Πολυκομματισμός αστικών δημοκρατιών

Η συμφωνία των Πρεσπών διαλύει κομματίδια, διαμορφωμένα με κάποια από τα ιδεολογικά συστατικά  των δυο πάλαι ποτέ κομμάτων εξουσίας που κυριαρχούσαν στην μεταπολίτευση, και οι πολιτικοί μας ταγοί κραυγάζουν για ευτελισμό της πολιτικής και ύποπτες συναλλαγές, την ίδια στιγμή  που ο τύπος διαχείρισης του συστήματος που όλοι αυτοί εκφράζουν παραμένει κυρίαρχος.

Τις προηγούμενες μέρες κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση, με τους κλώνους τους, με αφορμή την κύρωση της συμφωνίας των Πρεσπών, εξάντλησαν τη δημαγωγική ρητορική τους υπερασπιζόμενοι το νέο δίπολο αντιπαράθεσης που ανακάλυψαν –υπέρ ή κατά της συμφωνίας- ως εφαλτήριο ανανέωσης άλλων παλιών και δοκιμασμένων δίπολων.

Η συμφωνία των Πρεσπών διαλύει κομματίδια, διαμορφωμένα με κάποια από τα ιδεολογικά συστατικά  των δυο πάλαι ποτέ κομμάτων εξουσίας που κυριαρχούσαν στην μεταπολίτευση, και οι πολιτικοί μας ταγοί κραυγάζουν για ευτελισμό της πολιτικής και ύποπτες συναλλαγές, την ίδια στιγμή  που ο τύπος διαχείρισης του συστήματος που όλοι αυτοί εκφράζουν παραμένει κυρίαρχος.

Το κυβερνών κόμμα και η αξιωματική αντιπολίτευση, προσπαθώντας μετά την από κοινού υπογραφή του τρίτου μνημονίου να βρουν διαχωριστικές γραμμές μεταξύ τους για να επιβιώσουν, υποκρίνονται τους αντιπάλους στο θέμα της συμφωνίας των Πρεσπών πλειοδοτώντας σε εθνικιστικές κορώνες. Με τον ίδιο τρόπο που η Νέα Δημοκρατία εναντιωνόταν στο πρώτο μνημόνιο του ΠΑΣΟΚ επί   Γ. Παπανδρέου, για να υπογράψει και η ίδια το δεύτερο και  μετά όλοι μαζί στα 2015 το τρίτο.

Ο ΣΥΡΙΖΑ σκαλίζει την αριστερή του φρασεολογία,  με αναγωγή μέχρι και τον Δημοκρατικό Στρατό, σ’ αναζήτηση επιχειρημάτων που θα έμοιαζαν αριστερά και η Νέα Δημοκρατία πλειοδοτεί σε εθνικιστικά επιχειρήματα, με διαχωρισμό όμως από την Χρυσή Αυγή, σε προσπάθεια ανάκτησης του παραδοσιακού της ακροατηρίου. Το εφήμερο δίπολο, υπέρ ή κατά της συμφωνίας των Πρεσπών, γίνεται γέφυρα για να ξανάλθουν στο προσκήνιο νεφελώδεις κατηγορίες του νέου και παλιού, σύγχρονου και παρωχημένου, που μπορεί να περιλάβει τους πάντες, εκτός των …δυο άκρων βεβαίως. Ο ΣΥΡΙΖΑ ανέλαβε ν’ απαξιώσει το ΚΚΕ, ενώ η Νέα Δημοκρατία, περισσότερο κρατώντας τα προσχήματα και όχι ακριβολογώντας στην πραγματικότητα, απαξίωσε τη Χ.Α ταυτίζοντάς την ιδεολογικά με τους φασίστες της κατοχής.

Και κάπως έτσι επιδιώκεται να εγκλωβιστούν και πάλι οι μάζες των εργαζομένων στις συμπληγάδες των αστικών κομμάτων και ξαναπαίζεται σε επανάληψη ένα παιχνίδι δικομματισμού δυο αναπαλαιωμένων κομμάτων με ψευτοδιλήμματα και φρούδες υποσχέσεις. Τα δυο …άκρα απαξιώνονται με ευσεβή ανομολόγητο πόθο να ταυτιστούν και  με εμφανή διαφορετική σκοπιμότητα. Το ΚΚΕ για να χάσει αξιοπιστία ανάμεσα στους εργαζόμενους, η Χρυσή Αυγή για να φανεί πως αποσυνδέεται από τον κορμό των αστικών κομμάτων, παραμένοντας όμως η εφεδρεία τους.

Οκτώ χρόνια εφαρμογής προγραμμάτων λιτότητας απέδειξε τις κίβδηλες διαχωριστικές γραμμές μεταξύ των αστικών κομμάτων, που, μολονότι αρχικά  αντιδρούσαν στα μνημόνια, όλα με τη σειρά τους προσχώρησαν στην εφαρμογή τους. Σ’ αυτήν την οκταετία ο πολυκομματισμός, που χρησιμοποιείται από αστούς πολιτικούς για να πουλήσει την ψευδαίσθηση ότι τα συμφέροντα του λαού απολαμβάνουν ίσες ευκαιρίες εκπροσώπησης στην κυβέρνηση, μοιάζει να δοκιμάζεται.

Στην κοινή αντίληψη –που αναπαράγει την κυρίαρχη ιδεολογία και πληροφόρηση στις αστικές δημοκρατίες- δεν μπορεί να υπάρξει καλύτερη δημοκρατία από την αστική, γιατί χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη πολλών πολιτικών δικαιωμάτων του λαού, όπως η σύσταση των κομμάτων, η ελεύθερη εκλογή εκπροσώπων του  κλπ. Μόνο που  στον καπιταλισμό η ύπαρξη των κομμάτων και των εκλογών δεν μεταβάλλει την κατάσταση της οικονομικής κυριαρχίας, επομένως της πολιτικής κυριαρχίας της άρχουσας τάξης, της αστικής. Είναι η κυρίαρχη τάξη που κρατά τους οικονομικούς μοχλούς, κι έχει το  μονοπώλιο των μέσων καταστολής: στρατό, αστυνομία κ.λπ

Το γεγονός ότι υπάρχουν δύο ή περισσότερα κόμματα στην αστική δημοκρατία δεν σημαίνει ότι το αντίστοιχο κράτος μπορεί να καθοδηγηθεί από διαφορετικά συμφέροντα και ιδεολογίες. Η ιδεολογία του καπιταλιστικού κράτους είναι μόνο μία και τα κυριότερα δόγματα στρέφονται γύρω από την οικονομία της αγοράς, την ιδιωτική ιδιοκτησία, τον υποτιθέμενο διαχωρισμό των εξουσιών –παρά το γεγονός ότι όλες οι εξουσίες ενεργούν ως αρθρώσεις του ίδιου συστήματος που υπερασπίζεται τον καπιταλιστικό τρόπο οργάνωσης της παραγωγής. Κι αν λοιπόν στον καπιταλισμό η άρχουσα τάξη δεν αντιτίθεται στον πολυκομματισμό είναι γιατί, πέρα από την ψευδαίσθηση των επιλογών, στην πραγματικότητα οι εκμεταλλευτές έχουν κόμματα που εκφράζουν διαφορετικές απόψεις για τον καλύτερο τρόπο εκμετάλλευσης των εργαζομένων, εφόσον ο καπιταλισμός έχει ανταγωνιστικές ομάδες που χρειάζονται ανταγωνιστικά κόμματα για να τις εκπροσωπούν.

Τα αστικά κόμματα χρησιμοποιούν τις εκλογές της αστικής δημοκρατίας για να εκλέξουν εκπροσώπους του κεφαλαίου σε ένα πλαίσιο πώλησης της ψευδαίσθησης του πολυκομματισμού. Το κοινοβούλιο εξασφαλίζει την έκφραση κι εφαρμογή συγκεκριμένων απόψεων και συμφερόντων τομέων της αστικής τάξης. Ο πολυκομματισμός, ακόμη και όταν το κόμμα του προλεταριάτου, το κομμουνιστικό, εκπροσωπείται στο κοινοβούλιο, δεν διασφαλίζει την ενεργό έκφραση διαφορετικών ιδεολογιών ή λαϊκών συμφερόντων, παρά στο βαθμό που αναπτύσσεται ένα εύρωστο λαϊκό κίνημα.

Κι επειδή  η δημοκρατία είναι κάτι εξωγενές στον καπιταλιστικό κόσμο, αν δεν επιβληθεί από τις εκμεταλλευόμενες τάξεις κι αντίθετα από τη λογική του συστήματος, η αστική τάξη μπορεί να ζήσει και χωρίς αυτήν.  Γι’ αυτό και  όταν επικρατούν δημοκρατικά καθεστώτα, οι άρχουσες τάξεις επιδιώκουν, γονατίζοντας το λαϊκό κίνημα, να τα περιορίσουν και να τα εκκενώσουν από τα δημοκρατικά δικαιώματα, εγκαθιστώντας τέτοια καθεστώτα που θα τους εξασφαλίζουν τη μέγιστη εκμετάλλευση της εργασίας για τα συμφέροντά τους. Μεταξύ της αστικής δημοκρατίας με τα  ευρύτερα δικαιώματα και δικτατοριών με άκυρα τα λαϊκά δικαιώματα, εκτείνεται ένα ολόκληρο φάσμα πολιτικών μορφών του καπιταλισμού που η άρχουσα τάξη αναλόγως επιλέγει.

Η  αστική δημοκρατία είναι πάντα υπό αίρεση για την άρχουσα τάξη, η οποία όταν απειλούνται τα προνόμια της δεν διστάζει να την περιορίσει ή να την απορρίψει. Το πόσο λοιπόν η έννοια της δημοκρατίας είναι χειραγωγημένη και παραπλανητική από την κυρίαρχη τάξη το πρόσφατο παράδειγμα  της Βενεζουέλας, με τον αυτοανακηρυχθέντα πρόεδρο, τις επεμβάσεις και τα τελεσίγραφα από ΗΠΑ και ΕΕ, το αποδεικνύει.

Αυτό δεν σημαίνει πως η αστική δημοκρατία δεν είναι μια κατάκτηση των εκμεταλλευομένων τάξεων. Εντός της αστικής δημοκρατίας, το προλεταριάτο και το πρωτοποριακό του κόμμα, το κόμμα που συγκεντρώνει τα πιο συνειδητά και πολιτικοποιημένα μέλη του προλεταριάτου, το κομμουνιστικό,  ενδιαφέρονται ζωηρά να προσπαθήσουν όχι μόνο να διατηρήσουν, αλλά και να διευρύνουν τα δημοκρατικά δικαιώματα –πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά. Εκτός από τους βραχυπρόθεσμους στόχους βελτίωσης των συνθηκών διαβίωσης, οι αγώνες για την ενίσχυση των δημοκρατικών δικαιωμάτων ευνοεί τη λαϊκή παρέμβαση και συμμετοχή, λειτουργώντας και ως σχολείο του προλεταριάτου και για άλλες τάξεις και κοινωνικά στρώματα που ενδιαφέρονται να συμμαχήσουν με την εργατική τάξη στον αγώνα ενάντια στην αστική τάξη για μακροπρόθεσμους στόχους, δηλαδή τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας.

 

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: