“Δεν υπήρχε χρόνος να τους δικάσουμε” – Η σφαγή της Bodo League στη νότια Κορέα

Με την ανοχή ως και την επιδοκιμασία των αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων, η νοτιοκορεατική κυβέρνηση διέταξε την εκτέλεση δεκάδων ως εκατοντάδων χιλιάδων κομμουνιστών και συμπαθούντων, λίγες μέρες μετά το ξέσπασμα του πολέμου της Κορέας.

Για σχεδόν τέσσερις δεκαετίες, οι κυβερνήσεις της Νότιας Κορέας – ως επί το πλείστον στρατιωτικές χούντες – κατόρθωναν να κρατήσουν μυστικό ένα από τα χειρότερα εγκλήματα στην ιστορία της χώρας. Οι επιζήσαντες απειλούνταν με βασανιστήρια ή ακόμα και θάνατο αν μιλούσαν, ενώ το στίγμα του κομμουνιστή ή του φιλοκομμουνιστή συχνά ήταν αρκετό για να αποτρέψει οποιονδήποτε αυτόπτη μάρτυρα από την αποκάλυψη της αλήθειας. Όταν όμως από τη δεκαετία του 1990 και μετά τα πτώματα άρχισαν να ξεθάβονται από μαζικούς τάφους, ήταν πλέον αδύνατον να αγνοηθεί τόσο η ύπαρξη, όσο και η έκταση της μαζικής σφαγής κομμουνιστών και συμπαθούντων, όχι ή πρώτη, ούτε η τελευταία, μια σίγουρα μια από τις πιο μαζικές στα πλαίσια του πολέμου της Κορέας, αλλά και της προσπάθειας καταστολής του κομμουνιστικού κινήματος στο νότο. Όπως συμβαίνει συχνά σε τέτοιες περιπτώσεις, ο αριθμός των θυμάτων είναι δύσκολο να υπολογιστεί με ακρίβεια, με τις ελάχιστες εκτιμήσεις να κάνουν λόγο για 60000 θύματα και άλλες να ανεβάζουν τον απολογισμό σε 200000. 

Στις αρχές του 1950, λίγους μήνες πριν ξεσπάσει ο πόλεμος της Κορέας δηλαδή, ο αυταρχικός πρόεδρος της Νότιας Κορέας Σίνγκμαν Ρι είχε ήδη κλείσει στη φυλακή 30000 κομμουνιστές, ενώ 300000 ύποπτοι ως “συνοδοιπόροι” είχαν εγγραφεί με τη βία σε ένα πρόγραμμα “αναμόρφωσης” με τον τίτλο “Ένωση του Μπόντο” (Bodo League), που είχε ιδρυθεί από Κορεάτες νομικούς οι οποίοι είχαν συνεργαστεί τα προηγούμενα χρόνια με τους Ιάπωνες, oι οποίοι είχαν υπό κατοχή την κορεατική χερσόνησο από το 1910 ως το 1945. Στο πρόγραμμα αυτό φαίνεται να εξωθήθηκαν να συμμετάσχουν ακόμα και μη κομμουνιστές, προκειμένου να εκπληρωθούν οι αριθμητικοί στόχοι που είχαν τεθεί από το καθεστώς.

 Στις 27 Ιούνη, δυο μέρες αφότου είχε ξεκινήσει ο πόλεμος της Κορέας με την προέλαση του Λαϊκού Στρατού υπό την ηγεσία του Κιμ-Ιλ Σουνγκ προς τη Ν. Κορέα, ο Ρι διέταξε όσους συνδέονταν με τη Bodo League ή το Νότιοκορεατικό Εργατικό Κόμμα να εκτελεστούν. Η διαταγή αυτή άρχισε να εκτελείται από την επόμενη μέρα, στις 28 Ιούνη, τόσο από τον υποχωρούντα νοτιοκορεατικό στρατό, όσο και από διάφορες αντικομμουνιστικές συμμορίες. Οι εκτελέσεις γίνονταν χωρίς καμία δίκη, ενώ ο Κιμ Τάε Σουν, επικεφαλής της μητροπολιτικής αστυνομίας της Σεούλ, ομολόγησε ότι εκτέλεσε προσωπικά τουλάχιστον 12 κομμουνιστές ή υπόπτους για κομμουνιστικές συμπάθειες. Μετά την ανακατάληψη της Σεούλ από τις νοτιοκορεατικές δυνάμεις το Σεπτέμβρη του 1950, 30000 άνθρωποι εκτελέστηκαν ως συνεργάτης της ΛΔΚ.
O αμερικανικός στρατός, που είχε ως γνωστόν εμπλακεί στον πόλεμο λίγες μέρες μετά την έναρξη του, είχε σαφή γνώση των γεγονότων και σε κάποιες περιπτώσεις είχε αποδεδειγμένα δώσει τη συγκατάθεσή του στις σφαγές. Αμερικανοί αξιωματικοί κατέγραψαν και φωτογράφησαν εκτελέσεις πολιτικών κρατουμένων, ακόμα και ενός κοριτσιού 12 ως 13 ετών. Σε μια άλλη περίπτωση, μάρτυρες είδε 40 ανθρώπους να δέρνονται με όπλα μέχρι να σπάσει η μέση τους πριν εκτελεστούν, ενώ σε ένα παραθαλάσσιο χωριό τα θύματα δέθηκαν χειροπόδαρα πριν πεταχτούν στο νερό για να πνιγούν. Ο Νοτιοκορεάτης ναύαρχος Ναμ Σανγκ-Ούι ομολόγησε πως είχε δώσει την εντολή 200 άνθρωποι να πεταχτούν στη θάλασσα, με την δικαιολογία πως “Δεν υπήρχε χρόνο να τους δικάσουμε”. Τα τεκταινόμενα μεταφέρθηκαν τόσο στην αμερικανική κυβέρνηση, όσο και στον στρατηγό Ντάγκλας Μακάρθουρ, επικεφαλής της αποστολής του ΟΗΕ (στην πραγματικότητα των συμμάχων των ΗΠΑ, ανάμεσά τους και η Ελλάδα), όπου αντιμετωπίστηκαν ως “εσωτερική υπόθεση”, χωρίς να γίνει οποιαδήποτε προσπάθεια παρέμβασης για να σταματήσει το μακελειό. Αντίθετα, είναι καταγεγραμμένες περιπτώσεις Αμερικανών αξιωματικών που ενθάρρυναν τις εκτελέσεις πολιτικών κρατουμένων για να μην πέσουν στα χέρια του εχθρού. Όσο για τα αδιάψευστα στοιχεία του εγκλήματος, αρχειοθετήθηκαν από την αμερικανική κυβέρνηση ως απόρρητα και άρχισαν να αποχαρακτηρίζονται δεκαετίες αργότερα.
Στην πόλη Μπουσάν, ο στρατιωτικός σύμβουλος των ΗΠΑ Ρόλινς Έμερικ, μετέφερε στους ανωτέρους του πως ο συνταγματάρχης Κιμ Τσονγκ – Γον σκόπευε να εκτελέσει 3500 αιχμαλώτους με την υποψία των φιλοκομμουνιστικών αισθημάτων. Ο ίδιος φέρεται να τον παρότρυνε να “περιμένει μέχρι να γίνει πιο κρίσιμη η κατάσταση”, εν τέλει ωστόσο περίπου 10000 άνθρωποι εκτελέστηκαν δια τουφεκισμού, αφού πρώτα οδηγήθηκαν εκτός πόλης. Σε μια σειρά σφαγές που ακολούθησαν, οι δυνάμεις των ΗΠΑ φαίνεται όχι απλά να ανάέχτηκαν, αλλά και να υποβοήθησαν τους δολοφόνους, για παράδειγμα με την ενίσχυση σε όπλα και εφόδια παραστρατιωτικών οργανώσεων όπως οι Δυνάμεις Αυτοάμυνας Ganghwa.
Μετά την έκταση που άρχισαν να λαμβάνουν οι εσωτερικές αναφορές για τις σφαγές και σε άλλες χώρες – συμμάχους των ΗΠΑ, ιδιαίτερα τη Βρετανία, ο υπουργός εξωτερικών για θέματα Άπω Ανατολής των ΗΠΑ Ντιν Ρασκ διαβεβαίωσε τη βρετανική κυβέρνηση πως οι Αμερικανοί διοικητές “έκαναν ό,τι μπορούσαν για να σταματήσουν αυτές τις αγριότητες”. Οι βρετανικές δυνάμεις, χωρίς φυσικά να δημοσιοποιήσουν ή να εμμείνουν στο ζήτημα, φαίνεται ότι σε κάποιες περιπτώσεις προχώρησαν σε μεμονωμένες διασώσεις πολιτών από βέβαιη εκτέλεση, ενώ σε μία περίπτωση παρεμπόδισαν εκτέλεση καταλαμβάνοντας τον τόπο που αυτές λάμβαναν χώρα.
Μετά από μισό και πλέον αιώνα προσπάθειας διαγραφής της ιστορίας, μόλις το 2005 η τότε κυβέρνηση της Ν. Κορέας αποφάσισε να ιδρύσει τη λεγόμενη “Επιτροπή Αλήθειας και Συμφιλίωσης”, το προσωπικό της οποίας άρχισε να παίρνει συνεντεύξεις από αυτόπτες και συγγενείς των θυμάτων, ενώ ξεκίνησαν και συστηματικές προσπάθειες ανεύρεσης των μαζικών τάφων, όπως το 2008 όταν αρχαιολόγοι έφεραν στο φως σκελετούς 3000 περίπου εκτελεσθέντων σε εγκαταλελειμμένο ορυχείο κοβαλτίου στην πόλη Νταεγκού.
Ο Λι Τάε – Τζουν, που έχασε τον ξάδερφο και παιδικό του φίλο σε μία από αυτές τις εκτελέσεις, περιέγραφε με αφορμή αυτή την ανακάλυψη τα χρόνια που είχαν μεσολαβήσει ως “πολύ δύσκολα”, αφού “μετά τον πόλεμο [της Κορέας], η παραμικρή υπόνοια πως η οικογένειά σου είχε αριστερές συμπάθειες σε άφηνε εκτεθειμένο στην εχθρότητα και το μίσος”, προσθέτοντας πως “Η καρδιά μου ραγίζει στ’αλήθεια όταν σκέφτομαι πως όλο αυτό το μακελειό έγινε χωρίς καμία δικαστική διαδικασία, κι από τις δικές μας δυνάμεις”.
Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: