«Συναγωνιστή δάσκαλε! Εμείς οι μαθητές σας θα σας περιμένουμε να γυρίσετε στο σχολείο μας νικητής…» – Σελίδες απ’ την Εθνική Αντίσταση και τον ΔΣΕ

Ένα μάθημα από το Αναγνωστικό για την Γ’ και Δ’ τάξη «Μεγάλα Χρόνια», του φωτισμένου παιδαγωγού και αγωνιστή της Εθνικής Αντίστασης, Μιχάλη Παπαμαύρου

Ένα μάθημα από το Αναγνωστικό για την Γ’ και Δ’ τάξη «Μεγάλα Χρόνια», του φωτισμένου παιδαγωγού και αγωνιστή της Εθνικής Αντίστασης, Μιχάλη Παπαμαύρου, παρουσιάζει σήμερα η στήλη.

Στον πρόλογο του γραμμένου με το χέρι Αναγνωστικού, που φέρει ημερομηνία 25 του Γενάρη 1947 και υπογράφεται από «Το Γραφείο Διαφώτισης της ομάδας Πολιτικών Κρατουμένων» των Φυλακών Αίγινας, σημειώνονται οι λόγοι που γέννησαν την ανάγκη να γραφτεί:

«Το αναγνωστικό τούτο βιβλίο είναι δημιούργημα της ανάγκης. Επειδή η «λαοπρόβλητη» Κυβέρνηση μάς απαγόρεψε να κάνουμε μαθήματα στη φυλακή μας και να χρησιμοποιούμε βιβλία, το Γραφείο Διαφώτισης των κρατουμένων αγωνιστών της φυλακής έπρεπε να βρει με ποιο τρόπο θα αποκτούσαμε πάλι βιβλία. Αλλά αν και μας χρειάζονταν και επιστημονικά βιβλία, η μεγαλύτερη όμως ανάγκη παρουσιαζόταν στα βιβλία, που χρειαζόμαστε για τα σχολεία μας της Λαϊκής Παιδείας και απ’ απ’ αυτά, πάλι, στα αναγνωστικά. Η εισαγωγή στη φυλακή μας απ’ τα αναγνωστικά, που χρησιμοποιούνται σήμερα στα σχολεία του Κράτους, ήταν και δύσκολη, μα και περιττή. Τα βιβλία αυτά είναι γραμμένα στην εποχή της τεταρτοαυγουστιανής Δικτατορίας και είναι γεμάτα από αντιλαϊκά, φασιστικά διδάγματα, που δηλητηριάζουν και διαφθείρουν τη Νεολαία μας.

Για όλους αυτούς τους λόγους το Γραφείο Διαφώτισης της φυλακής μας ανάθεσε στον κρατούμενο παιδαγωγό συναγωνιστή Μιχάλη Παπαμαύρο να συγγράψει ένα αναγνωστικό για το δημοτικό Σχολείο της φυλακής μας. Έτσι, γράφτηκαν τα «Μεγάλα Χρόνια». Το βιβλίο τούτο θα χρησιμέψει και σαν αναγνωστικό των σχολείων της Λαϊκής Παιδείας της φυλακής μας, μα και σαν ελεύθερο ανάγνωσμα για όλους τους κρατουμένους. Επειδή το περιεχόμενό του είναι παρμένο από τα χρόνια του αγώνα του ελληνικού λαού για την ανεξαρτησία του, είναι ένα βιβλίο φρονηματιστικό και γι’ αυτό μπορεί να διαβαστεί όχι μόνο από τα παιδιά της Γ’ και Δ’ τάξης του Δημοτικού Σχολείου, που γι’ αυτά προορίζεται, μα και απ’ ολόκληρο τον Ελληνικό λαό».

Περισσότερα για τον Μιχάλη Παπαμαύρο μπορείτε να δείτε εδώ και για το Αναγνωστικό για την Γ’ και Δ’ τάξη «Μεγάλα Χρόνια» πατώντας εδώ και εδώ.

ΕΝΑ ΜΑΘΗΜΑ

Όταν φύγεις από τη Φλώρινα και πάρεις το δρόμο που ανεβαίνει στο Πισωδέρι και πάει στην Καστοριά, μόλις κατεβείς από το πίσω μέρος του βουνού, θα απαντήσεις ένα πηγάδι μέσα στο δρόμο. Λίγο πιο πέρα από το πηγάδι αρχίζουν τα σπίτια ενός όμορφου και μεγάλου χωριού.

Το χωριό αυτό λέγεται Αντάρτικο και όπως είναι χτισμένο στη ρίζα του βουνού, φαίνεται από μακριά σαν να θέλει να τ’ αγκαλιάσει και να σκαρφαλώσει στην κορφή του.

Εκείνη την εποχή, άνοιξη του 1944, το σχολείο του χωριού ήταν κλειστό, γιατί ο δάσκαλός του, όπως όλοι οι δασκάλοι της ελεύθερης Ελλάδας, είχαν μπει στον αγώνα του Ελληνικού λαού για την απελευθέρωσή του.

Μα τη μέρα εκείνη, 1 του Μάη 1944, ο δάσκαλος του χωριού, ο συναγωνιστής Στάθης, είχε πάρει άδεια από το αντάρτικο και είχε κατεβεί στο χωριό, για να περάσει τη μέρα κοντά στους δικούς του. Μόλις όμως τα παιδιά του σχολείου άκουσαν πως ο δάσκαλός τους βρίσκεται στο χωριό, μαζεύτηκαν στο σχολείο και του μήνυσαν πως θέλουν να τον ιδούν και να τον ακούσουν.

Σε λίγο φάνηκε ο συναγωνιστής Στάθης, να έρχεται από το μέρος που ήταν οι δύο καρυδιές.

Ήταν ένας νέος ως εικοσιπέντε χρονών, με μαύρα μαλλιά και μαύρα έξυπνα μάτια. Φορούσε αρβύλες, στρατιωτικό παντελόνι και στρατιωτικό χιτώνιο.

– Καλημέρα, παιδιά! είπε μόλις πλησίασε.

– Καλημέρα σας! του απάντησαν όλα τα παιδιά μαζί.

Το συναγωνιστή Στάθη τον ήξεραν τα παιδιά και πριν να γίνει δάσκαλος. Ήξεραν και τους γονιούς του και τ’ αδέρφια του, γιατί κι αυτός ήταν από το Αντάρτικο. Το δίπλωμά του το είχε πάρει από το σχολείο των δασκάλων στη Φλώρινα. Πρωτοδιορίστηκε στο χωριό του και εκεί υπηρετούσε ως τότε.

– Μου μηνύσατε να’ ρθώ στο σχολείο. Τι με θέλετε; ρώτησε πάλι ο δάσκαλος.

– Συναγωνιστή Στάθη, απάντησαν τα μεγάλα παιδιά…Θέλουμε να μας μιλήσετε για τον Αγώνα και πώς τα περνάτε στο αντάρτικο.

– Μάλιστα, απάντησε ο συναγωνιστής Στάθης . Να σας μιλήσω, αφού το θέλετε. Μπήτε στο σχολείο. Χτυπήστε και την καμπάνα!

Σε λίγο όλο το χωριό ήξερε πως ο συναγωνιστής Στάθης, ο δάσκαλος του χωριού, θα μιλούσε στο σχολείο για τον Αγώνα. Τότε πολλοί από τους κατοίκους, άντρες και γυναίκες, έτρεξαν στο σχολείο, για ν’ ακούσουν κι αυτοί.

Είχε γεμίσει η αίθουσα. Ο δάσκαλος ανέβηκε ζωηρός – ζωηρός στην έδρα και άρχισε να λέει:

– Συναγωνιστές και συναγωνίστριες! Παιδιά! Εδώ και τρία χρόνια, ο Ελληνικός λαός, απ’ τη μια άκρη της Ελλάδας ως την άλλη, βρίσκεται ξεσηκωμένος σ’ έναν σκληρό αγώνα για τη λευτεριά του. Ο Ελληνικός λαός παλεύει για να απελευθερωθεί από δύο ζυγούς. Πρώτα από το ζυγό του ξένου καταχτητή και ύστερα από το ζυγό του ντόπιου εκμεταλλευτή, που από τότε που η Ελλάδα έγινε ελεύθερο κράτος κάθεται στο σβέρκο του και του ρουφά το αίμα.

Συναγωνιστές και συναγωνίστριες!

Ο αγώνας που κάνει σήμερα ο Ελληνικός λαός είναι συνέχεια του αγώνα που άρχισε στην επανάσταση του 1821. Γιατί όπως σήμερα, έτσι και τότε άρχισε τον αγώνα του και έκαμε την επανάστασή του, για να απαλλαγεί από δύο ζυγούς: το ζυγό του Τούρκου κατακτητή και το ζυγό των Ελλήνων κοτσαμπάσηδων, που πήγαιναν με τους Τούρκους και τυραννούσαν τους συμπατριώτες τους. Από τον ένα ζυγό, τον Τουρκικό, λευτερώθηκε τότε ένα μέρος του Ελληνικού λαού και γίνηκε το Ελεύθερο Ελληνικό Κράτος.

Μα από τον εσωτερικό ζυγό, το ζυγό των κοτσαμπάσηδων, δεν μπόρεσε να λευτερωθεί.

Αντίθετα μάλιστα, στη θέση του Τούρκου δεσπότη μπήκε ο Έλληνας κοτσάμπασης, που ως σήμερα ακόμη τυραννεί τον Ελληνικό λαό περισσότερο από τους Τούρκους.

Από τότε ως τη μέρα που οι Γερμανοί κατάχτησαν τη χώρα μας η τάξη των τσιφλικάδων και των πλουσίων εκμεταλλεύονταν και τυραννούσαν τον Ελληνικό λαό.

Όλα τα βάρη του Κράτους τα πλήρωνε ο λαός, ενώ δεν είχε κανένα όφελος απ’ αυτό.

Ο λαός πλήρωνε τους φόρους, ο λαός πλήρωνε τα έξοδα των πολέμων! Ο λαός πλήρωνε τα ξένα δάνεια! Και όμως για όλα αυτά η τάξη των εκμεταλλευτών τίποτα δεν έδινε στον Ελληνικό λαό: ούτε ασφάλεια τού έδινε ούτε περίθαλψη ούτε δικαιοσύνη ούτε εκπαίδευση ούτε τίποτε!

Όταν νικιούμαστε στους πολέμους, όπως στο 1897 και στο 1922, ο Ελληνικός λαός πλήρωνε τα έξοδα.

Μα κι όταν νικούσαμε, όπως στα 1912 -13, πάλι ο λαός πλήρωνε, χωρίς να βλέπει και κανένα όφελος.

Για να τραβήξουν την  προσοχή του λαού από τα ζητήματα της ζωής του, τού ‘λεγαν ένα σωρό ανοησίες. Τού ’λεγαν πως θ’ αναστήσουν το μαρμαρωμένο βασιλιά, πως θα διώξουν τους Τούρκους στην Κόκκινη Μηλιά, πως η Ελλάδα θα γίνει ο ομφαλός του κόσμου και άλλες τέτοιες ανοησίες και ψευτιές.

Μα τώρα πια άλλαξαν τα πράγματα. Σήμερα ο Ελληνικός λαός άνοιξε τα μάτια του και κατάλαβε την αληθινή του κατάσταση.

Ο Ελληνικός λαός έχασε τώρα την εμπιστοσύνη του στην τάξη που τον κυβερνούσε ως σήμερα. Και τώρα ζητά να πάρει ο ίδιος το νοικοκυριό της χώρας του στα χέρια του και να γίνει αφέντης και νοικοκύρης στον τόπο του.

Έτσι και ο σημερινός αγώνας του λαού μας έχει δύο σκοπούς: πρώτα να διώξει τους Γερμανούς καταχτητές και ύστερα να τσακίσει τους αστούς εκμεταλλευτές του.

Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία, συναγωνιστές και συναγωνίστριες, πως ο λαός μας θα νικήσει και στους δυό αυτούς σκοπούς του: Ο γενναίος Κόκκινος Στρατός διώχνει καθημερινά τους φασίστες Γερμανούς από το ρωσικό έδαφος και σε λίγες βδομάδες θα βρίσκεται στην καρδιά της Γερμανίας. Έτσι οι Γερμανοί θα αναγκασθούν να φύγουν από την πατρίδα μας, χτυπημένοι απ’ τους αντάρτες. Μα και το δεύτερό του σκοπό ο λαός μας θα τον πετύχει. Γιατί σήμερα ο λαός μας δεν είναι ο ίδιος, που ήταν στα 1821 και στα κατοπινά χρόνια. Σήμερα έχει συνείδηση της δύναμής του. Σήμερα ο λαός μας ξέρει τι θέλει και ξέρει και πώς να το πετύχει.

Σήμερα πια ο λαός μας δεν παρασύρεται από χίμαιρες και φαντάσματα. Λογαριάζει μόνο τη δύναμή του και τίποτα άλλο.

Πιστός στη λαμπρή ηγεσία του Ε.Α.Μ., είναι βέβαιος πως θα νικήσει και θα σώσει την Ελλάδα και θα την κάμει χώρα ευτυχισμένη».

Αυτά και άλλα πολλά είπε ο συναγωνιστής Στάθης, ο δάσκαλος του Ανταρτικού, στους συγχωριανούς του.

Τα ’λεγε αργά – αργά και χτυπητά, έτσι που κάθε λέξη του πήγαινε ως το βάθος της ψυχής εκείνων που τον άκουγαν.

Όταν τελείωσε, ρώτησε:

– Έχει να ρωτήσει κανείς τίποτα;

Τότε σηκώθηκε από τη θέση του ένας γέρος ως ογδόντα χρονών. Στηρίχτηκε με το χέρι του στο θρανίο και είπε:

– Συναγωνιστή δάσκαλε! Παιδί μου Στάθη!

Δε θα ρωτήσουμε τίποτα. Θέλουμε μόνο να σε ευχαριστήσουμε για τα ωραία και πατριωτικά λόγια που μας είπες.

Κι εμείς ως τώρα ξέραμε πως ο λαός έχει το δίκιο με το μέρος του και πως ο αγώνας του είναι ιερός. Μα εσύ σήμερα μας τα εξήγησες τόσο ωραία και τόσο καθαρά που σ’ όλους μας φαίνεται φως φανάρι πως ο λαός θα νικήσει και η Ελλάδα θα γίνει ευτυχισμένη χώρα».

Ύστερα γύρισε προς τους συγχωριανούς του και είπε:

– Συναγωνιστές! Ακούσατε πόσο ωραία μας μίλησε ο δάσκαλος μας. Πιστέψτε με, συγχωριανοί μου, πως αυτή τη στιγμή ζηλεύω το συναγωνιστή Στάθη. Σήμερα ήθελα να ’μουνα κι εγώ είκοσι χρονών, για να μπορώ να πολεμώ μαζί του στο πλευρό του λαού μας. Δεν υπάρχει πιο όμορφο πράγμα από το να αγωνίζεται κανένας για το λαό του.

Μα εγώ είμαι γέρος. Τα γόνατά  μου δεν αντέχουν! Εσείς όμως, που είστε πιο νέοι από μένα, πρέπει να ριχτείτε όλοι, άντρες και γυναίκες, με ενθουσιασμό στον αγώνα του λαού.

Μόνο όταν ο λαός νικήσει, θα δει η Ελλάδα ευτυχισμένες μέρες. Τότε εγώ θα έχω πεθάνει. Αυτό όμως δεν έχει να κάμει. Τις ευτυχισμένες μέρες θα τις ζήσουν τα παιδιά και τα εγγόνια μας».

Όλοι, που τον άκουαν, ήταν συγκινημένοι. Σε πολλούς είχαν ανεβεί τα δάκρυα στα μάτια.

Στα τελευταία σηκώθηκε και μια μαθήτρια του σχολείου, που είπε:

– Συναγωνιστή δάσκαλε! Εμείς οι μαθητές σας θα σας περιμένουμε να γυρίσετε στο σχολείο μας νικητής, για να μας λέτε ύστερα ιστορίες από τον Αγώνα. Σας ευχόμαστε καλή λευτεριά και καλή νίκη!

Όλη την υπόλοιπη ημέρα οι κάτοικοι του Ανταρτικού τραγουδούσαν τραγούδια του Αγώνα και χόρευαν. Μαζί χόρευε και ο συναγωνιστής Στάθης.

Και όταν την άλλη μέρα έφευγε πάλι για το αντάρτικο, τον ακολούθησαν δεκαπέντε νέοι του χωριού και πέντε κοπέλες, που πήγαιναν κι αυτοί να πολεμήσουν για το λαό.

ΜΙΧ. ΠΑΠΑΜΑΥΡΟΥ, ΜΕΓΑΛΑ ΧΡΟΝΙΑ. Το αναγνωστικό της φυλακής. Ανακοίνωση – Εισαγωγή Χάρης Σακελλαρίου, Κάδμος, Αθήνα 1989

Αφιερώνεται στους αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης 1941 – 1947

«Σελίδες απ’ την Εθνική Αντίσταση και τον ΔΣΕ». Η στήλη παρουσιάζει πτυχές από γνωστά και λιγότερο γνωστά γεγονότα, φιλοξενεί αναμνήσεις αγωνιστών και καταγράφει μικρές και μεγάλες στιγμές, που χαράχτηκαν με αγώνες και αίμα στις χρυσές σελίδες της Εθνικής μας Αντίστασης και του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας.

Σελίδες απ’ την Εθνική Αντίσταση και τον ΔΣΕ: Δείτε τις όλες εδώ.

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: