Περικυκλωμένος από “αθέους” – Ανάσταση στη σοβιετική Μόσχα μέσα από τα μάτια ενός αστού πρέσβη

Ο γνωστός συγγραφέας και διπλωμάτης Άγγελος Βλάχος, περιγράφει την ανάστασιμη δοκιμασία ενός ορθόδοξου πρέσβη στην υπηρεσία της χούντας στο άντρο αθεΐας της Μόσχας.

Ο συγγραφέας και ακαδημαϊκός Άγγελος Βλάχος είναι γνωστότερος για το δημοφιλές στα σχολικά αναγνωστικά κάποτε “Ο κύριος μου ο Αλκιβιάδης”, ένα από τα πιο ενδιαφέροντα έργα του ωστόσο οφείλεται στη μακροχρόνια, όσο και αμφιλεγόμενη – κυρίως την περίοδο που υπήρξε πρέσβης της Ελλάδας στην Κύπρο διπλωματική καριέρα του. Πρόκειται για το βιβλίο του “Η Πράσινη Μόσχα”, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις της Εστίας. Εκεί σκιαγραφεί, υπό το πρίσμα ενός συντηρητικού αστού πρέσβη, στην υπηρεσία μάλιστα τότε του χουντικού καθεστώτος, στιγμιότυπα από την εμπειρία του στη Σοβιετική Ένωση, όπου κατέφτασε το 1968. Ένεκα της ημέρας, μεταγράφουμε το τμήμα όπου περιγράφει το πρώτο του Πάσχα επί σοβιετικού εδάφους και πώς βγήκε “αλώβητος” από διαδήλωση “αθέων” (με κατεβασμένο τόνο και εισαγωγικά, όπως το επέτασσε η μετεμφυλιακή εθνικοφροσύνη) έξω από τη λειτουργία της Ανάστασης. Περιγραφή που συνειρμικά παραπέμπει στη σκηνή του παρακάτω βίντεο:

Ανάμεσα στα υπόλοιπα στοιχεία, που εντάσσουν αυτοδίκαια το απόσπασμα στο πάνθεον του αντικομμουνιστικού καλτ, σημειώνουμε πως θεωρεί “υπεροψία” την παρέλαση της Πρωτομαγιάς στην Ερυθρά Πλατεία (sic) για την εργατική τάξη. Όχι όμως το χρυσοστόλιστο κλήρο, τους πολυτελείς ιερούς ναούς κτλ, που είναι δείγμα της ανθρώπινης ταπεινοφροσύνης και ευλάβειας, όπως άλλωστε και τα κακόγουστα πανηγύρια της χούντας. Ακολουθεί το απόσπασμα, με την ορθογραφία του πρωτοτύπου.

Το Πάσχα πλησιάζει και καθώς είμαι ο μόνος πρέσβυς που αντιπροσωπεύει μια χώρα που έχει επίσημη θρησκεία την Ορθοδοξία, πληροφορώ την Α.Μ. τον Πατριάρχη ότι θα παραστώ στη λειτουργία της Ανάστασης. Πληροφορώ και τους συνεργάτες μου που λένε ότι πρέπει να φτάσω πολύ νωρίς στον καθεδρικό ναό γιατί κάθε χρόνο οργανώνεται διαδήλωση των “αθέων” ακριβώς τη στιγμή που ο ιερεύς ανακράζει “Χριστός Ανέστη”.

Φτάνω λοιπόν μια ώρα πριν από την Ανάσταση με την Ελληνική σημαία στο αυτοκίνητο, κι όμως είμαι αναγκασμένος να κατέβω εκατό περίπου μέτρα από την Εκκλησία. Τόσο το πλήθος είναι πυκνό! Έχουν ληφθή θεαματικά μέτρα ασφαλείας -έφιππος αστυνομία επαγρυπνεί ώστε να μη σημειωθούν επεισόδια ανάμεσα στους πιστούς -που χώνονται μέσα στην εκκλησία, και τους “αθέους” που είναι συγκεντρωμένοι στο απέναντι πεζοδρόμιο.

Χωρισμένοι από ολόκληρο το φάρδος του δρόμου που το κατέχει η αστυνομία, οι δυο παρατάξεις αγνοούν η μία την άλλη προς το παρόν, αν και μερικές μεμονωμένες κραυγές ακούγονται από την πλευρά των “αθέων”. Υποπτεύομαι ότι είναι στελεχωμένοι από μερικούς κομσομόλ.

Στο εσωτερικό της Εκκλησίας βασιλεύει το σκοτάδι. Μερικά κεριά, αφιερώματα πιστών, καίνε μπροστά στις εικόνες. Το πλήθος -ηλικιωμένοι οι περισσότεροι- είναι σιωπηλό. Ένας διάκος ο αναγνώστης, διαβάζει πολύ βιαστικά, μια σειρά προσευχές σε σλαβονική γλώσσα, λειτουργική της ρωσικής Ορθοδοξίας.

Δεξιά κι αριστερά απ’ την κεντρική αψίδα είναι οι χοροί, γυναίκες οι περισσότερες, που περιμένουν το σύνθημα.

Σκοτάδι και κρύο. Ο Χριστός βρίσκεται ακόμη στον Τάφο και θ’ αναστηθεί σε λίγο.

Έξαφνα η μεγάλη καμπάνα αρχίζει να χτυπά αλλά δεν κατορθώνει ο ήχος της, να σκεπάσει εντελώς τις απειλητικές ιαχές των “αθέων” που αρχίζουν τα ουρλιαχτά τους. Μια από τις πλάγιες πύλες φέρνει έως εμάς την προσποιητή, άλλωστε, οργή του πλήθους και τούτο σου προκαλεί ένα ελαφρό ανατρίχιασμα φόβου στον τράχηλο, σαν να ήσουν πρωτοχριστιανός μέσα στις κατακόμβες της Ρώμης κι άκουγες να πλησιάζουν οι Ρωμαίοι κεντηρίονες. Όσο χτυπά η καμπάνα, τόσο δυναμώνουν τα ουρλιαχτά. Στο μεταξύ η Ωραία Πύλη ανοίγει ορθάνοιχτα και ο κλήρος, κατάχρυσος, εμφανίζεται κρατώντας αναμένες λαμπάδες, με τον Πατριάρχη επικεφαλής.

Η πομπή κάνει το γύρο της εκκλησίας απέξω αλλά πάντα μέσα στο περίβολο του ναού, που προστατεύεται από κάγκελα. Συνοδεύεται από διάκους με καταπληκτικές φωνές. Στο εσωτερικό της εκκλησίας οι χοροί έχουν αρχίσει ένα λειτουργικό ύμνο εις δόξαν Χριστού αλλά έξω δεν μπορεί κανείς ν’ ακούσει τίποτε άλλο παρά το πλήθος των “αθέων” που έχει φτάσει στο βαθμό της φρενίτιδας, ουρλιάζει και ρίχνεται με λύσσα επάνω στα κάγκελα του περιβόλου.

Οι συνοδοί μου προσπαθούν να με πείσουν ότι όλα αυτά είναι σκηνοθεσία αλλά έως πού; Όταν η πομπή ξαναμπαίνει στην εκκλησία ο Πατριάρχης ανακράζει: “Χριστός Βασκρέσε” και όλοι οι πιστοί το επαναλαμβάνουν με θέρμη και φιλιούνται σταυρωτά. Τότε αρχίζει η λειτουργία. Θα κρατήσει δυο ώρες. Βγαίνω και γυρίζω στο αυτοκίνητό μου.

Επιστρέφοντας στην Πρεσβεία από τους στενούς δρόμους της Παλιάς Μόσχας βλέπω πολύ κόσμο που ξεχειλά στο πεζοδρόμιο από την ορθάνοιχτη πόρτα μιας μικρής εκκλησίας, κοντά στην πρεσβεία.

Οι πιστοί εορτάζουν ήρεμα και ήσυχα την Ανάσταση του Χριστού, έχοντας ο καθένας, το αναμένο κερί του και χωρίς να υπάρχει ούτε ένας “άθεος” εν όψει. Υπόσχομαι στον εαυτό μου την μικρή αυτή εκκλησία για του χρόνου, το σεμνό τούτο τόπο, που καθαγιάζεται τη νύχτα αυτή από την ευλάβεια των ανθρώπων, όπως καθαγιάζονται όλοι οι τόποι όπου οι πιστοί κάνουν πράξη την ταπεινοφροσύνη. Πράξη που προέρχεται από το παράξενο αυτό αίσθημα που μας κάνει να στρεφόμεθα με αγαθότητα προς τον πλησίον μας ξέροντας πως κι αυτός είναι προσδεμένος στην ίδια μαζί μας μοίρα. Η μικρή αυτή εκκλησιά είναι πολύ κοντά στην Ερυθρά Πλατεία όπου, την Πρωτομαγιά πέρασε η κολοσσιαία στρατιωτικο-γυμναστική παρέλαση, μνημείο της ανθρώπινης υπεροψίας.

 

 

 

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: