Δημ. Φωτιάδη: ΟΧΙ

Η φασιστική τυραννία τους, φαντάστηκε πως θα μπορούσε να ρίξει, ατιμώρητα, στην πιο μαύρη σκλαβιά ένα λαό αποφασισμένο ν’ αντιμετωπίσει όλες τις συμφορές κι όλους τους θανάτους, παρά τον καμποτίνο της Ρώμης. Έκπληκτοι τώρα μπροστά στην τίμια αντίστασή μας – «οι Έλληνες» λένε –«αμύνονται μ’ ανεξήγητο πείσμα!» – μιλούν για βράχια, για νερά, για τέλματα και βουνά.

Ο λόγιος Δημήτρης Φωτιάδης (θεατρικός συγγραφέας, μεταφραστής αρχαίων κλασικών, ιστοριογράφος) υπήρξε τυπική περίπτωση διανοούμενου που γαλουχήθηκε με τις αρχές του ΚΚΕ και συνέδεσε τη ζωή και το έργο του με το λαϊκό κίνημα. Η σύνδεση αυτή αποτυπώνεται στο υλικό από το οποίο αντλεί την έμπνευσή του, στους πολιτικούς και ιστορικούς του προβληματισμούς, στη λαϊκότητα του ύφους και της γλώσσας του, στην προσπάθειά του να εκλαϊκεύσει σημαντικά ζητήματα της νέας ελληνικής ιστορίας, κυρίως πλευρές της Μεγάλης Επανάστασης του 1821.

Γόνος εύπορης και καλλιεργημένης οικογένειας της Σμύρνης, θα περάσει, από την εθελοντική κατάταξη στο μικρασιατικό πόλεμο, στη γνωριμία με τα σοσιαλιστικά ιδανικά, τη συμμετοχή στην Εθνική Αντίσταση και, με το εμφυλιακό και μετεμφυλιακό καθεστώς, στο δρόμο της εξορίας, στην Ικαρία, στη Μακρόνησο, στον Αϊ – Στράτη. Μετά την απελευθέρωσή του, θα διατελέσει μέλος της Διοικούσας Επιτροπής της ΕΔΑ. Εφυγε πλήρης ημερών, το 1988 (βιογραφικά στοιχεία από αφιέρωμα του Ριζοσπάστη στο ιστοριογραφικό έργο του Δ. Φωτιάδη, εδώ).

Το άρθρο αυτό του Δημήτρη Φωτιάδη με τον τίτλο «ΟΧΙ» πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Νεοελληνικά Γράμματα», στις 9 του Νοέμβρη 1940 και βρίσκεται αναδημοσιευμένο στο Ριζοσπάστη, στις 28 του Οκτώβρη 1980.

Δημ. Φωτιάδη: ΟΧΙ

ΟΧΙ

Το σημείωμα αυτό κάθησα να το γράψω το απόγευμα της περασμένης Παρασκευής έπειτα από δυό πρωινούς συναγερμούς. Η μέρα σβήνει πάνω από το Σαρωνικό, μέσα στην πιο γλυκειά φθινοπωρινή δύση. Είναι τόση η ομορφιά, που ο πόλεμος, ο «μιαιφόνος», ο «βροτολοιγός», όπως τον ονόμασε ο Όμηρος, μου φαίνεται, για μια στιγμή, σαν κάτι απίθανο, όνειρο κακό και τίποτ’ άλλο.

Μα η πραγματικότητα, αλλοίμονο, δεν είναι αυτή. Ο δολοφόνος του Ματεότι, ο εμπαθής δυνάστης της ίδιας του χώρας, βουλήθηκε, με τον πιο χυδαίο τρόπο, να ρίξει στη σκλαβιά και στην ταπείνωση το λαό του τόπου μας, όπου το μόνο του φταίξιμο είναι πως μοχθεί κι αναπνέει πάνω στη φτωχή του γη, κάτω από το φιλικό ουρανό του. Ο φασισμός του Μουσολίνι, αφού τυράννησε κι εξαθλίωσε, είκοσι σχεδόν χρόνια το λαό του, γυρεύει να τυραννήσει και να εξολοθρέψει την Ελλάδα, που πρώτη αυτή, από την Πνύκα, διακήρυξε στον κόσμο τα ιδανικά εκείνα, που δίχως αυτά η ανθρώπινη ζωή δεν ξεχωρίζει από τη ζωή του κτήνους. Ο αρχικαμποτίνος της «ένδοξης» πορείας προς τη Ρώμη κ’ οι τυχοδιώκτες συνέταιροί του, νόμισαν πως έφταναν λίγοι ύμνοι, μερικά λάβαρα και μπόλικα μεγαλόστομα ψεύδη, για να γκρεμίσουν ό,τι καλύτερο είχε αποχτήσει ως χτες η ανθρωπότητα και να ξαναφέρουν έναν νέο Μεσαίωνα τέτοιον, όπου ο παλιός θα φάνταζε μπροστά του σα μια ειδυλλιακή εποχή. Ονειροπόλησαν, μέσα στην εγκληματική παραφροσύνη τους, μια ανελέητη ζωή γεμάτη σκοτάδια και τρόμο, έναν κόσμο δούλων, όπου αυτοί θα ήσαν ο νόμος, αυτοί το «δίκαιο», αυτοί οι απόλυτοι κι ανεξέλεγκτοι ρυθμιστές των σκέψεων μας. Σ’ αντάλλαγμα, θα μας έκαναν τη χάρη να μας άφηναν να ζούμε, ακριβώς όπως τα σκουλήκια. Σαν όλους τους εγκληματίες, έλπισαν κι αυτοί πως η κατάχτηση του τόπου μας θα τους ήταν μια εύκολη αρπαγή. Φαίνεται και θάρρεψαν πως εμείς οι νεώτεροι Έλληνες, είχαμε ολότελα ξεχάσει αυτά εδώ τα λόγια του Περικλή, όπως τ’ απαθανάτισε ο Θουκυδίδης στην ιστορία του: «Αυτούς λοιπόν και σεις να μιμηθείτε και να μη δειλιάζετε στους κινδύνους του πολέμου, γιατί η ευτυχία βρίσκεται στην ελευθερία και η ελευθερία στη γενναιότητα». Πίστεψαν, ακόμα, πως η υλική βία μπορεί να καταπνίξει τα πάντα και πως ο φόβος είναι ικανός να παραλύσει όλες τις ψυχές. Πρόσμεναν πως θα ήταν αρκετός ο βόμβος των αεροπλάνων τους, για να ζητήσουμε το έλεος και τη χάρη τους. Στηρίχτηκαν στην απατηλή φαντασιοπληξία όλων των θρασύδειλων, που νομίζουν πως φτάνει να ξέρεις να φωνάζεις και ν’ απειλείς, για να λυγίσεις, σε δουλική αποδοχή, τις σπονδυλικές στήλες των συνανθρώπων σου.

Όμως ο Μουσολίνι κι οι στρατηγοί του – οι δούλοι του – οι νικητές των άοπλων Αβησσυνών με τον υπερίτη, γελάστηκαν κάπως ετούτη τη φορά. Ξέχασαν πως η φυλή μας, από χιλιάδες τώρα χρόνια, πολέμησε στ’ ακρογιάλια και στα βουνά της Ελλάδας, στη Σικελία, στη Ασία, στην Αφρική, πολλές, πάρα πολλές φορές, για το μεγαλύτερο ανθρώπινο αγαθό, για την Ελευθερία. Η φασιστική τυραννία τους, φαντάστηκε πως θα μπορούσε να ρίξει, ατιμώρητα, στην πιο μαύρη σκλαβιά ένα λαό αποφασισμένο ν’ αντιμετωπίσει όλες τις συμφορές κι όλους τους θανάτους, παρά τον καμποτίνο της Ρώμης. Έκπληκτοι τώρα μπροστά στην τίμια αντίστασή μας – «οι Έλληνες» λένε –«αμύνονται μ’ ανεξήγητο πείσμα!» – μιλούν για βράχια, για νερά, για τέλματα και βουνά. Τα βράχια που συναντούν είναι η θέλησή μας, τα βουνά η δύναμη της ψυχής των νειάτων του τόπου μας που πολεμούν εκεί πάνω και τα τέλματα η ανανδρία του σκοτεινού κι απαίσιου έργου που διενοήθηκαν. Γιατί, μπροστά στη συμφορά που μας καρτερά, καλύτερα για όλους μας χίλιες φορές ο θάνατος. Όχι, κανείς στον τόπο αυτό δεν πρόκειται να δόσει προσφορά, στον μακιαβελικό και τόσο γραφικό δυνάστη της Ρώμης, τη χώρα αυτή που γέννησε και συνειδητοποίησε την έννοια της ελευθερίας. Στις τραγικές, μα και μεγάλες αυτές ώρες που ζούμε, δεν μπορούμε να έχουμε παρά μια σκέψη, μια θέληση, μια απόφαση: να πολεμήσουμε, μ’ όλους τους τρόπους, τον ύπουλο κι ανάξιο εχθρό, που φαντάστηκε πως θα κατακτούσε την … «ευγνωμοσύνη» μας χαρίζοντάς μας μια ζωή τρωγλοδυτών. Έκανε κάτι περισσότερο από ένα έγκλημα, ένα σφάλμα: πρόσβαλε ένα λαό βαθιά μέσα στην ψυχή του, καθώς τον υποτίμησε θεωρώντας τον τιμάριο και φέουδό του. Έτσι, εκατονταπλασίασε τη δύναμή μας. Δεν πολεμούμε μονάχα για υλικά αγαθά, δεν υπερασπιζόμαστε μόνο τη γη μας· ζητούμε ν’ αποκαταστήσουμε στα όμματα των μεταγενέστερων, την ίδια μας την τιμή. Αν ο θάνατος μάς φαίνεται, τούτη τη στιγμή το μικρότερο κακό, είναι γιατί κινδυνεύει η ανθρώπινη αξιοπρέπειά μας. Πάνω στα πεδία των μαχών βρίσκονται αντίμαχοι δυό κόσμοι. Ο ένας είναι γέννημα της κόλασης και των τροτάρων. Ξυπνά απ’ όπου περνά, την παραφροσύνη που φέρνει η εξαθλίωση. Εκεί που στήνει τη βασιλεία του ακολουθούν οι ομαδικές αυτοκτονίες της δυστυχίας, όπου δεν έχει άλλη διέξοδο από το θάνατο. Ο άλλος, παρ’ όλες τις ατέλειές του, είναι πάντως ένας κόσμος καλύτερος, όπου απομένει μια κάποια γωνιά για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και την ελπίδα. Η μοίρα θέλησε να βρεθούμε στην καλή παράταξη. Οι λαοί από το Βορρά στο Νότο, παρακολουθούν, φανερά ή κρυφά, μ’ αγωνία κι αγάπη τον αγώνα μας. Τον αγώνα όπου όχι η υλική δύναμη, παρά το δίκαιο βρίσκεται μαζί του.

Μια και τέτιος είναι ο αγώνας μας, ας κρατήσουμε ολόκληρη την ευψυχία μας. Δε γίνεται, στο τέρμα θα λάμψει το φως. Τα σκοτάδια θα τραβηχτούν. Η αυγή θα έρθει. Η μέρα η καλή θα χαρίσει τότε, σ’ όσους έμειναν ακλόνητοι στις τίμιες επάλξεις, τη θαλπωρή της. Το πνεύμα, η ανίκητη αυτή δύναμη θα θριαμβεύσει για μια ακόμα φορά. Η ώρα της δικαιοσύνης και της πληρωμής θα φτάσει. Σ’ αυτήν ο Μουσολίνι κ’ η τυραννία του θα πάνε στο ανάθεμα και θα χαθούν από το πρόσωπο της γης. Η ζωή μας θα γίνει πιο ήμερη, πιο καλή, πιο δίκια, πιο ανθρώπινη.

Δείτε εδώ όλες τις αναρτήσεις του Αφιερώματος της Κατιούσα στην 28η Οκτώβρη

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: