Μαριάννα Πολυχρονίδη: «Αν είχαμε εμείς εδώ πόλεμο και μπαίναμε σε μια βάρκα να σωθούμε, θα θέλαμε να μας πνίξουν;»

“Ο Θάνος Μικρούτσικος υπήρξε καθοριστικός στη ζωή μου. Συνεργαστήκαμε τόσο στενά, κάναμε τον δίσκο, συνυπήρξαμε μαζί στη σκηνή, εισχώρησα χάρη σε αυτόν πιο βαθιά στη μαγεία της μουσικής. Αυτός ο άνθρωπος κατάφερε να με βοηθήσει να ξεπεράσω τα όριά μου.”

Η Μαριάννα Πολυχρονίδη χαμογελάει τόσο συχνά όσο συχνά της αρέσει να εναλλάσσει το θέατρο με τη μουσική στη ζωή της. Με υποκριτική δεινότητα που την κατατάσσει ανάμεσα στους πιο ταλαντούχους ηθοποιούς της γενιάς της και μουσικές δυνατότητες που της έχουν εξασφαλίσει σπουδαίες συνεργασίες, δεν δείχνει διατεθειμένη να σταματήσει να εξελίσσεται. Αυτή τη στιγμή πρωταγωνιστεί στην παράσταση «Ο άλλος» του Φλοριάν Ζελέρ και βρήκαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε μαζί της για τα πρώτα της βήματα στον χώρο, τον Θάνο Μικρούτσικο, την ισορροπία που βρίσκει ανάμεσα στην επαγγελματική και την προσωπική της ζωή, αλλά και για την πολιτικοκοινωνική πραγματικότητα που μας περιβάλλει.

Φώτο: Βαγγέλης Πουλής

Αυτή την περίοδο πρωταγωνιστείς στην παράσταση «Ο άλλος» του Φλοριάν Ζελέρ στο Μικρό Χορν, που ξεκίνησε με θερμή υποδοχή από τον κόσμο. Θέλεις να μας πεις δύο λόγια για την παράσταση;

Πρόκειται για ένα νεανικό και ανθρώπινο έργο ενός σύγχρονου συγγραφέα, που ανεβαίνει για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Αποτελεί το πρώτο δικό του ολοκληρωμένο θεατρικό κείμενο, γραμμένο το 2004 όταν ήταν μόλις 25 χρονών. Με το έργο αυτό κέρδισε τότε το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα.

Ο Φλοριάν Ζελέρ γράφει με απλό, καθημερινό και σπονδυλωτό τρόπο, καταφέρνοντας να διεισδύει σε θέματα βαθιά και να αναδεικνύει τα σημαντικά ζητήματα του καιρού μας, αλλά κάπως συγκαλυμμένα, αφήνοντας και στον θεατή περιθώρια να τοποθετήσει τον εαυτό του μέσα σε όλο αυτό. Αυτό συμβαίνει και στην παράσταση «Ο άλλος», που εκπέμπει πολλά μηνύματα και προβληματίζει τον θεατή, αφού πετυχαίνει να συνδέσει εξαιρετικά το παρελθόν με το παρόν και το μέλλον.

Πώς είναι η συνύπαρξή σου με τον Λεωνίδα Καλφαγιάννη και τον Κωνσταντίνο Κάππα;

Πρόκειται πραγματικά για μία ευτυχή συνύπαρξη, έχουμε βρει ωραία χημεία και πιστεύω πως ανταποκρινόμαστε επάξια στις απαιτήσεις ενός έργου που κινείται πάνω σε πολύ λεπτές ισορροπίες. Είναι και οι δύο εξαιρετικοί ηθοποιοί, γι’ αυτό και χαίρομαι πολύ που συνεργάζομαι για πρώτη φορά μαζί τους.

Έχεις δύο ιδιότητες, της ηθοποιού και της τραγουδίστριας. Πόσο εύκολο υπήρξε μέχρι σήμερα να συγκεράσεις αρμονικά και τις δύο και ποια είναι η μεγαλύτερη δυσκολία που συνάντησες;

Είναι πολύ εύκολο και ταυτόχρονα πολύ δύσκολο, με την έννοια πως δεν γίνεται να βγάλω από το μυαλό μου τη μία από τις δύο μου ιδιότητες. Και οι δύο αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της προσωπικότητάς μου, της πορείας μου προς την αυτοπραγμάτωση. Άλλωστε, ανέκαθεν αντιμετώπιζα τα τραγούδια σαν μικρούς μονολόγους, σαν ιστορίες που καλούμουν να αφηγηθώ, κάτι που αναπόφευκτα έκανε την υποκριτική να διεισδύει μέσα στη μουσική. Το αντίστροφο συνέβαινε και συμβαίνει στη θεατρική σκηνή, όπου χρησιμοποιώ τη φωνή μου ως ένα πολύ βασικό εργαλείο της δουλειάς μου.

Γι’ αυτό, για να επιστρέψω και στην ερώτησή σου, θεωρώ πως η δυσκολία δεν έγκειται τόσο σε εμένα, αλλά περισσότερο στο σήμα που εκπέμπω προς τα έξω, στην ταμπέλα που προσπαθούν ορισμένοι να μου τοποθετήσουν όταν με ρωτάνε «τι από τα δύο είμαι περισσότερο ή θέλω πιο πολύ». Αν μπορούσα αυτό να το απαντήσω, θα είχα επιλέξει τον έναν από τους δύο δρόμους. Δεν το έκανα και ούτε πρόκειται να το κάνω.

Νομίζω, άλλωστε, πως δεν πρόκειται για δύο ιδιότητες τελείως άσχετες μεταξύ τους.

Όντως, αν και πολλές φορές αναρωτιέμαι τι θα γινόταν αν είχα αφιερωθεί αποκλειστικά στο θέατρο και δεν μου έπαιρνε τα μυαλά το τραγούδι, με την έννοια πως, όπως και να το κάνεις, όταν μοιράζεις τον χρόνο σου ανάμεσα σε δύο σου αγάπες, δεν μπορείς να αναπτυχθείς εξίσου καλά και στις δύο. Δεν το μετανιώνω φυσικά, αφού αισθάνομαι πως δεν θα μπορούσα να κάνω διαφορετικά. Όταν ασχολούμαι με ένα από τα δύο, μου λείπει πολύ το άλλο.

Προσωπικά, σε άκουσα για πρώτη φορά να τραγουδάς στο θέατρο Badminton στο αφιέρωμα στον Καββαδία.

Τότε ήταν που γνωρίστηκα με τον Θάνο Μικρούτσικο, για τον οποίο δεν θα σου πω ακόμα, αφού είμαι σίγουρη πως θα με ρωτήσεις αργότερα.

Δεν θα γινόταν να μη σε ρωτήσω, αλλά πριν τον Θάνο, θα ήθελα να μου πεις πέντε καλλιτέχνες που θεωρείς πως διαμόρφωσαν μέχρι σήμερα τη θεατρική και μουσική σου πορεία.

Υπάρχουν άνθρωποι που διαμορφώνουν και την αισθητική σου αλλά και τον τρόπο που υπάρχεις και λειτουργείς στην καθημερινότητά σου. Ένας από αυτούς ήταν σίγουρα ο Θάνος. Επίσης, είχα την τύχη να συνεργαστώ όταν ήμουν 22 χρονών με δύο σπουδαίους σκηνοθέτες, τον Μιχάλη Κακογιάννη και τον Νίκο Κούνδουρο. Και οι δύο με βοήθησαν πολύ στο να ξεκλειδώσω κάποια πράγματα στον τρόπο που πρέπει κανείς να αντιμετωπίζει τη δουλειά του αλλά και την ίδια του τη ζωή.

Ένας ακόμα άνθρωπος που σημάδεψε την πορεία μου είναι ο Λουδοβίκος των Ανωγείων, που έχει μια πολύ ιδιαίτερη και ευαίσθητη ματιά στον τρόπο που εκφράζεται και επικοινωνεί με τον κόσμο. Τα τελευταία χρόνια συνεργάζομαι, επίσης, πολύ στενά με τον Θέμη Μουμουλίδη, τον οποίο εκτιμώ απεριόριστα και θεωρώ πως με έχει βοηθήσει πάρα πολύ στο να εξελιχθώ υποκριτικά.

Ήθελες από μικρή να ασχοληθείς με το θέατρο; Ποια ήταν τα ερεθίσματα που είχες από την οικογένειά σου;

Οι γονείς μου δεν είχαν καμία σχέση με το θέατρο και τη μουσική. Ο πατέρας μου ήταν οικονομολόγος – λέω ήταν επειδή τον έχασα πριν από 2,5 χρόνια –  που δούλευε στη ΔΕΗ και η μητέρα μου προγραμματίστρια που δούλευε στον ΟΤΕ. Θυμάμαι πως η μητέρα μου πήγαινε πολύ συχνά εμένα και την αδελφή μου να παρακολουθούμε παιδικό θέατρο. Αυτό, όπως καταλαβαίνεις, διαμορφώνει αντίληψη, προσωπικότητα, προτιμήσεις, μια γενικότερη στάση ζωής, που όταν είσαι στην τρυφερή ηλικία του δημοτικού δεν το συνειδητοποιείς, αλλά μετέπειτα στην εφηβεία, όταν καταπιάνεσαι πλέον με αυτά που σε ευχαριστούν, αρχίζει να γίνεται ορατό.

Προσωπικά, η εφηβεία μου με βρήκε στο Ηράκλειο της Κρήτης να συμμετέχω σε μια θεατρική ομάδα. Το πρωί, δηλαδή, έκανα μαθήματα στο σχολείο και το βράδυ έκανα πρόβες για παραστάσεις. Αυτό κράτησε σε όλες τις τάξεις του Λυκείου. Οι γονείς μου με άφησαν να πάω για να δω ότι είναι δύσκολα και να τα παρατήσω, αλλά τελικά δεν έγινε έτσι. Εγώ τότε συνειδητοποίησα πως δεν με ενδιέφερε να κάνω τίποτα άλλο από αυτό.

Όταν έγινες 18 χρονών, λοιπόν, έδωσες εξετάσεις στο Εθνικό θέατρο και πέρασες με την πρώτη. Σωστά;

Ακριβώς. Φαντάσου πως ούτε πανελλήνιες δεν έδωσα, παρότι ήμουν άριστη μαθήτρια – απουσιολόγος. Παρότι είχα ξεκινήσει προετοιμασία για να μπω στη σχολή Θεατρικών σπουδών, μόλις κατάλαβα πως από εκεί δεν βγαίνεις ηθοποιός αλλά θεωρητικός του θεάτρου, τα παράτησα. Μάζεψα τους γονείς μου και τους ανακοίνωσα την απόφασή μου να δώσω εξετάσεις στο Εθνικό θέατρο. Αρχικά, δεν τους άρεσαν όσα άκουγαν, προσπαθούσαν να με πείσουν να σπουδάσω και κάτι άλλο παράλληλα με την υποκριτική, αλλά εγώ το θεωρούσα χαμένο χρόνο.

Στη συνέχεια, κι αυτό το λέω με απόλυτη ειλικρίνεια, στάθηκαν δίπλα μου με όλες τους τις δυνάμεις και στήριξαν τις επιλογές μου.

Ποιος ήταν ο πρώτος άνθρωπος που έμαθε πως είχες περάσει στο Εθνικό;

Είχα πάει με τη μητέρα μου να δούμε τα αποτελέσματα. Θυμάμαι πως εκτός από την ικανοποίηση που ένιωθα πως θα έκανα επιτέλους αυτό που θέλω, αισθάνθηκα να με βαραίνει και μια μεγάλη ευθύνη. Είχα καταφέρει να διακριθώ μέσα από περίπου 1000 άτομα που δίνουν κάθε χρόνο εξετάσεις στο Εθνικό, δεν ήταν μικρό πράγμα.

Η μουσική πότε μπήκε στη ζωή σου;

Ήμουν 13 χρονών, όταν είδα μια μέρα σε διαφήμιση στο Κρήτη TV πως γίνονται μαθήματα κλασικού τραγουδιού στο δημοτικό ωδείο του δήμου Ηρακλείου. Αμέσως το είπα στη μητέρα μου και πήγαμε μαζί στο ωδείο να συζητήσουμε με τον καλλιτεχνικό διευθυντή. Αυτός μου εξήγησε πως ήμουν πολύ μικρή για να αρχίσω κλασικό τραγούδι, πως δεν είχαν ακόμη διαμορφωθεί οι φωνητικές μου χορδές. Στο τέλος μου ανέφερε πως θα μπορούσα να ξεκινήσω στα 17, όταν θα πήγαινα στην Γ’ Λυκείου και μου πρότεινε να ξεκινήσω τώρα θεωρία και κάποιο μουσικό όργανο. Έτσι, λοιπόν, άρχισα μαθήματα κλασικής κιθάρας και στην Γ’ Λυκείου ακολούθησαν τα μαθήματα κλασικού τραγουδιού. Αργότερα ακολούθησαν κι άλλα μαθήματα και σε άλλα είδη τραγουδιού, που συνεχίστηκαν και μαζί με τον Θάνο. Η πρώτη μου επαγγελματική επαφή στο τραγούδι ήταν όταν σπούδαζα ακόμη στη σχολή του Εθνικού.

Στην τηλεόραση έχεις ενσαρκώσει την «κακιά» τόσο στη σειρά τα «Μυστικά της Εδέμ» όσο και στον «Πρίγκιπα της φωτιάς». Πώς είναι η Μαριάννα Πολυχρονίδη στην καθημερινότητά της. Είναι τόσο «κακιά» τελικά;

Χειρότερη! (γέλια) Κοίτα να δεις, πριν κάνω την «κακιά» είχα κάνει και την «καλή». Απλώς οι ρόλοι που μένουν στον τηλεθεατή, που καταχωρούνται στο μυαλό του, είναι συνήθως οι πιο μοχθηροί. Προσωπικά, θεωρώ πως είναι παράσημο να τα καταφέρνει κανείς σε κόντρα ρόλους, να πειραματίζεται και να βγαίνει έξω από την comfort zone του. Μέχρι τότε ενσάρκωνα συνήθως κοριτσάκια χτυπημένα από τη μοίρα, γι’ αυτό και μόλις μου πρότεινε ο Γιάννης Βασιλειάδης να κάνω μια «αδίστακτη σκύλα» στα «Μυστικά της Εδέμ», ξετρελάθηκα από τη χαρά μου. Μαζί με την Έλενα Ακρίτα και τον Γιώργο Κυρίτση που έγραφαν το σενάριο, μου έδωσαν τη δυνατότητα να δοκιμαστώ σε κάτι διαφορετικό. Τα κατάφερα και από τότε έχω την ταμπέλα της «κακιάς». Και στην παράσταση που παίζω τώρα στο θέατρο είμαι λίγο «βρωμοκόριτσο».

Όταν δέχεσαι αρνητική κριτική, πώς την αντιμετωπίζεις;

Εξαρτάται από ποιον προέρχεται. Με απασχολεί η κριτική και με προβληματίζει όταν γίνεται από ανθρώπους που αγαπούν τη δουλειά τους. Κάνω αυτόν τον διαχωρισμό, επειδή πλέον έχουν γίνει τόσοι πολλοί αυτοί που γράφουν. Στα social media ειδικά έχουν όλοι άποψη για όλα, χωρίς πολλές φορές να είναι σχετικοί με το αντικείμενο που καταπιάνονται.

Εγώ προσπαθώ να φιλτράρω τις κριτικές που δέχομαι. Συνήθως, όταν έρχεται μια αρνητική κριτική, ξέρω κι εγώ μέσα μου πως δεν τα έχω πάει τόσο καλά και δεν με πειράζει που το βλέπει και κάποιος άλλος. Αντίθετα, θεωρώ πως μπορεί και να με βοηθήσει να διακρίνω κάποια στοιχεία που δεν είχα μπορέσει να σταχυολογήσω προηγουμένως.

Τα social media πως τα αντιμετωπίζεις; Θεωρείς πως είναι χρήσιμα ή πως σε αποσπούν από την πραγματική ζωή;

Θεωρώ πως κρύβουν μια μεγάλη παγίδα, στην οποία έχουν πέσει πολλοί άνθρωποι που ζουν περισσότερο τη ζωή τους μέσα από μια εικονική πραγματικότητα. Μου φαίνεται υπερβολικό να ανεβάζει κανείς όλη την ώρα φωτογραφίες από εκεί που βρίσκεται ή με τον άνθρωπο που πίνει κάθε φορά καφέ. Θεωρώ πως έτσι δεν απολαμβάνει κανείς με πληρότητα τη ζωή του. Εγώ τα χρησιμοποιώ κυρίως για τη δουλειά μου. Αν δεν έκανα αυτή τη δουλειά, πιστεύω πως δεν θα είχα καν.

Πήρες μέρος στη συγκινητική συναυλία που έγινε στο Μέγαρο Μουσικής προς τιμήν του Θάνου Μικρούτσικου. Θέλεις να μας πεις δύο λόγια;

Σε αυτή τη συναυλία συμμετείχαμε κατά παραγγελία του ίδιου του Θάνου οι άνθρωποι που ήμασταν μαζί του και στις μεγάλες συναυλίες του 2018 στο Θέατρο Βράχων με τίτλο «Όσοι περπάτησαν μαζί μου». Μόνο η Χαρούλα Αλεξίου απουσίαζε για δικούς της προσωπικούς λόγους, που δεν σχετίζονται φυσικά με τον Θάνο.

Εγώ ήμουν από τους τελευταίους συνεργάτες του. Γνωριστήκαμε στα τέλη του 2015 στην παράσταση του Θέμη Μουμουλίδη για τη ζωή και το έργο του Καββαδία. Είχα πει τότε στον Θέμη πως ήθελα να τραγουδήσω σε αυτή την παράσταση και αυτός μου είχε απαντήσει πως θα μεταφέρει το αίτημά μου στον Θάνο Μικρούτσικο, αλλά θα είναι στη δική του διακριτική ευχέρεια να επιλέξει αν θα το κάνω ή όχι.

Μετά από μία εβδομάδα βλέπω τον Θάνο να παρακολουθεί τον «Βιολιστή στη Στέγη», την παράσταση όπου έπαιζα τότε. Μόλις τελείωσε, μάλιστα, ήρθε και με βρήκε στα καμαρίνια. Εγώ ήμουν ενθουσιασμένη, όπως καταλαβαίνεις, ειδικά όταν μου μίλησε με τόσο ζεστά λόγια για την παράσταση, αλλά και για εμένα την ίδια προσωπικά. Εκείνη τη στιγμή δεν γνώριζε ακόμα πως θα συνεργαστούμε τον χειμώνα στην παράσταση για τον Καββαδία. Εγώ του το είπα.

Μετά από λίγο καιρό, ξεκινήσαμε τις πρόβες και είχε δώσει εντολή να τραγουδήσω τον «Σταυρό του Νότου». Όταν ήρθε στην πρώτη πρόβα επιχείρησε να μου δώσει μια εικόνα για το τραγούδι, να καταλάβω κι εγώ πώς ακριβώς ήθελε να το ερμηνεύσω. «Είναι ένα τραγούδι που είναι και εύκολο και δύσκολο. Έχει εφτά φορές την ίδια μελωδία, γι’ αυτό μπορεί να γίνει πολύ βαρετό. Εγώ θα σου πως δυο τρεις λεπτομέρειες που θα σε βοηθήσουν να το κάνεις πολύ ενδιαφέρον και θα διαφοροποιήσουν τη μία στροφή από την άλλη. Δεν είναι τίποτα. Θα το δουλέψουμε μαζί και όλα θα πάνε καλά», μου είπε και ύστερα με παρότρυνε να το τραγουδήσω όπως το έκανα μέχρι τώρα για να με ακούσει.

Κάθεται στο πιάνο ο Γιάννης Τσόλκας και καθώς αρχίζω να το τραγουδάω, βλέπω τον Θάνο να ενθουσιάζεται μαζί μου και να το δείχνει, έτσι όπως ήταν χειμαρρώδης σαν άνθρωπος. «Δεν το πιστεύω! Αυτή κάνει από μόνη της αυτά που ήθελα εγώ να της δείξω», τον ακούω να λέει. Αυτή ήταν μία πολύ συγκινητική στιγμή για εμένα, που αποτέλεσε την αρχή μιας βαθιάς φιλίας και μια έντιμης συνεργασίας με τον Θάνο. Την ίδια μέρα, στο τέλος αυτής της πρόβας, μου είπε πως ήθελε να συζητήσουμε κάποια πράγματα μετά την πρεμιέρα της παράστασης.

Τι συζητήσατε τελικά;

Μου μετέφερε πως είχε εντοπίσει κάποια πολύ καλά στοιχεία στη φωνή μου και με παρότρυνε να δουλέψω πολύ σκληρά για να τα εξελίξω. Βέβαια, να στο πω κι αυτό, μέχρι να γίνει η πρεμιέρα ο Θάνος μου έδινε συνεχώς επιπλέον κομμάτια στην παράσταση. «Πες κι από αυτό μια στροφή, δοκίμασε κι εκείνο». Μου τα έδινε σταδιακά και εγώ χαιρόμουν πάρα πολύ που είχα καταφέρει να κερδίσω την εμπιστοσύνη του.

Παράλληλα, μου έφερνε cd με μουσικές του, μου έλεγε τι ήθελε οπωσδήποτε να ακούσω, σε ποια τραγούδια να δώσω βάση, και τα συζητάγαμε μετά μαζί. Επίσης, μου έκανε παρατηρήσεις συνεχώς για τον τρόπο που τραγουδούσα και έπαιζα, αλλά με έναν τρόπο που μαρτυρούσε πραγματική αγάπη και φροντίδα. Το καταλάβαινα, το εισέπραττα καθημερινά στην μεταξύ μας σχέση.

Τι σήμαινε, λοιπόν, ο Θάνος για εσένα;

Υπήρξε καθοριστικός. Μπορεί να τον γνώριζα μόνο 4 χρόνια, αλλά κατάφερε να με μετακινήσει ουσιαστικά από εκεί που βρισκόμουν πριν τον γνωρίσω. Θα σου πω μόνο πως ήμουν τόσο συνεπαρμένη από την εμπιστοσύνη που μου έδειχνε, που αποφάσισα μετά την παράσταση για τον Καββαδία να μη δουλέψω στο θέατρο τον ερχόμενο χειμώνα. Βρισκόμασταν μαζί δύο φορές την εβδομάδα και μου έδινε ύλη για να δουλέψω. Εγώ δεν έκανα τίποτα άλλο όλη μέρα παρά μόνο αυτό. Ήμουν ενθουσιασμένη. Δεν ξέρω πως αλλιώς να στο εξηγήσω. Συνεργαστήκαμε τόσο στενά, κάναμε τον δίσκο, συνυπήρξαμε μαζί στη σκηνή, εισχώρησα χάρη στον Θάνο πιο βαθιά στη μαγεία της μουσικής.

Αυτός ο άνθρωπος κατάφερε να με βοηθήσει να ξεπεράσω τα όριά μου. Αυτό ήταν, άλλωστε, και το μήνυμα που ήθελε να περάσει σε όλους τους ανθρώπους. Γι’ αυτό και έλεγε τόσα συχνά τη φράση «χόρεψε πάνω στο φτερό του καρχαρία». Τα πίστευε βαθιά αυτά τα λόγια.

Άρα, αυτό που θα κουβαλάς για πάντα μαζί σου σαν φυλαχτό από τον Θάνο θα είναι αυτή η υπέρβαση των ορίων που εκπροσωπούσε με το παράδειγμά του;

Ακριβώς. Να ξεπερνάς τα όριά σου και να μην αφήνεις ούτε δευτερόλεπτο από τη ζωή σου να πάει χαμένο. Να μην επαναπαύεσαι, να προσπαθείς καθημερινά να γίνεσαι καλύτερος. Αυτό είναι που κρατάω και ομολογώ πως με έχει ενεργοποιήσει πάρα πολύ από την ημέρα που έφυγε από τη ζωή.

Ποιο ήταν το πρώτο πράγμα που σκέφτηκες μόλις έμαθες πως ήταν άρρωστος;

Ήμουν μουδιασμένη. Άφηνα τον χρόνο να περάσει, να δω τι θα γίνει. Δεν ήθελα να δουλέψω μουσικά με κανέναν άλλον. Σκεφτόμουν πως μπορεί μετά από λίγο καιρό να είναι καλύτερα ο Θάνος και να θέλει να παίξουμε μαζί. Γι’ αυτό και στράφηκα προς το θέατρο. Τώρα που «έφυγε», νιώθω ξανά έντονη την ανάγκη να τραγουδήσω. Αισθάνομαι πως το οφείλω όχι μόνο στον Θάνο που μου έδωσε την ώθηση και εργαλεία για να το κάνω καλύτερα, αλλά και στον ίδιο μου τον εαυτό.

Ποια πρέπει να είναι γενικότερα η αποστολή ενός καλλιτέχνη μέσα σε μια κοινωνία;

Θεωρώ πως ένας καλλιτέχνης οφείλει με το παράδειγμά του να εμπνέει, να κινητοποιεί τους ανθρώπους να παλεύουν για δικαιοσύνη και ανθρώπινα δικαιώματα. Εμείς οι καλλιτέχνες έχουμε μεγαλύτερη ευθύνη απέναντι στο κοινωνικό σύνολο σε σχέση με τον υπόλοιπο κόσμο, επειδή είμαστε πιο προβεβλημένοι και αυτά που λέμε φτάνουν σε περισσότερους ανθρώπους.

Ο Θάνος, για παράδειγμα, ένα από τα πολύ σημαντικά πράγματα που έκανε για όλους μας ήταν πως μας έμαθε κάποιους μεγάλους ποιητές, με πρώτο και καλύτερο τον Καββαδία. Ίσως, αν δεν υπήρχε ο Θάνος να τον αναδείξει με αυτόν τον τρόπο, εμείς να μην τον ξέραμε σήμερα ή να τον είχαμε στο μυαλό μας ως έναν ιδιόμορφο ποιητή που χρησιμοποιεί μια ιδιάζουσα γλώσσα.

Κατά πόσο αυτή η αποστολή παρατηρείται σήμερα;

Είναι πολύ δύσκολο, επειδή τις περισσότερες φορές μπαίνει στη μέση ο βιοπορισμός. Όταν ένας καλλιτέχνης ζει από την τέχνη του και δεν κάνει κάτι άλλο για να εξασφαλίζει τα προς το ζην, θα πρέπει με κάποιο τρόπο να βρει τη μαγική ισορροπία που θα του επιτρέπει αφενός να μπορεί να ζει αφετέρου να μη χάνει τον βηματισμό του μέσα στην κοινωνία, τις αξίες και τις σταθερές που τον διακρίνουν.

Εσύ την έχεις βρει αυτή την ισορροπία;

Προσπαθώ. Είμαι ένας άνθρωπος που έχει ανακατευτεί με πολλά, μεταξύ των οποίων είναι και η τηλεόραση που δεν είναι πάντοτε και το καλύτερο μέσο. Προσωπικά, προσπαθώ οι δουλειές που συμμετέχω να είναι δουλειές που θα ήθελα να παρακολουθήσω και σαν τηλεθεατής. Έχω πει πολλά όχι στο παρελθόν, επειδή θα ντρεπόμουν να συμμετάσχω σε σειρές που θεωρούσα πως δεν είχαν τίποτα να προσφέρουν στο κοινό.

Στις πιο προσωπικές δουλειές, όπως είναι ένας δίσκος, η ευθύνη ενός καλλιτέχνη μεγαλώνει, με την έννοια πως σε αυτές τις δουλειές διακυβεύεται περισσότερο ο κοινωνικός του ρόλος.

«Λυπήσου αυτούς που δεν ονειρεύονται», είχε γράψει ο Καββαδίας στη Βάρδια. Σε πιο βαθμό τα όνειρα που είχες πριν από 20 χρόνια υλοποιήθηκαν και τι θα ήθελες να δεις στη ζωή σου από εδώ και πέρα;

Η δουλειά που κάνω μου έχει φερθεί πάρα πολύ καλά, μου έχει φέρει όμορφες συνεργασίες που δεν τολμούσα καν να ονειρευτώ όταν ξεκινούσα. Τα όνειρά μου δεν σχετίζονται με το να σου πω κάποια ονόματα καλλιτεχνών που θα ήθελα να δουλέψω τα επόμενα χρόνια πάση θυσία, αλλά κυρίως με το να συνεχίσω να εξελίσσομαι και να υπηρετώ την αισθητική που μου αρέσει.

Προτιμώ να αφήνω τη ζωή να με οδηγεί. Δεν νομίζω, άλλωστε, πως είναι όλα και στο χέρι μας. Γι’ αυτό και τα επόμενα χρόνια θα ήθελα κυρίως υγεία και προσωπική ηρεμία. Αν υπάρχουν αυτά, θα έρθουν και οι συνεργασίες που θα με ευχαριστούν.

Τι είναι αυτό που σε φοβίζει και τι αυτό που σε γεμίζει με ελπίδα;

Ελπίδα μου δίνει το όνειρο. Γι’ αυτό και μου αρέσει πολύ ο στίχος του Καββαδία «λυπήσου αυτούς που δεν ονειρεύονται». Αντίθετα, μέχρι πρόσφατα με φόβιζε πολύ η απώλεια. Σήμερα, πιστεύω ακράδαντα πως οι άνθρωποι που έχουμε αγαπήσει και συνδεθεί βαθιά, ζούνε για πάντα μέσα μας, γι’ αυτό και θα σου πω πως με φοβίζει, περισσότερο από την απώλεια, η ανημπόρια, το να βλέπω έναν άνθρωπο που αγαπώ να βρίσκεται σε μια θέση που δεν θα ήθελε να είναι.

Σε κοινωνικό επίπεδο προβληματίζομαι πολύ έντονα για την τροπή που έχουν πάρει οι σύγχρονες δυτικές κοινωνίες. Γι’ αυτό και θεωρώ απαραίτητο να κάνει ο καθένας από το μετερίζι του ό,τι μπορεί για να βελτιωθούν οι παρούσες συνθήκες.

Ασχολείσαι με αρκετά πράγματα. Βρίσκεις χρόνο για να παρακολουθείς την επικαιρότητα;

Δεν ασχολούμαι όσο θα ήθελα. Δεν είμαι τόσο ενεργή, αλλά είναι ένας από τους μικρούς στόχους που έχω θέσει μέσα στο 2020.

Έχεις συμμετάσχει σε πλείστες όσες εκδηλώσεις του ΚΚΕ, δείχνοντας πως σέβεσαι και εκτιμάς την πορεία του όλα αυτά τα χρόνια. Ποιοι είναι οι λόγοι που το στηρίζεις;

Υπάρχει καθαρότητα και καλή πρόθεση στο ΚΚΕ. Η ματιά που έχει απέναντι στα πράγματα, οι αναλύσεις που κάνει, είναι κάτι που με βρίσκει ως επί το πλείστον σύμφωνη. Γι’ αυτό το στηρίζω και θα συνεχίσω να το κάνω.

Η επανάσταση ως προοπτική πώς σου φαίνεται;

Είμαι απ’ αυτούς που τους αρέσει αυτή η προοπτική, γι’ αυτό και συχνά τσακώνομαι με φίλους μου που έχουν άλλη άποψη. Δεν ξέρω, βέβαια, τι μορφή θα μπορούσε να πάρει μια σύγχρονη επανάσταση, αλλά θα ήθελα κάπως να τη δω να παίρνει σάρκα και οστά για να μετακινηθούμε σε κάτι διαφορετικό από αυτό που ζούμε σήμερα.

Ωραίο αυτό που λες. Μπορείς να μας πεις μερικές δικές σου μικρές καθημερινές «επαναστάσεις»;

Μια μικρή δική μου προσωπική επανάσταση έχει να κάνει με την ανακύκλωση, όχι με την έννοια πως μαζεύω τα πλαστικά και τα πετάω στους μπλε κάδους, αυτό θεωρώ αυτονόητο πως το κάνουν όλοι, αλλά με την έννοια της συλλογής άχρηστων αντικειμένων από τα οποία φτιάχνω καινούργια χρηστικά πράγματα.

Επίσης, το να μαζεύομαι την Κυριακή με φίλους και να τραγουδάω ή να κάνω μικρά θεατρικά σκετσάκια στα παιδιά τους, θεωρώ πως δεν το κάνουν όλοι, πως θα πρέπει κάποιος να θέλει πραγματικά να προσφέρει ανιδιοτελώς χαρά και ψυχαγωγία. Έχω την εντύπωση πως από κάτι τέτοια μικρά πράγματα ξεπηδούν τα μεγαλύτερα…

Ένα από τα πράγματα που κάνεις στον ελεύθερο χρόνο σου είναι να δημιουργείς κοσμήματα. Τι άλλο σου αρέσει να κάνεις;

Δισεκατομμύρια πράγματα! Δεν κάθομαι γενικώς σε ησυχία… Έχω παρακολουθήσει σεμινάρια για το πώς φτιάχνει κανείς κοσμήματα από παλιές πλαστικές σακούλες ή από κουρέλια, κλωστές και μαλλί προβάτου. Είμαι τόσο τρελαμένη με αυτά που η κολλητή μου με πειράζει λέγοντάς μου πως «μόνο σε σεμινάρια θεάτρου δεν πηγαίνω».

Επίσης, την περίοδο που δούλευα με τον Θάνο και δεν είχα τα αυστηρά ωράρια του θεάτρου, γράφτηκα σε μια σχολή ραπτικής και πήρα και δίπλωμα. Σκέψου πως ράβω σαν τρελή! Προτιμώ να βρίσκω μικρές βιοτεχνίες, να παίρνω υφάσματα και να φτιάχνω ρούχα μόνη μου από την αρχή, παρά να αγοράζω από μεγάλες αλυσίδες καταστημάτων.

Άρα, θα μπορούσαμε να πούμε πως είσαι κορίτσι για σπίτι. Παρόλα αυτά δεν έχεις κάνει οικογένεια. Για ποιο λόγο δεν έχει χτυπήσει ακόμα το βιολογικό σου ρολόι;

Έχουν βαρέσει πολλά τέτοια ρολόγια (γέλια) Ας πούμε, όμως, πως δεν είχε βρεθεί μέχρι τώρα ο κατάλληλος. Τώρα τον έχω βρει, μένουμε μαζί εδώ και κάποια χρόνια και εύχομαι σύντομα να γίνουμε και περισσότεροι.

Η οικονομική κρίση τι αλλαγές πυροδότησε στην προσωπική σου ζωή την τελευταία δεκαετία;

Η πιο μεγάλη αλλαγή ήταν πως σταμάτησε η παραγωγή σειρών στην τηλεόραση με τον ρυθμό που γινόταν προηγουμένως. Αυτό αναπόφευκτα χτύπησε τον κλάδο μου. Σήμερα, έχουν αρχίσει ξανά να δημιουργούνται κάποιες σειρές, αλλά φυσικά δεν παίρνουμε τα ίδια χρήματα που παίρναμε πριν από την κρίση. Εγώ δεν πρόλαβα να πάρω τα τρελά ποσά που έπαιρναν κάποτε οι ηθοποιοί που έπαιζαν στην τηλεόραση, αλλά ήμουν από αυτούς που είχαν μισθό που σου επέτρεπε να ζήσεις αρκετά καλά.

Καθώς εξελισσόταν η οικονομική κρίση, περίμενες να φέρει κάτι άλλο που τελικά δεν έφερε;

Περίμενα λόγω της οικονομικής στενότητας να στραφούν οι άνθρωποι σε κάποια πράγματα που δεν καθορίζονται τόσο από τα χρήματα, να εμφιλοχωρήσουν δηλαδή περισσότερο στην ουσία της ζωής και να μη νοιάζονται για το τι μάρκα τσάντα θα κρατήσουν ή τι παπούτσια θα φορέσουν. Ξέρω ανθρώπους, ακόμα και σήμερα, που δυσκολεύονται πάρα πολύ να τα βγάλουν πέρα και κάνουν αποταμίευση για να αγοράσουν το τελευταίο iPhone. Πίστευα πως θα άλλαζε αυτή η νοοτροπία, αλλά δυστυχώς δεν άλλαξε όσο θα περίμενα.

Ο φασισμός βλέπουμε να επανεμφανίζεται στην κοινωνία μας, αλλά και στις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης με διάφορους τρόπους, όπως για παράδειγμα με τον τρόπο που αντιμετωπίζονται οι πρόσφυγες και οι μετανάστες. Γιατί πιστεύεις συμβαίνει αυτό;

Αυτό το θέμα με τους μετανάστες με πληγώνει πάρα πολύ. Το αντιμετωπίζω σχεδόν από μέσα, αφού η αδερφή μου είναι δικηγόρος και δουλεύει στην Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ. Έζησε στη Μόρια για δύο χρόνια και σήμερα βρίσκεται στην Ορεστιάδα σε ένα κέντρο υποδοχής και ταυτοποίησης μεταναστών. Νομίζω πως οι αιτίες πίσω από τον τρόπο που αντιμετωπίζονται οι μετανάστες είναι ίδιες με τις αιτίες που διεξάγονται πόλεμοι και έχουν σχέση με ανταγωνισμούς, συμφέροντα και οικονομικά αλισβερίσια.

Με ρωτάνε πολλές φορές μικρά παιδιά «γιατί αφήνουν αυτούς τους ανθρώπους να πνιγούν» και δεν ξέρω τι να τους απαντήσω, ποιος τρόπος είναι πιο κατάλληλος για να το κάνω. Αν είχαμε εμείς εδώ πόλεμο και μπαίναμε σε μια βάρκα να σωθούμε, θα θέλαμε να μας πνίξουν;

Το τελευταίο διάστημα, η κοινή γνώμη είναι συγκλονισμένη με την πρωτοφανή αστυνομική βία στην οικογένεια του σκηνοθέτη, Δημήτρη Ινδαρέ. Ποια είναι η δική σου άποψη σχετικά με το θέμα;

Αυτό που εγώ καταλαβαίνω είναι πως συμβαίνουν πλέον κάποια εξωφρενικά πράγματα που μας καλούν να τα αποδεχθούμε ως φυσιολογικά. Μπορεί κάποιος, δηλαδή, να τσαλαπατήσει την αξιοπρέπειά σου και εσύ θα πρέπει να προσποιηθείς πως δεν συμβαίνει τίποτα. Ε, δεν είναι έτσι.

Κλείνοντας, εκτός από την παράσταση που πρωταγωνιστείς, ετοιμάζεις κάτι άλλο;

Καταρχάς, να αναφέρω πως η παράσταση θα παίζεται σίγουρα μέχρι το Πάσχα, ενώ υπάρχει και η σκέψη μήπως κάνουμε και μια μικρή περιοδεία μετά σε κάποιες πόλεις της περιφέρειας. Παράλληλα, σκέφτομαι τα επόμενα μουσικά μου βήματα και ελπίζω σύντομα να υπάρχει κάτι που να μπορεί να ανακοινωθεί.

*Φώτο εξωφύλλου: Ελίνα Γιουνανλή

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: