Το «ευρωπαϊκό πλαίσιο» για το χτύπημα των συνδικάτων και της απεργίας

Χαρακτηριστικά στοιχεία για το ασφυκτικό πλαίσιο με το οποίο αντιμετωπίζεται η συνδικαλιστική δράση σε μια σειρά από χώρες της ΕΕ. Στο στόχαστρο του κεφαλαίου σε όλη την ΕΕ το απεργιακό δικαίωμα και η συνδικαλιστική δράση.

Επιχειρώντας να δικαιολογήσει και να συγκαλύψει τον αντιδραστικό χαρακτήρα των διατάξεων του «αναπτυξιακού» πολυνομοσχεδίου της κυβέρνησης για τον ασφυκτικό έλεγχο των συνδικάτων από το κράτος και την εργοδοσία, όπως και για την ένταση της επίθεσης στο δικαίωμα της απεργίας, ο πρωθυπουργός σε πρόσφατες δηλώσεις του έσπευσε να δηλώσει ότι οι διατάξεις αυτές κινούνται «εντός του ευρωπαϊκού πλαισίου».

Δεν λέει βέβαια κάτι καινούργιο: Το χτύπημα του απεργιακού δικαιώματος, η περιστολή της συνδικαλιστικής δράσης και η μετατροπή της σε μια διαδικασία ταξικής συναίνεσης και υποταγής των εργαζομένων αποτελούν βασική κατεύθυνση σε όλα τα κράτη – μέλη της ΕΕ, ενιαίο στόχο του κεφαλαίου και όλων των δυνάμεων που το υπηρετούν. Πάνω σε αυτό το αντεργατικό «ευρωπαϊκό πλαίσιο» πάτησε και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ για να νομοθετήσει την απεργοκτόνα διάταξη Αχτσιόγλου, πάνω σε αυτό το στρωμένο έδαφος έρχεται σήμερα η κυβέρνηση της ΝΔ για να πάει ακόμα παραπέρα την αντεργατική επίθεση, όπως για παράδειγμα με τη «δυνατότητα» ηλεκτρονικών ψηφοφοριών για τις αποφάσεις των συνδικάτων, την οποία δεν συναντάμε σε καμία άλλη χώρα της Ευρώπης…

Ασφυκτικό πλαίσιο με απόλυτο κριτήριο τις ανάγκες των καπιταλιστών

Το νομοθετικό πλέγμα των ευρωπαϊκών αστικών κρατών για τη συνολική λειτουργία των συνδικάτων, σε συνδυασμό με το ότι στην πλειοψηφία τους αυτά ελέγχονται από δυνάμεις του κυβερνητικού και εργοδοτικού συνδικαλισμού, έχει μετατρέψει τα συνδικάτα σε γραφειοκρατικούς, διοικητικούς μηχανισμούς. Μοναδικό «ενεργό» κομμάτι τους είναι οι διοικήσεις τους, που αποκλειστικό στόχο έχουν τη διαπραγμάτευση των όρων εργασίας στο πλαίσιο της ταξικής συνεργασίας και συναίνεσης. Οι εργαζόμενοι – μέλη των συνδικάτων δεν έχουν ουσιαστική συμμετοχή σε αυτά, ενώ οι όποιες συνδικαλιστικές δράσεις περιορίζονται από ένα ασφυκτικό πλαίσιο, που διαπερνάται από το ίδιο κριτήριο: Τις ανάγκες των επιχειρήσεων και της καπιταλιστικής οικονομίας.

Ετσι:

— Σε πολλές χώρες της ΕΕ η απεργία επιτρέπεται μόνο εφόσον τηρούνται συγκεκριμένες αυστηρές προϋποθέσεις, κυρίως ή αποκλειστικά για τη διεκδίκηση Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας. Από την υπογραφή της ΣΣΕ και μετά, θεωρείται «ιερή» υποχρέωση η «εργασιακή ειρήνη».

— Πολλές είναι οι χώρες όπου η εργοδοσία έχει το δικαίωμα της ανταπεργίας: Γερμανία, Αυστρία, Κροατία, Δανία, Εσθονία, Νορβηγία κ.α.

— Σε πολλές χώρες το δικαίωμα της απεργίας δεν είναι συνταγματικά κατοχυρωμένο: Βέλγιο, Αυστρία, Δανία, Ιρλανδία, Ολλανδία, Νορβηγία, Βρετανία κ.α.

— Η πολιτική απεργία απαγορεύεται σε πολλές χώρες (Βέλγιο, Νορβηγία, Ολλανδία, Πολωνία, Λετονία, Εσθονία) ή επιτρέπεται αλλά τις περισσότερες φορές βγαίνει παράνομη (Φινλανδία, Γερμανία κ.α.).

Χαρακτηριστικά είναι τα όσα αναφέρονται σε κείμενο του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας για το ζήτημα αυτό και ισχύουν σε μια σειρά από χώρες, μεταξύ τους και αυτές που είναι μέλη της ΕΕ: «Σε διάφορες χώρες οι συλλογικές συμβάσεις θεωρούνται συνθήκες κοινωνικής ειρήνης για μια ορισμένη περίοδο, κατά την οποία απαγορεύονται οι απεργίες και τα λοκ άουτ». Η συνδικαλιστική δράση «είναι παράνομη κατά την περίοδο ισχύος της συλλογικής σύμβασης, εφόσον στρέφεται κατά της συλλογικής σύμβασης στο σύνολό της ή κατά μέρους της. Οι απεργίες είναι γενικά δυνατές μόνο ως μέσο πίεσης ενόψει της υιοθέτησης μιας πρώτης συλλογικής σύμβασης ή της ανανέωσής της. Η υποχρέωση κοινωνικής ειρήνης μπορεί να εκφραστεί (…) σε μια γενική συμφωνία μεταξύ των συνομοσπονδιών εργαζομένων και εργοδοτών σε κεντρικό επίπεδο (π.χ. Δανία), με ρητή ρήτρα που περιέχεται στις συλλογικές συμβάσεις που συνάπτουν τα μέρη, ή από τη νομολογία (π.χ. Αυστρία, Γερμανία και Ελβετία) (…) Σε πολλές άλλες χώρες, η απεργία για την επιβολή συλλογικής σύμβασης θεωρείται παράνομη, διότι θεωρείται παραβίαση της ειρηνευτικής υποχρέωσης (σ.σ. μεταξύ άλλων αναφέρονται η Τσεχία και η Φινλανδία). Στη Γερμανία, μια απεργία είναι νόμιμη μόνο αν ο βασικός της στόχος είναι να επιτευχθεί μια συλλογική συμφωνία διαπραγμάτευσης».

«Εργασιακή ειρήνη» και στραγγαλισμός του απεργιακού δικαιώματος

Στη συνέχεια παρουσιάζονται ορισμένα ενδεικτικά αλλά χαρακτηριστικά στοιχεία για το ασφυκτικό πλαίσιο με το οποίο αντιμετωπίζεται η συνδικαλιστική δράση σε μια σειρά από χώρες της ΕΕ:

  • Στη Βρετανία, το Μάη του 2016 ψηφίστηκε νόμος που βάζει επιπλέον εμπόδια στη λήψη αποφάσεων για απεργία (και άλλες μορφές συνδικαλιστικής δράσης), ενώ οι απεργιακές κινητοποιήσεις βρίσκονται υπό τον διαρκή έλεγχο και την επιτήρηση των αστυνομικών δυνάμεων και της εργοδοσίας. Στη βάση αυτού του νόμου διεξάγεται ένας «διάλογος» για τη δυνατότητα οι αποφάσεις των συνδικάτων να λαμβάνονται με ηλεκτρονική ψηφοφορία. Να σημειωθεί ότι η ηγεσία του Trade Unions Congress (TUC), του τριτοβάθμιου συνδικαλιστικού οργάνου που ελέγχεται από τον εργοδοτικό και κυβερνητικό συνδικαλισμό, έχει ταχθεί υπέρ της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας…

Σε ό,τι αφορά τους περιορισμούς στο απεργιακό δικαίωμα, αναφέρουμε συνοπτικά τα εξής: Η ψηφοφορία για τη λήψη απεργιακής απόφασης είναι έγκυρη αν σε αυτή συμμετέχει το 50% των μελών του συνδικάτου. Επιπλέον, σε συνδικάτο που δραστηριοποιείται σε «σημαντική δημόσια υπηρεσία» (Υγεία, Εκπαίδευση, Μεταφορές κ.α.) προστίθεται ο όρος ότι πρέπει να ψηφίσουν υπέρ της κινητοποίησης το 40% του συνόλου των μελών. Μέχρι το 2016 απαιτούνταν μόνο η απλή πλειοψηφία των συμμετεχόντων στην ψηφοφορία. Οι εργοδότες στον ιδιωτικό τομέα θα πρέπει να ενημερώνονται τουλάχιστον 14 μέρες πριν από την κήρυξη της απεργίας (από 7 που ήταν πριν) και μπορούν να προσλαμβάνουν απεργοσπάστες για να καλύψουν τα «κενά» που δημιουργούνται από τους απεργούς. Για να γίνει απεργία πρέπει το συνδικάτο να υποδείξει στην αστυνομία ένα πρόσωπο ως επικεφαλής της απεργιακής φρουράς. Τα στοιχεία για την κινητοποίηση κοινοποιούνται στην αρμόδια κρατική υπηρεσία.

  • Στην Αυστρία, η συνδικαλιστική δράση θεωρείται «συνειδητή διατάραξη της εργασιακής ειρήνης». Για να διασφαλιστεί η σταθερότητα του συστήματος διαπραγμάτευσης, σχεδόν όλες οι Συλλογικές Συμβάσεις περιέχουν ρήτρες «μη απεργίας». Οι απεργίες που στρέφονται ενάντια σε όρους που περιλαμβάνει Συλλογική Σύμβαση Εργασίας ουσιαστικά θεωρούνται παράνομες ενέργειες.
  • Στο Βέλγιο καλλιεργείται επίσης η αντίληψη του «κοινωνικού διαλόγου», που διασφαλίζει την αναγκαία για το κεφάλαιο «εργασιακή ειρήνη». Ετσι, στις ΣΣΕ οι «κοινωνικοί εταίροι» αναλαμβάνουν την υποχρέωση να υποστηρίξουν την «εργασιακή ειρήνη». Η συνδικαλιστική δράση επιτρέπεται μόνο εφόσον έχουν εξαντληθεί οι δυνατότητες συμβιβασμού… Απαγορεύεται η απεργία με καθαρά πολιτικό περιεχόμενο.
  • Στη Δανία είναι ισχυρή η παράδοση του «κοινωνικού εταιρισμού». Το 2006 η τριτοβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση των εργαζομένων και η βασική εργοδοτική ένωση ανανέωσαν το «συμβόλαιο εργασιακής ειρήνης», που ορίζει την αρχή ότι οι διαφορές πρέπει να επιλύονται κατά κύριο λόγο με τη διαπραγμάτευση και τη διαμεσολάβηση. Η αντίληψη αυτή έχει ενισχυθεί με νόμο το 2008. Οι απεργίες είναι κατά βάση νόμιμες όταν δεν είναι δυνατή η σύναψη ΣΣΕ. Για να γίνει μια απεργία πρέπει πρώτα να έχουν εξαντληθεί όλα τα περιθώρια διαπραγμάτευσης. Πριν από την κήρυξη της απεργίας το σωματείο πρέπει να ενημερώσει τον αντίστοιχο φορέα Διαιτησίας και Μεσολάβησης, ο οποίος θα προσπαθήσει να βρει «λύση» πριν από την απεργία. Στη συνέχεια το συνδικάτο πρέπει να ειδοποιήσει εγγράφως την εργοδοσία δύο φορές. Η πρώτη ειδοποίηση να γίνει δυο βδομάδες πριν από την απεργία και η δεύτερη μια βδομάδα πριν. Διαπιστώνεται ότι ενώ δεν υπάρχει νόμος που να προστατεύει το δικαίωμα στην απεργία, υπάρχουν πολύ δυνατοί θεσμοί για την αποτροπή της με κάθε μέσο…
  • Στη Φινλανδία υπάρχει η υποχρέωση «εργασιακής ειρήνης» όσο διαρκεί η ΣΣΕ. Οποιεσδήποτε διαφορές προκύπτουν κατά τη διάρκεια της περιόδου που καλύπτεται από τη ΣΣΕ μπορούν να επιλυθούν μόνο μέσω διαπραγματεύσεων ή ενώπιον δικαστηρίου. Ο εργοδότης και ο εθνικός μεσολαβητής πρέπει να ενημερώνονται για την απεργία το αργότερο δυο βδομάδες πριν από την έναρξή της. Η κοινοποίηση πρέπει να αναφέρει τους λόγους της απεργίας, τη διάρκειά της και πότε θα ξεκινήσει. Κατά τη διάρκεια περιόδων κατά τις οποίες δεν ισχύει η ΣΣΕ, ο εργοδότης μπορεί να πιέσει τους εργαζομένους μέσω λοκ άουτ, προκειμένου να τους αποτρέψει από το να κλείσουν το χώρο εργασίας.
  • Στη Γερμανία επιτρέπεται η απεργία αν αποτύχουν οι διαπραγματεύσεις και η διαιτησία. Για να κηρυχθεί απεργία πρέπει να γίνει μυστική ψηφοφορία, στην οποία πρέπει να υπερψηφίσουν το 75% των εργαζομένων! Είναι προφανές ότι και εδώ μια απεργία είναι νόμιμη εφόσον δεν ξεπερνά τα όρια της διαπραγμάτευσης για τη ΣΣΕ. Οι απεργίες δεν μπορούν να καλούνται μετά τη σύναψη ΣΣΕ, δεδομένου ότι οι Συλλογικές Συμβάσεις περιέχουν «ρήτρες ειρήνης», που απαγορεύουν συνδικαλιστική δράση ενώ βρίσκονται σε ισχύ και για μια μεταγενέστερη περίοδο.
  • Στη Λετονία, το δικαστήριο περιόρισε τον ορισμό της απεργίας το 2006 ως την «τελευταία λύση για μία διαπραγμάτευση, καθώς θέτει σε σοβαρό κίνδυνο και τα συμφέροντα του εργοδότη και μπορεί να θεωρηθεί απειλή για τη δημόσια ασφάλεια». Εξαιτίας της αύξησης των κινητοποιήσεων την περίοδο της οικονομικής κρίσης, το 2013 ο απεργιακός νόμος έγινε πολύ πιο αυστηρός, περιορίζοντας κατά πολύ το δικαίωμα στην απεργία.
  • Και στην Ολλανδία, στις ΣΣΕ υπάρχει ρήτρα «εργασιακής ειρήνης», κατά την οποία το σωματείο δεν μπορεί να κάνει απεργία και να σπάσει τη ΣΣΕ. Η νομοθεσία είναι πολύ αυστηρή και εξετάζεται εξονυχιστικά όλη η διαδικασία διαπραγμάτευσης από το δικαστήριο, πριν καταλήξει ένα σωματείο να καλέσει σε απεργία.
  • Η νομοθεσία στη Σουηδία έχει πολλά περιοριστικά μέτρα, μερικά από τα οποία είναι και στη δικαιοδοσία του εργοδότη. Η «ειρηνική περίοδος» ως όρος στη ΣΣΕ είναι συνήθης πρακτική για να περιορίζει τη συνδικαλιστική δράση. Παραδοσιακά στη Σουηδία θεωρείται προνόμιο της εργοδοσίας να μπορεί να συμπεριλάβει στη ΣΣΕ δικαστικές ποινές και περιορισμούς στο δικαίωμα στην απεργία.

 

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: