμφάνισή του από τότε, περιορίζοντας δραματικά την προοπτική άμεσου κέρδους για τυχόν επενδυτές.

Για τον Χοτέζ και άλλους συναδέλφους του, αυτό ήταν μια μεγάλη χαμένη ευκαιρία, όπως συνέβη και με τον ακόμα πιο φονικό επίσης κορονοϊό MERS το 2012, για μια συντονισμένη χρηματοδότηση από πλευράς κυβερνήσεων και εταιρειών για την ανάπτυξη εμβολίων σε αναμονή μελλοντικής επιδημίας. Αντ’ αυτού, το εμβόλιο για το SARS βρίσκεται κατεψυγμένο, χωρίς προοπτική εμπορικής χρήσης.

“Θα μπορούσαμε να το έχουμε έτοιμο και να ελέγξουμε την αποτελεσματικότητα του εμβολίου στην αρχή της νέας έξαρσης στην Κίνα”, υποστηρίζει ο Χοτέζ, που θεωρεί ότι είναι πιθανό το εμβόλιο να παρείχε κάλυψη και ενάντια στο συγγενικό προς το SARS κορονοϊό COVID-19. Ο Χοτέζ κατέθεσε ενώπιον της επιτροπής του Κογκρέσο αρμόδιας για Επιστήμη, Διάστημα και Τεχνολογία, ζητώντας άμεσες αλλαγές στον τρόπο χρηματοδοτήσεις της δημιουργίας εμβολίων από πλευράς κυβέρνησης.

 

Αυτή τη στιγμή είναι πλήθος τα πρότζεκτ πανεπιστημίων, φαρμακευτικών εταιρειών και ερευνητικών ιδρυμάτων σε μια σειρά χώρες που εργάζονται πάνω στην ανάπτυξη εμβολίου κατά του νέου κορονοϊού, με τα ως τώρα δεδομένα όμως η μαζική παραγωγή τους είναι ζήτημα τουλάχιστον ενός έτους.

 

Στη διάρκεια των ζωικών πειραμάτων για την ανάπτυξη του εμβολίου ενάντια στο SARS είχε διαπιστωθεί και το φαινόμενο κάποια ποντίκια να έχουν χειρότερα συμπτώματα μετά τη χορήγηση του εμβολίου. Η γνώση για το ποια στοιχεία του εμβολίου δουλεύουν και ποια όχι θα μπορούσε να είχε ολοκληρωθεί πριν την εμφάνιση του νέου κορονοϊού, υποστηρίζει ο Τζέισον Σβαρτς, καθηγητής Δημόσιας Υγείας στο πανεπιστήμιο του Γέιλ. Προσθέτει πως η αντίδραση στον κορονοϊό εκθέτει τα εγγενή ελαττώματα της χρηματοδότησης της ιατρικής έρευνας, που βασίζεται στα κριτήρια της αγοράς και έρχεται μετά την εκδήλωση του προβλήματος, αντί να λειτουργεί προληπτικά.

“Έχουμε ένα μοτίβο στο πεδίο της ιατρικής έρευνα όπου εξάρσεις ασθενειών οδηγούν σε αύξηση των επενδύσεων στην έρευνα, κι όταν αυτές υποχωρούν, όπως γίνεται ανεξαιρέτως, άλλες προτεραιότητες παίρνουν τη θέση τους. Ως αποτέλεσμα, χάνεις την ευκαιρία να κεφαλαιοποιήσεις αυτή την αρχική επένδυση κι ο κύκλος ξεκινά από την αρχή”.

Προφανώς, το πρόβλημα αυτό δεν αφορά μόνο τον κλάδο της ιατρικής έρευνας, αλλά συνολικά τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, που έχει ως στόχο τη μεγιστοποίηση των κερδών. Ο Σβαρτς προφανώς δεν βλέπει τη ρίζα του προβλήματος, επισημαίνει ωστόσο αυτό που θα έπρεπε, αλλά δυστυχώς δεν είναι προφανές σε όλους, ότι οι ιδιωτικές φαρμακευτικές δε χρηματοδοτούν πρότζεκτ τα οποία στις περισσότερες των περιπτώσεων δε θα βγάλουν ποτέ χρήματα. Ο ίδιος βλέπει ως λύση τη χρηματοδότηση της μη κερδοφόρας έρευνας από τις κυβερνήσεις κι από μη κερδοσκοπικές εταιρείες.

Ως παράδειγμα φέρνει τη δημιουργία της “Συμμαχίας Καινοτομιών για Προετοιμασία κατά των Επιδημιών” (CEPI), μια μορφή σύμπραξης ιδιωτικού και δημόσιου τομέα που χρηματοδοτείται εν μέρει από το ίδρυμα Μπιλ και Μελίντα Γκέιτς. Ο Σβάρτς θεωρεί πως αυτό δεν είναι αρκετό, καλώντας σε “κίνητρα έξω από το παραδοσιακό επιχειρηματικό μοντέλο που μπορεί να οδηγήσει σε μεγαλύτερες επενδύσεις σε αυτή τη θεμελιώδη έρευνα”.

Κατά τον Δρ. Τζέιμς Λεντιούκ, διευθυντή του Εθνικού Εργαστηρίου του Γκάλβεστον, η έρευνα πάνω στο εμβόλιο κατά του SARS από την ομάδα του Χοτέζ έχει αρχίσει και πάλι και θα δοκιμάσει το εμβόλιο σε ποντίκια, τα οποία πρώτα θα πρέπει ωστόσο να είναι γενετικά μεταλλαγμένα ώστε να μιμούνται επακριβώς τα ανθρώπινα συμπτώματα της ασθένειας.

Ο Λεντιούκ προσθέτει πως “Ως έθνος κι ως χώρα πρέπει να είμαστε πιο ευέλικτοι στο να αναγνωρίσουμε ότι εμφανίζονται νέες ασθένεις και μόλις ανακοπούν, είναι πολύ πιθανό να ξαναγυρίσουν, ίσως όχι ίδιες αλλά πολύ παρόμοιες. Ήταν λοιπόν πραγματικά κρίμα που έπρεπε να σταματήσουμε αυτή την έρευνα και τώρα να πρέπει να προσπαθούμε να την επανεκκινήσουμε”.

Ακόμα και μετά το πρώτο διάστημα ξεσπάσματος του νέο κορονοϊού, ο Χοτέζ δεν έλαβε ανταπόκριση από κυβερνήσεις και φαρμακευτικές για τη χρηματοδότηση της επόμενης φάσης δοκιμών του εμβολίου. Μάλιστα, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά, ένας από τους εκπροσώπους μεγάλης φαρμακευτικές του είχε δηλώσει επί λέξει πριν λίγες βδομάδες: “Λοιπόν, περιμένουμε να δούμε αν αυτό το πράγμα επιστρέφει χρόνο με το χρόνο”.

Τώρα ο Χοτέζ ελπίζει ότι η σοβαρότητα της πανδημίας θα οδηγήσει σε αλλαγές στην κυβερνητική χρηματοδότηση του εμβολίου, εκφράζοντας μεγάλες ανησυχίες για τις επιπτώσεις του κορονοϊού, ιδιαίτερα σε τρόφιμους γηροκομείων και εργαζόμενους στις δομές υγείας. Ενώπιον της επιτροπής του Κογκρέσου, προσπαθώντας να μιλήσει στη μόνη γλώσσα που καταλαβαίνουν, είπε πως: “Μια και κανείς δε θέλησε να επενδύσει μερικά εκατομμύρια δολάρια σε αυτά τα εμβόλια για το SARS, είμαστε αντιμέτωποι με – δεν ξέρω ποιος είναι ο αριθμός – 10 δις, 100 δις οικονομικής ζημιάς. Το διακύβευμα είναι τόσο υψηλό, και τα λεφτά που συζητάτε για χορήγηση στην έρευνα είναι τόσο λίγα”.

Κι αν ακόμα θεωρήσει κανείς ότι ο Χοτέζ είναι απλά ένας επιστήμονας πικραμένος που δε βρήκε χρηματοδότη για το σχέδιό του, δεν υπάρχει λόγος να αμφισβητηθεί ο πυρήνας όσων υποστηρίζει ο ίδιος κι άλλοι προβεβλημένοι επιστήμονες στο άρθρο, δηλαδή ότι το κέρδος ιεραρχείται πολύ υψηλότερα από τη ζωή χιλιάδων ανθρώπων, όπως συμβαίνει πάντα σε αυτό το αδηφάγο σύστημα, που αποτελεί από μόνο του μια επικίνδυνη και μόνιμη πανδημία.

Με πληροφορίες από nbcnews.com

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: