Αλεξάνδρα Κολοντάι: Άννα Αχμάτοβα – Η ποιητική έκφραση του νέου τύπου Γυναίκας | Γράμματα στην Εργαζόμενη Νεολαία (Τρίτο Γράμμα)

Ένα απόλυτα εκλαϊκευμένο -καθότι επιστημονικό- ποιητικό και συνάμα βαθύτατα συγκινητικό κείμενο με όλες τις απαντήσεις για όλους τους άνδρες και όλες τις γυναίκες της εποχής μας.

Εισαγωγή – Σχόλια – Υπομνηματισμός: Εύη Παναγιωτάτου

Η αναπροσαρμογή της γυναικείας νοοτροπίας
στις νέες συνθήκες της οικονομικής  και κοινωνικής της ύπαρξης
δεν πραγματοποιείται χωρίς μια πάλη έντονη και δραματική.
Κάθε βήμα στην κατεύθυνση αυτή προκαλεί συγκρούσεις
εντελώς άγνωστες στις παλιές ηρωίδες (…).
Η γυναίκα μεταβάλλεται προοδευτικά από
αντικείμενο της τραγωδίας της ανδρικής ψυχής,
σε υποκείμενο της δικής της τραγωδίας.
Το κέρδος δεν είναι μικρό.

Αlexandra Kollontai, Νέα Ηθική και η Εργατική Τάξη, Μόσχα, 1918

ΑΝΤΙ ΠΡΟΛΟΓΟΥ

Αγάπη, Συντροφικότητα και Υλισμός

(…) Όποιος θέλει μέσα στον λαβύρινθο των αντιφατικών σεξουαλικών προσταγμάτων, να βρει τα σπέρματα υγιέστερων μελλοντικών σχέσεων μεταξύ των φύλων, σχέσεων που υπόσχονται να απελευθερώσουν την ανθρωπότητα από την σεξουαλική κρίση, που τώρα διέρχεται πρέπει πάραυτα να εγκαταλείψει τις «καλλιεργημένες» συνοικίες  με την εκλεπτυσμένη ατομικιστική ψυχολογία τους και να ρίξει μια ματιά μέσα στις στενές κατοικίες των εργατών, όπου παρά την σκοτεινότητα και την φρίκη που προκαλούνται από τον καπιταλισμό, παρά τα δάκρυα και τις βλαστήμιες, ζωντανές πηγές αρχίζουν να κελαρύζουν.

Και κει, μέσα στην εργατική τάξη, κάτω από την πίεση των σκληρών οικονομικών συνθηκών, κάτω από τον ζυγό της άτεγκτης εκμετάλλευσης του κεφαλαίου, παρατηρούμε μια διπλή πορεία: η πορεία της παθητικής προσαρμογής και της ενεργητικής αντίστασης στην υπάρχουσα πραγματικότητα. Η καταστρεπτική επίδραση του καπιταλισμού, που συντρίβει όλα μα όλα τα θεμέλια της εργατικής οικογένειας, υποχρεώνει το προλεταριάτο να προσαρμοσθεί ενστικτωδώς στις συνθήκες που το περιβάλλουν και προκαλεί, στο επίπεδο των σχέσεων μεταξύ των φύλων, ολόκληρη σειρά ανάλογων γεγονότων με κείνα που παράγονται στις άλλες τάξεις. Με την πίεση των χαμηλών μισθών, η ηλικία γάμου του εργάτη ανεβαίνει συνεχώς και αναπόφευκτα (…). Όσο οι πνευματικές ανάγκες του εργάτη είναι αναπτυγμένες, τόσο περισσότερο εκτιμά την δυνατότητα να παρακολουθεί τον ρυθμό της πνευματικής ζωής και  τόσο περισσότερο η ηλικία γάμου ανεβαίνει. Ο άγαμος εργάτης, όπως κι ο άγαμος αστός, στρέφεται προς την πορνεία. Το είδος αυτών των γεγονότων αναφέρεται στο επίπεδο της παθητικής προσαρμογής της εργατικής τάξης στις δυσμενείς συνθήκες της ζωής της. Αλλά και όταν ο εργάτης παντρεύεται το ίδιο εμπόδιο υψώνεται: το χαμηλό επίπεδο των μισθών υποχρεώνει την εργατική οικογένεια να κανονίσει το ζήτημα των γεννήσεων, όπως κάνουν οι αστικές οικογένειες.

Η επέκταση των παιδοκτονιών, η αύξηση της πορνείας είναι γεγονότα μιας και της ίδιας κατηγορίας , μέσα παθητικής προσαρμογής προς την σατανική πραγματικότητα που περιβάλλει τον εργάτη. Μα, στην πορεία αυτή, δεν υπάρχει τίποτα που να χαρακτηρίζει το προλεταριάτο: μια τέτοια προσαρμογή εφαρμόζεται εξίσου σε όλες τις άλλες κοινωνικές τάξεις και στρώματα που έχουν μπλεχθεί μέσα στην πορεία της καπιταλιστικής εξέλιξης.

Η γραμμή διαχωρισμού αρχίζει μόνο από εκεί που, οι ενεργές, δημιουργικές αρχές μπαίνουν σε κίνηση, εκεί που γίνεται όχι πια προσαρμογή, αλλά αντίδραση κατά της καταπιεστικής πραγματικότητας, εκεί που νέα ιδανικά γεννιούνται και εκφράζονται, εκεί δηλαδή που εκδηλώνονται ΝΤΡΟΠΑΛΕΣ σεξουαλικές απόπειρες με ΝΕΟ πνεύμα. Η κίνηση αυτή μόνο μέσα στην εργατική τάξη μπορεί να παρατηρηθεί (…).1

(…) Είναι μια παλιά αλήθεια, που κάθε νέα ανερχόμενη τάξη  γενόμενη από έναν υλικό πολιτισμό ξεχωριστό από τον προηγούμενο πολιτισμό του προηγούμενου σταδίου της οικονομικής εξέλιξης, πλουτίζει ολόκληρη την ανθρωπότητα με μια νέα ιδεολογία κατάλληλη για την τάξη αυτήν. Ο κώδικας της σεξουαλικής ηθικής είναι αναπόσπαστο μέρος της ιδεολογίας αυτής. Μολαταύτα, αρκεί να προφέρουμε τους όρους «προλεταριακή ηθική» και «προλεταριακή σεξουαλική ηθική» για να προσκρούσουμε στην κοινοτοπική απάντηση:

Η προλεταριακή σεξουαλική ηθική δεν είναι παρά υπεροικοδόμημα· όσο όλη η οικονομική βάση δεν μεταμορφώνεται δεν χωρεί θέση γι’αυτήν. Σαν η ιδεολογία κάποιας τάξης οποιασδήποτε να σχηματίζεται μόνο τότε, όταν έχει ήδη γίνει η ανατροπή στις κοινωνικο-οικονομικές σχέσεις που εξασφαλίζουν την κυριαρχία αυτής της τάξης! Όλη η πείρα της Ιστορίας μας πληροφορεί πως η επεξεργασία της Ιδεολογίας μιας κοινωνικής ομάδας και κατά συνέπεια και της σεξουαλικής ηθικής, γίνεται μέσα σε αυτήν την πορεία της πάλης της ομάδας αυτής κατά των αντίπαλων κοινωνικών δυνάμεων.

Μόνο με την βοήθεια νέων, πνευματικών αξιών, που δημιουργούνται μέσα στα βάθη της, που ανταποκρίνονται στα καθήκοντα της ανερχόμενης τάξης, η τάξη αυτή που αγωνίζεται μπορεί να ενισχύσει τις κοινωνικές τάξεις. Μόνο με τον δρόμο των νέων κανόνων και ιδανικών μπορεί να κατακτήσει θριαμβευτικά την εξουσία πάνω στις ανταγωνιζόμενες κοινωνικές ομάδες.

Η αναζήτηση του θεμελιώδους ηθικού κριτηρίου, προϊόντος των ειδικών συμφερόντων της εργατικής τάξης και η παραχώρηση με αυτήν των γενόμενων σεξουαλικών κανόνων, ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΚΑΘΗΚΟΝ που επιβάλλεται στους Ιδεολόγους της εργατικής τάξης.

Είναι καιρός να κατανοηθεί ότι μόνο αφού αναγνωρισθεί η δημιουργική πορεία που γίνεται μέσα στα κοινωνικά βάθη και που γεννά νέες ανάγκες, νέα ιδανικά και μορφές, ότι μόνο αφού φανερωθούν οι βάσεις της σεξουαλικής ηθικής, της ανερχόμενης πρωτοποριακής τάξης, ότι μόνο τότε είναι δυνατόν να διακρίνουμε τον δρόμο της μέσα στο αντιφατικό χάος των σχέσεων των φύλων και να λύσουμε το περίπλοκο κόμπο του σεξουαλικού προβλήματος.

Είναι καιρός να θυμηθούμε πως ο κώδικας της σεξουαλικής ηθικής, σύμφωνα με τα ουσιώδη καθήκοντα της ανερχόμενης τάξης  μπορεί να γίνει ισχυρό όργανο για το δυνάμωμα της μαχητικής θέσης της τάξης αυτής. Η πείρα της Ιστορίας μας το μαθαίνει. Γιατί να μην χρησιμοποιήσουμε το όργανο αυτό προς το συμφέρον της εργατικής τάξης, που αγωνίζεται για την κομμουνιστική οργάνωση των νέων σχέσεων μεταξύ των φύλων, πιο τέλειων και πιο πετυχημένων;2

 

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η επικαιρότητα του έργου της φλογερής Ρωσίδας Κομμουνίστριας επαναστάτριας Alexandra Kollontai, η οποία διέθεσε όλες τις δυνάμεις της στην υπεράσπιση της Σοσιαλιστικής Επανάστασης κατά τον 20ό αιώνα και ειδικότερα στην ανάδειξη  της ταξικής ουσίας του γυναικείου ζητήματος παραμένει έντονη στις κοινωνίες του δυτικού κόσμου ως τις μέρες μας. Αυτός είναι και ο λόγος που σε παγκόσμια κλίμακα παρατηρείται μία αξιοσημείωτη στροφή στην εκ νέου ανακάλυψη και μελέτη του έργου της- ιδιαίτερα από τις πιο αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες (Αγγλία, Γαλλία, Γερμανία, Ισπανία, Αμερική, Κίνα κ.α.).3

Σε γενικές γραμμές, για την Α. Kollontai η ριζική αλλαγή στην σφαίρα της παραγωγικής διαδικασίας δεν μπορεί να συντελεστεί πλήρως εάν εντός του πεδίου της πάλης με τον παλιό και ιστορικά ξεπερασμένου κόσμου δεν τεθεί στο επίκεντρο η αναμόρφωση των σχέσεων μεταξύ των δύο φύλων, εάν σε ένα πρώτο στάδιο δεν αμβλυνθεί, έστω σε ικανοποιητικό βαθμό ο «έμφυλος ανταγωνισμός». Αναφορικά με το πρόβλημα της γυναικείας χειραφέτησης θεωρούσε ότι δύο είναι οι κύριοι εχθροί της γυναίκας, όπως γράφει κάπου: «η παραδοσιακή ηθική» και η «συντηρητική μορφή του γάμου», που νομιμοποιεί την κυριότητα του άντρα πάνω της σκλαβώνοντάς την στις οικιακές ασχολίες. Και οι δύο αυτές εκφάνσεις εξυπηρετούν τα πολύ συγκεκριμένα συμφέροντα της τάξης που τους θέσπισε και στο φυλετικό επίπεδο τα συμφέροντα του άντρα.4 Γι’ αυτό και η πραγματική απελευθέρωση της γυναίκας δεν θα επέλθει παρά όταν η κοινωνική επανάσταση θα της προσφέρει οικονομική ανεξαρτησία χάρη στην δουλειά της, την ισοτιμία με τον άντρα και έναν ερωτικό σύντροφο που δεν θα απαιτεί πια να την κατέχει σαν ιδιοκτήτης, σαν αντικείμενο. Μονάχα, όταν η γυναίκα ξεπεράσει όλους τους οικονομικούς φραγμούς, που ορθώνουν στον δρόμο της τα αστικά καθεστώτα θα μπορέσει να πραγματοποιήσει το όνειρο της ελεύθερης ένωσης ελεύθερων ατόμων.5

Όμως για να συντελεστεί αυτό θα πρέπει τόσο η αντρική όσο και η γυναικεία ψυχολογία να υποστούν μια βαθιά εσωτερική αλλαγή. Ο άντρας θα πρέπει σταδιακά να συνηθίσει στην ιδέα ότι η γυναίκα είναι ένα ξεχωριστό άτομο, με δική της προσωπικότητα, με ίσα δικαιώματα σε όλες τις ανθρώπινες συλλογικές δραστηριότητες. Αλλά και η γυναίκα θα πρέπει με την σειρά της να μάθει να μην ζει μόνο για τον έρωτα ή την μητρότητα, να μην αναζητά στηρίγματα έξω από τον εαυτό της και να αναπτύξει την προσωπικότητα που αυτή θέλει να της αναγνωρίζουν.6

Γενικότερα, η A. Kollontai δημοσίευσε μία σειρά από δοκίμια, διαλέξεις, άρθρα, επιστολές κ. ά. στα ιδεολογικά έντυπα όργανα του νεοσύστατου εργατικού σοσιαλιστικού κράτους στις αρχές του περασμένου αιώνα.  Αξιοποίησε στο έπακρο τις «αστικές μορφές του λόγου» με τις οποίες ήταν εξοικειωμένο το προλεταριάτο των δυτικών κοινωνιών ήδη από τα τέλη του 14ου αιώνα, οπότε και εμφανίστηκαν μαζί με την άνοδο της αστικής τάξης.7 Πρωταρχικός στόχος της ήταν η εκλαΐκευση, διάδοση και αφομοίωση των σύνθετων όρων του επιστημονικού διαλεκτικού και ιστορικού υλισμού από όσο το δυνατόν ευρύτερα στρώματα λαϊκών μαζών. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι μέσα από την μυθοπλασία της, οι ιδέες της Kollontai π.χ. για τον ελεύθερο έρωτα εξαπλώθηκαν σε όλο τον κόσμο και έγιναν γνωστές μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’20 ακόμη και στην Κίνα.8

Εδώ, όμως, θα σταθούμε στο γράμμα που δημοσίευσε στις  5 Δεκεμβρίου του 1922 στην Molodoya Gvardiya (Νεαρή Φρουρά), η οποία αποτελούσε το ιδεολογικό όργανο της Komsomol. Είχε, δηλαδή, αποδέκτη την εργαζόμενη νεολαία της χώρας της. Πρόκειται επί της ουσίας για την λογοτεχνική πραγματεία της Ρωσίδας επαναστάτριας- συνταγμένης από την ίδια υπό την μορφή του επιστολικού είδους- με αντικείμενο το πρώιμο ποιητικό έργο της σημαντικότερης Ρωσίδας ποιήτριας της λεγόμενης «Αργυρής  Εποχής της ρωσικής ποίησης», Anna Αkhmatova. Το μελέτημα της Kollontai στην Νεαρή Φρουρά έφερε τον τίτλο: Αnna Akhmatova-Η ποιητική έκφραση του Νέου τύπου Γυναίκας-Γύρω από τον «δράκο» και το «Λευκό Πουλί».

Η Άννα Γκορένκο, που έγινε γνωστή ως Άννα Αχμάτοβα γεννήθηκε σ’ ένα χωριό κοντά στην Οδησσό το 1889. Στη Ρωσία, η τσαρική εξουσία περνούσε στην τελευταία φάση των καταχρήσεων, ενώ βρισκόμαστε στην προπαρασκευή των εργατικών εξεγέρσεων. Η Άννα μεγάλωσε στο Τσαρκόε Σέλο -το σημερινό Πούσκιν- και σπούδασε στο Κίεβο. Όμως η ζωή της συνδέθηκε με την Πετρούπολη, που ήταν το κέντρο της εύπορης ιντελιγκέντσιας. Το ποιητικό της ταλέντο φάνηκε νωρίς: οι στίχοι της πρωτοεκδόθηκαν το 1907 και η πρώτη της συλλογή, Βράδυ, κυκλοφόρησε το 1912.9

Όταν άρχισε να γράφει ποίηση ο πατέρας της την ανάγκασε να υιοθετήσει ένα ψευδώνυμο, για να μη χαλάσει το καλό όνομα της οικογένειάς της ως «παρακμιακή ποιήτρια». Η Άννα διάλεξε το επώνυμο Αχμάτοβα, που ανήκε σε μία προγιαγιά της από τη φυλή των Τατάρων, απόγονη του θρυλικού Τζένγκις Χαν. Το όνομα ακουγόταν ρομαντικό και μυστήριο, γεμάτο αυτοπεποίθηση, υπογραμμίζοντας μια αίσθηση πεπρωμένου που είχε νιώσει η Άννα από πολύ νωρίς και που ποτέ δεν την εγκατέλειψε. Γενικότερα, εμβληματική  Ρωσίδα ποιήτρια, ήταν μια γυναίκα, που εξέπεμπε τεράστια γοητεία στο ανδρικό φύλο. Αλλά αυτή η όμορφη και υπεροπτική γυναίκα, αντί να εκμεταλλεύεται τους θαυμαστές της, κατέληγε σχεδόν πάντα εγκαταλελειμμένη και απογοητευμένη. Οι δυστυχισμένοι γάμοι και οι καταστροφικές σχέσεις συνεχίστηκαν μέχρι το τέλος σχεδόν της ζωής της.10

Η Akhmatova χαρακτηρίστηκε από το σοβιετικό κράτος ως «αγία και πόρνη». Μία ασκητική φιγούρα που κατάφερε να μετουσιώσει το προσωπικό της δράμα σε συλλογική εμπειρία και να εκφράσει μέσα από τα ποιήματά της τον πόνο ενός ολόκληρου λαού, που την ανακήρυξε αγία μαθαίνοντας απ’ έξω τους στίχους της και απαγγέλλοντάς τους κρυφά, μακριά από το Κόμμα, το οποίο εκτός από την αλλαγή στο οικονομικό μοντέλο παραγωγής επιδιδόταν παράλληλα -σε επίπεδο εποικοδομήματος- σε μια τιτάνια προσπάθεια συνολικής πολιτιστικής αναμόρφωσης της κοινωνίας.11

Η Alexandra Kollontai με την απαράμιλλη πνευματική οξυδέρκεια που την διέκρινε συνέλαβε έγκαιρα την γοητεία, που η ποίηση της A. Akhmatova ασκούσε στις ευρείες μάζες και ιδιαίτερα στην νεολαία. Αυτός είναι και ο λόγος που την ώθησε να ασχοληθεί με το έργο της ποιήτριας, οπότε δημοσίευσε την σχετική μελέτη της. Πρέπει, ωστόσο, να διευκρινιστεί στο σημείο αυτό ότι, γενικότερα, οι χρονολογίες που η Α. Kollontai επιλέγει να δημοσιεύσει τις διάφορες  μελέτες της στην Νεαρή Φρουρά, εμπίπτουν κυρίως στα πρώτα μετεπαναστατικά χρόνια δραματικής προσπάθειας οικοδόμησης του Σοσιαλισμού. Ως εκ τούτου, πρόκειται για μια περίοδο αμιγώς μεταβατική και επομένως εξαιρετικά ρευστή: οι παραγωγικές-οικονομικές σχέσεις της Ρωσίας μεταβάλλονται με ραγδαίους ρυθμούς ενώ αντίθετα στις συνειδήσεις του ρωσικού λαού-ενίοτε και των ίδιων των κομματικών μελών-παραμένουν ακόμα υπολείμματα παλιών προκαπιταλιστικών, αστικών και μικροαστικών αντιλήψεων, που δυσχέραιναν σε ένα βαθμό το σύνθετο έργο της εδραίωσης των σοσιαλιστικών σχέσεων. Νέες, πρωτόγνωρες και εξαιρετικά αντιφατικές διεργασίες συντελούνται πέρα και πάνω από το προφανές επίπεδο της υλιστικής-οικονομικής βάσης της πρώην τσαρικής Ρωσίας. Πρωτίστως, αυτές οι κοσμογονικές αλλαγές λαμβάνουν χώρα εντός της ψυχολογίας, της ψυχοσύνθεσης και του εσωτερικού κόσμου των ιστορικών εκείνων υποκειμένων, που ο «Θεός της Ιστορίας» σύμφωνα με την Kollontai όρισε και επέβαλε να ζουν κυριολεκτικά πάνω στην κόψη του ξυραφιού, «στο σημείο θραύσης», όπως το αποκαλεί και η ίδια. Στο σημείο δηλαδή γένεσης και διαμόρφωσης  του  Νέου  κόσμου: του Σοσιαλιστικού-Κομμουνιστικού. Είναι, επομένως, απολύτως ευνόητο, ότι σε καμία περίπτωση αυτή η γέννηση δεν θα συντελούνταν χωρίς μια δραματική και οδυνηρή (σαν τις ωδίνες του τοκετού) απόσχισή του από τον παλιό. Με άλλα λόγια, το επαναστατικό κύμα έφερε στην επιφάνεια μεταξύ άλλων τα ζητήματα των κοινωνικών σχέσεων, των σχέσεων ανάμεσα στα δύο φύλα, των οικογενειακών σχέσεων του γάμου, του έρωτα και του βαθμού ανάπτυξης των συντροφικών σχέσεων εν γένει.12

Επιστρέφοντας, μέσα σε αυτό το πλαίσιο, στον κριτικό διάλογο της Κollontai με το ποιητικό έργο της Akhmatova, που μας απασχολεί, μπορούμε να πούμε ότι διακρίνουμε όχι μόνο την πνευματική ευρύτητα αλλά και την τόλμη της  πρώτης να καταθέτει τις σκέψεις της – διαμέσου μάλιστα του ιδεολογικού-πολιτικού της οργάνου της εργαζόμενης νεολαίας, για μια λυρική ποιήτρια, η οποία διακρινόταν από την καθαρά ενδοσκοπική, βαθιά εγωκεντρική και ατομικιστική ποιότητα του έργου της. Η Kollontai θεωρούσε, ότι η ποίηση της Akhmatova-με δεδομένη την ευρύτατη απήχησή της στις ρωσικές γυναικείες εργατικές μάζες- θα μπορούσε να αξιοποιηθεί ως καθοδηγητικό όργανο από την κάθε νεαρή γυναίκα, που προσπαθεί να χειραφετηθεί και να εισέλθει στη νέα, μεταβατική κοινωνία. Κι αυτό γιατί σύμφωνα με την ίδια, μέσα από αυτήν αναδεικνυόταν η έντονη ευαισθησία της Akhmatova στις δυσκολίες, που αντιμετώπιζε μια γυναίκα στο να συμφιλιώσει την αγάπη και την εργασία: H Ρωσίδα ποιήτρια είχε αποτυπώσει εύγλωττα μέσω των στίχων της  την εσωτερική σύγκρουση ανάμεσα στην επιθυμία της γυναίκας για να κάνει σχέση με έναν άντρα και την δυσαρέσκεια της για τις θυσίες που απαιτούσε συχνά μια τέτοια σχέση. Η Αkhmatova ήταν στην πραγματικότητα η ιδανική ποιήτρια για την Kollontai ως προς την ανάδειξη αυτών των σύνθετων παραμέτρων. 

Εντός όμως  συνθηκών σφοδρής ιδεολογικής διαπάλης με το «παλιό» οι πρωτοποριακές ιδέες της Kollontai, όπως αυτές διατυπώθηκαν σε πρώτο στάδιο και εκφράστηκαν στις επιστολές της προς την νεολαία δεν άργησαν καθόλου να προσκρούσουν με τις απόψεις των επικριτών της. Οι τελευταίοι της καταλόγισαν έλλειψη ρεαλισμού και υπερτροφική αντίληψη για την αξία της ατομικής ελευθερίας-συνδυασμός που ούτως ή άλλως την οδήγησε σε πολιτικά σφάλματα. Κανένας, όμως, δεν μπορεί να αμφισβητήσει την γνησιότητα και το πάθος, που έδειξε για την υπεράσπιση των εργαζόμενων γυναικών.13 Εργοστάσια, εξηλεκτρισμός, εκβιομηχάνιση της παραγωγής, αναλφάβητοι και ανειδίκευτοι εργάτες, στρατιωτική ισχύς, εξωτερική πολιτική-τίποτα από όλα αυτά δεν αφορούσαν την Α. Kollontai. Απαίτησε εκτός από την πάση θυσία ενίσχυση της κοινοτικής/κοινοβιακής ζωής, αφενός την δημιουργία υποκειμένων με επαναστατική αγνότητα και αφετέρου την χειραφέτηση των γυναικών.14 Οι σοφές παραινέσεις του Λένιν, μέσω των οποίων την προέτρεπε να μην «κοιτά πολύ μακριά στο μέλλον καθώς, με αυτόν τον τρόπο, έχανε το ιστορικό παρόν» την άφηναν αδιάφορη. 

Έτσι, μοιραία και αναπόδραστα το Φθινόπωρο του 1923 βρέθηκε στο στόχαστρο δριμύτατων επιθέσεων κριτικών ιδεολόγων του κομματικού Τύπου. Ωστόσο, η κριτική για την κομματική δουλειά της είχε ήδη ξεκινήσει με έναν υπαινιγμό στα μέσα του καλοκαιριού. Στις 26 Ιουλίου η Polina Vinogradskaia, μια από τις πρώην συνεργάτιδες της Kollontai στο Zhenotdel (Τμήμα Γυναικών), δημοσίευσε στην Pravda μια σφοδρή κριτική αναφορικά με πρόσφατα άρθρα του Trotsky. Υποστήριξε ότι έχανε τον χρόνο του γράφοντας για την λογοτεχνία, όταν οι εργάτες πάλευαν με τα πρακτικά προβλήματα της καθημερινής ζωής. Στην πραγματικότητα, ο Trotsky είχε αποστασιοποιηθεί εκείνο το διάστημα από τις πολιτικές διαμάχες και αφιέρωνε τον χρόνο του σε σοβαρά ζητήματα της τέχνης ως μορφής έκφρασης της νέας κοινωνίας, οπότε η Βινογκράνσκαγια βρήκε πρόσφορο πεδίο επίκρισης των σκέψεών του.15 Συνέχισε να διατυπώνει τις δικές της σκέψεις σχετικά με την κατάργηση της αστικής οικογένειας, αλλά σε μια υποσημείωση συμπεριέλαβε ένα καυστικό σχόλιο που απευθυνόταν στην Kollontai: «Συντρόφισσα Kollontai, στο περιοδικό Molodaia Gvardiia, ασχολείσαι τώρα με καθαρά πνευματικές λογοτεχνικές ασκήσεις για τον «φτερωτό, άπτερο κ.λπ. Έρωτα». Η μέση γυναίκα νοιάζεται πολύ περισσότερο για το να ταΐσει τα παιδιά της παρά για τη μεταρρύθμιση της αγάπης».16  Η Vinogradskaia μάλλον είχε δίκιο σε αυτόν τον ισχυρισμό, αλλά η κριτική της για τον Trotsky και την Kollontai ήταν άσκοπη: Οι μεταρρυθμίσεις που συζητούσε στο εν λόγω άρθρο της ήταν ούτως ή άλλως ίδιες με εκείνες, που η Kollontai πάντα υποστήριζε και υπό αυτό το πρίσμα δεν χρειαζόταν να επιτεθεί ούτε στην Kollontai ούτε στον Trotsky προκειμένου να επιχειρηματολογήσει για καλύτερες κοινοτικές εγκαταστάσεις.

Η επίθεση στην Kollontai έγινε πιο έντονη το φθινόπωρο. Στη Molodaia Gvardiya ένας Ρώσος κομμουνιστής καλλιτέχνης και κριτικός της τέχνης στενά συνδεδεμένος με το κονστρουκτιβιστικό κίνημα, ονόματι Βoris Arvatov, επέκρινε τις θεωρίες της για τη σεξουαλικότητα. Ο Arvatov αμφισβήτησε τον έπαινο της Kollontai  για την A. Akhmatova,  την οποία καταδίκασε ως αστική ποιήτρια. Δεν ήθελε οι νέοι να διαβάζουν την Akhmatova και τους συμβούλεψε να μην δεχτούν τη θετική εκτίμηση που έκανε στο έργο της η Kollontai. Επιπλέον, δεν ενέκρινε καθόλου την εστίαση της οπτικής της Kollontai στην γυναικεία προσωπικότητα: «Το πρόβλημα στον σοσιαλισμό, έγραψε, ήταν η ανάπτυξη μιας νέας ανθρώπινης προσωπικότητας, όχι απλώς μιας νέας γυναίκας». Η ιδιαίτερη έμφαση που προσέδιδε η Kollontai στο γυναικείο ζήτημα κρίθηκε από τον ίδιο ως «φεμινιστική» (στην βάση του αστικού φεμινισμού). Αφού εξαπέλυσε αυτήν την κατηγορία στο άρθρο του εναντίον των θέσεων της Kollontai, στο τέλος του άρθρου του ο Arvatov πρόσθεσε σε παρένθεση: «Προσωπικά ζητώ συγγνώμη από την συγγραφέα!».17

Ο Β. Arvatov δεν κατανοούσε καθόλου το άγχος της Kollontai για τις δυσκολίες συμφιλίωσης μεταξύ αγάπης και εργασίας. Όπως πολλοί κομμουνιστές, δεν κατάλαβαν τον ισχυρισμό της ότι οι γυναίκες έπρεπε να ξεπεράσουν την τάση να βάζουν τις ανάγκες του εραστή τους πάνω από τις δικές τους. H Kollontai από την άλλη πλευρά ένιωθε, ότι η ψυχολογική ανάπτυξη των γυναικών στον σοσιαλισμό θα ήταν κάπως διαφορετική από αυτή των ανδρών, επειδή η γυναικεία δουλεία ήταν βαθιά ριζωμένη στην ψυχή και των δύο φύλων.18 Ο Arvatov απέρριψε αυτήν την ιδέα επειδή έκρινε ότι δεν ήταν «επιστημονική», αλλά «φεμινιστική». Μια τέτοια κριτική μπορεί να μην ήταν πρωτότυπη, αλλά ήταν γνήσια, καθώς αποτελούσε αναπόσπαστο μέρος του ιδεολογικού επιχειρήματος για την γυναικεία καταπίεση, που άλλωστε χρόνια μελετούν οι μαρξιστές.19

Στη δεύτερη, ευθεία επίθεσή της στην Kollontai, η οποία μάλλον είχε εγκριθεί εκ των προτέρων από την Nadezhda Krupskaia,20 την σύζυγο του Λένιν, η Polina Vinogradskaia δεν αναφέρθηκε τόσο σε ιδεολογικά θέματα αλλά προσπάθησε να κατεδαφίσει την ίδια την γραφή της Kollontai για να την δυσφημήσει πολιτικά. Η Vinogradskaia ξεκίνησε λέγοντας ότι τώρα που ο επαναστατικός ζήλος είχε κοπάσει και η επανάσταση είχε εδραιωθεί ήταν πράγματι μια καλή στιγμή για να συζητηθούν ζητήματα δευτερεύουσας σημασίας, όπως το φύλο και η οικογένεια, αλλά σύμφωνα με την ίδια θα έπρεπε κανείς να είναι προσεκτικός, ώστε οι συζητήσεις αυτές να είναι απόλυτα μαρξιστικές. Κατά την Vinogradskaia τα άρθρα της Kollontai στη Molodaia Gvardiya δεν το έκαναν αυτό, αλλά αντίθετα περιπλανήθηκαν στη «μεταφυσική»: «Η συντρόφισσα Kollontai απογειώνεται με μεγάλο κέφι σε ταξίδια στο κομμουνιστικό μέλλον, γεμίζοντας τα πανιά του σοσιαλιστικού σκάφους με τον άνεμο των σεξουαλικών προβλημάτων!».21 Η Vinogradskaia κατηγόρησε την Kollontai ότι δεν στηρίζει τις εικασίες της στον υλισμό, ότι αγνοεί τα πρακτικά προβλήματα της καθημερινής ζωής και ότι ισχυρίζεται πως η ανάπτυξη του σοσιαλισμού εξαρτάται από τις σχέσεις μεταξύ των φύλων. Το άρθρο ήταν γεμάτο με συκοφαντίες και μισές αλήθειες: Η Kollontai παρουσιαζόταν από την Vinogradskaia ως μικροαστή, ένοχη για «Τζορτζ-Σανδισμό» ενώ την εμφάνιζε επηρεασμένη από τους αναρχικούς Κροπότκιν και Τολστόι. Ήταν «μια γυναίκα κομμουνίστρια με μια συμπαγή δόση φεμινιστικών σκουπιδιών», όπως ανέφερε.  Σχεδόν στο τέλος του άρθρου, η Vinogradskaia δεν άργησε να έρθει στο επίκεντρο του θέματος: «Πώς μπορεί να θεωρείται για τόσο καιρό μία από τις ηγέτιδες όχι μόνο του ρωσικού, αλλά και του διεθνούς κομμουνιστικού γυναικείου κινήματος;» 

Όπως ο Arvatov έτσι και η Vinogradskaia στάθηκαν σε σωστό ιδεολογικό έδαφος όταν κατηγόρησαν την Kollontai ότι στόχευε στην αναμόρφωση των σεξουαλικών σχέσεων ανεξάρτητα από την πλήρη αναμόρφωση της υλικής υποδομής. Η διαμάχη μεταξύ των μαρξιστών για τον βαθμό και την ένταση της συντονισμένης προσπάθειας, που απαιτούνταν για την αλλαγή των κοινωνικών σχέσεων υπήρξε μακροχρόνια. Η Kollontai πίστευε πάντα στην ηθική ως εργαλείο της αλλαγής και όχι ως ένα ακόμα συνοδευτικό μέσο της πραγμάτωσής της. Η συγκεκριμένη πεποίθησή της την διαφοροποιούσε σημαντικά από πολλούς μπολσεβίκους. Ωστόσο, η Vinogradskaia υπερέβη την διανοητική-ιδεολογική συζήτηση. Εξαπέλυσε κάθε συκοφαντία που μπορούσε να επικαλεστεί, με σκοπό να καταστρέψει την επιρροή της Kollontai. Στόχος της ήταν περισσότερο η πολιτική δράση της Kollontai παρά η ιδεολογική: «Ήθελε», καθώς σημείωνε, «να είναι σίγουρη ότι οι νεαροί κομμουνιστές θα αναρωτιόντουσαν γιατί αυτή η γυναίκα, με τις «μικροαστικές» αντιλήψεις της, είχε θεωρηθεί ηγέτιδα» εφόσον μεταξύ άλλων είχε διοριστεί από τον Λένιν Λαϊκή Κομισάριος Πρόνοιας.22

Η Kollontai έλαβε αυτά τα άρθρα ως σημάδι από την ηγεσία του Κόμματος, και μετά το 1923 δεν δημοσίευσε στην Νεαρή Φρουρά τίποτα περισσότερο για τη γυναικεία προσωπικότητα καθώς δεν ήθελε να εμπλακεί σε πολιτικές κριτικές και διαμάχες.

Αν και οι ακριβείς λεπτομέρειες της απάντησης της Kollontai στη Vinogradskaia είναι αβέβαιες, τα κίνητρα των επιθέσεων του 1923 και ο στόχος τους είναι σχετικά σαφή. Οι κατηγορίες ότι η Kollontai ήταν φεμινίστρια (τερατώδες ψέμα αφού σε όλη της την ζωή πολέμησε σφοδρότατα τον φεμινισμό και μαζί του της σύγχρονές της Ευρωπαίες φεμινίστριες) έγιναν από την Krupskaia και τη Natalia Sedova (σύζυγο του Τρότσκι) στους  New York Times στις αρχές του έτους,23 ενώ επαναλήφθηκαν από τους Arvatov και Vinogradskaia το φθινόπωρο· φυσικά οι επιθέσεις αυτές είχαν πολιτικά κίνητρα, τουλάχιστον εν μέρει. Αναμφίβολα, οι κατήγοροι αντιπαθούσαν τα άρθρα της Kollontai για το περιεχόμενό τους, αλλά οι θεωρίες της Kollontai για τον ελεύθερο έρωτα ήταν πολύ γνωστές εδώ και χρόνια ενώ παράλληλα είχε δεχθεί δημόσια επίθεση για την γραφή της αναφορικά με την γυναίκα μόλις το 1921, κατά τη διάρκεια του Δέκατου Συνεδρίου του Κόμματος και της Κομιντέρν. Εκείνη την περίοδο, τόσο ο Μπουχάριν όσο και ο Τρότσκι αστειεύονταν με τις απόψεις της για το γυναικείο ζήτημα, χωρίς όμως να της χρεώνουν άμεσα τον φεμινισμό. Τώρα, το 1923 υπήρχε ανησυχία ότι η ίδια θα επέστρεφε στην αντιπολίτευση, καθώς  μέσω της μυθοπλασίας της εντεινόταν η κριτική της για την κοινωνία των ΝΕΠ. Το αποτέλεσμα πάντως ήταν ότι πολλοί λίγοι κομμουνιστές επιτέθηκαν στις ιδέες της για τη γυναικεία χειραφέτηση, που ούτως ή άλλως παρέμεναν πάντοτε αμφιλεγόμενες.

Και πάλι, είναι αλήθεια ότι πολλά μέλη του Κόμματος βρήκαν τα άρθρα της Kollontai απαράδεκτα επειδή θεώρησαν ότι ο «Φτερωτός Έρως» της ήταν ένα πρόσχημα για την αιώνια παλιομοδίτικη ασωτία. Η Vinogradskaia έγραψε πολύ αργότερα ότι αυτή και η Krupskaia είχαν συζητήσει τα γραπτά της Kollontai για τον ελεύθερο έρωτα και ότι η Krupskaia είχε δηλώσει ότι τέτοιες ιδέες δεν έπρεπε να εμφανίζονται σε κομματικές εκδόσεις.24 Ούτε η πλειονότητα των κομμουνιστών κατανόησε την συζήτηση της Kollontai για την πλήρη ψυχοσυναισθηματική χειραφέτηση της γυναίκας. Οι σπάνιες αντιλήψεις της για την τελειοποίηση της ανθρώπινης προσωπικότητας μέσω του κολεκτιβισμού, για τον καθοριστικό ρόλο που αυτός θα διαδραμάτιζε στην εργασιακή δραστηριοποίηση των μελών της συλλογικότητας, στην κατάκτηση της εσωτερικής ζωής της εργασίας και άρα στην δημιουργία του συνειδητού παραγωγικού ανθρώπου, δεν είχαν στην πραγματικότητα αγγίξει ούτε τους πιο παραδοσιακούς μαρξιστές, οι οποίοι έβλεπαν την επανάσταση κυρίως ως μια διαδικασία πολιτικής και οικονομικής αλλαγής. 

Τώρα, όμως, με την εφαρμογή της ΝΕΠ, το Κόμμα περιείχε περισσότερους από ποτέ ανθρώπους που είχαν λιγότερες διανοητικές προτιμήσεις ενώ εκδήλωναν ένα συντριπτικό ενδιαφέρον για πρακτικά ζητήματα –προσωπική βελτίωση όρων ζωής, αξιοπρεπή στέγαση, γραφειοκρατική διαχείριση. Για αυτούς οι ιδέες της Kollontai φάνηκαν πραγματικά αστικές, σαν τις περιπέτειες ενός Τζορτζ Σαντ, που ενέκριναν, δηλαδή, την ανηθικότητα. Και βεβαίως μια τέτοια στάση του Κόμματος είναι απολύτως εύλογη για την εξαιρετικά πρώιμη περίοδο εντός της οποίας τοποθετείται και εκτυλίσσεται η όλη συζήτηση. Το πολιτιστικό και οικονομικό επίπεδο εκκίνησης της Ρωσίας δεν επέτρεπε σε καμία περίπτωση μια τόσο αλματώδη υπέρβαση όσο αυτήν που πρότεινε η Kollontai σε επίπεδο πολιτικής πρακτικής. Σε κάθε περίπτωση ο δημόσιος αυτός διάλογος και προβληματισμός σε ζητήματα άμβλυνσης και επίλυσης του «έμφυλου ανταγωνισμού» ανεξάρτητα από την μορφή ή την ένταση που κάθε φορά έπαιρνε αναδεικνύει την εξόχως προωθημένη σκέψη των πρώιμων σοσιαλιστών του 20ού αιώνα ενώ συγχρόνως επικυρώνει την ανωτερότητα του Σοσιαλισμού, αφού σε κάθε περίπτωση πραγματευόταν το μείζον θέμα της διαμορφωσης των κοινωνικών σχέσεων στην βάση της συλλογικότητας.

Άλλωστε, οι κομμουνιστές επικριτές της Kollontai συμφωνούσαν μαζί της στην παρατήρησή της, ότι η ακολασία ήταν ένα γενικότερο πρόβλημα στη Σοβιετική Ρωσία στις αρχές της οικοδόμησης. Ο ίδιος ο Λένιν παρατηρούσε ότι σε ένα πρώτο στάδιο «Η Ισότητα απέναντι στον νόμο δεν συνιστούσε ακόμα και Ισότητα απέναντι στην ζωή». Στις αρχές της δεκαετίας του ’20, υπήρχαν πραγματικά χιλιάδες «Ζένια» (η πρωταγωνίστρια στο μυθιστόρημα της Kollontai “Oι Έρωτες Τριών γενεών”), που κήρυτταν ότι η επανάσταση σήμαινε σεξουαλική ελευθερία. Μάλιστα, κυκλοφόρησαν παράπονα στο Κόμμα ότι οι νεαροί μπολσεβίκοι και μπολσεβίκες  πίεζαν ο ένας τον άλλον στο κρεβάτι κατηγορώντας όποιον/α αντιστεκόταν για «μικροαστική ηθική».25  Δεδομένης της πρωτόγονης ποιότητας των μεθόδων ελέγχου των γεννήσεων που υπήρχαν τότε, πολλές κοπέλες βρέθηκαν έγκυες και εγκαταλελειμμένες από τους άλλοτε ένθερμους συντρόφους τους. Χωρίς επαρκή ημερήσια φροντίδα, χωρίς αξιοπρεπείς δουλειές, αυτές οι νεαρές γυναίκες επιβαρύνονταν από φιλελεύθερα σεξουαλικά ήθη. Ας προστεθεί εδώ, ότι σε ψυχολογικό επίπεδο τέτοια φαινόμενα δαπανούσαν μεγάλη εσωτερική ενέργεια, οπότε μοιραία σε έναν βαθμό αποσπούσαν τα συλλογικά υποκείμενα από την παραγωγική διαδικασία. 

Ο τρόπος διαχείρισης της νέας ελευθερίας, που η επανάσταση απέσπασε πήρε την μορφή ενός θερμού διαλόγου μεταξύ των κομμουνιστών, ακριβώς όταν η Kollontai δημοσίευσε το μυθιστόρημά της «Έρωτες τριών Γενεών». Ορισμένοι τάχθηκαν υπέρ της αύξησης της μητρότητας, της παιδικής μέριμνας και δημιουργίας άλλων κοινοβιακών εγκαταστάσεων.26 Άλλοι, υποστηρικτές των παραδοσιακών συζυγικών σχέσεων ήθελαν να επιτύχουν την μείωση των σεξουαλικών περιορισμών και να καταστήσουν τους πατέρες πιο υπεύθυνους για την υποστήριξη των παιδιών τους.27 Μέχρι το 1926 η ηγεσία του Κόμματος είχε στραφεί προς την πιο παραδοσιακή θέση, επειδή συνέλαβε την αστάθεια που προκάλεσε η νέα ηθική, αφού γνώριζε καλά πως δεν ήταν ακόμα σε θέση να υλοποιήσει την φιλελεύθερη στάση απέναντι στη σεξουαλικότητα των θεωρητικών του μαρξισμού Ένγκελς, Μπέμπελ και συνακόλουθα της Kollontai. Κυρίως όμως οι μπολσεβίκοι αντιμετώπιζαν και το υπαρκτό πρόβλημα έλλειψης πόρων για την πληρωμή μαιευτικής φροντίδας και βρεφονηπιακών σταθμών, που θα υποστήριζαν οικονομικά τους απογόνους της ανεξέλεγκτης σεξουαλικότητας. Αυτή η ανανεωμένη έμφαση στην παραδοσιακή ηθική από πλευράς κομματικών εργατών ξεκίνησε το 1923 και η κριτική, που άσκησαν στην Kollontai αντανακλούσε ίσως υπόγεια και συγκαλυμμένα ένα αυξανόμενο εχθρικό αίσθημα από πλευράς τους εναντίον των σεξουαλικά απελευθερωμένων γυναικών.

Εντούτοις, είχαν ήδη γίνει πάρα πολλές μεταρρυθμίσεις, που έλαβαν υπόψη τα βάρη των γυναικών και παράλληλα υπήρχε και το Zhenotdel (Γυναικείο Τμήμα). Οι ηγέτες των Κομμουνιστικών Κομμάτων πίστευαν, ωστόσο, ότι η παροχή ίσων ευκαιριών στις γυναίκες, που έως τότε είχε συντελεστεί ήταν προς το παρόν αρκετή. Οι περαιτέρω προσπάθειες για την ενθάρρυνση της προόδου των γυναικών, όπως η εντολή για την προώθησή τους σε διευθύντριες μεσαίου κλιμακίου κρίθηκαν για την ώρα περιττές. Και πάλι, όμως, οι Σοβιετικές γυναίκες έκαναν στην πραγματικότητα γιγάντια άλματα τις επόμενες δεκαετίες, ανεβαίνοντας σε εξέχουσες θέσεις στη βιομηχανία, την εκπαίδευση και τις τέχνες, ξεπερνώντας κατά πολύ και αφήνοντας πίσω τις γυναίκες της Ευρώπης και της Βόρειας Αμερικής. Ωστόσο, στις αρχές της οικοδόμησης τουλάχιστον, που μελετάμε εδώ, δεν απέκτησαν μεγάλη πρόσβαση στην πολιτική εξουσία. Τα ανώτερα κλιμάκια του Κομμουνιστικού Κόμματος παρέμειναν σχεδόν αποκλειστικά ανδροκρατούμενα. Αυτό συνέβαινε επειδή σε έναν βαθμό οι γυναίκες εξακολουθούσαν να είναι δεμένες λόγω γάμου και οικογενειακών ευθυνών και επειδή  οι άνδρες, ενδεχομένως, δεν έκριναν ακόμα ότι έπρεπε να τους παραχωρηθεί η πρόσβαση στην εξουσία. Η Kollontai βλέποντας, ότι η ηγεσία του Κόμματος δεν έκανε καμία προσπάθεια να φέρει τις γυναίκες στα εσωτερικά άδυτα της σοβιετικής ιεραρχίας ζήτησε πιο ενεργητικές προσπάθειες για την προώθηση των γυναικών στο πεδίο της πολιτικής. Δεν κέρδισε την υπόθεσή της και ο λόγος φαίνεται ότι ήταν σε μεγάλο βαθμό η ανδρική προκατάληψη, που ενισχύθηκε από την ιδεολογική αντίδραση, η οποία τελικά οδήγησε και στην προσωρινή απόσχιση της Kollontai.

Σε κάθε περίπτωση οι πρωτοβουλίες της Kollontai ωθούμενες από τις δεσμεύσεις της απέναντι στις γυναίκες και συνεπικουρούμενες από τις Inessa, Samoilova και του Zhenotdel πέτυχαν περισσότερες μεταρρυθμίσεις για τις γυναίκες μεταξύ 1917 και 1929 από οποιοδήποτε άλλο ευρωπαϊκό πολιτικό κίνημα (π.χ. ειδική προστασία ανύπαντρων μητέρων, νομιμοποίηση αμβλώσεων, ευκολία διαζυγίου, πολιτικός γάμος κ.ο.κ.).Στην πραγματικότητα, με αυτόν τον τρόπο, οι Μπολσεβίκοι ξεπέρασαν αυτήν την σημαντική αντίθεση της έμφυλης ανισότητας εντός της Ρωσίας αλλά δεν κατάφεραν να καταργήσουν εντελώς τους παραδοσιακούς ρόλους των γυναικών και να εξαλείψουν τις παραδοσιακές διακρίσεις. Έτσι οι γυναίκες συνέχισαν να εργάζονται ως σύζυγοι και ως μητέρες και συμπληρωματικά με την εργασία έξω από το σπίτι. Αυτή η τριπλή ευθύνη σήμαινε ότι δεν μπορούσαν να λειτουργήσουν ως πλήρως ισότιμες με τους άνδρες στη σοβιετική κοινωνία. Τους έλειπε ο χρόνος και η κινητικότητα των ανδρών και είχαν ακόμα να πολεμήσουν τις διακρίσεις. Από την άλλη πλευρά, ακόμα και ιδεολογικοί αντίπαλοί της δεν μπορούν να αμφισβητήσουν της τεράστιες επιτυχίες της Σοβιετικής Ένωσης στην προσέλκυση των γυναικών ειδικά στην ενεργό οικοδόμηση του κράτους.

Μπορεί, σε τελευταία ανάλυση οι Μπολσεβίκοι να επέμεναν, πριν και μετά την ανάληψη της εξουσίας να μετριάζουν τις δεσμεύσεις τους για το γυναικείο ζήτημα υπό τον φόβο διασπάσεων στον βαθμό που δεν είχε πλήρως αναμορφωθεί η υλική βάση ή ακόμα από την αδιόρατη προκατάληψή τους λόγω επιβίωσης παλιών, αστικών αντιλήψεων. Μάλλον αυτοί ήταν οι λόγοι που απέδιδαν κάποιες φορές την κατηγορία του «φεμινισμού» και για τους λόγους αυτούς πάλι αντιστάθηκαν στις απαιτήσεις του Kollontai για την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων, με τις οποίες είχαν ήδη δεσμευτεί στα χαρτιά. Απ’ την άλλη πλευρά η πρακτική εφαρμογή αιτημάτων της Kollontai όπως π.χ. η πλήρης κοινοτικοποίηση «οικιακών εργασιών», η κοινοβιακή ανατροφή των παιδιών κ.ο.κ. θα σήμαινε αντικειμενικά μια γνήσια αλλαγή στην ανάθεση ρόλων μέσα στην πυρηνική οικογένεια. Αν η ηγεσία των Μπολσεβίκων είχε πλήρως προσανατολιστεί στην υλοποίησή τους, όχι μόνο θα εκτίνασσε το κόστος της δαπάνης στα ύψη αλλά θα είχε να αντιμετωπίσει και μεγάλη λαϊκή αντίδραση-ιδίως από την τάξη των αγροτών. 28

Παρόλα αυτά,  η Σοβιετική Ένωση μπορούσε περήφανα να ισχυριστεί, ότι είχε χειραφετήσει σε μεγάλο βαθμό τις γυναίκες.  Και μολονότι είχε αποσπάσει τεράστιες κατακτήσεις στο θέμα αυτό σε σχέση με τον οπισθοδρομικό δυτικό κόσμο, το πρόταγμα του Λένιν επανερχόταν επιτακτικά ξανά και ξανά στο προσκήνιο:

«Το κυριότερο είναι να πείσουμε τις γυναίκες να λάβουν μέρος στην κοινωνικά παραγωγική εργασία, να τις απελευθερώσουμε από την «οικιακή σκλαβιά», να τις απελευθερώσουμε από την ταπεινωτική υποταγή στην αιώνια αγγαρεία της κουζίνας και του παιδικού σταθμού. Αυτός ο αγώνας θα είναι μακρύς και απαιτεί μια ριζική αναμόρφωση τόσο της κοινωνικής πρακτικής όσο και των ηθών. Αλλά θα καταλήξει το δίχως άλλο στον πλήρη θρίαμβο του κομμουνισμού».29

Το αποτέλεσμα, λοιπόν, παραμένει, όπως είπαμε, ίδιο: To Κόμμα, δεν πραγματοποίησε ποτέ εξολοκλήρου την γυναικεία χειραφέτηση και στον απόλυτο βαθμό, τον οποίο διακήρυττε τουλάχιστον. Αυτή η διαφορά μεταξύ των δηλωμένων στόχων του και της πραγματικής απόδοσής τους ήταν η πηγή του θυμού του Kollontai. Ο κομμουνισμός για τον οποίο μίλησε ο Λένιν, του οποίου η ισότητα των γυναικών ήταν τόσο αναπόσπαστο μέρος είχε σε έναν βαθμό αναβληθεί για ένα απροσδιόριστο μέλλον και η πρόθεση της σοσιαλιστικής επίλυσης του γυναικείου ζητήματος από την ηγεσία Μπολσεβίκων κρίθηκε εκείνο το διάστημα από την Kollontai για άλλη μια φορά ως απαράδεκτη και ανεπαρκής.  Έτσι, στράφηκε στη δουλειά της ως διπλωμάτης. Ωστόσο, στην σύντομη αυτοβιογραφία της σημείωνε:

«Την ώρα ακριβώς που τελειώνω αυτήν την αυτοβιογραφία, βρίσκομαι στο κατώφλι νέων εργασιακών καθηκόντων και η ζωή θα έχει νέες αξιώσεις από εμένα. Όποια εργασία όμως κι αν πρέπει να φέρω σε πέρας, για μένα είναι εντελώς αυτονόητο ότι ο σκοπός της ολόπλευρης απελευθέρωσης της εργαζόμενης γυναίκας και η δημιουργία των θεμελιωδών αρχών για μια καινούργια σεξουαλική ηθική θα παραμένουν πάντα ο υψηλότερος σκοπός των πράξεων και της ζωής μου».30

Με βάση τις παραπάνω αντιθέσεις, μπορούμε ευκολότερα να κατανοήσουμε γιατί σε επίπεδο πολιτικής η Kollontai άσκησε στον Λένιν κατά το Δέκατο Συνέδριο του Κόμματος το 1921 την περίφημη «Εργατική Αντιπολίτευσή» της,31 η οποία οδήγησε στην βραχύβια -ευτυχώς- ρήξη τους: Ο ηγέτης των Μπολσεβίκων απόλυτα συνταγμένος με τον κλασικό μαρξισμό είχε πλήρη επίγνωση τόσο των υλικών συνθηκών της Ρωσίας όσο και του επιπέδου ανάπτυξης της συνείδησης των ίδιων των υποκειμενικών φορέων της αλλαγής: το ρωσικό προλεταριάτο ήταν αναλφάβητο στην πλειοψηφία του, ανειδίκευτο, ανοργάνωτο, ψυχολογικά καταπιεσμένο και αλυσοδεμένο για αιώνες κάτω από την κυριαρχία του αστικού ζυγού και βεβαίως ολότελα εξαθλιωμένο οικονομικά από τους πολέμους και την εκμετάλλευση από τον Τσάρο και το κεφάλαιο. Ήταν απολύτως εύλογο, επομένως, ότι εντός αυτών των δοσμένων αντικειμενικών και υποκειμενικών συνθηκών ο συντομότερος δρόμος για την εγκαθίδρυση μιας σοσιαλιστικής οικονομίας ήταν η ταχεία βιομηχανική ανασυγκρότηση. Νομοτελειακά και αντικειμενικά –και πάντα πάνω στην βάση του επιστημονικού υλισμού- μόνο το Κόμμα θα μπορούσε να ηγηθεί αυτής της διαδικασίας. Σε διαφορετική περίπτωση η χώρα θα παραδινόταν στο χάος. Περικυκλωμένοι από εχθρούς στο εσωτερικό και στο εξωτερικό οι Μπολσεβίκοι δεν μπορούσαν να διακινδυνεύσουν την διάλυση της σοβιετικής δημοκρατίας. Το Κόμμα έπρεπε να οικοδομήσει τον σοσιαλισμό μέσω μιας πειθαρχημένης, ενιαίας προσπάθειας, μέσω παραχωρήσεων στους αγρότες, μέσω της εκβιομηχάνισης για να μετατρέψει τους Ρώσους σε παραγωγικούς εργάτες. Η ανάπτυξη της επαναστατικής συλλογικής συνείδησης που θα οδηγούσε σε αυτήν την προηγμένη κοινωνικοοικονομική κατάσταση αντικειμενικά θα βάραινε και πάλι τον οργανωτή της συλλογικής ζωής: Το Κόμμα, σε τελευταία ανάλυση. Στη συνέχεια, όταν πια θα ετίθετο η οικονομική βάση για τον κομμουνισμό, θα ακολουθούσε μια πιο ριζοσπαστικοποιημένη μορφή δημοκρατίας. Άλλος δρόμος αντικειμενικά δεν υπήρχε: Το βασίλειο της ελευθερίας θα περνούσε μέσα από το βασίλειο των κανονιστικών νόμων της αγοράς, μέσα από το βασίλειο της αναγκαιότητας, όπως ακριβώς είχε προβλέψει και επιστημονικά θεμελιώσει ο Marx. Εξ ού και η (αναπόφευκτη για το οικονομικό σημείο εκκίνησης της Ρωσίας της δεκαετίας του ’20) εφαρμογή της ΝΕΠ από τον Λένιν, που τόσο μα τόσο εξόργιζε την Κολλοντάι.

Από την άλλη πλευρά, η θεωρία της Kollontai, που στην πραγματικότητα είναι βαθιά επηρεασμένη πρωτίστως από τον Engels αλλά και από τον Marx φυσικά,32 θα έλεγε κανείς ότι είναι αναλυτικότερη, βαθύτερη και μάλλον σοφότερη από την επίσημη  πρόσληψη της μαρξιστικής θέσης. Αποτελεί ένα αντικειμενικό γεγονός ότι στο πεδίο της ταξικής διαπάλης και εντός συνθηκών καπιταλιστικής εκμετάλλευσης το γυναικείο ζήτημα τίθεται μοιραία, αναπόδραστα και μάλλον διαχρονικά σε δεύτερη μοίρα από το πολιτικό-οικονομικό. Η κατακτημένη κοινωνική πείρα του 20ού αιώνα έδειξε ότι -ακόμα και σε συνθήκες οικοδόμησης του Σοσιαλισμού και στον βαθμό που οι παλιές αντιλήψεις εξακολουθούν να επιβιώνουν- χρειάζεται μεγάλη ένταση της πάλης με το «παλιό» για την επιθυμητή άμβλυνση των ανταγωνισμών μεταξύ των φύλων-πόσο μάλλον για την κατάκτηση της πλήρους Ισοτιμίας. Η Kollontai προσπάθησε να καταλάβει πώς θα ήταν ο Σοσιαλισμός, εάν και τα δύο φύλα μετείχαν ισότιμα σε αυτόν: προσπάθησε να δημιουργήσει ένα νέο πρίσμα, όπου το γυναικείο ζήτημα θα εξεταζόταν αποκλειστικά και μόνο από την σκοπιά της ταξικής προέλευσής του και ολόκληρη η σοσιαλιστική πολιτική θα προσεγγιζόταν (και θα εφαρμοζόταν) διαμέσου του φύλου. Μάλλον οι εργασίες της Kollontai παρέμειναν κατανοητές μόνο για την ίδια, αφού σίγουρα ήταν εξαιρετικά προωθημένες για το ιστορικό πλαίσιο εντός του οποίου εκφράστηκαν. Το ερώτημα, όμως, που ανακύπτει είναι αν τελικά αυτές οι εργασίες της για το γυναικείο ζήτημα εξακολουθούν να απασχολούν εμάς σήμερα. Μάλλον η βιωμένη εμπειρία της σύγχρονης παγκόσμιας πραγματικότητας δεν αφήνει και πολλά περιθώρια για μια αρνητική απάντηση.

Στην πραγματικότητα, τόσο η Kollontai όσο και ο Ένγκελς και ο Μπέμπελ πριν από αυτήν, πίστευαν ότι η ερωτική αγάπη πρέπει να περιέχει μια συναισθηματική δέσμευση, η οποία όμως θα βασίζονταν στην αμοιβαία κατανόηση της εσωτερικής λειτουργίας του αγαπημένου προσώπου. Ο «Φτερωτός Έρως» ήταν εκείνος ο τύπος ερωτισμού, ο απαλλαγμένος από κάθε είδος εγωισμού και κτητικότητας του ενός πάνω στον άλλον.

Η Kollontai είδε την ανάπτυξη μιας τέτοιας αγάπης ως αναπόσπαστο μέρος της οικοδόμησης του Κομμουνισμού εν γένει. Για να ευημερήσει μια συλλογικότητα, τα μέλη της πρέπει να νοιάζονται το ένα για το άλλο. Όλοι πρέπει να μάθουν να συνεργάζονται με αμοιβαίο σεβασμό και ανεκτικότητα, και εκείνοι οι άνδρες και οι γυναίκες που αγαπήθηκαν ερωτικά πρέπει να μάθουν να ζουν με όχημα αυτήν την αγάπη χωρίς, όμως,  να αποσπώνται από την κοινότητα/συλλογικότητα. Για να επιτευχθεί αυτή η ριζική αναμόρφωση σε επίπεδο κοινωνικών σχέσεων η κομμουνιστική κοινωνία πρέπει να αυξήσει την ικανότητα του ανθρώπου να φροντίζει τους συνανθρώπους του, να εκπολιτίσει ή μάλλον να τελειοποιήσει την ανθρώπινη φύση. Οι άνθρωποι πρέπει να μάθουν να εκφράζουν ελεύθερα όλες τις ποικίλες εκδηλώσεις της αγάπης που νιώθουν και για να το κάνουν αυτό έπρεπε να ξεφύγουν από την αστική αντίληψη ότι η μόνη μορφή ερωτικής αγάπης που επιτρεπόταν ήταν η «αγάπη του νόμιμα παντρεμένου, του συζυγικού ζευγαριού».33

Η Kollontai δεν δήλωσε ποτέ ότι ο γάμος θα έπρεπε να καταργηθεί. Είπε απλώς ότι η αστική μονογαμία δεν ήταν η μόνη μορφή στην οποία έπρεπε να επιτραπεί η ετεροφυλοφιλική αγάπη.  Όσο η αγάπη βασιζόταν στα «ανώτερα», λιγότερο σαρκικά ανθρώπινα συναισθήματα, η Kollontai την καλωσόριζε. Δεν συνέστησε να έχουν όλοι πολλαπλές σχέσεις. Είπε ότι το προλεταριάτο πρέπει να απελευθερώσει τον ερωτισμό από τα αστικά δεσμά του, με τρόπο ώστε να επιτραπεί στους ανθρώπους να εκφράσουν ελεύθερα την αγάπη τους ο ένας για τον άλλον. Τότε, ό,τι κι αν συνέβαινε θα ήταν αναπόσπαστο μέρος της νέας ηθικής του προλεταριάτου και επομένως προοδευτικό. Η Kollontai, όπως και ο Ένγκελς, αρνήθηκε να προφητεύσει την ακριβή μορφή των σχέσεων μεταξύ γυναικών και ανδρών στο μέλλον. Ήξερε μόνο ότι η απομόνωση και η αποξένωση θα τελείωναν. 34

Mάλιστα στο άρθρο της για τον «Φτερωτό Έρωτα», η Kollontai υποστήριξε ότι το προλεταριάτο επεξεργαζόταν και διαμόρφωνε ήδη την ηθική του ως μέρος της οικοδόμησης της νέας κοινωνίας. Ο«Φτερωτός Έρως», η σύζευξη γυναικών και ανδρών που ήταν ίσοι, αναδυόταν. Θεωρούσε, ωστόσο, ότι οι άνθρωποι δεν ήξεραν πώς να αγαπούν και για αυτό έπρεπε να διαπαιδαγωγηθούν στην αγάπη: να μάθουν και να αναγνωρίσουν εξαρχής τους όρους και της προϋποθέσεις μιας «ελεύθερης αγάπης», αδέσμευτης από κάθε είδους σύμβαση στην βάση της αμοιβαίας κατανόησης της εσωτερικής λειτουργίας του αγαπημένου προσώπου. Αυτή ήταν μια φιλελεύθερη άποψη για την σεξουαλικότητα και καθόλου ελευθεριακή. Αυτές οι απόψεις αντανακλώνται σε όλες ανεξαιρέτως τις πραγματείες της Α.Kollontai αναφορικά με την δημιουργία του νέου ιστορικού-ταξικού τύπου γυναίκας αλλά και με το γυναικείο ζήτημα εν γένει. Η ερωτική αγάπη παρέμεινε για εκείνη αυτό που ήταν πάντα — μια έκφραση της αγωνιώδους ανθρώπινης αναζήτησης για μια κοινοτική / κολεκτιβιστική- ισότιμη, δημιουργική μορφή ζωής.

Συνοψίζοντας θα λέγαμε, ότι πολλές φορές η Ρωσίδα Κομμουνίστρια επαναστάτρια προβληματίζεται μέσα από το έργο της για το γεγονός ότι στις συνθήκες της κεφαλαιοκρατίας πόσο μάλλον σε συνθήκες όξυνσης της ταξικής διαπάλης στα κρίσιμα, δηλαδή, και ταραγμένα «μεταβατικά στάδια» της Ιστορίας, η μοναξιά είναι το τίμημα, που πρέπει να πληρώσουν οι γυναίκες για την ανεξαρτησία τους. Ωστόσο ποτέ δεν έχανε την πίστη της στην δυνατότητα μιας εξαγνισμένης ερωτικής αγάπης. Στην πραγματικότητα, αυτή η πίστη της ενίσχυε την μαχητικότητά της ενώ συνιστούσε, συγχρόνως, την πιο αισιόδοξη προοπτική απέναντι στις φθορές και τα βάσανα της ζωής.

Αν και πολλές φορές επικρίθηκε για τις απόψεις της ή για την ίδια την καλλιτεχνική/αισθητική αξία της πεζογραφίας της ή ακόμα και τις τάσεις διδακτισμού που διέκριναν τα μυθιστορήματά της, η μοναδικότητα της φωνής της μέσα στον μπολσεβικισμό προήλθε από την εύγλωττη και τολμηρή υπεράσπιση των ιδανικών της και από τον τρόπο που αυτά τα ιδανικά αναμειγνύονταν και ενισχύονταν από την αμοιβαία εξάρτησή τους: Η χειραφέτηση της γυναίκας και η χειραφέτηση όλων των ανθρώπων θα προκύψει από τη δημιουργία μιας αρμονικής κοινωνίας, που θα χτιστεί από την ίδια την εργατική τάξη και από ένα Κόμμα επαναστατών που αρνούνται με κάθε τρόπο να συμβιβάσουν τις αρχές τους. Θα προκύψει σε τελευταία ανάλυση από την ενίσχυση και ενθάρρυνση των ελεύθερων, συντροφικών και αλληλέγγυων δεσμών μεταξύ ανθρώπων- απαλλαγμένων από κάθε μορφή εξωτερικής καταπίεσης.35

Τέλος, σε ένα αλληγορικό επίπεδο θα λέγαμε ότι οι εσωτερικές διακυμάνσεις του γυναικείου ψυχισμού, η αναπροσαρμογή της γυναίκας στις νέες συνθήκες της οικονομικής και κοινωνικής της ύπαρξης, οι εσωτερικές της συγκρούσεις μπροστά στην έλευση του «νέου», του άγνωστου, η μοιραία πάλη με τον κόσμο της γιαγιάς ή της μαμάς της, η αγωνιώδης επιθυμία αναγνώρισης της αυταξίας της προσωπικότητάς της και η αέναη-αν και αβέβαιη- αναζήτηση της αγνής συντροφικής αγάπης ή ακόμα σε τελευταία ανάλυση και η δραματική, ισχυρή υπέρβαση που μια γυναίκα καλείται κάθε φορά να πραγματοποιεί σε ατομικό/προσωπικό επίπεδο προκειμένου να υπερβεί τις αιώνιες, κληροδοτημένες πατροπαράδοτες αρχές που της παραδόθηκαν- και ο τρόπος, τέλος, που όλα αυτά μαζί, αρκετές φορές την οδηγούν αναπόδραστα στην σύγκρουσή της με τους άνδρες,  αποτυπώνουν με ενάργεια τις εσωτερικές διεργασίες, που συντελούνται εντός των κόλπων της ίδιας της κοινωνίας κατά την αργή και βασανιστική πορεία της προς την οριστική εξάλειψη των αντιθέσεών της. Κατά την πορεία της σταδιακής και ιστορικά αναπόδραστης μετάβασής της προς τον «Ναό της Νέας Ανθρωπότητας»: της Σοσιαλιστικής-Κομμουνιστικής

Στην συνέχεια ακολουθεί η μετάφραση του άρθρου-μελέτη της Kollontai αναφορικά με την ποίηση της Akhmatova. Στην πρώτη υποσημείωση η σύνταξη της Molodaia Gvardiya επισημαίνει τις επιφυλάξεις της για την εγκυρότητα των θέσεων της Kollontai και τονίζει, ότι οι θέσεις αυτές παραμένουν υπό συζήτηση. Η δήλωση αυτή απηχεί στο πεδίο της ιδεολογικής αντιπαράθεσης, που αναλύσαμε παραπάνω.

Η μετάφραση του κειμένου δεν αποτελεί προϊόν πρωτότυπης δημιουργίας. Το κείμενο είχε μεταφραστεί από την Μαρίνα Λώμη το 1978, στα πλαίσια της Β’ επανέκδοσης του έργου Αλεξάνδρα Κολλοντάι: «Οικονομική και σεξουαλική απελευθέρωση της γυναίκας, οπότε συμπεριλήφθηκε και αυτό ανάμεσα σε άλλα αριστουργηματικά κείμενα της Ρωσίδας επαναστάτριας σε σχέση με το γυναικείο ζήτημα. Ωστόσο έγιναν κάποιες προσθήκες, που αντλήθηκαν από το πρωτότυπο δημοσίευμα,36 καθώς η εν λόγω μετάφραση δεν έκρινε σκόπιμο να τις συμπεριλάβει. Έγινε επίσης υπομνηματισμός στις διακειμενικές αναφορές του άρθρου της Kollontai στην ποίηση της Α. Akhmatova. Όταν πρόκειται, λοιπόν, για υποσημειώσεις ή παραπομπές της ίδιας της συντάκτριας της επιστολής αυτές σημειώνονται εντός παρένθεσης με την εξής μορφή: (Της Αlexandra Kollontai). Εντός παρένθεσης κλείνονται, επίσης, κάποιες δικές μας επεξηγηματικές σημειώσεις πάνω στο μετάφρασμα με το σύμβολο (σσ.)  Στο τέλος συμπεριλήφθηκε ένα παράρτημα με εκείνα τα ποιήματα της Akhmatova, που (θραύσματα στίχων τους) χρησιμοποιούνται από την Kollontai ως ενισχυτικά της αποδεικτικής ισχύος των επιχειρημάτων της μαζί με κάποια σύντομα πληροφοριακά στοιχεία για τις εν λόγω ποιητικές συλλογές της Akhmatova, εντός των οποίων εντάσσεται καθένα από αυτά τα ποιήματα.

Πρόκειται για ένα απόλυτα εκλαϊκευμένο-καθότι επιστημονικό- ποιητικό και συνάμα βαθύτατα συγκινητικό κείμενο με όλες τις απαντήσεις για όλους τους άνδρες και όλες τις γυναίκες της εποχής μας. Γιατί, λοιπόν οι σύγχρονες γυναίκες έχουν μεταβληθεί σε ένα τόσο «δυσεπίλυτο και απαιτητικό αίνιγμα» για τους σύγχρονους άνδρες; Και αντίστοιχα, γιατί οι σύγχρονοι άντρες βιώνουν τόσο τραγικά και μοιραία την εσωτερική μοναξιά και την αποξένωση; Πώς αναδιαμορφώνονται οι σχέσεις των ανθρώπων κατά την μεταβατική περίοδο; Ποιες νέες απαιτήσεις υψώνουν; Η συνέχεια στο μεταφρασμένο άρθρο.

Εύη Παναγιωτάτου

1.Alexandra Kollontai, Οι σχέσεις των δύο φύλων και ο Μαρξισμός Αθήνα, Γκοβόστης, (χχ).

2.Alexandra Kollontai, Οι σχέσεις των δύο φύλων και ο Μαρξισμός, ό. π.

3.Πλήθος πρόσφατων επιστημονικών πραγματειών, άρθρων, εργοβιογραφικών μελετών, διατριβών κ.ά. έχουν πραγματοποιηθεί από διάφορα ακαδημαϊκά κέντρα της Ευρώπης και της Αμερικής, με επίκεντρο τους πολύμορφους αγώνες της για την υπεράσπιση της εργαζόμενης γυναίκας. Πολυάριθμες, όμως, είναι και οι πρόσφατες μεταφράσεις και επανεκδόσεις των πρωτότυπων γραπτών της σε διάφορες γλώσσες του κόσμου.

4.Σημείωνε χαρακτηριστικά κάπου: «Ακόμα και στους κύκλους της εργατιάς η τελετή του γάμου δεν είναι τίποτε άλλο από μια κηδεία νεκρών συναισθημάτων».

5.Aλεξάνδρα Κολλοντάι, Οικονομική και σεξουαλική απελευθέρωση της γυναίκας, (μτφρ.) Μαρίνα Λώμη, Β’ Έκδοση, Πύλη, Αθήνα, 1978.

6. Η παρουσίαση αντλήθηκε από Πρόλογος. Στο: Aλεξάνδρα Κολλοντάι, Οικονομική και σεξουαλική απελευθέρωση της γυναίκας, ό. π.

7.Γενικότερα, το μυθιστόρημα, αποτελεί το κατ’ εξοχήν καλλιτεχνικό προϊόν της αστικής τάξης. Από την άλλη πλευρά, το επιστολικό ή επιστολογραφικό κειμενικό είδος (με σημείο αιχμής βέβαια το επιστολικό μυθιστόρημα) αποτελεί την βασική αφηγηματική μονάδα, που σύμφωνα με τον Hegel υπάγεται στα υποείδη του «αστικού έπους», Βλ. Γιώργος Βελουδής, «Εισαγωγή». Στο: Παναγιώτης Σούτσος, Ο Λέανδρος, φιλολ. επιμ. Γιώργος Βελουδής, Ίδρυμα Κώστα και Ελένης Ουράνη, Αθήνα 1996, 31-32 [σειρά: Νεοελληνική Βιβλιοθήκη]. Η Kollontai σαν άλλος Δούρειος Ίππος (με προπέτασμα την τυπική και ευρέως διαδεδομένη φόρμα γραφής της αστικής τάξης) τινάζει κυριολεκτικά στον αέρα τα σαθρά θεμέλιά του «αστικού έπους». Ταυτόχρονα πάνω ακριβώς στα ερείπια και τα συντρίμμια του καταγράφει και αποτυπώνει την μεγαλειώδη εποποιία σύλληψης, γένεσης και έλευσης στην ζωή της Νέας Ανθρωπότητας: της Σοσιαλιστικής-Κομμουνιστικής.

8.Βλ. Barbara Eva Clements, Αλεξάνδρα Κολλοντάι (1872-1952): Η αυτοβιογραφία μιας δυναμικής ρωσίδας επαναστάτριας, (επιμ.) Ευγενία Νικολάου, Αθήνα, Γκοβόστης, 2018.

9.Για μια γρήγορη και συνοπτική εργοβιογραφία της ποιήτριας βλ. ενδεικτικά: Άννα Αχμάτοβα: «Η φήμη έφτασε, κολυμπώντας σαν κύκνος». Ανακτήθηκε από τον ιστότοπο: https://www.lifo.gr/culture/vivlio/anna-ahmatoba-i-fimi-eftase-kolympontas-san-kyknos

10.Βλ. Βόλφγκανγκ Χέσνερ, Άννα Αχμάτοβα: H θυελλώδης ζωή μιας μεγάλης ποιήτριας, Αθήνα, Μελάνι, 2007. (Η παρουσίαση ερανίζεται αυτούσια από το οπισθόφυλλο του βιβλίου).

11.Βλ. Τμήμα Ιδεολογικής Επιτροπής ΚΚΕ για την Ισοτιμία των Γυναικών «Πρόλογος». Στο: Αλεξάνδρα Μ. Κολοντάι, Βασιλίσα Μαλιγκίνα, Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 2021.

12.Οι νέες αξίες και αντιλήψεις αποκρυσταλλώνονται σταδιακά με την πάλη πάνω στο παλιό και μόνο στον βαθμό που εδραιώνονται οι κομμουνιστικές σχέσεις. Ο ρόλος του Κόμματος στην διαδικασία της ανάπτυξης των κομμουνιστικών σχέσεων παραγωγής και κατανομής αλλά και της διαμόρφωσης σε τελευταία ανάλυση της κοινωνικής επαναστατικής συνείδησης ήταν νομοτελειακός. Βλ. Τμήμα Ιδεολογικής Επιτροπής ΚΚΕ για την Ισοτιμία των Γυναικών «Πρόλογος». Στο: Αλεξάνδρα Μ. Κολοντάι, Βασιλίσα Μαλιγκίνα, Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 2021.

13.Βλ. Aλεξάνδρα Κολλοντάι, Οικονομική και σεξουαλική απελευθέρωση της γυναίκας, (μτφρ.) Μαρίνα Λώμη,  Β’ Έκδοση, Πύλη, Αθήνα, 1978.

14. Η παρουσίαση της ιδεολογικής διαπάλης μεταξύ Kollontai και διαφόρων επικριτών  της αντλείται εξολοκλήρου από:Barbara Eva Clements, Αλεξάνδρα Κολλοντάι (1872-1952): Η αυτοβιογραφία μιας δυναμικής ρωσίδας επαναστάτριας, (επιμ.) Ευγενία Νικολάου, Αθήνα, Γκοβόστης, 2018. Αξιοποιείται το δέκατο κεφάλαιο του βιβλίου με τίτλο «Φτερωτός Έρως» ενώ οι παραπομπές ανακτήθηκαν από την ηλεκτρονική μορφή του βιβλίου στα αγγλικά, που είναι και η γλώσσα πηγής του: https://publish.iupress.indiana.edu/read/bolshevik-feminist-the-life-of-aleksandra-kollontai/section/0f0b524d-d8ec-4c3f-b92a-c0b09ea3d3e7

15.Polina Vinogradskaia, “Voprosy byta”, Pravda, 26 Ιουλίου 1923, σ. 4-5

16.Polina Vinogradskaia, ό.π.

17.B. Arvatov, «Grazhdanka Akhmatova i tov. Kollontai», Molodaia gvardiia, αρ. 4-5 (1923), πίν. 148.

18.Αναφέρεται στο πέρασμα από το πρωτόγονο κομμουνιστικό νοικοκυριό στην πρώτη ταξική, εκμεταλλευτική κοινωνίας την δουλοκτησία, όπου σύμφωνα με τον Ένγκελς εκεί διαμορφώθηκαν οι συνθήκες για την «ιστορική ήττα» του γυναικείου ζητήματος, Παρατίθεται στο: Α.Μ Κολοντάι, Το γυναικείο ζήτημα: Aπό την πρωτόγονη κοινωνία έως σήμερα, Δ’ Έκδοση, Αθήνα, Σύγχρονη Εποχή,2023, σελ. 40.

19.B. Arvatov, «Grazhdanka Akhmatova, ό. π.

20.Η Vinogradskaia έγραψε ότι η Krupskaia το ενέκρινε. (Vinogradskaia, Pamiatnye vstrechi, σελ. 53.)

21.P. Vinogradskaia, “Voprosy morali, pola, byta, i tovarishch Kollontai”, Krasnaia nov, αρ. 6 (16) (Νοέμβριος 1923), πίν. 181.

22.Η συνολική παρουσίαση, καθώς και οι αντίστοιχες παραπομπές που χρησιμοποιούνται στο εξής αντλούνται συνοπτικά από Barbara Eva Clements, Αλεξάνδρα Κολλοντάι (1872-1952): Η αυτοβιογραφία μιας δυναμικής ρωσίδας επαναστάτριας, (επιμ.) Ευγενία Νικολάου, ό.π.

23.«Soviet Envoy a Feminist», New York Times, 13 Φεβρουαρίου 1923, βλ. 1, σελ. 2.

24.Vinogradskaia, Pamiatnye vstrechi, p. 53.

25.Βλ. Barbara Eva Clements, Αλεξάνδρα Κολλοντάι (1872-1952): Η αυτοβιογραφία μιας δυναμικής ρωσίδας επαναστάτριας, (επιμ.) Ευγενία Νικολάου, ό. π.

26. SI Kaplun, Sovremennye problemy zhenskogo truda i byta (Μόσχα: Voprosy truda, 1924).

27.Βλ. A. Zalkind, «Polovoi vopros s kommunisticheskoi tochki zreniia», στο Polovoi vopros, SM Kalmanson, ed. (Μόσχα: Molodaia gvardiia, 1924), σ. 5-38. Αυτό το άρθρο είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον επειδή ο καθηγητής Zalkind έγινε αργότερα ο συνήγορος ενός πουριτανικού σεξουαλικού κώδικα δημοφιλούς κατά τη δεκαετία του ’30.Βλέπε Jessica Smith, Women in Soviet Russia (New York: Vanguard, 1928), σελ. 129-30. Για μια αναλυτική παρουσίαση της πρώιμης σοβιετικής συζήτησης σχετικά με τη σεξουαλικότητα, βλέπε Geiger, The Family in Soviet Russia, σελ. 61-75. Για μια συναρπαστική συλλογή επιστολών γυναικών κομμουνιστριών που συζητούν την επίδραση της πιο ελεύθερης σεξουαλικότητας βλέπε LS Sosnovskii, Bol’nye voprosy (zhenshchina, sem’ia i deti) (Λένινγκραντ: Priboi, 1926).

28. Βλ. Barbara Eva Clements, Αλεξάνδρα Κολλοντάι (1872-1952): Η αυτοβιογραφία μιας δυναμικής ρωσίδας επαναστάτριας.

29. VI Lenin, The Emancipation of Women (Νέα Υόρκη: International Publishers, 1966), σελ. 81.

30.Αύδη-Καλκάνη Ίρις, Αλεξάνδρα Κολλοντάι (1872-1952): Η αυτοβιογραφία μιας δυναμικής ρωσίδας επαναστάτριας, (επιμ.) Ευγενία Νικολάου, Αθήνα, Γκοβόστης, 2018.

31.Κολλοντάι Μ. Α., Εργατική Αντιπολίτευση, (μτφρ.) Καρύτσας Γιάννης, Αθήνα, Άρδην, 2008.

32.F.Engels, H καταγωγή της Οικογένειας, της Ατομικής Ιδιοκτησίας και του Κράτους, Αθήνα, Σύγχρονη Εποχή, 2013. Σε αδρές πάντως γραμμές και ο Μαρξ στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο σε επίπεδο ιδεολογικής διαπάλης προβάλλει την εκμεταλλευτική στάση των αστών ως προς τις γυναίκες τους αντιπαρατάσσοντας τις νέου τύπου αναμορφωμένες έμφυλες σχέσεις, που οι Κομμουνιστές εγκαθιδρύουν ως προϊόν της ίδιας της αναγκαιότητας λόγω της εκμετάλλευσης του κεφαλαίου. Σε αυτήν την συντονισμένη κατεύθυνση, ο Engels εμβαθύνει την έρευνα με τις εργασίες του.

33.Βλ. Αλεξάνδρα Κολλοντάι, «Ανοίξτε δρόμο στον Φτερωτό Έρωτα: Ένα γράμμα στην εργαζόμενη νεολαία». Ανακτήθηκε από:

https://www.katiousa.gr/apopseis/i-stili-tou-anagnosti/aleksandra-kolontai-anoikste-dromo-ston-fteroto-erota-ena-gramma-stin-ergazomeni-neolaia/ 

Οι απόψεις της Κολλοντάι αν δεν σφάλλουμε συγκλίνουν υπερβολικά με εκείνες του μεγάλου Σοβιετικού παιδαγωγού Α. Μακάρενκο: «Όσο ευρύτερη είναι η κολεκτίβα η προοπτική της οποίας αποτελεί για τον άνθρωπο ατομική προοπτική τόσο ο άνθρωπος είναι ομορφότερος και καλύτερος και δυνατότερος», Βλ. Α.Σ. Μακάρενκο, Παιδαγωγικό Ποίημα: Ο δρόμος προς την Ζωή, Β΄τόμος, (μτφρ. Ζήνων Ζορζοβίλης), Αθήνα, Σύγχρονη Εποχή, 2010. Bλ. επίσης, Περικλής Παυλίδης. (1998). Η συμβολή της παιδείας στην κοινωνική πρόοδο. Μια αναφορά στις παιδαγωγικές απόψεις του Α. Σ. Μακάρενκο. Ουτοπία, 31, 125-137.  Ανακτήθηκε από:

http://www.ilhs.tuc.gr/gr/Simvolipaideias.htm Kαι βλ.Pavlidis, P. (2017). Socialism, labour and education: from Marx to Makarenko. International Journal of Educational Policies, 11(1), 3-16.

34.Βλ. Barbara Eva Clements, Αλεξάνδρα Κολλοντάι (1872-1952): Η αυτοβιογραφία μιας δυναμικής ρωσίδας επαναστάτριας, ό.π.

35.Η σύλληψη αυτού του μεγαλειώδους οράματος κρυσταλλώνεται, θα λέγαμε, με ενάργεια στην βαθιά συγκινητική «Βασιλίσα Μαλιγκίνα» (ή «Κόκκινος Έρωτας», σύμφωνα με τον πρωτότυπο τίτλο του), που δεν θα ήταν υπερβολή να ειπωθεί ότι στον πυρήνα του το συγκεκριμένο μυθιστόρημα της Kollontai αποτελεί έναν ρεαλιστικό και εξόχως δραματικό και αγωνιώδη μυθοπλαστικό διάλογο μεταξύ του προλεταριάτου και της πολιτικής πρωτοπορίας του, δηλαδή τους Κομμουνιστές και αντίστροφα. Ας σημειωθεί εδώ ότι ένας αντίστοιχος έξοχος ποιητικός αυτήν την φορά διάλογος μεταξύ πρωτοπορίας και προλεταριάτου και αντιστρόφως αποτελεί και η Μαρία Νεφέλη του Οδ. Ελύτη. Τόσο η Βασιλίσα Μαλιγκίνα όσο και η Μαρία Νεφέλη συνιστούν ίσως την μυθιστορηματική και ποιητική μετουσίωση αντίστοιχα της μαρξιστικής Διαλεκτικής, την πεμπτουσία της.

36. Βλ. Αλεξάνδρα Κολλοντάι, «Γύρω από τον «δράκο» και το «Λευκό Πουλί». Στον διαδικτυακό ιστότοπο: http://ahmatova.niv.ru/ahmatova/kritika/kollontaj-pisma-k-trudyaschejsya-molodezhi.htm

 

***

Anna Akhmatova-Η ποιητική έκφραση του νέου τύπου Γυναίκας

Γράμματα στην Εργαζόμενη Νεολαία

(Τρίτο Γράμμα)1

 

Γύρω από τον «Δράκο» και το «Λευκό Πουλί»

Με ρωτάς νεαρή μου συντρόφισσα και συναγωνίστρια, γιατί εσύ μαζί με πολλές άλλες φοιτήτριες και εργαζόμενες της Σοβιετικής Ρωσίας αισθάνεστε από κοινού να σας ελκύει και να σας ενδιαφέρει η ποίηση της Άννας Αχμάτοβα, παρόλο που «δεν είναι καθόλου κομμουνίστρια»; Ανησυχείς για την απάντηση στο ερώτημα, αν ο ενθουσιασμός για συγγραφείς, που χαρακτηρίζονται από ένα «ξένο προς εμάς πνεύμα» είναι συμβατός  με μια πραγματική  προλεταριακή κοσμοθεωρία; Αυτό λοιπόν, είναι το πρόβλημα, που σε απασχολεί.

Ας προσεγγίσουμε αυτό το θέμα διεξοδικά. Και για να κάνουμε πιο παραστατική την σκέψη μας θα επιχειρήσουμε να αναλύσουμε ακριβώς την ποιήτρια, που προτιμάς.

Μπροστά μου βρίσκονται τρεις λευκοί τόμοι της Άννας Αχμάτοβα: «Το Ροζάριο»,2 το «Λευκό Σμήνος»3 και το «Έτος Κυρίου 21».4

Έχοντας ξεφυλλίσει αυτούς τους τόμους, κατ’ αρχάς σας απαντώ: Η Αχμάτοβα δεν είναι καθόλου τόσο ξένη σε εμάς, όπως μπορεί να φαίνεται με την πρώτη ματιά. Μέσα σε αυτά τα τρία μικρά βιβλία αισθανόμαστε να σκιρτά και να σφύζει μια ψυχή ζωντανή, οικεία και κοντινή-η ψυχή μιας γυναίκας της σύγχρονης μεταβατικής εποχής, της εποχής της αναμόρφωσης της ανθρώπινης ψυχολογίας, της εποχής της θανάσιμης πάλης  μεταξύ δύο πολιτισμών -δύο ιδεολογιών: του αστικού και του προλεταριακού. Η Άννα Αχμάτοβα δεν συντάσσεται με την  πλευρά των αναχρονιστικών και ιστορικά ξεπερασμένων αντιλήψεων αλλά με την πλευρά μιας αναδυόμενης ιδεολογίας, η οποία διαμορφώνεται μπροστά στα μάτια μας (σσ. της υπό διαμόρφωση προλεταριακής ιδεολογίας).

Η Αχμάτοβα δεν είναι απλώς μια από τις αμέτρητες ποιήτριες, που αρκούνται να επαναλαμβάνουν αυτά, που οι μεγάλοι λογοτέχνες της απερχόμενης κουλτούρας έχουν πει τόσες φορές καλύτερα και ομορφότερα από τους  ασήμαντους  επιγόνους τους. Η Αχμάτοβα είναι και η ίδια πρωτότυπη δημιουργός. Και ως ποιήτρια-δημιουργός προσφέρει στην τέχνη και κατά συνέπεια στην γνώση της ανθρώπινης ψυχής, όσα δεν μπόρεσαν να πουν πριν από αυτήν οι μεγαλύτεροι αστοί ποιητές.

Η Αχμάτοβα δεν υμνεί την «γυναίκα» γενικά αλλά έναν ορισμένο και νέο τύπο γυναίκας: αυτήν που με τον μόχθο της ανοίγει τον δρόμο της ζωής της. 

Ως καλλιτέχνης-δημιουργός, η Αχμάτοβα, δεν περιγράφει τις συγκινήσεις της γυναικείας ψυχής, ιδωμένες μέσα από το πρίσμα της ανδρικής ψυχολογίας. Στην πραγματικότητα αυτά που λέει για την γυναίκα, τα αισθάνονται στα βάθη της ψυχής τους όλες σχεδόν οι εργαζόμενες γυναίκες, που διάλεξαν τον δρόμο της πλήρους επαγγελματικής ανεξαρτησίας τους και έτσι τοποθετούνται στην καμπή των δύο εποχών. Αυτή ακριβώς η αλήθεια για τα συναισθήματα και τις συγκινήσεις των σύγχρονων εργαζόμενων γυναικών, που γεννήθηκαν από την αυγή ενός νέου πολιτισμού αποτελεί το σπέρμα μιας νέας προσέγγισης για την ζωή, που συνδέει το έργο της Αχμάτοβα με την σκέψη της ανερχόμενης τάξης (σσ. της προλεταριακής). Αυτός είναι είναι και ο λόγος, που εσείς και οι συντρόφισσές σας αγαπάτε τα τρία μικρά βιβλία της. 

Για να σφυρηλατήσει μια νέα κουλτούρα, για να διαμορφώσει την δική της ιδεολογία, η εργαζόμενη ανθρωπότητα δεν μπορεί και δεν πρέπει να προσεγγίζει τα προβλήματα και τα φαινόμενα της ζωής υπό το πρίσμα μιας μονόπλευρης ανδρικής προσέγγισης, όπως έκανε η αστική κοινωνία. Δεν μπορούμε ούτε να κρίνουμε, ούτε να αξιολογήσουμε  και να αναλύσουμε τα εξωτερικά φαινόμενα μόνο με βάση την ανδρική αντίληψη.

Κυρίως, όταν πρόκειται για προβλήματα φύλου, γι’ αυτό το πανάρχαιο «μυστήριο της αγάπης» -τόσο παλιό όσο και η ίδια η ανθρώπινη κοινωνία, στο οποίο είναι αφιερωμένα κυρίως τα ποιήματα της Αχμάτοβα, και το οποίο σας μπερδεύει εν μέρει.5 Στην παλιά αστική κοινωνία, η γυναίκα δεν ήταν μια ανεξάρτητη κοινωνική και εργασιακή μονάδα, επομένως δεν συνεκτιμήθηκαν οι διάφορες πτυχές της ψυχολογία της. Με άλλα λόγια, δεν προσκόμιζε τίποτα νέο, δικό της στην γενικότερη κουλτούρα ή στην κοσμοθεωρία. Μα, σε αυτήν την εποχή των απότομων μεταβολών τα γυναικεία συναισθήματα, που συνδέονται με το «μυστήριο του έρωτα και της αγάπης» έχουν αποκτήσει αξία. 

Η ιδεολογία της ανερχόμενης εργατικής τάξης, που αγκαλιάζει τα αιτήματα, τις φιλοδοξίες, τα συναισθήματα και τις αντιλήψεις των δύο φύλων απαιτεί την διαμόρφωση μιας νέας ηθικής. Κατά τη δημιουργία, λοιπόν, μιας νέας κουλτούρας ένας τόσο σημαντικός παράγοντας, όπως η ένταξη της γυναίκας στην κοινωνική ζωή μιας εργαζόμενης κοινωνίας δεν μπορεί να αποκλειστεί. Εν τω μεταξύ, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι ιδιαιτερότητες της διανοητικής σύνθεσης μιας γυναίκας, οι οποίες επιδρούν μέσα της αιώνες την αναγκάζουν να υιοθετήσει μια διαφορετική κάθε φορά προσέγγιση σε μια ολόκληρη σειρά φαινομένων, όπως η μητρότητα, το πρόβλημα της αγάπης, η δημιουργικότητα, η επιλογή της εργασίας. Η ιδεολογία της ανερχόμενης εργατικής τάξης οφείλει και πρέπει να αγκαλιάσει τις πνευματικές αξίες, που αναπτύχθηκαν και από τα δύο φύλα.

Αλλά για να ορίσουμε τον ρόλο μιας γυναίκας στη δημιουργία των θεμελίων μιας νέας κουλτούρας πρέπει πρώτα απ’ όλα να γνωρίζουμε ποιες είναι οι εσωτερικές διεργασίες, που συντελούνται  στην ψυχή των γυναικείων εργαζόμενων μαζών σε μια μεταβατική ιστορική στιγμή (σσ. όπως αυτή στην οποία εισέρχεται η Σοβιετική Ρωσία), μια στιγμή κατάρριψης προηγούμενων κληροδοτημένων εννοιών και απόψεων. Υπό αυτήν την έννοια, οι τρεις λευκοί τόμοι της Άννας Αχμάτοβα παρουσιάζουν αναμφισβήτητο ενδιαφέρον και χαίρομαι για το αίτημά σας, νεαρές μου φίλες, να προσεγγίσουμε την ποίησή της διότι έκανε και μένα να εμβαθύνω σε αυτήν την συγγραφέα. Αφήστε την Άννα Αχμάτοβα να μπορέσει να φωτίσει για εσάς έστω και μια πτυχή της γυναικείας ψυχής! Αφήστε την να σας αποκαλύψει, έστω μόνο εκείνες τις εμπειρίες μιας γυναίκας, οι οποίες συνδέονται με το «μυστήριο της αγάπης»! Σε αυτήν την ιστορική στιγμή  βρισκόμαστε σε ένα σημείο καμπής και αυτό το «μυστήριο» έχει την αξία του. Δεν πρέπει να ξεχνάμε: Ουσιαστικά στην σχέση μεταξύ των φύλων συντελείται αυτήν την περίοδο η μεγαλύτερη Επανάσταση στην ιστορία της ανθρωπότητας (σσ. η Οκτωβριανή Σοσιαλιστική) και η ιδεολογία του προλεταριάτου περιέχει την απάντηση σε αυτό το «αίνιγμα του έρωτα», το οποίο παρέμεινε για αιώνες άλυτο από την αστική κουλτούρα.

Φυσικά, η Άννα Αχμάτοβα δεν είναι κομμουνίστρια και επομένως ο ολοκληρωμένος αυτός τύπος της νέας γυναίκας- μαχήτριας, οικοδόμου της νέας κοινωνίας, της αγωνιζόμενης, που σφυρηλατεί  στους κόλπους της η εργατική τάξη μέσα σε μια ανελέητη και καθημερινή πάλη, απομένει γι’ αυτήν  ξένος  και άγνωστος. Εκείνες οι γυναίκες, που έχουν λύσει «το πρόβλημα της αγάπης» για τον εαυτό τους με τη μία ή την άλλη μορφή και που, μπροστά στην παντοδυναμία του Έρωτα και στους κινδύνους, που αυτός αντιπροσωπεύει για μια γυναίκα της μεταβατικής εποχής, θα είναι πάντα σε θέση να υπερασπιστούν το ανθρώπινο «εγώ» τους χωρίς να σπάσουν τους δεσμούς τους με την συλλογικότητα/κολεκτίβα. Υπάρχουν όμως, αλήθεια, πολλές τέτοιες γυναίκες, που ανήκουν σε αυτόν τον ολοκληρωμένο τύπο της «καινούριας γυναίκας»; Η πλειοψηφία, η συντριπτική πλειοψηφία των γυναικών είτε βρίσκεται στο έλεος των υπολειμμάτων και καταλοίπων της αστικής κουλτούρας είτε, στην καλύτερη περίπτωση βρίσκεται σε ένα μεταιχμιακό σημείο, σε ένα «σημείο καμπής» πανω «στην διαχωριστική γραμμή». Όχι μόνον οι  αγρότισσες, οι σύζυγοι εργατών και μικροϋπαλλήλων, αλλά και πολλές γυναίκες «κομματικών εργατών» ζουν στα θεμέλια ή στις παρυφές της αστικής ιδεολογίας. Δεν βρίσκονται, δηλαδή, καν σε αυτήν την «διαχωριστική γραμμή».

Μέσα στην ζωή τους, όπως και στην αντίληψή τους για τον Έρωτα μεταφέρουν στις αποσκευές τους αυτούσια την ιδεολογία, που κληρονόμησαν από τις μητέρες τους. Γι’ αυτό και οι λευκοί τομοι της Αχμάτοβα δεν θα μιλήσουν ίσως ούτε στο μυαλό, ούτε στην καρδιά τους…Οι εργάτριες όμως-οι πλατιές μάζες των εργατριών και όχι μεμονωμένα άτομα-, οι νέες φοιτητριες, οι γυναίκες που εργάζονται σε όλους τους τομείς της παραγωγής βρίσκονται σε αυτό το μεταιχμιακό «σημείο θραύσης».

Και μόνον ένα λεπτό στρώμα της προλεταριακής πρωτοπορίας, στενά συνδεδεμένο με την κομμουνιστική κοσμοθεωρία αριθμεί στις τάξεις του αυτόν τον νέο τύπο γυναίκας: της συντρόφισσας, της δυνατής προσωπικότητας, της αγωνίστριας. Αλλά ποιος τολμά να ισχυριστεί ότι τα ίχνη της πνευματικής και ηθικής υποδούλωσης των γυναικών από τα απομεινάρια της αστικής κουλτούρας έχουν εξαφανιστεί και εξαλειφθεί πλήρως χωρίς να έχουν αφήσει κανένα ίχνος μέσα της;

Δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι το αίσθημα της αλληλεγγύης με το κοινωνικό σύνολο, η χαρά της συμμετοχής στον αγώνα για τα ιδανικά της τάξης, ο πυρετός της κατασκευαστικής δημιουργικότητας, η υπερηφάνεια για μια επιτυχημένη εργασιακή διαδικασία, η ενίσχυση της αυτοεκτίμησης, η εμπιστοσύνη στις δικές μας δυνάμεις – όλες αυτές οι εμπειρίες και τα συναισθήματα είναι πολύ πιο χαρακτηριστικά και έντονα για έναν απλό προλετάριο, παρά για μια γυναίκα της εργατικής τάξης. Μια γυναίκα μόλις τώρα αρχίζει να νιώθει όλα αυτά τα συναισθήματα κι αυτές τις επιδιώξεις, καθώς εισέρχεται, δηλαδή, στην ενεργό ζωή της τάξης της. Για χιλιάδες χρόνια, η γυναίκα ανατράφηκε με την πεποίθηση ​​ότι δεν είναι παρά μόνο μια «σκιά ενός άνδρα», το εξάρτημά του, η αντανάκλασή του. Είναι να απορεί κανείς που ακόμα και τώρα, που η σιδερένια φωνή  της επανάστασης τοποθέτησε την γυναίκα στο άρμα της μάχης, εκείνη εξακολουθεί να μην πιστεύει στον εαυτό της, στην «αυτοαξία» της για το συλλογικό και εξακολουθεί να αναζητά υποστήριξη σε έναν άντρα και μια επιβεβαίωση του «εγώ» της μέσω του έρωτα, που ένας άνδρας αισθάνεται γι’ αυτήν ή τελοσπάντων στην αναγνώριση της αξίας της από εκείνον τον άνδρα που διάλεξε;

Κι όμως η επανάσταση δεν πέρασε χωρίς να αφήσει τα χνάρια της στην διαμόρφωση της πνευματικής νοοτροπίας των γυναικών. Στα φλογισμένα χρόνια της μεγάλης Επανάστασης η γυναίκα γεύτηκε «με τις άκρες των δακτύλων της» την πιθανότητα ενός νέου «είναι», μιας νέας ζωής, όπου αυτή- μια γυναίκα- θα αναγνωριζόταν ως ισότιμη και ανεξάρτητη μονάδα στην κοινωνική συλλογικότητα. Μιας ζωής ,όπου η αυτονομία της υπόστασής της και η ισότητα των δικαιωμάτων μέσα στο σύνολο θα ήταν αναγνωρισμένες πραγματικότητες. Η επανάσταση ανέβασε τη γυναίκα σε πρωτοφανή ύψη που δεν είχε ξαναγνωρίσει, την τοποθέτησε  δίπλα στον εργαζόμενο σύντροφό της και αναγνώρισε τη σκοπιμότητα και την αξία μιας τέτοιας Ισότητας. Ήταν μια πρόοδος άνευ προηγουμένου. Όλα τα χιλιόχρονα θεμέλια της ύπαρξής της κλονίστηκαν. Μέσα στην  ψυχή της άρχισε να πραγματοποιείται η δύσκολη διεργασία συνειδητοποίησης του «εγώ της», της θέσης της μέσα στο κοινωνικό σύνολο και των σχέσεών της με τον άλλοτε αφέντη-άνδρα.  Για να συμβαδίσει όμως με την νέα πραγματικότητα της ζωής, για να μην φθαρεί και παραγκωνιστεί, για να μην συντριβεί μέσα στην σκληρή πάλη για την επιβίωση, η γυναίκα είναι αναγκασμένη να ξεφορτωθεί  αμέσως και χωρίς αργοπορία  τις ετοιμόρροπες αξίες της αστικής ιδεολογίας. Και πρώτα απ’ όλα, να επανεκτιμήσει την σχέση της με το άλλο φύλο. Έχει να διαλέξει:  είτε θα υποταχθεί στις επιταγές της αστικής ιδεολογίας και θα παραμείνει «στο πλευρό του άνδρα», έξω δηλαδή από την ενεργό ζωή της συλλογικότητας  ή θα διαβεί  τον Ρουβίκωνα για να τοποθετηθεί στο έδαφος της προλεταριακής ιδεολογίας, η οποία  εισάγει μια νέα γλώσσα και εγκαινιάζει νέου τύπου σχέσεις ανάμεσα στα φύλα. Τρίτος τρόπος δεν υπάρχει.

Η συνείδηση ​​ότι δεν είναι απαραίτητη μόνο στην οικογένειά της, στο σύζυγο, τα παιδιά, αλλά και στην συλλογικότητα/κολεκτίβα- μια συνείδηση που αναπτύχθηκε και ενισχύθηκε στις γυναίκες κατά τα πέντε πρώτα χρόνια της μεγάλης Επανάστασης- την μετέτρεψε απροσδόκητα σε αυτή την εποχή καμπής όχι μόνον σε ένα «δυσεπίλυτο» και «απαιτητικό αίνιγμα» για τον άνδρα αλλά την κατέστησε και πολύ λίγο υποχωρητική απέναντί του. Δεν ικανοποιείται πια με αυτό που ήταν αρκετό σε μια γυναίκα εμποτισμένη με την αστική ιδεολογία: να συνιστά δηλαδή την αντανάκλαση της ψυχή και του μυαλού του αγαπημένου της ούσα ο καθρέφτης του, η σκιά του, το συμπλήρωμά του. Απαιτεί τώρα κι αυτός, ο αγαπημένος εκλεκτός της να μπορεί να αντικατοπτρίζει και εκείνος την δική της εσωτερική, πνευματική, ψυχική και ηθική ζωή. Δεν της φτάνει πια να αγαπά και να αγαπιέται. Με τρόπο ενστικτώδη και αυθόρμητο ζητά να επεκταθεί και στον έρωτα η αρχή της συντροφικότητας, της αμοιβαίας αναγνώρισης, που θεμελιώνει τις σχέσεις όλων των μελών μιας συλλογικότητας διαποτισμένης με την προλεταριακή ιδεολογία. Μια μεγάλη επανάσταση συντελείται στις ψυχές της ευρείας γυναικείας μάζας, που η δίνη της εργασίας τις οδηγεί σε έναν συλλογικό τρόπο ζωής.

Το ίδιο δεν μπορεί να ειπωθεί ακόμη για την ευρεία μάζα των ανδρών της εργατικής τάξης. Η ανατοποθέτηση των θεμελίων της ζωής στις σχέσεις των φύλων αφορούσε κατ’ αρχήν τις γυναίκες. Μέχρι στιγμής έχει επηρεάσει τον άνδρα μόνο εξωτερικά, μόνο στο βαθμό, που ο σύζυγος ή ο «σύντροφος» αισθάνθηκαν σαν εμπόδιο την προσχώρηση της γυναίκας στην ζωή του εργαζόμενου συνόλου: ένα κρύο γεύμα λόγω της δουλειάς της γυναίκας του, ένα άραφτο κουμπί, την ανάγκη να «κρατήσει τα παιδιά» όσο η σύζυγος βρίσκεται στην συνέλευση αντιπροσώπων… Αυτοί όμως είναι παράγοντες εξωτερικοί, περιστασιακοί και όσο κι αν είναι ενοχλητικοί, ασυνήθιστοι δεν διαθέτουν ακόμα  την δύναμη να ανατρέψουν ριζοσπαστικά την ψυχολογία και τις ιδέες του μέσου άνδρα. Ένας άνδρας δεν έχει μάθει ακόμη ότι θα πρέπει να αντιμετωπίσει μια γυναίκα ενός νέου, διαφορετικού τύπου με διαφορετικές ψυχικές και πνευματικές ανάγκες και  ότι πέρασε ανεπιστρεπτί ο καιρός, που μια γυναίκα όχι μόνο υπηρετούσε καρτερικά τον κύριό της, αλλά ταυτόχρονα ήταν και εσωτερικά προσαρμοσμένη και δοσμένη σε αυτόν.

Ένας άντρας εξακολουθεί να πιστεύει ότι μια γυναίκα είτε αποτελεί μια «ευχάριστη συνάντηση» μέσω της οποίας θα ικανοποιήσει τη σάρκα, είτε την πιστή προέκτασή του ως νόμιμη  σύζυγός του. Ένας άντρας δεν μπορεί να φανταστεί ότι έφτασε η στιγμή, που και αυτός θα πρέπει να υπολογίσει τις απαιτήσεις της φίλης και της συντρόφου του, η στιγμή που θα πρέπει να προσαρμοστεί ψυχικά μαζί της, αν δεν θέλει να χάσει την αγάπη της, την στοργή της, τη φιλία της. Ένας άντρας φέρει ακόμα στις αποσκευές της ερωτικής επικοινωνίας των φύλων όλα τα απομεινάρια, τα κατάλοιπα φθαρμένων εμπειριών που του δημιούργησε και εξέθρεψε μέσα του η αστική κουλτούρα. Αντίθετα, η γυναίκα αντλεί ήδη τα συναισθήματά της και διαμορφώνει τις ανάγκες της από τον χώρο της νέας ιδεολογίας.  

Η γυναίκα, λοιπόν, περιμένει από τον εκλεκτό της καρδιάς της να ξέρει να την βλέπει και να την αναγνωρίζει όπως ακριβώς είναι σαν ανθρώπινο πλάσμα και σαν ολοκληρωμένη προσωπικότητα. Η σύγκρουση είναι αναπόφευκτη. Αυτή η σύγκρουση είναι το περιεχόμενο των τριών λευκών τόμων της Αχμάτοβα. Μια σύγκρουση που και εσείς, φίλες μου, έχετε ήδη συναντήσει στον ένα ή τον άλλο βαθμό, μια σύγκρουση που βαραίνει πλέον κάθε γυναίκα της εργατικής τάξης, η οποία προσπαθεί με νύχια και με δόντια να περάσει τον Ρουβίκωνα της αστικής κουλτούρας. Γι’ αυτό, νεαρή μου φίλη, τα ποιήματα της Αχμάτοβα σε αγγίζουν τόσο, αν και «τραγουδούν μόνο για «μια αγάπη». Κάθε σελίδα της Αχμάτοβα αποτελεί ένα πλήρες βιβλίο της ψυχής μιας γυναίκας. Μια γραμμή της ποίησής της είναι τόσο σαφής, τόσο συνοπτική και ακριβής ενώ παρέχει περισσότερα στοιχεία από τα πιο πολύτομα ψυχολογικά μυθιστορήματα πολλών σύγχρονων συγγραφέων. 

Δύο βασικά θέματα, δύο κίνητρα και μοτίβα επαναλαμβάνονται στα ποιήματά της: μια ερωτική σύγκρουση λόγω της έλλειψης αναγνώρισης του ανθρώπινου εαυτού της γυναίκας από την πλευρά ενός άνδρα αφενός και μια εσωτερική σύγκρουση εντός της ίδιας λόγω της αδυναμίας συνδυασμού του έρωτα και της συμμετοχής στη δημιουργικότητα της ζωής αφετέρου. Ένας ποιητής, που δεν γνωρίζει τις πολύπλοκες διεργασίες που συντελούνται εντός του γυναικείου ψυχισμού θα περιέγραφε από την σκοπιά ενός άντρα, λ.χ. την πρώτη συνάντησή του με μια γυναίκα, με χρώματα ρόδινα. Θα μιλούσε για την «θριαμβευτική χαρά των ματιών της», «τα χείλια της που μισανοίγουν για να αφήσουν έναν στεναγμό ευτυχίας»…

Μα για ποια θριαμβευτική χαρά να μιλήσουμε, όταν η γυναίκα αισθάνεται πως ο αγαπημένος της δεν υποψιάζεται καν το πραγματικό ανθρώπινο «εγώ» της; Όταν αυτός που αγαπάει και που την αγαπά δεν βλέπει ότι μέσα της υπάρχει το ατομικό και το πολύτιμο επομένως, από κοινωνική άποψη, αλλά μόνο επικεντρώνεται σε ό,τι χαρακτηρίζει το είδος της, την θηλυκότητά της δηλαδή; Το κατακάθι της αστικής κουλτούρας δηλητηριάζει τις ερωτικές σχέσεις. Ελάχιστοι είναι οι άνδρες-ακόμα και ανάμεσα σε εκείνους που κατέχουν την πρώτη θέση στον ταξικό αγώνα– που ξέρουν να ακούσουν με το ευαίσθητο αυτί της ψυχής, την εσωτερική φωνή της πολυαγαπημένης τους συντρόφισσας. Για τους περισσότερους η γυναίκα παραμένει πάντα «η Εύα βγαλμένη από το πλευρό του Αδάμ…».

Θυμηθείτε το ποίημα της Αχμάτοβα «Βράδυ».6 Σε αυτό το ποίημα, η σύγκρουση αυτή παρουσιάζεται ανάγλυφα και σπαραχτικά: Εκείνη, μια ερωτευμένη γυναίκα, περνάει το πρώτο της βράδυ μόνη με τον αγαπημένο της. Ο «αγαπημένος» την τίμησε με την προσοχή του, ο «αγαπημένος» είναι μαζί της… Στον κήπο παίζει η μουσική. Είναι η πρώτη τους συνάντηση μα για εκείνη η μουσική αυτή είναι γεμάτη από μια «ανεξήγητη θλίψη». Εκείνος, ο αγαπημένος της δεν νιώθει τίποτα από όσα συντελούνται μέσα της. Οι επιθυμίες της, το αυθεντικό της «εγώ» δεν αγγίζουν την ψυχή του. Δεν βλέπει σε αυτήν παρά ότι την κάνει «να είναι γυναίκα»: 

Όπως κοιτάς μια γάτα, ένα πουλί, 

Όπως κοιτάς μια λυγερή αμαζόνα (…).7

Και μέσα στον ήχο των βιολιών που παίζουν στον κήπο, η γυναίκα αντιμετωπίζει με μια πικρή ειρωνεία την πολυπόθητη ώρα της πρώτης συνάντησης:

Aς είναι δοξασμένοι οι ουρανοί.

Για πρώτη φορά είσαι μόνη μαζί του (…).8

Αλλά ο πόνος γίνεται ακόμη πιο οξύς και η θλίψη ακόμα πιο έντονη, όταν ο εραστής και ο αγαπημένος, τυφλωμένος από την «αντρική αυτάρκειά» του δεν μπορεί και δεν θέλει να την δει ως μια δημιουργική δύναμη που φέρει σε ισότιμη βάση μαζί του, πνευματικές ή υλικές αξίες στο θησαυροφυλάκιο της ζωής. Στο ποίημα «Η τελευταία φορά που συναντηθήκαμε»,9 η Αχμάτοβα αποκαλύπτει όλο τον αφελή εγωισμό ενός ερωτευμένου άνδρα, που με ελαφρότητα και επιπολαιότητα ανοίγει βαθιές πληγές στην αγαπημένη του χωρίς καν να το αντιλαμβάνεται. 

Κι όμως… Είναι και οι δυο τους ποιητές, είναι και οι δυο τους δημιουργοί. Και για τους δυο τους η ποιητική δημιουργικότητα αποτελεί την ουσία της ζωής.10 Αλλά αναγνωρίζοντας το δικαίωμα στη δημιουργικότητα μόνο για τον εαυτό του, αυτός, ο αγαπημένος αγαπά, δέχεται και αναγνωρίζει τα πάντα μέσα της εκτός από την ουσία της ψυχής της:

Μιλούσε για το καλοκαίρι κι έλεγε

Πως η γυναίκα δεν είναι φτιαγμένη για ποιήτρια (…)11

Και ξαφνικά το στοιχείο αυτό, αυτή η μακρόχρονη και επώδυνη παραφωνία που από καιρό την έκανε να υποφέρει, που από καιρό βασάνιζε, επισκίαζε την χαρά της αγάπης της και διασπούσε την αρμονία του έρωτά της αποκαλύπτεται μεμιάς μπροστά της σε όλη την απειλητική και τρομακτική έκτασή της: Αν δεν βλέπει, δεν αναγνωρίζει ή τελοσπάντων δεν θέλει να δει την ουσία εντός της, το γεγονός δηλαδή ότι είναι ποιήτρια-δημιουργός, τότε τι αγαπάει μέσα σε αυτήν; Την θηλυκότητά της μόνο;

Ένας οξύς πόνος αυξάνει πάντα την δεκτικότητά μας στις εξωτερικές εντυπώσεις. Τα προσβλητικά λόγια, που άκουσε από το στόμα του έχουν για πάντα εντυπωθεί στην μνήμη της μαζί με το «Μεγαλόπρεπο αυτοκρατορικό παλάτι και Φρούριο Πέτρου και Παύλου»…12

Ο άντρας τυφλός, μην μπορώντας να δει την πραγματική της υπόσταση τής χαρίζει «το τελευταίο από όλα τα τρελά τραγούδια».13 Αλλά γι ‘αυτήν η τύχη έχει κριθεί. Ο κύβος ερρίφθη. Μία από τις πολλές συναντήσεις τους θα μετατραπεί και στην «τελευταία» τους…

Η ίδια οδύνη για την ερωτική δυσαρμονία εντοπίζεται διάχυτη και μέσα στο ποίημα «Με τα χέρια ενωμένα κάτω από το σκούρο πέπλο».14 Εδώ η εκμετάλλευση έχει πια ολοκληρωθεί. Τώρα εκείνη του πετάει κατά πρόσωπο όλες τις πικρές και δυσάρεστες αλήθειες μιας άνισης αγάπης… Του υπενθυμίζει πόσες φορές την ταπείνωσε ασυλλόγιστα και ανέμελα κι αυτό γιατί παρόλη την αγάπη του στάθηκε πάντα κουφός στην αυθεντική φωνή της ψυχής της… Δεν απομένει παρά μια διέξοδος: να διαγράψει οριστικά απ’ την ζωή της αυτόν τον άνθρωπο, που της έφερε μόνο βάσανα και πόνους κι αυτό το αρρωστημένο εγωιστικό αίσθημα, που δεν περιέχει την εσωτερική αναγνώριση του ενός από τον άλλον.

Προσβεβλημένος, παρεξηγημένος, ανίκανος να καταλάβει ο άντρας δεν βλέπει στην στάση της παρά ένα πράγμα: δεν τον αγαπάει πια!

Βγήκε παραπατώντας.

Κι ένας μορφασμός πόνου σημάδευε το πρόσωπο του (…).15

Εκείνη σαν να συνειδητοποίησε ξαφνικά πόσο οριστικά, πόσο ανεπανόρθωτα ήταν τα λόγια της νιώθει την καρδιά της να ραγίζει. Πρέπει να τον σταματήσει, να τον κρατήσει! Αυτός δεν την κατανοούσε, μα εκείνη τον αγαπά. Δεν του ζητά παρά μόνο να αναγνωρίσει την αξία της προσωπικότητάς της:

Κατέβηκα σχεδόν πετώντας τα σκαλιά

Έτρεξα πίσω του μέχρι την πόρτα.

Ξεψυχισμένη φώναξα: Όχι, όχι! Ήταν αστείο!

Αν φύγεις θα πεθάνω (…).16

Τα μάτια της γυναίκας είναι αναπόφευκτα πλημμυρισμένα από απόγνωση. Αλλά εκείνος ο αγαπημένος ακούει μόνο ένα πράγμα σε αυτό το κάλεσμα: την αναγνώριση της «αρσενικής» του δύναμης. Και έχοντας πλήρη συναίσθηση της ανωτερότητάς του έναντι μιας ερωτευμένης γυναίκας πετάει αδιάφορα μια νηφάλια, μα οδυνηρά τραυματική / θανάσιμη φράση:

Με ένα χαμόγελο ήρεμο, τρομακτικό

Γύρισε και μου είπε:

«Μην στέκεσαι στον άνεμο!17

Και αύριο- είναι σίγουρος γι’ αυτό- όταν αυτή θα εγκαταλείψει το «καπρίτσιο» των γελοίων γυναικείων απαιτήσεων θα επιστρέψει σε αυτόν τον απόλυτο πρώην «άρχοντα».

Ένας άντρας που δεν έχει ξεπεράσει τα σύνορα της αστικής κουλτούρας στον τομέα της επικοινωνίας μεταξύ των φύλων, μπορεί να δει και να αντιληφθεί την πνευματική εμφάνιση της αγαπημένης του γυναίκας μόνο κατά την σύντομη περίοδο του έρωτα. Αλλά το παιδί του έρωτα μεγάλωσε και έφυγε και ο άντρας είναι πάλι γεμάτος μόνο από τον εαυτό του, οπότε χάνει πάλι την ικανότητα να βλέπει τη γυναίκα σφαιρικά, σε όλο της το ανθρώπινο ύψος. 

Θα με προσβάλλεις αλήθεια,

Όπως και την προηγούμενη φορά.

Λες ότι δεν βλέπεις τα χέρια μου…

Τα χέρια και τα μάτια μου;18

ρωτά τη γυναίκα στο ποίημα της Αχμάτοβα «Γεια σου! Μπορείς να ακούσεις ένα ελαφρύ θρόισμα…;».19

Εκείνη τότε ήρθε κοντά του, κοντά στον αγαπημένο της, ήδη επιφυλακτική εκ των προτέρων, εσωτερικά συμπιεσμένη. Φοβάται νέα τσιμπήματα παρεξήγησης, νέο πνευματικό πόνο από την απόρριψη του «πνευματικού της εαυτού». Εκείνος όμως παραμένει γεμάτος μόνο από τον εαυτό του. Τη χρειάζεται σαν καθρέφτη για να αντανακλά τον εαυτό του. Και η γυναίκα στέκεται μπροστά του με απλωμένα χέρια και περιμένει όχι για φιλιά, αλλά για μια ευαίσθητη και τρυφερή αντιμετώπιση του εαυτού της. Και μάταια περιμένει. Εκείνος δεν βλέπει «ούτε τα χέρια της ούτε τα μάτια της». Αγαπά, αλλά δεν βλέπει.

Ο πόνος της ασυμφωνίας είναι τόσο οξύς που μια γυναίκα έχει μια ακούσια επιθυμία να αναζητήσει ένα καταφύγιο «εκεί που παγώνει το βρώμικο νερό κάτω από την σφραγισμένη αψίδα της γέφυρας».20

Για αιώνες ολόκληρους η αστική κουλτούρα καλλιέργησε και συντήρησε μέσα στον άντρα συνήθειες αυτοϊκανοποίησης. Και οι άντρες ακόμα και της εργατικής τάξης στο σύνολό τους απέχουν πολύ από το να υπερβούν αυτές τις συνήθειες. Η εργαζόμενη νεολαία, όμως, πρέπει να συνειδητοποιήσει πως οι έξεις αυτές δεν είναι καθόλου μα καθόλου «δικαιολογημένες» και πως δεν είναι παρά κατάλοιπα της αστικής φιλοσοφίας- απολύτως ασυμβίβαστα με την προλεταριακή ιδεολογία.

Στο επίπεδο των σχέσεων ανάμεσα στα φύλα, η προλεταριακή ιδεολογία εδράζεται εξολοκλήρου πάνω στην αμοιβαία αναγνώριση της Iσότητας όλων των μελών της εργαζόμενης κοινότητας/κολεκτίβας. Η ιδεολογία του προλεταριάτου δεν μπορεί με κανέναν τρόπο να δεχτεί την απόλυτη υποταγή (και επιβολή) του ενός στον άλλον, την ανισότητα ακόμα και στις ερωτικές σχέσεις. Η προλεταριακή ιδεολογία, αντίθετα αποδέχεται πλήρως την αμοιβαία και ισότιμη υπαγωγή της ατομικότητας στο συμφέρον της συλλογικότητας. 

Η εδραίωση της ιδεολογίας του προλεταριάτου έχει σαν συνέπεια, όχι βέβαια την ενίσχυση της ατομικής ροπής προς την αυτοϊκανοποίηση, όχι την αύξηση εγωιστικών συνηθειών, αλλά αντίθετα την ενίσχυση και αύξηση της ευαισθησίας, της στοργής, της τρυφερότητας και της λεπτότητας στις σχέσεις όλων ανεξαιρέτως των μελών της κοινωνικής ομάδας. Την ικανότητα, δηλαδή, να διακρίνουμε μέσα στον κάθε σύντροφο και το ανθρώπινο πλάσμα (σσ. και την έλλειψη ανοσίας του απέναντι στα βάσανα και την φθορά, που ο καθημερινός αγώνα της ζωής επισύρει).

Ο άντρας, που οι συνήθειες της αστικής κουλτούρας είναι ακόμα μέσα του ισχυρές-ακόμα κι αν ο ίδιος συχνά δεν το καταλαβαίνει- απαιτεί για την δική του εσωτερική και εξωτερική βολή, η γυναίκα να θυσιάσει για χάρη του ό,τι πολυτιμότερο έχει μέσα της: το «Λευκό «πουλί», που δεν είναι άλλο από την ίδια την προσωπικότητά της.

Όσο κι αν την αγαπάει σαν τον «Ήλιο του Θεού» (όπως λέει η Αχμάτοβα στο ποίημα της)21 θα κάνει τα πάντα για να «υποτάξει» την γυναίκα, για να την κάνει να απαρνηθεί το «εγώ» της, να μην ζει παρά μόνο μέσα από αυτόν, σαν μια απλή αντανάκλαση της δικής του πνευματικής διάστασης.

Έτσι ανέθρεψε και μόρφωσε τον άνδρα η αστική κουλούρα.

Αλλά η επανάσταση έχει ήδη αφυπνίσει το «Λευκό πουλί» ανάμεσα στις πλατιές μάζες των εργαζόμενων γυναικών. Το «Λευκό πουλί» φτερουγίζει, παλεύει, διεκδικεί, απαιτεί την αναγνώριση. Αυτό ενοχλεί τον άντρα, που έχει ανατραφεί με τις συνήθειες της αστικής κουλτούρας, του είναι άβολο, τον βάζει σε ανησυχίες.  Δεν γνωρίζει πως κάθε γυναίκα της μεταβατικής εποχής έχει αποκτήσει την αξία της ως άτομο και ως εργαζόμενη.

Από την άλλη πλευρά, οι γυναίκες της μεταβατικής εποχής μας δεν έχουν όλες συνειδητοποιήσει την αξία τους ως άτομα και ως εργατικό δυναμικό. Δεν έχουν όλες συνειδητοποιήσει ότι ως μέλη μιας εργατικής κοινωνίας έχουν πρώτα το καθήκον να υπηρετούν το κοινωνικό σύνολο και μετά να επιτελούν το καθήκον τους προς κάθε άτομο χωριστά, όποιος κι αν είναι ο βαθμός συμπάθειας ή φιλίας, που αυτό το άτομο τους εμπνέει. Έτσι, σε αυτήν την μεταβατική εποχή, η γυναίκα που αγαπάει και αγαπιέται δεν είναι πάντα σε θέση μπροστά στην παντοδυναμία του Έρωτα να υπερασπίσει δυναμικά και ανυποχώρητα τα δικαιώματά της σαν ανθρώπινο πλάσμα.

Εξωτερικά, με την πρώτη ματιά, ένας άνδρας είναι τις περισσότερες φορές νικητής. Όμως η Αχμάτοβα (και αυτό είναι το πιο ενδιαφέρον και σημαντικό) μας αποκαλύπτει το μυστικό της γυναικείας ψυχής και τις μυστικές διεργασίες,  που γεννούν σε μια γυναίκα οι απαρχές, ο σπόρος μιας νέας κοσμοθεωρίας. Μια γυναίκα στην ψυχή της οποίας το «Λευκό πουλί» έχει ήδη αφυπνιστεί, μια γυναίκα με απαιτήσεις, που τα συμφέροντά της και οι ανάγκες της την ωθούν να εργαστεί για την κοινωνία, που έχει συνειδητοποιήσει το καθήκον της απέναντι στην ​​μακροχρόνια υπηρεσία στην ομάδα της δεν μπορεί πλέον να βρει την γαλήνη και την ευτυχία της χωρίς το «Λευκό πουλί» της». Όσο η επιτακτική ανάγκη του κοινωνικού συνόλου δεν την είχε ακόμα καλέσει στην υπηρεσία του, η γυναίκα μπορούσε να παραμένει η αντανάκλαση ενός άνδρα, μπορούσε να πνίγει και να μην εκτιμά το «Λευκό πουλί»  εντός της, έως ότου η δυνατή φωνή της συλλογικότητας την κάλεσε στην υπηρεσία της. Τώρα αυτή η φωνή αντήχησε διαπεραστικά.

Μια γυναίκα μπορεί ακόμα μερικές φορές να συνεχίζει να «θάβει» το «λευκό πουλί», μπορεί να υποσχεθεί στον αγαπημένο της, ακόμη και «να μην δημιουργεί παράλογες ιστορίες και να μην κλαίει γι’ αυτήν»,22 αλλά πάντα και παντού θα ακούει το σαγηνευτικό, οικείο κάλεσμα αυτής της φωνής… Η μνήμη του «Λευκού πουλιού», η σκέψη του τι θα μπορούσε να είναι ή να γίνει, τι θα μπορούσε να προσφέρει στην συλλογική ζωή, αν δεν υπήρχε ο ζυγός των αστικών συνηθειών σκοτώνει μέσα της, όχι μόνο τη χαρά της ζωής αλλά και τη χαρά του έρωτα:

Η καρδιά μου έγινε πέτρα.23

Η ερωτική σχέση, που έχει θεμελιωθεί πάνω στην υποταγή ενός ατόμου σε ένα άλλο, πάνω στον ακρωτηριασμό του «εγώ» του ενός προς όφελος του άλλου δεν είναι παρά ο τερατώδης καρπός της αντίληψης για τις σχέσεις των φύλων, που επέβαλε η αστική κουλτούρα. Μόνο μια αμοιβαία αναγνώριση εξασφαλίζει την απόλυτη ευτυχία και επιτρέπει στο λουλούδι του έρωτα να ανθίσει…

Την ίδια αντίληψη εκφράζει ένα άλλο ποίημα της Αχμάτοβα:

Είσαι πάντα σκοτεινός, πάντα αλλιώτικος

Και με σκλαβώνεις κάθε μέρα πιο πολύ (…).24

Για να ευχαριστήσει τον εκλεκτό της, μια γυναίκα υπομένει τον χειρότερο βιασμό του εαυτού της: δεν διαμαρτύρεται όταν της απαγορεύει να «τραγουδάει και να χαμογελά» (με άλλα λόγια, να θεμελιώσει την ζωή της πάνω σε αυτά που αγαπά), αλλά η υποταγή της αυτή δεν αυξάνει τη «χαρά του έρωτα» και δεν της φέρνει την ευτυχία. Αντίθετα, η αποπροσωποποίηση του εαυτού της γεννά σε μια γυναίκα μια ανείπωτη μελαγχολία δυσαρέσκειας, μια θλίψη του ανικανοποίητου, την εντύπωση ότι δεν είναι ικανή για τίποτε, πως είναι άχρηστη για τον κόσμο:

Έτσι ξένη παντού σε γη και σ’ ουρανό

Ζω και πια δεν τραγουδώ (…).25

Υπάρχει άραγε μεγαλύτερος πόνος, μεγαλύτερη θλίψη από το να αισθάνεσαι μόνος, αποξενωμένος από την γη (το κοινωνικό σύνολο) και από τον ουρανό (την εργασία, την δημιουργία);

Ο έρωτας, αντί να δώσει την εμπνευσμένη χαρά και να γίνει «γιορτή ζωής», μετατρέπεται σε δοκιμασία «σίδερου και φωτιάς». Η αγάπη γίνεται αιχμαλωσία – «καταπιεστική αιχμαλωσία».

Με την πάροδο του χρόνου, όταν ο τρόπος ζωής της νέας κοινωνίας των εργαζομένων θα έχει στερεωθεί και παγιωθεί, οπότε η προλεταριακή νοοτροπία θα έχει νικήσει σε όλους τους τομείς της ζωής και οι νέες κολεκτιβιστικές δεξιότητες και τα νέα αισθήματα θα δημιουργηθούν από αυτές, τότε θα κλονιστεί γερά  η αρχή της αυτάρκειας στην ανδρική ψυχολογία. Η ατομιστική αυτάρκεια, που καλλιεργείται μέσα του από την αστική κουλτούρα δεν θα περνά καν από το μυαλό ενός άνδρας της νέας οργανωμένης εργαζόμενης ανθρωπότητας. Συνακόλουθα, δεν θα περνά καν από το μυαλό ενός άνδρα να απαιτήσει από τη γυναίκα που αγαπά να «θάψει το Λευκό της πουλί» της.  Μα και η γυναίκα θα αποκτήσει την βεβαιότητα πως δεν έχει άλλον αφέντη και κύριο απ’ τον αρχηγό και οργανωτή της συλλογικής ζωής. Και όταν οι νέες συνήθειες του στέρεου πλέον κοινωνικού οικοδομήματος παγιωθούν και εδραιωθούν, τότε η γυναίκα ποτέ ξανά δεν θα συγχωρεί στον εκλεκτό της καρδιάς της την  προσπάθειά του να καταπνίξει μέσα της το «Λευκό πουλί». 

 Τότε και μόνο τότε θα εξαφανιστούν αυτοί οι οδυνηροί έρωτες, που η πένα της Αχμάτοβα αναπαριστά γλαφυρά και που κάνουν έναν κομμουνιστή να κλαίει πάνω από τους λευκούς τόμους της «μη κομμουνίστριας» Αχμάτοβα.

Αλλά ακούω την αγωνιώδη και ανικανοποίητη ερώτησή σας: « Όλα αυτά θα συμβούν στο μέλλον»! Ας είναι. Τι γίνεται όμως τώρα; Τώρα; Ποια είναι η λύση και η διέξοδος;

Με οδηγό σας την προλεταριακή κοσμοθεωρία, ξεφυλλίστε τα ποιήματα της Αχμάτοβα και σας λέω με βεβαιότητα, ότι στους τόμους της θα βρείτε την απάντηση σε αυτό το τόσο οδυνηρό για εσάς και για πολλούς άλλους ερώτημα.

Η αγάπη σε μια περίοδο έντονης πάλης και σφοδρής σύγκρουσης μεταξύ δύο πολιτισμών και δύο κοσμοθεωριών στις περισσότερες περιπτώσεις είναι αλήθεια, ότι μετατρέπεται σε μια «πνευματική αιχμαλωσία» για μια γυναίκα.

Τι είναι όμως η αγάπη; Πρόκειται για μια πολύ οικεία και γνώριμη κατάσταση της ψυχής, η οποία, όπως όλες οι εμπειρίες μας υπόκειται σε αναπόδραστους, κοινωνικά καθορισμένους, ψυχολογικούς νόμους. Πρέπει να είστε σε θέση να αναγνωρίζετε αυτούς τους νόμους και αυτές τις νομοτέλειες· στην συνέχεια η διέξοδος από την «αιχμαλωσία της αγάπης» θα αποκαλυφθεί εμπρός σας από μόνη της. Η ίδια η ζωή θα σας την αποκαλύψει.

Μια γυναίκα βουτηγμένη στην νοοτροπία της αστικής κουλτούρας θα μπορούσε κάλλιστα να ανεχθεί την συντριβή της προσωπικότητάς της στο όνομα της αγάπης. Η αγάπη για τον άντρα και τα παιδιά της αποτελούσε και τον μόνο τομέα μέσα από τον οποίο μια γυναίκα θα μπορούσε να αναδείξει τη δημιουργικότητά της και να προβάλλει τον εαυτό της.

Μια γυναίκα μιας προηγούμενης και ιστορικά ξεπερασμένης κουλτούρας μπορούσε να καταπιέσει, να στραγγαλίσει τον μικρό εαυτό της, που ήταν περιττός σε όλους  εκτός από την οικογένειά της και παρόλα αυτά μπορούσε να είναι ευτυχισμένη. Από την άλλη πλευρά, μια γυναίκα της εργατικής τάξης, που έχει αναγνωρίσει την αξία της-τουλάχιστον ως ένα μικροσκοπικό γρανάζι στον μηχανισμό της συλλογικής κατασκευής της ζωής- δεν θα συγχωρέσει ποτέ τον εκλεκτό της για το γεγονός ότι στραγγάλισε το «Άσπρο πουλί» μέσα της. Ο έρωτας, εντός του οποίου η έλλειψη κατανόησης, ικανοποίησης και ο καταναγκασμός χύνουν μέσα του το κρυφό τους δηλητήριο είναι μοιραία καταδικασμένος να πεθάνει.

Πνίγοντας μέσα της το «Λευκό πουλί», ο άντρας αποδύεται σε μια προσπάθεια πιο σφιχτής πρόσδεσης της γυναίκας δίπλα του. Στην πραγματικότητα, με αυτήν του την πράξη την βοηθά να αποσπαστεί εσωτερικά από αυτόν και μάλιστα ταχύτερα! Ο έρωτας που μαραζώνει σταδιακά, που φυλλοροεί μέρα με την μέρα στην ουσία διευκολύνει την απόδραση της γυναίκας από την «εσωτερική φυλακή».

Ίσως τα καλύτερα ποιήματα της Αχμάτοβα είναι αφιερωμένα στην εμπνευσμένη χαρά της απελευθέρωσης μιας γυναίκας από τα δεσμά εκείνης της αγάπης, στην οποία δεν υπάρχει αμοιβαία αναγνώριση, δεν υπάρχει το αληθινό πνεύμα συντροφικότητας:

Η φωνή μου είναι αδύναμη, αλλά η θέλησή μου δεν εξασθενεί,
νιώθω καλύτερα χωρίς έρωτα / ή χωρίς τον έρωτα ξαναζώ…26

Η ψυχή της είναι ακόμα πληγωμένη από τις δυσαρμονίες της σκληρής πάλης για την απελευθέρωσή της από την αιχμαλωσία, η φωνή της είναι ακόμα αδύναμη, η ίδια αιμορραγεί αλλά η θέλησή της για ζωή, δημιουργικότητα, εργασία έχει επιστρέψει. Κι αυτή η θέληση είναι ισχυρή. Ο κόσμος δεν είναι πλέον κλειστός για εκείνη από το σφιχτό δαχτυλίδι των ερωτικών εμπειριών, δεν κλείνεται πια μέσα στα στενά όρια των ερωτικών συναισθημάτων:

Η αγρύπνια πέταξε μακριά, 

να βρει άλλους αρρώστους.

Δεν θρηνώ πια πάνω στην γκρίζα στάχτη

Κι η στραβωμένη βελόνα του ρολογιού

Δεν είναι για μένα πια φαρμακερή σαΐτα.27

Θα έλεγε κανείς ότι πρόκειται για μια γυναίκα που βγήκε από ένα σκοτεινό, κλειστό μπουντρούμι στον καθαρό, ελεύθερο αέρα και ανακαλύπτει πόσο μεγάλος και πλατύς είναι ο κόσμος, ανακαλύπτει την ομορφιά και την ποικιλία που έχουν τα κελεύσματα της ζωής-έξω από τον στενό και φαύλο κύκλο που σχηματίζουν οι «χαρές και τα βασανιστήρια του έρωτα».

Το ποίημα της Αχμάτοβα με τίτλο: «Έμαθα να ζω απλά και σοφά»28 εκφράζει τη χαρά της αντίληψης της γυναίκας, που μπορεί πια να αναγνωρίζει και να αισθάνεται την ύπαρξή της έξω από τον στενό κύκλο του έρωτα. Έχοντας αφήσει την «αιχμαλωσία της αγάπης», μια γυναίκα μπορεί και πάλι με ηρεμία να «συνθέσει ποίηση», να ακούσει τη ζωή και να δημιουργήσει.

Κι αν έρθεις να χτυπήσεις την πόρτα μου

Πιστεύω πως δεν θα σε ακούσω.29

Η αιχμαλωσία του έρωτα σκότωσε τον έρωτα. Και μαζί του χάθηκε η κυριαρχία του ενός πλάσματος πάνω στην ψυχή, πάνω στην προσωπικότητα ενός άλλου.

Τι καλά να μην χρειάζεται πια 

Να ζηλεύεις!(…).30

Η Αχμάτοβα ξεσπά σε μια χαρούμενη στροφή, λέγοντας ότι ο πλήρης κύκλος της απελευθέρωσης από την «αιχμαλωσία του έρωτα» έχει πια ολοκληρωθεί:

Τώρα κανείς δεν θα είναι η αιτία

Που κρατά αναμμένο το κερί μέχρι το ξημέρωμα.31

Με την εκπνοή του έρωτα, όλη η πίκρα της παραφωνίας από την ψυχική απόσταση, όλη η λαχτάρα για το στραγγαλισμένο «Άσπρο πουλί» έσβησε. Και αντί για την προηγούμενη οργισμένη εξέγερσή της ενάντια στον «κυβερνήτη της καρδιά της» τώρα δεν αισθάνεται για αυτόν τίποτε άλλο παρά μόνο ένα θερμό κύμα συμπόνιας (οίκτου):

Κλαις;

Δεν αξίζω ούτε ένα από τα δάκρυά σου.

Οι αλυσίδες της ερωτικής φυλακής έχουν σπάσει (ίσως όχι χωρίς πόνο και οδύνες). Και η γυναίκα κρατώντας μέσα της ζωντανό το «Λευκό πουλί» χαιρετάει χαρούμενα την ζωή. Η οργάνωση της κοινωνίας των εργατών τής έχει κρατήσει μια θέση, που της επιτρέπει να εκφράσει το εγώ της με τρόπο δημιουργικό, να ενώσει τις δυνάμεις της με την δημιουργική προσπάθεια της ανθρώπινης κοινότητας. 

Είσαι ελεύθερος. Είμαι ελεύθερη.

Το αύριο θα είναι καλύτερο από το χθες.32

Λέγοντας το αντίο στον αγαπημένο, η γυναίκα ομολογεί με ένα αίσθημα περήφανης αυτάρκειας:

Θα πάω να βασιλέψω σε έναν παραμυθένιο κήπο.

Όπου θροΐζει το χορτάρι και τραγουδούν οι Μούσες.33

Όχι κενό και μοναξιά, αλλά δουλειά στον «υπέροχο κήπο» της συλλογικής δημιουργικότητας της ζωής περιμένει μια γυναίκα, που έχει πιει μια γουλιά από ένα  φλιτζάνι με το θεραπευτικό/σωτήριο ποτό της προλεταριακής ιδεολογίας.

Έτσι, λύνεται μέσα στις σύγχρονες συνθήκες της μεταβατικής μας εποχής, το περίπλοκο πρόβλημα της αγάπης- πρόβλημα, που στο κέντρο του τοποθετείται η εύθραυστη ακόμα συνείδηση ​​μιας γυναίκας για τη σύνδεσή της με το συλλογικό και η αυτοϊκανοποίηση ενός άνδρα, όπως την συντήρησε μέσα του η αστική κουλτούρα.

Ο αρσενικός «δράκος» σε έναν άνδρα, που αναφέρει η Αχμάτοβα στο ποίημα της «Αγαπητέ ταξιδιώτη»,34 πρέπει να νικηθεί με την αναγνώριση της αξίας του «Λευκού πουλιού» κάθε γυναίκας-μέλους της συλλογικής εργαζόμενης κοινότητας. Είναι απαραίτητο οι σύντροφοί μας, ιδιαίτερα η νεότερη γενιά της εργαζόμενης νεολαίας να μάθουν και να καταλάβουν ότι είναι πέρα για πέρα αδύνατο να σκοτώσουν ατιμώρητα το «Άσπρο πουλί» της γυναίκας, που έχει έρθει σε επαφή με τη ζωή της συλλογικότητας. Ο «δράκος» που καταστρέφει το «Λευκό πουλί» κινδυνεύει να μείνει μόνος του.

«Λοιπόν, το να φύγεις από την «αιχμαλωσία του έρωτα», με άλλα λόγια, να χωρίσεις δηλαδή με τον αγαπημένο σου αποτελεί την μόνη λύση, την μόνη διέξοδο στο σύγχρονο «αίνιγμα της αγάπης;», με ρωτάς με λύπη. «Αλλά τι γίνεται αν η καρδιά είναι πιο δυνατή;»

Όχι δίχως πόνο, όχι δίχως κραυγές απόγνωσης, δίχως βαθιές πληγές της καρδιάς· δεν λύνεται τόσο απλά «το πρόβλημα της αγάπης» στην παρούσα φάση, στις συγκεχυμένες συνθήκες μιας καμπής, μια μετάβασης από τον ένα πολιτισμό (σσ. αστικό) στον άλλο (σσ. προλεταριακό). Αλλά η αποχώρηση από την «αιχμαλωσία του έρωτα» δεν είναι η μόνη δυνατή έκβαση. Υπάρχει ένας άλλος δρόμος, ίσως ο πιο δύσκολος για τις περισσότερες γυναίκες: να διδάξεις με υπομονή τον σύντροφο της ζωής σου να μην πληγώνει το «Άσπρο πουλί», αλλά να σκοτώνει τον «δράκο» μέσα του.

Με την προϋπόθεση ότι είναι ξεκάθαρο σε ένα ερωτευμένο άτομο πως, εκτός από τον κύκλο του έρωτα, μια γυναίκα έχει έναν άλλο κόσμο που της είναι πολύτιμος, ότι οι χρυσές κλωστές της καρδιάς της είναι υφασμένες όχι μόνο σε συνάρτηση με αυτόν, αλλά ότι την δένουν πνευματικά ακόμη περισσότερες κλωστές με την ζωή της συλλογικότητας, τότε ο σύντροφός σου στη ζωή, νεαρή μου φίλη και συναγωνίστρια, θα πρέπει με υπομονή να διδαχθεί από εσένα να υπερβαίνει την «αυτοϊκανοποίησή του» και εσύ θα πρέπει με την σειρά σου να ξαναχτίσεις, να εκπαιδεύσεις εκ νέου την ψυχολογία του με έναν νέο τρόπο στην βάση της προλεταριακής αντίληψης του κόσμου και της ζωής.  Και για να επιτευχθεί αυτό, θα πρέπει πρώτα εκείνος να είναι σε θέση να αναγνωρίσει το «Λευκό πουλί», που κατοικεί εντός της φίλης του, που αυτό δεν είναι άλλο από την ακεραιότητα της προσωπικότητάς της.

Μου γράφεις, νεαρή μου φίλη – και δεν διαφωνώ μαζί σου- ότι αισθάνεσαι την  Αχμάτοβα ιδιαίτερα κοντινή και προσφιλή σε εσένα γιατί ξέρει πώς να αναδεικνύει τις πιο λεπτές εκφράσεις των αμιγώς γυναικείων εμπειριών. Ανακαλείς, μάλιστα,  στην μνήμη σου πόσο θανάσιμα πληγώνεται μια γυναίκα από την επιδερμική και ψεύτικη τρυφερότητα και φροντίδα που της επιδεικνύει ένας άντρας, που όμως δεν την αγαπάει πια..

Η αληθινή τρυφερότητα δεν μπορεί να συγχέεται 

με τίποτα..Και είναι ήσυχη…35

Θαυμάζεις, ακόμα,  τα ποιήματα της Αχμάτοβα, όπου δεν δοξάζεται το επίτευγμα της ευτυχίας καθαυτό αλλά η αγαλλίαση της ψυχής εν αναμονή της επικείμενη χαράς που πλησιάζει. Ναι, έχεις δίκιο, το ποίημα της Αχμάτοβα «Ξυπνώντας τα ξημερώματα γιατί η χαρά είναι ασφυκτική» μπορεί να θεωρηθεί κλασικό στην μετάδοση αυτού του συναισθήματος.

Δεν διαφωνώ μαζί σου, νεαρή μου φίλη, ότι η Αχμάτοβα συλλαμβάνει ένα ακόμα καθαρά γυναικείο χαρακτηριστικό, το οποίο μάλιστα η συγκεκριμένη ποιήτρια αποδίδει με διαύγεια και ειλικρίνεια: η χαρά που διαθέτει η γυναίκα για την ομορφιά της υπάρχει μόνο στο βαθμό που αυτή η «ομορφιά» αντανακλάται με θαυμασμό στα μάτια του εκλεκτού της. Χωρίς αυτόν η γυναίκα δεν έχει τι να την κάνει αυτήν την ομορφιά.

Κι έπλεξε σφιχτά τις πλεξούδες της,
Σαν να χρειάζονταν πλεξούδες αύριο…36

Αύριο, όμως, ο εκλεκτός της καρδιάς, δεν θα έρθει και έτσι ούτε και «αύριο δεν θα χρειάζονται πλεξούδες»… Όλα αυτά τα σημεία αποτελούν αληθινές, διακριτικές πινελιές της γυναικείας ψυχολογίας αποτυπωμένες στην ποίηση της Αχμάτοβα. 

Αλλά, νεαρές μου φίλες, είναι αλήθεια πως ακριβώς για αυτήν την περιγραφή των λιγότερο διακριτών γνωρισμάτων της γυναικείας ψυχής αγαπάτε την Αχμάτοβα; Όχι φυσικά! Στην πραγματικότητα, σας αρέσει η Αχμάτοβα γιατί υπερασπίζεται με πάθος τα δικαιώματα του «Λευκού  πουλιού» και γιατί τα μικρά λευκά βιβλία της περιγράφουν την επίπονη και δύσκολη αναζήτηση ενός δύσβατου δρόμου, που οδηγεί, όμως, την γυναίκα στον Ναό της Νέας Ανθρωπότητας (σσ. της Σοσιαλιστικής-Κομμουνιστικής).

Θα έχεις παρατηρήσει, ότι τα πιο φωτεινά και πιο χαρούμενα ποιήματα της Αχμάτοβα απεικονίζουν πάντα τις εμπειρίες μιας γυναίκας όταν στέκεται μόνη της, έξω από τον κύκλο «της ευτυχίας και των βασανιστηρίων ή των δοκιμασιών του έρωτα», όταν δηλαδή απλά εργάζεται. Η γυναίκα της Αχμάτοβα αισθάνεται την πληρότητα της χαράς της ζωής όχι όταν βρίσκεται στην αγκαλιά του αγαπημένου της, αλλά όταν υφίσταται σκληρή δουλειά επενδύοντας ένα κόκκο της ενέργειάς της στο θησαυροφυλάκιο της συλλογικής δημιουργικότητας. Η εργασία είναι αυτό που δίνει την ευτυχία, μας λέει η Αχμάτοβα στο ποίημά της: «Φεύγοντας από τα άλση». Η ίδια θυμάται με συγκίνηση και νοσταλγία:

Αχ, η μυστηριώδης απεραντοσύνη του χειμωνιάτικου τοπίου,
Ω, γλυκιά δουλειά και ελαφριά κούραση…37

Η αναζωογονητική χαρά της εργασίας συμπληρώνεται από την αρμονική επικοινωνία με έναν πνευματικά σύμφωνο σύντροφο, όχι τον εκλεκτό της καρδιάς, αλλά μάλλον έναν σύντροφο και περισσότερο φίλο, η επικοινωνία με τον οποίο αναζωογονεί και εμπλουτίζει την ψυχή της χωρίς να την εξαθλιώνει με την απαίτηση της «υποταγής» της σε αυτόν. .

Οι μούσες μας ένωσαν
με ανέμελη και σαγηνευτική φιλία,
σαν κορίτσια που δεν γνώρισαν ποτέ αγάπη…38

Οι φίλες σου και εσύ νεαρή μου φίλη, αγαπάτε την Αχμάτοβα σαν αδερφή, επειδή ακριβώς η κεντρική ηρωίδα των ποιημάτων της έχει ξεφύγει από τον κύκλο των συμφερόντων, που υπαγορεύονται από τον γάμο και την οικογένεια, επειδή η ουσία της ζωής της δεν έχει στο επίκεντρό της τον (βιολογικό) έρωτα καθαυτό, επειδή μέσα στην ψυχή της κλείνει κιόλας το «Λευκό πουλί», παρόλο που αυτό δεν έχει ακόμα αρκετά ατσαλωθεί στον αγώνα, με τρόπο ώστε να ξέρει να συμφιλιώνει την εργασία, την δημιουργικότητα, την συμμετοχή στην συλλογική ζωή με αυτήν την μεγάλη -και χωρίς καμιά θλίψη και κανέναν πόνο- γιορτή,  που στην πραγματικότητα είναι ο έρωτας.

Μέσα στον έρωτα, η γυναίκα δεν έχει ακόμα μάθει να αντιστέκεται στον «δράκο» (σσ. εγωιστικά αστικά κατάλοιπα), όπως και ένας άνδρας δεν έχει μάθει ακόμη να εκτιμά το «άσπρο πουλί» σε μια γυναίκα (σσ. την αξία της προσωπικότητάς της). Βλέπουμε, όμως, όλο και συχνότερα την γυναίκα να ορθώνει το ανάστημά της, σαν ισότιμο μέλος της εργαζόμενης κοινότητας, να εξισώνεται με τον σύντροφο της και να αποπαίρνει με αυτά τα λόγια εκείνον που κάποτε ήταν κύριος και αφέντης της:

 Εγώ; Να υποταχτώ σε σένα; Είσαι τρελός….!!!39

Αυτό που στην πραγματικότητα αναζητά μια γυναίκα και που μέσα της φέρνει το «Λευκό πουλί» δεν είναι έναν σύζυγο, αλλά έναν σύντροφο. Όσο πιο βαθιά διεισδύει η ιδεολογία της εργατικής τάξης στις πλατιές μάζες, τόσο λιγότερος χώρος θα μείνει για εκείνες τις ερωτικές συγκρούσεις που τραγουδιούνται στους λευκούς τόμους της Αχμάτοβα. Τη θέση της «ερωτικής φυλακής» θα πάρει η εμπνευσμένη χαρά εκείνης της όμορφης, λαμπερής και δυνατής αγάπης, που χτίζεται και θεμελιώνεται πάνω στην αμοιβαία αναγνώριση, στη συναδελφική και συντροφική οικονομία, στην κοινή πάλη για έναν κοινό σκοπό και στην ευαίσθητη, τρυφερή και στοργική επικοινωνία και ανταπόκριση των συμβατών, μονιασμένων και αρμονικών ψυχών.

Η αστική κουλτούρα μεγάλωσε και ενίσχυσε τον «δράκο» σε έναν άνδρα ενώ παράλληλα σκότωσε το «άσπρο πουλί» σε μια γυναίκα. Η κουλτούρα της νέας, εργαζόμενης ανθρωπότητας νομοτελειακά δημιουργεί τις απαραίτητες εκείνες συνθήκες υπό τις οποίες, ταυτόχρονα με την πλήρη εξάλειψη της άθλιας ταπείνωσης και υποδούλωσης των γυναικών, εξαλείφει και το αρχαιότερο πρόβλημα: την πάλη των φύλων, «τον φυλετικό ανταγωνισμό».

Ο «δράκος» θα εξαφανιστεί. Ο νικητής θα είναι το «Λευκό πουλί», που δεν είναι άλλο από την κοινή και ισότιμη δημιουργική εργασία του άντρα και της γυναίκας-μέσα στους κόλπους της νέας κοινωνικής οργάνωσης, μέσα στους κόλπους της νέου τύπου κοινωνικής ομάδας/κολεκτίβας.

5 Δεκεμβρίου 1922

 

1.Κρίνοντας πως πολλά μέρη από το άρθρο της συντρόφισσας Κολλοντάι είναι αμφισβητἠσιμα και ορισμένα αποσπάσματά του αμφιλεγόμενα, η σύνταξη δημοσιεύει το άρθρο αυτό με κάθε επιφύλαξη και με συζητήσιμο τρόπο.  (Σημείωση της σύνταξης της «Μolodaya Gvardiya»).

2.Αννα Αχμάτοβα, Ροζάριο, Άνοιξη 1914, Αγία Πετρούπολη 1914.

3.Ό.π., Λευκό Σμήνος, 1917, Αγία Πετρούπολη 1917.

4.Ό.π., Έτος Κυρίου 21 1921, Aγία Πετρούπολη, 1921.

5.Το γεγονός ότι στους λευκούς τόμους της Αχμάτοβα η κύρια θέση δίνεται στην αγάπη, φυσικά, υποδηλώνει ότι η ίδια η Αχμάτοβα βρίσκεται ακόμη στην κόψη ενός μεταιχμιακόυ σταδίου και ότι αν στα προβλήματα της αγάπης αφουγκράζεται ήδη την ύπαρξη μιας νέας αλήθειας, σε μια σειρά άλλων ζητημάτων ωστόσο δεν έχει ακόμη κατανοήσει πλήρως το περιεχόμενο της νέας υπό διαμόρφωση κουλτούρας (Σημείωση της Alexandra Kollontai).

6.Αννα Αχμάτοβα, «Βράδυ» Μάρτιος 1913, Μάρτιος 1912, Ροζάριο, Άνοιξη 1914, Αγία Πετρούπολη 1914 (βλ. Παράρτημα)

7. Ό.π.

8. Ό.π.

9.«Άννα Αχμάτοβα, «Η τελευταία φορά που συναντηθήκαμε», 1914», Ροζάριο, Άνοιξη 1914, Αγία Πετρούπολη 1914. (βλ. Παράρτημα)

10.Ο χαρακτηρισμός «ποιητής» εκλαμβάνεται εδώ ως σύμβολο, δεδομένου ότι οι δοκιμασίες αυτές είναι ίδιες για όλες τις γυναίκες που συνεργάζονται σε οποιοδήποτε τομέα για το συλλογικό έργο (της Alexandra Kollontai).

11.Ό.π.

12.Ό.π. Αναφέρεται στο επιβλητικό φρούριο που οικοδομήθηκε το 1703 από τον τσάρο Μ. Πέτρο στην Αγία Πετρούπολη. Πήρε το όνομά του από τους δύο αποστόλους Πέτρο και Παύλο ενώ αποτελεί ένα από τα κύρια αξιοθέατα της πόλης.

13.«Έσφιξα τα χέρια μου κάτω από ένα σκοτεινό πέπλο», Απόβραδο, 1912, Aγία Πετρούπολη, 1912. (βλ. Παράρτημα)

14.Ό. π.

15.Άννα Αχμάτοβα, «Έσφιξα τα χέρια μου κάτω από ένα σκοτεινό πέπλο, 1911», Απόβραδο 1912, Aγία Πετρούπολη, 1912.

16. Ό. π.

17. Ό. π.

18.Άννα Αχμάτοβα. «Γεια σου! Μπορείς να ακούσεις ένα ελαφρύ θρόϊσμα…, 1913», Ροζάριο, Άνοιξη 1914, Αγία Πετρούπολη, 1914. (βλ. Παράρτημα)

19.Ό.π.

20.Ό.π.

21.Άννα Αχμάτοβα, «Ήταν ζηλιάρης, ανήσυχος και τρυφερός / Σαν τον Θεό Ήλιο, με αγαπούσε/ Και για να μην τραγουδήσει για το παρελθόν, σκότωσε το άσπρο πουλί μου (…), 1914», Λευκό Σμήνος 1917, Αγία Πετρούπολη 1917. (Της Αlexandra Kollontai) (Βλ. Παράρτημα).

22.Ό.π., «Επιγραφή σε Ημιτελές Πορτραίτο» 1911, Aπόβραδο, Μάρτιος 1912, Αγία Πετρούπολη 1912.

23.«Ήταν ζηλιάρης, ανήσυχος και λεπτός (…), 1914», Λευκό Σμήνος, Αγία Πετρούπολη, 1917.

24.«Είσαι πάντα σκοτεινός και μυστηριώδης /είμαι πιο υπάκουη σε εσένα κάθε μέρα/Αλλά η αγάπη σου, φίλε, η αυστηρή / δοκιμάζεται με σίδερο και με φωτιά (…)», 1917», Έτος Κυρίου 21, 1921, Aγία Πετρούπολη, 1921. (Βλ. Παράρτημα)

25.Ο. π.

26. Άννα Αχμάτοβα, «Ξέρεις λιποθυμώ στην αιχμαλωσία (…), 1913», Ροζάριο, Άνοιξη 1914, Αγία Πετρούπολη 1914. (Βλ. Παράρτημα)

27. Ό.π.

28. Ό.π., «Έμαθα να ζω απλά και σοφά, 1912», Ροζάριο, Άνοιξη 1914, Αγία Πετρούπολη 1914. (Βλ. Παράρτημα)

29.Άννα Αχμάτοβα, «Έμαθα να ζω απλά και σοφά», 1912», Ροζάριο, Άνοιξη 1914, Αγία Πετρούπολη 1914.

30.Ό.π., «Τα σιδερένια κάγκελα», Έτος Κυρίου 21, 1921, Aγία Πετρούπολη, 1921. (Βλ. Παράρτημα)

31.«Τα σιδερένια κάγκελα», ό.π.

32.«Η καρδιά μου χτυπά ήρεμα, κανονικά, 1913», Ροζάριο, ό.π.

33.Δεν στάθηκε δυνατό να εξακριβωθεί η ποιητική προέλευση των συγκεκριμένων στίχων (Σ.τ.Μ.).

34.«Αγαπητέ ταξιδιώτη είσαι μακριά (…), 1921», Έτος Κυρίου 21, Aγία Πετρούπολη, 1921. (Βλ. Παράρτημα)

35.Άννα Αχμάτοβα, «Η αληθινή τρυφερότητα.., 1913», Ροζάριο, Άνοιξη 1914, Αγία Πετρούπολη 1914. (Βλ. Παράρτημα)

36.Άννα Αχμάτοβα, «Απογευματινές ώρες μπροστά στο τραπέζι…, 1913», Ροζάριο, ό.π. (Βλ. Παράρτημα)

37.Άννα Αχμάτοβα, «Έχοντας φύγει από τα άλση της Ιερής Πατρίδας…», Μάλλον καθώς απορρέει από τα συναγόμενα του κειμένου η Κολλοντάι θεωρεί ότι το συγκεκριμένο ποίημα της Αχμάτοβα φαίνεται να αποδίδει με μεγαλύτερη ποιητική ενάργεια τα χαρακτηριστικά της συντροφικής αγάπης. Το συγκεκριμένο ποίημα Θα συμπεριληφθεί στην τέταρτη ποιητική συλλογή της Αχμάτοβα με τίτλο “Plantain”, που εκδόθηκε τον Απρίλιο του 1921. H συλλογή περιείχε τριάντα οχτώ (38) ποιήματα τα περισσότερα γραμμένα κατά το 1917-1918 ενώ ορισμένα από αυτά χρονολογούνται σε ακόμη παλαιότερη περίοδο. Στο “Plantain”, η Αχμάτοβα φαίνεται να ολοκληρώνει και να τελειοποιεί ορισμένες λυρικές πλοκές της προγενέστερης συλλογής της Λευκό Σμήνος. (Σ.τ.Μ)., (Βλ. Παράρτημα)

38.Ό.π.

39.Ό.π. «Εγώ; Να υποταχτώ σε σένα;..», Έτος Κυρίου 21, 1921. (Βλ. Παράρτημα)

 

Εισαγωγή – Σχόλια – Υπομνηματισμός: Εύη Παναγιωτάτου

Μετάφραση: Μαρίνα Λώμη (1978. Στο: Aλεξάνδρα Κολλοντάι, Οικονομική και σεξουαλική απελευθέρωση της γυναίκας, Β’ Έκδοση, Πύλη, Αθήνα ) -Εύη Παναγιωτάτου

 

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Στο παρόν παράρτημα συμπεριλαμβάνονται τα ποιήματα από τις τέσσερις πρώτες ποιητικές συλλογές της Anna Akhmatova (Απόβραδο 1912, Ροζάριο 1914, Λευκό Σμήνος 1917, Έτος Κυρίου 21, 1921), τα οποία η Alexandra Kollontai επιλέγει να χρησιμοποιήσει ως διακειμενικές αναφορές στην δημοσιευμένη μελέτη της στο ιδεολογικό όργανο της Komsomol, Molodoya Gvardiya  το έτος 1922, σχετικά με την ποίηση της ρωσίδας λογοτέχνιδας. 

Η μετάφραση των συγκεκριμένων ποιημάτων είναι δική μας και η παράθεσή τους ακολουθεί  χρονολογική σειρά ανάλογα με το έτος έκδοσης ή συγγραφής τους στην περίπτωση που το δεύτερο έχει εντοπιστεί μέσα από μία πρώτη και πρόχειρη αναζήτησή μας σε ρωσικές διαδικτυακές ποιητικές βιβλιοθήκες. Τα περισσότερα ποιήματα δεν τιτλοφορούνται από την δημιουργό τους, οπότε συνήθως δανείζονται τον τίτλο τους από τον πρώτο στίχο. Η καταγραφή τους στην πρωτότυπη συλλογή ακολουθεί μια τυπική αριθμητική σειρά. Εξαιρούνται εκείνα τα ποιήματα, που η Akhmatova έχει επιλέξει να προσθέσει τίτλους, οπότε αυτοί καταγράφονται και εδώ σύμφωνα με την πρωτότυπη έκδοση.

Εντούτοις, πρέπει να σημειωθεί, ότι σημαντικό μέρος του ποιητικού έργου της Anna Akhmatova έχει μεταφραστεί στα ελληνικά από ρωσομαθείς Έλληνες μεταφραστές και έχει κυκλοφορήσει σε πολυάριθμες εκδόσεις από ποικίλους ελληνικούς εκδοτικούς οίκους. Αν μη τι άλλο, το παραπάνω γεγονός καθαυτό επικυρώνει την διαχρονική γοητεία που το καλλιτεχνκό έργο της Akhmatova ασκεί στα ευρύτερα στρώματα της κοινωνίας·μια γοητεία, η οποία εξακολουθεί έως σήμερα να υπερβαίνει τα σύνορα της χώρας των δύο γυναικών.

 

Απόβραδο, 1912

Η πρωτόλεια ποιητική συλλογή  της Αχμάτοβα εκδόθηκε από το «Εργαστήριο Ποιητών» τον Μάρτιο του 1912 και κυκλοφόρησε σε 300 αντιτυπα. Τα έντυπα συνοδεύτηκαν από πρόλογο του M. Kuzmin και περιείχαν 46 ποιήματα από το 1910–1911. Σύμφωνα με την Αχμάτοβα, μέχρι τη στιγμή που εκδόθηκε το βιβλίο «Απόβραδο» είχε γράψει περίπου 200 ποιήματα.1

«Έσφιξα τα χέρια μου κάτω από ένα σκοτεινό πέπλο…»

Έσφιξα τα χέρια μου κάτω από ένα σκοτεινό πέπλο…
«Γιατί είσαι χλωμή σήμερα;»
Γιατί…
τον μέθυσα από ξινή θλίψη.

Πώς μπορώ να ξεχάσω; Βγήκε τρεκλίζοντας,
κι ένας μορφασμός πόνου σημάδευε τον πρόσωπό του…
Κατέβηκα τρέχοντας, σχεδόν πετώντας τα σκαλιά
έτρεξα πίσω του μέχρι την πόρτα.

Ξεψυχισμένη, φώναξα:
«Όχι! Όχι! Ήταν όλα ένα αστείο. Αν φύγεις, θα πεθάνω».
Με ένα χαμόγελο ήρεμο και τρομακτικό γύρισε
και μου είπε: «Μην στέκεσαι στον άνεμο».

1911

Επιγραφή σε ημιτελές πορτραίτο

Ω, μην αναστενάζεις για μένα,
η θλίψη είναι εγκληματική και μάταιη,
είμαι εδώ, σε έναν γκρίζο καμβά,
ανασηκώθηκα περίεργα και απροσδιόριστα.

Τα χέρια που έχουν πετάξει ψηλά σπάνε από την αρρώστια,
Ένα χαμόγελο φρενίτιδας αποτυπώνεται στα μάτια,
δεν θα μπορούσε να ήταν διαφορετικός
Πριν την πικρή ώρα της ηδονής.

Έτσι το ήθελε, έτσι το διέταξε,
με λόγια νεκρά και πονηρά.
Το στόμα μου έγινε κόκκινο από τον κλονισμό
Και τα μάγουλά μου άσπρισαν.

Και δεν υπάρχει αμαρτία στο κρασί του-
έφυγε, κοιτάζοντας τους ξένους στα μάτια.
Αλλά δεν ονειρεύομαι πια τίποτα απ’ αυτόν
στον ετοιμοθάνατο λήθαργο μου.
1911

Ροζάριο, 1914

Η δεύτερη συλλογή της Άννας Αχμάτοβα, «Το Ροζάριο», εκδόθηκε τον Μάιο του 1914 πριν από το ξέσπασμα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Από την εμφάνισή του το 1914 έως το 1923, το “Ροζάριο” επανατυπώθηκε 9 φορές σημειώνοντας μια σπάνια επιτυχία για μια πρωτοεμφανιζόμενη ποιήτρια. Όπως σημειώνει η ίδια σχετικά:
“Τον Μάρτιο του 1914 εκδόθηκε το δεύτερο βιβλίο μου, “Το Ροζάριο”. Είχε περίπου έξι εβδομάδες ζωής. Στις αρχές Μαΐου ήταν η εποχή που η Αγία Πετρούπολη άρχισε να παγώνει και όλοι έφευγαν σταδιακά. Αυτή τη φορά, ο χωρισμός με την Αγία Πετρούπολη αποδείχθηκε αιώνιος. Επιστρέψαμε πίσω -όχι πια στην Αγία Πετρούπολη, αλλά στην Πετρούπολη “. Κι από τον 19ο αιώνα πέσαμε  αμέσως στον 20ό- όλα ξαφνικά έγιναν αλλιώτικα αρχής γενομένης από την εμφάνιση της νέας πόλης. Όλα έδειχναν πως ένα μικρό βιβλίο με στίχους αγάπης από μια αρχάρια συγγραφέα ήταν έτοιμο να πνιγεί μέσα στα παγκόσμια γεγονότα. Ο χρόνος έλαβε διαφορετική απόφαση.”
Άννα Αχμάτοβα, «Συνοπτική Αυτοβιογραφία».2

 

 «Έμαθα να ζω απλά, σοφά…»

Έμαθα να ζω απλά, σοφά,
να κοιτάζω τον ουρανό και να προσεύχομαι στον Θεό,
και να περιφέρομαι για πολλή ώρα πριν πέσει το βράδυ,
Να πετάω το περιττό άγχος.

Όταν τα στάχυα θροΐζουν στη χαράδρα
και η χρυσοκόκκινη αχτίδα της στάχτης του βουνού σβήνει,
συνθέτω εύθυμα ποιήματα
Για τη ζωή που είναι φθαρτή, φθαρτή και όμορφη.

Επιστρέφω. Η παχουλή γάτα μου γλείφει την παλάμη

γουργουρίζει γλυκά
και μια λαμπερή φωτιά ανάβει
στον πυργίσκο της λευκής λίμνης.

Μόνο περιστασιακά η κραυγή
ενός πελαργού που πετά πάνω από την σκεπή χαράζει την σιωπή.

 «Κι αν μου χτυπήσεις την πόρτα,
μου φαίνεται ότι δεν θα ακούσω καν».
1912

«Η καρδιά μου χτυπά ήρεμα, κανονικά…»

Η καρδιά χτυπά ήρεμα και ρυθμικά.
Πόσα χρόνια πέρασαν!
Άλλωστε, κάτω από την αψίδα στο Galernaya3
Οι σκιές μας ζουν παντοτινά.

Μέσα από τα κλεισμένα  βλέφαρα
σε βλέπω, σε βλέπω, είσαι μαζί μου –
Και στο χέρι σου κρατάς για πάντα
την άνοικτη βεντάλια μου.

Γιατί
σταθήκαμε ο ένας δίπλα στον άλλο σε μια μακαριστή στιγμή θαυμάτων.
Τη στιγμή που
το κόκκινο φεγγάρι είχε ανατείλει πάνω από τον καλοκαιρινό κήπο –

Δεν έχω ανάγκη από ψεύτικη προσμονή
Στο ανοιχτό παράθυρο
Και στα κουραστικά ραντεβού.
Ω! η αγάπη σβήνει.

Είσαι ελεύθερος, είμαι ελεύθερη,
το αύριο θα είναι καλύτερο από χθες, –
Πάνω από το σκοτεινό νερό του Νέβα,
Κάτω από το παγωμένο χαμόγελο
του αυτοκράτορα Πέτρου.
1913

Βράδυ

Η μουσική στον κήπο ηχούσε
με ανέκφραστη θλίψη.
Η μυρωδιά της θάλασσας ήταν μεθυστική και έντονη.Υπήρχαν
στρείδια μέσα σε μια πιατέλα.

Μου είπε: «Είμαι αληθινός φίλος!»
Και άγγιξε το φόρεμά μου…
Πόσο διαφορετικό είναι το άγγιγμα
αυτών των χεριών από τις άλλες αγκαλιές.

Σαν να χαϊδεύουν μια γάτα ή ένα πουλί,
Ή μια λυγερή αμαζόνα…
Μόνο ένα λεπτό γέλιο καθρεφτιζόταν στα ήρεμα μάτια του
Κάτω από το ανοιχτό χρυσό των βλεφαρίδων του.

Και οι φωνές των πένθιμων βιολιών
Τραγουδούν πίσω από τον καπνό:
«Ας είναι δοξασμένοι οι ουρανοί –
Είσαι μόνη μαζί του για πρώτη φορά».
1913. Μάρτιος

«Απογευματινές ώρες μπροστά στο τραπέζι…»

Απογευματινές ώρες μπροστά στο τραπέζι,
Μια ανεπανόρθωτα λευκή σελίδα,
Η μιμόζα μυρίζει ωραία και γύρω υπάρχει μια ζεστασιά.
Ένα μεγάλο πουλί πετά στο φως του φεγγαριού.

Και πλέκοντας σφιχτά τις πλεξούδες μου για τη νύχτα,
Σαν να χρειάζονται οι πλεξούδες αύριο,
κοιτάζω έξω από το παράθυρο, όχι πια λυπημένα,
στη θάλασσα, στις αμμώδεις πλαγιές.

Τι δύναμη έχει ένας άντρας,
που δεν ζητάει καν τρυφερότητα!
Δεν μπορώ καν να σηκώσω τα κουρασμένα βλέφαρά μου,
Όταν προφέρει το όνομά μου. (σσ. σπατάλη ενέργειας…!)
1913

«Η πραγματική τρυφερότητα…»

Η πραγματική τρυφερότητα δεν μπορεί να συγχέεται
και να συγκριθεί με τίποτα. Και είναι ήσυχη.
Μάταια τυλίγεις προσεκτικά
τους ώμους και το στήθος μου με γούνες
και μάταια μπερδεύεις μέσα στα λόγια της υποταγής
λέξεις  για την πρώτη αγάπη.
Πόσο καλά γνωρίζω αυτά τα επίμονα,
ακόρεστα βλέμματά σου!
1913. Δεκέμβριος

 

«Ξέρεις, λιποθυμώ στην αιχμαλωσία….»

Ξέρεις, λιποθυμώ στην αιχμαλωσία,
προσεύχομαι για τον θάνατο του Κυρίου.
Αλλά θυμάμαι τα πάντα οδυνηρά
την πενιχρή γη του Τβερ.

Ένας γερανός σε ένα παλιό πηγάδι,
Πάνω απ’ το καυτό νερό του τα σύννεφα καθρεφτίζονται,
Στα χωράφια υπάρχουν πύλες που τρίζουν,
Και η μυρωδιά του ψωμιού και η μελαγχολία.

Κι εκείνες οι αμυδρές εκτάσεις,
όπου ακόμα και η φωνή του ανέμου είναι αδύναμη,
όπως και τα επικριτικά βλέμματα
ήρεμων, μαυροφορεμένων γυναικών.
1913. Φθινόπωρο

«Γειά σου! Ακούς ένα ελαφρύ θρόϊσμα…»


Γειά σου! Ακούς ένα ελαφρύ θρόϊσμα
στα δεξιά του τραπεζιού.. ;
Δεν μπορείς να ολοκληρώσεις την σύνταξη αυτών των γραμμών –
Ήρθα σε σένα.
Θα με προσβάλλεις πραγματικά
όπως την προηγούμενη φορά:
Λες ότι δεν βλέπεις τα χέρια μου,
τα χέρια μου και τα μάτια μου.
Το δικό σου είναι ελαφρύ και απαλό.
Μη με οδηγείς εκεί,
εκεί που
παγώνει το βρώμικο νερό κάτω από την σφραγισμένη αψίδα της γέφυρας.
1913

 

«Η τελευταία φορά που συναντηθήκαμε…»

Η τελευταία φορά που συναντηθήκαμε ήταν
στο ανάχωμα, όπου συναντιόμασταν πάντα.
Είχαν φουσκώσει τα νερά στον Νέβα
και όλοι φοβόντουσαν για πλημμύρες στην πόλη.

Μιλούσε για το καλοκαίρι και έλεγε
πως είναι παράλογο μια γυναίκα να είναι ποιήτρια.
Πώς μου ήρθε στο μυαλό το ψηλό βασιλικό σπίτι
Και το φρούριο Πέτρου και Παύλου –

Γιατί ο αέρας εκεί δεν ήταν καθόλου δικός μας,
Κι όμως φύσηξε σαν δώρο Θεού – τόσο υπέροχος, 

Και εκείνη την ώρα
μου χάρισε
το Τελευταίο από όλα τα τρελά τραγούδια .

 

1914.

Λευκό Σμήνος, 1917

Η τρίτη ποιητική συλλογή της Akhmatova εκδόθηκε από τον εκδοτικό οίκο Hyperborey τον Σεπτέμβριο του 1917 στην Αγία Πετρούπολη σε 2.000 αντιτυπα. Η συλλογή εκδόθηκε τις παραμονές της Μεγάλης Οκτωβριανής Σοσιαλιστικής Επανάστασης του 1917.
Ο όγκος της είναι σημαντικά μεγαλύτερος από τα προηγούμενα βιβλία – αριθμούσε 83 ποιήματα σε τέσσερις ενότητες της συλλογής. Έγινε προσθήκη μιας πέμπτης ενότητας στην οποία συμπεριλήφθηκε το ποίημα με τίτλο «Δίπλα στη θάλασσα». 65 ποιήματα του βιβλίου είχαν δημοσιευτεί  σποραδικά στο παρελθόν σε διάφορα ρωσικά έντυπα.
Πολλοί κριτικοί διέκριναν αμέσως τα νέα χαρακτηριστικά της νέας συλλογής της Αχμάτοβα και την ενίσχυση της επιρροής του Πούσκιν σε αυτήν. Η O. Mandelstam έγραψε σε ένα άρθρο το 1916: «Η φωνή της άρνησης γίνεται όλο και πιο δυνατή στα ποιήματα της Akhmatova, και επί του παρόντος η ποίησή της είναι πολύ κοντά στο να γίνει ένα από τα σύμβολα του μεγαλείου της Ρωσίας» (On modern poetry. Στο «Almanac of the Muses» » // Mandelstam O. Έργα: Σε 2 τόμους – M.: Khudozhestvennaya literatura, 1990. – T. 2. – P. 260). Το Λευκό Σμήνος αποτελεί σημείο καμπής στο έργο της Akhmatova αφού για πρώτη φορά η δημιουργός στρέφει το βλέμμα της στην εξωτερική πραγματικότητα της χώρας της συνδέοντάς το αναπόσπαστα με τη μοίρα της Ρωσίας.4

 

«Ήταν ζηλιάρης, ανήσυχος και τρυφερός…»

Ήταν ζηλιάρης, ανήσυχος και τρυφερός,
Σαν τον Θεό Ήλιο με αγαπούσε,
Και για να μην τραγουδήσει για το παρελθόν,
σκότωσε το άσπρο πουλί μου.

Είπε, μπαίνοντας στο μικρό δωμάτιο το ηλιοβασίλεμα:
«Αγάπα με, γέλα, γράψε ποίηση!»
Και έθαψα το χαρούμενο πουλί
πίσω από ένα στρογγυλό πηγάδι κοντά σε μια παλιά σκλήθρα.

Του υποσχέθηκα ότι δεν θα κλάψω,
Μα η καρδιά μου έγινε πέτρα,
Και μου φαίνεται ότι πάντα και παντού
θα ακούω τη γλυκιά φωνή της.

Φθινόπωρο 1914

 

Έτος Κυρίου, 1921

Το «Anno Domini» αποτελεί το πέμπτο βιβλίο ποιημάτων της Αχμάτοβα και ολοκληρώνει την πρώτη περίοδο του έργου της ποιήτριας (1907-1925). Κατά κάποιο τρόπο προοιωνίζει τα ποιήματα που επρόκειτο να γράψει στο δεύτερο μισό της ζωής της. Το βιβλίο είχε αρχικά τίτλο “Anno Domini MCMXXI”, σημαίνει στα λατινικά “Έτος κυρίου 1921”. Σχεδόν όλα τα ποιήματα που περιλαμβάνονται σε αυτό το βιβλίο γράφτηκαν το 1921. Στη συνέχεια, ο αριθμός των ποιημάτων διπλασιάστηκε, καθώς περιλάμβανε έργα από την περίοδο από το 1913 έως το 1919, το 1922 και αργότερα.5

«Είσαι πάντα μυστήριος και αλλιώτικος…»

Είσαι πάντα μυστήριος και αλλιώτικος
και με σκλαβώνεις κάθε μέρα πιο πολύ.
Αλλά η αγάπη σου, φίλε, η αυστηρή,
δοκιμάζεται με σίδερο και φωτιά.

Μου απαγορεύεις το τραγούδι και το χαμόγελο,
αλλά απαγόρευσες την προσευχή εδώ και πολύ καιρό.
Δεν μπορούσα να σε αποχωριστώ
όλοι οι άλλοι μου έμοιαζαν τόσο ίδιοι!

Λοιπόν, περπατώ ξένη στη γη και στον ουρανό,
δεν ζω και δεν τραγουδώ πια.

Σαν να πήρες την ελεύθερη ψυχή μου
από την κόλαση και τον παράδεισο . 

Δεκέμβριος 1917

Τα σιδερένια κάγκελα

Σιδερένια κάγκελα,

Κρεβάτι πεύκου.

Τι καλά που δεν χρειάζεται να ζηλεύεις πια.

Θα μου φτιάξουν αυτό το κρεβάτι

Με κλάματα και παρακάλια.

Τώρα εσύ περπατάς σε όλο τον κόσμο,

Όπως θες. Ο Θεός ας είναι μαζί σου!

Τώρα δεν πονάει η ακοή σου

Απ’τον ξέφρενο λόγο  μου

Τώρα κανείς δεν θα είναι η αιτία

Που κρατά αναμμένο το κερί μέχρι το πρωί.

Έχουμε κατακτήσει την γαλήνη

Και τις πιο τέλειες ημέρες…

Κλαις; – δεν αξίζω

Ούτε ένα από τα δάκρυά σου.

27 Αυγούστου 1921

Τσάρσκοε Σέλο


«Αγαπητέ ταξιδιώτη…»

Αγαπητέ ταξιδιώτη, είσαι μακριά,
Μα εγώ σου μιλάω.
Τα κεριά όσων προσμένουν την αυγή έλαμψαν στον ουρανό.

Ταξιδιώτη μου, γύρνα γρήγορα δεξιά,
στρέψε προς τα εδώ το λαμπερό σου βλέμμα:
Εδώ ζει ο κακός δράκος,
Κυβερνήτης μου για πολύ καιρό.

Και στη σπηλιά του δράκου
δεν υπάρχει έλεος, δεν υπάρχει νόμος.
Και ένα μαστίγιο κρέμεται στον τοίχο
για να μην χρειάζεται να τραγουδώ τραγούδια.

Και ο φτερωτός δράκος με βασανίζει,
Με διδάσκει την ταπείνωση,
Για να ξεχάσω το αναιδές γέλιο μου,
Να γίνω καλύτερη από όλους.

Αγαπητέ ταξιδιώτη, πήγαινε τα λόγια μου σε μια μακρινή πόλη,
ώστε Αυτός που είναι ακόμα ζωντανός
να γίνει ακόμα πιο λυπημένος. 

1921

 

«Έχοντας αφήσει άλση της Ιερής Πατρίδας…»

Έχοντας αφήσει τα άλση της ιερής πατρίδας
και το σπίτι όπου μαραζώνει η Μούσα του Θρήνου,
εγώ ήσυχη, ευδιάθετη ζούσα
σε ένα χαμηλό νησί, που σαν σχεδία,
Σταμάτησε στο καταπράσινο δέλτα του Νέβα.
Ω, χειμωνιάτικες μέρες μυστηριώδεις,
Και γλυκιά δουλειά, και ελαφριά κούραση,
Και τριαντάφυλλα στην κανάτα του πλυσταριού!
Η λωρίδα του ορίζοντα ήταν χιονισμένη και σύντομη.
Και απέναντι από την πόρτα είναι ο τείχος του βωμού

Που ανεγέρθηκε ο Ναός της Αγίας Αικατερίνης.
Πόσο νωρίς έφυγα από το σπίτι,
Και συχνά περπατώντας στο ανέγγιχτο χιόνι,
μάταια αναζητώντας τα χθεσινά ίχνη μου,
σε ένα χλωμό καθαρό πέπλο,
Και κατά μήκος του ποταμού, όπου γολέτες έσχιζαν το νερό, σαν περιστέρια,
απαλά, τρυφερά αγκαλιασμένα μεταξύ τους,
Λαχταρώντας την γκρίζα παραλία που οδηγεί στην άνοιξη, –
Πλησίασα την παλιά γέφυρα.
Υπάρχει ένα δωμάτιο που μοιάζει με κλουβί,
Κάτω από την ίδια τη στέγη σε ένα βρώμικο, θορυβώδες σπίτι,
όπου εκείνος, σαν πουλί, κελαηδούσε μπροστά στο καβαλέτο.
Και παραπονιόταν χαρούμενα, και
μιλούσε με θλίψη για τη χαρά που δεν γνώρισε ποτέ.
Σαν σε καθρέφτη, κοίταξα με αγωνία
τον γκρίζο καμβά, και κάθε εβδομάδα η
ομοιότητά μου με τη νέα μου εικόνα γινόταν πιο πικρή και παράξενη.


Τώρα δεν ξέρω πού είναι ο αγαπητός καλλιτέχνης,
Με τον οποίο
βγήκα από τη μπλε σοφίτα από το παράθυρο στην οροφή
και περπάτησα κατά μήκος του γείσου πάνω από τη θνητή άβυσσο,
Για να δω το χιόνι, τον Νέβα και τα σύννεφα, –
Αλλά νιώθω ότι οι Μούσες μας είναι φιλικές
δεμένες με μια ανέμελη και σαγηνευτική φιλία,
Σαν κορίτσια που δεν έχουν γνωρίσει την αγάπη.

1914-1915

«Εγώ; Να υποταχτώ σε σένα…»

Εγώ να υποταχτώ σε σένα; Είσαι τρελός!
Είμαι υποταγμένη στο θέλημα του Κυρίου και μόνο.
Δεν θέλω τρόμο ή πόνο,
ο άντρας μου είναι δήμιος και το σπίτι του είναι φυλακή.

Αλλά βλέπεις! Μετά από όλα αυτά, είμαι η ίδια;
Ο Δεκέμβρης έφτασε, οι άνεμοι ούρλιαξαν στο χωράφι,
Και ήταν τόσο βαριά η αιχμαλωσία σου,
Και το σκοτάδι πύκνωνε έξω από το παράθυρο.

Έτσι ξαφνικά ένα πουλί χτυπά το διάφανο γυαλί
με όλο το σώμα του χειμώνα
και το αίμα του λερώνει το λευκό του φτερό.

Τώρα βρήκα γαλήνη και ευτυχία.
Αντίο, έχω πια την ησυχία μου, μου είσαι πάντα αγαπητός
γιατί κλείδωσες τον παλιό και ξένο εαυτό μου στο σπίτι σου.

1921

 

1.Διαδικτυακός ρωσικός ιστότοπος: «Μαθήματα Λογοτεχνίας και Έθνους,», Άννα Αχμάτοβα, Απόβραδο. Ανακτήθηκε από:

http://literatura5.narod.ru/ahmatova_vecher.html#szhalaruki

2.Διαδικτυακός ρωσικός ιστότοπος: «Μαθήματα Λογοτεχνίας και Έθνους,», Άννα Αχμάτοβα, Ροζάριο. Ανακτήθηκε από:

http://literatura5.narod.ru/ahmatova_chetky.html#p20

3.Η οδός Galernaya στην Αγία Πετρούπολη χωρίζει τα κτίρια της Γερουσίας και της Συνόδου στην πλατεία Γερουσίας. Τα κτίρια συνδέονται από μια αψίδα πάνω από την συγκεκριμένη οδό. Βλ. διαδικτυακός ρωσικός ιστότοπος: «Μαθήματα Λογοτεχνίας και Έθνους,», ό.π.

4.Διαδικτυακός ρωσικός ιστότοπος: «Μαθήματα Λογοτεχνίας και Έθνους,», Άννα Αχμάτοβα, Λευκό Σμήνος. Ανακτήθηκε από:

http://literatura5.narod.ru/ahmatova_belaja-staja.html

5.Διαδικτυακός ρωσικός ιστότοπος: «Βιβλιοθήκη Ρωσικής Ποίησης», Άννα Αχμάτοβα, Εν έτει Σωτηρίω. Ανακτήθηκε από: 

https://slova.org.ru/ahmatova/anno-domini/

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: