Η στάση της Γιουγκοσλαβίας απέναντι στο ΔΣΕ

Στη μία περίπτωση, ο ρόλος του ΚΚ Γιουγκοσλαβίας θεωρήθηκε καθοριστικός για την έκβαση που είχε ο αγώνας του ΔΣΕ. Στην άλλη, το θέμα αντιμετωπίστηκε σα να μην υπήρξε κανένα πρόβλημα ανάμεσα στα δύο κόμματα, ενώ η διακοπή των σχέσεων ανάμεσα στο ΚΚΕ και στο ΚΚ Γιουγκοσλαβίας, εκτιμήθηκε, μετά το 1956, σα συνέπεια της δράσης του Μπέρια και του Ζαχαριάδη να μεταθέσει τις ευθύνες του.

Αναδημοσιεύουμε από το Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, το σχετικό κεφάλαιο που έχει αποτελέσει σημείο έντονης αντιπαράθεσης και των πλέον διαφορετικών αναλύσεων, κατά το παρελθόν, ανάλογα και με την πολιτική σκοπιμότητα στην εκάστοτε συγκυρία. Η ανάλυση του Δοκιμίου θέτει το ζήτημα στην πραγματική του διάσταση.

Πρόκειται για ένα από τα πιο πολυσυζητημένα θέματα της περιόδου του ένοπλου ταξικού αγώνα 1946-1949, καθώς και μεταγενέστερα. Σε αυτό το διάστημα προβλήθηκαν εκ διαμέτρου αντίθετες απόψεις και διαμορφώθηκαν αντίστοιχες κομματικές πεποιθήσεις.

Στη μία περίπτωση, ο ρόλος του ΚΚ Γιουγκοσλαβίας θεωρήθηκε καθοριστικός για την έκβαση που είχε ο αγώνας του ΔΣΕ. Στην άλλη, το θέμα αντιμετωπίστηκε σα να μην υπήρξε κανένα πρόβλημα ανάμεσα στα δύο κόμματα, ενώ η διακοπή των σχέσεων ανάμεσα στο ΚΚΕ και στο ΚΚ Γιουγκοσλαβίας, εκτιμήθηκε, μετά το 1956, “σα συνέπεια της ξεσκεπασμένης τώρα προβοκατόρικης δράσης Μπέρια, ζημίωσε την υπόθεση των λαών των δύο χωρών, όπως και την υπόθεση του παγκόσμιου στρατοπέδου της ειρήνης, της δημοκρατίας και του σοσιαλισμού”. Επιπλέον, ότι “η καθοδήγηση του ΚΚΕ με πρωτοβουλία του σ. Ζαχαριάδη προσπάθησε να μεταθέσει τις ευθύνες για την ήττα του ένοπλου αγώνα 1946-1949 στο αδελφό ΚΚ της Γιουγκοσλαβίας””.

Το ΚΚΕ και ο ΔΣΕ δέχτηκαν σημαντική βοήθεια από τη γιουγκοσλαβική πλευρά, πριν και μετά από το ξεκίνημα του ένοπλου αγώνα, μέχρι τη ρήξη του ΚΚ Γιουγκοσλαβίας με την Κομινφόρμ. Το μεγαλύτερο μέρος της διεθνιστικής βοήθειας προς το ΚΚΕ και το ΔΣΕ επίσης περνούσε μέσα από τη Γιουγκοσλαβία.

Στη Γιουγκοσλαβία βρισκόταν το καθοδηγητικό κέντρο του ΚΚΕ μέχρι να μπει ο Ζαχαριάδης στην Ελεύθερη Ελλάδα. Εκεί ήταν εγκατεστημένος και ο ραδιοφωνικός σταθμός “Ελεύθερη Ελλάδα”. Ακόμα, αποτέλεσε καταφύγιο για χιλιάδες διωκόμενους αγωνιστές, κομματικά στελέχη και μη. Πολλοί από αυτούς, καθώς και σλαβόφωνοι, που είχαν καταφύγει από την Ελλάδα στη Γιουγκοσλαβία εξαιτίας των αστικών διώξεων, εντάχτηκαν στη συνέχεια στις γραμμές του ΔΣΕ. Τέλος, εκεί νοσηλεύτηκαν χιλιάδες τραυματίες του.

Μετά από τη ρήξη του ΚΚ Γιουγκοσλαβίας με την Κομινφόρμ, άλλαξε σταδιακά και η στάση του απέναντι στο ΚΚΕ. Αν και το ΚΚΕ επιδίωξε και ήρθε σε συμφωνία με το ΚΚ Γιουγκοσλαβίας ότι η βοήθεια της Γιουγκοσλαβίας προς το ΔΣΕ θα συνεχιζόταν απρόσκοπτα, η συμφωνία δεν τηρήθηκε στο σύνολό της από την ηγεσία του ΚΚ Γιουγκοσλαβίας. Με διάφορες προφάσεις απαγόρευσε να περνά από το έδαφός της η βοήθεια προς το ΔΣΕ. Η ενίσχυση προς το ΔΣΕ γινόταν περισσότερο από τη Βουλγαρία και κυρίως την Αλβανία, ενώ από τις αρχές του 1949 το ΚΚΕ μετέφερε το ραδιοσταθμό “Ελεύθερη Ελλάδα” από το Βελιγράδι στο Βουκουρέστι.

Σε γράμμα προς την Κεντρική Επιτροπή του ΚΚ Γιουγκοσλαβίας (1 Απρίλη 1949), ο Π. Ρούσος έγραψε:

“Όπως δηλώσαμε και στις προηγούμενες συναντήσεις κατά το παρελθόν έτος, ακόμη από το καλοκαίρι του 1948 σημειώθηκε μείωση της βοήθειας από την πλευρά Σας, είτε ως μείωση του υλικού είτε ως ελάττωση των τράνζιτ-μεταφορών από τις άλλες χώρες. Κάθε φορά που η ΚΕ μας απευθύνθηκε σε Σας γι’ αυτό το ζήτημα παίρναμε την απάντηση ότι το κόμμα σας πάντα είναι έτοιμο να μας βοηθήσει, όμως χρειάζεται γι’ αυτό την κανονική πολιτική υποστήριξη των άλλων αδελφών κομμάτων, τα οποία μας βοηθούν. Παίρνοντας υπόψη τη σύγκρουση μεταξύ του ΚΚΓ και των άλλων κομμάτων, τέτοια σύνδεση μεταξύ του ζητήματος της βοήθειας θα προκαλούσε τον κίνδυνο της περικοπής της βοήθειας που προσφέρεται από την πλευρά της Γιουγκοσλαβίας”.

Επίσης, το ΚΚΓ έκανε διαλυτική δουλειά στο χώρο των Σλαβομακεδόνων. Έχει καταγραφεί η υπονόμευση που έγινε από ομάδα ηγετικών στελεχών του Λαϊκού Απελευθερωτικού Μετώπου (ΝΟΦ). Αυτοί πέρασαν και εγκαταστάθηκαν στα Σκόπια, απ’ όπου κατηύθυναν την υπονόμευση του ΔΣΕ, καλώντας τους Σλαβομακεδόνες μαχητές, μέσω του εκεί ραδιοφωνικού σταθμού και στελεχών τους, να εγκαταλείψουν το ΔΣΕ και να περάσουν στη Λαϊκή Δημοκρατία της Μακεδονίας, γιατί, όπως προπαγάνδιζαν, το ΚΚΕ πρόδωσε τον αγώνα τους. Ταυτόχρονα, εμπόδιζαν στελέχη του ΚΚΕ να στρατολογήσουν Σλαβομακεδόνες πρόσφυγες από τα στρατόπεδα που είχαν εγκατασταθεί.

Στο αίτημα του ΚΚΕ για βοήθεια, η ηγεσία του ΚΚΓ ζητούσε εγγυήσεις. Αναφέρει ο Π. Ρούσος στο γράμμα του προς την ΚΕ του ΚΚΓ:

“Σε ό,τι αφορά το τεθέν από την ΚΕ σας ζήτημα για τις εγγυήσεις σε περίπτωση διεθνών επιτροπών εξ αφορμής της βοήθειας προς τον αγώνα μας, η ΚΕ μας θεωρεί ότι την καλύτερη εγγύηση γι’ αυτό αποτελεί το αίμα που χύθηκε και χύνεται από το λαό μας και το Κόμμα μας στον αγώνα εναντίον του ιμπεριαλισμού και της Αντίδρασης”.

Από την πλευρά του, ο ιμπεριαλιστικός παράγοντας αξιοποιούσε τις εξελίξεις παρακολουθώντας και παρεμβαίνοντας στο ΚΚ Γιουγκοσλαβίας. Ανώτατος αξιωματούχος του Φόρεϊν Όφις έγραψε το φθινόπωρο του 1948:

“Καθώς πρέπει να είναι προς όφελός μας η συνέχιση της τεταμένης κατάστασης πίσω από το Σιδηρούν Παραπέτασμα, δε θα πρέπει να αποκλείσουμε την ευκταία επιθυμία ενίσχυσης της γιουγκοσλαβικής διοίκησης, στο βαθμό που μόλις θα της επιτρέπει να συνεχίσει να υπάρχει -κάθε όμως πολιτική ανταλλαγή θα ήταν επικίνδυνη (…) Οι πρόσφατες επιχειρήσεις εναντίον του Μάρκου δεν είχαν αποφασιστικό αποτέλεσμα, κατά μεγάλο μέρος, λόγω της αλβανικής βοήθειας. Οι εκθέσεις της Ειδικής Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για τα Βαλκάνια επιβεβαιώνουν ότι η βοήθεια προς τους αντάρτες του Μάρκου συνεχίζεται από την Αλβανία και τη Βουλγαρία και σε μικρότερο βαθμό από τη Γιουγκοσλαβία”.

Η μελετημένη πολιτική διείσδυσης συνεχίστηκε εντονότερα. Στις 17 Φλεβάρη 1949 το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ και ο Αμερικανός Πρόεδρος Χ. Τρούμαν υιοθέτησαν την πρόταση προκειμένου “να δοθεί επιτάχυνση στις δυνάμεις οικονομικής, πολιτικής και ιδεολογικής έλξης, που ωθούσαν αναπόδραστα τον Τίτο προς τη Δύση σε τόσο βαθμό, ώστε να είναι δυνατό να πειστεί ο Τίτο να σταματήσει τη βοήθειά του προς τους Έλληνες αντάρτες”.

Την 1η Αυγούστου 1949 το ΚΚΕ κατήγγειλε δημόσια τη γιουγκοσλαβική ηγεσία με το άρθρο του Ν. Ζαχαριάδη “Το στιλέτο του Τίτο χτυπά πισώπλατα τη Λαϊκοδημοκρατική Ελλάδα”. Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό της Κομινφόρμ “Για διαρκή Ειρήνη, για τη Λαϊκή Δημοκρατία” και στο περιοδικό “Δημοκρατικός Στρατός”. Είχε προηγηθεί το κλείσιμο των ελληνογιουγκοσλαβικών συνόρων (11 Ιούλη 1949) που προβλήθηκε από τον Τίτο ως αντίδραση στις καταγγελίες του ΔΣΕ ότι στις 5 Ιούλη ο ελληνικός κυβερνητικός στρατός είχε περάσει στο γιουγκοσλαβικό έδαφος, απ’ όπου χτύπησε δυνάμεις του ΔΣΕ στο Καϊμακτσαλάν.*

Το τελευταίο απλώς έδειχνε σε ποιο σημείο είχαν φτάσει πια οι σχέσεις ανάμεσα στα δύο Κομμουνιστικά Κόμματα, σε συνδυασμό και με τη στροφή που πραγματοποιούσε η γιουγκοσλαβική ηγεσία στο πεδίο των διεθνών σχέσεων. Έτσι, επιδεινώθηκε ακόμα περισσότερο ο συσχετισμός δυνάμεων για το ΔΣΕ, σε μια περίοδο ωστόσο που ο αγώνας του είχε κριθεί.

*Οι εκτιμήσεις για το αν ο κυβερνητικός στρατός μπήκε στο έδαφος της Γιουγκοσλαβίας ήταν αντιφατικές. Στην ηγεσία του ΚΚΕ πληροφόρηση σχετικά με το θέμα έδωσε τότε ο Αλέκος Παπαναγιώτου, διοικητής του αντάρτικου στρατού στο Καϊμακτσαλάν. Ωστόσο, ο ίδιος, στην η Πλατιά Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ, ρώτησε το Ν. Ζαχαριάδη: “Σε ποια στοιχεία στηρίχθηκε και χαρακτήρισε το ‘πισώπλατο χτύπημα’ του Τίτο”. Ο Ζαχαριάδης απάντησε: “Και στις δικές σου εκθέσεις, σύντροφε Παπαναγιώτου. Και στις δικές σου”. Αργότερα, ο Παπαναγιώτου έγραψε: “Ωστόσο, δεν επρόκειτο για μια απόλυτα εξακριβωμένη πραγματικότητα, αλλά για (…) ανάλυση που επηρεαζόταν αποφασιστικά από το πνεύμα της προκατάληψης που είχαμε (…) Ξανατονίζω πάλι ότι στην τηλεγραφική αναφορά μου στο Γενικό Αρχηγείο δεν έκανα λόγο για συμπέρασμα, αλλά για συγκεκριμένη πραγματικότητα, ότι δηλαδή μοναρχοφασιστικά στρατεύματα, περνώντας από το γιουγκοσλαβικό έδαφος, ‘καβάλησαν’ τις θέσεις μας και κατέλαβαν την Εκκλησιά.
Την πραγματοποίηση συνάντησης Ελλήνων και Γιουγκοσλάβων παραδέχεται ο στρατηγός Δ. Ζαφειρόπουλος, γράφοντας πως η ελληνική πλευρά παρακάλεσε τη γιουγκοσλαβική “να απαγορεύσει την είσοδο των συμμοριτών εις το έδαφός του. Πράγματι, ο Γιουγκοσλάβος αξιωματικός διαβεβαίωσε τον Έλληνα ότι, συμφώνως με τας οδηγίας των προϊσταμένων του, δε θα επιτρέψη την είσοδο και πάντα εισερχόμενον θα συλλαμβάνη και θα αφοπλίζη”.
Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: