Και του χρόνου σπίτι μας (πόσο κοστίζει να θυσιάζεις τις γιορτές)

Και σε αυτές τις γιορτές το ιατρικό σώμα (όχι αυτό που παίρνει τα φακελάκια ή συνδιαλέγεται με τις εταιρείες, αυτοί διακοπές θα κάνουν), θα δουλεύει την παραμονή των Χριστουγέννων, ανήμερα, στην αλλαγή του χρόνου, με κόστος εργασίας έξι ευρώ την ώρα από πέντε. Πού αλλού γίνεται αυτό άραγε;

Σαράντα σβέρκοι βοδινοί με λαδωμένες μπούκλες,
σκεμπέδες σταυροθόλωτοι και βρόμιες ποδαρούκλες,
ξετσίπωτες, ακαμάτηδες, τσιμπούρια και κορέοι
ντυμένοι στα μαλάματα κι επίσημοι κι ωραίοι.

Και του χρόνου σπίτι μας είναι μια ευχή που συχνά ακούγεται στο χώρο των νοσοκομείων. Και μεταξύ ασθενών και μεταξύ γιατρών. Από διαφορετική οπτική φυσικά. Οι ασθενείς ουσιαστικά εύχονται να είναι υγιείς και να γιορτάσουν με όλη την οικογένεια σπίτι. Οι γιατροί να μην έχουν εφημερία, πράγμα δύσκολο πλέον καθώς με την έλλειψη προσωπικού, με τη φυγή των νέων συναδέλφων και τη μη πλήρωση πολλών θέσεων ειδικευόμενων, ουσιαστικά είναι πλέον αδύνατο. Αυτό που πλέον συνήθως γίνεται είναι τη μια χρόνια να κάνεις παραμονή πρωτοχρονιάς και αλλαγή χρόνου μέσα στο νοσοκομείο, την άλλη να κάνεις Χριστούγεννα και ου το καθεξής. 

Είναι άλλη μια ανεκτίμητη εμπειρία που προσφέρει το ελληνικό εθνικό σύστημα υγείας στην Ελλάδα, όπως δήλωσε και η κ. Κεραμέως. Το οποίο τι άλλο προσφέρει; Γιατί και οι μέχρι στιγμής μισθοί είναι τελείως αναντίστοιχοι με το παραγόμενο κέρδος που έχει παραχωρηθεί στον ιδιωτικό τομέα εις βάρος των ασφαλιστικών ταμείων  ή από τα έσοδα που έχουν τα ίδια τα νοσοκομεία από τα ασφαλιστικά ταμεία. Παράδειγμα, αν εγώ σε μια εφημερία βλέπω 500 γενικές αίματος το  παραγόμενο κέρδος σε ένα ιδιωτικό θα ήταν 2000 €, αντίστοιχα και από τα ασφαλιστικά ταμεία. Όμως η αμοιβή μου είναι ενενήντα ευρώ. Και η λύση απέναντι σε αυτή την κατάσταση είναι το 20% που εξήγγειλε η κυβέρνηση. 

Σαράντα λύκοι με προβιά (γι’ αυτούς βαρά η καμπάνα)
καθένας γουρουνόπουλο, καθένας νταμιτζάνα!
Κι απέ ρεβάμενοι βαθιά ξαπλώσανε στο τζάκι
κι αβάσταγες ενιώσανε φαγούρες στο μπατζάκι.

Και αυτό είναι απάτη για πολύ συγκεκριμένους λόγους: 

1.Η αύξηση είναι επί της αποζημίωσης στην εφημερία και όχι στο βασικό μισθό, με ό,τι αυτό συνεπάγεται (υπολογισμός σύνταξης, διαμόρφωση επιδομάτων, κλπ).

2.Η αποζημίωση της εργασιακής ώρας στην εφημερία συνεχίζει να μη θεωρείται υπερωρία ή βραδινή εργασία ή βαρέα και ανθυγιεινή και να υπερφορολογείται ενώ υποαμοίβεται. 

3.Δεν μπορούν όλοι οι γιατροί να κάνουν τον ίδιο (ή και καθόλου) αριθμό εφημεριών ανάλογα με την ειδικότητά τους (σε αρκετά νοσοκομεία δε δίνονται εφημερίες σε ειδικότητες όπως οι παθολογοανατόμοι, οι κυτταρολόγοι, και μια σειρά ειδικοτήτων που λανθασμένα δεν θεωρούνται απαραίτητες για τη συνεχή λειτουργία ενός νοσοκομείου τα οποία λειτουργούν με όρους κέντρου υγείας), την πολιτική της διοίκησης του νοσοκομείου και τον υφιστάμενο αριθμό ειδικών και ειδικευμένων. Το οποίο πρακτικά σημαίνει πως κάποιοι γιατροί μπορεί να πάρουν αύξηση μηδενική ή της τάξεως των είκοσι ευρώ. 

4.Στην καλύτερη περίπτωση το πραγματικό  εισόδημα ενός γιατρού θα αυξηθεί, μάξιμουμ, εκατό ευρώ. 

Όλα τα παραπάνω μόνο ως ανέκδοτο μπορεί να θεωρηθούν ως αντιμετώπιση στην κατάρρευση του ΕΣΥ και την απαξίωση της ιατρικής επιστήμης. Γιατί περί απαξίωσης πρόκειται όταν η κυβέρνηση θεωρεί πως το 2023 το μόνο απαραίτητο είναι η οριακή λειτουργία των τμημάτων επειγόντων περιστατικών και θεωρεί πιο κομβικής σημασίας την συνδιαλλαγή με το ιερατείο και τις δυνάμεις καταστολής. 

Και σε αυτές τις γιορτές λοιπόν το ιατρικό σώμα, όχι αυτό που παίρνει τα φακελάκια ή συνδιαλέγεται με τις εταιρείες, αυτοί διακοπές θα κάνουν, θα δουλεύει την παραμονή των Χριστουγέννων, ανήμερα, στην αλλαγή του χρόνου με κόστος εργασίας έξι ευρώ την ώρα από πέντε. Πού αλλού γίνεται αυτό άραγε; Και πόσοι ακριβώς θα το δέχονταν; Εκτός από τις ευχές, και το ιατρικό σώμα και οι πολίτες θα ήταν καλό να κάνουν και οι ίδιοι κάτι γι’ αυτό. Λειτούργημα δεν είναι να αποδέχεσαι έστω και σιωπηρά την αναπαραγωγή ενός συστήματος που υποτιμά την επιστήμη και αγνοεί τις κοινωνικές ανάγκες στην υγεία. Και με ευχές μόνο τα συστήματα και οι εκμετάλλευση δεν αλλάζουν. Και του χρόνου δε θα ‘μαστε σπίτια μας και πολύ πιθανό και οι πολίτες να μην έχουν δημόσιες δομές υγείας να πάνε. 

Όξ’ ο κοσμάκης φώναζε: «Πεινάμε τέτοιες μέρες»
γερόντοι και γερόντισσες, παιδάκια και μητέρες·
κι οι των επίγειων αγαθών σφιχτοί νοικοκυραίοι
ανοίξαν τα παράθυρα και κράξαν: «Είστε αθέοι».  (Πρωτοχρονιάτικο, Κώστας Βάρναλης)

 

Πάνος Χριστοδούλου, Βιοπαθολόγος/Εργαστηριακός Ιατρός, Ιατρός Δημόσιας Υγείας και Κοινωνικής Ιατρικής, MSc Διοίκησης Μονάδων Υγείας, MSc Διατροφής, Τροφίμων και Μικροβιώματος, Υποψήφιος Διδάκτορας Ιατρικής Πανεπιστημίου Πατρών, PGCert Διαχείρισης κρίσεων στη δημόσια υγεία και ανθρωπιστικής απάντησης

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: