Γιώτα Νέγκα: «Οι καλλιτέχνες δεν είμαστε οι γελωτοποιοί του βασιλιά…Να μη σταματήσουμε, να μη σιωπήσουμε…»

“Μπαμπάς μου θα ήταν ο Μάνος Χατζιδάκις. Μητέρα μου η Κική Δημουλά. Σύζυγός μου ο Ρίτσαρντ Γκιρ. Και παιδί μου ο Σταμάτης Κραουνάκης.”

Η Γιώτα Νέγκα μπορεί να είναι μία από τις σπουδαιότερες λαϊκές φωνές της σύγχρονης ιστορίας του ελληνικού τραγουδιού, όμως η συνέντευξη αυτή δεν περιστρέφεται γύρω από αυτό. Εγινε και γιατί είναι άξιες θαυμασμού τρεις ακόμη πολύτιμες αρετές της, η επιμονή, η αγωνιστικότητα και η υπομονή. Συν ένα εντυπωσιακό επίτευγμά της: Κατόρθωσε στα δύσκολα να φυτέψει μόνη της «δυο άσπρα μεγάλα φτερά, ως το φως ανοιχτά» στην πλάτη της και να πετάξει ψηλά έως τους στόχους και τα όνειρά της. Διαλέγω αυτόν τον στίχο, από το νέο τραγούδι «Οριστικά» σε στίχους Νίκου Μωραΐτη και μουσική Papercut, και γιατί το ερμηνεύει μοναδικά και γιατί τα δικά της «φτερά» μού υπενθύμισαν μια κουβέντα του Γκαίτε: «Στο βασίλειο των ιδεών, όλα εξαρτώνται από τον ενθουσιασμό. Στον πραγματικό κόσμο, όλα στηρίζονται στην επιμονή».

Η Νέγκα, όπου δεν υπήρχαν δρόμοι, τους έφτιαχνε μόνη της και προχωρούσε.

Κι αυτό είναι σημαντικό. Συναντηθήκαμε εν μέσω των προετοιμασιών της για την καλοκαιρινή της περιοδεία και η συζήτησή μας ξεκίνησε με μια απορία μου.

***

— Πόσο χρειάστηκε να περιμένεις γι’ αυτό, πόσο αγωνίστηκες, πόσα υπέμεινες και πώς το διαχειρίστηκες όταν επιτέλους συνέβη;

— Τραγουδούσα επαγγελματικά 15 χρόνια πριν ηχογραφήσω το πρώτο μου τραγούδι. Με αυτό το δεδομένο, αρκετοί μου είπαν πως άργησα να «βγω». Μέχρι πριν λίγα χρόνια έτσι το σκεφτόμουν κι εγώ. Σήμερα νιώθω πως κάποιος λόγος υπήρχε. Ετσι έπρεπε προφανώς να γίνει. Το έχω δεχτεί και μάλιστα το χαίρομαι πια. Μετά από τόσα χρόνια χαίρομαι για την επιμονή και την υπομονή μου. Χαίρομαι που ξανασηκωνόμουν μετά από κάθε πτώση, κάθε ματαίωση. Χαμογελάω όταν με θυμάμαι να λέω «τέρμα, αυτό ήταν μέχρι εδώ. Τα παρατάω» και το αμέσως επόμενο δευτερόλεπτο γελούσα με τον εαυτό μου, γνωρίζοντας ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει.

— Γιατί;

— Γιατί δεν τραγουδούσα για πλάκα, δεν τραγουδούσα για να με προσέξουν, δεν τραγουδούσα για να με θαυμάσουν. Ηταν και είναι ανάγκη μου να τραγουδώ.

«Αναπνέω μέσα από το τραγούδι»

— Τι σημαίνει για σένα το ρήμα «τραγουδάω»;

— Το να τραγουδάω είναι δομικό στοιχείο της ύπαρξής μου και ήταν εξαρχής μονόδρομος για μένα. Μέσα από αυτό ανέπνεα, υπήρχα, εκφραζόμουν. Μου δόθηκε κι αυτό όπως το χρώμα των ματιών μου, ας πούμε, ή των μαλλιών μου… Οσο για τη διαχείριση που με ρωτάς, δεν χρειάστηκε να κάνω κάποια σπουδαία διαχείριση και οι λόγοι είναι δύο. Ο πρώτος είναι πως τα πράγματα συνέβησαν σιγά σιγά, βήμα βήμα, χωρίς εκρήξεις, οπότε προλάβαινα να τα παρακολουθήσω. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι ήμουν σε μια ώριμη ηλικία και ήταν ξεκάθαρο μέσα μου πως ό,τι και να συμβαίνει, όσο σπουδαίο και λαμπερό κι αν φαίνεται, χωρίς τάξιμο και σκληρή δουλειά πολύ εύκολα χάνεται.

— Αν επρόκειτο – με έναν μαγικό τρόπο – να φτιάξεις μια νέα οικογένεια και να ζήσεις μια άλλη ζωή, ποιους θα επέλεγες;

— Μπαμπάς μου θα ήταν ο Μάνος Χατζιδάκις. Μητέρα μου η Κική Δημουλά. Σύζυγός μου ο Ρίτσαρντ Γκιρ. Και παιδί μου ο Σταμάτης Κραουνάκης.

— «Να μάθεις να πετάς. Αύριο, ίσως μας πάρουν και τους δρόμους» έλεγε ο Ναζίμ Χικμέτ. Εσύ από πότε έμαθες να πετάς μόνη σου και ποιους «δρόμους» σου πήραν;

— Δεν είχα δρόμους ποτέ, οπότε για να βρίσκομαι ακόμα εδώ, μάλλον πετούσα πάντα αλλά δεν το ήξερα. Τώρα που το σκέφτομαι, υποπτεύθηκα το τραμπάλισμα μιας μικρής πτήσης πριν από περίπου δέκα χρόνια και από τότε όλο και μαθαίνω να …πιλοτάρω!

— Ερωτας για σένα το τραγούδι, αλλά και το θέατρο και ο χορός. Προστίθενται και άλλες αγάπες τα τελευταία χρόνια;

— Εκτός από τις σταθερές αγάπες, που είναι οι άνθρωποί μου, φαγητό και κρασάκι με φίλους και ατέλειωτες συζητήσεις, διάβασμα (εμμονικό αλλά κατά περιόδους), νυχτερινές βόλτες με το αυτοκίνητο και ταξίδια, κυρίως οδικώς, προστέθηκε τον τελευταίο καιρό άλλη μια αγάπη, που είναι η διδασκαλία. Είναι μαγική η στιγμή που ο μαθητής καταφέρνει να ακούσει τον εαυτό του να τραγουδά, έτσι όπως δεν πίστευε ότι ποτέ θα καταφέρει.

— Μεγάλωσες σε γειτονιές της Δυτικής Αθήνας, από το Αιγάλεω, την Αγία Βαρβάρα, τον Κορυδαλλό, μέχρι τον Κολωνό. Τι υπήρχε τότε εκεί που σε έχει συγκινήσει και δεν υπάρχει σήμερα;

— Χωρίς καμία διάθεση ωραιοποίησης του παρελθόντος, πιστεύω πως τότε ήταν πιο ισχυρός ο κοινωνικός ιστός. Η γειτονιά, οι σχέσεις των ανθρώπων. Θυμάμαι πως τα βράδια του καλοκαιριού μαζευόταν έξω όλη η γειτονιά και μιλούσαν οι μεγάλοι, εμείς τα παιδιά παίζαμε. Καμιά φορά παίζαμε και παιχνίδια λόγου, όλοι μαζί. Χαμογελάω κάθε φορά που το θυμάμαι…

«Ζούμε τη φτωχοποίηση των πολλών»

— Οι γονείς σου δεν ήταν πλούσιοι, αλλά με πολλή δουλειά κατάφεραν να αποκτήσουν ένα εξοχικό. Στη σημερινή εποχή θα μπορούσαν λες να τα καταφέρουν; Θα μπορούσατε, έτσι όπως είναι τα πράγματα σήμερα, να πραγματοποιήσετε τα όνειρά σας;

— Η μητέρα μου ήταν εργάτρια και ο πατέρας μου τεχνίτης. Δεν νομίζω πως σήμερα είναι εφικτό ένα ζευγάρι εργατών με παιδί να αντεπεξέλθει καν στην καθημερινότητα, πόσο μάλλον να καταφέρει να κάνει και ένα μικρό εξοχικό… Δυστυχώς η φτωχοποίηση των πολλών κινείται με πολύ γρήγορους ρυθμούς. Συμβάλλει σε αυτό και ο σύγχρονος τρόπος ζωής που έχει επιβληθεί, και μας έχει πείσει ότι χρειαζόμαστε περισσότερα πράγματα από αυτά που όντως μας είναι απαραίτητα.

— Κάποτε έστησες κι ένα δικό σου μαγαζί στο Μοσχάτο, το «Εμμετρο», ύστερα τραγούδησες σε ρεμπετάδικα, ώσπου συναντήθηκες με τον Παναγιώτη Καλαντζόπουλο και το πρώτο σου τραγούδι. Ποια ήταν η Γιώτα εκείνης της περιόδου και τι ονειρευόταν;

— Ακριβώς η ίδια Γιώτα ήταν και τότε και τώρα. Τα ίδια ονειρευόταν, με τον ίδιο ενθουσιασμό, με την ίδια αθωότητα, με το ίδιο τάξιμο, την ίδια αγάπη, την ίδια σκληρή δουλειά. Η μόνη διαφορά είναι – μετά από αρκετή ψυχοθεραπεία – πως σήμερα, μέσα σ’ όλα αυτά, διαχειρίζομαι καλύτερα τον φόβο και μπορώ να παίρνω και τη χαρά, που δεν ήξερα τον τρόπο να την πάρω τότε.

— Μέχρι να βρεις τη δική σου θέση στο τραγούδι, ποιες μεγάλες ερμηνεύτριες μελετούσες και καθοδηγούσαν – με κάποιο τρόπο – τα βήματά σου; Ποιοι τραγουδιστές σε ενέπνεαν;

— Αρχικά μελετούσα και με ενέπνεαν οι τραγουδιστές που ακούγονταν στο σπίτι. Μοσχολιού, Αλεξίου, Νίνου, Μπιθικώτσης, Καζαντζίδης, Νταλάρας, Διονυσίου, Μαρινέλλα, Βάνου… Αργότερα, μεγαλώνοντας, η Γαλάνη, η Τσανακλίδου, η Νταντωνάκη. Ολοι και όλες τους έχουν μια ζεστή γωνιά μέσα μου, και πού και πού τους ακούω να ξεπετάγονται και να μου κλείνουν τα μάτι την ώρα που τραγουδάω…

— Αληθεύει πως κάποτε πολύ γνωστός συνθέτης σού είπε «Δεν έχεις άστρο, πάρτο απόφαση»; Αν ναι, πώς αντέδρασες;

— Ναι, αληθεύει. Μα σκέψου, δεν είχε και άδικο ο άνθρωπος. Οταν με άκουσε του άρεσε πολύ ο τρόπος που τραγούδησα και όταν του είπα πως είμαι ήδη 18 χρόνια επαγγελματίας τραγουδίστρια, εξεπλάγη που δεν με γνώριζε ήδη και είπε «ε τότε δεν υπάρχει άλλη εξήγηση. Δεν έχεις άστρο». Του χαμογέλασα και του είπα «Ισως. Ομως εγώ να τραγουδώ θέλω και αυτό θα κάνω, με ή χωρίς άστρο».

«Δεν είμαστε οι γελωτοποιοί του βασιλιά»

— Το κακό με τη γενιά σου είναι πως δεν έζησε τις χρυσές εποχές της δισκογραφίας, όλα ήταν πολύ δύσκολα για σας. Τελικά οι απανωτές οικονομικές κρίσεις που βιώνουμε πάγωσαν την παραγωγή στο τραγούδι και θεωρήθηκε είδος πολυτελείας, ενώ οι άνθρωποι της Τέχνης απαξιωθήκατε, υποβιβαστήκατε, σχεδόν εξευτελιστήκατε. Ποια θεωρείς πως πρέπει να είναι η στάση σας στην επίθεση που σας γίνεται;

— Νομίζω πως με τη στάση μας πρέπει να κάνουμε ξεκάθαρο πως οι καλλιτέχνες δεν είμαστε οι γελωτοποιοί του βασιλιά, ούτε είδος πολυτελείας. Είμαστε αναγκαίοι, όπως κάθε παράγοντας εξέλιξης που κάνει το καράβι να πηγαίνει μπροστά. Ισάξια μέρη μιας αλυσίδας που κρατάει ακέραιη τη σύνδεση. Μπορεί να βολεύει ίσως κάποιους να μας παρουσιάζουν σαν μια αλλόκοτη «φυλή» που απλά διασκεδάζει και περνάει ωραία τον καιρό της, αλλά δεν είναι έτσι τα πράγματα. Είμαστε σκληρά εργαζόμενοι σε ένα εργασιακό περιβάλλον γεμάτο αστάθμητους παράγοντες, χωρίς καμία σταθερότητα. Αυτό είναι δική μας ευθύνη να το κάνουμε κατανοητό σε όλους. Πρόσφατα φάγαμε ένα μεγάλο χαστούκι υποβάθμισης των πτυχίων μας. Ενα πρωί μάθαμε ότι μπορεί να σπουδάσαμε, αλλά τελικά δεν σπουδάσαμε. Σκεφτείτε ένα οποιοδήποτε άλλο επάγγελμα με σπουδές, τους αρχιτέκτονες, τους δικηγόρους, τους δασκάλους κ.λπ., σε μια νύχτα να μάθουν πως είναι απλοί απόφοιτοι Λυκείου! Αδιανόητο; Πιστεύω, λοιπόν, πως πρέπει να υποστηρίξουμε την Τέχνη μας, τις σπουδές μας, τις ζωές μας. Να μη σταματήσουμε, να μη σιωπήσουμε, να μην πάψουμε να υπενθυμίζουμε σε όλους πως όταν καίγεται το σπίτι του γείτονα, πρέπει να τρέξεις να βοηθήσεις να το σβήσεις, γιατί η φωτιά θα πάει και στο δικό σου. Αν περάσουν η υποβάθμιση και η απαξίωση των καλλιτεχνών, ίσως κάποια μέρα έρθει η υποβάθμιση και για άλλες δουλειές, και για άλλες σπουδές. Τις δουλειές και τις σπουδές των παιδιών μας.

— Υπάρχει άραγε ισοτιμία για τη γυναίκα στον χώρο σου;

— Ισοτιμία δεν υπάρχει γενικώς. Βέβαια στον χώρο μου υπάρχει μια ιδιαιτερότητα. Είναι μοναχικό επάγγελμα. Η αναγνωρισιμότητα και η επιτυχία ορίζουν τα πράγματα περισσότερο από το φύλο.

— Πάντα αναρωτιόμουν, τι μπορεί να είναι αυτό που σε εσάς τους τραγουδιστές λέει πότε πρέπει να σταματήσετε να τραγουδάτε;

— Εμάς τους τραγουδιστές μάς «συνταξιοδοτεί» η σκηνή. Οταν η βιολογία μας δεν μας επιτρέπει πια να την πατάμε με σταθερό βήμα, παίρνουμε το πρώτο σήμα. Το πώς θα το διαχειριστεί ο καθένας είναι θέμα προσωπικό. Θέμα χαρακτήρα. Εξάλλου, πάντα η οντότητα χρωματίζει την ιδιότητα.

— Πες μου την άποψή σου για τις πρόσφατες μεγαλειώδεις κινητοποιήσεις, με αφορμή το πρωτοφανές έγκλημα στα Τέμπη.

— Δεν πιστεύω πως υπάρχει άνθρωπος σ’ αυτήν τη χώρα που δεν ράγισε, δεν θύμωσε, δεν ένιωσε ενοχές όταν σκέφτηκε «ευτυχώς που δεν ήμουν εγώ μέσα ή το παιδί μου σ’ αυτό το τρένο». Που δεν ένιωσε ότι από τύχη ζει. Ας μη σταματήσουμε εκεί.

Ας κοιταχτούμε κατάματα και ας αναρωτηθούμε: Εχουμε ευθύνη για τις ζωές μας και τις ζωές των παιδιών μας;

Ας την πάρουμε επιτέλους.

Ας μη σταματήσουμε να το δηλώνουμε.

Ας μη σιωπήσουμε.

Ας μην επιτρέψουμε η λήθη να σκεπάσει αυτά τα αδικοχαμένα παιδιά. Τα παιδιά μας.

Της Σεμίνας Διγενή
Ριζοσπάστης
Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: