Κυριακή πρωί μ’ ένα ποίημα: «Πένθιμη παραλλαγή (Οι Μοιραίοι)» του Νίκου Οικονομίδη (Παλιού)

“Μέσα στη σκοτεινή ταβέρνα
απόψε πίνουμε σκυφτοί
Χάρε από δω για λίγο πέρνα
με της αλήθειας τον ποιητή
Κι αν σε μεθύσουμε όλοι αντάμα
ίσως να γίνει κάνα θάμα.”

Την Τρίτη 17 του Δεκέμβρη 1974 ο Ριζοσπάστης αναγγέλλει από την πρώτη του σελίδα τον θάνατο του ποιητή του λαού Κώστα Βάρναλη: «Η καρδιά του ποιητή του “Οδηγητή” δεν άντεξε άλλο στη δοκιμασία. Ο Κώστας Βάρναλης, κορυφαίος ποιητής του λαού μας, τιμημένος με το βραβείο «Λένιν», που συνταίριασε το στίχο, το λόγο και τη ζωή με τους αγώνες του λαού μας, πέθανε, χθες το βράδυ. Η Ελλάδα χάνει έναν κορυφαίο πνευματικό άνθρωπο κι ο λαός μας τον πιο αγαπημένο ποιητή, που του στάθηκε πάντα στο πλευρό του. Που τα τραγούδια του έδωσαν ελπίδες και πίστη…». Την επόμενη μέρα χιλιάδες λαού σηκώνουν στους ώμους τους το φέρετρο του ποιητή και αποχαιρετάνε τον «παππού των λαϊκών αγώνων».

Δυο βδομάδες αργότερα, την πρωτοχρονιά του 1975 δημοσιεύεται στον Ριζοσπάστη το παρακάτω ποίημα του Νίκου Οικονομίδη (συντάκτης  της στήλης «Έμμετρος Ρίζος», με το ψευδώνυμο «Ο Παλιός», από το πρώτο νόμιμο μεταπολιτευτικό φύλλο της εφημερίδας και για χρόνια αργότερα). Παίρνοντας στίχους από το γνωστό ποίημα του Κώστα Βάρναλη, «Οι μοιραίοι», ο Νίκος Οικονομίδης φτιάχνει έναν έμμετρο συγκινητικό αποχαιρετισμό στον σύντροφο ποιητή.

Κώστας Βάρναλης

Πένθιμη παραλλαγή
(Οι Μοιραίοι)

«Μεσ’ στην υπόγεια την ταβέρνα»
τρέχει το δάκρυ μας βροχή
απόψε ταβερνιάρη κέρνα
για να μεθύσουν οι φτωχοί.
Όσα κι αν πιούνε ποτηράκια
δεν πάνε κάτω τα φαρμάκια.

– Όχι, να μη τον κλάψουμε άλλο
εκείνος το ’πε: Μ’ εννοείς;
«Ω, πόσο βάσανο μεγάλο
το βάσανο είναι της ζωής»!
Μα ο νους απόψε τυραγνιέται
μ’ ό,τι δικό του αναθυμιέται.

«Ήλιε και θάλασσα γαλάζα
και βάθος του άσωστου ουρανού
ω, της αυγής κροκάτη γάζα»
μεσ’ στην ψυχή του και στο νου
στίχοι –μεστοί του– είχατε γίνει
για δίκιο και γι’ αδελφοσύνη.

Πάλαιψε με το ριζικό μας
με το Θεό που μας μισεί
με το κεφάλι το κακό μας
και της καρδιάς του το κρασί
μέσα στο στίχο του έχει κλείσει
για να πνιγούν της γης τα μίση.

Μέσα στη σκοτεινή ταβέρνα
απόψε πίνουμε σκυφτοί
Χάρε από δω για λίγο πέρνα
με της αλήθειας τον ποιητή
Κι αν σε μεθύσουμε όλοι αντάμα
ίσως να γίνει κάνα θάμα.

Νίκος Οικονομίδης (Παλιός)

Ο Νίκος Οικονομίδης (Παλιός) γεννήθηκε το 1919 στην Αθήνα. Από τα νεανικά του χρόνια, και όντας μαθητής στη Ριζάριο Σχολή, ήρθε σε επαφή με τις προοδευτικές ιδέες της εποχής και γρήγορα εντάχθηκε στο λαϊκό κίνημα.

Έζησε το μεγαλείο αλλά και όλα τα βάσανα και τις κακουχίες που γνώρισε η γενιά του. Εθελοντής στην Αλβανία και μετά από τους πρώτους αντάρτες πολέμησε με τον Άρη.

Ακολούθησαν παρανομία, συλλήψεις, εξορίες, φυλακές, καταδίκες εις θάνατον. Αγωνίστηκε πάντα σταθερός στα ιδανικά του, πάλεψε κι επιβίωσε στους δύσκολους καιρούς μετά τον εμφύλιο και όταν ήρθε η χούντα, μετά από μηνών παρανομία, διέφυγε στο εξωτερικό. Εκεί αγωνίστηκε ενεργά έχοντας την ευθύνη για την εκτύπωση και διακίνηση της «Ελεύθερης Πατρίδας» και του «Ελευθερόστομου». Γύρισε με την μεταπολίτευση και για πολλά χρόνια έγραφε το καθημερινό έμμετρο σχόλιο στον «Ριζοσπάστη», με το ψευδώνυμο «ο Παλιός».

Μια επιλογή από τους στίχους του, μελοποιήθηκαν από τον συνθέτη Χρύσανθο Μουζακίτη και με τη φωνή του Γιώργου Ζωγράφου, της Στ. Ανεζάκη και του ίδιου του συνθέτη, κυκλοφόρησαν το 1978 σε δίσκο LP, με τον τίτλο «Έμμετρος Ρίζος», αφιερωμένο στο 10ο Συνέδριο του ΚΚΕ. Νωρίτερα, το 1976, από τον συνθέτη Γιώργο Γεωργιάδη, μελοποιήθηκαν για πρώτη φορά αντιιμπεριαλιστικοί-αντιφασιστικοί στίχοι του Παλιού από την στήλη του, με βασικό μήνυμα την εθνική και κοινωνική απελευθέρωση. Ο τίτλος του LP δίσκου «Κοντά στο τέλος».

Οι παλαιότεροι γνώριζαν και εκτιμούσαν την προσωπική του στάση, συμβολή και προσφορά στους ηρωικούς, προοδευτικούς, μαζικούς και δυναμικούς αγώνες του Λαού μας. Είτε μαχητής στα βουνά, είτε ΕΛΑΣίτης στις ανατολικές συνοικίες της Αθήνας, ως περήφανος πολιτικός κρατούμενος ή ως έντιμος μαχητής της μετεμφυλιακής καθημερινότητας και της αναγκαστικής εξορίας στην ξενιτιά… Ποτέ δεν παραδέχθηκε την ήττα.

Ο Νίκος Οικονομίδης έφυγε από τη ζωή στις 26 του Δεκέμβρη 2006 και κηδεύτηκε στην Καισαριανή, στην πόλη όπου ο λαός τον εξέλεξε δημοτικό σύμβουλο, πριν και μετά την χούντα, με Δήμαρχο τον κομμουνιστή Παναγιώτη Μακρή.

“Κυριακή πρωί μ’ ένα ποίημα”: Δείτε όλα τα ποιήματα εδώ.

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: