Ο προσωπιδοφόρος Έλληνας καταδότης που εκτελέστηκε κατά λάθος στο μπλόκο της Κοκκινιάς

Τι μπορεί να συμβεί σ’ έναν προδότη όταν χάσει την «ταυτότητά» του, δηλαδή την κουκούλα του…

Σε αντίθεση με τους Γερμανούς καταχτητές που δεν είχαν λόγο να κρύβουν τα πρόσωπά τους, πολλοί ντόπιοι φασίστες συνεργάτες τους φορούσαν μάσκες-κουκούλες (ή αλλιώς προσωπίδες), όταν συμμετείχαν στο πλευρό των αφεντικών τους σε προδοτικές ενέργειες, όπως για παράδειγμα στα φοβερά και τρομερά μπλόκα στα οποία εκτελέστηκαν χιλιάδες πατριώτες και αγωνιστές. Ο κυριότερος λόγος που οι δοσίλογοι χαφιέδες έκρυβαν την ταυτότητά τους ήταν ότι έτρεμαν το «τιμωρό χέρι» της ΟΠΛΑ, αφού γνώριζαν καλά ότι αν ταυτοποιούνταν η προδοτική δράση με το πρόσωπό τους, τότε ήταν μετρημένες οι μέρες τους…

Δεν αποτελούσε συνήθεια οι Γερμανοί να εκτελούν τους ντόπιους συνεργάτες τους, παρά σε ειδικές περιπτώσεις. Ακόμα όμως κι όταν οφείλεται σε λάθος, όπως στην περίπτωση που παρουσιάζουμε σήμερα, η έλλειψη πρόθεσης δεν μειώνει το αποτέλεσμα: ένας προδότης λιγότερος. Το απροσδόκητο περιστατικό που παρουσιάζουμε σήμερα, καταγράφηκε στο περιοδικό «Ελεύθερα Γράμματα», τον Αύγουστο του 1945, συνέβηκε στο μπλόκο της Κοκκινιάς, στις 17 του Αυγούστου και είναι ενδεικτικό τι μπορεί να συμβεί σ’ έναν προδότη όταν χάσει την «ταυτότητά» του, δηλαδή την κουκούλα του. Όταν ο  προδότης πλησιάζει στη ματωμένη από το αίμα των εκτελεσμένων πατριωτών μάντρα της Κοκκινιάς, για να θαυμάσει το έργο των αφεντικών του βγάζει την κουκούλα, και τότε…

Ο προσωπιδοφόρος Έλληνας καταδότης που εκτελέστηκε κατά λάθος στο μπλόκο της Κοκκινιάς

Έλληνες προσωπιδοφόροι καταδότες και οπλισμένοι ταγματασφαλίτες, πλαισιώνουν οπλισμένο σαν αστακό Γερμανοφασίστα στρατιώτη σε μπλόκο.

Άδειο είναι σήμερα το εργοστάσιο… Από τους 130 μεροκαματιάρηδες, στη δουλειά ήρθανε μόνο 27… Τι νάγινε;

Ζυγώνει η ώρα για δουλειά κι η ανησυχία μεγαλώνει. Ο επιστάτης πηγαινοέρχεται στην είσοδο, κουβεντιάζει με το θυρωρό βγαίνει έξω και κοιτάζει σ’ όλες τις μεριές μήπως έρχεται κανένας… Τίποτα…

Στην αυλή έχουν μαζευτεί οι 27 και συζητάνε… Μιλάνε έντονα, νευρικά, πονετικά… Κάτι έχει γίνει, δε μπορεί… Λείπουν ίσια – ίσια όσοι κάθονται στην Κοκκινιά, Κουτσικάρι, Δραπετσώνα… Μπλόκο θάχουμε πάλι…

Στην ώρα απάνου ήρθε η είδηση… Το κοριτσάκι του Μιχάλη έφτα σε λαχανιασμένο, με ματωμένα τα ξυπόλητα πόδια του και κίτρινο από το φόβο… Μπλόκο…

— Σ’ όλη την έκταση από την οδό Πειραιώς και πέρα. Κοκκινιά – Δραπετσώνα – Κουτσικάρι… Τους μάζεψαν από τα σπίτια και τους κουβάλησαν στην πλατεία τ’ Άη Νικόλα. Τους βάλανε σειρές – σειρές (σε 10 χιλιάδες τους υπολόγισε η μικρή) γονατιστούς κατάχαμα και περιμένουν… Το κλάμα κάλυψε τα λόγια της μικρής…

—Και τώρα;

Σε λίγο έφτασε δεύτερος αγγελιοφόρος… Αγόρι αυτή τη φορά, ο γιος του Στράτου του βαρελά… Σκαστός κι αυτός, ανάμεσα από μπαξέδες και περιβόλια, πηδώντας μάντρες και χαντάκια και κυνηγημένο (του ρίξανε, είπε, δυο τσολιάδες στο ψαχνό καθώς έτρεχε).

—Λέγε μας…

—Στις 4 τη νύχτα ήρθανε δέκα αυτοκίνητα γερμανικά γεμάτα τσολιάδες… Μαζί με χωροφύλακες κι αστυφύλακες περικυκλώσανε όλους τους συνοικισμούς και με μεγάφωνα καλέσανε τον κόσμο να βγει από τα σπίτια και να μαζευτεί στην πλατεία τ’ Άη Νικόλα. Ύστερα μπαίνανε μέσα στα σπίτια και με τα αυτόματα και τα πιστόλια σήκωναν ακόμα και τους άρρωστους απ’ τα κρεβάτια τους. Την ώρα που έφευγα φτάσανε πέντε κούρσες πολυτελείας με ανώτερους Γερμανούς και Έλληνες Αξιωματικούς… Ο κόσμος όλος γονατιστός στην πλατεία περιμένει… Δεν ξέρω τι θα γίνει…

Ο προσωπιδοφόρος Έλληνας καταδότης που εκτελέστηκε κατά λάθος στο μπλόκο της Κοκκινιάς

«Ο κουκουλοφόρος» (Μελάνι σε χαρτί 29×21 εκ.) – Έργο του ζωγράφου και ηθοποιού Μιχάλη Νικολινάκου. Στις 17 του Αυγούστου 1944, τη μέρα που έγινε το μπλόκο, οι ναζί και οι Έλληνες υποταχτικοί τους αναζήτησαν τον Μιχάλη Νικολινάκο που είχε ενεργό συμμετοχή στην Αντίσταση. Όμως δεν μπόρεσαν να τον βρουν, αφού κρύφτηκε μέσα σ’ ένα βαθύ ξεροπήγαδο της Κοκκινιάς. Εκεί έμεινε κλεισμένος για έντεκα ώρες κι έτσι κατάφερε να γλιτώσει την εκτέλεση.

—Τι θα γίνει;

Η κύρια πράξη του δράματος άρχισε στις 10. Οι κατάδικοι γονατιστοί περιμένανε το τέλος τους… Κι οι μασκοφόροι «πατριώτες» περνούσανε μπροστά τους, «συνοδευόμενοι» από ένα Γερμανό και τέσσαρες «Έλληνες» οπλοφόρους ταγματαλήτες κι έναν Γερμανομαθή «Έλληνα αξιωματικό» πούκανε το διερμηνέα.

—Αυτός…αυτός…εκείνος…

Μόλις συμπληρώθηκε η πρώτη πεντάδα, «παρελήφθη» από το Γερμανό και δυο «Έλληνες» κι οδηγήθηκε στη μάντρα, 500 μέτρα πιο πέρα απ’ την πλατεία… Εκεί περίμενε το «εκτελεστικό απόσπασμα». Τους στήσανε στη γωνιά και… τίποτε άλλο δεν ακούστηκε εκτός από μια ριπή πολυβόλου… Το αίμα των αθώων ηρώων έβαψε τούς τοίχους για μια ακόμα φορά, συμβολή στον αγώνα της λευτεριάς…

Θάχανε φτάσει οι «εκτελεσθέντες» στον αριθμό 50 όταν συνέβητε κάτι το πρωτάκουστο. Καθώς ο μασκοφόρος «πατριώτης» τράβηξε έναν όξω από τη σειρά, αυτός έβαλε τις φωνές.

—Ψέματα, λέει… Προδότης και χαφιές είναι…

Η φωνή αντήχησε σα σειρήνα… Κι’ όλοι αρχίσανε να ξαναζωντανεύουν… Ώστε μπορούν και να μιλάνε;

Ο χαφιές ζαλίστηκε… Κοίταξε χαμογελαστά το Γερμανό, έδωσε ένα χαστούκι στον ελεύθερο άνθρωπο που τόλμησε να διαμαρτυρηθεί και σκυλιασμένος φρύαξε…

—Είναι κομμουνιστικό στέλεχος… Έχει και αδελφό γιατρό κομμουνιστή.

Ο προσωπιδοφόρος Έλληνας καταδότης που εκτελέστηκε κατά λάθος στο μπλόκο της Κοκκινιάς

«Ο προδότης», έργο του Αντώνη Πολυκανδριώτη

Μα ο ελεύθερος Έλληνας του απάντησε:

—Πώς με λένε αφού με ξέρεις και πώς λένε τον αδερφό μου;

Ο χαφιές είπε ένα όνομα… ο Γερμανός χαμογέλασε… Κι αμέσως ο μελλοθάνατος, βγάζοντας την ταυτότητά του, έδειξε πως δε λεγόταν έτσι κι ούτε είχε αδερφό γιατρό…

Για την ώρα γλύτωσε ο μελλοθάνατος… παρέμεινε να εξετασθεί πώς είχε γίνει το λάθος»… Από ομοιότητα ίσως…

Η ώρα είναι τώρα 5 απόγευμα… Τα θύματα έχουν φτάσει τους 250 κι οι υπόλοιποι – μετά την πρώτη διαλογή – στέλνονται πεζοί στο Χαϊδάρι προς «εξέτασιν»… Και το ίδιο βράδυ οι πρώτοι 2.000 φορτώνονται για τη Γερμανία… Αφέθηκαν ελεύθεροι μόνο όσοι είναι από 40 χρόνων και πάνω…

Έχει μείνει τώρα γονατιστή η τελευταία σειρά… Κι ο μασκοφόρος «πατριώτης» συνεχίζει το έργο του… Τότε όμως έγινε το μεγάλο, το αναπάντεχο κακό! Καθώς πήγανε την τελευταία πεντάδα στη μάντρα, πήγε μαζί κι ο μασκοφόρος «πατριώτης». Εκεί στη μάντρα πια έβγαλε τη μάσκα – οι νεκροί φυσικά δε μπορούσανε να τον δούνε και μπήκε μέσα να ιδεί ολοκληρωμένο το έργο του… Προχώρησε κοντά στους σωρούς των πτωμάτων και γελαστός θαύμαζε το μεγαλείο της Γερμανίας και του εαυτού του…

Ο προσωπιδοφόρος Έλληνας καταδότης που εκτελέστηκε κατά λάθος στο μπλόκο της Κοκκινιάς

Μπλόκο των Γερμανών. Διακρίνονται οι οπλισμένοι Έλληνες ταγματασφαλίτες, ή ταγματαλήτες, όπως τους αποκαλούσε ο λαός μας. Στο κέντρο Έλληνας προσωπιδιφόρος καταδότης, μπροστά σε ομάδα κρατούμενων πατριωτών.

Ο Γερμανός πολυβολητής – πιστός στην εκτέλεση της υπηρεσίας του – γύρισε το πολυβόλο κι έριξε… Μα αυτή τη φορά οι «εκτελεσθέντες» ήτανε έξι… Το πολυβόλο θέρισε μαζί και τον «πατριώτη». Ο «επιβλέπων» Έλληνας αξιωματικός φώναξε:

—«Μη! Είναι δικός μας!».

Αλλά ήτανε αργά πια… Ο Γερμανός, αφού τέλειωσε τη δουλειά του, απάντησε ψυχρά:

—«Δεν είχε κανένα διακριτικό να τον ξεχωρίσω…»

Νάταν τυχαίο; Ποιος ξέρει… Δεν έχουνε άλλωστε σημασία τέτοια γεγονότα σέ τέτοιες στιγμές. Κι όσο κι αν το «λάθος» του Γερμανού πολυβολητή έφερε σύγχυση και ταραχή στο χαφιεδολόι των «πατριωτών», στην ουσία τίποτα δεν άλλαξε. Άλλος μπήκε στη θέση του και συνέχισε την άλλη μέρα την «εθνική» αυτή αποστολή. Μονάχα στη μνήμη των μελλοθάνατων έμεινε και μένει ζωηρό το επεισόδιο του «μεγάλου κακού» όπως ειρωνικά τ’ ονομάσανε, γιατί τόσο ζωντανά έδειχνε την υστερνή μοίρα του κάθε προδότη… Κι ίσως τώρα, ένα χρόνο ύστερα από την τραγική μέρα, ν’ αξίζει να το θυμίσουμε πάλι σ’ όσους από δαύτους το ξέχασαν… Χρέος, άλλωστε, έχουμε να τιμήσουμε τη μνήμη των ηρώων αγωνιστών που παλέψανε και πέσανε για τη λευτεριά, για την πατρίδα και για την τιμή…

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: