Γιάννης Κότσιρας: «Να είναι φανερός ο φασίστας και όσοι τον στηρίζουν… Η δύναμη της μουσικής μπορεί να ενθαρρύνει επαναστάσεις…»

“Έχω δεχτεί επιθέσεις από φασίστες, αλλά και δήθεν δημοκράτες, όπως και όταν ήμουν στα φοιτητικά μου χρόνια, έχω παίξει ακόμα και ξύλο με ανθρώπους που σήμερα το παίζουν πολιτισμένοι μέσα στη Βουλή. Εγώ δεν έχω να φοβηθώ τίποτα. Προτιμώ να βλέπω τον εχθρό κατάματα παρά να μου τον κρύβουν πίσω από τον μπερντέ του καραγκιόζη.”

Ο Γιάννης Κότσιρας μιλάει σήμερα στον «Ριζοσπάστη» για το ξεκίνημά του «που έμοιαζε με ελληνική ταινία», την ιαματικότητα του τραγουδιού, το σύμπαν του Ξαρχάκου, τον «πολιτισμό που είναι ένας από τους μεγαλύτερους εχθρούς της αστικής δημοκρατίας», για τη γοητευτική μουσική περιπέτεια της περιοδείας του, αλλά και για τις επιθέσεις που έχει δεχτεί από φασίστες και τη «λαίλαπα της κατάργησης – ακόμα και – των βασικών εργασιακών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Ελλάδα».
*********

– Την πρώτη φορά που σε είδα να τραγουδάς, ήταν στα «13 Φεγγάρια», το «Τσιγάρο». Την τελευταία φορά, ήταν στη συναυλία του Σταύρου Ξαρχάκου στο Ηρώδειο. Παρατηρούσα με πόσο θαυμασμό σε κοίταζε ο μεγάλος συνθέτης και πόσο θερμά σ’ αγκάλιασε και σ’ ευχαρίστησε στο τέλος. Μας είχες συγκλονίσει βαθιά με τις ερμηνείες σου, εκείνη τη νύχτα. Εσύ τι κράτησες από όλο αυτό;

— Υπάρχει κάτι πολύ συναισθηματικό πίσω από όλο αυτό. Ο Σταύρος Ξαρχάκος ήταν ο μεγάλος μουσικός έρωτας της μητέρας μου. Δεν υπήρχε δίσκος του που να μην ήταν στο σπίτι. Ακόμη και 45άρια. Από την άλλη, εγώ δεν είχα ποτέ τη φιλοδοξία να γίνω τραγουδιστής. Πίστευα ότι οι τραγουδιστές ήταν κάτι άπιαστο. Σαν τους αστροναύτες. Και οι συνθέτες το σύμπαν. Τώρα που συνεργάστηκα με τον Σταύρο νιώθω ότι άγγιξα το δικό μου τελικό σύνορο. Αυτή η αγκαλιά του ήταν σαν να ολοκληρώθηκε το τελευταίο όνειρο που δεν έκανα ποτέ γιατί το θεωρούσα αδύνατο.

– Ο Ξαρχάκος έχει πει πως επιστρατεύει τη δύναμη των τραγουδιών, που «είναι σύμμαχοι στον αγώνα για καλύτερη ζωή και διώχνουν τον φόβο. Ο έρωτας είναι επανάσταση και το αιώνιο Αγιο Δισκοπότηρο για τον άνθρωπο είναι η Ελευθερία!». Το πιστεύεις πως τα τραγούδια μπορούν να διώξουν τον φόβο;

— Ναι το πιστεύω. Η δύναμη της μουσικής είναι ανυπολόγιστη. Μπορεί να ενθαρρύνει επαναστάσεις. Να κάνει καλύτερους ανθρώπους. Μπορεί να θεραπεύσει ασθένειες. Να διώξει την τοξικότητα που κυκλοφορεί γύρω μας. Ακόμη και ένα απλό καθημερινό τραγούδι, από αυτά που χαρακτηρίζονται από κάποιους ως σουξεδάκια της ημέρας, παίζουν έναν καθαγιαστικό ρόλο στη δυσκολία της καθημερινότητας.

– Εχεις συνεργαστεί με Αλεξίου, Μητροπάνο, Παπακωνσταντίνου, Νταλάρα, Μαχαιρίτσα και άλλους πολλούς. Επίσης συνεργάστηκες δισκογραφικά και σε συναυλίες, στα σημαντικότερα έργα του Μίκη Θεοδωράκη, του Μαρκόπουλου, του Μικρούτσικου και του Πλέσσα. Τελικά κατάφερες πολλά, για κάποιον που ξεκίνησε να δουλεύει το 1990, με στόχο μόνο ένα καλό μεροκάματο…

— Η αλήθεια είναι αυτή. Νιώθω ότι χωρίς να έχω επιδιώξει όλο αυτό, τελικά κάτι κατάφερα. Ξέρεις Σεμίνα, ποτέ δεν θεώρησα ότι ο τραγουδιστής είναι κάτι το διαφορετικό από ένα απλό σολιστικό όργανο στα χέρια ενός δημιουργού. Ενός συνθέτη ή ενός στιχουργού, που μιλάει μέσα από ένα τραγούδι. Και πάντα είχα ως μπούσουλα τη συμβουλή που μου είχε δώσει ο Χρήστος Κωνσταντίνου, ο μεγάλος αυτός σολίστας του μπουζουκιού. Να μην βάλω ποτέ το τραγούδι πάνω από τον τραγουδιστή. Ισως αυτό είναι που είδαν αυτοί οι άνθρωποι και με κάλεσαν να σταθώ δίπλα τους.

– Θυμάσαι ποιο ήταν το πρώτο σου μεροκάματο και αν είναι αλήθεια ότι προέκυψε με κινηματογραφικό τρόπο;

— Το θυμάμαι πάντα. Δούλευα σε ένα συνεργείο αυτοκινήτων στο Μαρούσι. Ο Χρήστος Κωνσταντίνου είχε φέρει το αυτοκίνητό του για service και είπε τότε στον ιδιοκτήτη τον Μήκα, ότι στο «Περιβόλι τ’ ουρανού» ψάχνουν για έναν τραγουδιστή για την αρχή του προγράμματος. Ο Μήκας τότε του είπε «να ο μικρός αυτός τραγουδάει καλά». Εντελώς συμπτωματικά, εγώ τραγουδούσα εκείνη την ώρα, καθαρίζοντας τα εργαλεία. Με άκουσε ο Χρήστος και μου είπε να πάω να με ακούσουν. Εγώ στην αρχή δεν ενθουσιάστηκα, αλλά οι 7 χιλιάδες δραχμές τότε ήταν τα διπλά από όσα ήταν το κανονικό μεροκάματο. Πήγα, με άκουσαν, με πήραν και αυτό ήταν. Η αλήθεια είναι ότι μοιάζει λίγο με σενάριο ελληνικής ταινίας…

– 33 χρόνια μετά την πρώτη φορά που τραγούδησες, ποιο είναι το επόμενο όνειρό σου;

— Θα σου φανεί παράξενο, αλλά το όνειρό μου είναι να αποκτήσω οικονομικά την επιλογή να τραγουδάω λιγότερο, ώστε να μπορώ να αφιερώνω περισσότερο χρόνο στην οικογένειά μου. Προς το παρόν δεν έχω αυτή τη δυνατότητα. Βλέπεις, ποτέ δεν υπήρξα από αυτούς που έβγαλαν πολλά χρήματα. Ημουν πάντα τυπικός στις υποχρεώσεις μου απέναντι στο κράτος, ακόμα και όταν αυτό ήταν ληστρικό.

– Δούλεψες σε οικοδομή, σε επιπλάδικο, συνεργείο αυτοκινήτων, τυπογραφείο, έβαζες κεραίες στα σπίτια, υπήρξες σερβιτόρος και παράλληλα σπούδαζες και στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές. Τι είδους πραγματικότητα βίωνες τότε ως εργαζόμενος και πώς σχολιάζεις τη σημερινή; (αυτήν δηλαδή που χαρακτηρίζεται εργασιακός μεσαίωνας με μεροκάματα του τρόμου)

— Δεν έχουν αλλάξει και τόσα πολλά. Ισως η μόνη περίοδος που υπήρχε μια υποτυπωδώς ικανοποιητική εργασιακή εμπειρία, ήταν την περίοδο που η Ελλάδα ζούσε με δανεικά. Και πριν και μετά, οι εργαζόμενοι απλά επιβιώνουν. Και δυστυχώς αυτό, μόνο εάν ταξιδέψεις εκτός συνόρων το καταλαβαίνεις. Οταν έρθεις σε επαφή με εργαζόμενους άλλων χωρών, όχι απαραίτητα πλουσιότερων από την Ελλάδα, διαπιστώνεις ότι στη χώρα μας είμαστε πολλά χρόνια πίσω. Η λαίλαπα της κατάργησης ακόμα και των βασικών εργασιακών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων που κατακτήθηκαν με αγώνες και θυσίες, ακόμα και από την εποχή της Γαλλικής Επανάστασης, είναι εδώ. Και δυστυχώς θεωρώ ότι όλο αυτό είναι και προσχεδιασμένο και αφορά κυρίως την Ελλάδα.

«Σε μία θαυμάσια χώρα, ζούμε από θαύμα»

– Εχεις δηλώσει ότι αυτό που σε ενδιαφέρει είναι η ιδεολογία της ανθρωπιάς, της ηθικής και της αξιοκρατίας, και την εφαρμόζεις στη ζωή σου. Πώς αισθάνεσαι που ζεις σε μια χώρα που όταν φυσάει καιγόμαστε, όταν βρέχει πνιγόμαστε κι όταν χιονίζει αποκλεινόμαστε; Θεωρείς πως αυτήν τη ζωή θα πρέπει να υποστούν και τα παιδιά σου;

— Δυστυχώς πλέον οι γονείς δεν πρέπει να μεγαλώνουμε παιδιά με όνειρα για μόρφωση, για εξέλιξη, επαγγελματική ανέλιξη κ.λπ., αλλά survivors. Να μπορούν να επιβιώσουν σε μία χώρα που το μοντέλο ανάπτυξης που έχει επιλεγεί είναι οι πυρκαγιές, η καταστροφή της φύσης και του περιβάλλοντος και η μετατροπή της εργασίας σε δουλεία, μέχρι τα 75. Είναι τραγικό, σε μία θαυμάσια χώρα να ζούμε από θαύμα. Δεν σου κρύβω ότι με την σύντροφό μου έχουμε σκεφτεί πολλές φορές να φύγουμε από τη χώρα, αλλά από τη μία δεν έχουμε αυτήν τη δυνατότητα και από την άλλη είναι σαν να μην θέλουμε να την αλλάξουμε. Ομως αυτό που και οι δύο θέλουμε είναι τα παιδιά μας να έχουν και όνειρα, αλλά και θέληση να αγωνιστούν να αλλάξει και η χώρα και η ζωή τους.

– Δουλεύεις από 12 χρονών, προέρχεσαι από εργατική οικογένεια με πατέρα ναυτικό. Τι συναισθήματα σου δημιουργούν π.χ. οι καθημερινές εικόνες πλειστηριασμών και εξώσεων εργατικών οικογενειών;

— Αυτό που βιώνει ο πολίτης στην Ελλάδα, είναι τραγικό. Δυστυχώς, λόγω της μουσικής έχω την τύχη να γυρίζω όλο τον κόσμο και ταυτοχρόνως την ατυχία να κάνω τις συγκρίσεις. Ο πατέρας μου θαλασσοπνιγόταν 40 χρόνια στα καράβια και στο τέλος του έκοψαν τη σύνταξη τόσες φορές, που του έμεινε περίπου το 1/3 από αυτό που είχε κερδίσει με τον ιδρώτα του. Η αίσθηση που μου αφήνει η σύγχρονη πραγματικότητα, είναι ότι είμαστε ένα παγκόσμιο πειραματόζωο ώστε να βλέπουν πώς μπορούν να εφαρμοστούν πολιτικές που αποκτηνώνουν έναν λαό και στη συνέχεια να το έχουν ως μπούσουλα. Τόση απογοήτευση και ανασφάλεια έχω.

– Εχεις δεχθεί στο παρελθόν σφοδρή επίθεση από χρυσαυγίτες. Πώς βλέπεις την υποψηφιότητα Κασιδιάρη για τον δήμο Αθηναίων και την εικόνα των Σπαρτιατών στη Βουλή;

— Ποτέ δεν ανήκα στους ανθρώπους που κρύβουν τη βρωμιά κάτω από το χαλί και μετά να κοροϊδεύω τον εαυτό μου ότι δεν υπάρχει. Ο φασισμός στην ελληνική κοινωνία υπάρχει σε ένα υψηλό ποσοστό, όπως άλλωστε υπάρχει σε όλες τις χώρες του κόσμου. Η δική μου άποψη είναι ότι δεν είμαι αντίθετος στο να είναι φανερός ο φασίστας και όσοι τον στηρίζουν. Ετσι γνωρίζεις καλύτερα με ποιον έχεις να παλέψεις. Από όσα γνωρίζω ο συγκεκριμένος είναι υπόδικος και δεν έχει καταδικαστεί σε τελικό βαθμό. Δεν ξέρω τι προβλέπει το νομικό πλαίσιο για τέτοιες περιπτώσεις, αλλά ειλικρινά δεν με πολυενδιαφέρει κιόλας, καθώς αντίστοιχα πρόσωπα υπάρχουν κρυμμένα σε αρκετά κόμματα. Στο πρόσφατο παρελθόν έχω δεχτεί επιθέσεις από φασίστες, αλλά και δήθεν δημοκράτες, όπως και όταν ήμουν στα φοιτητικά μου χρόνια, έχω παίξει ακόμα και ξύλο με ανθρώπους που σήμερα το παίζουν πολιτισμένοι μέσα στη Βουλή. Εγώ δεν έχω να φοβηθώ τίποτα. Προτιμώ να βλέπω τον εχθρό κατάματα παρά να μου τον κρύβουν πίσω από τον μπερντέ του καραγκιόζη.

«Ο πολιτισμός για ένα κράτος που επιθυμεί ανθρώπους υποτακτικούς είναι κόκκινο πανί»

– Πώς θα χαρακτήριζες την αντιμετώπιση των καλλιτεχνών και των δικαιωμάτων τους από το αστικό κράτος;

— Δεν έχει να κάνει με πρόσωπα αλλά με πολιτικές. Ο πολιτισμός για ένα κράτος που επιθυμεί ανθρώπους υποτακτικούς και δουλικούς είναι κόκκινο πανί. Οι άνθρωποι που δημιουργούν προϋποθέσεις, ώστε ο κόσμος να αφυπνίζεται, να ενημερώνεται και να αντιστέκεται, είναι ένας από τους μεγαλύτερους εχθρούς της αστικής δημοκρατίας και της σύγχρονης μπουρζουαζίας. Μας κυβερνούν άνθρωποι χωρίς να έχουν ούτε ένα ένσημο. Που όταν τους λες τη λέξη πολιτισμός ανοίγουν λεξικά να δουν τι σημαίνει. Η αντιμετώπιση λοιπόν είναι αυτή. Ο καλλιτέχνης για αυτούς είναι ένας επικίνδυνος εχθρός. Γιατί απλά είναι δύσκολο να τον κατανοήσουν.

– Ετοιμάζεστε να εμφανιστείτε με τον Μίλτο Πασχαλίδη πρώτη φορά στη σκηνή. Τι να περιμένουμε: Σε τι είδους περιπέτεια σχεδιάζετε να μας παρασύρετε;

— Από τις πρώτες εμπειρίες που ζήσαμε στην Κρήτη, είναι μια συνάντηση εκρηκτική. Και από τη μεριά του κόσμου, αλλά και από τη μεριά τη δική μας. Οι ερμηνείες που γίνονται επί σκηνής είναι συγκλονιστικές, γιατί με τον Μίλτο έχουμε μεν διαφορετικού ύφους ρεπερτόριο, όμως έχουμε κοινές αναφορές, κοινή ιδεολογία και κοινά πιστεύω στο πώς πρέπει να είναι η ελληνική μουσική. Η συνεχής δε κοινή παρουσία μας στη σκηνή δημιουργεί αυτό το σπουδαίο κλίμα.

– Πού βρίσκεται εκείνη η δισκογραφική δουλειά σου με τις διασκευές μεγάλων τραγουδιών, σπουδαίων δημιουργών και η άλλη με πρωτότυπα τραγούδια, σε μουσική του Μανόλη Ανδρουλιδάκη; Πότε βγαίνουν;

— Βρίσκεται ακόμη σε στάδιο επεξεργασίας. Η δουλειά με τον Μανόλη Ανδρουλιδάκη ευελπιστώ ότι θα βγει μέσα στο 2023. Η άλλη λίγο αργότερα. Πρέπει να ξέρεις, Σεμίνα μου, ότι ο στόχος μου δεν είναι να κάνω απλώς ωραία τραγούδια. Δεν το υποτιμώ, αλλά είναι κάτι που πάντα θα έχω την ευκαιρία να κάνω. Αυτές όμως οι δουλειές είναι η παρακαταθήκη μου. Τις αντιμετωπίζω όπως έκαναν οι παλιές παρέες. Ως ολοκληρωμένα έργα και όχι ως επιλογή τραγουδιών για την δημιουργία ενός άλμπουμ. Το καλό πράγμα αργεί να γίνει, όπως έλεγε η μάνα μου.

– Τον υπόλοιπο Αύγουστο θα ταξιδέψεις με τραγούδια από τη Λάρισα μέχρι το Ρέθυμνο κι από το Αίγιο μέχρι τη Φολέγανδρο, ενώ ο Σεπτέμβριος επιφυλάσσει τη μεγάλη περιοδεία με τον Πασχαλίδη, αλλά και Σταύρο Ξαρχάκο, Χρήστο Λεοντή και βεβαίως Φεστιβάλ της ΚΝΕ σε Καλαμάτα και Αρτα. Θα αντέξεις;

— Εννοείται θα αντέξω. Μα ανήκω στη σπάνια κατηγορία που πηγαίνοντας για «δουλειά», λέμε πάμε να παίξουμε και όχι πάμε να δουλέψουμε. Το πιο κουραστικό από όλα είναι ότι λείπω πολύ από το σπίτι μου και αυτό ήταν κάτι που δεν το ήθελα ποτέ. Ομως έτσι είναι.

Συνέντευξη στην Σεμίνα Διγενή
Ριζοσπάστης
Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: