Αντώνης Αντανασιώτης – “Καμία αυταπάτη, κανένας εφησυχασμός μετά την απόφαση του δικαστηρίου”

“Η περίπτωση της Χρυσής Αυγής δείχνει εμφατικά τη χρησιμότητα τέτοιων εγκληματικών φασιστικών – ναζιστικών μορφωμάτων, για τη διαιώνιση της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης.”

Συνέντευξη του Ριζοσπάστη με τον Αντώνη Αντανασιώτη, συνήγορο Πολιτικής Αγωγής των κομμουνιστών και συνδικαλιστών του ΠΑΜΕ, υπεύθυνο του Τμήματος Δικαιοσύνης και Λαϊκών Ελευθεριών της ΚΕ του ΚΚΕ:

— Το Δικαστήριο καταδίκασε τελικά τη Χρυσή Αυγή ως εγκληματική οργάνωση. Προβλέπατε ότι αυτή θα ήταν η ετυμηγορία του;— Το υλικό της αποδεικτικής διαδικασίας ήταν συντριπτικό και δεν άφηνε κανένα περιθώριο αμφιβολίας. Ανέδειξε περίτρανα τον εγκληματικό χαρακτήρα της Χρυσής Αυγής, μέσα από την εξέταση της δομής και του τρόπου λειτουργίας της, αλληλένδετα με τη ναζιστική ιδεολογία της, ως κινητήριας δύναμης της εγκληματικής δράσης της. Από την Πολιτική Αγωγή δόθηκε η μάχη να φωτιστούν αυτά τα καθοριστικά στοιχεία, όπως και γενικότερα το εγκληματικό φασιστικό – ναζιστικό φαινόμενο. Το Δικαστήριο, επομένως, με βάση όλο αυτό το συντριπτικό αποδεικτικό υλικό, σωστά δέχτηκε το κατηγορητήριο.

— Ωστόσο, έχουμε δει άλλες φορές αυτό το αποδεικτικό υλικό να αγνοείται, όπως με την πρόταση της εισαγγελέα της έδρας, Α. Οικονόμου. Επαιξε κάποιο ρόλο το κίνημα ώστε αυτή η αλήθεια να υιοθετηθεί από το Δικαστήριο;

— Η λαϊκή επαγρύπνηση και κινητοποίηση συνέβαλε οπωσδήποτε να αναδειχτεί και να αναγνωριστεί αυτή η αλήθεια από το Δικαστήριο. Το ΚΚΕ πρωταγωνίστησε με τις δυνάμεις του στο μαζικό κίνημα στην κατεύθυνση αυτή. Ομως, όπως και ιστορικά έχει αναδειχτεί, τέτοιες φασιστικές και ναζιστικές οργανώσεις αντιμετωπίζονται από το κράτος και τη Δικαιοσύνη ανάλογα και με τις κάθε φορά ανάγκες και προτεραιότητες της αστικής τάξης, που ενισχύει ή περιορίζει αντίστοιχα τη δράση τους, αφού τις χρησιμοποιεί ως φόβητρο και πολιτική εφεδρεία. Αναδείχτηκαν και οι διασυνδέσεις της Χρυσής Αυγής με τμήματα του κρατικού μηχανισμού, ιδιαίτερα την Αστυνομία.

— Αποδείχτηκαν στη δίκη σχέσεις της Χρυσής Αυγής με την εργοδοσία;— Βεβαίως. Ιδιαίτερα αυτό φάνηκε καθαρά στην υπόθεση της δολοφονικής ενέδρας σε βάρος των κομμουνιστών και συνδικαλιστών του ΠΑΜΕ, η οποία αναγνωρίστηκε από το Δικαστήριο ότι ήταν ενταγμένη στην εγκληματική δράση της Χρυσής Αυγής. Ομως, η εσφαλμένη νομικά μετατροπή του κατηγορητηρίου από το κακούργημα της απόπειρας δολοφονίας, όπως αποδείχτηκε ότι πραγματικά ήταν, στα πλημμελήματα της επικίνδυνης και απλής σωματικής βλάβης, δημιουργεί προβληματισμό. Δείχνει αντικειμενικά τα όρια της αστικής Δικαιοσύνης, ιδιαίτερα σε τέτοιες σοβαρές υποθέσεις, που αγγίζουν βαθύτερα τις σχέσεις των φασιστών με τη μεγάλη εργοδοσία, τους εφοπλιστές κ.λπ., τη συνεργασία τους για το χτύπημα του ταξικού εργατικού κινήματος και των κομμουνιστών.

— Πώς εκτιμάτε τη στάση των κατηγορουμένων στη δίκη;

— Οι κατηγορούμενοι δεν τόλμησαν να υπερασπιστούν την αποκρουστική ιδεολογία τους στο Δικαστήριο. Γνωρίζουν την απέχθεια που τρέφει ο λαός μας γι’ αυτήν. Προσπάθησαν με γελοίες δικαιολογίες να την αποκρύψουν. Για παράδειγμα, ισχυρίστηκαν ότι οι ναζιστικοί χαιρετισμοί ήταν αρχαιοελληνικοί, ότι φορούσαν ναζιστικές στολές λόγω αποκριών κ.λπ.

— Πώς τεκμηριώθηκε τελικά η ευθύνη της ηγεσίας της Χρυσής Αυγής;

— Μέσα από το αποδεικτικό υλικό της δίκης αναδείχτηκε ξεκάθαρα και η ευθύνη της ηγεσίας της, το γεγονός δηλαδή ότι οι εγκληματικές ενέργειες της Χρυσής Αυγής συνιστούν οργανωμένες επιθέσεις από τα τάγματα εφόδου της, που δεν δρουν αυθόρμητα αλλά κατόπιν εντολών, οδηγιών, ενημέρωσης και έγκρισης της ηγεσίας της διαμέσου της ιεραρχικής πυραμίδας αρχηγός – περιφερειάρχης – πυρηνάρχης τοπικής οργάνωσης, είτε αυτές αφορούν συγκεκριμένους στόχους είτε θέτουν ένα ευρύτερο πλαίσιο στόχων: Μετανάστες, αντιφασίστες, συνδικαλιστές του ταξικού εργατικού κινήματος, κομμουνιστές.Αλλωστε, για τη στοιχειοθέτηση του αδικήματος της διεύθυνσης της εγκληματικής οργάνωσης δεν είναι αναγκαίο να αναζητούνται ειδικές εντολές για τη διάπραξη συγκεκριμένων κακουργημάτων, γιατί αυτές θα στοιχειοθετούσαν το αδίκημα της ηθικής αυτουργίας, το οποίο θα συνέρρεε με αυτό της διεύθυνσης. Βέβαια, στη συγκεκριμένη υπόθεση της Χρυσής Αυγής προέκυψε ότι θα έπρεπε να έχουν απαγγελθεί κατηγορίες και γι’ αυτό το αδίκημα, οι οποίες κακώς δεν απαγγέλθηκαν.

Για τη διεύθυνση, αρκεί να προκύπτει η οποιαδήποτε διαταγή, καθοδήγηση και εποπτεία, στο πλαίσιο της ιεραρχικής δομής, του κεντρικού σχεδιασμού και του γενικού πλαισίου εντολών, για την επίτευξη των στόχων και των εγκληματικών σκοπών της. Είναι, για να το πω με ένα παράδειγμα, σαν να κατασκευάζουν κάποιοι, να προγραμματίζουν και να θέτουν σε λειτουργία ένα φονικό ρομπότ, προκειμένου να εξολοθρεύει ορισμένες κατηγορίες ανθρώπων που έχουν επιλέξει για τους σκοπούς τους, τα μέλη των οποίων μπορεί να αναγνωρίζει, να στοχοποιεί και να εξοντώνει αυτόματα, χωρίς να χρειάζεται κάθε φορά ειδική εντολή από τον χειριστή του.

— Πολλοί λένε μετά την απόφαση του Δικαστηρίου ότι «νίκησε η Δημοκρατία», «επικράτησε το κράτος δικαίου» κ.ά. Θεωρείτε τώρα ότι μπορούμε να κοιμόμαστε ήσυχοι;

— Η δικαιολογημένη ικανοποίηση και χαρά που νιώθουν οι εργαζόμενοι και ο λαός μας για την απόφαση του Δικαστηρίου, δεν πρέπει να οδηγήσουν σε καμία αυταπάτη και κανέναν εφησυχασμό. Γιατί γνωρίζουμε ότι οι ρίζες του φασισμού βρίσκονται βαθιά μέσα στο σύστημα. Είναι η αναγκαία και πολύτιμη πολιτική εφεδρεία του, που ρίχνει στη μάχη για να κάνει τη βρώμικη δουλειά: Να φοβίσει και να χτυπήσει το εργατικό – λαϊκό κίνημα, να διαδώσει τον αντικομμουνισμό, να εμφανίσει σοσιαλδημοκρατικές και φιλελεύθερες κυβερνήσεις ως το «μικρότερο κακό», να εγκλωβίσει τη λαϊκή δυσαρέσκεια.

Και η ιστορία της Χρυσής Αυγής, όπως ξετυλίχτηκε μέσα και από τη δίκη της, αυτό αποδεικνύει. Η συνειδητή ανοχή για δεκαετίες της εγκληματικής πολιτικής δράσης της από το αστικό κράτος και τους θεσμούς του την προετοίμασε και την κράτησε ετοιμοπόλεμη για την αξιοποίησή της στα δύσκολα, όπως πράγματι συνέβη την περίοδο της προηγούμενης καπιταλιστικής κρίσης. Τότε που όλο το αστικό πολιτικό σύστημα, τα κόμματα και τα ΜΜΕ, από τη μια, την ξόρκιζαν και, από την άλλη, φλέρταραν ανοιχτά ή κρυφά μαζί της, υιοθετούσαν μέρος ή και το σύνολο της ρητορικής της.

Δεν έχει παρά να θυμηθεί κανείς, εντελώς ενδεικτικά, από τη μια, την υπόθεση του χρυσαυγίτη Μπαλτάκου, γραμματέα του υπουργικού συμβουλίου επί κυβέρνησης ΝΔ, τις δηλώσεις κορυφαίων στελεχών και βουλευτών της, με χυδαίο ρατσιστικό και αντικομμουνιστικό περιεχόμενο. Και, από την άλλη, τη συμμετοχή του υπόδικου τότε – και ήδη καταδικασμένου σήμερα – ναζιστή Κασιδιάρη στις εκδηλώσεις της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ στο Καστελόριζο, στο όνομα της «εθνικής ομοψυχίας». Οπως, επίσης, τις αναφορές άλλων πολιτικών παραγόντων και μεγαλοδημοσιογράφων για τη χρησιμότητα μιας πιο «σοβαρής» Χρυσής Αυγής.

Ιδιαίτερα σήμερα, σε συνθήκες νέας, πιο βαθιάς καπιταλιστικής κρίσης, όπου τα δύσκολα έρχονται, το σύστημα, με τη μορφή σήμερα της αστικής δημοκρατίας, θωρακίζεται απέναντι στον «εχθρό – λαό» με νέα κατασταλτική νομοθεσία και μέτρα, όπως με τον πρόσφατο νόμο για τις διαδηλώσεις, την επίθεση στο συνδικαλιστικό κίνημα και το απεργιακό δικαίωμα, το πιο συστηματικό και βαθύ ηλεκτρονικό φακέλωμα των εργαζομένων και του λαού, το απάνθρωπο κυνήγι μεταναστών και προσφύγων, όλα αυτά δηλαδή που λιπαίνουν το έδαφος για την ανάπτυξη του φασισμού.

— Μπορεί δηλαδή να εμφανιστούν νέες φασιστικές οργανώσεις;

— Ηδη, γίνονται προσπάθειες να οργανωθούν νέα φασιστικά, ρατσιστικά και εθνικιστικά μορφώματα. Η περίπτωση της Χρυσής Αυγής δείχνει εμφατικά τη χρησιμότητα τέτοιων εγκληματικών φασιστικών – ναζιστικών μορφωμάτων, για τη διαιώνιση της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης. Αποτελούν απαραίτητα και πολύτιμα πολιτικά εργαλεία για τη χειραγώγηση των εργαζομένων και του λαού, την υποταγή του εργατικού και λαϊκού κινήματος στη δικτατορία του κεφαλαίου. Γι’ αυτό η αστική δημοκρατία, το αστικό κράτος και οι θεσμοί του ούτε θέλουν ούτε μπορούν ποτέ να ξεκόψουν οριστικά μαζί τους. Η πολιτική της ενσωμάτωσης, του «καρότου», συνδυάζεται και εναλλάσσεται πάντα με την πολιτική της άγριας καταστολής, του «μαστιγίου». Είναι οι δύο όψεις του ίδιου αντεργατικού και αντιλαϊκού νομίσματος.

— Οι εργαζόμενοι και ο λαός τι μπορούν να κάνουν;

— Οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα, η νεολαία έχουν την πείρα και τη δύναμη να χαλάσουν τα σχέδια των εκμεταλλευτών τους. Αρκεί να σημαδέψουν τον πραγματικό αντίπαλο: Το βάρβαρο σύστημα της δικτατορίας του κεφαλαίου σε όλες τις μορφές του, από τις πιο ωμές και καταπιεστικές μέχρι τις πιο «εκλεπτυσμένες» και «ραφιναρισμένες», που κρύβουν πίσω από την τυπική ισότητα τη βαθιά πραγματική ανισότητα και την καπιταλιστική εκμετάλλευση. Να οργανώσουν την πάλη τους όχι μόνο για την απομόνωση των εγκληματιών ναζιστών και του φασισμού παντού, αλλά να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις, με την οργάνωση και τη δράση τους, για την απαλλαγή τους από τα δεσμά της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, για την κοινωνική απελευθέρωση, το σοσιαλισμό.

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: