Ρόκε Δάλτον (14.5.1935 – 10.5.1975): Οι Απαγορευμένες Ιστορίες του Τοσοδούλη και άλλα ποιήματα

Σ’ αυτή τη φυλακή τη γαμημένη
που έχει βασιλιά τον πόνο
το έγκλημα δεν τιμωρείται
η φτώχεια τιμωρείται μόνο.

Ρόκε  Δάλτον

Γεννήθηκε στο Σαν Σαλβαδόρ στις 14 Μαΐου 1935
Δολοφονήθηκε στο Κεσαλτεπέκε στις 10 Μαΐου 1975

8 ποιήματα από 3 συλλογές

 

 

Μετάφραση

Μπάμπης Ζαφειράτος – Μποτίλια Στον Άνεμο

Κεντρική Φωτό: Ο Ρόκε Δάλτον στην Αβάνα το 1972. Το στιγμιότυπο τράβηξε ο μικρότερος από τους τρεις γιους του, Χόρχε.
(Πηγή: Μουσείο Λόγου και Εικόνας του Ελ Σαλβαδόρ)

 

 

Παλίμψηστο III

 

Σ’ αυτή τη φυλακή τη γαμημένη
που έχει βασιλιά τον πόνο
το έγκλημα δεν τιμωρείται
η φτώχεια τιμωρείται μόνο.

Οι απαγορευμένες ιστορίες του Τοσοδούλη (1974)
Μετάφραση: Μπάμπης Ζαφειράτος, 11 Ιανουαρίου 2019

 

 

Το παράθυρο στο πρόσωπο (Μεξικό, 1961)

 

Οι τρελοί

 

Σ’ εμάς τους τρελούς δεν ταιριάζουνε τα ονόματα.

Οι άλλες υπάρξεις
φοράνε τα ονόματά τους σαν τα καλά τους ρούχα,
τα τραυλίζουνε όταν κάνουνε καινούργιους φίλους,
τα εκτυπώνουν σε λευκές καρτούλες
που πάνε μετά από χέρι σε χέρι
με τη χαρά των απλών πραγμάτων.
Ω, τι χαρά που δείχνουνε οι Αλφρέδοι, οι Αντώνιοι,
οι Γιάννηδες οι φουκαράδες κι οι λιγομίλητοι οι Σέργιοι,
οι Αλέξανδροι με τη μυρωδιά της θάλασσας!

Κορδώνονται όλοι πάνω στον ίδιο λαιμό ξεδιπλώνοντας
τα αξιοζήλευτα ονόματά τους σαν λάβαρα πολεμικά,
τα ονόματά τους που πέφτουνε στη γη αντηχώντας
αν κι αυτά μαζί με το κουφάρι τους τα τρώνε τα μαύρα τα σκοτάδια.

Μα οι τρελοί, α κύριέ μου, οι τρελοί
που μες στην τόση λησμονιά μάς πιάνει ασφυξία,
οι φουκαράδες οι τρελοί που ως και το γέλιο το μπερδεύουμε
αφού ακόμα κι η χαρά με δάκρυα μας γεμίζει,
πώς άραγε θα πορευτούμε με ονόματα που με το ζόρι κουβαλάμε,
να τα φροντίζουμε,
να τα γυαλίζουμε σάμπως ζωάκια ασημένια,
να βλέπουμε με μάτια που δεν τα κάνει ζάφτι ούτε ο ύπνος,
για να μη χαθούνε στη σκόνη που μας δοξάζει και μας μισεί;

Εμείς οι τρελοί δεν μπορούμε να ελπίζουμε ότι θα πούνε τ’ όνομά μας
αλλά θα το ξεχάσουμε κι αυτό.

 

Το Παράθυρο στο Πρόσωπο – La Ventana en El Rostro (México 1961)

Μετάφραση: Μπάμπης Ζαφειράτος, 8 Φεβρουαρίου 2020

 

 

Η ποίηση

 

Ο άνθρωπος με τα οργισμένα μάτια ρώτησε:
Τι είναι η ποίηση;

Ο άνθρωπος με τα καθάρια μάτια
τον κοίταξε βαθιά χωρίς να πει μια λέξη.

Υπήρχε ποίηση στο βλέμμα του.

 

Το Παράθυρο στο Πρόσωπο – La Ventana en El Rostro (México 1961)

Μετάφραση: Μπάμπης Ζαφειράτος, 8 Φεβρουαρίου 2020

 

 

Δικιά μου πλάι στα πουλιά

 

Γυναίκα: Σήμερα που ξυπνάω
με μιαν αλλιώτικη κραυγή μέσα στις φλέβες,
παίρνω το χέρι σου που ’ναι γεμάτο μουσική κι αλείφω
τη ζωή με το τιτάνιο μέλι το απαλό.
Πάνω στο σώμα σου και στη μελλοντική σου γέννα μέσα από μένανε.

Φτάνω
ως τον παγκόσμιο έρωτά σου. Προχωράω και τραγουδάω.

Δεν έρχομαι από τη βροχή που την εκάρφωσε η νύχτα,
ούτε απ’ το φαρδύ βουνό με τα χιλιόψυχα πουλιά,
ούτε απ’ τα λουλούδια τα σιωπηλά και το διασκορπισμένο ιωβηλαίο τους·
έρχομαι
από τον τόπο που μοιράζεται η αγάπη ανυπόκριτα
από εκεί που το γρασίδι υψώνει τη μικροσκοπική του φύτρα ως τους ανέμους,
από εκεί που η ειρήνη φτιάχνει σταροχώραφα, θεούς ηλεκτρικούς, τραγούδια
και γιορτινούς ορίζοντες που αντέχουνε
από εκεί όπου σμιλεύεται την πάσα ημέρα με φιλιά
το αυγινό το πρόσωπο ενός φουριόζικου αύριο.

Έρχομαι και σ’ αγαπάω πιο πολύ επειδή ξημερώνω.

 

Ι

Αμαζόνα από πηλό που φωλιάζεις
στο αίμα μου και στα κύτταρά μου,
τραχιά αμαζόνα φύλακα άγγελε χωρίς ομίχλες και φαντάσματα
ολόγυμνή μου εσύ χωρίς δεσμά
στων τροπικών μου τα κοιτάσματα
ποιος μπροστά στις μήτρες τις παρθενικές ή μπρος στους άπιαστους φυγάδες
θα γνωρίσει αυτόν το θρίαμβο,
αυτή τη μάχη με τις γλυκές πληγές;
Ποιος θα μπορούσε να γείρει στα νυχτερινά μας τα φιλιά
χωρίς να ξαναγεννηθεί μέσα στις ρίζες, στη φωτιά, στην ξέχειλη την κούπα;
Αιώνια είναι η αγάπη μας. Τα μάτια της ψυχής στρέφω για πάντα,
είμαι μαζί σου πάντα, οπώρα μου, γυναίκα μου,
είμαστε οι δυο μας πάντα, το χρόνο κατοικώντας.

Ποιος παρεκτός το χέρι σου έκανε πιο αληθινή να γίνει η καρδιά μου;
Ποιος μπόρεσε να κάνει, να αιστανθούμε, ποιος μας άφησε
αυτόν τον έρωτα από μπουκαμβίλιες και νερά;
Ω, αγέρωχη χαρά από γαρύφαλλα φτιαγμένη κι από σύμβολα!
Ω, έρωτα καπετάνιε από αλήθειες και από κοίτες ποταμών!
Εσύ χυμέ μου που μου δόθηκες,
έλα και μπες με ένα καλωσόρισες της αγκαλιάς και του ψωμιού:
είμαστε η οργιαστική γιορτή, αγάπη, αγαπημένη,
όλη η έκσταση των απίστευτων άστρων
όλα τα αμέτρητα λουλούδια,
η γη ολόκληρη, ολόκληρος ο αθλητικός
ο χρυσαφένιος πόθος του καλαμποκιού.

Όταν σε έχω υπάρχουνε πουλιά…

 

ΙΙ

Κάποιες φορές
είμαι θλιμμένος. Λέω:
Αρχαία αγαπημένη μου, ζαρκάδι
από μέταλλο, υπέρλαμπρη θεόρατη νυχτιά,
όταν διασχίζω την έκταση την τρομερή
που δένει στο παράστημά σου την καρδιά μου,
πέφτω μες στα μαχαίρια, με μισώ,
να τραγουδήσω αλαλιασμένος προσπαθώ
και κλαίω.

Κι όμως ξαναγυρνάνε πάντα τα πουλιά…

 

Το Παράθυρο στο Πρόσωπο – La Ventana en El Rostro (México 1961)

Μετάφραση: Μπάμπης Ζαφειράτος, 8 Φεβρουαρίου 2020

 

 

Ταβέρνα και άλλα Μέρη (Αβάνα, 1969)

(Πρώτο Βραβείο Casa de las Américas 1969)

 

VIII. Βρομάω

 

Βρομάω όπως το χρώμα του πένθους τις μέρες
που τα λουλούδια μαραίνονται πληρώνοντας το τίμημα
όπως όταν πεθαίνει στην ξηρασία ένας φτωχός
με τη σιγουριά πως σύντομα θα βρέξει.

Βρομάω όπως το χρονικό κάποιας μικρής καταστροφής
τόσο που θα μπορούσα να μείνω με τα πτώματα
βρομάω όπως το αρχέγονο χάος που έγινε τώρα πίστη
και η μεγάλη της φλόγα αναγορεύτηκε σε δέος.

Βρομάω από μακριά όπως η θάλασσα και δεν λέω
πως θα πέθαινα κιόλας για μια τέτοια μυρωδιά
βρομάω αξιοθρήνητα σας έλεγα
σάμπως χλωμή σκιά σαν πεθαμένο σπίτι.

Βρομάω ιδρώτα από σίδερο και σκόνη
που ξεπλένεται στο φως του φεγγαριού
σαν πεταμένο κόκκαλο μπροστά σ’ έναν λαβύρινθο
κάτω απ’ της χαραυγής την καταχνιά.

Βρομάω σαν ένα ζώο που μόνο εγώ το ξέρω
ξεψυχισμένο απάνω σε βελούδο
βρομάω σαν ζωγραφιά ενός παιδιού στη μοίρα του αφημένου
σαν την αιωνιότητα που ούτε ψυχή θα την αποζητούσε.

Βρομάω όπως όταν για όλα πλέον είναι αργά.

 

Ταβέρνα και άλλα Μέρη – Taberna y otros Lugares (La Habana 1969)
Η πατρίδα (ΙΙΙ) – Ποιήματα της τελευταίας φυλακής
El país (III) – Poemas de la última cárcel

Μετάφραση: Μπάμπης Ζαφειράτος, 8 Ιανουαρίου 2019

 

 

Η πάλη των αντιθέτων αλλά…

 

                              Στον Otto, in memoriam

 

Τα εμπόδια δεν τα ξεπερνάς
με βοηθητική όπως στο επί κοντώ.

Τα εμπόδια τα γκρεμίζεις
με το γυμνό σου στήθος.

Είναι κι αυτά όπως το πρωινό αεράκι
όπου μπορεί και να παγώσει τα πνευμόνια σου, μήπως
όμως το χώμα, η φωτιά και το νερό
σε βοηθάνε ν’ ανασαίνεις;

 

Ταβέρνα και άλλα Μέρη –  Taberna y otros Lugares (La Habana, 1969)
La historia – Escrito en Praga

Μετάφραση: Μπάμπης Ζαφειράτος, 11 Ιανουαρίου 2019

 

 

Οι Απαγορευμένες Ιστορίες του Τοσοδούλη (1974)

 

Βόμβα

 

Τώρα ο χάρος με φωνάζει
γιατί ’μαι γέρος· κι έτσι γράφω
στη διαθήκη μου, πως θέλω
μες στο κρεβάτι σου τον τάφο.

 

Οι Απαγορευμένες Ιστορίες του Τοσοδούλη (1974)
Las historias prohibidas del Pulgarcito (México, 1974)

Μετάφραση: Μπάμπης Ζαφειράτος, 11 Ιανουαρίου 2019

 

 

IX. Ποίημα Αγάπης

 

Αυτοί που ανοίξανε στο Κανάλι του Παναμά
(και τους ταχτοποιήσανε στη silver roll κι όχι στην gold roll),
αυτοί που επισκευάσανε το στόλο του Ειρηνικού
στις βάσεις της Καλιφόρνιας,
αυτοί που σαπίσανε στα μπουντρούμια της Γουατεμάλας,
του Μεξικού, της Ονδούρας, της Νικαράγουας,
για κλέφτες, για λαθρέμπορους, για απατεώνες,
για πεινασμένους,
οι συνήθεις ύποπτοι,
(ας μου επιτραπεί να προσάγω τον περί ου
αργόσχολο με το επιπλέον επιβαρυντικό στοιχείο
της ιδιότητας του σαλβαδοριανού πολίτη)
Αυτές που γεμίσανε τα μπαρ και τα μπουρδέλα
σε όλα τα πόρτα και τις πρωτεύουσες του τροπικού
(Η Μπλε Σπηλιά, Το Κιλοτάκι, Happyland),
οι καλαμποκοεργάτες μες στην καρδιά της ξένης σέλβας,
οι βασιλιάδες των ταμπλόιντ,
αυτοί που ποτέ κανείς δεν ξέρει πούθε κρατάει η σκούφια τους,
οι καλύτεροι τεχνίτες του κόσμου,
αυτοί που γαζωθήκανε με σφαίρες περνώντας τα σύνορα,
αυτοί που πεθάνανε από μαλάρια,
ή από τσίμπημα σκορπιού ή από δάγκωμα κροταλία
στην κόλαση της μπανανοφυτείας,
αυτοί που μεθυσμένοι κλαίγανε για τον εθνικό ύμνο
μες στον κυκλώνα του Ειρηνικού ή στου βορρά τα χιόνια,
οι χαμάληδες, οι ζητιάνοι, τα πρεζόνια,
οι γουανάκοι, οι τεμπέληδες, της καραπουτανάρας γιοι,
αυτοί που μετά βίας τα καταφέρανε,
αυτοί που σταθήκανε μια στάλα τυχεροί,
οι μια ζωή λαθραίοι,
οι πολυτεχνίτες, οι ερημοσπίτες, οι παμφάγοι,
οι κορυφαίοι στου μαχαιριού το τράβηγμα,
οι θλιμμένοι, οι πιο θλιμμένοι του κόσμου,
οι δυστυχισμένοι, οι πιο δυστυχισμένοι του κόσμου,
οι συμπατριώτες μου,
τα αδέρφια μου.

 

Οι Απαγορευμένες Ιστορίες του Τοσοδούλη (1974)
Las historias prohibidas del Pulgarcito (México, 1974)
La guerra, IX. Poema de amor

Μετάφραση: Μπάμπης Ζαφειράτος, 10 Ιανουαρίου 2019

 

 

Σημειώσεις

 

Ρόκε Δάλτον. Ελ Σαλβαδόρ
Γεννήθηκε στο Σαν Σαλβαδόρ, 14 Μαΐ. 1935 – Δολοφονήθηκε στο Κεσαλτεπέκε, 10 Μαΐ. 1975
Σχέδιο, Μπάμπης Ζαφειράτος, 22.VI.2019 (Μολύβι σε χαρτί ακουαρέλας, 21 χ 29 εκ.)

 

Pulgarcito (Τοσοδούλης· Κοντορεβιθούλης): «Ελ Σαλβαδόρ: Ο Τοσοδούλης της Αμερικής», φράση που αποδίδεται στην Χιλιανή νομπελίστα (1945) ποιήτρια Γαβριέλα Μιστράλ (7 Απρ. 1889 – 10 Ιαν. 1957), αλλά ανήκει στον Σαλβαδοριανό ποιητή και πεζογράφο Χούλιο Ενρίκε Άβιλα (4 Αυγ. 1892 – 16 Νοε. 1968).

Pulgarcito, επίσης: Εξαιρετικά δημοφιλές εβδομαδιαίο περιοδικό κόμικς της Ισπανίας, από τον Ιούνιο του 1921 έως 1987 με διηγήματα, άρθρα, χόμπι και αστεία και λίγα κόμικς. Όπως ακριβώς είναι διαρθρωμένο και το βιβλίο του Δάλτον.

Για την ιστορία: Αρχικά το περιοδικό λεγόταν Μαύρη Γάτα, αν και διατήρησε στο λογότυπό του μια μαύρη γάτα. Πολιτικές και οικονομικές δυσκολίες κατά τον Ισπανικό Εμφύλιο το οδήγησαν σε μικρή διακοπή, αλλά ανέκαμψε μετά το 1952, με μεγαλύτερη έμφαση σε κόμικς.

Η μάχη των αντίθετων αλλά…

Otto René Castillo (Γουατεμάλα, Κετσαλτενάνγκο 25 Απρ. 1936 – 23 Μαρ. 1967): Βλέπε σε Ρόκε Δάλτον, 5 παράνομα ποιήματα και 1 ποίημα αγάπης – Η ζωή του, το έργο του, η δολοφονία του – 3 κείμενα του Εδουάρδο Γκαλεάνο (Αφιέρωμα Β΄)

IX. Ποίημα Αγάπης

silver (pay) roll και gold (pay) roll (Αγγλικά στο πρωτότυπο) – χρυσή και ασημένια μισθοδοσία: Οι δυο λογιών φυλετικά κατηγοριοποιημένοι κωδικοί μισθοδοσίας που διατηρούσαν οι αμερικανικές εταιρείες για τους εργαζόμενους στη διώρυγα του Παναμά, όταν ανέλαβαν το έργο, από το 1904-1914, μετά τους Γάλλους (1881-1894), οι οποίοι σταμάτησαν, αφενός λόγω προβλημάτων μηχανικής, αλλά κυρίως, λόγω του τεράστιου αριθμού εργατικών ατυχημάτων.

Οι πολίτες ΗΠΑ και Παναμά –μετά από απαίτηση των αμερικανικών εργατικών συνδικάτων– πληρώνονταν σε δολάρια ΗΠΑ με ισοτιμία χρυσού (gold roll) και οι ανειδίκευτοι, στη μεγάλη τους πλειοψηφία εργάτες από τις Δυτικές Ινδίες (: στο ομώνυμο ποίημα του Νικολάς Γκιγιέν), σε τοπικό νόμισμα, ισοτιμία σε ασήμι (silver roll).

Ένας μικρός αριθμός μαύρων Αμερικανών πολιτών ήταν γραμμένος στη χρυσή μισθοδοσία, αλλά χωρίς το προνόμιο του χρυσού.

Όταν διαμαρτυρήθηκαν, οι αρχές του καναλιού σταμάτησαν να προσλαμβάνουν μαύρους πολίτες ΗΠΑ, και μετά το 1909 δεν υπήρχε ούτε ένας μαύρος που να εργάζεται στο κανάλι.

Guanacos: Προσβλητικός χαρακτηρισμός του λαού του Ελ Σαλβαδόρ. Και πώς να μην είναι άλλωστε αφού τον εισήγαγε ο Pedro de Alvarado (1485-1541, υπολοχαγός του Κορτές, που ηγήθηκε της πρώτης ισπανικής εισβολής τον Ιούνιο του 1524), παρομοιάζοντας τους Σαλβαδοριανούς με το ομώνυμο ζώο των Άνδεων (άγριο λάμα), που το θεώρησε τεμπέλικο ζώο (τρέχει μόνο με 56 χιλ. την ώρα). Οι σκλάβοι έπρεπε να τρέχουν πιο γρήγορα και να μην πέφτουν νεκροί από τη σκληρή και βάρβαρη εργασία στις καφεφυτείες.

Εν πάσει περιπτώσει, το guanaco είναι μια προσφιλής προσφώνηση για τους Σαλβαδοριανούς. 

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Notice: Only variables should be assigned by reference in /srv/katiousa/pub_dir/wp-content/themes/katiousa_theme/comments.php on line 6

1 Trackback

Κάντε ένα σχόλιο: