Κυριακή πρωί μ’ ένα ποίημα: «Αυτή είμαι» της Νοέμια ντι Σόουζα (Noémia de Sousa)

“Αν θέλεις να με γνωρίσεις
έλα και σκύψε απάνω
στην αφρικάνικη ψυχή μου·
στους στεναγμούς των Νέγρων
φορτοεκφορτωτών – στις προκυμαίες –
στους ξέφρενους χορούς των Chopes,
στις εξεγέρσεις των Shanganas…”

Η Carolina Noėmıa Abranches de Sousa, γνωστή ως Noėmia de Sousa (Νοέμια ντι Σόουζα), ήταν ποιήτρια από την Μοζαμβίκη, που έγραψε στην πορτογαλική γλώσσα. Επίσης ήταν μεταφράστρια και δημοσιογράφος.

Γεννήθηκε στο Lourenço Margues (τώρα Maputo) της Μοζαμβίκης, στις 20 του Σεπτέμβρη 1926 και έφυγε από τη ζωή στις 4 του Δεκέμβρη 2002.  Ήταν πορτογαλικής και Μπαντού καταγωγής.

Θεωρείται ως η μητέρα της ποίησης της Μοζαμβίκης και το έργο της αναφέρεται, κυρίως, στην αντίσταση των Αφρικανών γυναικών και στον αγώνα του λαού για ανεξαρτησία από την αποικιοκρατία, στον οποίο ήταν παρούσα.

Το 1951 εγκαταστάθηκε στην  Λισαβώνα, στην Πορτογαλία. Αργότερα έμεινε στο Παρίσι, μέχρι την επιστροφή της στην Πορτογαλία.

Ποιήματά της δημοσιεύτηκαν σε περιοδικά, εφημερίδες και σε κάποιες ανθολογίες.

Δεν ήθελε να εκδοθούν τα ποιήματα της, γιατί ο αναλφαβητισμός των κατοίκων της χώρας της, ήταν μεγάλος. Τα διέδιδε όμως, με διάφορους άλλους τρόπους.

Έγραψε το αντιστασιακό ποίημα “Poema para uma lnfância Distante”. Ποιήματά της βρίσκονται στη συλλογή “Sangue Negro” που επανεκδόθηκε το 2001, ένα χρόνο πριν τον θάνατό της.

«…Οι μαύροι δεν είχαν πρόσβαση σε αυτά τα σχολεία, στη δημόσια εκπαίδευση! Οι μαύροι είχαν πρόσβαση όταν αφομοιώθηκαν. Όταν σπούδασα, ήταν ένα πολύ μεγάλο σχολείο και δεν είχε ούτε ένα μαύρο μαθητή…»

                            Νοέμια ντι Σόουζα

Η μετάφραση του ποιήματος «Αυτή είμαι», είναι του συγγραφέα Αθανασίου Β. Νταουσάνη, από τη συλλογή του “Η ποίηση της μαύρης Αφρικής” – Εκδόσεις Ροές, 1992.

Ο Αθανάσιος Νταουσάνης (1934 – 2019) με καταγωγή από την Ναύπακτο, ήταν ποιητής, μεταφραστής, μελετητής και κριτικός της Αφρικανικής Λογοτεχνίας.

Αυτή είμαι

Αν θέλεις να μάθεις ποια
είμαι κοίτα, με προσεκτικό
βλέμμα, εκείνο το κομμάτι
του μαύρου ξύλου που κάποιος
αδερφός Maconde με εμπνευσμένα
χέρια μόχθησε και σκάλισε
σε μακρινούς τόπους, στο Βορρά.

Α, αυτή είμαι: Μάτια
άδεια, κοιλώματα που δείχνουν
απόγνωση κατακτημένης ζωής,
στόμα σημαδεμένο από πληγές
αγωνίας, τεράστια χέρια
– πλατιά – υψωμένα
ωσάν για να κάνουν επίκληση
ή ν’ απειλήσουν· σώμα
χαρακωμένο από ουλές,
ορατές κι αόρατες,
από το τραχύ μαστίγιο
της δουλείας…βασανισμένο
και φωτερό, περήφανο
και μυστηριώδες – Αφρική
από τα νύχια ως την κορφή –
α, αυτή είμαι!

Αν θέλεις να με γνωρίσεις
έλα και σκύψε απάνω
στην αφρικάνικη ψυχή μου·
στους στεναγμούς των Νέγρων
φορτοεκφορτωτών – στις προκυμαίες –
στους ξέφρενους χορούς των Chopes,
στις εξεγέρσεις των Shanganas,
στην αλλόκοτη μελαγχολία
που αναδύεται από το τραγούδι
όλων των ιθαγενών, μέσα στη νύχτα…

Και μη με ρωτάς πιο πολλά
αν πραγματικά θέλεις
να με γνωρίσεις. Γιατί δεν είμαι
παρά μια απλή, ανθρώπινη ύπαρξη!
Μα που μέσα της η διαμαρτυρία
της Αφρικής πνίγει την κραυγή της

– πρησμένη κυρίως από προσδοκίες…

“Κυριακή πρωί μ’ ένα ποίημα”: Δείτε όλα τα ποιήματα εδώ.

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: