Η Μαρία Πολυδούρη διεκδίκησε μαχητικά μια θέση διαφορετική από αυτή που της επεφύλλασσε η ανδροκρατούμενη κοινωνία, για να ηττηθεί κατά κράτος εντός των στενών ορίων που η ίδια περιόριζε, φυλακίζοντας ουσιαστικά, την ύπαρξή της. Ο έρωτάς της για τον ποιητή Κώστα Καρυωτάκη ήταν αυτός που έδωσε στη ζωή της νόημα, αλλά και της στέρησε σταδιακά κάθε ενδιαφέρον για τη ζωή.
– Δεν είναι – του είπαν – πόσο θα ζήσουμε σ’ αυτόν τον κόσμο εμείς, αλλά πώς θα ζήσουμε τούτη τη ζωή! Άλλοι την τιμούν φίλε, κι άλλοι τη ντροπιάζουν…
“…Κάποτε θα αποδίδουμε δικαιοσύνη μ’ ένα άστρο ή μ’ ένα γιασεμί σαν ένα τραγούδι, που καθώς βρέχει παίρνει το μέρος των φτωχών….”
«Η φύση γιορτάζει το μεγαλύτερο πανηγύρι της και χαίρεται και μεθάει από χαρά και αγάπη από αρώματα, τραγούδια. Και μεις θα γιορτάσουμε τις μέρες αυτές και το Πάσχα, μέσα στο χαλασμό του πολέμου, στους καπνούς της μάχης, τα βογγητά και τα δάκρυα, το αίμα. Τι κατάρα!!».
«Χριστός ανέστη εκ νεκρών!»… Έξη φορές ήρθε η Λαμπρή τα τελευταία χρόνια. Μα έξη φορές ως σήμερα οι Έλληνες δεν αναστήθηκαν. Αλλ’ ακόμα πεθαίνουν…
“…Τι εδώ είναι Πάσχα. Και το θέλουμε ως το τέλος Πάσχα. Πάσχα πλατύ, Πάσχα τρανό σαν την καρδιά μας, Πάσχα για οχτρούς, Πάσχα για φίλους, Πάσχα για όλους…”
“…Αν μια στιγμή βασίλευε κάτω στη Γης ισότητα, η βασιλεία Μου θα ’παυε, δε θα ’χα εγώ πού να σταθώ.”
“…Βάφει τ’ αυγά της νέας Λαμπρής και του μπαξέ σας τα τριανταφυλλάκια, βάφει και τα πουκαμισάκια τους τα τρυπημένα από τα βόλια και τα πουκαμισάκια τους πλατειές σημαίες αγερολάμνουν κ’ οι νιοι λεβέντες τα κρατούν και παν μπροστά στην ιστορία. Και νάτοι ολόμπροστα, να ο Χρήστος, κι ο Αβραάμ, νάτος κι ο Πάνος…”
“…Απ’ εξορία, φυλακή, όλα τα χρόνια πήγες και πριν προλάβεις να χαρείς πάλι στα ξερονήσια. Το κόμμα που σ’ άνδρωσε το τίμησες πολύ,..”
Και πάλι ο δούρειος ίππος κάτω απ’ τον ήλιο και τα χελιδόνια σανίδα τη σανίδα καρφί το καρφί κατασκευάζεται. Μαθημένη όμως από καρφιά δεν ξεγελιέται η Άνοιξη!