Η Συνθήκη της Λωζάνης (24 Ιουλίου 1923) – Η τελευταία πράξη του ποντιακού δράματος

Χρέος ο αγώνας για την καθολική αναγνώριση της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου. Για να αποδοθεί, επιτέλους, η δικαιοσύνη για ένα από τα εγκλήματα του τουρκικού κράτους, το οποίο παραμένει προκλητικά ατιμώρητο.

Έχει περάσει ένας αιώνας από τον αφανισμό των  Ελλήνων του Πόντου και της Μικράς Ασίας και σήμερα, με την απαραίτητη χρονική απόσταση, μπορούμε να αντιληφθούμε τα γεγονότα μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο –  ιστορικό και πολιτισμικό – της εποχής.    

 Το Ποντιακό Ζήτημα αποτέλεσε μέρος του γενικότερου Ανατολικού Ζητήματος. Η κυριαρχία της λογικής των κρατών και των συμφερόντων τους, που αγνόησε την Ιστορία, την ταυτότητα και τη θέληση των λαών στον τρόπο  λύσης του Ανατολικού Ζητήματος, επιφύλαξε στον ποντιακό λαό την ίδια τύχη που επιφύλαξε σε έναν άλλο ιστορικό λαό της περιοχής, τους Αρμένιους. Από το 1908 – αρχή του ρατσιστικού κινήματος  των Νεότουρκων – αλλά ειδικότερα από το 1916 μέχρι το 1923, ο ποντιακός λαός, εξαιτίας της εθνικής και πολιτιστικής του ταυτότητας, έγινε αντικείμενο σφαγής, βασανισμών, διώξεων, εκτοπίσεων, εκτελέσεων, γενοκτονίας. 

Οι διώξεις, οι δολοφονίες,  οι σφαγές,  οι εκτοπισμοί, η προσφυγιά είναι αλληλουχία γεγονότων, ευθύνης και εγκληματικών σφαλμάτων των μεγάλων δυνάμεων της εποχής, αλλά και των μικρότερων, που ενεπλάκησαν σε μεγάλης κλίμακας πολιτική και στρατιωτική αναδιοργάνωση του Κόσμου μετά την κατάρρευση των μεγάλων αυτοκρατοριών. 

Οι γενοκτονίες έχουν τις ρίζες τους στον επιθετικό εθνικισμό που αναπτύχθηκε στην Ευρώπη από τα τέλη του 18 αι. Συγκλονιστικές ιστορίες  εστιάζονται στα καταιγιστικά γεωπολιτικά γεγονότα που προκάλεσαν τις τραγωδίες οικογενειών και κοινοτήτων. 

Οι κοινωνικές δυνάμεις που συμμάχησαν, για να εξοντώσουν τον ποντιακό λαό και τις ανερχόμενες εκείνη την περίοδο αστικές, κοινωνικές δυνάμεις  ήταν οι περιθωριακές μάζες των πόλεων και των χωριών και το μεγαλύτερο μέρος του οθωμανικού, στρατιωτικογραφειοκρατικού κατεστημένου.  Αντιπροσωπευτικές φιγούρες αυτής της κοινωνικής συμμαχίας είναι ο σφαγέας του ποντιακού λαού της Κερασούντας, Τοπάλ Οσμάν, η “ύαινα του Πόντου”, οι Τσέτες και ο  Κεμάλ. Ο Κεμάλ έφτασε στην περιοχή με πρόθεση και σχέδιο την κάμψη της αντίστασης των Ποντίων και την εξόντωσή τους.      

Οι εκτοπίσεις, μια συγκαλυμμένη μορφή εξόντωσης, ακόμα και με το «δίκαιο» του πολέμου δεν νομιμοποιούνται. Ελληνικός στρατός δεν υπήρχε στον Πόντο και οι περιοχές που έγιναν εκτοπίσεις δεν είχαν στρατιωτική σπουδαιότητα. 

Οι διαθέσεις των Τούρκων εναντίον των χριστιανικών μειονοτήτων στην Οθωμανική Αυτοκρατορία δεν άρχισαν με την σφαγή τους. Πριν από τις μαζικές γενοκτονίες , η ιδέα του αφανισμού είχε βρει φιλοξενία στον τόπο, στα καφενεία, στις διακρίσεις, τις διαμαρτυρίες, μέχρι που έφτασε στο έγκλημα.

 Πρέπει να τονίσουμε την γερμανική επιρροή. Την εθελοτυφλία της Γερμανίας και της Αυστροουγγαρίας για τις επικείμενες σφαγές την ανεκτή στάση που βοήθησε στο τουρκικό έργο της καταστροφής των Χριστιανών. Ο στόχος των Γερμανών ήταν να αποκτήσουν εδάφη στην Ανατολία για μελλοντικές μαζικές εγκαταστάσεις τους. Η Γερμανία κατασκεύασε τη σιδηροδρομική γραμμή της Βαγδάτη,  σημαντικό έργο για τη δημιουργία της νέας Γερμανικής Αυτοκρατορίας, που θα εκτεινόταν από το Αμβούργο έως τον Περσικό Κόλπο. 

Οι ανώτερες τάξεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, θορυβημένες από την παρακμή της, υιοθέτησαν «αντιχριστιανικές» προκαταλήψεις και οι φοβίες της μεσαίας τάξης εκτονώθηκαν πάνω στις μειονότητες. Κι έτσι μέσα στην κοινωνία ο εχθρός υπήρχε πριν ονομαστεί.  Η πολιτική συγκυρία του έδωσε όνομα και τον πρόσφερε στο πλήθος.

 Δυστυχώς και ο πολιτικός κόσμος έθεσε πάνω από το ανθρώπινο χρέος το υλικό συμφέρον του. Εχθροί και Σύμμαχοι της Ελλάδας, όταν η πλάστιγγα έγειρε προς το μέρος της Τουρκίας, βιάστηκαν να κλείσουν συμμαχία με τον Μουσταφά Κεμάλ, για να μπορέσουν να αποκτήσουν την εύνοιά του και μεγαλύτερες πολιτικές παραχωρήσεις.

Η πολιτική μεταστροφή των Ιταλών και Γάλλων και η μυστική συνθήκη φιλίας, οικονομικής και στρατιωτικής βοήθειας των Ρώσων με τον  Μουσταφά Κεμάλ ήταν τα τελειωτικά χτυπήματα στους αγώνες και τα όνειρα του ποντιακού Ελληνισμού. Οι σύμμαχοι της Ελλάδας την πρόδωσαν. Μείνανε  οι Άγγλοι.  Αλλά και αυτοί  συνεργάστηκαν πλησιάζοντας τον Κεμάλ, για να μπορέσουν να περισώσουν ένα μέρος από τα προνόμια που αιώνες κρατούσαν στα χέρια τους. 

Έτσι, οι Τούρκοι χωρίς να υπολογίζουν τους συμμάχους των Ελλήνων – Άγγλους,  Γάλλους, αποτελείωσαν ό,τι άφησαν στην πρώτη φάση των διωγμών. Με την επικράτηση του Κεμάλ δεν φοβούνταν  και έσπερναν παντού  τον θάνατο…

Γραπτές μαρτυρίες αποκαλύπτουν τους μηχανισμούς του φασισμού, του εθνικιστικού πυρετού της νομιμοποίησης της εθνοκάθαρσης με αχαλίνωτη βία. Η ρητορική που είχαν  υιοθετήσει οι Νεότουρκοι από τα τέλη του 19 ου αι. και μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο –  ο Μουσταφά Κεμάλ  είχε κερδίσει τον τουρκικό λαό –  είχε οξύνει προκαταλήψεις που ήταν ήπιες στα χρόνια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας «για την νέα καθαρή Τουρκία». Η βία που είχε σχεδιαστεί ψυχρά και υπό όρους «από πάνω»,  εκδηλώθηκε με φανατισμό, με αυθαιρεσία και ακρότητες «από τα κάτω».  

Οι ηγέτες των Νεοτούρκων , η τριανδρία των πασάδων – Εμβέρ, Τζεμάλ, Ταλαάτ – είχαν από την αρχή ένα μαζικό, ενιαίο σχέδιο για τον εκτουρκισμό της Ανατολίας. «Η Τουρκία για τους Τούρκους» , ήταν μια σύλληψη που δημιούργησε ένα προηγούμενο για το πως ένα καθεστώς, μπορεί να κάνει γενοκτονία με πολιτικούς όρους και να αποφύγει τη λογοκρισία.

Η συνθήκη της Λωζάνης του 1923 σε ορισμένα μέρη της αναφέρει ότι «διακανόνισε τα ζητήματα της ανταλλαγής των πληθυσμών». Για τον ποντιακό λαό όμως δεν υπήρξε καμία ανταλλαγή μετά το 1923, ούτε ειρηνική έξοδος από τη χώρα του. 

Ο αριθμός των Ποντίων που εξοντώθηκαν με διάφορες βάρβαρες μορφές, σύμφωνα με υπάρχοντα στοιχεία και υπολογισμούς , φτάνει τις 353.000. Η γενοκτονία θα έπαιρνε μεγαλύτερες διαστάσεις, αν ο ποντιακός λαός δεν αντιστεκόταν ένοπλα στην προσχεδιασμένη πολιτική της εξαφάνισης του. Όπως και τα θύματα του αρμενικού λαού ήταν λιγότερα εκεί που υπήρξε ένοπλη αντίσταση.  

Η ποντιακή έξοδος κατευθύνθηκε προς τη Ρωσία, Βόρεια και Λατινική Αμερική, Μέση Ανατολή, Ευρώπη. Το μεγαλύτερο μέρος τους, όμως ήρθε στην Ελλάδα. Δεν υπήρξε ούτε επιστροφή, ούτε ανταλλαγή με τους όρους και τις έννοιες που θέλει η εξαρτημένη ελληνική κρατική λογική μετά το 1923. 

Το μεγαλύτερο μέρος των περιουσιών του ελληνικού πληθυσμού κατασχέθηκαν από την τουρκική ως «εγκαταλελειμμένης» και κατά συνέπεια «ανήκουσας στο κράτος». Οι ιδιοκτησίες δημεύτηκαν αυθαίρετα με απόφαση των δικαστηρίων, με το σκεπτικό ότι οι ιδιοκτήτες τους ήταν «φυγάδες».

Η ανταλλαγή των πληθυσμών ήταν για τους Τούρκους η πραγματοποίηση της δικής τους Μεγάλης Ιδέας, «της Τουρκίας για τους Τούρκους». Και η επούλωση του δικού τους τραύματος από τους Βαλκανικούς Πολέμους και το διαμελισμό της Αυτοκρατορίας.

Τα βάσανα των προσφύγων δεν τελείωσαν με την αναχώρηση τους από τα τουρκικά εδάφη. Πριν την άφιξη τους στην Ελλάδα, αλλά και όταν έφτασαν εδώ, σε έναν τόπο εξουθενωμένο από πολέμους και διχασμούς και αφιλόξενο στους ξεριζωμένους ανθρώπους, έζησαν έναν εφιάλτη, τον εγκλεισμό τους σε στρατόπεδα και καταυλισμούς. Όσοι επιβίωσαν από αυτήν την «υποδοχή» στην μητέρα – πατρίδα πάλεψαν για πολλά χρόνια να ανεχθούν την καχυποψία και να κερδίσουν την εμπιστοσύνη των Ελλαδιτών και δούλεψαν σκληρά για να ξαναρχίσουν τις ζωές τους. 

Σήμερα, 100 περίπου χρόνια μετά το Ποντιακό ολοκαύτωμα, ζουν στην Ελλάδα 1.500.000 περίπου Έλληνες Ποντιακής καταγωγής. 

Ενσωματωμένοι λειτουργικά στην Ελληνική κοινωνία και κατέχοντας σημαντικές θέσεις σ’ όλους του κλάδους της πνευματικής, επιστημονικής και επαγγελματικής ζωής της χώρας.

Στις χώρες της τέως Σοβιετικής Ένωσης και τις εξορίες της Σιβηρίας ζουν ακόμη 1.000.000 Έλληνες Πόντιοι, από τους οποίους οι 500.000 διατηρούν με περηφάνια την Ποντιακή μητρική τους γλώσσα. Άλλο μισό εκατομμύριο Ποντίων βρίσκεται διεσπαρμένο σε Αυστραλία, Αμερική, Ευρώπη και Αφρική.

Δίπλα σ’ αυτούς στέκονται, με μια αξιοπρέπεια κερδισμένη από τον πόνο, χιλιάδες Πόντιοι της Τουρκίας, που με χαρακτηριστικό πείσμα διατηρούν, ως ζωντανή θύμηση της καταγωγής τους, την Ποντιακή γλώσσα. Κάποιοι υποστηρίζουν και τη θρησκεία τους, κρυφά, μέσα στα σπίτια τους.

Εθνική ευθύνη & ενότητα

Η μακραίωνη και περιπετειώδης ιστορική πορεία του Ποντιακού Ελληνισμού παραμένει διαρκής πρόκληση εθνικής ευθύνης και εθνικής ενότητας. Υπόμνηση εθνικής αυτογνωσίας και πρόσκληση ενεργοποίησης της ιστορικής μνήμης.        Γιατί, λαοί χωρίς ιστορική μνήμη είναι δέντρο χωρίς ρίζες.  Λαοί, πού ξεχνούν το παρελθόν τους είναι «καταδικασμένοι» να το επαναλάβουν, με ακόμα μεγαλύτερες καταστροφές. Κάτι για το οποίο, βεβαίως, ουδείς ξένος θα ευθύνεται…

Η συναγωγή μαρτυριών και βιωμάτων αποτελούν  απαραίτητα εργαλεία ιστορικής αναφοράς. Στις προσωπικές ιστορίες περιγράφονται η κατάρρευση μιας ζωής, αλλά και όλης της Κοινότητας. Η απώλεια τόπων και τρόπων ζωής , της αξιοπρέπειας, της ταυτότητας, το δράμα του ξεριζωμού. Καταγράφεται η εμπειρία του αντάρτικου, της αντίστασης και της ελπίδας του Ποντιακού ελληνισμού απέναντι στην τραγική του μοίρα.

Τα δεινά των Ελλήνων του Πόντου, των ανθρώπων, των οικογενειών, των μικρών και μεγάλων κοινοτήτων  συγκροτούν ανείπωτες τραγωδίες, βαθιά τραύματα, αδιανόητες ανατροπές ζωής και ύπαρξης, εκπατρισμούς από εστίες προαιώνιες, ταπεινωτική προσφυγιά σε μια αφιλόξενη, μυθοποιημένη, μητέρα πατρίδα. 

Δύο συνθήκες μπορούν να επιτρέψουν την ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ενός λαού και να αποτρέψουν την τελική του εξαφάνιση: η βαθιά γνώση της ιστορίας, των πολιτικοκοϊστορικών λόγων που καθόρισαν την εξέλιξη και σημερινή του κατάσταση και  η αναγνώριση από την μεριά της Διεθνούς Κοινότητας για τα αδικήματα και εγκλήματα που διαπράχθηκαν σε βάρος αυτού του λαού. 

Αυτά τα δυο στοιχεία αποτελούν αυτά καθ´εαυτά επιβεβαίωση και εγγύηση του δικαιώματος ενός λαού στην ύπαρξη και τη  συνέχειά του. 

Οι μνήμες, οι διηγήσεις, η μετάδοση της γλώσσας από τις προηγούμενες στις νέες γενιές των Ποντίων, ο χορός, το τραγούδι, το θέατρο δεν επαρκούν από μόνα τους, για να διατηρήσουν και να αναπτύξουν την ποντιακή συνείδηση και ταυτότητα. Όχι μόνο δεν αρκούν για να καθορίσουν την ταυτότητα του, αλλά αναπαράγονται και ως  αλλοτριωμένες μορφές. 

Οι μαρτυρίες διηγούνται την εμπειρία του αντάρτικου, της αντίστασης και της ελπίδας του Ποντιακού ελληνισμού, τον ξεριζωμό του, την εποποιία της επιβίωσης, της ακμής του στις αρχαίες του κοιτίδες. Παραμένει πάντα η ανάγκη και η υποχρέωση της Μνήμης. Είναι μια διαρκής διαδικασία να θυμάσαι, να ξανακοιτάς, να αναζητάς ερμηνείες. 

Η γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου πρέπει να αναγνωριστεί παγκοσμίως, για να καταγραφεί η ιστορική αλήθεια, για να μην ξανασυμβούν τα ίδια, για να τιμηθεί η μνήμη των εκατοντάδων χιλιάδων νεκρών και για να συμφιλιωθούν              οι ίδιοι οι Τούρκοι με την ιστορία τους.

Η διεκδίκηση του δικαιώματος στη μνήμη έχει μια μεγάλη απελευθερωτική δυναμική που ξεπερνά την ποντιακή διάσταση.

Η πολιτική της λήθης ευνοεί τις δυνάμεις που σε επίπεδο εθνικό, περιφερειακό και διεθνές – στην Ελλάδα, την Ανατολική Μεσόγειο, την Ευρώπη – επιδιώκουν να οικοδομήσουν νέες νομιμοποιημένες μορφές εξουσίας επάνω στην κατεστραμμένη μνήμη και ταυτότητα των ατόμων, των πολιτών, των λαών. 

Όσο δεν παίρνουμε πολιτική θέση οι Τούρκοι θα συνεχίζουν το καταστρεπτικό τους έργο:                                                                                                                                            

– Παραχάραξη της Ιστορίας , καταστροφή των πολιτισμών, ληστεία των λαών , παραμόρφωση μιας περιοχής στην οποία τουλάχιστον γεννήθηκε ένας από τους περισσότερο πλούσιους πολιτισμούς της Ανατολικής Μεσογείου.                                       

Και                                                                                                                                                                    

– Επανάληψη και συνέχεια της πολιτικής των βιαιοτήτων, των εκτοπίσεων   της εθνοκτονίας ενάντια στον δικό μας λαό στην Κύπρο και στον ιστορικό κουρδικό λαό.

Η τρισχιλιόχρονη ελληνική παρουσία στην Μικρά Ασία και τον Πόντο που διαμόρφωσε ιστορικά και πολιτισμικά ολόκληρη την περιοχή διακόπηκε βίαια με την καταλυτική συμβολή των ευρωπαϊκών δυνάμεων. Γι΄ αυτό είναι και δικό τους χρέος ο αγώνας για την καθολική αναγνώριση της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου. Για να αποδοθεί, επιτέλους, η δικαιοσύνη για ένα από τα εγκλήματα του τουρκικού κράτους, το οποίο παραμένει προκλητικά ατιμώρητο.

Ιωάννα ΚΩΤΣΙΑΒΡΑ

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: