Κυριακή πρωί μ’ ένα ποίημα: «Απεργία Χαλυβουργών» του Π. Χ.

“Αυτό που ζούμε γύρω μας είναι η πρώτη νίκη
κι ας το ακούσουνε αυτό του κεφαλαίου οι λύκοι.

Γιατί εδώ σμιλεύουμε με ευλάβεια μεγάλη
αυτά που θα ‘ρθουν κάποτε σε κοινωνία άλλη…”

Κυριακή πρωί μ’ ένα ποίημα: «Απεργία Χαλυβουργών» του Π. Χ.

Το φθινόπωρο του 2011, στη «Χαλυβουργία Ελλάδος» (συμφερόντων Μάνεση) στον Ασπρόπυργο, η εργοδοσία επικαλούμενη την «οικονομική κρίση» στέλνει τελεσίγραφο στους εργάτες απαιτώντας ν’ αποδεχτούν  λιγότερες ώρες δουλειάς τη μέρα και αντίστοιχα μείωση στους μισθούς τους. Τους δίνει προθεσμία ν’ απαντήσουν εκβιάζοντάς τους πως αν δεν συμφωνήσουν  θα προχωρήσει σε μαζικές απολύσεις. Μια μέρα πριν τη λήξη της προθεσμίας η εργοδοσία  απολύει αιφνιδιαστικά 18 εργάτες.

Οι χαλυβουργοί ενωμένοι και συσπειρωμένοι στο σωματείο τους αντιδρούν άμεσα. Σβήνουν τις μηχανές του εργοστασίου και μέσα από μια μαζική συνέλευση αποφασίζουν ν’ απαντήσουν στις απειλές και τους εκβιασμούς της εργοδοσίας με απεργία διαρκείας. Το ημερολόγιο γράφει 31 Οκτώβρη 2011. Από τη μέρα αυτή αρχίζει να γράφεται μια από τις πιο ένδοξες σελίδες στην ιστορία του ταξικού εργατικού κινήματος της χώρας μας.

Απέναντι στην απειλή της πείνας και της ανεργίας, τους «αγανακτισμένους» απεργοσπάστες, τα αστικά ΜΜΕ που με λύσσα συκοφαντούσαν χυδαία τον απεργιακό αγώνα, την κρατική καταστολή, τα ΜΑΤ, ο απεργιακός αγώνας των χαλυβουργών του Ασπροπύργου κράτησε 272 μέρες. Συσπείρωσε τμήματα της εργατικής τάξης και του λαού σ’ ένα πρωτοφανές δίχτυ ταξικής αλληλεγγύης, δέχτηκε μηνύματα συμπαράστασης από διαφορετικά σημεία του πλανήτη, άναψε τη σπίθα για κινητοποιήσεις σε μια σειρά από εργοστάσια, βιοτεχνίες και υπηρεσίες, υμνήθηκε από την τέχνη. Οι εργάτες της «Χαλυβουργίας» έγιναν συνώνυμο της πρωτοπορίας της ταξικής συνείδησης και περηφάνιας, του αγωνιστικού πάθους, της δύναμης, της αισιοδοξίας, της αξιοπρέπειας.  Οι εννιά μήνες του ηρωικού  αγώνα τους «κυοφόρησαν» πείρα και συμπεράσματα για τους ίδιους και ολόκληρη την εργατική τάξη.

Η μεγάλη απεργία των χαλυβουργών ενέπνευσε καλλιτέχνες, αλλά και εργαζόμενους και άλλους απλούς ανθρώπους ακόμα και μικρά παιδιά, να γράψουν ένα ποίημα, ένα τραγούδι, να φτιάξουν μια ζωγραφιά.

Το ποίημα που φιλοξενεί η στήλη εμπεριέχεται στην έκδοση «Το χρονικό του ηρωικού αγώνα των χαλυβουργών, Οκτώβριος 2011-Ιούλιος 2012» της Νομαρχιακής Οργάνωσης Βιομηχανίας της ΚΟΑ του ΚΚΕ (εκδ. Σεπτέμβρης 2012).

Απεργία Χαλυβουργών

Είμαστε εμείς χαλυβουργοί
συνηθισμένοι εργάτες
που κουβαλάμε ολημερίς
προβλήματα στις πλάτες.

Νυχθημερόν δουλεύουμε
μες στη χαλυβουργία
και το ψωμί κερδίζαμε
με ιδρώτα κι αγωνία.

Ψωμί γλυκό να έχουμε
να πάμε στα παιδιά μας
για να τα δούμε γελαστά
και να χαρεί η καρδιά μας.

Πολλές φορές τα μάτια μας
το θάνατο αντικρίσαν
μπροστά στου χάρου τη φωτιά
και οι καρδιές ραγίσαν.

Από το μόχθο μας αυτό
το ποτισμένο μ’ αίμα
αυξήθηκε η παραγωγή
κι έφευγε με το στρέμμα.

Πάντα ονειρευόμασταν
πως όλα πια θα ισιώναν
και θ’ αποκτούσαμε κι εμείς
λίγο ψωμάκι ακόμα.

Αυτά λογιάζαμε εμείς
μα άλλα ο ξενοδόχος
και φάνηκε πως ευσεβής
δικός μας ήταν πόθος.

Γιατί ένας χρόνος πέρασε
από την ώρα εκείνη
που χάσαμε συνάδελφο
μες στο καυτό καμίνι.

Κι όμως, αντί μνημόσυνο
ο Μάνεσης μια μέρα ήρθε
με θράσος περισσό
με αναίδεια και φοβέρα,

Για ν’ απαιτήσει το ψωμί
να κόψουμε στη μέση
γιατί η επιχείρηση
κέρδη πολλά δεν έχει.

Και για να μείνει ανοιχτή
κέρδη ξανά να βγάλει
πρέπει να τη στηρίξουμε
μ’ αυτοθυσία μεγάλη.

Όνειρα να μην κάνουμε
για τούτα και για κείνα
και να δουλεύουμε κι εμείς
όπως αυτοί στην Κίνα.

Να παίρνουμε συνολικά
ευρούλια πεντακόσια
να λέγουμε κι ευχαριστώ
αλλιώς θάνε τρακόσια.

Αχός βαρύς φουρτούνιασε
αμέσως την καρδιά μας
και τρικυμία ξέσπασε
μέσα στα σπιτικά μας.

Οι εργάτες ξεσηκώνονται
και βρίσκονται στο πόδι
εκεί που μας χρωστάγανε
μας πήραν και το βόδι;

Το σωματείο συσκέπτεται
και σαν καζάνι βράζει
μα βγάζει απόφαση σωστή
φιρμάνι που ταιριάζει.

Ραγιάδες δε γινόμαστε
δε σκύβουμε κεφάλι
κι αν θέλει ο Μάνεσης πολλά
ας δέσει αυτός το ατσάλι.

Ν’ αφήσει τα γραφεία του
και τις πολλές φοβέρε
και να δουλέψει στη φωτιά
έστω και για τρεις μέρες.

Να πάρει πεντακόσια ευρώ
στο σπίτι να τα πάει
να δούμε αν θάχει όρεξη
τον αστακό να φάει.

Εμείς δεν ξεγελιόμαστε
τη φλούδα δεν πατάμε
και προχωράμε ολοταχώς
γι’ αυτά που μας χρωστάνε.

Ένα πρωί κινήσαμε
του Οκτώβρη πρώτη μέρα
κι απ’ έξω από την πύλη μας
απλώσαμε παντιέρα.

Σαν μια γροθιά γινήκαμε
σαν μαρμαροκολόνα
και στείλαμε στα πέρατα
το μήνυμα του αγώνα.

Βγάλαμε μια τρανή κραυγή
στους δρόμους προχωράμε
αδέρφια, είμαστε απεργοί
και στήριξη ζητάμε.

Σημαίες μας κυκλώσανε
και μας χειροκροτάνε
εργάτες ήτανε κι αυτοί
εργάτες απ’ το ΠΑΜΕ.

Τα χέρια μας εδώσανε
και πήραν τη φωνή μας
και σαν μελίσσι δούλεψαν
για την ενίσχυσή μας.

Αυτό που ζούμε γύρω μας
είναι η πρώτη νίκη
κι ας το ακούσουνε αυτό
του κεφαλαίου οι λύκοι.

Γιατί εδώ σμιλεύουμε
με ευλάβεια μεγάλη
αυτά που θα ‘ρθουν κάποτε
σε κοινωνία άλλη.

Που θα ‘μαστε όλοι ελεύθεροι
χωρίς αστούς δυνάστες
και όλοι μαζί τις τύχες μας
θα ορίζουμε σαν πλάστες.

Λοιπόν, κουράγιο αδερφοί
και πλησιάζει η ώρα
να δρέψουμε απ’ τους κόπους μας
τα πιο σπουδαία δώρα.

Π. Χ.

– Εικόνα: Μετά από 9 μήνες απεργιακού αγώνα οι χαλυβουργοί με ψηλά το κεφάλι

“Κυριακή πρωί μ’ ένα ποίημα”: Δείτε όλα τα ποιήματα εδώ.

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: