“Η δικιά μου η πυρκαγιά είναι η καλύτερη!…”

ΦΑΚΟΣ ΕΡΥΘΡΑΣ ΕΠΑΦΗΣ

Ν’ ακούς έναν πρωθυπουργό, που έχτισε προφίλ κι επένδυσε στο παρατσούκλι “παιδί”, να δηλώνει πως η δική του πυρκαγιά ήταν δέκα φορές μικρότερη από κείνη του άλλου πρωθυπουργού, θυμίζει περισσότερο δήλωση ανθρώπου της τρίτης προς την τέταρτη ηλικία που χάνει εγκεφαλικές συνάψεις κι εύχεσαι να μην οδεύσει σε άνοια.

Άμα δυο δεκάχρονα αγοράκια σταθούν μπροστά από τον τοίχο κι αναμετρηθούν ποιο κατουράει πιο μακριά ή πιο ψηλά, μπορεί και να γελάσεις με την αρσενική αθωότητα, σαφώς υπό διαμόρφωση, και σε μια ηλικία που οι παιδοψυχολόγοι λένε πως τ’ αγόρια ξεπερνούν την ατομικότητα τους και μπορούν να λειτουργήσουν σε ομάδα, ας πούμε να δώσουν και μια μπάλα πάσα, παίζοντας ποδόσφαιρο, στο διπλανό τους να βάλει αυτός το γκολ.

Ν’ ακούς όμως έναν πρωθυπουργό που έχτισε προφίλ κι επένδυσε στο παρατσούκλι “παιδί”, για πρώτη φορά μετά από σαράντα χρόνια και το “θείο βρέφος” Λαλιώτη, να δηλώνει πως η δική του πυρκαγιά ήταν δέκα φορές μικρότερη από κείνη του άλλου πρωθυπουργού το 09′, ξεπερνάει όχι απλώς την αίσθηση του χιούμορ, του σαρκασμού, και της ανοχής αλλά και της συμβατικής επικοινωνιακής λογικής στην εποχή των εικόνων. Θυμίζει περισσότερο δήλωση ανθρώπου της τρίτης προς την τέταρτη ηλικία που χάνει λόγω ηλικίας εγκεφαλικές συνάψεις κι εύχεσαι να μην οδεύσει γρήγορα σε άνοια.

Αυτός ο ανταγωνισμός εξυπνακίστικης μπούλινγκ δηλωσιάδας-τουιτεριάδας, σύγχρονο έπος, ανασυρμένο από την του Πολάκη μηχανική των εντυπώσεων ως αριστερή υβριστική εκδοχή που εκτοξεύει πίδακες εξίσου εντυπωσιακούς με τους προερχόμενους από τον πυρήνα των χρυσών αυγών και των copy-paste τους, τείνει να τροφοδοτεί ένα παρακμιακό πολιτικό λεξιλόγιο, αποτελεσματικότερα απ’ ό,τι ο Τραμπ τα διεθνή μέσα.

Πέρα όμως από τους σαρκασμούς, η βαρύτερη κουβέντα που εκτόξευσε το Μαξίμου εναντίον αυτού καθ’αυτού του κοινού μας νου, ήταν οι μεγαλοστομίες περί βαθύτατης ευγνωμοσύνης της κυβέρνησης και του κράτους, αναφερόμενο στο έργο των πυροσβεστών, μόνιμων κι εποχικών – συμβασιούχων. Γιατί δεν έχει κλείσει καν μήνας από τις 25 Ιουλίου που είχαν βρεθεί έξω από τη Βουλή, ζητώντας τα εργασιακά, τα κλαδικά, τα δασοπροστατευτικά και δασοπυροσβεστικά αυτονόητα. Απέναντι στους πυροσβέστες οι φραστικές ευγνωμοσύνες είναι εμπρηστικές της υπομονής τους, της σύνεσης και του αισθήματος ευθύνης με τα οποία οι πενταετείς συμβασιούχοι πυροσβέστες και οι εποχικοί κατεβαίνουν σε διαμαρτυρία απαιτήσεων.

Η επίκληση του ματωμένου πλεονάσματος και της δημοσιονομικής προσαρμογής, το τέλειο άλλοθι τόσο γι’ αυτήν όσο και για τις προηγούμενες κυβερνήσεις για συνεχείς μειώσεις των κονδυλίων που απαιτούνται για την πρόσκληση και αντιμετώπιση των πυρκαγιών, σκάνε σαν γκαζάκια σε ξερόχορτα αναγκών των πυροσβεστών. Η έμπρακτη αναγνώριση του έργου τους, που στα δύσκολα βαφτίζεται θυσία και ηρωισμός, οφείλει ν’ αρχίζει από την αναγνώριση του επαγγέλματος τους ως ανθυγιεινό, επικίνδυνο και οπωσδήποτε βαρύ.

Η πυρκαγιά είναι κόλαση. Και έχουμε συνηθίσει να λέμε την κοινοτοπία δαντική κόλαση το ν’ αντιμετωπίζεται σαν πολιτικό φωτορομάντζο με τραγικές φωτογραφίες και τραγελαφικές λεζάντες, που την κάνει δυστυχώς κόλαση του καθενός.

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: