Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) και αγροτικές κινητοποιήσεις: Όταν τα ευρωενωσιακά εργαλεία καταλήστευσης των βιοπαλαιστών αγροτών αποκαλύπτονται

Ο αγώνας των αγροτών στην Ελλάδα και σε όλη την Ευρώπη βάζει κάθε κατεργάρη στον πάγκο του – Άρθρο της Ευρωκοινοβουλευτικής Ομάδας του ΚΚΕ και του Αγροτικού Τμήματος της ΚΕ του Κόμματος

Σε Γερμανία, Γαλλία, Βέλγιο, Ισπανία, Πορτογαλία, Ρουμανία και βεβαίως στην Ελλάδα οι αγρότες βγήκαν μαζικά στον δρόμο με δίκαια αιτήματα και πολύμορφες κινητοποιήσεις. Μεγαλειώδεις αγροτικοί αγώνες καταγράφονται, με τα τρακτέρ να ζώνουν έως και τα κτίρια της ΕΕ, ανάμεσά τους και το Ευρωκοινοβούλιο.

Εκεί, στον «τόπο του εγκλήματος», όπου τον Οκτώβρη του 2020 ψηφίστηκε η «νέα» Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) 2021 – 2027 από τους ευρωβουλευτές της ΝΔ, του ΣΥΡΙΖΑ, του ΠΑΣΟΚ και του κόμματος του Βελόπουλου (Ελληνική Λύση), οι οποίοι σήμερα παραμυθιάζουν τους αγρότες ότι είναι στο πλευρό τους.

Ολοι τους από κοινού, στα μακρινά, ήσυχα και φιλόξενα σαλόνια των Βρυξελλών και του Στρασβούργου, τα έβρισκαν σαν «Ευρωπαίοι πολιτικοί» – συνεταιράκια, αφήνοντας στην άκρη τους προεκλογικούς σκυλοκαβγάδες για τα επιμέρους, που αξιοποιούν για να κρύψουν την κοινή στράτευσή τους με την πολιτική υπέρ των μονοπωλίων και τους επιζήμιους αντιλαϊκούς στόχους της.

Ολοι τους πλην ΚΚΕ, που όχι μόνο καταψήφισε την ΚΑΠ στην Ολομέλεια του Ευρωκοινοβουλίου αλλά αποδείκνυε έγκαιρα με τις ανακοινώσεις του ότι η νέα ΚΑΠ «βάζει ακόμα περισσότερα εμπόδια στην επιβίωση των βιοπαλαιστών αγροτών, στην παραμονή τους στο χωράφι και στον στάβλο τους»1 και αποκάλυπτε την πολιτική της «πράσινης μετάβασης» που φέρνουν τα λόμπι.

Αμαρτωλή στρατηγική με προϊστορία

Η αγροτική παραγωγή στον καπιταλισμό είναι ενσωματωμένη στο εμποροβιομηχανικό και τραπεζικό κεφάλαιο. Τα μονοπώλια της μεταποίησης και της εμπορίας καθορίζουν τι, πόσο, πώς και πού θα παραχθεί με κριτήριο την κερδοφορία τους.

Μονόδρομος για την ανταγωνιστικότητα των ευρωενωσιακών μονοπωλίων, σε σχέση με τους ανταγωνιστές τους (μονοπώλια ΗΠΑ, BRICS κ.λπ.), είναι η συγκέντρωση, είτε άμεσα είτε μέσω των διαφόρων «συλλογικών σχημάτων» (π.χ. ομάδες παραγωγών, διεπαγγελματικές οργανώσεις κ.λπ.) της παραγωγής και σε μια πορεία της γης και του αγροτικού κεφαλαίου, ώστε να δημιουργούνται οι λεγόμενες «οικονομίες κλίμακας», να αξιοποιούνται στην παραγωγή τα τεχνολογικά επιτεύγματα που μπορούν να τους εξασφαλίσουν καλύτερους όρους κερδοφορίας.

Σε αυτό το έδαφος συναποφασίζεται από τις κυβερνήσεις της ΕΕ και υλοποιείται η Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ). Ολες οι μέχρι σήμερα αναθεωρήσεις της (1968 – «Manshlot», 1988, 1992 – «Ray Mac Sharry», «Ατζέντα 2000», 2003/2004 – «Νέα ΚΑΠ», ΚΑΠ 2007 – 2013, ΚΑΠ 2013 – 2020 και ΚΑΠ 2021 – 2027) επέφεραν τις απαραίτητες προσαρμογές με βάση τις ανάγκες των μονοπωλιακών ομίλων.

Μπορούμε εδώ να ανατρέξουμε στο παρελθόν και να θυμηθούμε τις επιδοτήσεις για θάψιμο των οπωροκηπευτικών, τις ποσοστώσεις στο γάλα, στη ζάχαρη, μια σειρά από άλλους περιορισμούς σε προϊόντα. Ετσι χτυπήθηκαν ολόκληροι κλάδοι στην Ελλάδα, όπως η παραγωγή ζάχαρης και η τευτλοκαλλιέργεια, όπου και υποδομές υπήρχαν και τεχνογνωσία και ένα μεγάλο ποσοστό των αναγκών καλυπτόταν από την παραγωγή, ενώ οι δυνατότητες ανάπτυξής της ήταν σημαντικές.

Αλλά και η αγελαδοτροφία, που φτάσαμε σήμερα οι ανάγκες σε αγελαδινό γάλα – ένα βασικό προϊόν διατροφής για τα λαϊκά στρώματα και συστατικό για τα γαλακτοκομικά – να καλύπτονται σχεδόν αποκλειστικά από εισαγωγές καθώς έχουν απομείνει ελάχιστες, στην πλειοψηφία τους καπιταλιστικές εκμεταλλεύσεις, ενώ το κτηνοτροφικό κεφάλαιο έχει μειωθεί κάθετα.

Αντίθετα, τα μεταποιητικά μονοπώλια του κλάδου, μια χούφτα στο σύνολό τους, «ανθούν», η κερδοφορία τους καλά κρατεί. Το ίδιο και η «εξωστρέφειά» τους με πωλήσεις γιαουρτιού και άλλων προϊόντων σε όλα τα μήκη και πλάτη της Γης και με επενδυτικά σχέδια εξαγωγής κεφαλαίων σε ΕΕ, Αμερική, Ασία κ.α.

Στην ουσία, ΚΑΠ σημαίνει διεθνοποιημένος καπιταλισμός και ελευθερία για το κεφάλαιο να αυξάνει τα κέρδη του. Γι’ αυτό, από τα πρώτα κιόλας βήματά της, έχει δώσει στα μεταποιητικά και εμπορικά μονοπώλια τη δυνατότητα να εξασφαλίζουν την απαραίτητη πρώτη ύλη απ’ όπου τους συμφέρει καλύτερα, παράλληλα με την ευχέρεια να συμπιέζουν τις τιμές στα προϊόντα των αγροτών, να καθορίζουν υψηλές τιμές στην κατανάλωση και τελικά να εκτοξεύουν τα μονοπωλιακά υπερκέρδη τους.

Εργαλεία της ΚΑΠ – μαζί με την άρση των «εμποδίων» στην «ελευθερία» κίνησης κεφαλαίου και εμπορευμάτων – είναι και οι διάφοροι κανονισμοί, που με επιστημονικοφανή μανδύα διευκολύνουν σε αυτήν την κατεύθυνση. Οπως, για παράδειγμα, τα πρότυπα προδιαγραφών της ΕΕ για την παραγωγή αγροτικών και μεταποιημένων προϊόντων (π.χ. χρήση σκόνης γάλακτος στα γαλακτοκομικά προϊόντα, αλλαγές στους τρόπους κατεργασίας με χρήση προσθέτων – συντηρητικών, πλαίσιο φυτοπροστασίας, χρήση γενετικά τροποποιημένων κ.λπ.).

Στο συγκεκριμένο «μενού» περιλαμβάνονται και διακρατικές συμφωνίες με «τρίτες» χώρες (π.χ. από Ασία, Λατινική Αμερική κ.λπ., πρόσφατα με την Ουκρανία) για τη διευκόλυνση εισαγωγής αγροτικών προϊόντων, που σε πολλές χώρες της ΕΕ έχουν βγάλει τους αγρότες «από τα ρούχα τους». Σημειώνουμε εδώ ότι η Ευρωκοινοβουλευτική Ομάδα του ΚΚΕ με συνέπεια καταψηφίζει αυτές τις συμφωνίες.

Μπαγιάτικα επιχειρήματα για να «βγουν λάδι» η ΚΑΠ και η ΕΕ

Εχει μπαγιατέψει το επιχείρημα των υπόλοιπων κομμάτων ότι δήθεν ψηφίζουν την ΚΑΠ γιατί δίνει τις ενισχύσεις στους αγρότες και έτσι τους διασφαλίζεται ένα εισόδημα. Την ψηφίζουν με κριτήριο την κερδοφορία των μονοπωλίων που λυμαίνονται το βιος του ατομικού αγροτοπαραγωγού, πατώντας πάνω και στις άμεσες ενισχύσεις που εντείνουν την καταλήστευσή του. Γιατί οι επιδοτήσεις είναι η άλλη όψη του νομίσματος των τιμών, ακόμα και κάτω του κόστους, που επιβάλλουν οι εμποροβιομήχανοι στα προϊόντα των αγροτών.

Η μορφή τους αλλάζει με κριτήριο το καλύτερο ξεζούμισμα των ατομικών αγροτοπαραγωγών, όσο αυτοί παραμένουν στην παραγωγή. Με τις αναθεωρήσεις της περιόδου από το 1992 έως και το 2003, που ξεσήκωσαν θύελλα αντιδράσεων και μεγάλες αγροτικές πανελλαδικές κινητοποιήσεις με τη μορφή μπλόκων, η ΚΑΠ προώθησε την αποσύνδεση της επιδότησης από την παραγωγή, με επιπτώσεις τη μεγαλύτερη εγκατάλειψη καλλιεργούμενων εκτάσεων και τη μείωση των εκμεταλλεύσεων.

Την ίδια στιγμή, βέβαια, τα κόμματα που ψήφιζαν αυτήν την πολιτική των αποσυνδεδεμένων ενισχύσεων, δεν είχαν κανένα πρόβλημα να συκοφαντούν τους αγρότες όταν κινητοποιούνταν ότι δήθεν «θέλουν να κάθονται και να παίρνουν επιδοτήσεις».

Σήμερα πάλι οι δυνάμεις αυτές κάνουν πως δεν ακούνε τα αιτήματα των αγροτών για εγγυημένες από το κράτος τιμές, που να καλύπτουν το κόστος παραγωγής, να εξασφαλίζουν εισόδημα επιβίωσης στον αγρότη, αλλά και φθηνά προϊόντα στη λαϊκή κατανάλωση.

Ενώ πετάνε την μπάλα στην εξέδρα σε ό,τι αφορά τη μείωση των ενισχύσεων που φέρνει η νέα ΚΑΠ, με πρώτο και καλύτερο τον υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, ο οποίος έριξε όλο το ανάθεμα στη διοίκηση του ΟΠΕΚΕΠΕ, λες και την είχε διορίσει κάποια άλλη κυβέρνηση και όχι αυτή της ΝΔ. Μιλάμε για μεγάλες μειώσεις στη βασική ενίσχυση, που δεν πρόκειται να αντισταθμιστούν από τις υπόλοιπες ενισχύσεις, όταν αυτές εξοφληθούν.

Συνολικά το κονδύλι θα είναι μειωμένο ονομαστικά 10%, στην πραγματικότητα πολύ παραπάνω εξαιτίας του πληθωρισμού και ειδικά σε τομείς όπως η ελαιοκαλλιέργεια, η καλλιέργεια σταφίδας κ.ά., όπου είχαν κατοχυρωθεί υψηλές τιμές ιστορικών δικαιωμάτων και τώρα μειώνονται εξαιτίας της λεγόμενης «σύγκλισης» που επιταχύνει η τρέχουσα ΚΑΠ.

Είναι κάλπικο το επιχείρημα που προβάλλει μεταξύ άλλων και ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, ο οποίος δίνει τα ρέστα του στην υπεράσπιση της ΚΑΠ, ότι δήθεν δεν ευθύνεται αυτή για τα προβλήματα που έχουν οι Ελληνες αγροτοπαραγωγοί και ότι επηρεάζει μόνο τους αγρότες της υπόλοιπης ΕΕ που έχουν μεγαλύτερες εκμεταλλεύσεις.

Οι κινητοποιήσεις όμως σε όλη την Ευρώπη αναδεικνύουν – όπως και στην Ελλάδα – ως μείζον πρόβλημα την εκτόξευση του κόστους παραγωγής και την τεράστια διαφορά που σημειώνεται στις τιμές των προϊόντων από το χωράφι και τον στάβλο μέχρι το ράφι. Το κόστος παραγωγής δεν το καθορίζουν οι αγρότες αλλά τα μονοπώλια, ενεργειακά, βιομηχανικά, τραπεζικά κ.λπ., που έχουν «ξεσαλώσει» από την «ελευθερία» που τους εξασφαλίζουν οι ευρωενωσιακές κατευθύνσεις, τις οποίες συναποφασίζουν και υλοποιούν οι κυβερνήσεις.

Η ΚΑΠ, βέβαια, ρητά δεν απαγορεύει το αφορολόγητο πετρέλαιο στους αγρότες, που είναι μια παράμετρος του κόστους. Ομως, ήταν το ΠΑΣΟΚ, το κόμμα του κ. Ανδρουλάκη, μαζί ασφαλώς με τον ΣΥΡΙΖΑ και τη ΝΔ που το 2016 έκοψαν – ψηφίζοντας όλοι μαζί το 3ο μνημόνιο – την επιστροφή του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στο αγροτικό πετρέλαιο για να κρατηθούν οι «δημοσιονομικές ισορροπίες» και να μην κινδυνεύσει «η ευρωπαϊκή πορεία της χώρας». Την ίδια ώρα, αύξαναν το σχετικό κονδύλι για εφοπλιστές και άλλα κοινωνικά παράσιτα.

Μια πλευρά του αυξημένου κόστους, που συνδέεται άμεσα με την ΚΑΠ, είναι η λεγόμενη «πράσινη μετάβαση» που ενσωματώνεται στις στοχεύσεις της. Ετσι, φτάσαμε τα μονοπώλια των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας να διαθέτουν πάμφθηνο ρεύμα, έχοντας τοποθετήσει φωτοβολταϊκά και ανεμογεννήτριες σε κάθε ραχούλα της Ελλάδας (στα 3 λεπτά/κιλοβατώρα κυμαίνεται η χονδρεμπορική τιμή) και την ίδια στιγμή να το πουλάνε πανάκριβα.

Από 7 λεπτά/κιλοβατώρα το αγροτικό ρεύμα το 2020 έχει φτάσει σήμερα πάνω από 13 λεπτά. Επίσης, τα λεγόμενα «οικολογικά σχήματα» της νέας ΚΑΠ συνεπάγονται επιπλέον έξοδα για τους αγρότες για συμβουλές από γεωπόνους, κατάθεση φακέλου κ.λπ.

Γι’ αυτό και ήταν πληρωμένη η απάντηση των αγροτών ότι «δεν μας συμφέρει να καλλιεργούμε» στις πρόσφατες εξαγγελίες της Κομισιόν για επέκταση της απαλλαγής τους από την αγρανάπαυση για έναν επιπλέον χρόνο. Μέτρο – κοροϊδία, που εξυπηρετεί μόνο πολύ μεγάλου μεγέθους εκμεταλλεύσεις, την ίδια στιγμή που για τον πόλεμο στην Ουκρανία αποφασίστηκε να κατευθυνθούν επιπλέον 50 δισεκατομμύρια από τη φορολογική αφαίμαξη των λαών της ΕΕ.

Δεν έχει καμία βάση το επιχείρημα που ακούγεται ότι δήθεν ο ΕΛΓΑ και οι αποζημιώσεις που δίνονται στους αγρότες για ζημιές είναι θέματα άσχετα από την ΕΕ. Καταρχάς να θυμίσουμε ότι μια σειρά από αποζημιώσεις του ΕΛΓΑ κρίθηκαν από την ΕΕ ως «παράνομες κρατικές ενισχύσεις» και όλες οι κυβερνήσεις από το 2010 και μετά, είτε με ΝΔ είτε με ΣΥΡΙΖΑ είτε με ΠΑΣΟΚ, διαβουλεύονταν με την Κομισιόν για το πώς θα γίνει η «ανάκτησή» τους.

Επιπλέον, οι Κανονισμοί 702/2014 για τις Κρατικές Οικονομικές Ενισχύσεις και 1408/2013 για τις ενισχύσεις de minimis, που όπως αναφέρουν στο προοίμιό τους είναι «συνακόλουθοι με την ΚΑΠ», το μόνο που προβλέπουν για τις επιπτώσεις των φυσικών καταστροφών στους αγρότες είναι ένα «βοήθημα» και όχι αποζημίωση για απώλειες αγροτικού κεφαλαίου και ανασύσταση της παραγωγής.

Στην ουσία, πρόκειται για ορισμένα ψίχουλα που δίνονται με καθυστέρηση σε περιπτώσεις μεγάλων καταστροφών, ενώ υπόκεινται σε σημαντικούς γενικούς, ειδικούς περιορισμούς και ασφυκτικούς όρους και προϋποθέσεις.

Τέλος, σε ό,τι αφορά την ασφάλιση της αγροτικής παραγωγής, αυτό που προβλέπει η ΚΑΠ είναι η ανταποδοτικότητα και η επιδότηση ενός μέρους του ασφαλίστρου των αγροτών, που εφόσον «το επιθυμούν» μπορούν, στη λογική της ατομικής ευθύνης, να ασφαλίζονται στα κοράκια της ιδιωτικής ασφάλισης. Πρόκειται για μέτρο που έχει εξαγγείλει ότι θα υιοθετήσει η κυβέρνηση της ΝΔ, η οποία έχει στα σκαριά σχέδιο για ακόμα μεγαλύτερη αφαίμαξη των αγροτών μέσω των εισφορών τους στον ΕΛΓΑ.

Στην ίδια λογική κινούνται και οι προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ για όριο στην κρατική χρηματοδότηση όσο οι εισφορές των αγροτών. Αυτό είναι σε γενικές γραμμές το πλαίσιο της ΕΕ για τις αγροτικές αποζημιώσεις. Δεν θα αναφερθούμε εδώ στην πολιτική της για την πρόληψη των επιπτώσεων των φυσικών καταστροφών, όπου και εκεί δίνει ρέστα η λογική κόστους – οφέλους.

Τέρμα τα ψέματα λοιπόν!

Ο αγώνας των αγροτών στην Ελλάδα και σε όλη την Ευρώπη βάζει κάθε κατεργάρη στον πάγκο του.

Το ΚΚΕ μπορεί να κοιτάει τους αγρότες στα μάτια, επειδή είναι το μόνο κόμμα που πήγε κόντρα σε όλες τις εκδοχές των αυταπατών για «καλύτερες μέρες», «περισσότερα χρήματα» και «μεγαλύτερες αγορές» μέσα από μια «ευρωπαϊκή» αγροτική πολιτική. Προειδοποίησε για τις συνέπειες της ΚΑΠ, πρωτοστάτησε με τα μέλη και τα στελέχη του στην πάλη να δοθεί οργανωμένη απάντηση από τους βιοπαλαιστές γεωργούς, κτηνοτρόφους, μελισσοκόμους και αλιείς, αλλά και στην αλληλεγγύη στον δίκαιο αγώνα τους από όλο τον λαό, που εξουδετερώνει τον κοινωνικό αυτοματισμό των κυβερνήσεων.

Προπάντων, όμως, οι βιοπαλαιστές ατομικοί αγροτοπαραγωγοί μπορούν να εμπιστεύονται το ΚΚΕ γιατί με την πολιτική και τη δράση του φωτίζει την προοπτική, την πραγματική διέξοδο από το βάσανο της επιβίωσης, το άγχος της καθημερινής αναμέτρησης με τους κινδύνους και τις φυσικές καταστροφές, τον βραχνά του εισοδήματος που μικραίνει και του κόστους παραγωγής που μεγαλώνει.

Με την κοινωνικοποιημένη μεγάλη παραγωγή, το κρατικό εμπόριο, τη συνδεδεμένη συνεταιριστική παραγωγή, μπορεί ο αγροτοπαραγωγός να προστατευτεί από τις καταστροφές, από τις σκληρές συνθήκες της δουλειάς στην ύπαιθρο, να ανέβει συνολικά το βιοτικό επίπεδο της αγροτικής οικογένειας, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα φτηνά και ποιοτικά τρόφιμα για όλο τον λαό.

Παραπομπή

1. Ανακοίνωση της Ευρωκοινοβουλευτικής Ομάδας του ΚΚΕ 1/11/2020, https://www.rizospastis.gr/story.do?id=10988503

Ευρωκοινοβουλευτική Ομάδα και Αγροτικό Τμήμα της ΚΕ του ΚΚΕ

 

Αναδημοσιεύεται από τον Ριζοσπάστης του Σαββατοκύριακου 10-11/2/2024

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: