Κάτω στον Πειραιά, στα Καμίνια

Μαγαζιά με ρετρό αισθητική, σαν διατηρητέα μνημεία εν λειτουργία. Παλιές μάντρες, πλακόστρωτοι δρόμοι με χαμόσπιτα. Και η αίσθηση εγκατάλειψης που σου βγάζουν πινακίδες οι οποίες σε λίγο καιρό θα θεωρούνται και αυτές μνημεία μιας άλλης εποχής, που ο κόσμος νόμιζε πως ευημερούσε και έπαιζε ΠΡΟ-ΠΟ και ΛΟΤΤΟ, δίπλα σε νεραντζιές…

Ο τίτλος μπορεί να θεωρηθεί και παραπλανητικός. Δεν είναι ολοκληρωμένο οδοιπορικό, ούτε καν μόνο για τα Καμίνια, και αφορά απλώς μια μικρή, καθημερινή διαδρομή και τα ευρήματα μιας βόλτας. Τα οποία έχουν το δικό τους ιδιαίτερο ενδιαφέρον και αυτό φαίνεται ήδη από το όνομα του δρόμου, με τον ιδιαίτερο οδοδείκτη, μόνο με ελληνική γραφή, γιατί οτιδήποτε εγγλέζικο θα ήταν προσβολή…

Η οδός ΕΠΟΝιτών ξεκινάει από το ύψος της Στατιστικής Υπηρεσίας (ΕΛΣΤΑΤ), συνδέοντας την Πειραιώς με τον δρόμο που περνάει από το σταθμό του ΗΣΑΠ Νέο Φάληρο, μπροστά από το Καραϊσκάκη. Βασικά όμως είναι ένα ταξίδι στο χρόνο, που συνδέει διάφορες εποχές, το σήμερα με το χτες, όχι πολύ μακριά από την εποχή που δρούσαν οι ΕΠΟΝίτες (και) σε αυτά τα μέρη.

Μαγαζιά με ρετρό αισθητική, σαν διατηρητέα μνημεία εν λειτουργία. Παλιές μάντρες, πλακόστρωτοι δρόμοι με χαμόσπιτα. Και η αίσθηση εγκατάλειψης που σου βγάζουν πινακίδες οι οποίες σε λίγο καιρό θα θεωρούνται και αυτές μνημεία μιας άλλης εποχής, που ο κόσμος νόμιζε πως ευημερούσε και έπαιζε ΠΡΟ-ΠΟ και ΛΟΤΤΟ, δίπλα σε νεραντζιές…

Στο τέλος της διαδρομής βλέπεις το Καραϊσκάκη, με τη σύγχρονη εντυπωσιακή κατασκευή, που είναι σαν κινητή διαφήμιση του καναλιού του Μαρινάκη. Βλέπεις κι από κάτω -σαν ενθύμιο κι αυτή από τον παλιό πρόεδρο- μια παλιότερη διαφήμιση της Vodafone και σκέφτεσαι ότι μπορεί να πήραν όλες τις παλιές πινακίδες, να τις έκοψαν στη μέση -τα πέντε πρώτα γράμματα- και να άφησαν το δεύτερο μισό με μερικές προσθήκες: Vodafone Channel. Αλλά ο προσεκτικός παρατηρητής θα έχει διακρίνει τον άσο που κρύβει η φίρμα του “One” και την ανεπαίσθητη διαφορά με το άλλο λογότυπο.

Ακόμα και εδώ όμως υπάρχει μια περίεργη αίσθηση, ενίοτε σαν σκηνικό από θρίλερ, με το άδειο πάρκινγκ που αποκτά ζωή σε κάθε αγώνα και μια εγκατελειμμένη φάμπρικα μπροστά από το στάδιο, που μένει να ρημάζει. Δεν είναι δύσκολο να σκεφτεί κανείς πως αυτή η περιοχή αποκτά ζωή από την ομάδα και τους αγώνες της -ή και να προεκτείνει το συμπέρασμα σε όλο τον Πειραιά. Το πραγματικά δύσκολο είναι να σκεφτεί πως οι ιδιοκτήτες της ομάδας την χρησιμοποιούν για να ελέγχουν την περιοχή -και όχι μόνο-, να της αφαιρούν ζωή και πόρους, και να την αφήνουν να ρημάζει.

Προς την άλλη πλευρά του δρόμου, η οδός ΕΠΟΝιτών τέμνεται με την οδό του Ανδρέα Μουράτη, ενός κόκκινου θρύλου, δεμένου με αγώνες εντός και εκτός γηπέδων. Και είναι κρίμα να θυμούνται κάποιοι τους πρώτους, και να θάβουν τους δεύτερους κάτω από την βλακεία του “No Politica”.

Διασχίζοντας την Πειραιώς, σε μία τρόπον τινά προέκταση της ΕΠΟΝιτών -αλλά όχι ακριβώς- βλέπουμε ένα σύνθημα του Εθνικού, που δεν είχε πέσει ποτέ από τη μεγάλη κατηγορία μέχρι πριν από 30 χρόνια, αλλά τώρα ελάχιστοι ξέρουν πού παίζει και ίσως ο μόνος χώρος που του έχουν αφήσει -αφού εξορίστηκε από το Καραϊσκάκη- να είναι κάποιοι τοίχοι στη γειτονιά.

Ο -κάθε άλλο παρά τυχαίος- θάνατος ενός οπαδού του πριν μερικά χρόνια στα γήπεδα της Γ’ Εθνικής, από “ερασιτέχνες χούλιγκαν” που του επιτέθηκαν βίαια, ήταν για κάποιους η ληξιαρχική πράξη θανάτου και του ιστορικού συλλόγου. Στην πράξη ήταν ο οριστικός θάνατος κάθε ζωντανού κυττάρου σε αυτό που λέγεται επαγγελματικό ποδόσφαιρο.

Συνεχίζοντας στον ίδιο δρόμο (Υμηττού), συναντάμε πιο ζωντανές και κατοικημένες περιοχές, αν και όχι απαραίτητα λιγότερο τρομακτικές κι εγκατελειμμένες στην τύχη τους, όπως δείχνει η παραπάνω φωτογραφία με το γιαπί-ερείπιο. Τουλάχιστον υπάρχει ακόμα το στοιχείο της γειτονιάς, με όσα καλά ή αρνητικά μπορεί να συνεπάγεται αυτό.

Ένα από τα αδιαμφισβήτητα θετικά είναι το ελληνικό επιχειρηματικό δαιμόνιο, που μπορεί να εξελίχθηκε με τη βοήθεια της τεχνολογίας και να προχώρησε πέρα απ’ τις χειρόγραφες πινακίδες “πολούντε ηλικά”, κράτησε όμως αναλλοίωτο περιεχόμενο, αλλάζοντας απλώς μορφή και μέσα. Μπορεί να απέκτησε κινητό και mail, μαζί και φωτεινή επιγραφή, αλλά δεν έβγαλε ποτέ από μέσα του το αρπακολατζίδικο επιχειρείν και την ικανότητα να φέρνει τις λέξεις στα μέτρα του.

220 Φολτ νιώθω μέσα μου να με χτυπούν…

Όχι στις ανεμογεννήτριες, ούτε στα Άγραφα ούτε στα Καμίνια. Το μόνο που λείπει άλλωστε ως παράγοντας υποβάθμισης από την περιοχή είναι ένα Αιολικό Πάρκο. Και όμως, είναι θέμα χρόνου να πέσει πάνω της το “τζεντριφικέσο” (ανάπλαση το λένε και μας το πλασάρουν) και να αλλάξει όψη, προς το καλύτερο και το χειρότερο μαζί.

Είναι θέμα από ποια (ταξική) σκοπιά το βλέπεις…

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: