Η συνεργασία των αντιστασιακών κινημάτων στα Βαλκάνια και η συμμετοχή ξένων αγωνιστών στην ελληνική Αντίσταση – Σελίδες απ’ την Εθνική Αντίσταση και τον ΔΣΕ

Ξένοι αντιφασίστες, Σοβιετικοί, Βούλγαροι, Ιταλοί, Γερμανοί, Πολωνοί κλπ. άρχισαν να εντάσσονται στις γραμμές του αντιστασιακού μας κινήματος κυρίως από το καλοκαίρι του 1943, όταν φάνηκε καθαρά πως η χιτλερική Γερμανία είχε πάρει την κάτω βόλτα έχανε πια τον πόλεμο, ενώ το αντιστασιακό μας κίνημα είχε ισχυροποιηθεί σε όλους τους τομείς και στην ύπαιθρο είχε δημιουργηθεί η Ελεύθερη Ελλάδα.

Το Κέντρο Μαρξιστικών Ερευνών και τα περιοδικά «Εθνική Αντίσταση» και «Επιστημονική Σκέψη», οργάνωσαν τον  Οκτώβρη του 1984 4ήμερο Συμπόσιο για την Ιστορία της Εθνικής Αντίστασης. Οι εργασίες του Συμποσίου πραγματοποιήθηκαν στην αίθουσα Συνεδρίων του ΚΚΕ στον Περισσό, στα πλαίσια των εκδηλώσεων για τα 40χρονα της Απελευθέρωσης.

Σκοπός του Συμποσίου ήταν να συμβάλει στην προώθηση της ιστορικής έρευνας γύρω από το μεγάλο και πολύπλευρο έργο της Εθνικής Αντίστασης και το ρόλο του ΚΚΕ σ’ αυτήν.

Βασικά θέματα που αναπτύχθηκαν από Έλληνες και ξένους ιστορικούς και άλλους μελετητές ήταν ο χαρακτήρας του κινήματος της Εθνικής Αντίστασης, το μαζικό κίνημα στις πόλεις, ο ένοπλος αγώνας, το κίνημα της Εθνικής Αντίστασης και η πολιτική των δυνάμεων της αντιχιτλερικής συμμαχίας, η κληρονομιά της Εθνικής Αντίστασης.

Οι εισηγήσεις και οι παρεμβάσεις που παρουσιάστηκαν στο Συμπόσιο εκδόθηκαν από τη Σύγχρονη Εποχή σε τόμο με τον τίτλο «Συμπόσιο για την Ιστορία της Εθνικής Αντίστασης – Κριτική εκτίμηση του μεγάλου έργου της». Από την έκδοση αυτή αντιγράφουμε την εισήγηση του ιστορικού Μήτσου Καΐλα.

Δύο, κυρίως, πλευρές έχει το θέμα που θα προσπαθήσω σύντομα να σας εκθέσω: Το πρόβλημα της συνεργασίας των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων των βαλκανικών λαών και το πρόβλημα της, από κοινού με μας πάλης, πολιτών ξένων εθνικοτήτων, που εντάχθηκαν στις γραμμές του δικού μας εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος και, κυρίως, στις γραμμές του Ελληνικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού μας.

Η πολιτική του ΕΑΜ απέναντι στους συμμάχους του αντιχιτλερικού συνασπισμού καθορίστηκε στο ιδρυτικό του ως εξής: «Εξασφάλιση κατά το δυνατόν μιας συνεργασίας με τους άλλους λαούς, οι οποίοι αγωνίζονται κατά των δυνάμεων του Άξονος και του συντονισμού του αγώνος του Ελληνικού Λαού με τον αγώνα των άλλων ως άνω Λαών».

Και φυσικό ήταν η ηγεσία του κινήματος Αντίστασης να συνεργαστεί, πρώτα απ’ όλα, στενά με τις αντιφασιστικές δυνάμεις των γειτονικών βαλκανικών χωρών, που πολεμούσαν τον ίδιο κατακτητή και με τις οποίες μας συνέδεαν στενοί και μακραίωνοι αγώνες εναντίον του οθωμανικού ζυγού.

Οι περιπτώσεις συνεργασίας και αλληλοβοήθειας που παρουσιάστηκαν ακόμα από την αρχή του αγώνα πολλαπλασιάστηκαν προς το καλοκαίρι του 1943, όταν με την εξασθένιση των δυνάμεων του Άξονα από τις τρομερές απώλειες που είχαν στο Ανατολικό Μέτωπο και την ισχυροποίηση των απελευθερωτικών κινημάτων των Βαλκανίων, γεννήθηκε η ανάγκη συντονισμού της δράσης τους για να δοθούν αποφασιστικότερα χτυπήματα εναντίον των κατοχικών στρατευμάτων.

Το πρώτο ντοκουμέντο που έχουμε σχετικά με το πρόβλημα της συνεργασίας των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων των Βαλκανικών χωρών είναι μια απόφαση που πάρθηκε σε συνάντηση των αντιπροσώπων: του Γενικού Στρατηγείου του Ελληνικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού, Ανδρέας Τζήμας (Β. Σαμαρινιώτης), του Γενικού Επιτελείου του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού των παρτιζάνων και εθελοντών της Αλβανίας (Τζιότζε) και του Γενικού Επιτελείου του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού και των παρτιζάνικων ομάδων Γιουγκοσλαβίας (Σβετοζάρ Μπουκμάνοβιτς-Τέμπο), η οποία έλαβε χώρα στις 25 Ιουνίου 1943 και περιλάβαινε περιληπτικά τα εξής:

«1. Όλοι οι αντιπρόσωποι δέχονται ομόφωνα την πρόταση να δημιουργηθεί ως τις 10 Αυγούστου μόνιμο Γενικό Επιτελείο των Λαϊκών Απελευθερωτικών Στρατών της Βαλκανικής, και κάθε Επιτελείο ως αυτή την ημερομηνία να ορίσει τους δικούς του αντιπροσώπους, οι οποίοι θα μπουν σ’ αυτό το Επιτελείο.

Το Βαλκανικό Επιτελείο πρέπει να αποτελεσθεί από τους πιο ονομαστούς στρατιωτικούς και πολιτικούς αντιπροσώπους, τους οποίους κάθε βαλκανική χώρα θα ορίσει μόνη της. Το Βαλκανικό Επιτελείο θα έχει τους δικούς του, 4 στρατιωτικούς και 4 πολιτικούς αντιπροσώπους, όπως και έναν ορισμένο αριθμό άλλων μελών.

Το Βαλκανικό Επιτελείο θα αναλάβει αμέσως την ηγεσία του αγώνα των Βαλκανικών λαών για την Εθνική Απελευθέρωση και για την εξασφάλιση της λαϊκής κυριαρχίας σε όλες τις Βαλκανικές χώρες».

Ο αντιπρόσωπος του Γενικού Επιτελείου του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού και των παρτιζάνικων ομάδων Γιουγκοσλαβίας Σβετοζάρ Μπουκμάνοβιτς-Τέμπο επιφορτιζόταν με το καθήκον να «συνδεθεί με το Γενικό Επιτελείο των Βουλγάρων ανταρτών και να τους γνωρίσει τις αποφάσεις» της συνάντησης.

Όλοι οι αντιπρόσωποι αναλάμβαναν την υποχρέωση να εξασφαλίσουν με τον ασύρματο αμοιβαία σύνδεση όλων των επιτελείων των Βαλκανίων.

Οι ίδιες συνδέσεις έπρεπε να υπάρχουν και οδικώς για την ανταλλαγή προπαγανδιστικού υλικού.

Εξάλλου ως τις 10 Αυγούστου θα έπρεπε όλοι οι αντιπρόσωποι «να διατηρήσουν σύνδεση μεταξύ τους και να παίρνουν τις αναγκαίες αποφάσεις ως προσωρινό Γενικό Επιτελείο των Βαλκανίων.

Η απόφαση τόνιζε ότι:

  1. «Όλοι οι αντιπρόσωποι ομόφωνα είναι σύμφωνοι να αρχίσει άμεση στρατιωτική και πολιτική συνεργασία στις συνοριακές περιοχές. Η συνεργασία αυτή θα είναι στρατιωτική και πολιτική.

α) Η στρατιωτική συνεργασία πραγματοποιείται σε κοινές στρατιωτικές επιχειρήσεις, που διεξάγονται υπό την ηγεσία κοινού επιτελείου επιχειρήσεων!

Παρακάτω γινόταν λόγος για το καθήκον να μελετήσουν τα ενδιαφερόμενα Στρατηγεία, όλες τις στρατιωτικές και πολιτικές συνθήκες στην περιοχή Καστοριάς-Κορυτσάς-Οχρίδας, για την πλήρη εκκαθάριση αυτής της περιοχής από τους φασίστες κατακτητές και σε περίπτωση ευνοϊκών συνθηκών να αναληφθεί κοινή δράση σ’ αυτόν τον τομέα.

β) «Η πολιτική συνεργασία — αναγράφεται στην απόφαση — θα πραγματοποιηθεί με την εκλαΐκευση της πάλης, την οποία διεξάγουν οι Βαλκανικοί λαοί για την εθνικήν των απελευθέρωση και την αμοιβαία βοήθεια για να ξεσηκωθούν στην πάλη κατά των κατακτητών οι εθνικές μειονότητες που σήμερα ως επί το πλείστον είναι στην υπηρεσία των κατακτητών».

Τέλος όλοι οι αντιπρόσωποι έμειναν σύμφωνοι να βγάλει το Βαλκανικό Επιτελείο κατ’ αρχήν μια διακήρυξη, στην οποία να τονίζεται «ότι όλα τα προβλήματα μεταξύ των Βαλκανικών λαών θα λυθούν στη βάση της αδελφικής συνεργασίας και της αρχής της αυτοδιάθεσης των λαών», και ότι όλα τα καθήκοντα που βγαίνουν από την απόφαση αυτή πρέπει να εκτελεσθούν ως τις 10 Αυγούστου.

Μετά τη συνάντηση αυτή οι αντιπρόσωποι κατευθύνθηκαν προς Νότο και στις αρχές του Ιούλη τους συναντούμε στη Θεσσαλία, όπου και παραβρέθηκαν στη συνδιάσκεψη των ανταρτών του ΕΛΑΣ Θεσσαλίας που έγινε τον Ιούλη, και μίλησαν σ’ αυτήν.

Σε εφαρμογή της απόφασης της 25 Ιούνη 1943 εκδόθηκε μια εγκύκλιος του Γενικού Στρατηγείου του ΕΛΑΣ με τον τίτλο «Συνεργασία μετ’ Αλβανών και Γιουγκοσλάβων» και ημερομηνία 9 Ιούλη 1943, με σχετικές οδηγίες προς τα Στρατηγεία Ηπείρου και Δυτικής Μακεδονίας του ΕΛΑΣ. Η εγκύκλιος κοινοποιήθηκε προς τα Γενικά Στρατηγεία Αλβανίας και Γιουγκοσλαβίας, την Κεντρική Επιτροπή του ΕΛΑΣ και τα Στρατηγεία Θεσσαλίας και Στερεάς Ελλάδας. Η εγκύκλιος υπογραφόταν και από τα τρία μέλη της διοίκησης του Γενικού Στρατηγείου: Στ. Σαράφη, Άρη Βελουχιώτη και Βασ. Σαμαρινιώτη και σ’ αυτήν αναφερόταν ότι:

«Κατόπιν του αναπτυχθέντος πνεύματος συναδελφώσεως μετά των Αλβανών και Γιουγκοσλάβων ανταρτών και της διαπιστωθείσης ανάγκης της πλήρους συνεργασίας των αντάρτικών Στρατών εναντίον των Στρατών κατοχής απεφασίσθη να επιδιωχθεί ο συντονισμός των ενεργειών μας και ο σχηματισμός μελλοντικώς ενός μονίμου Βαλκανικού Γ ενικού Στρατηγείου, όπερ θα δίδει τας γενικός γραμμάς των επιχειρήσεων και θα συντονίζει ταύτας εις όλην την Βαλκανικήν.

Εις εκτέλεσιν των αποφάσεων τούτων — έγραφε παρακάτω η εγκύκλιος του Γ.Σ. — παρακαλούμεν όπως επιδιώξητε την πλήρη συνεργασίαν μετά του Αλβανικού και Σερβικού αντάρτικού Στρατού του ΕΑΜ εις τας περιφέρειας τας γειτνιαζούσας μετ’ αυτών και ειδικώς εις τα περιφέρειας Μπίχλιστας-Γράμμου-Κόνιτσας-Γραμ-πάλας-Καλαμά-Καϊμακτσιλάν-Φλωρίνης-Μοναστηρίου και Γευγελής.

Η συνεργασία αυτή δύναται να επιτευχθεί καλύτερα δια της στενής επαφής και της πλήρους στρατιωτικής συμπράξεως, δια της δημιουργίας κοινών Αρχηγείων ή Υπαρχηγείων, της υπάρξεως αξιωματικών συνδέσμων εναλλάξ και της δημιουργίας κοινών Συγκροτημάτων ακόμη δι’ ισαρίθμων Ελληνικών και Αλβανικών ομάδων ή Ελληνικών και Σερβικών ομάδων.

Η στρατιωτική αυτή συνεργασία αναφέρεται παρακάτω, θέλει επί πλέον συντελέσει εις την ανάπτυξιν ενός απολύτως φιλικού πνεύματος, απαραιτήτου δια την φιλικήν επίλυσιν των τυχόν υπαρχουσών διαφορών κατά το Συνέδριον της Ειρήνης και την δημιουργίαν των προϋποθέσεων εκείνων αίτινες είναι απαραίτητοι δια την εις το μέλλον αδελφικήν διαβίωσιν και συνεργασίαν των Βαλκανικών Λαών».

Μετά την εγκύκλιο αυτή υπογράφηκαν αρκετές συμφωνίες μεταξύ τμημάτων του ΕΛΑΣ των παραμεθόριων περιοχών της χώρας μας και τμημάτων των Λαϊκών Στρατών των άλλων Βαλκανικών χωρών. Σε μας είναι γνωστά δύο τέτοια κείμενα: το Πρωτόκολλο στρατιωτικής συνεργασίας μεταξύ Αρχηγείου Αυλώνας-Αργυροκάστρου (Στάμπι Ελιόρ-Τζιροκάστρ) και 15ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ, που υπογράφηκε στις 13 Δεκέμβρη 1943, και η απόφαση μιας σύσκεψης, που συνήλθε στις 10 Αυγούστου 1943 και στην οποία πήραν μέρος ο αντιπρόσωπος του Απελευθερωτικού Μετώπου Τσαμουργιάς και ο αντιπρόσωπος του Εθνικοαπελευθερωτικού Μετώπου Ελλάδας από το ένα μέρος και ο απεσταλμένος της Περιφερειακής Επιτροπής Αργυροκάστρου του Κομμουνιστικού Κόμματος Αλβανίας από το άλλο, στην οποία μελετήθηκαν τα προβλήματα της αλβανικής μειονότητας στην Ελλάδα και της ελληνικής μειονότητας στην Αλβανία.

Ενδιαφέρον είναι επίσης ένα γράμμα που έστειλε ο Άρης Βελουχιώτης στις 26 Νοέμβρη 1943 προς τον Τζιότζε, μέλος του Επιτελείου του Αλβανικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού και αντιπρόσωπό του στην Πανθεσσαλική Συνδιάσκεψη Ανταρτών του ΕΛΑΣ, με το οποίο ο καπετάνιος του Γ.Σ. του ΕΛΑΣ, αφού δίνει πληροφορίες στον Τζιότζε για τις επιχειρήσεις που διεξάγονται ταυτόχρονα εναντίον των Γερμανών και του ΕΔΕΣ τόνιζε, ότι το 15ο Σύνταγμα της ΥΙΙΙ Μεραρχίας του ΕΛΑΣ αντιμετωπίζει τώρα το βάρος των υπολειμμάτων του Ζέρβα και ζητούσε «α) Να έχουν στενή σύνδεση με τα τμήματα του ΕΛΑΣ και να τα διευκολύνουν σε περίπτωση σύμπτυξης προς τις γραμμές τους, όπως έχουν διαταχθεί και β) να τα ενισχύσουν όσο είναι δυνατό με πυρομαχικά και τρόφιμα, χρεώνοντας τον ΕΛΑΣ, γιατί επί του παρόντος είναι απολύτως αδύνατον από τεχνικούς λόγους να τα ενισχύσουμε εμείς από εδώ». Τέλος ζητούσε να σταλούν με τον ίδιο σύνδεσμο σ’ αυτόν περισσότερες πληροφορίες για το αλβανικό εθνικαπελευθερωτικό κίνημα και τις κινήσεις των Γερμανών στην περιοχή τους.

Αυτά είναι τα ντοκουμέντα που κατορθώθηκε να βρεθούν σχετικά με το πρόβλημα της συνεργασίας των λαϊκοαπελευθερωτικών στρατών. Στην πράξη, αυτή η συνεργασία εκφράστηκε στην πολεμική συνεργασία, στην αλληλοβοήθεια σε πυρομαχικά, τρόφιμα και άλλα είδη και στην υποδοχή και περίθαλψη τμημάτων του Λαϊκού Στρατού της μιας χώρας από τις εθνικοαπελευθερωτικές οργανώσεις και τα τμήματα του Λαϊκού Στρατού της άλλης. Έτσι το Δεκέμβρη του 1943, τρεις σχεδόν Ταξιαρχίες του ΛΑΣ της Γιουγκοσλαβίας, ύστερα από σκληρές μάχες που έδοσαν με τους Γερμανούς και Βούλγαρους φασίστες, πέρασαν στο ελληνικό έδαφος, στην περιοχή της Τζένας για να ξεκουραστούν και ανασυγκροτηθούν: μια ταξιαρχία στο χωριό Πρόμαχοι, μια άλλη στο χωριό Νότια, μαζί με ένα βουλγάρικο παρτιζάνικο τάγμα και ένα μακεδονικό. Ήταν δυνάμεις του Γενικού Αρχηγείου Μακεδονίας και μαζί του ήταν και ο αντιπρόσωπος του Ανώτατου Επιτελείου του ΛΑΣ και των παρτιζάνικων τμημάτων της Γιουγκοσλαβίας και μέλος της ΚΕ του ΚΚΓ Σβετοζάρ Μπουκμάνοβιτς-Τέμπο. Οι οργανώσεις και οι κάτοικοι των χωριών της επαρχίας Καρατζόβας δέχτηκαν με αδελφική αγάπη και εγκαρδιότητα τους συμπολεμιστές ενός σκληρού αγώνα κατά του φασισμού και τους πρόσφεραν άφθονη τροφή, ζεστά καταλύματα, ρούχα, παπούτσια κ.ά.

Ο Γιουγκοσλάβος στρατηγός Αποστόλσκι στο βιβλίο του «Από τη Τζένα (Κόζιουχ Πλανίνα) στο Μπογκομίλα και το Κόζιακ» αναφέρεται στη συνεργασία αυτή και τη βοήθεια που τους πρόσφεραν τα ελληνικά αντάρτικα τμήματα και ο πληθυσμός της περιοχής σε μια δύσκολη αποστολή τους:

«Ο πληθυσμός κάθε χωριού μας υποδεχόταν με μεγάλες τιμές και με επαναστατικά τραγούδια — γράφει. — Στα χωριά που περνούσαμε βρίσκαμε τους κατοίκους συγκεντρωμένους στο δρόμο να μας περιμένουν. Πρόσφεραν στους μαχητές μας τροφή και καπνό, πολλές φορές και ρούχα. Οι συναντήσεις μας με τους κατοίκους των χωριών μετατρέπονταν σε θερμές εκδηλώσεις υπέρ του κοινού αγώνα κατά του φασισμού, υπέρ της ενότητας και φιλίας του ελληνικού λαού με τους λαούς της Γιουγκοσλαβίας».

Εξάλλου ο Βούλγαρος στρατηγός Τρύφων Μπαλκάνσκι στο βιβλίο του «Παρτιζάνικες διεισδύσεις» τονίζει ότι «Χωρίς την υποστήριξη του πληθυσμού, χωρίς τους έμπειρους Έλληνες κομμουνιστές και επονίτες δύσκολα θα φθάναμε στον προορισμό μας…»

Δυο άλλες περιπτώσεις πολεμικής συνεργασίας με τον ΛΑΣ Αλβανίας σημειώθηκαν στις 15-22 Απρίλη 1944 όταν τμήματα του 15 Συντάγματος του ΕΛΑΣ σε συνεργασία με Αλβανούς αντάρτες απέκρουσαν ισχυρές γερμανικές δυνάμεις, που είχαν εκστρατεύσει στην περιοχή Βόρειου Καλαμά από τις κατευθύνσεις Ζίτσα, Δολιανά, Δελβινάκι, Κακαβιά, Μουστρίτσε, Πέπελ και Φιλιάτες και ύστερα από σκληρές συγκρούσεις τις υποχρέωσαν να συμπτυχθούν με σοβαρές απώλειες.

Στην ίδια περιοχή στις 3-10 του Μάη 1944 τμήματα του ίδιου Συντάγματος του ΕΛΑΣ σε συνεργασία με δυνάμεις του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού της Αλβανίας αντιμετώπισαν με επιτυχία στην περιοχή του Καλαμά γερμανικές δυνάμεις 2500 περίπου ανδρών. Έπειτα από επταήμερο αγώνα τα τμήματα του ΕΛΑΣ και του ΛΑΣ Αλβανίας αντεπιτέθηκαν και απώθησαν τους Γερμανούς στις βάσεις τους με σοβαρές απώλειες.

Υπάρχουν και πολλές άλλες περιπτώσεις πολεμικής συνεργασίας των Λαϊκών Απελευθερωτικών Στρατών των βαλκανικών λαών, που δεν είναι δυνατό τώρα να αναφερθούν. Πάντως παρά την απόφαση, την εγκύκλιο του Γ.Σ. του ΕΛΑΣ και τα άλλα ντοκουμέντα που αναφέρθηκαν, η συγκρότηση Βαλκανικού Στρατηγείου δεν πραγματοποιήθηκε. Οι Κεντρικές Επιτροπές του ΚΚΕ, του ΚΚ Γιουγκοσλαβίας δεν έγκριναν τη συμφωνία για τη συγκρότηση Κοινού Βαλκανικού Στρατηγείου που είχαν υπογράψει αντιπρόσωποί τους.

Ωστόσο στο Γιουγκοσλαβικό Επιτελείο στάλθηκε από το Γ.Σ. του ΕΛΑΣ σαν σύνδεσμος ο Βασ. Σαμαρινιώτης.

Η συνεργασία περιορίστηκε μόνο στον τομέα το στρατιωτικό και δεν επεκτάθηκε στον πολιτικό τομέα.

Ωστόσο παρ’ όλο που τα Αντιστασιακά Κινήματα των Βαλκανικών λαών δεν έμειναν σύμφωνα στο πρόβλημα της συγκρότησης Κοινού Γ ενικού Στρατηγείου των Βαλκανικών Λαϊκών Απελευθερωτικών Στρατών, από τις αρχές περίπου του 1944 υπήρχε συνεχής επαφή με το Στρατηγείο των Γιουγκοσλάβων ανταρτών με ασύρματο και γινόταν ανταλλαγή στρατιωτικών πληροφοριών σχετικά με τις κινήσεις των γερμανικών δυνάμεων. Μέσω επίσης του Στρατηγείου του ΛΑΣ της Γιουγκοσλαβίας διαβιβάζονταν τηλεγραφήματα στις κυβερνήσεις των συμμάχων και πληροφορίες που ήθελαν να μεταδοθούν από το ραδιοσταθμό.

Αυτά σύντομα για το πρόβλημα της συνεργασίας των αντιστασιακών κινημάτων των λαών της Βαλκανικής χερσονήσου.

Τώρα θ’ αναφερθούμε σύντομα επίσης στην από κοινού με μας πάλη πολιτών ξένων εθνικοτήτων, που εντάχθηκαν στις γραμμές του εθνικοαπελευθερωτικού μας κινήματος και κυρίως στις τάξεις του ΕΛΑΣ. Αυτοί οι ξένοι αντιφασίστες: Σοβιετικοί, Βούλγαροι, Ιταλοί, Γερμανοί, Πολωνοί κλπ. άρχισαν να εντάσσονται στις γραμμές του αντιστασιακού μας κινήματος κυρίως από το καλοκαίρι του 1943, όταν φάνηκε πλέον καθαρά πως η χιτλερική Γερμανία είχε πάρει την κάτω βόλτα, έχανε πια τον πόλεμο, ενώ το αντιστασιακό μας κίνημα είχε ισχυροποιηθεί σε όλους τους τομείς και στην ύπαιθρο είχε δημιουργηθεί η Ελεύθερη Ελλάδα.

Στη χώρα μας, όπως είναι γνωστό οι χιτλερικοί διατηρούσαν κατά τη διάρκεια του πολέμου ισχυρότατες δυνάμεις. Με την πάροδο, όμως, του χρόνου και τις απώλειες που σημειώνονταν, βασικά στο Ανατολικό Μέτωπο, η πυκνότητα της εχθρικής κατοχής αραίωσε, γιατί σημαντικό μέρος των γερμανικών μάχιμων δυνάμεων αποσύρθηκε από την Ελλάδα και έλαβε την άγουσαν προς το Ανατολικό Μέτωπο για να καλυφθούν οι απώλειες αυτές, ιδιαίτερα μετά την εκμηδένιση της 6ης χιτλερικής Στρατιάς στο Στάλινγκραντ.

Τα κενά που σημειώθηκαν στις δυνάμεις τους στον ελληνικό χώρο οι Γερμανοί προσπάθησαν να τα καλύψουν με άλλους τρόπους: με την επέκταση της ζώνης κατοχής των βουλγαροφασιστικών στρατευμάτων στην Ελλάδα, με τον εξοπλισμό χωριών για την αντιμετώπιση των ανταρτών με τη δημιουργία Ταγμάτων Ασφαλείας από εθελοντές – λούμπεν στοιχεία αλλά και από βίαια επιστρατευμένους Έλληνες πολίτες, όπως και με τον εξοπλισμό άλλων εθελοντικών φασιστικών ένοπλων τμημάτων (Πούλος, ΠΑΟ κλπ), που βοηθούσαν τους χιτλερικούς στην προσπάθειά τους να καταπνίξουν το ένοπλο αντιστασιακό κίνημα.

Για τον ίδιο λόγο, – την κάλυψη των κενών που είχαν δημιουργηθεί – έφεραν στην Ελλάδα και μεγάλα τμήματα της 999 γερμανικής μονάδας, η οποία αποτελούνταν καθαρά από Γερμανούς που δεν ενέπνεαν εμπιστοσύνη. Επίσης έφεραν βίαια επιστρατευμένους Πολωνούς, Γάλλους, Τσέχους και πολίτες άλλων εθνικοτήτων ενταγμένους στα γερμανικά τμήματα, καθώς και σοβιετικούς στρατιώτες που είχαν αιχμαλωτισθεί στο ανατολικό μέτωπο. Τους περισσότερους από τους τελευταίους τους είχαν σε στρατόπεδα αιχμαλώτων και τους χρησιμοποιούσαν σε διάφορες βαριές χειρωνακτικές εργασίες. Δραπέτες αυτών των χιτλερικών στρατοπέδων ήταν και οι πρώτοι σοβιετικοί που προσχώρησαν στα τμήματα του ΕΛΑΣ και που με την πάροδο του χρόνου αποτέλεσαν την πιο ισχυρή ομάδα ξένων αντιφασιστών που πολεμούσαν στο πλευρό του ΕΛΑΣ τους φασίστες κατακτητές.

Η πρώτη ίσως δραπέτευση σοβιετικών αιχμαλώτων στρατιωτών από στρατόπεδο ήταν αυτή της Στυλίδας, επίνειου της Λαμίας στο Μαλιακό κόλπο, που σημειώθηκε το φθινόπωρο του 1942.

Στη Στυλίδα οι Γερμανοί φασίστες είχαν στιβαγμένους στις αποθήκες ελαιών στον Προφήτη Ηλία πάνω από 100 αιχμαλώτους στρατιώτες του Κόκκινου Στρατού. Ζούσαν εκεί σε άθλιες συνθήκες, υποβάλλονταν σε βάρβαρη μεταχείριση και καθημερινά βασανιστήρια από τη φρουρά και χρησιμοποιούνταν σε βαριές εργασίες: φόρτωση και εκφόρτωση κάρβουνου, τροφίμων κλπ. Οι κάτοικοι όταν έμαθαν ότι υπάρχουν εκεί Ρώσοι αιχμάλωτοι προσπάθησαν να βοηθήσουν και βοήθησαν όσο μπορούσαν τους άτυχους μαχητές του ηρωικού Κόκκινου Στρατού, που φάνταζαν στη φαντασία τους σαν οι εκδικητές όλων εκείνων, που πέθαναν από το μαρτύριο της πείνας, βασανίστηκαν, φυλακίστηκαν και εκτελέστηκαν από τους χιτλερικούς κατακτητές.

Αλλά η πυκνή χιτλερική κατοχή δεν επέτρεπε ακόμα αυτή η βοήθεια να εκδηλωθεί πιο αποτελεσματικά. Ίσως όμως η συμπάθεια που τους έδειξαν οι κάτοικοι να όπλισε τους σοβιετικούς αιχμαλώτους με το θάρρος να επιχειρήσουν μια μαζική δραπέτευση. Όμως από τους 50 περίπου που δραπέτευσαν μόνο πέντε ή έξι κατόρθωσαν τελικά να μη συλληφθούν και να ενταχθούν έπειτα από πολλές περιπέτειες στην πρώτη ομάδα του ΕΛΑΣ της περιοχής. Οι ελεύθεροι πια σοβιετικοί δεν ξέχασαν τους συντρόφους τους στην αιχμαλωσία και στις 6 Νοέμβρη 1942 η ομάδα επιχείρησε να απελευθερώσει και τους άλλους αιχμαλώτους. Στη διάρκεια αυτής της επιχείρησης σκοτώθηκε ο σοβιετικός ελασίτης Γκριγκόρι Τσερκάσοφ.

Ένας άλλος από την ομάδα αυτή ο Αλεξέι Νικολάγιεβιτς Γκριμπάνοφ τελικά επέστρεψε στη Σοβιετική Ένωση και τον σκεπάζουν τα χώματα της πατρίδας του. Ο γιός του έγραψε ένα γράμμα πριν τρία χρόνια, ζητώντας τη διεύθυνση του διοικητή του τμήματος του ΕΛΑΣ στο οποίο υπηρετούσε ο πατέρας του, που διατηρούσε ως τις τελευταίες στιγμές του ζωηρές τις αναμνήσεις από τον κοινό αγώνα με τους Έλληνες αντάρτες ενάντια στους φασίστες κατακτητές.

Οι τρόποι που κατέληγαν οι σοβιετικοί αιχμάλωτοι στον ΕΛΑΣ είναι πολλοί. Αν οι παραπάνω δραπέτευσαν από το στρατόπεδο Στυλίδας και βρήκαν άσυλο σε μια από τις πρώτες αντάρτικες ομάδες του ΕΛΑΣ, δέκα άλλοι συνάδελφοί τους είχαν την τύχη να απελευθερωθούν από πολίτες της Αθήνας το Φλεβάρη του 1943 καθώς το τμήμα τους, υπό ισχυρή συνοδεία Γερμανών, περνούσε από την οδό Αθηνάς. Τους παρέλαβαν και τους έκρυψαν οι οργανώσεις και λίγο αργότερα τους φυγάδεψαν στα τμήματα του ΕΛΑΣ Αττικοβοιωτίας. Αρκετοί άλλοι δραπέτευσαν από ένα στρατόπεδο αιχμαλώτων στον Κριμπά Αττικής.

Έτσι σιγά-σιγά δημιουργήθηκαν ολόκληρες ομάδες σοβιετικών στρατιωτών πρώην αιχμαλώτων. Οι ομάδες αυτές αναφέρονται σε γραπτά πολλών σοβιετικών ελασιτών, όπως και σε γραπτά Ελλήνων αγωνιστών της Αντίστασης. Από την Κρήτη ως τα ακρότατα βόρεια σύνορα της Ελλάδας υπηρετούσαν στα τμήματα του ΕΛΑΣ και πολέμησαν, κατά γενική ομολογία, με ηρωισμό εναντίον του κοινού εχθρού, εκατοντάδες σοβιετικοί στρατιώτες, που διέφυγαν από την αιχμαλωσία. Αρκετές είναι οι περιπτώσεις συγκρότησης στα τμήματα του ΕΛΑΣ ξεχωριστών τμημάτων από σοβιετικούς ολόκληρων λόχων και διμοιριών: ο Λόχος Σβομπόντα στο 1/28 Τάγμα της 9ης Μεραρχίας, με διοικητή τον Πιότρ και πολιτικό επίτροπο τον Σιμιόν Λάντμαν, ο ρώσικος Λόχος στο 30 Σύνταγμα της 10ης Μεραρχίας του ΕΛΑΣ, με διοικητή τον Ιβάν Μπαρσουκόφ, έφεδρο υπ/γό, ένας ρώσικος λόχος στο 2ο Σύνταγμα της 2ης Μεραρχίας του ΕΛΑΣ και οι ρωσικές διμοιρίες στον ανεξάρτητο Λόχο του Τάγματος Νοτίου Ολύμπου, στο 2ο Τάγμα του 34 Συντάγματος, μ’ επικεφαλής το Μίσια, στο 6ο Σύνταγμα Κορινθίας και σε άλλα Τμήματα.

Τα στοιχεία που παραθέτουμε στηρίζονται σε αρχειακό υλικό και σε μαρτυρίες σοβιετικών και Ελλήνων συναγωνιστών, που δημοσιεύτηκαν κυρίως στο περιοδικό «Εθνική Αντίσταση», το οποίο τώρα άρχισε να γίνεται γνωστό στο ευρύτατο κοινό. Από τα υλικά του αρχείου υπάρχουν καταστάσεις με τα ονόματα πρώην αιχμαλώτων Ρώσων στρατιωτών που δραπέτευσαν και παρουσιάστηκαν σε διάφορα τμήματα του ΕΛΑΣ. Έτσι μια κατάσταση, που έστειλε στις 14 Οκτώβρη 1944 ο Ανεξάρτητος Λόχος του Τάγματος Νοτίου Ολύμπου σε ανώτερη μονάδα, περιλαβαίνει 20 ονοματεπώνυμα πρώην αιχμαλώτων Ρώσων αξιωματικών, υπαξιωματικών, και στρατιωτών. Στην κατάσταση φαίνεται ο βαθμός τους, το στρατόπεδο από το οποίο απέδρασαν, η ημερομηνία παρουσίασης στο αντάρτικο τμήμα και ο τόπος από τον οποίο κατάγονται.

Σε μια κατάσταση του 50ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ υπάρχουν 9 ονοματεπώνυμα πρώην αιχμαλώτων σοβιετικών στρατιωτών, που παρουσιάστηκαν στις 12 Οκτώβρη 1944 μαζί με 2 αυτόμολους Γερμανούς. Εξάλλου σε μια κατάσταση του 30ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ με ημερομηνία 23/10/44 περιλαμβάνονται 22 Ρώσοι αξιωματικοί, υπαξιωματικοί και στρατιώτες. Οι δυο απ’ αυτούς ήταν μέλη του «Ρούσικου Λόχου» που είχε δημιουργηθεί από το 1943 στο 30 Σύνταγμα και μετά πέρασε στο ΛΑΣ της Γιουγκοσλαβίας, ενώ οι υπόλοιποι είχαν αποδράσει και παρουσιασθεί στον ΕΛΑΣ το Σεπτέμβρη του 1944, συγκροτώντας ένα νέο ρώσικο τμήμα στο 30ό Σύνταγμα.

Ονοματεπώνυμα 68 Ρώσων πρώην αιχμαλώτων, περιλαμβάνονται σε μια άλλη κατάσταση που έστειλε η διοίκηση του 1/28 Τάγματος με ημερομηνία 10 Γενάρη 1945. Τέλος ένα ομαδικό φύλλο πορείας που χορήγησε η I Μεραρχία του ΕΛΑΣ περιλαβαίνει τα ονοματεπώνυμα δύο ομάδων Ρώσων αυτόμολων, που υπηρετούσαν στον ενεργό ΕΛΑΣ, η πρώτη από 31 σοβιετικούς πρώην αιχμαλώτους και η δεύτερη από 15 και τους οποίους συνόδευε σαν διερμηνέας τους κάποιος συναγ. Αγησίλαος Φωτιάδης.

Ασφαλώς την ίδια περίοδο θα στάλθηκαν και πολλές άλλες τέτοιες καταστάσεις με στοιχεία σοβιετικών αιχμαλώτων αλλά δεν μας είναι γνωστές. Από κει θα μπορούσε ασφαλώς να φανεί πόσες εκατοντάδες σοβιετικοί υπηρέτησαν στα διάφορα τμήματα του ΕΛΑΣ. Δεν υπάρχει η δυνατότητα από άποψη χρόνου να αναφέρουμε ονόματα και άλλες λεπτομέρειες από τη δράση των σοβιετικών μαχητών στα τμήματα του ΕΛΑΣ. θα αναφέρουμε μόνο τμήματα στα οποία υπηρέτησαν σοβιετικοί αντιφασίστες. Στα τμήματα της Πελοποννήσου 6ο Σύνταγμα, 11ο Σύνταγμα, 12ο Σύνταγμα. Στα τμήματα της Στερεάς Ελλάδας στο 36ο και στο 42ο Συντάγματα της 13ης Μεραρχίας και στο 2ο, 34ο και 7ο Συντάγματα της 2ης Μεραρχίας του ΕΛΑΣ. Στη Θεσσαλία σε όλα τα τμήματά της καθώς και σε όλα τα τμήματα των μεραρχιών της Μακεδονίας. Ακόμα και στο φρούριο της Κρήτης, όπως ονόμαζαν οι χιτλερικοί την Κρήτη, σοβιετικοί πρώην αιχμάλωτοι στρατιώτες κατατάχθηκαν και υπηρέτησαν στα τμήματα του ΕΛΑΣ.

Πολλοί είναι οι σοβιετικοί στρατιώτες που έχυσαν το αίμα τους στη δική μας γη για ν’ ανατείλει η Λευτεριά και στη δική τους και στη δική μας πατρίδα. Είναι θαμμένοι σε κοινούς τάφους με τα δικά μας παλικάρια. Δυστυχώς λίγα ονόματα είναι γνωστά. Στο χωριό Κάτω Κορυφή είναι θαμμένοι ο δεκανέας Αλεξέι Αμπάτιεφ, από το Ροστόφ και ο στρατιώτης Βασίλη Λιπάτοφ, από το Μαρλαμπίλ της Ρωσίας. Υπηρετούσαν στο 2/30 Τάγμα του ΕΛΑΣ και έπεσαν εκεί σε μάχη με τους χιτλερικούς στις 26 Γενάρη 1944. Στην Αγιά Τριάδα της Καλοσκοπής Παρνασσίδας είναι θαμμένοι με 30 ακόμα Έλληνες αγωνιστές δύο Ρώσοι μαχητές ο Ιβάν Μιχάιλοβιτς και ο Αλεξέι Ζιμαγκόριεφ, που σκοτώθηκαν στις 5 Γενάρη 1944. Ένας ακόμη σοβιετικός είναι θαμμένος μαζί με τα παλικάρια που έπεσαν στη μάχη της Καρούτας, είχε το ψευδώνυμο «Κομσομόλ». Δυο άλλοι που τα ονόματά τους δεν κατόρθωσα να εξακριβώσω σκοτώθηκαν στα Βίλλια Αττικής. Πολλοί άλλοι σοβιετικοί μαχητές πέθαναν στην αιχμαλωσία και θάφτηκαν σε διάφορες περιοχές της χώρας: από την Κρήτη ως την Μακεδονία. Ας είναι αιώνια η μνήμη τους κι ελαφρό το χώμα της πατρίδας μας που τους σκέπασε.

Δείτε ακόμα:

Σελίδες απ’ την Εθνική Αντίσταση και τον ΔΣΕ: Σοβιετικοί μαχητές του ΕΛΑΣ που θυσιάστηκαν στον αγώνα ενάντια στο φασισμό

Εκτός από σοβιετικούς αντιφασίστες στα τμήματα του ΕΛΑΣ προσχώρησαν και αγωνίστηκαν κάτω από τις ίδιες σημαίες του αντιφασισμού και πολλοί Βούλγαροι αυτόμολοι από τα βουλγαρικά τμήματα κατοχής και πολέμησαν με ηρωισμό εναντίον των Βουλγάρων και των Γερμανών φασιστών. Σύμφωνα με έκθεση της διοίκησης του Β’ Βουλγάρικου Σώματος Στρατού μόνο κατά την περίοδο από αρχές Μάη έως τα τέλη Αυγούστου 1944 «εγκατέλειψαν τις μονάδες τους χωρίς άδεια» 114 άνδρες, από τους οποίους οι 58 προσχώρησαν στον ΕΛΑΣ, οι 46 φέρονται σαν «αγνοούμενοι» και μόνο δέκα επέστρεψαν. Το πέρασμα Βουλγάρων στρατιωτών στα τμήματα του ΕΛΑΣ συνεχίστηκε με αποτέλεσμα να συγκροτηθούν και απ’ αυτούς ξεχωριστά τμήματα σε πολλές μονάδες τους ΕΛΑΣ.

Για τη συμμετοχή όμως των Βουλγάρων αντιφασιστών στην ελληνική αντίσταση ακούσαμε χθες ειδική παρέμβαση του αγαπητού συναγωνιστή Παντελέι Στέρεφ, υποδιευθυντή του Βαλκανιολογικού Ινστιτούτου της Σόφιας και γι’ αυτό δεν θα αναφερθώ εκτενέστερα.

Από τους Πολωνούς, που είχαν βίαια στρατολογηθεί και ενταχθεί στο γερμανικό στρατό πολλοί ήταν εκείνοι που λιποτάκτησαν, κατέφυγαν στον ΕΛΑΣ και από τις γραμμές του πάλεψαν κατά των Γερμανών φασιστών: στην Πελοπόννησο, στη Στερεά Ελλάδα, στη Δυτική και Κεντρική Μακεδονία. Αρκετοί από τους Πολωνούς πολεμώντας έπεσαν σε διάφορες μάχες που έδωσαν τα τμήματα του ΕΛΑΣ με τους χιτλερικούς.

Από τις τάξεις των αντιπάλων στρατευμάτων επίσης είναι αρκετοί εκείνοι που προσχώρησαν στις γραμμές τους ΕΛΑΣ. Ιταλοί αντιφασίστες άρχισαν να προσχωρούν με τον οπλισμό τους σε τμήματα του ΕΛΑΣ πριν ακόμα η Ιταλία συνθηκολογήσει και η προσχώρηση δυνάμωσε στις παραμονές και μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας. Σε πολλά τμήματα της Στερεός Ελλάδας, της Ηπείρου, της Θεσσαλίας και της Μακεδονίας οι Ιταλοί αντιφασίστες έδειξαν εξαιρετική ανδρεία και αντοχή στις κακουχίες και τα δεινά του πολέμου.

Στον ΕΛΑΣ προσχώρησαν και πολλοί Γερμανοί αντιφασίστες. Πολλούς Γερμανούς εκτέλεσαν τα στρατεύματα κατοχής στην Αθήνα, στην Κρήτη και αλλού, επειδή διατηρούσαν επαφή με τις αντιστασιακές οργανώσεις. Πολλοί Γερμανοί αντιφασίστες υπηρετώντας στον ΕΛΑΣ σκοτώθηκαν στις μάχες εναντίον των φασιστών κατακτητών. Την άνοιξη του 1944 από μια ομάδα 10 Γερμανών αντιφασιστών, με επικεφαλής έναν λοχία με το ψευδώνυμο «Ίκαρος», που υπηρετούσε στο Επιτελείο του 68ου Γερμανικού Σώματος Στρατού συγκροτήθηκε στην έδρα του Γενικού Στρατηγείου του ΕΛΑΣ μια οργάνωση Γερμανών αντιφασιστών και στα τέλη του Ιούνη δημιουργήθηκε η Αντιφασιστική Επιτροπή με την ονομασία «Ελεύθερη Γερμανία», κατά το πρότυπο των Επιτροπών που είχαν ιδρυθεί στη Σοβιετική Ένωση και σε άλλες χώρες.

Το Γ.Σ. του ΕΛΑΣ με διαταγή του συνιστούσε στις μονάδες του ΕΛΑΣ να βοηθήσουν το έργο αυτής της Επιτροπής ολόπλευρα. Η Επιτροπή «Ελεύθερη Γερμανία» ανάπτυξε αξιόλογη διαφωτιστική δουλειά στις γραμμές των μονάδων του γερμανικού στρατού (με προκηρύξεις, τρικ, αφίσες, γράμματα Γερμανών αντιφασιστών στρατιωτών και ομιλίες με τηλεβόες προς τους άνδρες γερμανικών τμημάτων. Καλά αποτελέσματα είχε η δουλειά της Επιτροπής «Ελεύθερη Γερμανία» στους στρατιώτες της 999 γερμανικής μονάδας που αναφέραμε.

Αρκετά από τα μέλη της Επιτροπής πήραν μέρος σε επιχειρήσεις εναντίον γερμανικών δυνάμεων, όπως λ.χ. ο Γκέρχαρτ Ράινχαρτ, που με τα συνθήματα που μετέδιδε με τον τηλεβόα συντέλεσε στην παράδοση ενός γερμανικού τμήματος, που είχε εγκατασταθεί αμυντικά σε κάποιο νησί του Μαλιακού.

Όλοι οι ξένοι αγωνιστές, που υπηρέτησαν στα τμήματα του ΕΛΑΣ, διατηρούν ζωηρή την ανάμνηση του ιερού αγώνα που διεξήγαγαν μαζί με τους Έλληνες αντάρτες στα ελληνικά βουνά, έχουν για τιμή τους που συνέχισαν τον αγώνα κατά του φασισμού στο πλάι των δοξασμένων παλικαριών του ΕΛΑΣ. Όλοι αυτοί οι ξένοι αντιφασίστες εκφράζουν την πεποίθηση, ότι η φιλία των λαών μας, που δέθηκε με αίμα στην πάλη κατά του φασισμού θα δυναμώνει και τώρα στον αγώνα για την ειρήνη σε όλο τον κόσμο.

«Σελίδες απ’ την Εθνική Αντίσταση και τον ΔΣΕ». Η στήλη παρουσιάζει πτυχές από γνωστά και λιγότερο γνωστά γεγονότα, φιλοξενεί αναμνήσεις αγωνιστών και καταγράφει μικρές και μεγάλες στιγμές, που χαράχτηκαν με αγώνες και αίμα στις χρυσές σελίδες της Εθνικής μας Αντίστασης και του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας.

Σελίδες απ’ την Εθνική Αντίσταση και τον ΔΣΕ: Δείτε τις όλες εδώ.

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: