Αστική Δημοκρατία: Ταξική εξουσία και πολιτικές μεταμορφώσεις

Στον καπιταλιστικό κόσμο η ταξική εκμετάλλευση απομυθοποιεί τις ψευδαισθήσεις περί «ελευθερίας» και την «ισότητας»

1. Από την εμφάνισή τους στο προσκήνιο της Ιστορίας, οι μεγάλες αστικές επαναστάσεις και τα συστήματα εξουσίας που αυτές θεμελίωσαν, έσπευσαν να διακηρύξουν την ελευθερία και την ισότητα ως συνταγματικές αρχές μιας δημοκρατικής πολιτείας. Το αληθινό περιεχόμενο και τα κοινωνικά όρια που προσλαμβάνουν, ωστόσο, αυτές οι αρχές στο έδαφος του καπιταλισμού, θα καταδείξει από πολύ νωρίς με τον σαρκαστικό του λόγο ο Καρλ Μαρξ.

Η «αληθινή Εδέμ» των φυσικών δικαιωμάτων του ανθρώπου – της ελευθερίας, της ισότητας, της ιδιοκτησίας – το πεδίο μιας ζωτικής για την αναπαραγωγή του καπιταλισμού ψευδαίσθησης, θα μας πει ο συγγραφέας του «Κεφαλαίου», είναι η σφαίρα της κυκλοφορίας και της ανταλλαγής των εμπορευμάτων, κατεξοχήν αυτού της εργατικής δύναμης. Σ’ αυτόν τον φαινομενικό παράδεισο, ο αγοραστής και ο πωλητής της εργατικής δύναμης συμβάλλονται κατ’ επίφασιν ελεύθερα και ισότιμα, εξουσιάζοντας ο καθένας ό,τι είναι δικό του, ο ένας το χρήμα και ο άλλος την εργατική του δύναμη. Και όμως! Στην έξοδο από την Εδέμ των ψευδαισθήσεων, το τοπίο και οι ρόλοι αλλάζουν δραματικά. Στον καπιταλιστικό κόσμο του πραγματικού, όπως συμπεραίνει ο Μαρξ, η ταξική εκμετάλλευση απομυθοποιεί την ελευθερία και την ισότητα: «Ο πρώην κάτοχος χρήματος προπορεύεται ως κεφαλαιοκράτης και ο κάτοχος εργατικής δύναμης τον ακολουθεί ως εργάτης του. Ο πρώτος μ’ ένα πολυσήμαντο μειδίαμα και πολυάσχολος, ο δεύτερος συνεσταλμένος, δισταχτικός, σαν τον άνθρωπο που φέρνει στην αγορά για να πουλήσει το ίδιο το δικό του τομάρι, ξέροντας ότι το μόνο που τον περιμένει είναι το γδάρσιμο».i

2. Διανύοντας ήδη την τρίτη δεκαετία του 21ου αιώνα, γνωρίζουμε – ή, έστω, οφείλουμε να γνωρίζουμε – ότι, σε μια τέτοια ταξική βάση ανισότητας και ανελευθερίας, ψευδαίσθηση, αν όχι φτηνή προπαγάνδα, συνιστά η άποψη ότι στην αστική πολιτική ζωή βασιλεύουν η ισότητα και η ελευθερία. Σε κοινωνίες που σπαράσσονται από κλιμακούμενες ταξικές και άλλες αντιθέσεις και ανισότητες, σε κοινωνίες που τα αγαθά της Υγείας, της Παιδείας, της Ασφάλισης, αλλά και αυτό της ενημέρωσης, γίνονται αντικείμενο άμεσης ή έμμεσης ιδιοποίησης και εκμετάλλευσης από τους μεγαλοϊδιοκτήτες των μέσων παραγωγής, για ποια ουσιαστική δημοκρατία μπορεί να γίνεται λόγος;

Μια ραγδαία υποβάθμιση ακόμη και της τυπικής δημοκρατίας εξελίσσεται στην εποχή μας από την πλευρά των αστικών τάξεων στο όνομα της αποτελεσματικής – για ποιους άραγε; – αντιμετώπισης των επάλληλων και πολύμορφων κρίσεων του συστήματος. Δεν είναι υπερβολή. Είναι κοινή διαπίστωση ότι τα σύγχρονα κοινοβούλια, με εφαρμογή διατάξεων περί «εκτάκτου ανάγκης», με την επιβολή «πράξεων νομοθετικού περιεχομένου» και άλλων συναφών πρακτικών και μέτρων, παρακάμπτουν στην πράξη τις διακηρύξεις περί λαϊκής κυριαρχίας και, στον ένα ή στον άλλο βαθμό, μετατρέπονται σε μηχανισμούς διεκπεραίωσης αποφάσεων που έχουν ήδη ληφθεί και επιβάλλονται από εξωθεσμικά κέντρα καπιταλιστικής εξουσίας.ii

Και οι πολίτες; Με οξυδέρκεια, την επομένη της λήξης του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο μαρξιστής φιλόσοφος Γκέοργκ Λούκατς είχε διακρίνει τη διαλεκτική της καπιταλιστικής κοινωνίας στο επίπεδο του πολιτικού και ειδικότερα την εγγενή τάση του καπιταλισμού να μετατρέψει τον πολίτη σε άψυχη φιγούρα, σε μια «αφηρημένη καρικατούρα».iii Από αυτή την άποψη, και παρά τις σποραδικές ανατάσεις του εργατικού κινήματος, όπως πρόσφατα στη Γαλλία με αφετηρία το συνταξιοδοτικό ζήτημα, ως μηχανισμοί ενσωμάτωσης λειτουργούν στις μέρες μας η απο-πολιτικοποίηση, αλλά και ο άσφαιρος «αντισυστημικός» ακτιβισμός μιας κρίσιμης μάζας πολιτών. Ανασταλτικά λειτουργεί, επίσης, η δύναμη που εξακολουθεί να ασκεί σε χειμαζόμενα τμήματα της κοινωνίας μας η λογική της «ανάθεσης», όπως και η λογική της «χαμένης ψήφου». Ισχυρή εξακολουθεί, γενικότερα, η κοινωνική αδράνεια κάτω και από την επίδραση του δόγματος «δεν υπάρχει εναλλακτική». Εφιαλτική αποδεικνύεται, τέλος, η κίνηση ενός υφέρποντος ή αποκρουστικά εκδηλούμενου κοινωνικού φασισμού.

3. Στις αρχές της δεύτερης δεκαετίας του 21ου αιώνα, ο γνωστός και μη εξαιρετέος εκπρόσωπος της διεθνούς κεφαλαιοκρατίας Ρομάνο Πρόντι είχε δηλώσει με κυνικό ρεαλισμό: «Η δημοκρατία δεν είναι απαραίτητη για την ανάπτυξη του καπιταλισμού. Ο καπιταλισμός προϋποθέτει ελεύθερη κίνηση εμπορευμάτων και κεφαλαίων, αλλά όχι κατ’ ανάγκην ελεύθερες εκλογές και ανεξάρτητα συνδικάτα».iv Οι σύγχρονες εξελίξεις κάθε άλλο παρά αποδυναμώνουν την εκτίμηση του Πρόντι. Ολοένα και συχνότερα η αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία – είτε με τη φιλελεύθερη είτε με τη σοσιαλδημοκρατική μεταμφίεσή της σε δήθεν υπερταξικό κράτος ή σε κράτος διαιτητή – αποτυγχάνει πλέον να αποκρύψει τον ταξικό χαρακτήρα της και τη λειτουργία της ως εναλλακτικού μηχανισμού νομιμοποίησης της δικτατορίας του κεφαλαίου, δηλαδή της εξουσίας των αστικών τάξεων.

Σε μια τέτοια βάση, και με αφορμή τη συμπλήρωση 48 χρόνων από την κατάρρευση της χούντας, εύστοχα επισήμανε το ΚΚΕ ότι «η αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία αποτελεί μορφή άσκησης της εξουσίας του κεφαλαίου, περισσότερο ευέλικτη στην ενσωμάτωση των εργατικών – λαϊκών αντιδράσεων, συνδυαζόμενη – όποτε χρειαστεί – με την οξυμένη καταστολή και την περιστολή των λαϊκών ελευθεριών και δίχως η αστική τάξη να παραιτείται ποτέ από το ενδεχόμενο δικτατορικών “λύσεων”. (…) Το καπιταλιστικό κράτος έχει συνέχεια, όσες μορφές διαχείρισης και αν αλλάξουν, όσες κυβερνήσεις και με όποιες διακηρύξεις και αν εκλέγονται, με όποιο προσωπείο και αν εμφανίζονται για να αποσπούν τη στήριξη και την ανοχή τμημάτων του λαού, αξιοποιώντας πότε το “μαστίγιο” και πότε το “καρότο”».v

4. Στη, σε τελική ανάλυση, δομικά επιβαλλόμενη και εξηγήσιμη υποβάθμιση της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, ένα σύγχρονο αντικαπιταλιστικό κίνημα και η πολιτική πρωτοπορία του καλούνται να αντιμετωπίσουν διαλεκτικά τον κοινοβουλευτισμό και να αναβαθμίσουν προγραμματικά τον στρατηγικό στόχο της εργατικής/σοσιαλιστικής δημοκρατίας. Εν προκειμένω, οι κριτικές επισημάνσεις της Λούξεμπουργκ για την άρση της τυπικής σε σοσιαλιστική δημοκρατία δεν αφήνουν στους μαρξιστές του καιρού μας περιθώρια παρερμηνείας ή εκ νέου εγκλωβισμού σε παλαιότερα αδιέξοδα:

«Οτι δεν υπήρξαμε ποτέ ειδωλολάτρες της τυπικής δημοκρατίας σημαίνει μόνον πως κάναμε πάντα διάκριση ανάμεσα στο κοινωνικό βάθος και στην πολιτική μορφή της αστικής δημοκρατίας, ξεσκεπάζαμε πάντα τον σκληρό πυρήνα της ανισότητας και της κοινωνικής δουλείας που κρυβόταν κάτω από το γλυκό περίβλημα της τυπικής ισότητας και ελευθερίας, όχι για να απορρίψουμε αυτές τις τελευταίες, αλλά για να συνηθίσουμε την εργατική τάξη να μην ικανοποιείται με το περίβλημα, αλλά να κατακτήσει την πολιτική εξουσία, για να το γεμίσει με νέο κοινωνικό περιεχόμενο. Η ιστορική αποστολή του προλεταριάτου είναι, όταν φτάσει στην εξουσία, να δημιουργήσει, στη θέση της αστικής δημοκρατίας, τη σοσιαλιστική δημοκρατία και όχι να καταστρέψει κάθε δημοκρατία».vi

Δεν χάνονται στο παρελθόν τα λόγια της Λούξεμπουργκ. Συνδέουν τα υπόγεια ρεύματα του αστικού παρόντος με τον κομμουνιστικό ορίζοντα ενός νέου κόσμου, ενός κομμουνιστικού πολιτισμού! Το επαναστατικό πρόταγμα μιας σοσιαλιστικής δημοκρατίας στους δικούς μας χρόνους, που το αυγό του ναζιστικού φιδιού εκκολάπτεται άλλοτε με την ενθάρρυνση και άλλοτε με την ανοχή των αστικών τάξεων, στις δικές μας μέρες που ο καπιταλισμός δυσφορεί κάτω από τον ήδη διάτρητο κοινοβουλευτικό του μανδύα, το πρόταγμα μιας σοσιαλιστικής πολιτείας ισοελευθερίας, μιας σοσιαλιστικής δημοκρατίας ως υπέρβασης της ιστορικά ήδη παρωχημένης αστικής δημοκρατίας, προβάλλει πιο επίκαιρο από ποτέ.

Σημειώσεις:

i. Καρλ Μαρξ, «Το Κεφάλαιο», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1ος τόμος, σ. 189.

ii. Βλ. σχετικά και το άρθρο της Μαρίνας Λαβράνου, «Το αληθινό πρόσωπο της αστικής δημοκρατίας στην ΕΕ. Λαϊκές ελευθερίες και Δικαιοσύνη», «Ριζοσπάστης», 11-12/4/2020.

iii. Γκέοργκ Λούκατς, Εισήγηση στη Συνδιάσκεψη της 9ης Σεπτεμβρίου 1946 στο πλαίσιο των Διεθνών Συναντήσεων της Γενεύης, όπως αυτή περιλαμβάνεται στον τόμο L’ Europe: L’ EUROPE, L’ Esprit europeen, Omnibus 1998, σ. 468.

iv. Συνέντευξη Πρόντι στην εφημερίδα «Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» της 7ης Οκτωβρίου 2010.

v. Ανακοίνωση Γραφείου Τύπου της ΚΕ του ΚΚΕ για τα 48 χρόνια από την κατάρρευση της Χούντας.

vi. Ρόζα Λούξεμπουργκ, «Η Ρωσική Επανάσταση», «Εκδόσεις ύψιλον/βιβλία», Αθήνα 1980, σ. 78

 

Αλέξανδρος Χρύσης
Καθηγητής Φιλοσοφίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο
Ριζοσπάστης
Φωτογραφία: George Vitsaras / SOOC
Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: