Η οθόνη βουλιάζει, σαλεύει το πλήθος (Ο Σαββόπουλος μπροστά από την κάλπη και τη στατιστική)
Τι το γοητευτικό και το ανανεωτικό βρήκε ο Διονύσης Σαββόπουλος σε αυτό το πολιτικό προσωπικό είναι άγνωστο. Και λυπηρό, λυπηρό και όχι εξοργιστικό γιατί είναι ό,τι χειρότερο ένας ονειροπόλος να παγιδεύεται μόνος του στους εφιάλτες του.
Ένας από τους ήρωες της εφηβικής μου ηλικίας ήταν ο Διονύσης Σαββόπουλος. Η σχέση μου μαζί του ξεκίνησε από μια διαφήμιση telemarketing όπου η Θεία Μάνου και το μας βαράνε ντέφια κόλλησε στο μυαλό μου. Ακολούθησε το cd δέκα χρόνια κομμάτια και το περιβόλι του τρελού, δώρο από τη μητέρα μου την Πρωτοχρονιά. Η Ωδή στον Γεώργιο Καραϊσκάκη (με αρχικό τίτλο Ωδή στον Τσε Γκεβάρα) υπήρξε από τα αγαπημένα μου τραγούδια για χρόνια. Η αλήθεια είναι ότι ο Σαββόπουλος ήταν ανέκαθεν αρκετά αιρετικός για την αριστερά. Τα τραγούδια του Πολιτευτής, Για το σοσιαλισμό και Για τα παιδιά που ναι στο κόμμα (δίσκος Ρεζέρβα) καυτηρίαζαν αρκετά το σοσιαλιστικό ρομαντισμό της περιόδου. Παρ’ όλ’ αυτά ήταν ιδιαίτερα ανατρεπτικός για την εποχή του. Έφυγε από το (εύπορο) σπίτι του για να μπορέσει να συνεχίσει τις σπουδές του στη μουσική και το βιολί, συγκρουόμενος με τον συντηρητικό και αυταρχικό πατέρα του. Η κάθοδος του στην Αθήνα με ένα φορτηγό, οδήγησε στον δίσκο Φορτηγό με τα τραγούδια Συνεφούλα, Ήλιε Ήλιε Αρχηγέ, Τα κορίτσια που πηγαίνουν δυο δυο, το δέντρο, μη μιλάς άλλο για αγάπη, βιετνάμ γιε γιε, τα πουλιά της δυστυχίας. Η πολιτική ένταξη του Σαββόπουλου ήταν εμφανής. Και την πλήρωσε με αρκετά ξυλοφορτώματα στα κρατητήρια της Χούντας, με κυνήγι στα μαγαζιά που έπαιζε.
Σε αυτό τον τόπο όσοι αγαπούν τρώνε βρώμικο ψωμί (Ζεϊμπέκικο, Το βρώμικο ψωμί)
Ο Σαββόπουλος δραπετεύει για την Ιταλία. Και βγάζει τον δίσκο ορόσημο Ρεζέρβα. Στίχοι έντονα κοινωνικοί και πολιτικοί. Σατιρίζουν τόσο την τωρινή κατάσταση στην Ελλάδα όσο και τη …μελλοντική με το ΠΑΣΟΚ. Ο Σαββόπουλος ήταν καλός στο να διαισθάνεται τις επερχόμενες αλλαγές. Στη συναυλία του στο ΟΑΚΑ το ’83, ένας καθηγητής φιλοσοφικής απηύθυνε την ευχή στο Διονύση Σαββόπουλο, να μην τον καταπιεί το τέρας που λέγεται εξουσία. Εν μέρη η ευχή έπιασε καθώς ο Σαββόπουλος έμεινε ένας συνεπής αντιεξουσιαστής. Έφτυσε κατάμουτρα το ΠΑΣΟΚ και το κομματικοδίαιτο κράτος του ’80. Όπως χαρακτηριστικά τραγουδά Λοιπόν ας έρθουν του Κουτσόγιωργα οι δασύτριχοι πολίτες και οι γνωστοί ιθαγενείς της «Αυριανής» οι τρωγλοδύτες στο Μην περιμένετε αστειάκια και σάτιρα από το δίσκο Το Κούρεμα.
Σε τούτα τα Βαλκάνια σε τούτο τον αιώνα συνάντησα τους φίλους μου μια νύχτα του χειμώνα
Και σαν με είδαν να έρχομαι γουρλώσανε τα μάτια γιατί όλον εκείνο τον καιρό με είχαν για πεθαμένο (Μπάλλος, το περιβόλι του τρελού)
Εν μέρει όμως όχι. Στον ίδιο δίσκο ο Σαββόπουλος πλέον θεωρεί ελπίδα απέναντι στο λαϊκισμό και το ΠΑΣΟΚ τον Μητσοτάκη. Και εδώ ξεκινάει και η μεγάλη του στροφή. Εδώ οι συναυλίες του και το κοινό του σιγά σιγά αλλάζουν. Τα περισσότερα τραγούδια του από τους εμβληματικούς πρώτους δίσκους του τα ξεχνάει, και μαζί και τις τότε απόψεις του. Ο Σαββόπουλος πλέον έχει γίνει το ίδιο το κατεστημένο το οποίο αντιπολιτεύεται τόσα χρόνια. Είχε πολλές επιλογές; Η αλήθεια είναι πως όχι. Από το ’90 όμως έκανε τις χειρότερες, εκτός από μερικές αναλαμπές που θα θύμιζαν το Νιόνιο του παρελθόντος: η κατανόηση του για την εξέγερση του Δεκέμβρη του ’08, όπου επέλεξε να κατηγορήσει το γερασμένο πολιτικό προσωπικό και όχι την εξεγερμένη νεολαία, ο δίσκος του Χρονοποιός, με το εξαιρετικό Πρωτοχρονιές του ραδιοφώνου, το σου μιλώ και κοκκινίζεις και ένα αντιπολεμικό τραγούδι, ο δισκος του Ο σαμάνος προφήτης με τον Θανάση Παπακωνσταντίνου.
Άγγελος εξάγγελος μας ήρθε από μακριά κρατώντας ένα δεκανίκι
Δεν ήξερε καθόλου μα καθόλου να μιλά και είχε γλώσσα μόνο για να γλύφει (Άγγελος Εξάγγελος, Το βρώμικο ψωμί)
Όλα αυτά όμως ήταν αναλαμπές. Ο Σαββόπουλος πλέον θαυμάζει τον Μητσοτάκη και τον συντηρητισμό. Όπως και πολλές άλλες ιδιοφυΐες που βλέπαμε μπροστά από την εποχή τους, έπεσε θύμα της ίδιας του της ικανότητας. Άλλος ένας καλλιτέχνης που το έργο του τον ξεπέρασε, ή μάλλον δεν κατάφερε να το ακολουθήσει, το έργο συνέχιζε να τρέχει όταν ο ίδιος τα παράτησε. Δυστυχώς η κηδεία του ακολούθησε τη διαδρομή των τελευταίων χρόνων και μετατράπηκε σε ένα μικροπολιτικό happening του Μητσοτάκη. Πολύ ορθά δεν παρευρέθησαν όλοι οι υπόλοιποι. Έτσι πραγματικά τίμησαν το έργο του Διονύση Σαββόπουλο, ένα έργο που και να ήθελε δεν θα μπορούσε να το τιμήσει η κυβέρνηση και το σύστημα ΜΜΕ που την περιβάλλει, γιατί δεν το καταλαβαίνει.
Αυτά τα λόγια με πίκραναν σαν πέτρα, τα είπε χτες το βράδυ μια ψυχή, ένας φαλακρός από έξω και από μέσα, χαμογελούσε ναι, γιατί να σκοτιστεί (Ο Πολιτευτής, Η ρεζέρβα)
Όταν ο Άδωνις Γεωργιάδης δηλώνει περιχαρής πως οι Έλληνες γίνονται πλουσιότεροι (ενώ τα σούπερ μάρκετ έχουν μετατραπεί σε μικρά Golden Hall), όταν δηλώνει πως η υγεία αναβαθμίζεται ενώ τα νοσοκομεία έχουνε ερημώσει, όταν ο Γεωργιάδης δεν είναι πλέον ένας γραφικός βιβλιοπώλης αλλά αντιπρόεδρος της ΝΔ και υπουργός, τότε είναι αδύνατον να αντιληφθούν τον Πολιτευτή, τον Καραγκιόζη, τις εκλογές μαντινάδα. Όταν συλλαμβάνουν έναν άνθρωπο επειδή έκοψε ένα κλωνάρι δενδρολίβανο από τον κήπο ενός νοσοκομείου, ενώ ο Φραπές και ο Χασάπης κυκλοφορούν και κάνουν δηλώσεις ανενόχλητοι, όταν μια εισαγγελέας μιλάει τρομαγμένη στη Βουλή για τις απειλές που δέχεται, τότε το σύστημα που τα προκαλεί όλα αυτά δε μπορεί να καταλάβει το Μακρύ ζεϊμπέκικο για το Νίκο.
Οι παλιοί μας φίλοι, μην το πεις, για πάντα φύγαν (Οι παλιοί μας φίλοι, το φορτηγό)
Ο Σαββόπουλος θυμίζει αρκετά τον ήρωα από την βασισμένη σε βιβλίο του Stephen King ταινία The life of Chuck. Πεθαίνοντας κατέρρευσε και ένας ολόκληρος φανταστικός κόσμος αναμνήσεων, αγώνων, ανυπακοής που ο ίδιος είχε δημιουργήσει, ένας κόσμος όπου σε μια συγκέντρωση ένας διαδηλωτής ψάχνει με αγωνία μια κοπέλα που έχει ερωτευτεί, ένας κόσμος όπου οι πολιτικές διαφωνίες και τα κλισέ της αριστεράς σβήνουν μπρος της κόλασης τις λάβες, μέσα σε δακρυγόνα, περίπολα και αύρες όπου οι ίδιες λάμπουν σαν το πιο πολύτιμο υλικό τη στιγμή που σπάνε τον αστυνομικό κλοιό, ένας κόσμος όπου τις Πρωτοχρονιές οι νέοι νοσταλγούν τα ενήλικα χρόνια που δεν έχουν ζήσει ακόμα και οι μεγαλύτεροι το παιδικό τους δωμάτιο.
Πίσω από την κάλπη, τη στατιστική, μας κοιτάει ο Χάρος και του τρέχουνε τα σάλια (ο Καραγκιόζης, Δέκα χρόνια κομμάτια)
Ο Σαββόπουλος είδε από νωρίς ένα μέλλον που τον τύφλωσε, έναν κόσμο όπου δεν κατάφερε να σκηνοθετήσει ο ίδιος τη γιορτή του. Έμειναν όμως οι φανταστικοί κόσμοι που δημιούργησε στον καθένα μας, ένα ανεκπλήρωτο όνειρο που δε μπορεί όπως ο Κοεμτζής να αναπνεύσει σε έναν κόσμο γεμάτο με Χασάπηδες και Φραπέδες, έναν κόσμο όπου κυβερνά μια χώρα ένα ποσοστό που δεν αρκεί να βγάλει διαχειριστή σε πολυκατοικία. Και η κυβέρνηση το έχει καταλάβει, και όχι μόνο δεν ενδιαφέρεται αλλά φοβάται να το αλλάξει, καθώς η επιβίωση της βασίζεται σε αυτό, σε ένα μπετοναρισμένο 20% του πληθυσμού, το οποίο με την απογοήτευση και την τρομοκρατία που καλλιεργούν ελπίζουν ότι θα γίνει στατιστικά 40 και θα επιβάλει την μισάνθρωπη λογική του σε όλους. Σε μια δημοσκόπηση όπου το χάος κέρδισε τον Κυριάκο Μητσοτάκη η ειλικρινή απάντηση της εκπροσώπου της ΝΔ ήταν ότι έχουμε σταθερό 30%. Αυτό τους ενδιαφέρει. Τώρα τι το γοητευτικό και το ανανεωτικό βρήκε ο Διονύσης Σαββόπουλος σε αυτό το πολιτικό προσωπικό είναι άγνωστο. Και λυπηρό, λυπηρό και όχι εξοργιστικό γιατί είναι ό,τι χειρότερο ένας ονειροπόλος να παγιδεύεται μόνος του στους εφιάλτες του.
Αργοναύτη μέσα στα σκοτάδια με όπλα ηλεκτρικά και ιπτάμενα σανδάλια,
Αού βη μες στην άκρη της αβύσσου μέσ’ τους ουρανούς φωταγωγήσου (Μαύρη Θάλασσα, το βρώμικο ψωμί)
Μέσα σε αυτό το καθεστώς έφυγε ένας από τους μεγαλύτερους τραγουδοποιούς της χώρας, όχι μαχόμενος εναντίον του, αλλά αγκαλιά με αυτό. Πανούσης, Θεοδωράκης, Σαββόπουλος, πολύ διαφορετικοί, πολύ σπουδαίοι καλλιτέχνες, με διαφορετικά αλλά κοινά πολιτικά ολισθήματα. Φωνές μιας εποχής που έχει φύγει, και ήρθε (;) η ώρα να σκηνοθετήσουμε μόνοι μας την ανατροπή, να γράψουμε το σενάριο της δικής μας επανάστασης.
Πάει ο καιρός που οι δικοί σας
Σκηνοθετούσαν την γιορτή σας, Και είσ’ εσύ που πρέπει τώρα, Να υψώσεις της γιορτής τα δώρα (Πρωτοχρονιές του ραδιοφώνου, Ο Χρονοποιός)
Πάνος Χριστοδούλου, Βιοπαθολόγος/Εργαστηριακός Ιατρός, Ιατρός Δημόσιας Υγείας και κοινωνικής Ιατρικής, MSc Διοίκησης Μονάδων Υγείας, MSc Διατροφής, Τροφίμων και Μικροβιώματος, Υποψήφιος Διδάκτορας Ιατρικής Πανεπιστημίου Πατρών, PGCert Διαχείρισης κρίσεων στη δημόσια υγεία και ανθρωπιστικής απάντησης.
