Υπήρχε μόνο μία γενοκτονία στις Βαλτικές χώρες και έγινε από τους Ναζί

Αυτοί που απελευθέρωσαν το Άουσβιτς (ή τις χώρες της ανατολικής Ευρώπης) απλά δεν είναι ίδιοι με εκείνους που διέπραξαν μια γενοκτονία εκεί. Τελεία.

Ο πρώην καθηγητής Ιουδαϊκών σπουδών του Πανεπιστημίου του Βίλνιους και επικεφαλής ερευνητής του Ινστιτούτου Γίντις του Βίλνιους, Dovid Katz, έγραψε το 2010 στο Guardian ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο  στο οποίο καταρρίπτει το σχήμα της “διπλής γενοκτονίας” στις Βαλτικές χώρες και την εξίσωση κομμουνισμού-ναζισμού, όπου τα εγκλήματα του δεύτερου δικαιολογούνται ή απλώς ερμηνεύονται από τις “εγκληματικές πράξεις” του πρώτου. Το κείμενο του Κατζ απαντάει ουσιαστικά σε όσα υποστηρίζει στο βιβλίο του ο αμερικανός ιστορικός Τίμοθι Σνάιντερ,  που συμμετείχε μεταξύ άλλων σε ένα think tank για τις διεθνείς σχέσεις των ΗΠΑ. Προφανώς, δεν είναι γραμμένο από κομμουνιστική σκοπιά, αλλά είναι αρκετά έντιμο, ώστε να αντικρούσει πειστικά ορισμένους δημοφιλείς αντισοβιετικούς, αντικομμουνιστικούς μύθους, και να δείξει πώς στις Βαλτικές χώρες οι συνεργάτες κι οι απόγονοι των ναζί θέλουν να σβήσουν το ναζιστικό Ολοκαύτωμα από την ιστορία. Κι αυτός είναι ο βασικός λόγος που κρίναμε σκόπιμο να το παραθέσουμε μεταφρασμένο.

-.-.-

Το ότι ένας σπουδαίος ιστορικός της εποχής μας μπορεί, σε σπάνιες περιπτώσεις, να πέσει σε μια παγίδα είναι κοινότοπο, όπως το να πούμε ότι οι άνθρωποι κάνουν λάθη. Ή πως το νερό είναι υγρό. Υπάρχουν πολλές οπτικές ιστορικών, όπως και πρέπει, για τους Χίτλερ και Στάλιν και τη μελέτη των κακών που προξένησαν.

Αναλογικά, υπάρχουν ανταγωνιστικές οπτικές για μυριάδες πτυχές του Β’ ΠΠ – και φυσικά μια από αυτές είναι το “Τι θα είχε συμβεί, αν δεν είχε γίνει;” που συνήθως αναφέρεται στο σύμφωνο Ρίμπεντροπ – Μολότοφ τον Αύγουστο του 1939 και την επίθεση του Χίτλερ στη ΕΣΣΔ, τον Ιούνιο του 1941.

Όμως ένας κορυφαίος ιστορικός, και ο Τίμοθι Σνάιντερ είναι ένας τέτοιος, πάντα περιλαμβάνει, σαν από κάποια έμπνευση το κλειδί για να λυθεί αυτή η παγίδα, που σε σπάνιες περιπτώσεις δεν αποφεύγει. Σε αυτή την περίπτωση, πρόκειται για την εξής φράση: “Μπαίνοντας στη γη που είχαν παραχωρήσει στο Στάλιν το 1939, οι Γερμανοί χρησιμοποιούσαν τα εγκλήματα της NKVD σαν προπαγανδιστικό όπλο, ώστε να δικαιολογήσουν τις αιματηρές σφαγές των Εβραίων το καλοκαίρι του 1941, στις οποίες Λιθουανοί, Ουκρανοί, Πολωνοί και άλλοι πήραν μέρος.”

Αυτό που έμαθα ως ερευνητής που έζησε στη Λιθουανία για 11 χρόνια, είναι πως η εμμονή με το να ανακαλύπτουμε δικαιολογίες, κυρίως για τη μαζική συμμετοχή στο Ολοκαύτωμα, παραμένει ζωντανή ακόμα και σήμερα μεταξύ πολιτικών, ακαδημαϊκών (ειδικά Ιστορικών) και ανθρώπων των ΜΜΕ στην περιοχή.

Και μην κάνετε λάθος, στην Βαλτική δεν μιλάμε απλά για “συνεργασία” με τους Ναζί, αλλά για “συμμετοχή” με την έννοια της φρικιαστικής εθελοντικής στράτευσης χιλιάδων δολοφόνων που έφερναν σε πέρας με χαρά τους φόνους που οι Ναζί ήθελαν να κάνουν, ακόμα και κατά των γειτόνων τους, στις τρεις βαλτικές χώρες και σε κάποιες ακόμα περιοχές. Την ίδια ώρα, κανείς δεν πρέπει να ξεχνά το απίστευτο κουράγιο αυτών των κατοίκων της Βαλτικής που έκαναν το σωστό και έσωσαν τον γείτονά τους, βάζοντας τον εαυτό τους και τους οικείους τους σε κίνδυνο άμεσου θανάτου.

Μετά την ανεξαρτητοποίηση των χωρών της Βαλτικής από την καταρρέουσα Σοβιετική Ένωση πριν δυο δεκαετίες, κάποιοι τολμηροί ήρθαν να αντιμετωπίσουν ακόμα και τα πιο σκοτεινά σημεία της ιστορίας του έθνους τους. Και ποιο από τα έθνη μας δεν έχει μελανές κηλίδες; Στην περίπτωση αυτών των χρόνια καταπιεσμένων και προσφάτως ανεξαρτητοποιηθέντων κρατών, χρειάστηκε φυσικά αξιοσημείωτο κουράγιο και βαθύτερη αγάπη για τη χώρα (και όλους τους ανθρώπους της κάθε χώρας) να αντιπαρατεθούν κατευθείαν με τόσο οδυνηρά θέματα.

Όμως έπειτα, κάτι πήγε στραβά. Οι τρεις χώρες της Βαλτικής στα τέλη του 1990 έστησαν κρατικά επιχορηγούμενες επιτροπές για να μελετήσουν τα εγκλήματα των Ναζί και των Σοβιετικών, αλλά όχι με ανοιχτό πνεύμα. Επρόκειτο για ένα project υπερεθνικιστικού αναθεωρητισμού που εξυπηρετούσε μια τρέχουσα πολιτική ατζέντα που σήμαινε πολύ περισσότερα για τους πολιτικούς από ό,τι για εκείνη ή την άλλη ιστορική ανάγνωση.

Αυτή η πολιτική ατζέντα προέβλεπε εν ολίγοις, το ξαναγράψιμο της ιστορίας του Β’ ΠΠ και του Ολοκαυτώματος, μετατρέποντάς τα σε ένα μοντέλο “διπλής γενοκτονίας”.

Η άρνηση του Ολοκαυτώματος, στην πραγματικότητα, δεν ήταν επιλογή για μια περιοχή με εκατοντάδες μαζικούς τάφους. Αντίθετα, ένα νέα πιο ανησυχητικό κίνημα “Συσκότισης του Ολοκαυτώματος” ξύπνησε, με αρκετή υποστήριξη από τις κυβερνήσεις της περιοχής. Αυτό το “ρεύμα” προσπαθεί να μετατρέψει κάθε κακό σε ισάξιο κακό, προσπαθώντας να μπερδέψει το θέμα με σκοπό να γράψει για την… άβολη γενοκτονία που είναι το Ολοκαύτωμα έξω από την ιστορία ως μια διακριτή κατηγορία.

Τα βήματα που ακολούθησαν ήταν Οργουελικά, πολύ καλά σχεδιασμένα και διαδοχικά (όμως όχι σαν σε συνωμοσία: όλα ήταν δημόσια για όποιον ενδιαφερόταν αρκετά να ακολουθήσει τα γεγονότα που λαμβάνουν χώρα στις χώρες της Βαλτικής).

Ο όρος “γενοκτονία” επανακαθορίστηκε με νόμο ώστε να συμπεριλαμβάνει την απέλαση, την φυλάκιση, την στέρηση της ελευθερίας και πολλά ακόμα. Αυτό, τότε, έκανε δυνατό (σε τοπικούς όρους – επιβεβλημένο), να ισχυριστούν, με το νέο ορισμό “στο παιχνίδι”, ότι τα εγκλήματα των Ναζί και των Σοβιετικών ήταν προφανώς “ίσα”.

Η “ελαφρά αμηχανία” που προκαλεί το Ολοκαύτωμα κάπως έτσι ξεθωριάζει φυσικά μέσα στο νέο αφήγημα της διπλής γενοκτονίας, στην οποία όλοι σκότωναν όλους, σε μια μεγάλη μεταμοντέρνα… σαλάτα.

Για να μην αναφέρουμε ότι (κατανοητά) οι χώρες που φοβούνται τη Ρωσία και βρίσκονταν υπό τον ζυγό των Σοβιετικών για τόσο καιρό, δεν είναι αδιάφορες στο να ρίξουν στα μάτια των δυτικών τη Ρωσία στο επίπεδο μιας χώρας που έχει διαπράξει γενοκτονία, όπως και οι Ναζί.

Με άλλα λόγια, η συγκεκριμένη πολιτική, δεν καθοδηγείται μόνο από τους υπερεθνικιστές (“Έχουμε την τέλεια ιστορία”), τον αντισημητισμό (“οι Εβραίοι ήταν βασικά κομμουνιστές και πήραν αυτό που τους άξιζε”) και αντι-Ρωσισμό (“είναι ίδιοι με τον Χίτλερ”), αλλά και από κάποιες τρέχουσες γεωπολιτικές ανησυχίες που δε θα έπρεπε (δίκαιες ή όχι) να μετατρέπουν την ιστορία σε μια μονολιθική ανατροπή των προηγούμενων συμπερασμάτων, όπως τα επιβάλλει το απαράτ της κάθε κυβέρνησης.

Εδώ στη Λιθουανία, οι κυρίαρχοι έφτασαν με αυτό στον παραλογισμό. Από το 2006 και έπειτα, εισαγγελείς, οι οποίοι είχαν το χειρότερο ρεκόρ στον καταλογισμό ευθυνών σε ναζί εγκληματίες πολέμου, που απελάθηκαν από τις ΗΠΑ έπειτα από νόμιμες διαδικασίες, με κάποιο τρόπο κατάφεραν να βρουν την ενέργεια να διώκουν Εβραίους επιζώντες των γκέτο, οι οποίοι κατευθύνθηκαν προς τα δάση ώστε να πάρουν μέρος στην αντίσταση κατά των Ναζί.

Εκεί δεν υπήρχαν βρετανικά ή αμερικανικά στρατεύματα, και ναι, οι Σοβιετικοί ήταν η μοναδική ελπίδα για τους ελάχιστους που κατάφεραν να αποδράσουν από την ναζιστική μηχανή θανάτου στα χρόνια 1941-1945, όταν οι ΗΠΑ, η Βρετανία και η ΕΣΣΔ ηγούνταν των συμμαχικών δυνάμεων εναντίον του Χίτλερ. Κανείς από αυτούς τους επιζήσαντες του Ολοκαυτώματος δεν κατηγορήθηκε για κάτι συγκεκριμένο – γιατί δεν υπάρχει τίποτα για να τους κατηγορήσει κανείς. Ήταν περισσότερο γεγονότα για να ξαναγραφτεί η ιστορία, μέρος μιας ακριβής, εκτεταμένης προσπάθειας, αργής αλλά για να αλλάξει η ιστορία, ώστε να ταιριάζει σε αυτό που θέλουν οι ντόπιοι υπερεθνικιστές.

Τον Ιούνιο του 2010, το Λιθουανικό κοινοβούλιο πέρασε ένα νόμο που συνυπέγραψε και ο πρόεδρος της χώρας, για ποινές ως και δυο ετών φυλάκισης για όποιον αρνηθεί ή υποτιμήσει τη ναζιστική ή τη… σοβιετική γενοκτονία.

Με άλλα λόγια, αν ένας ιστορικός πει “Τα σοβετικά εγκλήματα στη Λιθουανία είναι φρικιαστικά όμως δεν φτάνουν ως τη γενοκτονία, υπήρξε μόνο μια γενοκτονία εκεί, αυτοί που έκαναν οι ναζί και οι συνεργάτες τους” αυτός ή εκείνη μπορεί να διωχθεί.

Στην πραγματικότητα ίσως να μην διωχθεί κάποιος ιστορικός. Αυτό όμως που πέτυχε αυτός ο νόμος είναι να κάνει τους πάντες να σιωπήσουν και να αφήσουν την κρατική εκδοχή της ιστορίας, χωρίς αμφισβήτηση. Μια ιδιαίτερα λυπηρή κατάσταση για μια χώρα μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ.

Όμως δεν πρόκειται για θέμα της Λιθουανίας, ή ακόμα της Βαλτικής. Είναι μέρος μιας ακροδεξιάς αφήγησης από χώρες της ανατολικής περιοχής της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στην πραγματικότητα, ο λιθουανικός νόμος περί φυλάκισης, αν διαφωνήσει κανείς με την εκδοχή της κυβέρνησης για την ιστορία, χρειάστηκε μόλις ένα χρόνο για να φτάσει μέχρι την Ουγγαρία. Η οποία πέρασε αντίστοιχο νόμο, με ανώτατη ποινή τα τρια χρόνια κάθειρξης.

Όμως η αναθεώρηση αυτή της ιστορίας (που υποβιβάζει το ρόλο του Χίτλερ και υπερτιμά εκείνον του Στάλιν για να σβήσει την ευθύνη των ανατολικών χωρών για το Ολοκαύτωμα) δεν είναι καν ένα παιχνίδι που παίζουν οι Ευρωπαίοι.

Το στρατόπεδο των εθνικιστών, έχει βρει ένα σχέδιο να πείσει όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση, να αποδεχτεί το μοντέλο της “διπλής γενοκτονίας” που εφηύραν. Ξεκίνησε στα σοβαρά, με ένα συνέδριο στο Ταλίν της Εσθονίας, τον Ιανουάριο του 2008, που λεγόταν “Ενωμένη Ευρώπη, Ενιαία Ιστορία” που προπαγάνδιζε την ανοησία πως η ενότητα της ηπείρου εξαρτάται από την αποδοχή αυτής της αναθεωρημένης ιστορίας του Β’ ΠΠ και του Ολοκαυτώματος απ’ όλους.

Τον Ιούνιο του ίδιου έτους, μια πολύ μεγαλύτερη εκδήλωση, παρήγαγε τη “Διακήρυξη της Πράγας”, η οποία επιμένει πως όλη η Ευρώπη πρέπει να συμφωνήσει ότι Ναζισμός και Κομμουνισμός έχουν “κοινή κληρονομιά”. Οι αναθεωρητές θέλουν όλη η Ευρώπη να καθιερώσει μια κοινή ημέρα μνήμης για τα θύματα των ναζιστικών και των σοβιετικών εγκλημάτων. Στην πραγματικότητα, αυτό θα μετατρέψει σε κομβικό σημείο του Β’ ΠΠ το σύμφωνο Μολότοφ-Ρίμπεντροπ και μάλιστα με νόμο, ώστε να υποβιβάσει το Ολοκαύτωμα, που σταδιακά θα ξεθωριάσει. Η διακήρυξη απαιτεί ακόμα “μια εναρμόνιση των ευρωπαϊκών βιβλίων ιστορίας” ώστε να απεικονίζουν την αναθεωρημένη ιστορία που εξισώνει ναζί και κομμουνιστές. Ήμαρτον!

Τώρα, ο καθηγητής Σνάιντερ έχει απόλυτο δίκιο όταν καλεί για αυξημένη προσοχή στις χώρες που κατελήφθησαν από τους ναζί μετά από την εισβολή του Ιούνη του 1941 στα δυτικά της Σοβιετικής Ένωσης, όπου 1 εκατομμύρια Εβραίων πολιτών, δολοφονήκε με μαζική βοήθεια από τους ντόπιους. Εκεί όμως που κάνει το ατυχές λάθος είναι που ευθυγραμμίζεται με την πολιτική που ακροβατεί, προσπαθώντας να κάνει τα εγκλήματα των σοβιετικών του 1940-1941 “ισάξια” με αυτό. Δεν είναι.

Οι Εσθονοί, οι Λετονοί, οι Λιθουανοί, οι Πολωνοί και οι Ουκρανοί είναι ακόμα μαζί μας το 2010, μεγάλα έθνη με μέλλον, ακριβώς επειδή δεν έπεσαν θύματα γενοκτονίας. Υπήρξαν απαράδεκτα εγκλήματα, όχι όμως γενοκτονία. Οι Εβραίοι της Ανατολικής Ευρώπης, δεν είναι πια μαζί μας, εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις, εξαιτίας αυτής της γενοκτονίας. Αυτό που πρέπει ακόμα να ξέρει ο Σνάιντερ, είναι ότι μια νίκη των Ναζί στα ανατολικά, με όλα όσα σχεδιάζονταν για τις διάφορες “κατώτερες φυλές της ανατολής” δεν θα άφηναν τα έθνη αυτά, έτοιμα για την ανεξαρτησία τους, το 1991.

Επιστρέφοντας στην πραγματική ιστορία του Β’ ΠΠ, ο Σνάιντερ, φτάνει στο σημαντικό σημείο της συλλογικής μνήμης και εκεί είναι που μπλέκει με τους υπερεθνικιστές της Βαλτικής που θέλουν να καθιερώσουν το σύμφωνο Μολότοφ-Ρίμπεντροπ, αντί της γενοκτονίας του Ολοκαυτώματος, ως το μεγαλύτερο αμάρτημα του αιώνα! Ο μεγάλος ιστορικός και οι ντόπιοι εθνικιστές πειρατές της ιστορίας φτάνουν σ’ αυτό, με διαφορετικά εργαλεία και κίντρα.

Αυτό που μπορώ να καταθέσω, μετά από πολλά χρόνια συζητήσεων με Λιθουανούς, Λετονούς, Λευκορώσους, Πολωνούς καθώς και Εβραίους είναι ότι, το πιστεύετε ή όχι, υπάρχει κοινή μνήμη του πολέμου που ξεκινά το 1941 – ενώ τα γεγονότα του 1939 υπάρχουν στη μνήμη σαν αναίμακτες αλλαγές καθεστώτος καλοδεχούμενα ή όχι ανάλογα από την εθνικότητα (όσο άσχημο κι αν αυτό ακούγεται)

Τελικά, δεν είναι δυνατό να αγνοήσουμε την βεβαιότητα του Σνάιντερ ότι “οι Εβραίοι δεν μπορούσαν παρά να βλέπουν την επιστροφή της σοβιετικής εξουσίας, ως απελευθέρωση. Η σοβιετική πολιτική δεν ήταν ιδιαίτερα φιλική στους Εβραίους, όμως ήταν σίγουρα καλύτερη από ένα Ολοκαύτωμα.” Η απελευθερώτρια δύναμη, εν ολίγοις έμελλε στη συνέχεια να μετατραπεί σε δύναμη καταπίεσης, όπως συνέβη πολλές φορές στην ιστορία. Όμως το 1944, η ΕΣΣΔ, απελευθέρωσε αυτά τα εδάφη από τη ναζιστική κυριαρχία, έφερε ελευθερία στους ελάχιστους επιζήσαντες των στοχοποιημένων ομάδων.

Από την ημέρα που ξεκίνησε το Ολοκαύτωμα εδώ, τον Ιούνιο του 1941, οι Σοβιετικοί ήταν συχνά η μοναδική ελπίδα απόδρασης των μελών μιας καταδικασμένης ράτσας, είτε ξεφεύγοντας προς την Ανατολή, πριν οι Ναζί εγκαταστήσουν την εξουσία τους, είτε μπαίνοντας στα γκέτο για να συνδεθούν με τις υποστηριζόμενες από τους σοβιετικούς ομάδες αντιφασιστών ανταρτών στα δάση.

Η γενοκτονία είναι διαφορετική από τα άλλα εγκλήματα της εποχής, και γι αυτό το λόγο, το Ολοκαύτωμα είναι μοναδικό, όχι μόνο για τους Εβραίους αλλά για όλους τους ανθρώπους καλής πρόθεσης που θέλουν να μην ξανασυμβούν αντίστοιχες γενοκτονίες στο μέλλον.

Είναι επιπλέον πιθανό και αρκετά εποικοδομητικό για την επιβιώσασα πλειοψηφία, που έχει πλέον την ανεξαρτησία της και το καθεστώς μέλους μιας από τις μεγαλύτερες ενώσεις δημοκρατικών κρατών της ιστορίας, να δείξει μια μη εθνοκεντρική κατανόηση της γενοκτονίας μιας μειονότητας που συνέβαλε με όλες της τις δυνάμεις στη χώρα για περίπου έξι αιώνες.

Είναι περίεργο πώς τα πράγματα έφτασαν ως εδώ, με μια χρηματοδοτούμενη από τις κυβερνήσεις των ανατολικών Ευρωπαϊκών χωρών προσπάθεια να σβηστεί το σχετικό με το Ολοκαύτωμα “μητρώο” τους, με τέτοια τεχνάσματα, στο βαθμό που ακόμα και σοβαροί ερευνητές να μην μπορούν να δουν το τόσο απλό: Αυτοί που απελευθέρωσαν το Άουσβιτς (ή τις χώρες της ανατολικής Ευρώπης) απλά δεν είναι ίδιοι με εκείνους που διέπραξαν μια γενοκτονία εκεί. Τελεία.

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: