Ινσουλίνη ακριβότερη από ναρκωτικά – Ο εφιάλτης των διαβητικών στις ΗΠΑ

Η ινσουλίνη ξεκίνησε να πωλείται 1 δολάριο ανά φιαλίδιο και σήμερα πωλείται γύρω στα 300. Διαβητικοί στις ΗΠΑ ξεπουλούν τα υπάρχοντά τους για να ζήσουν, ενώ κάποιοι δεν καταφέρνουν ούτε αυτό, αφού περικόπτουν τις δόσεις τους με θανάσιμες συνέπειες.

Η Λώρα Μάρστον έχει θυσιάσει κυριολεκτικά τα πάντα για να μείνει ζωντανή: το διαμέρισμά της, τα έπιπλά της, το αυτοκίνητο, το συνταξιοδοτικό της πρόγραμμα και το σκύλο της. Στα 36 της χρόνια έχει ήδη πουλήσει δυο φορές ό,τι είχε και δεν είχε για να μπορεί να αγοράσει την ινσουλίνη που χρειάζεται καθημερινά ο οργανισμός της, αφού δεν παράγει από μόνος του αυτή τη ζωτικής σημασίας ορμόνη. Το φιαλίδιο που αγοράζει η Μάρστον κοστίζει 275 δολάρια – το ένα – καθώς δεν έχει ασφάλιση.

Το 1923 εκείνοι που ανακάλυψαν την ινσουλίνη πούλησαν την ευρεσιτεχνία τους για 1 δολάριο, ελπίζοντας πως η χαμηλή τιμή θα καθιστούσε προσιτή τη θεραπεία για όλους τους ασθενείς. Σήμερα, οι τιμές για ινσουλίνη στις ΗΠΑ κυμαίνονται στα 300 περίπου δολάρια ανά φιαλίδιο και στις τρεις μεγάλες εταιρείες που ελέγχουν την αγορά, δηλαδή αύξηση 1000%, ακόμα κι αν ληφθεί υπόψη ο πληθωρισμός.

Αμέτρητες είναι οι ιστορίες Αμερικανών διαβητικών που αναγκάζονται να περικόψουν την ινσουλίνη της, με αποτέλεσμα κάποιοι από αυτούς να πεθαίνουν. Όπως ο 26χρονος Άλεκ Σμιθ, που πέθανε το 2017 λίγες εβδομάδες αφότου είχε συμπληρώσει το ηλικιακό όριο στο οποίο μπορούσε να καλύπτεται από την ασφάλιση της μητέρας του. Παρότι είχε πλήρη απασχόληση και έπαιρνε παραπάνω από τον κατώτατο μισθό, δεν είχε τη δυνατότητα για δική του ασφάλιση ούτε να πληρώσει τα 1000 δολάρια το μήνα για την ινσουλίνη του ως ανασφάλιστος.

Η ίδια η Μάρστον βρέθηκε ανασφάλιστη όταν έκλεισε το δικηγορικό γραφείο στο οποίο εργαζόταν. Βρέθηκε να πληρώνει 2880 δολάρια το μήνα μόνο για μείνει ζωντανή, παραπάνω απ’ όσα έβγαζε δουλεύοντας 50 ώρες την εβδομάδα. Πούλησε τα πάντα και μετακόμισε στην Ουάσινγκτον για να βρει μια νέα δουλειά και να έχει ασφάλιση.

Η Μάρστον θυμάται με πικρό γέλιο πόσο ακριβά της είχαν φανεί τα 25 δολάρια ανά φιαλίδιο όταν διαγνώστηκε για πρώτη φορά με διαβήτη τύπου ένα στα 14 της χρόνια, ενώ πλέον η τιμή έχει δεκαπλασιαστεί.

Το σύστημα τιμολόγησης της ινσουλίνης είναι εξαιρετικά πολύπλοκο και αδιαφανές, τα απόνερα του οποίου καλούνται να πληρώσουν οι ασθενείς. Αυτό σημαίνει πως ακόμα και ασφαλισμένοι Αμερικανοί καλούνται σε κάποιες περιπτώσεις να πληρώσουν την πλήρη τιμή του φαρμάκου, ενώ σε άλλες ασφαλιστικές πολύ λιγότερα.

Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της, η Μάρστον θα χρειαστεί 7 εκ. δολάρια ως τα 70 της χρόνια μόνο για την ινσουλίνη, ενώ έχει αποφασίσει πως δε θα κάνει παιδιά, επειδή νιώθει υπερβολικά ανασφαλής οικονομικά.

Οι φαρμακευτικές του κλάδου από την πλευρά τους ισχυρίζονται πως «ελάχιστοι άνθρωποι» καλούνται να πληρώσουν την πλήρη τιμή της ινσουλίνης. Σύμφωνα με την El Lilly, μια από τις μεγαλύτερες εταιρείες του χώρου, το 95% των ασθενών που χρησιμοποιούν την ινσουλίνη τους πληρώνουν κάτω από 100 δολάρια το μήνα και από 600.000 ασθενείς, μόλις 1600 ανασφάλιστοι δε χρησιμοποιούν τα προγράμματα βοήθειας που προσφέρει η εταιρεία. Παρόμοιες είναι οι δηλώσεις των άλλων δύο μεγάλων φαρμακευτικών του κλάδου, της Novo Nordisk και της Sanofi.

Δεν είναι όμως εύκολο να μπει κάποιος σε αυτά τα προγράμματα. Η Κρίστεν Ντάνιελς για παράδειγμα βρέθηκε αντιμέτωπη με κόστος 2400 δολαρίων το μήνα για την ινσουλίνη της, αφού η ασφαλιστική της δεν κάλυπτε τα έξοδα, ενώ δεν μπορούσε ως ήδη ασφαλισμένη να λάβει οποιαδήποτε βοήθεια από τη φαρμακευτική.

Οι εταιρείες ισχυρίζονται ακόμα πως τα καθαρά τους κέρδη έχουν μειωθεί τα τελευταία χρόνια από την ινσουλίνη. Στην πραγματικότητα, σύμφωνα με την Ένωση Αμερικανών Διαβητικών (ADA) και το Πανεπιστήμιο της Νότιας Καλιφόρνιας, το μόνο που παρατηρείται είναι διαφορά μεταξύ του ποσοστού αύξησης της τιμής της ινσουλίνης (252%) και των καθαρών κερδών των εταιρειών (57%) για το διάστημα 2007 – 2016.

Θεωρητικά υπάρχουν και φθηνότερες λύσεις, όπως η ινσουλίνη της αλυσίδας WalMart, που κοστίζει 25 δολάρια ανά φιαλίδιο. Πρόκειται όμως για μια παλιότερη και λιγότερο αποτελεσματική εκδοχή της ορμόνης, που σε κάποιους ασθενείς, όπως στη Μάρστον προκαλεί αλλεργία.

Πολλοί διαβητικοί χρειάζονται χρόνια για να συνηθίσουν την ινσουλίνη από συγκεκριμένη εταιρεία, ενώ οι αλλαγές μάρκας για λόγους κόστους – όταν η ασφαλιστική τους δεν καλύπτει εκείνη που προτιμά ο ασθενής – δεν είναι απλά ενοχλητική, αλλά δυνάμει επικίνδυνη, απαιτώντας διαρκή επαγρύπνηση του ασθενούς και παρακολούθηση γιατρού.

Οι περισσότεροι διαβητικοί ζουν με το διαρκή φόβο πως θα χάσουν την ασφάλισή τους ή πως δε θα μπορούν να πληρώσουν την αυξανόμενη τιμή της. Για να κρατήσουν την ασφάλισή τους, κάποιοι αναγκάζονται να παραμείνουν σε άσχημες συνθήκες εργασίας ή σχέσεις, ενώ στη χειρότερη περίπτωση αναγκάζονται να περικόψουν την ινσουλίνη τους με συχνά θανάσιμες συνέπειες. Ακόμα και συναλλαγές ινσουλίνης μεταξύ αγνώστων στο ίντερνετ έχουν καταγραφεί.

Κατά μέσο όρο οι διαβητικοί στις ΗΠΑ πληρώνουν πάνω από 210 δολάρια για ινσουλίνη, σε σχέση με 50 δολάρια στην Ινδία ή μηδέν σε κάποιες ευρωπαϊκές χώρες.

Η κατάσταση αυτή ωθεί ορισμένους ακόμα και πέρα από τα σύνορα των ΗΠΑ για να προμηθευτούν τη σωτήρια ορμόνη σε χαμηλότερο κόστος. Η Λώρεν Χάιρ ήταν για χρόνια ανασφάλιστη, από τότε που σε ηλικία 9 ετών έχασε τον πατέρα της και μαζί του την οικογενειακή της ασφάλιση. Πριν το Obamacare μάλιστα, ήταν νόμιμο οι διαβητικοί να μένουν ανασφάλιστοι, ενώ στην πολιτεία της, την Ιντιάνα, δεν υπήρχαν εκτεταμένα προγράμματα βοήθειας. Έτσι ζούσε χάρη σε ληγμένα φιαλίδια ινσουλίνης που της έδινε ο γιατρός της και ταξίδια στον Καναδά για να αγοράσει φτηνή ινσουλίνη.

Η 27χρονη Έμιλι Μακί ταξίδεψε με άλλους διαβητικούς από το Σαν Ντιέγο στην Τιχουάνα του Μεξικού, δίνοντας 5 δολάρια για τα εισιτήρια και 100 για προμήθειες ινσουλίνης έξι μηνών, αντί 1300 δολαρίων που θα της κόστιζε βάσει του τιμοκαταλόγου της ασφαλιστικής της. «Θύμωσα που έπρεπε να πάω στο Μεξικό για να πάρω ένα φάρμακο που με κρατά ζωντανή. Ζω δίπλα σε φαρμακείο, αλλά έπρεπε να ταξιδέψω 3000 μίλια να πάω σε άλλη χώρα για να βρω προσιτή ινσουλίνη.

Από 7 εκ. διαβητικούς στις ΗΠΑ, το 27% δηλώνει πως η τιμή της ινσουλίνης επηρεάζει την καθημερινότητά τους.

Όπως δηλώνει η Μάστον, που ασχολείται ενεργά με τα δικαιώματα των διαβητικών, «ακόμα κι ένας άνθρωπος να πρέπει να πληρώνει την πλήρη τιμή, είναι άδικο. Είναι σαν να σου βάζουν ένα πιστόλι στον κρόταφο και να σου λένε, τα λεφτά σου ή τη ζωή σου».

Σύμφωνα με την Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Φαρμάκων των ΗΠΑ, ως το 2020 η ινσουλίνη θα κατηγοριοποιείτα ως «βιολογικό προϊόν» κι όχι ως χημικό φάρμακο, διευκολύνοντας την είσοδο στην αγορά προϊόντων παρόμοιας βιοχημικής σύστασης με την ινσουλίνη. Η Eli Lilly από την πλευρά της ανακοίνωσε πως μια νέα εκδοχή του φαρμάκου της θα κοστίζει μόλις 137 δολάρια, δηλαδή πολύ παραπάνω απ’ όσο κοστίζει σε άλλες χώρες.

Το ζήτημα τροφοδοτεί όπως είναι φυσικό και την πολιτική αντιπαράθεση στις ΗΠΑ. Η Ελίζαμπεθ Γουόρεν, που θα διεκδικήσει το χρίσμα των δημοκρατικών για το 2020, πρότεινε να δημιουργηθεί μια νέα υπηρεσία του Υπουργείου Υγείας που θα παράγει ορισμένα φάρμκα σε περιπτώσεις «που η αγορά έχει αποτύχει» ώστε να «επανεκκινηθεί ο ανταγωνισμός», ενώ ο Μπέρνι Σάντερς προβάλλει σταθερά στην ατζέντα του το ζήτημα της δωρεάν ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης μέσω υψηλότερων φόρων. Ακόμα και στη σχετικά απίθανη περίπτωση να υλοποιούνταν τέτοιες προτάσεις, σίγουρα δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν στην καρδιά του το ζήτημα της αντιμετώπισης της υγείας ως ένα ακόμα εμπορευματικό αγαθό, όπως και οτιδήποτε άλλο στον καπιταλισμό. Το αποδεικνύει εξάλλου η πορεία κι άλλων συστημάτων υγείας σε χώρες όπου θεωρητικά λειτουργεί η καθολική ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, όπου, είτε οι ασθενείς καλούνται να βάζουν ολοένα πιο βαθιά το χέρι στην τσέπη, είτε οι παρεχόμενες “δωρεάν” υπηρεσίες είναι όλο και χαμηλότερης ποιότητας, συχνά μάλιστα και τα δύο.

Με πληροφορίες από bbc.com

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: